Οπως συνηθίζεται κάθε τέλος χρονιάς αρχίζουν οι απολογισμοί, οι ανασκοπήσεις, και τα κουτάκια συμφερόντων και ενδιαφερόντων πάνε σύννεφο. Αλλος μετράει γκολ, άλλος μετράει πρωτιές, και με τους έσχατους, τη θεόρατη πλειοψηφική μάζα των εργαζόμενων ανθρώπων, έρχονται και μιλούν οι αριθμοί της μεγάλης ανατριχίλας. Κάθε χρονιά, που λόγω εορτών παίρνει και το πιο φανταχτερά καταναλωτικό της πρόσωπο, η αγορά θυμάται πριν κοπεί και η τελευταία σελίδα από το ημερολόγιο πόσο φτώχυναν οι πολλοί και πόσο πλούτισαν οι λίγοι.
Ωστόσο
η πανδημία, που έχει έτσι κι αλλιώς και παγκόσμιο και πολυεθνικό
χαρακτήρα, πρόσθεσε στην ανάγνωση και στον σχολιασμό της ψαλίδας του
πλούτου μια ξεδιαντροπιά, μια θρασύτητα, μια φτηνιάρικη έπαρση και μια
αλαζονεία, που δυστυχώς οδηγεί σε αντιδραστικά ξεσπάσματα και όχι, ακόμα
τουλάχιστον, σε επαναστατικά πετάγματα. Στην κορφή της πυραμίδας αυτής
της οίησης, εγώ τουλάχιστον βάζω τη δήλωση του διαβόητου μεγιστάνα Ιλον
Μασκ. Αυτού που δήλωσε προχτές ότι δεν του αρέσει ο τίτλος του
διευθύνοντος συμβούλου των κολοσσιαίων επιχειρήσεών του, όπως η «Tesla»,
η «PayPal» και η άλλη η διαστημική που τον πήγε για πλάκα στο Διάστημα
και σε λίγο θα προσφέρει πανάκριβες αστροεκδρομές για ζάμπλουτους μόνο.
Δεν θέλει λοιπόν να τον λένε CEO, προτιμά τον τίτλο του Technoking, που
μεταφράζεται σε βασιλιάς της τεχνολογίας, τεχνοβασιλιάς, χωρίς σχέση με
τις καλές τέχνες.
Αυτή η ...καινοτομία του μηχανικού και εφευρέτη με τις
τρεις υπηκοότητες, νοτιοαφρικανική, καναδική και αμερικανική (οι
πρόσφυγες όπου Γης τυραννιούνται κι υποφέρουν και εξευτελίζονται για τη
μία και μόνη υπηκοότητα που απέκτησαν με τη γέννησή τους, όχι σε κάποιο
άστρο αλλά εδώ στη Γη) είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένας τίτλος. Και
δεν είναι ούτε αθώα, ούτε αυθόρμητη, ούτε για δημόσιες σχέσεις και
παιχνίδια εικόνας με τους ελάχιστους όμοιούς του δισεκατομμυριούχους.
Ο
τεχνοβασιλιάς αυτοχαρακτηρίζεται όπως θέλει να είναι και όπως, στο
κυρίαρχο κολαστήριο της ασύδοτης ελεύθερης αγοράς, εντέλει είναι. Στη
σύγχρονη εποχή των νέων τεχνολογιών, που τώρα τελευταία αποκαλούμε εν
συντομία 5G (φάιβ τζι) ή τεχνητής νοημοσύνης (Α.Ι.: Artificial
Intelligence), o πενηντάρης Μασκ την έχει δει όχι επιχειρηματίας με
πελάτες εκατοντάδες εκατομμύρια από μας, αλλά βασιλιάς με όλους μας εν
δυνάμει υπηκόους του.
Η πανδημία
μάς έκλεισε στα σπίτια, διόγκωσε την τηλεργασία και το τηλεμπόριο, μας
αιχμαλώτισε εκόντες άκοντες στους αραχνοειδείς ιστούς και στα ατέρμονα
δίκτυα, που όμως δεν μας ανήκουν. Γίναμε χρήστες μονοπωλιακών ή
ολιγοπωλιακών ηλεκτρονικών προϊόντων. Εμείς θέλουμε να πιστεύουμε ότι
είμαστε χρήστες των τεχνολογικών επιτευγμάτων του ανθρώπινου μυαλού, που
πράγματι θα μπορούσαν να μειώσουν τον εργάσιμο χρόνο, να διευκολύνουν
και να ομορφύνουν, να ανεβάσουν βρε αδερφέ την ποιότητα της ζωής μας.
Ομως ο βασιλιάς και οι άλλοι διεκδικητές των καπιταλιστικών θρόνων του
21ου αιώνα, αποκλειστικοί και πατενταρισμένοι κάτοχοι αυτού του
τεράστιου πλούτου που έχει παράξει και συνεχίζει να παράγει ο συλλογικός
νους του ανθρώπου, μας θέλουν χρήστες ναρκωτικών.
Για να μην πέσουν
ποτέ τα προϊόντα τους πλασαρισμένα ως ναρκωτικά στα χέρια μας και γίνουν
λαϊκή ιδιοκτησία. Γιατί έτσι, από εξαρτημένη και εξασφαλισμένη και
χειραγωγημένη πελατεία, εμείς οι χρήστες των προϊόντων της νέας
τεχνολογίας δεν θα μπορούμε να αλλάξουμε ούτε την τιμή, ούτε το
περιεχόμενο, ούτε τη μοιρασιά, ούτε τον σκοπό κυρίως διάθεσής τους. Ενώ
ως χρήστες ναρκωτικών, εμείς οι υπήκοοι του τεχνοβασιλιά θα
καταναλώνουμε, θα καταναλώνουμε... Κι αυτός θα θησαυρίζει, θα
θησαυρίζει...
Αυτός ο όρος του
λουδοβίκειου μεγαλείου της εποχής μας, που επιδαψιλεύει αυτός ο Μασκ
στον εαυτό του, ίσως είναι μια καλή αφορμή να ξανανοίξουμε, εντός -
εκτός δικτύων, την ιδεολογική αντιπαράθεση για τα μέσα παραγωγής και τις
ανάγκες μας. Και μάλιστα από θέση υπεροχής εμείς γνωρίζουμε πως κανένας
τίτλος δεν κίνησε ποτέ την Ιστορία, όπως η Ανάγκη. Στο κάτω κάτω της
γραφής, και να σε βλέπει κάποιος υπήκοο, άμα δεν είσαι, ο βασιλιάς μένει
πάντα γυμνός.
Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου