Εκθεση της UNESCO προειδοποιεί για τα όρια και τους κινδύνους
Η συζήτηση για την είσοδο των νέων τεχνολογιών στα σχολεία και για τους τρόπους αξιοποίησής τους έχει ξεκινήσει στη χώρα μας από τη δεκαετία του '90 και κυρίως απ' όταν μπήκε το ίντερνετ στη ζωή μας και επανέρχεται διαρκώς με διάφορες αφορμές, με καταλυτική βέβαια την περίοδο της πανδημίας και της γενικευμένης τηλεκπαίδευσης.
Πλευρές αυτής της συζήτησης ήρθαν και πάλι στη δημοσιότητα πρόσφατα με αφορμή δύο συστάσεις της UNESCO, του οργανισμού δηλαδή του ΟΗΕ για την Εκπαίδευση, την επιστήμη και τον Πολιτισμό. Η πρώτη από αυτές, τον περασμένο Ιούλη, έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την υπερβολική χρήση smartphones, ζητώντας την απαγόρευσή τους στα σχολεία σε όλο τον κόσμο, ενώ η δεύτερη, στις αρχές Σεπτέμβρη, έθετε μια σειρά από ζητήματα για τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στα σχολεία, σημειώνοντας ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης στην Εκπαίδευση από μαθητές κάτω των 13 ετών.
Η UNESCO σημειώνει ότι η υπερβολική χρήση των κινητών τηλεφώνων επηρεάζει τη μάθηση, ενώ προσθέτει ότι η ψηφιακή τεχνολογία στην Εκπαίδευση πρέπει να χρησιμεύει ως εργαλείο αντί να έχει προτεραιότητα. «Οι χώρες πρέπει να δώσουν καλύτερη καθοδήγηση σχετικά με το ποια τεχνολογία επιτρέπεται στο σχολείο και ποια όχι, καθώς και για την υπεύθυνη χρήση της. Μόνο η τεχνολογία που έχει σαφή ρόλο στην υποστήριξη της μάθησης θα πρέπει να επιτρέπεται στο σχολείο», σημειώνεται στα δελτία της UNESCO.
Η τεχνολογία δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανθρώπινη επαφή της διδασκαλίας
Τα παραπάνω βασίστηκαν σε μια αναλυτική μελέτη του ΟΗΕ που αποτυπώνεται στην Παγκόσμια Εκθεση Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης 2023, η οποία εισαγωγικά σημειώνει: «Η υιοθέτηση της ψηφιακής τεχνολογίας έχει οδηγήσει σε πολλές αλλαγές στην Εκπαίδευση και τη μάθηση, ωστόσο είναι συζητήσιμο εάν η τεχνολογία έχει μεταμορφώσει την Εκπαίδευση όπως πολλοί ισχυρίζονται. Η εφαρμογή της ψηφιακής τεχνολογίας ποικίλλει ανάλογα με την κοινότητα και το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, την προθυμία και την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών, το επίπεδο εκπαίδευσης και το εισόδημα της χώρας. Εκτός από τις πιο προηγμένες τεχνολογικά χώρες, οι υπολογιστές και οι συσκευές δεν χρησιμοποιούνται στις τάξεις σε μεγάλη κλίμακα. Επιπλέον, τα στοιχεία είναι μεικτά σχετικά με τον αντίκτυπό τους. Το βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο κόστος χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας φαίνεται να είναι σημαντικά υποτιμημένο. Οι πιο μειονεκτούντες στερούνται συνήθως την ευκαιρία να επωφεληθούν (...)».
Η έκθεση υπογραμμίζει «τη σημασία τού να μάθουμε να ζούμε τόσο με, όσο και χωρίς την ψηφιακή τεχνολογία. Να λαμβάνουμε ό,τι χρειάζεται από μια πληθώρα πληροφοριών, αλλά να αγνοούμε ό,τι δεν είναι απαραίτητο. Να αφήσουμε την τεχνολογία να υποστηρίξει, αλλά ποτέ να μην υποκαταστήσει, την ανθρώπινη σύνδεση στην οποία βασίζονται η διδασκαλία και η μάθηση. Η εστίαση πρέπει να είναι στα μαθησιακά αποτελέσματα και όχι στις ψηφιακές εισροές. Για να συμβάλει στη βελτίωση της μάθησης, η ψηφιακή τεχνολογία δεν πρέπει να είναι υποκατάστατο, αλλά συμπλήρωμα της πρόσωπο με πρόσωπο αλληλεπίδρασης με τους δασκάλους».
Πιο αναλυτικά, στο κεφάλαιο που αφορά τη διδασκαλία και τη μάθηση σημειώνεται μεταξύ άλλων: «Σε αντίθεση με τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας να βελτιώσει την εκπαίδευση, υπάρχουν επίσης κίνδυνοι των ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών) στην Εκπαίδευση, οι οποίοι συχνά αγνοούνται από την έρευνα και τις αξιολογήσεις. Η χρήση συσκευών από τους μαθητές πέρα από ένα μέτριο όριο μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ακαδημαϊκή επίδοση. Η χρήση smartphone και υπολογιστών διακόπτει τη μαθησιακή δραστηριότητα στην τάξη και στο σπίτι.
Μια μετα-ανάλυση έρευνας πάνω στη σχέση μεταξύ της χρήσης κινητού τηλεφώνου από μαθητές και των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων, που έγινε σε μαθητές από την Προσχολική έως την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση σε 14 χώρες, βρήκε μια μικρή αρνητική επίδραση, η οποία γίνεται μεγαλύτερη στο πανεπιστημιακό επίπεδο. Αυτή συνδέεται κυρίως με την αυξημένη απόσπαση της προσοχής και τον χρόνο που αφιερώνεται σε μη ακαδημαϊκές δραστηριότητες κατά τις ώρες μάθησης. Οι εισερχόμενες ειδοποιήσεις ή η απλή εγγύτητα μιας κινητής συσκευής μπορεί να αποσπάσουν την προσοχή, με αποτέλεσμα οι μαθητές να χάσουν την προσοχή τους από την εργασία που εκτελούν. Η χρήση smartphone στις τάξεις οδηγεί τους μαθητές να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που δεν σχετίζονται με το σχολείο, κάτι που επηρεάζει τη μνήμη και την κατανόηση. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι μπορεί να χρειαστούν έως και 20 λεπτά στους μαθητές για να επικεντρωθούν εκ νέου σε αυτό που μάθαιναν μετά την ενασχόλησή τους με μια μη ακαδημαϊκή δραστηριότητα (σ.σ. στο κινητό τους). Αρνητικές επιπτώσεις αναφέρονται επίσης σε μαθητές από τη χρήση προσωπικών υπολογιστών για μη ακαδημαϊκές δραστηριότητες κατά τη διάρκεια του μαθήματος, όπως η περιήγηση στο Διαδίκτυο, αλλά και επιπτώσεις στους συμμαθητές τους που βλέπουν την οθόνη».
Χρήση των νέων τεχνολογιών με μέτρο
Η έκθεση μελετά τα δεδομένα ερευνών όπως η PISA και τα συσχετίζει με τη χρήση νέων τεχνολογιών, προτάσσοντας ουσιαστικά ότι η «λελογισμένη» χρήση των νέων τεχνολογιών μπορεί να έχει οφέλη στη μάθηση, όταν ξεπερνιούνται όμως τα όρια στη χρήση των νέων τεχνολογιών, τότε τα αποτελέσματα είναι αρνητικά. Σημειώνει συγκεκριμένα:
«Μετά τον έλεγχο διαφόρων παραγόντων σε επίπεδο μαθητή, σχολείου και χώρας, βρέθηκε θετική συσχέτιση μεταξύ της χρήσης των ΤΠΕ και της βαθμολογίας ανάγνωσης, μαθηματικών και θετικών επιστημών μέχρι ένα όριο βέλτιστης χρήσης. Πέρα από το όριο "πολλές φορές την εβδομάδα", αναφέρθηκαν μειωμένα ακαδημαϊκά κέρδη. Το εύρημα ότι η υπερβολική χρήση των ΤΠΕ δεν παρέχει επιπλέον αποδόσεις πέρα από ένα επίπεδο παρέμεινε σταθερό σε όλες τις κοινωνικοοικονομικές κατηγορίες μαθητών.
Τα μεσαία επίπεδα χρήσης ΤΠΕ συσχετίστηκαν σταθερά με καλύτερα αποτελέσματα ανάγνωσης σε μια άλλη μελέτη που χρησιμοποίησε δεδομένα PISA. Ενώ ο αριθμός των μαθητών που ταξινομήθηκαν ως υψηλοί χρήστες ΤΠΕ αυξήθηκε μεταξύ 2009 και 2018, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές θετικές επιπτώσεις στα ακαδημαϊκά αποτελέσματα. Μετά τον έλεγχο του φύλου και της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, η ανάλυση των δεδομένων PISA του 2015 από την Ολλανδία διαπίστωσε ότι οι μαθητές με μέτρια πρόσβαση και χρήση των ΤΠΕ για την εργασία στο σπίτι, τόσο εντός όσο και εκτός σχολείου, είχαν την υψηλότερη αναγνωστική απόδοση».
Καταγράφονται επίσης οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών που ξεκάθαρα υπογραμμίζουν τις δυσκολίες στη διαχείριση της τάξης όταν μέσα σε αυτή υπάρχουν tablets και κινητά τηλέφωνα, αλλά και η αρνητική συσχέτιση που υπάρχει μεταξύ της χρήσης μέσων κοινωνικής δικτύωσης στο σχολείο και της απόδοσης στην ψηφιακή ανάγνωση.
Παράλληλα, αποτυπώνονται και συμπεράσματα που αντλήθηκαν κατά τη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης και δείχνουν ότι πολύ διαφορετικά μπορούσαν να ανταποκριθούν σε αυτή τα παιδιά ανάλογα με την ηλικία τους, ενώ στη σύγκριση μεταξύ εξ αποστάσεως και διά ζώσης εκπαίδευσης η δεύτερη «νικάει» ανεξαρτήτως ηλικίας. Σημειώνεται σχετικά: «Η μετάβαση στη διαδικτυακή μάθηση επηρέασε τους μαθητές του δημοτικού σχολείου περισσότερο από τους μεγαλύτερους μαθητές, οι οποίοι μπορεί να ήταν σε θέση να διατηρήσουν καλύτερα τη μάθησή τους σε ένα απομακρυσμένο περιβάλλον. Στην Ελβετία, σε σύγκριση μέσα σε οκτώ εβδομάδες πριν και κατά τη διάρκεια του κλεισίματος των σχολείων, οι μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σημείωσαν μαθησιακή πρόοδο στη διαδικτυακή μάθηση, ενώ τα μαθησιακά κέρδη για τα παιδιά του δημοτικού σχολείου επιβραδύνθηκαν. Τόσο τα παιδιά Πρωτοβάθμιας όσο και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης μάθαιναν δύο φορές πιο γρήγορα από την προσωπική διδασκαλία σε σύγκριση με την εξ αποστάσεως διδασκαλία».
Χρειάζεται εκπαίδευση στην ορθολογική χρήση των νέων τεχνολογιών
Λίγο καιρό μετά τη δημοσιοποίηση των παραπάνω στοιχείων, έκανε αίσθηση η συζήτηση που άνοιξε στη Σουηδία για μεγαλύτερη έμφαση στα τυπωμένα βιβλία σε σχέση με τα tablets στην Εκπαίδευση και για τερματισμό της ψηφιακής μάθησης για παιδιά κάτω των 6 ετών, μετά και από την καταγραφή της πτώσης των επιδόσεων των μαθητών μεταξύ των ετών 2016 και 2021. Στη χώρα μας τέτοια συζήτηση δεν έχει υπάρξει, ενώ η εισαγωγή νέων τεχνολογιών στην Εκπαίδευση χρόνο με τον χρόνο διευρύνεται. Η παραχώρηση Η/Υ στα σχολεία, η χρήση tablet, διαδραστικών πινάκων, πακέτων ρομποτικής, η προβολή της λεγόμενης «μεικτής εκπαίδευσης» (εξ αποστάσεως εκπαίδευση και διά ζώσης), παρά τη σχετική τους έκταση, δημιουργούν σημαντικούς προβληματισμούς για τις επιδιώξεις του αστικού κράτους περί «ψηφιακού μετασχηματισμού του σχολείου».
«Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση αποτελεί αντικειμενικό στοιχείο προόδου, έκφραση της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, της ενσωμάτωσης διανοητικής εργασίας σε νέα μέσα παραγωγής. Η μαζική εισαγωγή υπολογιστών εν μέρει αποτελεί απόκριση στα παραπάνω αντικειμενικά δεδομένα, αξιοποιείται όμως αντιπαιδαγωγικά και με κριτήριο τη μείωση του κόστους της μαζικής εκπαίδευσης (τυποποίηση της διδασκαλίας, εξοικονόμηση εκπαιδευτικών κ.λπ.), χωρίς να υπολογίζονται οι αρνητικές συνέπειες. Παράλληλα, επιδιώκονται και άμεσοι στόχοι κερδοφορίας μέσα από τη δημιουργία μιας "κρίσιμης μάζας" καταναλωτών των προϊόντων της νέας τεχνολογίας και πελατών των εταιρειών ηλεκτρονικής», σημειώνουμε στη θέση του ΚΚΕ για το Ενιαίο 12χρονο Σχολείο Σύγχρονης Γενικής Παιδείας.
Το αστικό σχολείο βρίσκεται μπροστά στην ανάγκη να προετοιμάσει από νωρίς το αυριανό εργατικό δυναμικό που πρέπει να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη αυτοματοποίηση της καπιταλιστικής παραγωγής και αντίστοιχων εμπορευμάτων κατανάλωσης. Η τεχνολογία των Η/Υ είναι αναπόσπαστο κομμάτι των μέσων παραγωγής, στα πλαίσια της εκμεταλλευτικής καπιταλιστικής αγοράς, όπου οι υποδομές του διαδικτύου, οι Η/Υ ανήκουν σε τεράστιους μονοπωλιακούς ομίλους, η πληροφορία και η χρήση τους είναι ελεγχόμενες.
Πάνω σε αυτό το έδαφος, οι σοβαρές δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει τόσο το διαδίκτυο όσο και η χρήση των Η/Υ δημιουργούν προβληματισμούς ακόμα και στα αστικά επιτελεία για τις παιδαγωγικές επιπτώσεις της χρήσης τους ειδικά σε μικρότερες ηλικίες. Η απάντηση που δίνει το αστικό κράτος μέσω της εκπαίδευσης όμως δεσμεύεται από την εργατική δύναμη που απαιτεί ο καπιταλισμός, από τις κυρίαρχες αντιλήψεις για τη γνώση, για την παιδαγωγική, από το σύστημα αξιών με βάση το οποίο «διαπαιδαγωγεί» μέσα στο σχολείο. Από αυτήν την άποψη, ακριβώς λόγω της ευρείας επέκτασης του διαδικτύου και των εφαρμογών του, απαιτείται ριζική αναπροσαρμογή στο περιεχόμενο, στην κατεύθυνση και στη διδασκαλία της Γλώσσας, αλλά και μιας σειράς άλλων επιστημών, όπως τα Μαθηματικά, οι φυσικές επιστήμες κ.ά. αφού οι ΤΠΕ «...είναι πλήρως ενταγμένες στην καθημερινή εργασία μαθητών και δασκάλου και σε όλα τα αντικείμενα του Προγράμματος Σπουδών».
Η τεχνολογία αποτελεί αναμφισβήτητα μέρος της σύγχρονης ζωής, δεν μπορεί να μην εκφραστεί και στην Εκπαίδευση και φυσικά δεν μπορούμε να την αντιμετωπίζουμε φοβικά, ούτε με όρους ρομαντισμού και επιστροφής σε μια προηγούμενη εποχή. Η χρήση όμως της τεχνολογίας, των σύγχρονων μέσων, στο έδαφος του καπιταλισμού, είναι που διαμορφώνει το έδαφος για πάσης φύσεως στρεβλώσεις και όχι τα ίδια καθαυτά τα μέσα.
Ποιος ο ρόλος του σχολείου; Να εκπαιδεύσει μαθητές και γονείς με τον σωστό και ολοκληρωμένο τρόπο στη χρήση αλλά και τον ευρύτερο ρόλο τους. Πότε οι σπουδαίες δυνατότητες αυτών των μέσων θα λειτουργήσουν πραγματικά απελευθερωτικά και δημιουργικά για την κοινωνία; Τέτοια ερωτήματα απαντώνται προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων μόνο όταν οι στοχεύσεις της τεχνολογίας και της παραγωγής ακριβώς υπηρετούν τα συμφέροντα των πολλών και όχι τα κέρδη των λίγων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου