Σταματά επ' αόριστον η ροή στον «Nord Stream 1»
Μέσα σε όλο αυτό το κουβάρι αντιθέσεων, κοινός παρονομαστής για όλες τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου είναι η προσπάθεια να φορτώσουν με κάθε τρόπο τα βάρη στις πλάτες των λαών.
Στις ραγδαίες εξελίξεις προστέθηκε το απόγευμα της Παρασκευής η ανακοίνωση του ρωσικού μονοπωλίου «Gazprom» ότι σταματά εντελώς τις ροές στον ρωσογερμανικό αγωγό «Nord Stream 1», επικαλούμενο βλάβη στη μοναδική τουρμπίνα του αγωγού η οποία παρέμενε σε λειτουργία. Οπως υποστήριξε, στη διάρκεια τριήμερων εργασιών συντήρησης - που θα ολοκληρώνονταν τα ξημερώματα του Σαββάτου - εντοπίστηκε διαρροή λαδιού στην τουρμπίνα, συνεπώς δεν μπορεί να επαναλειτουργήσει με ασφάλεια. Στην ανακοίνωση δεν δόθηκε χρονοδιάγραμμα για την αποκατάσταση του προβλήματος.
Λίγες μέρες πριν, σε έκθεσή του ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης «Fitch Ratings» εκτιμούσε ότι η ύφεση στην Ευρωζώνη έχει καταστεί πλέον το πιθανότερο ενδεχόμενο, επισημαίνοντας ότι η πλήρης διακοπή των ροών του ρωσικού φυσικού αερίου προς την ΕΕ μοιάζει όλο και περισσότερο ως «η λογική υπόθεση» για την εκπόνηση των μακροοικονομικών προβλέψεων.
Σύμφωνα με την έκθεση, η ύφεση στην Ευρωζώνη είναι πιθανό να ξεκινήσει από το 2ο εξάμηνο του 2022, ενώ Γερμανία και Ιταλία θα δουν ετήσια μείωση του ΑΕΠ τους το 2023.
Η «Fitch» εκτιμά ακόμα ότι η διανομή Ενέργειας μέσω δελτίου θα πολλαπλασίαζε τις οικονομικές αναταράξεις, επιβεβαιώνοντας δε ουσιαστικά τα όρια της επεκτατικής διαχείρισης προσθέτει ότι η ικανότητα της δημοσιονομικής πολιτικής να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά περιορισμένη, λόγω του υψηλού πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τη Eurostat ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έφτασε τον Αύγουστο στο 9,1%, από 8,9% τον Ιούλη, σημειώνοντας νέο ρεκόρ.
Παράλληλα, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης προειδοποιεί Γερμανία και Ιταλία ότι θα προχωρήσει σε υποβάθμιση των τραπεζών τους σε περίπτωση διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου.
Την Τρίτη, εξάλλου, η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη (δείκτης της αστικής μεθοδολογίας για την «εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών») επιδεινώθηκε εκ νέου τον Αύγουστο, υποχωρώντας στις 97,6 μονάδες, από 98,9 τον Ιούλη, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Φλεβάρη του 2021. Μεταξύ άλλων καταγράφεται επιδείνωση του κλίματος στους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών.
Ιδιαίτερα εντεινόμενες είναι οι «ανησυχίες» για την «ατμομηχανή» της ΕΕ Γερμανία, με φόντο προειδοποιήσεις όπως αυτή του S. Dullien, διευθυντή του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών IMK, ο οποίος ανέφερε ότι «η Γερμανία αντιμετωπίζει ένα γιγαντιαίο μακροοικονομικό σοκ», υπολογίζοντας το πρόσθετο ενεργειακό κόστος για το 2023 στα 200 δισ. ευρώ ή περίπου 5% του ΑΕΠ.
Σε ένα τέτοιο φόντο, στις 9 Σεπτέμβρη θα πραγματοποιηθεί έκτακτη σύνοδος των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ «ώστε να συζητηθούν συγκεκριμένα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κατάστασης», ενώ το σχέδιο «διαρθρωτικών παρεμβάσεων» που έχει αναγγείλει η Κομισιόν θα παρουσιαστεί από την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στις 14 Σεπτέμβρη.
Στο τραπέζι βρίσκονται διάφορα σχέδια παρέμβασης στην τιμή του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος, με το τοπίο ωστόσο να παραμένει θολό, αφού παραμένουν και εντείνονται οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις εντός της ΕΕ και οι μεγάλες διαφορές σχετικά με το «ενεργειακό μείγμα», τον βαθμό εξάρτησης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες κ.ο.κ.
Χαρακτηριστικά, σε «διαρροή» εγγράφου της Κομισιόν το οποίο επικαλείται το πρακτορείο «Bloomberg» αναφέρεται ότι τα εργαλεία παρέμβασης «μπορούν να συμβάλουν στην άμβλυνση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης, ιδίως όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες καταναλωτών», αλλά «δεν θα επαναφέρουν τις τιμές της Ενέργειας στα προ κρίσης επίπεδα, ούτε θα εξαλείψουν τις σημαντικές επιπτώσεις της κρίσης στον πληθωρισμό και συνολικά στην ευρωπαϊκή οικονομία».
«Δεδομένων των θεμελιωδών οικονομικών μεγεθών που επηρεάζουν τις αγορές Ενέργειας αυτήν τη στιγμή, δεν βλέπουμε κανέναν τρόπο παρέμβασης στην αγορά ο οποίος θα είχε τέτοιο αποτέλεσμα βραχυπρόθεσμα», προστίθεται.
Σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο, η Κομισιόν εξετάζει συνδυασμό τριών μέτρων: Επιβολή ανώτατου πλαφόν στις τιμές της Ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, πυρηνικά εργοστάσια και με καύση άνθρακα, ώστε να μην ταυτίζονται με τις πολύ υψηλότερες τιμές ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο. Τα έσοδα που προκύπτουν από το εν λόγω όριο τιμών να αξιοποιηθούν για χρηματοδότηση παρεμβάσεων στις τιμές λιανικής πώλησης (και για νέα πακέτα στις «ενεργοβόρες» βιομηχανίες). Ενεργοποίηση της υποχρεωτικής μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου στο πλαίσιο των πρόσφατων αποφάσεων της ΕΕ.
Παράλληλα με τα παραπάνω, στο πλαίσιο της κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης του ευρωατλαντικού άξονα με τη Ρωσία, την Παρασκευή οι υπουργοί Οικονομικών του G7 (ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Καναδάς, Ιαπωνία) είχαν συνομιλίες με θέμα τον σχεδιασμό τους να επιβάλουν ανώτατο όριο (πλαφόν) στην τιμή πώλησης του ρωσικού πετρελαίου παγκοσμίως, με στόχο να μειωθούν τα τεράστια έσοδα της Ρωσίας από τη μεγάλη άνοδο των τιμών.
Σε ανακοίνωσή τους μετά τις συνομιλίες οι υπουργοί Οικονομικών του G7 δήλωσαν την «πολιτική πρόθεσή» τους «να οριστικοποιήσουμε και να εφαρμόσουμε μια συνολική απαγόρευση υπηρεσιών που επιτρέπουν τη θαλάσσια μεταφορά αργού πετρελαίου και προϊόντων πετρελαίου ρωσικής προέλευσης παγκοσμίως». Η μεταφορά να επιτρέπεται «μόνο αν το πετρέλαιο και τα προϊόντα πετρελαίου αγοράζονται μέχρι μια τιμή (πλαφόν) η οποία καθορίζεται από τον ευρύ συνασπισμό χωρών που τηρούν και εφαρμόζουν το ανώτατο όριο τιμών».
Με βάση τον παραπάνω σχεδιασμό, μόνο οι χώρες και οι εταιρείες που συμμορφώνονται με την ανώτατη τιμή πώλησης για το ρωσικό πετρέλαιο θα συνεχίσουν να λαμβάνουν κρίσιμες υπηρεσίες όπως η χρηματοδότηση και η ασφάλιση δεξαμενόπλοιων.
Αναφέρεται επίσης ότι «στόχος μας είναι να ευθυγραμμίσουμε την εφαρμογή με το χρονοδιάγραμμα των σχετικών μέτρων στο πλαίσιο του έκτου πακέτου κυρώσεων της ΕΕ» κατά της Ρωσίας. Το δε αρχικό ανώτατο όριο τιμής «θα βασίζεται σε μια σειρά τεχνικών δεδομένων και θα αποφασιστεί από όλο τον συνασπισμό πριν από την εφαρμογή του».
Παρ' όλα αυτά, συγκεκριμένες ανακοινώσεις για το ύψος αυτού του πλαφόν ή για το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του δεν έγιναν, αφού δεν έχει γίνει γνωστό ποιος θα είναι αυτός ο «ευρύς συνασπισμός χωρών» που θα το εφαρμόσουν, παρά τις αλλεπάλληλες επαφές του G7 σε διάφορες χώρες από τα τέλη Ιούνη, όταν συζητήθηκαν αυτά τα σχέδια στη Σύνοδο Κορυφής του G7, μέχρι σήμερα.
Κρίσιμος παράγοντας θεωρείται η στάση μεγάλων αγοραστών πετρελαίου, όπως η Ινδία, σε συνθήκες μάλιστα που Ινδία και Κίνα όχι μόνο δεν συμμετέχουν στις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά τις εκμεταλλεύονται, έχοντας αυξήσει κατά πολύ τις εισαγωγές ρωσικών υδρογονανθράκων μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Από την πλευρά της Ρωσίας, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμ. Πεσκόφ προειδοποίησε ότι «εταιρείες που επιβάλλουν ανώτατο όριο τιμών δεν θα βρίσκονται μεταξύ των παραληπτών ρωσικού πετρελαίου», ενώ πρόσθεσε πως η επιβολή πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου «θα οδηγήσει σε σημαντική αποσταθεροποίηση των αγορών πετρελαίου».
Σχολιάζοντας δε συνολικότερα τις κυρώσεις της ΕΕ, ο Πεσκόφ ανέφερε ότι «τα αντιρωσικά μέτρα έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση η Ευρώπη να αγοράζει υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τις ΗΠΑ για πολύ περισσότερα χρήματα - αδικαιολόγητα χρήματα - και έτσι οι αμερικανικές εταιρείες να γίνονται πλουσιότερες και οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι φτωχότεροι».
Αλλά και ο Ντμ. Μεντβέντεφ, αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας και πρώην Πρόεδρος της χώρας, σχολιάζοντας δηλώσεις της προέδρου της Κομισιόν για σχέδια επιβολής πλαφόν στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου που εισάγεται στην ΕΕ, ξεκαθάρισε ότι σε αυτήν την περίπτωση «απλώς δεν θα υπάρξει ρωσικό αέριο στην Ευρώπη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου