Επιλογή γλώσσας

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2022

Ναπολέων Λαπαθιώτης


Σαν σήμερα 7 Ιανουαρίου 1944 πέθανε ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (Γεννήθηκε 31 Οκτωβρίου 1888). Όπως έγραψε ο Τάσος Βουρνάς, στην περίπτωση του Λαπαθιώτη υπήρχε ένα διχασμός ανάμεσα σε μια λεηλατημένη ζωή. Οσο μπορούσε στάθηκε συνεπής εχθρός της πολιτικής βίας και της κοινωνικής καταπίεσης. Εξέφρασε την αντίθεσή του στη δικτατορία του Μεταξά και στη ναζιστική κατοχή μέχρι του σημείου να τρέφει σοβαρές συμπάθειες στο ΕΑΜ. Μάλιστα λίγο πριν από την αυτοκτονία του, το 1943, ο Λαπαθιώτης συνδέθηκε με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ και τους χάρισε τα όπλα τού πεθαμένου πια στρατιωτικού πατέρα του.

Όταν το 1932 ο Λαπαθιώτης  δημοσίευσε στους «Νέους Πρωτοπόρους» το πεζό ποίημα «Τραγούδι για το ξύπνημα του προλεταριάτου», έχει παρέλθει περισσότερο από μία δεκαετία από την πρώτη του φιλοκομμουνιστική εκδήλωση, με την επιστολή του, στις 13 Ιουνίου του 1921, στον «Ριζοσπάστη». Στις 6 Αυγούστου του 1927, με επιστολή του πάλι στο «Ριζοσπάστη» ζητούσε από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών να τον διαγράψει από το ορθόδοξο ποίμνιο.

***

Τραγούδι για το ξύπνημα του προλεταριάτου

…Ακούς, ακούς; ζυγώνουν οι ξυπόλυτοι -ζητιάνοι της χαράς και της αγάπης- οι καταφρονεμένοι, με τα χοντρά, τα ροζιασμένα δάχτυλα και την αδέξια την περπατησιά, για να σου στρίψουν το άσπρο σου λαιμάκι -και για να σ’ αφανίσουν, μια για πάντα, μεταξωτή μυγιάγγιχτη κουκλίτσα, καμαρωτή μικρούλα τιγριδούλα, κοκώνα με τη σάπια την ψυχή!…

* * *
Φτάνουν απ’ τα πέρατα του κόσμου, μ’ αξίνες, με σφυριά και με δρεπάνια, για να σου δώσουν τώρα, μια για πάντα, το μεγάλο μάθημα τ’ αξέχαστο, της πρώτης και στερνής δικαιοσύνης, καθώς την πήραν απ’ τα χέρια της ζωής -με τα θαμπά και τ’ άξεστα μυαλά τους πυρπολημένα από την αγανάκτηση…

* * *
Ξεμπουκάρουν απ’ όλες τις μεριές -και φτάνουν, όλο φτάνουν, όλο φτάνουν- σέρνοντας τις θολές τους τις καρδιές, με την ακατάλυτη στοργή, και με τ’ ανεξερεύνητα τα μίση -για να σε μάθουν πράματα μεγάλα- πράματα μεγάλα κι’ αλησμόνητα, που θα τ’ ακούσεις μια φορά για πάντα, που θα τα νιώσεις μια φορά για πάντα, και πια δε θα μπορείς να τα ξεχάσεις.

* * *
Έρχονται τώρα, με σφιγμένα δόντια και μ’ ανταριασμένα τα μαλλιά, να σε πατήσουν με τ’ αγροίκα πόδια τους, να σε ποδοκυλίσουν αδυσώπητα, μέσ’ στο χρυσό σου τραγικό παλάτι -να σπάσουν τη φαρμακερή καρδιά σου, με το θυμό που σπάνε τ’ αποστήματα -να σ’ αφανίσουν τώρα, μια για πάντα -να σβήσεις απ’ τη μνήμη των ανθρώπων, για το κρίμα που τους έχεις κάνει, να τους αναθρέψεις με το μίσος, και με το μαύρο βόγγο στην ψυχή…

* * *
Φτάνουν οι γυμνοί κι αδικημένοι -κι οι ταπεινοί κι οι καταφρονεμένοι- που μέρα νύχτα τους κεντούσες με τα σίδερα, για να σου γλύφουν δουλικά τη φτέρνα- πλακώνουν τώρα, κύμα μανιασμένο, να τραγανίσουν τη ζεστή καρδιά σου, για το μεγάλο κρίμα που τους έκανες, να τους σκοτώνεις αναμεταξύ τους, για να ρουφάς τα δόλια τους μεδούλια, και να χορταίνεις, μέσ’ στην ξενοιασά σου, καλοθρεμμένο τέρας αστικό…

* * *
Ξυπνούν οι σκλάβοι απ’ όλες τις μεριές, να σε ξεσκίσουν με τα μαύρα νύχια τους, γιατί πεινούσαν και διψούσανε γι’ αγάπη -και συ τους πότιζες, δεν ξέρω πόσα χρόνια, τους πότιζες με ξύδι και χολή…

* * *
Γιατί τότε μόνο, τότε μόνο, το πράμα αυτό που κράζουν ουρανό, θα ξαναγίνει πάλι γαλανό· γιατί τότε μόνο, τότε μόνο, θα τραγουδήσουν πάλι τα πουλιά, και θα μοσκοβολήσουν τα ρόδα· γιατί τότε μόνο θ’ ακουστεί το καθαρό τραγούδι του αηδονιού, και τ’ άστρα, που είναι σκόρπια στο διάστημα, θα ξαναβρούνε την παλιά τους όψη! Τότε κι η Στοργή θα κατεβεί, να φιλήσει στα χείλη τους ανθρώπους…

* * *
Γιατί μόνο τότε, μόνο τότε, μόλις χαθείς αγύριστα, για πάντα, και τα κλαμένα βλέφαρα στεγνώσουν, και γίνουν ιλαρά τα μάτια πάλι- τότε μονάχα θα ξανακουστεί, μεσ’ απ’ τα μαύρα βάθη της αβύσσου, χαρμόσυνη, λαμπρή κι αγγελική, μια φοβερή κι απέραντη φωνή -φωνή της μακρινής κι ακατανόητης, τώρα, Σοφίας της Δημιουργίας…

 Ηρακλής Κακαβάνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου