Ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος της ΕΣΣΔ οδηγεί στη συντριβή και στη συνθηκολόγηση της ναζιστικής Γερμανίας στις 9 Μάη 1945, που ονομάζεται από τότε Μέρα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών. Ετσι, γίνεται ο σημαντικότερος παράγοντας που αποφασιστικά κρίνει τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Η πτώση του χιτλερικού καθεστώτος κυρίως βαρύνει τη Σοβιετική Ενωση που την «πληρώνει» μ’ έναν τεράστιο αριθμό θυμάτων, τέτοιον που δεν γνωρίζει καμιά από τις άλλες εμπόλεμες χώρες.
Οι συνολικές απώλειες σε Σοβιετικούς πολίτες ξεπερνούν τα είκοσι εκατομμύρια. Απ’ αυτές, οι μισές είναι φόρος αίματος που δίνουν οι άμαχοι. Οι χιτλερικοί καταστρέφουν 1.710 πόλεις και κωμοπόλεις, καίνε και ξεθεμελιώνουν πάνω από 70 χιλιάδες χωριά, περίπου 32 χιλιάδες βιομηχανίες, 65.000 χιλιόμετρα σιδηροδρομικές γραμμές, ληστεύουν 98 χιλιάδες κολχόζ, 1.876 σοβχόζ, 2.890 μηχανοτρακτερικούς σταθμούς. Οι πολεμικές δαπάνες της ΕΣΣΔ, με τις ισοτιμίες εκείνης της εποχής, φτάνουν συνολικά στα 128 δισεκατομμύρια δολάρια που αντιστοιχούν σε 679 δισεκατομμύρια ρούβλια.
Εμπνευστής και καθοδηγητής του αγώνα και της νίκης του σοβιετικού λαού είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα, σπλάχνο από τα σπλάχνα των μελών του. Η ηρωική δράση και η ηθική αυταπάρνηση των χειμαζόμενων κομμουνιστών, στα μετόπισθεν και στο μέτωπο, κατευθύνονται κι οργανώνονται από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ και τις τοπικές Κομματικές Οργανώσεις του.
***
Προτού, όμως, υψωθεί η σοβιετική κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο στην οροφή του Ράιχσταγκ, την αυγή της 1ης Μάη του 1945 από τον λοχία Γιεγκόροφ και τον στρατιώτη Καντάρια, έχει προηγηθεί η σώμα με σώμα πολύμηνη πολιορκία του Στάλινγκραντ, που αποκτά τα χαρακτηριστικά της μητέρας των μαχών του δεύτερου Μεγάλου Πολέμου.
Διαρκεί από τον Ιούνη του 1941 έως τις 2 Φλεβάρη του 1943, οπότε ο στρατάρχης Πάουλους άνευ όρων παραδίδει τα γερμανικά στρατεύματα στους Σοβιετικούς νικητές. Οι απώλειες της ναζιστικής πολεμικής μηχανής ξεπερνούν τις 800 χιλιάδες έμψυχου υλικού, ενώ ο Κόκκινος Στρατός καταστρέφει κι απαλλοτριώνει 2.000 άρματα μάχης και αυτοκίνητα πυροβόλα, πάνω από 10 χιλιάδες πυροβόλα και όλμους, περίπου 2 χιλιάδες πολεμικά και μεταφορικά αεροπλάνα και πάνω από 70 χιλιάδες αυτοκίνητα.
Στις 8 Μάη του 1945, μέρα Τρίτη, διαβάζουμε στο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη», με κεφαλαία γράμματα: «Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΤΕΛΕΙΩΣΕ. Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΠΑΡΕΘΟΔΗ ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ. Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΝΙΚΗΣΕ ΤΟΝ ΦΑΣΙΣΜΟ. Η ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ ΥΠΕΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΡΕΜΣ ΣΤΙΣ 2.41. ΟΛΕΣ ΟΙ ΔΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΪΣΤΟΡΙΚΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ».
***
Την ίδια χρονιά, εμφανίζεται στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό το βιβλιαράκι (διαστάσεων 17,5Χ11,5) μόλις 23 τυπωμένων σελίδων, με λευκές την 22η και την 24η. Η σελίδα τίτλου αντιγράφει το εξώφυλλο του βιβλίου: Β. Γκρόσμαν «Ετσι πολεμήσαμε στο Στάλινγκραντ», «Ο Ρήγας. Εκδοτικός Οργανισμός», Αθήνα, 1945. Ο μεταφραστής, αφού διακινδυνεύει σε συνθήκες αντικομμουνιστικής τρομοκρατίας, επιλέγει την ανωνυμία.
Ο εβραϊκής καταγωγής Σοβιετικός συγγραφέας Βασίλι Σεμιόνοβιτς Γκρόσμαν (1905 – 1964) βρίσκεται στην ηλικία των 36 ετών, όταν η χιτλερική Γερμανία βάζει μπρος το σχέδιο «Μπαρμπαρόσα», τον Ιούνη του 1941, για την κατάκτηση της ΕΣΣΔ.
Ενώ η εύθραυστη υγεία του Βάσια – όπως ήταν το χαϊδευτικό του – του «παίρνει» το όπλο από το χέρι, η καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος του παραδίδει χαρτιά και μολύβια.
Μ’ αυτά θα «ντυθεί» τα ρούχα του δημοσιογράφου – ανταποκριτή και θ’ αναδειχθεί ένας από τους επιφανέστερους γραφιάδες του μετώπου. Ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος θέλει στις τάξεις του ανυποχώρητους στις αρχές του σοσιαλισμού συγγραφείς για ν’ αποτυπώσουν τον αγώνα του σοβιετικού λαού: Ο Γκρόσμαν το κάνει πράξη για τον «Κόκκινο Αστέρα» («Κράσναγια Ζβέζντα»), δημοσιογραφικό όργανο του Κόκκινου Στρατού.
Θα βρεθεί στους καπνούς και στην αντάρα των χαρακωμάτων του Στάλινγκραντ, γράφοντας τις συγκλονιστικές πολεμικές ανταποκρίσεις του, πάντα στην πρώτη γραμμή, και θα παραμείνει δίπλα στους κόκκινους πολεμιστές μέχρι την τελευταία μέρα, κατά την οποία ο σοβιετικός στρατός θα εισβάλει στο Βερολίνο ως απελευθερωτής από τα δεινά του ναζισμού κι ως εκφραστής του παγκόσμιου πολιτικού πολιτισμού, εξολοθρεύοντας τα εναπομείναντα ζωντανά μέλη του χιτλερικού τέρατος.
***
Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε να αναφέρουμε ότι υπήρξε ένας από τους πρώτους ανταποκριτές – μάρτυρες που μπήκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Μαϊντάνεκ και της Τρεμπλίνκα. Απ’ αυτήν την εμπλοκή του προήλθε η γραπτή μαρτυρία του «Η κόλαση της Τρεμπλίνκα», η οποία αποτελεί την ιδρυτική πράξη της βιβλιογραφίας που θα ακολουθήσει για το Ολοκαύτωμα. Οι δε συνεντεύξεις του από πρώην κρατούμενους θα χρησιμοποιηθούν ως πρωτογενές αποδεικτικό υλικό στη Δίκη της Νυρεμβέργης. Ενα απόσπασμα:
Και όλοι αυτοί οι χιλιάδες, οι δεκάδες, οι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όλα αυτά τα φοβισμένα, γεμάτα ερωτηματικά μάτια, όλα αυτά τα νεανικά και τα γερασμένα πρόσωπα, οι καλλονές με τις μαύρες μπούκλες και τα χρυσά μαλλιά, οι καμπουριασμένοι και ακατάστατοι, οι καραφλοί γέροι, οι δειλοί έφηβοι – όλοι ενώνονταν σ’ ένα και μοναδικό ποτάμι που κατάπινε και τη λογική, και την υπέροχη ανθρώπινη επιστήμη, και την αγάπη των κοριτσιών, και την απορία των παιδιών, και το βήχα των γερόντων, και την ανθρώπινη καρδιά.
Το σοβιετικό κράτος θα τον τιμήσει για την προσφορά του στον Πατριωτικό Αγώνα και θα του απονείμει το Μετάλλιο για την Υπεράσπιση του Στάλινγκραντ – δεν θα ‘ναι το μοναδικό – και θα τον προβιβάσει στον βαθμό του συνταγματάρχη.
(…) Τι είναι αυτό που τσαλαπατούν οι φασίστες; Τι είναι αυτό που καίνε; Είναι ο ιδρώτας μας, το αίμα μας, η τεράστια δουλειά μας, το απαράμιλλο επίτευγμα των εργατών και των αγροτών που πολέμησαν τη φτώχεια με τα γυμνά τους χέρια (…) Αυτή είναι η αποτίμηση του Βασίλι Γκρόσμαν μέσα στις φλόγες του πολέμου.
***
Και το ακροτελεύτιο κείμενό του «Ετσι πολεμήσαμε στο Στάλινγκραντ», κι αφού έχουν περάσει δύο χρόνια από τη νικηφόρα έκβαση της μάχης κι ενώ υπολείπονται δυο μήνες από την 9η Μάη, Μέρα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών:
Στις 28-3-45 ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας μίλησε για το Στάλινγκραντ:
Μπροστά στο σπίτι που πιάστηκε ο Γερμανός στρατηγός Πάουλους μαζεύτηκε πολύς κόσμος κι έγινε πρόχειρη συγκέντρωση. Ο εργάτης (…) μίλησε και είπε: «Τα στρατεύματά μας ενωθήκανε με τα στρατεύματα των συμμάχων στην καρδιά της Γερμανίας. Εμείς, σ’ αυτό το ιστορικό μέρος, ας θυμηθούμε πως από δω άρχισε η πτώση του φασισμού, εδώ κερδίσανε την πρώτη τους νίκη τα συντάγματά μας που μπήκαν τώρα στο Βερολίνο. Ζήτω ο Στάλιν. Ζήτω ο Κόκκινος Στρατός. Ζήτω οι ήρωες του Στάλινγκραντ».
Γράφει οΒασίλης Καλαμαράς
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΦΑΣΙΣΜΟΣ*
του Ρατζανί Πάλμε Ντουτ
2009 Τεύχος 6
Αρχειακό υλικόΙδεολογία - ΠολιτικήΙστορία
Aπό την προηγούμενη έρευνα για την ιστορική εξέλιξη του φασισμού στην Ιταλία, τη Γερμανία και την Αυστρία είναι προφανές ότι ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας έχει αποφασιστική σημασία για την εξέλιξη του φασισμού. Η κατανόηση αυτών των δυο στενά συνδεδεμένων φαινομένων της μεταπολεμικής περιόδου, της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας και του φασισμού, είναι κρίσιμης σημασίας για τη συνολική κατανόηση της πολιτικής του καπιταλισμού στη μεταπολεμική περίοδο. Ωστόσο υπάρχει αντιπαράθεση γύρω από το όλο ζήτημα και χρειάζεται πολύ προσεκτική περαιτέρω ανάλυση, προκειμένου να κατανοηθεί η πραγματική ουσία του φασισμού και των συνθηκών στις οποίες αναπτύχθηκε. Πρέπει να εξηγηθεί ότι ο όρος «σοσιαλδημοκρατία» χρησιμοποιείται εδώ μονάχα για να συγκαλύψει το μεταπολεμικό φαινόμενο που αφορά τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα μετά το 1914, τα οποία στη συνέχεια ενώθηκαν για να συγκροτήσουν το 1923 τη μεταπολεμική Δεύτερη Διεθνή ή «Εργατική και Σοσιαλιστική Διεθνή».
Οι τάσεις οπορτουνιστικής και κοινοβουλευτικής διαφθοράς και ενσωμάτωσης από το καπιταλιστικό κράτος ήταν ήδη ισχυρές και αναπτύσσονταν πριν τον πόλεμο καθ’ όλη τη διάρκεια της εποχής του ιμπεριαλισμού, παρόλο που το πρόγραμμα του διεθνούς επαναστατικού μαρξισμού εξακολουθούσε να υπάρχει στα λόγια κι ενώ οι τάσεις αυτές αντιπαλεύονταν όλο και περισσότερο από την επαναστατική πτέρυγα των κομμάτων από τις αρχές του 20ού αιώνα. Ωστόσο μόνο η αποφασιστική δοκιμασία του ιμπεριαλιστικού πολέμου, το 1914, επέφερε την πλήρη ανάπτυξη αυτών των τάσεων και αποκάλυψε ξεκάθαρα ότι τα κόμματα αυτά είχαν περάσει με το μέρος του καπιταλισμού. Το άμεσο πέρασμα, από το 1914, των μεγάλων οργανώσεων του κινήματος της εργατικής τάξης και ιδιαίτερα των κοινοβουλευτικών και συνδικαλιστικών ηγεσιών σε όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες σε ανοιχτή ενότητα με τον καπιταλισμό και το καπιταλιστικό κράτος αποτελεί μεγάλο ιστορικό γεγονός. Η περαιτέρω εξέλιξη των κομμάτων αυτών μετά τον πόλεμο, αρχικά έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ήττα της επανάστασης της εργατικής τάξης και στη συνέχεια στην άνοδο του φασισμού.
Ο ρόλος αυτός φαινόταν ήδη έντονα, από την αρχή, στα μικρότερα κράτη όπου εγκαθιδρύθηκαν λευκές δικτατορίες, στην Ουγγαρία, τη Φινλανδία, τη Βουλγαρία κλπ. Ο χαρακτήρας αυτός γινόταν όλο και πιο έκδηλος στο σύνολο της σοσιαλδημοκρατίας την περίοδο της ανοικοδόμησης και της μερικής σταθεροποίησης του καπιταλισμού, με τη βοήθεια της σοσιαλδημοκρατίας και ιδιαίτερα μετά την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και την καταστροφή της βάσης της καπιταλιστικής ανοικοδόμησης.
Μπορούμε να εντοπίσουμε μια διαδικασία «φασιστικοποίησης» σε διάφορες μορφές και στάδια, καθώς και άμεσης στήριξης του φασισμού. Πολλοί απογοητευμένοι σοσιαλδημοκράτες, ιδιαίτερα μετά το ξεκάθαρο παράδειγμα της Γερμανίας και την επακόλουθη κρίση στη Δεύτερη Διεθνή, αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο το ρόλο που πραγματικά έπαιξε η σοσιαλδημοκρατία στην ανάπτυξη του φασισμού.
Εντούτοις, η ανάλυση των κομμουνιστών για το «σοσιαλφασισμό», ως το όλο και πιο κυρίαρχο χαρακτηριστικό της σοσιαλδημοκρατίας την τελευταία περίοδο, που παράλληλα με το φασισμό αποτελεί τη βάση για τη διατήρηση της κυριαρχίας του χρηματιστικού κεφαλαίου σήμερα, δημιουργεί συχνά αγανάκτηση και πολλές παρεξηγήσεις. Επομένως είναι ανάγκη να εξετάσουμε πληρέστερα το «δίδυμο» χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατίας και του φασισμού ως βάσεις στήριξης του καπιταλισμού την περίοδο αυτή.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΔιαγραφήΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ
Θα ήταν πιο χρήσιμο να ξεκινήσουμε την εξέταση αυτού του ερωτήματος, μελετώντας την άποψη του σύγχρονου χρηματιστικού κεφαλαίου για το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας και του φασισμού. Η άποψη του χρηματιστικού κεφαλαίου εκφράζεται με παραδειγματική σαφήνεια στην «Deutsche Führungsbriefe», στην οποία αναφερθήκαμε ήδη, και στο εμπιστευτικό δελτίο του συνδέσμου γερμανικών βιομηχανιών του κρίσιμου 1932. Η «Führungsbriefe» ή αλλιώς οι «Επιστολές στους Ηγέτες» αποτελούν μια «πολιτικοοικονομική ιδιωτική αλληλογραφία», που αρχικά προοριζόταν για εμπιστευτική διακίνηση στους επικεφαλής του χρηματιστικού κεφαλαίου που ήταν οργανωμένοι στο σύνδεσμο γερμανικής βιομηχανίας. Τα τεύχη 72 και 75 στις 16 και 20 Σεπτέμβρη του 1932 περιείχαν μια μελέτη για «την εκ νέου κοινωνική ενίσχυση του καπιταλισμού», η οποία αποκαλύπτει τους σκοπούς των κυρίαρχων χρηματοοικονομικών ομίλων.
Ο συγγραφέας ξεκινάει από τη βασική άποψη ότι η διατήρηση της καπιταλιστικής κυριαρχίας εξαρτάται από τη διάσπαση της εργατικής τάξης: Η διάσπαση του εργατικού κινήματος είναι αναγκαία προϋπόθεση για την εκ νέου κοινωνική ενίσχυση της αστικής κυριαρχίας στη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Κάθε ενωμένο εργατικό κίνημα που προέρχεται από τα κάτω θα είναι επαναστατικό και η καπιταλιστική εξουσία δε θα καταφέρει να κρατηθεί για πολύ καιρό, ακόμα κι αν χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη. Αρα ο βασικός κίνδυνος είναι το ενωμένο μέτωπο της εργατικής τάξης. Ούτε καν η στρατιωτική δύναμη δεν μπορεί να επικρατήσει για πολύ ενάντια σε αυτό. Επομένως, ο καπιταλισμός χρειάζεται μια κοινωνική βάση έξω από τις γραμμές του, καθώς και τη διάσπαση της εργατικής τάξης. Στη μεταπολεμική περίοδο αυτό προσφέρθηκε από τη σοσιαλδημοκρατία.
Το πρόβλημα της εδραίωσης του αστικού καθεστώτος στη μεταπολεμική Γερμανία καθορίζεται γενικά από το γεγονός ότι η ηγετική αστική τάξη που ελέγχει την εθνική οικονομία είναι πλέον πολύ μικρή για να διατηρήσει μόνη της την κυριαρχία της. Εάν δε θέλουν να στηριχτούν στο επικίνδυνο όπλο της καθαρής στρατιωτικής δύναμης, χρειάζονται, για την κυριαρχία τους, μια συμμαχία με στρώματα που δεν τους ανήκουν κοινωνικά, αλλά τους παρέχουν την αναντικατάστατη υπηρεσία της εδραίωσης της κυριαρχίας τους πάνω στο λαό, γινόμενα έτσι πραγματικός και τελικός φορέας αυτής της εξουσίας. Την πρώτη περίοδο της μεταπολεμικής εδραίωσης του καπιταλισμού, η σοσιαλδημοκρατία αποτέλεσε τον τελικό φορέα της αστικής εξουσίας. Μέχρι στιγμής η ανάλυση είναι απλή. Η σοσιαλδημοκρατία παρείχε τη βάση για τη διατήρηση της καπιταλιστικής κυριαρχίας και τη διάσπαση της εργατικής τάξης.
Πώς όμως κατάφερε η σοσιαλδημοκρατία να διασπάσει την εργατική τάξη; Ποια είναι η κοινωνική βάση της σοσιαλδημοκρατίας; Στο σημείο αυτό η ανάλυση του εκπροσώπου του χρηματιστικού κεφαλαίου προσεγγίζει πολύ την ανάλυση του Λένιν για τις αιτίες της διάσπασης της εργατικής τάξης στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Ο συγγραφέας εντοπίζει τη βάση της σοσιαλδημοκρατίας και της διάσπασης της εργατικής τάξης από αυτή στις προνομιακές συνθήκες που στηρίζονται στην κοινωνική νομοθεσία και τις παραχωρήσεις σε ένα ευνοημένο οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης. Την πρώτη περίοδο ανοικοδόμησης του αστικού μεταπολεμικού καθεστώτος, από το 1923-1924 έως και το 1929-1930, η σοσιαλδημοκρατία εξαργύρωσε το επαναστατικό ξέσπασμα, αποσπώντας κατακτήσεις που αφορούσαν τους μισθούς και την κοινωνική πολιτική. Στις κατακτήσεις αυτές βασίστηκε η διάσπαση της εργατικής τάξης. Χάρη στον κοινωνικό της χαρακτήρα, καθώς καταγόταν από εργατικό κόμμα, η σοσιαλδημοκρατία, εκτός από την καθαρά πολιτική της δύναμη, επιστράτευσε στη διαδικασία ανοικοδόμησης του καπιταλισμού εκείνης της περιόδου κάτι πιο πολύτιμο και διαρκές - την οργανωμένη εργατική τάξη και, παραλύοντας την επαναστατική της ενέργεια, την πρόσδεσε σφικτά στο αστικό κράτος. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΔιαγραφήΤΑ ΜΙΚΡΟΒΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Ο φασισμός δεν κατάγεται μόνο ιστορικά, κατά ένα μεγάλο μέρος, από τη σοσιαλδημοκρατία, με την έννοια ότι πολλοί από τους κύριους ηγέτες του προέρχονται από τη σοσιαλδημοκρατία: Μουσολίνι - πρώην συντάκτης του «Avanti», κεντρικού οργάνου των Ιταλών σοσιαλιστών, Πιλσούντσκι - πρώην ηγέτης του Πολωνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, Μόσλι - πρώην υπουργός της δεύτερης εργατικής κυβέρνησης Μακντόναλντ. Επίσης, η ιδεολογία του φασισμού προέρχεται κύρια από τη γραμμή που έχει επεξεργαστεί η σοσιαλδημοκρατία.
Μπορούμε να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε πρώιμες ενδείξεις και τάσεις στις προπολεμικές μη μαρξιστικές μορφές του σοσιαλισμού, που παρέχουν ήδη ενδείξεις για τις απόψεις που αναπτύχθηκαν αργότερα στο φασισμό. Π.χ. ο «εθνικός» τύπος του σοσιαλισμού του Λασσάλ (πρέπει να σημειωθεί ότι οι βουλευτές του κόμματος του Λασσάλ ψήφισαν τις πολεμικές πιστώσεις του 1870, ενώ οι μαρξιστές απείχαν). οι πρωσικές τάσεις και οι ερωτοτροπίες με τον Μπίσμαρκ. οι πλάνες του Προυντόν για την πίστωση και η αντίθεσή του στην ταξική πάλη. η λατρεία της βίας του Σορέλ, οι «κοινωνικοί μύθοι» για τη μαζική εξαπάτηση και η αόριστη καταδίκη της δημοκρατίας. η συνδικαλιστική λατρεία της «συντεχνιακής» διαχωριστικής γραμμής. η εξύμνηση του υπερταξικού κράτους από τον Φαμπιάν. ο κοινωνικός σωβινισμός του Χάιντμαν, ακόμη και πριν τον πόλεμο και η μεγάλη αναταραχή στο ναυτικό3.
Ο φασίστες συγγραφείς επιδιώκουν να εντοπίσουν τους πνευματικούς τους προγόνους σε τρεις βασικές πηγές: Στο Ματσίνι (θα έτριζαν τα κόκαλα του παλιού φιλελεύθερου δημοκράτη), στον Προυντόν και το Σορέλ. Αυτό όμως δεν είναι παρά μυθοπλασία. Ο φασισμός επί της ουσίας είναι προϊόν της μεταπολεμικής γενικής κρίσης του καπιταλισμού και δεν έχει πνευματικούς προγόνους. Σαν την αποβολή ενός εμβρύου που ακολουθείται από έκτρωση, έτσι και η ήττα μιας προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης οδηγεί στο φασισμό. Από το 1914, που η σοσιαλδημοκρατία εγκατέλειψε απερίφραστα το μαρξισμό και το διεθνισμό, εμφανίστηκαν οι χαρακτηριστικές ιδεολογικές τάσεις που συγγένευαν με το φασισμό. Η μελέτη των κύριων ακραίων εκφράσεων των σοσιαλιστών του πολέμου, ιδιαίτερα των Λεντς, Πάρβους και Κούνοβ στη Γερμανία, του Ερβέ στη Γαλλία, του Μπλάτσφορντ στην Αγγλία, θα αποκάλυπτε πολλές εντυπωσιακές ομοιότητες με το μεταγενέστερο φασισμό. «Σε αυτό τον παγκόσμιο πόλεμο», έγραφε ο Λεντς το 1916, «η Γερμανία ολοκληρώνει την επανάστασή της» (είναι συνήθης η χρήση του όρου «επανάσταση» για την κάλυψη της πιο ακραίας δικτατορίας των μονοπωλίων και του σωβινισμού). «στην κεφαλή της γερμανικής επανάστασης βρίσκεται ο Μπέτμαν-Χόλβεγκ». Ο Κούνοβ δήλωσε ότι η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να προσαρμοστεί στον ιμπεριαλισμό και να ξεφορτωθεί τα απομεινάρια της φιλελεύθερης δημοκρατικής ιδεολογίας σχετικά με «το δικαίωμα των εθνών για πολιτική ανεξαρτησία». Ο σοσιαλιστής του πολέμου Χάνις έγραφε: «Στον πόλεμο, η Αγγλία αντιπροσωπεύει την αντιδραστική αρχή, ενώ η Γερμανία την επαναστατική». Ολα αυτά απεικονίζουν τη χρήση των «επαναστατικών» φράσεων και της καταδίκης των ξεπερασμένων «φιλελεύθερων-δημοκρατικών» δεισιδαιμονιών για τη συγκάλυψη στην πράξη της πλήρους υποταγής τους στο μονοπωλιακό καπιταλισμό και σωβινισμό. Η άρνηση του διεθνισμού, η υπεράσπιση της ταξικής συνεργασίας ή της «ιερής εκεχειρίας» και η υπηρέτηση του καπιταλιστικού κράτους στο όνομα «σοσιαλιστικών» ή «επαναστατικών» φράσεων, αποτελούν την κοινή αφετηρία της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας από το 1914 και του φασισμού, σε πιο αναπτυγμένη μορφή. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΔιαγραφήΠΩΣ Η ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΒΟΗΘΑΕΙ ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΝΑ ΑΝΕΛΘΕΙ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ
Στα προηγούμενα δύο κεφάλαια εξετάσαμε ιστορικά τα παραδείγματα της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Αυστρίας και είδαμε στην πράξη πώς η σοσιαλδημοκρατία βοηθάει το φασισμό να ανέλθει στην εξουσία. Τώρα χρειάζεται μόνο να συνοψίσουμε τα αποτελέσματα που μας έδωσε η ιστορική πείρα.
Πρώτον, η σοσιαλδημοκρατία αποδιοργανώνει το προλεταριάτο και την προλεταριακή πάλη. Η σοσιαλδημοκρατική και συνδικαλιστική ηγεσία λειτουργούν ως πράκτορες των εργοδοτών και της άρχουσας τάξης στις γραμμές της εργατικής τάξης. Κηρύττουν την ηττοπάθεια και την αντίθεση στον αγώνα και, όπου δεν μπορεί να αποφευχθεί το ξέσπασμα της πάλης της εργατικής τάξης, θέτουν άμεσα εμπόδια στον αγώνα από τα μέσα. Αυτό φαίνεται πιο καθαρά στο ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας στις απεργίες. Ενα αξιοσημείωτο παράδειγμα αυτής της διαδικασίας, πριν τις αποκαλύψεις που ακολουθούν, δόθηκε με τη μεγάλη απεργία σε εργοστάσια πολεμοφοδίων στη Γερμανία το Γενάρη του 1918, που σχεδόν οδήγησε τη χώρα εκτός πολέμου και σε ενότητα με τη Ρωσική Επανάσταση. Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες Εμπερτ, Μπράουν και Σάιντμαν, με απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής τους, ανέλαβαν την ηγεσία της απεργίας και ζήτησαν από τους εργάτες μέχρι και να μην υπακούουν σε καλέσματα για κινητοποίηση. Ωστόσο, ο λόγος που πήραν μέρος στην επιτροπή απεργίας, όπως δήλωσαν οι ίδιοι μετά από χρόνια, ήταν για να καταπνίξουν την απεργία. Το 1922-24 ο Εμπερτ κατέθεσε αγωγή κατά της ποινής για εθνική προδοσία, επειδή ηγήθηκε της απεργίας το Γενάρη του 1918. Στη δίκη αυτή γνωστοποίησε ότι η Εκτελεστική Επιτροπή είχε πάρει μυστικά απόφαση να τους προετοιμάσει να ηγηθούν της απεργίας, ώστε να λήξει. Ο Εμπερτ δήλωσε στο δικαστήριο ότι ζητήθηκε από τους σοσιαλιστές να πάρουν τον έλεγχο της απεργίας για να αποφευχθούν τα χειρότερα10. Ο Χερ Λέντεμπουρ είχε πει στους απεργούς ότι η απεργία θα χανόταν αν οι σοσιαλιστές της πλειοψηφίας έμπαιναν στην απεργιακή επιτροπή και σε αυτό το σημείο ο Χερ Εμπερτ εντάχθηκε σ’ αυτή, προκειμένου να αποκαταστήσει την ισορροπία… Δήλωσε ότι μπήκε στην απεργιακή επιτροπή για να φέρει ένα τέλος στην απεργία όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ο Σάιντμαν δήλωσε στην ίδια δίκη: «Η απεργία ξέσπασε εν αγνοία μας. Πήραμε μέρος στην Επιτροπή Απεργίας με την αταλάντευτη πρόθεση να θέσουμε γρήγορα τέλος στην απεργία μέσω διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση. Υπήρξε μεγάλη αντιπαράθεση με μας στην Απεργιακή Επιτροπή. Ημασταν γνωστοί ως “οι απεργοσπάστες”»11. Την ίδια ακριβώς διαδικασία ακολούθησε το Εργατικό Κόμμα και η ηγεσία του Γενικού Συμβουλίου του Συνεδρίου των Συνδικάτων στη γενική απεργία στη Μ. Βρετανία το 1926, που σύμφωνα με τον Μακ Ντόναλντ αποφασίστηκε γιατί: «Αν δεν είχε αναγγελθεί γενική απεργία, η βιομηχανία θα είχε παραλύσει σχεδόν το ίδιο από παράνομες απεργίες»12. Ο Τζ. Τόμας εξήγησε έπειτα στην καπιταλιστική εφημερίδα Answers ότι ήταν αντίθετος με την απεργία. Παρ’ όλα αυτά είπε: «δεν παραιτήθηκα, γιατί ένιωθα σίγουρος ότι θα έκανα πολύ περισσότερο καλό αν έμενα παρά αν αποχωρούσα». Στόχος της ηγεσίας, εξήγησε στη Βουλή των Κοινοτήτων στις 13 Μάη 1926, ήταν να εμποδίσει τον αγώνα να «ξεφύγει από τα χέρια αυτών που θα μπορούσαν να ασκήσουν κάποιον έλεγχο». ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Ο συντηρητικός Υπουργός Εσωτερικών Τζόινσον Χικς, αναλύοντας τα αίτια της ήττας της γενικής απεργίας, προέβαλε ως βασική αιτία το γεγονός ότι «η συνδικαλιστική ηγεσία που είχε την ευθύνη διατήρησε τον έλεγχο των συνδικάτων και ακολούθησε τη συνταγματική οδό, παραδέχτηκε ότι η γενική απεργία ήταν παράνομη και την ανακάλεσε»13. Η ίδια διαδικασία ακολουθήθηκε στην Ιταλία σε σχέση με την κατάληψη εργοστασίων, όπου η ρεφορμιστική ηγεσία πέτυχε αυτό που όλες οι δυνάμεις της κυβέρνησης παραδέχτηκαν ότι ήταν ανίκανες να πετύχουν, δηλαδή, την ανάκτηση των εργοστασίων στους καπιταλιστές. Αλλά αυτή η άμεση απεργοσπασία (παραδείγματα της οποίας αντιμετωπίζουν σε μεγαλύτερη ή μικρότερη κλίμακα κάθε χρόνο και σχεδόν κάθε μήνα οι εργάτες όλων των χωρών) είναι η πιο απλή έκφραση μιας παγκόσμιας διαδικασίας αποδιοργάνωσης και διάσπασης του μετώπου της εργατικής τάξης, διακήρυξης της εμπιστοσύνης στον καπιταλισμό, στενή συμμαχία με τον ταξικό εχθρό και πόλεμο στους αγωνιστές εργάτες. Μόνο μετά από εμφανή και επανειλημμένη αποδιοργάνωση του μετώπου της εργατικής τάξης χάρη στη μέθοδο που ακολούθησε η σοσιαλδημοκρατία από τα μέσα, καθώς και την επακόλουθη αποδυνάμωση και αποθάρρυνση των εργαζομένων, άνοιξε ο δρόμος της ανόδου του φασισμού. Την προδοσία της γενικής απεργίας ακολούθησε η τάση του Μοντ, ένα πρώτο βήμα προς τον φασισμό, που ως τέτοιο χαιρετίστηκε από τον ιταλικό φασιστικό τύπο (πρέπει να σημειωθεί ότι ο Μοντ εξέφρασε ανοιχτά τη συμπάθειά του στον φασισμό).
ΔιαγραφήΤην παράδοση των εργοστασίων στην Ιταλία ακολούθησε η φασιστική επίθεση που ξεκίνησε από την Μπολόνια και συνεχίστηκε μέχρι την εγκαθίδρυση του φασιστικού κράτους το 1922. Στη Μ. Βρετανία, η στήριξη της δεύτερης Εργατικής Κυβέρνησης στην επίθεση ενάντια στους εργάτες ακολουθήθηκε από την εκλογική νίκη της Εθνικής Κυβέρνησης το 1931 και το ξεκίνημα ενός σοβαρού φασιστικού κινήματος. Τη στήριξη της σοσιαλδημοκρατίας προς τη δικτατορία του Μπρούνινγκ και την επίθεση πείνας ακολούθησε αμέσως η σαρωτική άνοδος του φασισμού. Αυτός είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο η σοσιαλδημοκρατία συμβάλλει στην άνοδο του φασισμού στην εξουσία: Αποδιοργανώνοντας το μέτωπο της εργατικής τάξης με σπάσιμο απεργιών, με αποκήρυξη του ταξικού αγώνα, κηρύσσοντας τη νομιμοφροσύνη και την εμπιστοσύνη στον καπιταλισμό, απομακρύνοντας όλα τα μαχητικά στοιχεία και διασπώντας τα συνδικάτα και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Ο πόλεμος ενάντια στον κομμουνισμό βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας. Το γερμανικό παράδειγμα έδειξε σε ποιο σημείο μπορεί να φτάσει η ανοιχτή συμμαχία της σοσιαλδημοκρατίας με τους στρατιωτικούς και τους «λευκοφρουρούς», ώστε να συντρίψει τους επαναστατημένους εργάτες14. Το σύνθημα όμως του πολέμου ενάντια στον κομμουνισμό είναι σύνθημα του φασισμού. Η σοσιαλδημοκρατία και ο φασισμός προσφέρουν επί της ουσίας ανταγωνιστικές υπηρεσίες στην αστική τάξη για το χτύπημα του κομμουνισμού. Με την πάροδο της μεταπολεμικής περιόδου, η σοσιαλδημοκρατία βοηθάει όλο και περισσότερο στην άνοδο του φασισμού, συμβάλλοντας στο δυνάμωμα του καπιταλιστικού μηχανισμού και της καπιταλιστικής δικτατορίας. Η σοσιαλδημοκρατία συμβάλλει στο να περάσουν οικονομικά μέτρα για την ενίσχυση των καπιταλιστικών μονοπωλίων (εξορθολογισμός κτλ.). Στηρίζει την εντεινόμενη καπιταλιστική δικτατορία σαν αυτή των Μπρούνινγκ και Ρούσβελτ και συντελεί και η ίδια στη λήψη και εφαρμογή μέτρων εντεινόμενης δικτατορίας. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από τη δεύτερη Εργατική Κυβέρνηση του 1929-1931, με την πράξη για τα ανθρακωρυχεία και το νόμο περί εμπορίου του Λονδίνου, η επιβολή περικοπών στους μισθούς στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας με διαιτητική απόφαση, η σύλληψη και η επιβολή ποινής σε εκατοντάδες εργαζόμενους με το νόμο περί συνδικάτων και η φυλάκιση εξήντα χιλιάδων στην Ινδία από τις δυνάμεις καταστολής κινητοποιήσεων «λάθι». Ομοίως, ο Σίβερινγκ ως υπουργός Εσωτερικών χτύπησε τις εργατικές κινητοποιήσεις της Εργατικής Πρωτομαγιάς στο Βερολίνο το 1929. https://www.komep.gr/m-article/SOSIALDIMOKRATIA-KAI-FASISMOS/ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΔιαγραφήΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΜΟΣ, ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΝΟΜΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ*
του Μίκαελ Οπερσκάλσκι
H ανάπτυξη του ρεβιζιονισμού αποτελούσε ανέκαθεν το πέρασμα για την υπονομευτική στρατηγική του ιμπεριαλισμού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο ρεβιζιονισμός και η ιμπεριαλιστική υπονόμευση αλληλοεξαρτώνται κατά κάποιο τρόπο. Ο ρεβιζιονισμός και αντίστοιχα οι εκπρόσωποί του πάντα έπαιζαν διαφορετικό ρόλο, ανάλογα με την ιστορική περίσταση.
Πάντα υπήρχαν ρεβιζιονιστικές θέσεις που προσποιούνταν, καθαρά υποκειμενικά, ότι ήθελαν να προωθήσουν την ανάπτυξη του σοσιαλισμού, αντικειμενικά όμως δούλευαν προς όφελος των επιτελείων του ιμπεριαλισμού. Και φυσικά πάντα υπήρχαν και ρεβιζιονιστικές θέσεις, οι οποίες στόχευαν άμεσα και εσκεμμένα στο να συντρίψουν το σοσιαλισμό και τα θεμέλιά του και να τον αντικαταστήσουν με ένα «δημοκρατικό σοσιαλισμό», με ένα «Τρίτο Δρόμο» ή με ένα «σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο» με ή χωρίς «περεστρόικα» και «γκλάσνοστ». Συνεπώς το φάσμα είναι ευρύτατο και οι μεταβάσεις από τη μία στην άλλη μορφή του ρεβιζιονισμού δεν είναι ξεκάθαρες.
Το ίδιο ισχύει φυσικά και για τους εκπροσώπους τους: Υπάρχουν «κριτικοί κομμουνιστές» και άλλοι, που αργότερα εκδηλώνονται ανοιχτά ως σοσιαλδημοκράτες και υπάρχουν και «κριτικοί», οι οποίοι δε διαπιστώνουν ποτέ ή διαπιστώνουν πολύ αργά ότι η δραστηριότητά τους ωφελεί τις ιμπεριαλιστικές στρατηγικές και ότι χρησιμοποιούνται με αυτό τον τρόπο.
Αλλά υπάρχουν κι εκείνοι που υιοθετούν επιφανειακά ρεβιζιονιστικές και ρεφορμιστικές θέσεις, στην πραγματικότητα όμως συνεργάζονται συνειδητά με ιμπεριαλιστικές ειδικές και μυστικές υπηρεσίες και με εντολή αυτών των υπηρεσιών να διαλύσουν το σοσιαλισμό από τα μέσα.
Από την άλλη υπάρχουν κι άλλοι, οι οποίοι ξεκίνησαν ως «κριτικοί κομμουνιστές» και κατέληξαν προδότες στην υπηρεσία της CIA, της BND, της ισραηλίτικης MOSSAD ή της αγγλικής MI6.
Συνεπώς κι εδώ οι μεταβάσεις δεν είναι ξεκάθαρες και αντίστοιχα η ανάλυση του ρόλου του ρεβιζιονισμού και των εκπροσώπων του, στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών στρατηγικών υπονόμευσης, καθιστά απαραίτητη μια διαφοροποιημένη αξιολόγηση, χωρίς να θέλουμε και να μπορούμε να αναιρέσουμε την αρχική μας τοποθέτηση, ότι η ανάπτυξη του ρεβιζιονισμού στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ) και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες ήταν απαραίτητη για την επιτυχία της υπονομευτικής στρατηγικής του ιμπεριαλισμού.
Ετσι η πάλη ενάντια στο ρεβιζιονισμό και τον οπορτουνισμό -οποιαδήποτε απόχρωση κι αν έχει- αποτελεί για τους κομμουνιστές και το κόμμα τους το σημαντικό εργαλείο στην πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
Ας παραθέσουμε λοιπόν σ’ αυτό το σημείο ένα απόσπασμα από το Λένιν: «Οι πιο επικίνδυνοι από αυτή την άποψη είναι οι άνθρωποι που δε θέλουν να καταλάβουν ότι η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό είναι μια κενή και ψευδής φράση αν δε συνδέεται αδιάρρηκτα με την πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό»1. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΔιαγραφήΑ. ΤΙ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ ΥΠΟ ΤΟΝ ΟΡΟ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΝΟΜΕΥΣΗ
Ξεφυλλίζοντας το «Μικρό πολιτικό λεξικό» θα βρούμε κάτω από τη λέξη «Diversion» (σ.μ. υπονόμευση) την ακόλουθη αρκετά μικρή εξήγηση: «Κάθε είδος παράνομη και επιβλαβής δραστηριότητα από τους πράκτορες ιμπεριαλιστικών κρατών ή διεφθαρμένων στοιχείων στο εσωτερικό μιας χώρας, η οποία έχει σκοπό, να βλάψει και να προκαλέσει την πτώση της υπάρχουσας σοσιαλιστικής ή προοδευτικής δημοκρατικής κρατικής και κοινωνικής οργάνωσης»2.
Επομένως μπορούμε συνοπτικά να συμπεράνουμε τα εξής:
α) Στην περίπτωση ιμπεριαλιστικής υπονόμευσης έχουμε να κάνουμε με ένα ολόκληρο οπλοστάσιο διαφορετικών στρατηγικών και ενεργειών για τη συντριβή του σοσιαλισμού. Μέσα σε αυτό το οπλοστάσιο οι ιμπεριαλιστικές μυστικές υπηρεσίες διαδραματίζουν έναν ιδιαίτερο ρόλο.
β) Είναι αναπόσπαστο μέρος της «παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής στρατηγικής».
γ) Με βάση δύο παραδείγματα -τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας το 1968 καθώς και τη ΓΛΔ- θα αναδείξω τις γραμμές που συνδέουν την παγκόσμια ιμπεριαλιστική στρατηγική με το ρεβιζιονισμό, τη υπονόμευση και την αντεπανάσταση.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ
Ακόμη και πολλοί αστοί ιστορικοί περιγράφουν σήμερα την εξέλιξη της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής στρατηγικής ενάντια στον κρατικό οργανωμένο σοσιαλισμό ουσιαστικά σε δύο φάσεις (ακόμα κι αν δε χρησιμοποιούν μαρξιστικό-λενινιστικό λεξιλόγιο!): Τη φάση του επιθετικού «Roll-Back», δηλαδή την επιθετική έως και στρατιωτική - αντεπαναστατική συντριβή ή τουλάχιστον την αναχαίτιση (containment) του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, καθώς και του αναπτυσσόμενου σοσιαλισμού που υφίσταται στην Ανατολική Ευρώπη μετά τη νίκη επί του γερμανικού ναζιστικού φασισμού το 1945, τη φάση «της αλλαγής μέσω της προσέγγισης», δηλαδή την αντεπαναστατική υπονόμευση του σοσιαλισμού από τα μέσα, «της αθόρυβης αντεπανάστασης». Αναγνωρίζουν επίσης ότι αυτή η ιμπεριαλιστική στρατηγική της υπονόμευσης δεν είχε μόνο στόχο τον κρατικά οργανωμένο σοσιαλισμό, αλλά και σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές οργανώσεις, κόμματα και κινήματα στη Δυτική Ευρώπη. Σ’ αυτό το σημείο θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εν συντομία ανάλογα γεγονότα στην Ελλάδα, την Ιταλία ή τη Γαλλία.3 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ
ΔιαγραφήΑκόμη και πολλοί αστοί ιστορικοί περιγράφουν σήμερα την εξέλιξη της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής στρατηγικής ενάντια στον κρατικό οργανωμένο σοσιαλισμό ουσιαστικά σε δύο φάσεις (ακόμα κι αν δε χρησιμοποιούν μαρξιστικό-λενινιστικό λεξιλόγιο!): Τη φάση του επιθετικού «Roll-Back», δηλαδή την επιθετική έως και στρατιωτική - αντεπαναστατική συντριβή ή τουλάχιστον την αναχαίτιση (containment) του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, καθώς και του αναπτυσσόμενου σοσιαλισμού που υφίσταται στην Ανατολική Ευρώπη μετά τη νίκη επί του γερμανικού ναζιστικού φασισμού το 1945, τη φάση «της αλλαγής μέσω της προσέγγισης», δηλαδή την αντεπαναστατική υπονόμευση του σοσιαλισμού από τα μέσα, «της αθόρυβης αντεπανάστασης». Αναγνωρίζουν επίσης ότι αυτή η ιμπεριαλιστική στρατηγική της υπονόμευσης δεν είχε μόνο στόχο τον κρατικά οργανωμένο σοσιαλισμό, αλλά και σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές οργανώσεις, κόμματα και κινήματα στη Δυτική Ευρώπη. Σ’ αυτό το σημείο θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εν συντομία ανάλογα γεγονότα στην Ελλάδα, την Ιταλία ή τη Γαλλία.3
Η νίκη του αντιχιτλερικού συνασπισμού επί του γερμανικού ναζιστικού φασισμού μετά το 1945 οδήγησε σε σαφή άνοδο των αριστερών και κομμουνιστικών δυνάμεων στη Δυτική και Ανατολική Ευρώπη, σε δημοκρατικές και αργότερα σοσιαλιστικές εξελίξεις σε εθνικό επίπεδο, στις οποίες τα κομμουνιστικά κόμματα ήταν η ηγετική κοινωνική δύναμη. Σε αρκετές από αυτές τις χώρες οι εξελίξεις κατέληξαν ακόμα και σε διαδικασία οργανωτικής ένωσης των κομμουνιστικών κομμάτων με επαναστατικές σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις σε μαρξιστική-λενινιστική βάση.
Η Σοβιετική Ενωση, η οποία όχι μόνο είχε τα περισσότερα θύματα στην πάλη ενάντια στο γερμανικό φασισμό, αλλά και είχε διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο, είχε τεράστιο κύρος διεθνώς. Ο Γενικός Γραμματέας των Σοβιετικών κομμουνιστών, ο σύντροφος Ι. Β. Στάλιν, είχε γίνει δημοφιλής ακόμη και στις ΗΠΑ. Ακόμη και μέσα στο αστικό στρατόπεδο τον αποκαλούσαν με σεβασμό «Uncle Joe» (θείο Τζο). Και μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, στην πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της γης, στην Κίνα, επικράτησε η λαϊκή επανάσταση με την καθοδήγηση του κομμουνιστικού κόμματος. Εκτός από την Ινδία αναπτύχθηκαν επίσης σε άλλες χώρες ευρύτεροι μαζικοί αγώνες ενάντια στην αποικιοκρατία. Μετά την ήττα του γερμανικού φασισμού και των δυνάμεων του Αξονα, φάνηκε ότι η πρόοδος της κοινωνικής εξέλιξης σε παγκόσμια κλίμακα δεν μπορούσε πια να σταματήσει...
Αυτό αντανακλά με ακρίβεια την κατάσταση και το κλίμα, μέσα στο οποίο ο ιμπεριαλισμός -κάτω από την ηγεσία της μεγαλύτερης δύναμής του, των Ηνωμένων Πολιτειών της Βόρειας Αμερικής- ανέπτυξε την αντίληψή του για τη συντριβή ή τουλάχιστον την «αναχαίτιση» (containment) του σοσιαλισμού.
Στην περίοδο αμέσως μετά τη νίκη του αντιχιτλερικού συνασπισμού, το 1945, το στοιχείο του επιθετικού «Roll-Back» κυριαρχούσε στην αντισοσιαλιστική στρατηγική, η οποία περιλάμβανε ακόμη και στρατιωτικές επιλογές. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Ο Αμερικανός James Burnham διατύπωσε αυτή την έννοια απερίφραστα: «Δεν ήμασταν μέχρι τώρα πρόθυμοι να παραδεχτούμε ότι μπορεί να υπάρξει μόνο ένας στόχος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής: Η καταστροφή της δύναμης του κομμουνισμού»4.
ΔιαγραφήΟ υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ J.F. Dulles, στηριζόμενος στο μονοπώλιο των πυρηνικών όπλων που τότε ακόμα κατείχαν οι ΗΠΑ, διευκρίνισε το 1952 τη στρατηγική έννοια αυτού του «Roll-Back»: «Πρέπει να διαλύσουμε τη Σοβιετική Ενωση από τα μέσα. [...] Πρέπει να κάνουμε τη δομή των πολυάριθμων φυλών, που έχουν ενοποιηθεί στη Σοβιετική Ενωση, να σπάσει. Αυτό όμως προϋποθέτει να εγκαταλείψουμε την πολιτική της αναχαίτισης του σοσιαλισμού και να προχωρήσουμε ενεργά για να προκαλέσουμε πτώση στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ενωσης...»5.
Μέρος αυτής της αντίληψης ήταν και το σχέδιο να αφήσουν το σοσιαλισμό στην ΕΣΣΔ να καεί σε μια τεράστια πυρηνική κόλαση. Αμέσως μετά τις τελευταίες στρατιωτικές μάχες ενάντια στη ναζιστική βαρβαρότητα, οι ΗΠΑ από το Σεπτέμβριο έως το Νοέμβριο του 1945 πρόσθεσαν στο πολιτικό - στρατιωτικό τους οπλοστάσιο το δόγμα του «πρώτου πυρηνικού πλήγματος», δηλαδή την αιφνιδιαστική πυρηνική επίθεση ενάντια στη Σοβιετική Ενωση.
Ηδη στο πρώτο σχέδιο επιλέχτηκαν 20 σοβιετικές πόλεις για πυρηνική εξόντωση. Αυτό προετοιμάστηκε με τα υπομνήματα JCS 1496/2 («Βάση για τη διατύπωση μιας αμερικανικής στρατιωτικής πολιτικής») και JCS 1518 («Στρατηγική αντίληψη και σχέδιο για τη δράση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων»), τα οποία εγκρίθηκαν από την «Επιτροπή των Ενωμένων Αρχηγών Επιτελείου των ΗΠΑ»(!) στις 18 Σεπτεμβρίου και 9 Οκτωβρίου 1945 αντίστοιχα6.
Στην Οδηγία του «Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας» αριθ. 20/1 της 18ης Αυγούστου 1948 αναφέρεται ως επίσημη στρατηγική αυτό που είχαν σχεδιάσει, επεξεργαστεί και αναπτύξει από πριν, η δυνατότητα δηλαδή να χρησιμοποιηθεί το πυρηνικό δυναμικό είτε για την αιφνιδιαστική στρατιωτική εξόντωση της ΕΣΣΔ (το απροετοίμαστο «πρώτο πλήγμα») είτε για το στραγγαλισμό της μέσω εκβιασμών και συγκεκριμένης πολεμικής προετοιμασίας: «Οι προσπάθειές μας στοχεύουν στο να δεχτεί η Μόσχα το σχέδιο μας. Με άλλα λόγια: Στόχος μας είναι η πτώση της σοβιετικής εξουσίας. Από αυτή την άποψη θα μπορούσαμε να πούμε ότι στόχοι σαν αυτούς δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς πόλεμο. Επομένως αναγνωρίζουμε με αυτό τον τρόπο, ότι ο τελικός στόχος μας σχετικά με τη Σοβιετική Ενωση είναι ο πόλεμος και η πτώση της σοβιετικής εξουσίας»7. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
«Η εμφάνιση του διηπειρωτικού πυραύλου έκανε παρελθόν το σχετικό στρατηγικό άτρωτο των ΗΠΑ. Αλλαξε ο στρατηγικός συσχετισμός δύναμης, προς όφελος του σοσιαλιστικού στρατοπέδου» (Α. Γκρομίκο - Μπ. Πονομαριόφ στο: «Η ιστορία της εξωτερικής πολιτικής της ΕΣΣΔ»). Οι εξελίξεις διέψευσαν με τραγικότητα αυτές τις εκτιμήσεις (στη φωτογραφία συγκρότημα πυραύλων «S300»)
ΔιαγραφήΤο Κόμμα μας μελετά την Ιστορία, τόσο τη δική του, όσο και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Ξεκινά από την αφετηρία πως οι κομμουνιστές, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε όλον τον κόσμο, πρέπει με κριτική ματιά να μελετήσουν την Ιστορία (και αυτή των διεθνών σχέσεων του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους), για να αντλήσουν χρήσιμα συμπεράσματα για το παρόν και το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος. Παρακάτω θα αναφερθούμε σε ορισμένα από αυτά, που βέβαια δεν ήταν κάποια λάθη της εξωτερικής πολιτικής της ΕΣΣΔ, αλλά θεωρητικά λάθη ή λάθη στις εκτιμήσεις του ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης, που στη συνέχεια επηρέασαν και την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ.
«Ειρηνική συνύπαρξη» και διαίρεση των αστικών δυνάμεων
Το ΚΚΕ, μετά από μελέτη της Ιστορίας της ΕΣΣΔ, έχει εκτιμήσει πως «η γραμμή της "ειρηνικής συνύπαρξης", όπως αναπτύχθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ως ένα βαθμό στο 19ο (Οκτώβρης 1952) και κυρίως στο 20ό Συνέδριο του KKΣE (1956), αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα και επιθετικότητα για τις ΗΠΑ και την Αγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο στοιχείο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Eτσι επέτρεψε την καλλιέργεια ουτοπικών αντιλήψεων ότι είναι δυνατόν ο ιμπεριαλισμός να αποδεχθεί μακροπρόθεσμα τη συμβίωση με δυνάμεις που έσπασαν την παγκόσμια κυριαρχία του»1. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Το φράγμα Ασουάν κατασκευάστηκε από το Σύμφωνο Οικονομικής Αλληλοβοήθειας. Σε πολλές περιπτώσεις η βιομηχανική ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών στηρίχτηκε από τις επωφελείς οικονομικές τους σχέσεις με την ΕΣΣΔ και άλλες χώρες του ΣΟΑ. Ωστόσο αυτή η ανάπτυξη συνεπαγόταν και ενίσχυση των εγχώριων αστικών δυνάμεων
ΔιαγραφήΒεβαίως, είναι άλλο πράγμα το καθήκον που από την αρχή έμπαινε στη σοβιετική διπλωματία, να αξιοποιήσει κάθε «χαραμάδα», κάθε «ρήγμα», κάθε αντίθεση ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με στόχο να επωφεληθεί η ΕΣΣΔ από αυτές και να ενισχυθεί, κι άλλο ο θεωρητικός «διαχωρισμός των ιμπεριαλιστικών κέντρων σε φιλειρηνικά και φιλοπόλεμα»2.
Οι εξελίξεις έδειξαν πως κι εκείνες οι αστικές δυνάμεις που εμφανίζονταν ως «φιλειρηνικές» και «δημοκρατικές» δεν δίστασαν να πραγματοποιήσουν εξίσου μεγάλα εγκλήματα σε βάρος των λαών, για να διασφαλίσουν τα κέρδη των μονοπωλίων τους και την εξουσία τους. Η πραγματικότητα έδειξε πως ο ιμπεριαλισμός - σύμφυτο στοιχείο του οποίου είναι και ο πόλεμος - χρησιμοποιεί τις διακρατικές συμφωνίες κατά το δοκούν και δεν πρέπει να υπάρχουν στους λαούς αυταπάτες για τις δήθεν «ειρηνικές» προθέσεις του. Εξακολουθούν να είναι επίκαιρες οι θέσεις του Λένιν: «Τα συνθήματα του πασιφισμού, του διεθνούς αφοπλισμού στις συνθήκες του καπιταλισμού, των δικαστηρίων διαιτησίας κ.τ.λ. δεν είναι μόνο αντιδραστική ουτοπία, αλλά και αποτελούν ανοιχτή εξαπάτηση των εργαζομένων, που αποσκοπεί στον αφοπλισμό του προλεταριάτου και στην απόσπασή του από το καθήκον του αφοπλισμού των εκμεταλλευτών. Μόνο η προλεταριακή, η κομμουνιστική επανάσταση μπορεί να βγάλει την ανθρωπότητα από το αδιέξοδο που δημιούργησε ο ιμπεριαλισμός και οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι. Οποιες κι αν είναι οι δυσκολίες της επανάστασης και οι πιθανές προσωρινές αποτυχίες της, ή τα κύματα της αντεπανάστασης, η τελική νίκη του προλεταριάτου είναι αναπόφευκτη»3. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Να γιατί αυτός ο λαθεμένος διαχωρισμός των αστικών δυνάμεων, που διαστρέβλωνε «την αναφορά του Λένιν στην ειρηνική συνύπαρξη, που αφορούσε τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στα δύο κοινωνικοοικονομικά συστήματα, μεταλλάχθηκε και προσδόθηκε σε αυτήν ιδεολογικό και στρατηγικό περιεχόμενο»4.
ΔιαγραφήΥπερεκτίμηση θετικών αλλαγών στο διεθνή συσχετισμό δυνάμεων
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο όχι μόνο διαλύθηκε το αποικιοκρατικό σύστημα, αλλά και μια σειρά από χώρες στην Ευρώπη, στην Ασία και αργότερα στην Αμερική διακήρυξαν πως θα βαδίσουν στο δρόμο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Επιπλέον, η ΕΣΣΔ, που είχε σηκώσει το κύριο βάρος της νίκης κατά του φασισμού, απέκτησε λόγο στη διαμόρφωση του ΟΗΕ, γενικότερα του διεθνούς δικαίου, που τότε διαμορφώνονταν ως αποτέλεσμα του συσχετισμού ανάμεσα στις δυνάμεων του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού. Η ΕΣΣΔ απέκτησε το δικαίωμα του «βέτο» στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ ανάλογο δικαίωμα πέτυχε λίγο αργότερα και για την Κίνα. Ολα τα παραπάνω διαμόρφωσαν την αίσθηση πως όχι μόνο δυναμώνουν κάποιες θετικές τάσεις στο διεθνή συσχετισμό δύναμης, αλλά πως αυτός έχει γίνει ήδη θετικός για τις δυνάμεις του σοσιαλισμού. Με άλλα λόγια, είχαμε υπερεκτίμηση των όποιων θετικών αλλαγών, τόσο από την ΕΣΣΔ, όσο και γενικότερα από το κομμουνιστικό κίνημα.https://www.rizospastis.gr/story.do?id=9533994 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ μας ταπρηξες με τα σεντονια σου για τον Γκροσμαν εχεις να πεις τιποτα???
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς τα αρχίδια μας
ΔιαγραφήΑρα πάμε καλά. Αν δεν έσκουζες θα υπήρχε πρόβλημα για αυτό συνέχισε οπορτουνιστικό σκυλί. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Διαγραφή