Γεννιέται, 14/12/1911, ο αθλητής του Ηρακλή Θεσσαλονίκης Γεώργιος Ιβάνοφ, που στη διάρκεια της Κατοχής εκτελέστηκε για την αντιστασιακή του δράση.
Πατέρας του ήταν ο κόμης Βλαδίμηρος Ιβάνοφ, συνταγματάρχης
του τσαρικού στρατού.
Στη Θεσσαλονίκη ήρθε το 1926 με την Πολωνέζα μητέρα του Λεονάρδα Σαϊνόβιτς και
τον Έλληνα Ιωάννη Λαμπριανίδη, δεύτερο σύζυγό της.
Ως αθλητής του γυμναστικού συλλόγου «Ηρακλής» κατάφερε νίκες τόσο στους εσωτερικούς όσο και σε διεθνείς αθλητικούς κολυμβητικούς αγώνες και το όνομα του έγινε γνωστό στο Πανελλήνιο.
Tο 1934 στους Αγώνες Βορείου Ελλάδος που έγιναν στη Θεσσαλονίκη βγήκε πρώτος στα 100 μέτρα ελεύθερο με χρόνο 1΄12΄΄. Το 1936 κατέλαβε την πρώτη θέση στους Ιστιοπλοϊκούς Αγώνες του Θερμαϊκού μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του Αντώνιο Λαμπριανίδη.
Το 1941 κατέφυγε στη Μέση Ανατολή και μετά από εκπαίδευση
από τους Βρετανούς σε οργάνωση σαμποτάζ επέστρεψε στην κατεχόμενη Ελλάδα όπου
κατατάχθηκε σε μονάδες σαμποτέρ του ΕΛΑΣ.
Στο γερμανικό στρατοδικείο όπου οδηγήθηκε, ο Γερμανός πρόεδρος στο τέλος της δίκης είπε: «Το δικαστήριον εκτιμά δεόντως την κατά την παρούσαν δίκην ειλικρινή και γενναιόφρονα συμπεριφοράν του κατηγορουμένου. Εγώ προσωπικώς λυπούμαι, διότι η φορά των πραγμάτων έφερε τοιούτον άνδρα εις εχθρικόν προς ημάς στρατόπεδον». Ο Γεώργιος Ιβάνοφ καταδικάστηκε τρις εις θάνατον και οδηγήθηκε μπροστά στο Γερμανικό εκτελεστικό απόσπασμα μαζί με τρεις συνεργάτες του.
«Στο σκοπευτήριο Καισαριανής σταμάτησαν τρία αυτοκίνητα. Από τα δύο κατέβηκε το εκτελεστικό απόσπασμα και τέσσερις κατάδικοι. Από το τρίτο οι μελλοθάνατοι: Γεώργιος Ιβάνωφ και οι συνεργάτες του, Βασίλης Μαλιόπουλος και Γιάννης Κοντόπουλος, αξιωματικοί του Ναυτικού και οι δύο.»
Γενναίος όπως ήταν, με πάντα ψηλά το κεφάλι κατά την ύστατη στιγμή, κτυπώντας
τους δήμιούς του προσπάθησε να δραπετεύσει, αλλά τον πλήγωσαν στο πόδι του και
ενώ το αίμα έτρεχε, τον έδεσαν σ' ένα στύλο. Πριν πέσει νεκρός βγήκε από τα
χείλη του η κραυγή «Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Πολωνία!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου