ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ
Εκτακτη τηλεδιάσκεψη του G7 σήμερα, με «ανθρωπιστική βοήθεια» και κυρώσεις στο τραπέζι
Κλιμακώνονται οι διεργασίες και οι επικίνδυνοι σχεδιασμοί για την «επόμενη μέρα» στο Αφγανιστάν και την ευρύτερη περιοχή, με αλλεπάλληλες επαφές και διεργασίες για το σχηματισμό κυβέρνησης υπό τους Ταλιμπάν και με εντεινόμενες παρεμβάσεις από όλα τα εμπλεκόμενα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.
Ενώ η χαώδης κατάσταση στο αεροδρόμιο της Καμπούλ συνεχίζεται, με αύξηση των νεκρών μεταξύ ανθρώπων που προσπαθούν να βρουν τρόπο να φύγουν από τη χώρα, συνολικότερα ο αφγανικός λαός έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες της 20ετούς ιμπεριαλιστικής επέμβασης των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και των νέων σχεδιασμών τους, που ευνόησαν την επανακατάληψη της εξουσίας από το σκοταδιστικό κίνημα των Ταλιμπάν.
Χαρακτηριστικές είναι οι εκκλήσεις που απηύθυνε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) με φόντο και τη νέα έξαρση της πανδημίας, αναφέροντας ότι η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο διεθνές αεροδρόμιο της πρωτεύουσας «Χαμίντ Καρζάι» δεν επιτρέπει να φτάσουν στη χώρα αναγκαίες προμήθειες ιατροφαρμακευτικού υλικού, περιλαμβανομένων χειρουργικού εξοπλισμού και συσκευασιών για την αντιμετώπιση «οξέος υποσιτισμού». Ο Οργανισμός σημειώνει ότι τις τελευταίες βδομάδες φτάνουν τις 300.000 οι εκτοπισμένοι στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και ότι ο μισθός πληθυσμός (σχεδόν 18,5 εκατομμύρια) βασίζεται στην «ανθρωπιστική βοήθεια».
Την ίδια στιγμή, η εκτελεστική διευθύντρια της Unicef, Ενριέτα Φορ, δήλωσε ότι περίπου 10 εκατομμύρια παιδιά σε όλο το Αφγανιστάν έχουν ανάγκη άμεσης ανθρωπιστικής βοήθειας και η κατάσταση αυτή θα επιδεινωθεί.
Στο μεταξύ, αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ δήλωσαν ότι τουλάχιστον 20 άτομα έχουν σκοτωθεί στο αεροδρόμιο της Καμπούλ και γύρω από αυτό τις τελευταίες μέρες, εξαιτίας της κατάστασης στο διεθνές αεροδρόμιο. Χτες, ΝΑΤΟικοί στρατιώτες ενεπλάκησαν σε ανταλλαγή πυρών, όταν - σύμφωνα με το Πεντάγωνο - «ένας άγνωστος, εχθρικός παράγοντας πυροβόλησε εναντίον των αφγανικών δυνάμεων ασφαλείας που ασχολούνταν με τον έλεγχο της πρόσβασης στην πύλη» (πρώην Αφγανοί στρατιώτες που συνεργάζονται με τους ΝΑΤΟικούς στο αεροδρόμιο). Αποτέλεσμα της ανταλλαγής πυρών ήταν να σκοτωθεί ένας Αφγανός φρουρός και «πολλοί Αφγανοί» να τραυματιστούν.
Μέσα στο Σαββατοκύριακο οι πρεσβείες των ΗΠΑ και της Γερμανίας στο Αφγανιστάν συνέστησαν στους πολίτες τους στη χώρα να μην προσεγγίζουν το αεροδρόμιο λόγω της κατάστασης, ενώ αμερικανικά ελικόπτερα «Σινούκ» βγήκαν από το αεροδρόμιο, για να παραλάβουν Αμερικανούς από κοντινό ξενοδοχείο.
Οι Ταλιμπάν από την πλευρά τους κατηγορούν τις ΗΠΑ ότι «απέτυχαν να αποκαταστήσουν την τάξη στο αεροδρόμιο», ενώ «υπάρχει ειρήνη και ηρεμία σε όλη τη χώρα».
Ο δε επικεφαλής της ευρωενωσιακής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ χαρακτήρισε «αδύνατον να βγάλουμε από την Καμπούλ όλους τους Αφγανούς που έχουν ανάγκη προστασίας», προσθέτοντας πως «ας μη λέμε παραμύθια. Υπάρχουν προτεραιότητες. Θέλουμε να βγάλουμε τους πολίτες μας και τους Αφγανούς συνεργάτες». Επισήμανε ότι «αν οι Αμερικανοί φύγουν, οι Ευρωπαίοι δεν έχουν τη στρατιωτική ικανότητα να καταλάβουν και να διασφαλίσουν το στρατιωτικό αεροδρόμιο και οι Ταλιμπάν θα πάρουν τον έλεγχο», ενώ κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι εξαιτίας των μέτρων ασφαλείας που επιβάλλουν για τις απομακρύνσεις «δεν καταφέρνουμε να περάσουμε τους δικούς μας συνεργάτες».
Τέλος, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, σε νέο διάγγελμα την Κυριακή, μίλησε για «μία από τις πιο δύσκολες αερομεταφορές στην ιστορία», που «είναι επικίνδυνη. Περιέχει ρίσκο για τις Ενοπλες Δυνάμεις μας και διεξάγεται σε δύσκολες συνθήκες». Μάλιστα είπε ότι «δεν μπορώ να υποσχεθώ ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα, ότι δεν θα περιέχει τον κίνδυνο απωλειών». Ακόμα, έχοντας διαμηνύσει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι έτοιμη να κάνει «ό,τι χρειαστεί» όπου Γης για την «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας», ο Μπάιντεν τόνισε: «Παρακολουθούμε στενά κάθε πιθανή τρομοκρατική απειλή στο αεροδρόμιο (σ.σ. της Καμπούλ) και γύρω από αυτό, περιλαμβανομένων αυτών που προέρχονται από δυνάμεις του "Ισλαμικού Κράτους" στο Αφγανιστάν που απελευθερώθηκαν όταν άδειασαν οι φυλακές. Και το κάνουμε αυτό γιατί, παρεμπιπτόντως, το "Ισλαμικό Κράτος" είναι και ήταν ορκισμένος εχθρός των Ταλιμπάν».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, εκπρόσωπος των Ταλιμπάν δήλωσε στο «Reuters» ότι «νομικοί, θρησκευτικοί και ειδικοί στην εξωτερική πολιτική μεταξύ των Ταλιμπάν στοχεύουν να παρουσιάσουν το νέο πλαίσιο διακυβέρνησης εντός των επόμενων λίγων εβδομάδων». Επιβεβαίωσε μάλιστα ότι συνολικότερα «για τη διαχείριση της κρίσης» θα αξιοποιηθούν και «ειδικοί από την προηγούμενη κυβέρνηση».
Σε αυτό το πλαίσιο, στην Καμπούλ για συνομιλίες με άλλα στελέχη των Ταλιμπάν και πολιτικούς έφτασε ο συνιδρυτής του σκοταδιστικού κινήματος και θεωρούμενος ως «νούμερο 2» στην ιεραρχία τους, μουλάς Αμπντούλ Γάνι Μπαράνταρ, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στα παζάρια στο Κατάρ που οδήγησαν στη συμφωνία των ΗΠΑ με τους Ταλιμπάν τον Φλεβάρη του 2020. Αξιωματούχος των Ταλιμπάν δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι στόχος των συνομιλιών του Μπαραντάρ θα είναι η «δημιουργία μιας κυβέρνησης χωρίς αποκλεισμούς».
Επίσης, ο πρώην Πρόεδρος του Αφγανιστάν (μέχρι το 2014), Χαμίντ Καρζάι, και ο πρώην επικεφαλής του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Συμφιλίωσης, Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ, είχαν νέες συναντήσεις με τους Ταλιμπάν, αυτήν τη φορά με το στέλεχός τους που έχει αναλάβει χρέη κυβερνήτη της Καμπούλ, που - κατά δηλώσεις του Αμπντουλάχ - «μας διαβεβαίωσε ότι θα κάνει ό,τι είναι δυνατό για την ασφάλεια των ανθρώπων της πόλης».
Ολα αυτά, ενώ τα βλέμματα είναι στραμμένα και στην κοιλάδα του Παντζίρ, τη δυσπρόσιτη περιοχή στα βορειοανατολικά της Καμπούλ, η οποία δεν ελέγχεται από τους Ταλιμπάν, όπου έχουν συγκεντρωθεί διάφορες «αντιπολιτευόμενες» δυνάμεις. Ενας από τους πολέμαρχους που έχουν συγκεντρωθεί στην περιοχή, ο Αχμαντ Μασούντ (γιος του πολέμαρχου Αχμαντ Σαχ Μασούντ, πρώην συνεργάτη της CIA που διακρίθηκε στον πόλεμο κατά της λαϊκής επανάστασης τη δεκαετία του 1980), μετά την αρθρογραφία του σε δυτικά ΜΜΕ ζητώντας «διεθνή βοήθεια», δήλωσε μιλώντας στο δίκτυο «Αλ Αραμπίγια» ότι «κυβερνητικές δυνάμεις (σ.σ. της πρώην κυβέρνησης Γάνι) ήρθαν στην Παντζίρ από διάφορες αφγανικές επαρχίες» και υποστήριξε ότι «οι Ταλιμπάν δεν θα κρατήσουν πολύ αν συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο». Ο ίδιος σε δηλώσεις του στο «Reuters» προειδοποίησε μεν ότι οι δυνάμεις του «θέλουν να αντισταθούν σε οποιοδήποτε ολοκληρωτικό καθεστώς», προσθέτοντας ωστόσο ταυτόχρονα ότι «θέλουμε να κάνουμε τους Ταλιμπάν να αντιληφθούν ότι ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός είναι μέσω της διαπραγμάτευσης», καταλήγοντας και αυτός σε έκκληση για «σχηματισμό ευρείας κυβέρνησης χωρίς αποκλεισμούς».
Οι Ταλιμπάν από την πλευρά τους ανακοίνωσαν ότι «εκατοντάδες μουτζαχεντίν» κατευθύνονται στο κρατίδιο Παντζίρ «για να το θέσουν υπό τον έλεγχό τους».
Στη Ρωσία, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε ότι η κατάσταση στην Παντζίρ δείχνει την πιθανότητα «ενός ακόμα εμφυλίου στο Αφγανιστάν», αλλά και ότι «η Μόσχα δεν έχει πρόθεση καμίας ανάμειξης».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας εξέφρασε «ανησυχία» ότι το Αφγανιστάν θα μετατραπεί σε «καταφύγιο τρομοκρατών», ζήτησε «διάλογο για την επίλυση της κρίσης» και ανακοίνωσε ότι ετοιμάζει αποστολή στο Αφγανιστάν για να υπογραμμίσει τη σημασία «της ειρήνης, της σταθερότητας και της εθνικής συμφιλίωσης».
Την ίδια ώρα, το στέλεχος των Ταλιμπάν, Μοχάμεντ Ναΐμ, έσπευσε να τονίσει σε συνέντευξή του ότι η «Αλ Κάιντα» δεν είναι παρούσα στο Αφγανιστάν και ότι το «ισλαμιστικό κίνημα» «δεν έχει σχέσεις μαζί τους».
Ο δε ΥΠΕΞ του Ιράν κάλεσε «όλες τις πλευρές» να σταματήσουν τη βία και να διαπραγματευτούν, εκφράζοντας ξανά την προσδοκία ότι «οι διάφορες (αφγανικές) ομάδες θα αδράξουν την ευκαιρία που δίδεται με την αποχώρηση των ξένων δυνάμεων για να εγκαθιδρύσουν μια κυβέρνηση (...) αντιπροσωπευτική της ποικιλότητας (της χώρας) που θα διατηρήσει φιλικούς δεσμούς με τους γείτονές της». Σημειωτέον ότι ο εκπρόσωπος της ένωσης εξαγωγών πετρελαίου του Ιράν, Χαμίντ Χοσεϊνί, δήλωσε ότι «οι Ταλιμπάν έστειλαν στο Ιράν το μήνυμα ότι μπορεί να συνεχίζει τις εξαγωγές παραγώγων του πετρελαίου».
Σήμερα Τρίτη έχει προγραμματιστεί η έκτακτη τηλεδιάσκεψη του G7, όπου εκτός των άλλων αναμένεται να συζητηθεί και το πώς θα αξιοποιηθεί η διατήρηση ή όχι της οποιασδήποτε «αναπτυξιακής βοήθειας» ως εργαλείο για την κάθε είδους επαφή με το νέο καθεστώς.
Οπως δήλωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, θα συζητηθούν η «ασφαλής εκκένωση» ξένων και Αφγανών πολιτών, η «αποτροπή ανθρωπιστικής κρίσης» και τρόποι να προσφερθεί «υποστήριξη στον αφγανικό λαό». Ο Βρετανός ΥΠΕΞ Ντ. Ράαμπ έχει ζητήσει από την περασμένη βδομάδα να εξεταστεί το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στο Αφγανιστάν ως μέσο «πίεσης» των Ταλιμπάν.
Σε συνομιλία τους πριν τη σημερινή τηλεδιάσκεψη, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και ο Μπ. Τζόνσον συζήτησαν για τις διαδικασίες εκκένωσης από την Καμπούλ και για τη «διαμόρφωση κοινής προσέγγισης» στην πολιτική για το Αφγανιστάν.
Την ίδια ώρα, στην Κίνα, ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ Γουάνγκ Γουενμπίν, όταν ρωτήθηκε για δηλώσεις του πρώην διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν ότι «οι Ταλιμπάν ίσως προστρέξουν σε άλλες χώρες όπως Κίνα και Πακιστάν για χρηματοδοτήσεις που θα αντικαταστήσουν τις ΗΠΑ», απάντησε μεταξύ άλλων: «Η Κίνα πάντα ακολουθεί μια φιλική πολιτική απέναντι στο σύνολο του αφγανικού λαού. Για πολύ καιρό, έχει προσφέρει μεγάλη βοήθεια για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη στο Αφγανιστάν. Ελπίδα να τερματιστεί άμεσα η αναταραχή και να αποκατασταθεί η οικονομική και χρηματοπιστωτική τάξη στο Αφγανιστάν. Είναι έτοιμη να συνεχίσει τον ενεργό ρόλο στην προώθηση της ειρήνης και της ανοικοδόμησης στο Αφγανιστάν και να βοηθήσει το αφγανικό έθνος να δυναμώσει την ικανότητα για να πετύχει ανάπτυξη από μόνο του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου