Ο Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι γεννήθηκε
στις 4 Μάρτη 1678 στη Βενετία. Ο πατέρας του Τζιοβάνι Μπατίστα ήταν
βιολιστής και πρώτος δάσκαλος του γιου του, ο οποίος από μικρή ηλικία
συναναστράφηκε τη μουσική ελίτ της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας. Η
δεξιοτεχνία του στο βιολί ήταν αξιοσημείωτη, ωστόσο η χρόνια δύσπνοιά
του τον απέτρεψε από το να τελειοποιήσει τις ικανότητές του στα πνευστά
όργανα.
Παράλληλα με τις μουσικές του σπουδές, ο Βιβάλντι από εφηβική
ηλικία προετοιμάστηκε για ιερατική σταδιοδρομία και το 1703
χειροτονήθηκε.
Χάρη στα κόκκινα μαλλιά του έλαβε το προσωνύμιο “Ιλ πρέτε
ρόσο” δηλαδή “ο κόκκινος παπάς”. Ωστόσο τα προβλήματα υγείας που
αντιμετώπιζε τον καθιστούσαν ακατάλληλο για τη θεία λειτουργία κι έτσι
σύντομα εγκατέλειψε το αξίωμά του.
Στα 25 του, ο Βιβάλντι έγινε βιολιστής
στο Οσπεντάλε ντέλα Πιετά της Βενετίας, ίδρυμα για ορφανά κι
εγκαταλελειμμένα παιδιά, θέση από την οποία συνέθεσε τα σημαντικότερα
έργα του την επόμενη τριακονταετία. Η ορχήστρα του ιδρύματος χάρη στο
Βιβάλντι που το 1716 έγινε μουσικός της διευθυντής, κέρδισε διεθνή φήμη.
Οι συνθέσεις του περιλάμβαναν χορωδιακή μουσική, κονσέρτα (πάνω από 500
σώζονται( και μουσική για όπερα. Το έργο του ήταν σημαντικό κι επηρέασε
συνθέτες του μπαρόκ όπως ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Χάρη στη
χρηματοδότηση από μαικήνες, πέρασε κάποια διαστήματα στη Μάντοβα και τη
Ρώμη. Στην πρώτη πόλη, από το 1717 ως το 1721, συνέθεσε το διασημότερο
έργο του, τις “Τέσσερις εποχές”. Βασική πηγή έμπνευσης του έργου του
θεωρείται η εξοχή που περιέβαλε τη Μάντοβα. Το έργο του παρουσιάζει μια
σειρά καινοτομιών, στην προσπάθεια του να αποτυπώσει μουσικά μια σειρά
ήχων και εικόνων από τη φύση αλλά και τη ζωή των απλών ανθρώπων μέσα σε
αυτή (γαβγίσματα σκύλων, βούισμα κουνουπιών, παιδιά να πατινάρουν στον
πάγο, μεθυσμένους χορευτές κ.ά). Χαρακτηριστική είναι η χρήση ως τότε μη
δοκιμασμένων τονικών διαστημάτων και οι συχνές κι απρόσμενες αλλαγής
μεταξύ μείζονα και ελάσσονα τρόπου.
Κατόρθωσε να αποσπάσει την εύνοια
ευρωπαϊκών βασιλικών οικών, συνθέτοντας μεταξύ άλλων μια καντάτα για το
γάμο του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΕ’, ενώ ο αυτοκράτορας Κάρολος Στ’ τον
έχρισε ιππότη. Μετά το θάνατο του αυστριακού αυτοκράτορα ωστόσο
περιέπεσε σε ένδεια και πέθανε ξεχασμένος στη Βιέννη στις 28 Ιούλη 1741.
Το έργο του παρέμενε στη λήθη ως τις αρχές του 2οού αιώνα. Ο συνθέτης
και πιανίστα Αλφρέντο Καζέλα διοργάνωσε την “Εβδομάδα Βιβάλντι το 1939”
συμβάλλοντας στην αναβίωση του έργου του συνθέτη, η οποία έγινε
εντονότερη μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Σήμερα αποτελεί έναν από τους
δημοφιλέστερους και πιο ηχογραφημένος συνθέτες κλασικής μουσικής όλων
των εποχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου