Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 22 Μαΐου 2021

Γιατί τα συνδικάτα απαιτούν το ξήλωμα όλου του αντεργατικού οπλοστασίου;


Στις «ανατροπές του αιώνα» μόνη απάντηση η αντεπίθεση
 
«Να μην κατατεθεί - Να αποσυρθεί άμεσα! Να ξηλωθεί όλο το αντεργατικό οπλοστάσιο που απέκτησε η εργοδοσία τα τελευταία χρόνια»: Με αυτό το σύνθημα ρίχνονται στη μάχη εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις σε όλη τη χώρα ενάντια στο νέο αντεργατικό τερατούργημα της 10ωρης δουλειάς χωρίς πρόσθετη αμοιβή, της απελευθέρωσης των απολύσεων, του χτυπήματος στη συνδικαλιστική δράση κ.λπ.

Διαβάζοντας κανείς το νομοσχέδιο βλέπει ήδη ψηφισμένες διατάξεις από προηγούμενες κυβερνήσεις να αλλάζουν προς το ακόμα χειρότερο, μια πραγματικότητα που σε συνδυασμό με την εργασιακή ζούγκλα την οποία έρχεται να νομιμοποιήσει το αντεργατικό αυτό έκτρωμα, βάζει στην ημερήσια διάταξη την οργάνωση της αντεπίθεσης. Της πάλης για να φύγουν από τη μέση όλες εκείνες οι ρυθμίσεις που αποτελούν μόνιμα «προεόρτια» για κάθε επόμενο γύρο επίθεσης. Σε αυτό το αντεργατικό πλαίσιο πατάει και η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ για να βάλει ταφόπλακα σε δικαιώματα των εργαζομένων.

Ειδικά η νέα βάρδια της εργατικής τάξης ξέρει καλά ότι ο εργασιακός μεσαίωνας είναι ήδη εδώ. Οτι κάθε βήμα στον εργασιακό της βίο είναι μια διαρκής αναμέτρηση με όλα εκείνα τα βάρβαρα αντεργατικά μέτρα που ψηφίστηκαν τα τελευταία χρόνια: Από τη μέρα που υπογράφεται η «αναγγελία σύμβασης» για έναν εργαζόμενο η οποία δεν «υπακούει» σε καμία Συλλογική Σύμβαση, μέχρι τη στιγμή που καλείται «έκτακτα» να δουλέψει λίγες ώρες παραπάνω ή να στερηθεί ρεπό, να μην ξέρει αν και πότε θα πάρει άδεια, αλλά να ξέρει ότι ο μισθός του μένει «παγωμένος» σύμφωνα με κυβερνητική απόφαση. Δεν υπάρχει λοιπόν δικαίωμα του εργαζόμενου που να μη «σκοντάφτει» στο πυκνό πλέγμα νόμων και διατάξεων των κυβερνήσεων των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ.

Γι' αυτό αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία, ειδικά σήμερα που το αντεργατικό τερατούργημα βρίσκεται σε φάση «διαβούλευσης», η διεκδίκηση να ξηλωθεί όλο αυτό το βάρβαρο πλαίσιο. Μια τέτοια πάλη, που βάζει στο επίκεντρο παλιά και νέα αντεργατικά μέτρα, αποτελεί απαραίτητο όρο και για την πιο αποτελεσματική αναμέτρηση με την κυβερνητική πολιτική και την εργοδοσία. Γιατί είναι άλλο πράγμα η κυβέρνηση και η εργοδοσία να έχουν απέναντί τους εκατοντάδες συνδικάτα, χιλιάδες εργαζόμενους που παλεύουν να «τραβήξουν το χαλί» πάνω στο οποίο έρχεται να περπατήσει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη, και άλλο αν έχουν ένα εργατικό κίνημα που θεωρεί «περασμένα - ξεχασμένα» εργατικά δικαιώματα που το κεφάλαιο σάρωσε με τα τρία μνημόνια και τους εκατοντάδες εφαρμοστικούς νόμους στα χρόνια της προηγούμενης κρίσης.

Αυτήν την ανάγκη υπηρετεί και η απόφαση εκατοντάδων Σωματείων και Ομοσπονδιών, που επιβεβαιώνεται αυτές τις μέρες με μαχητικές συσκέψεις σε όλη τη χώρα, για επικαιροποίηση του πλαισίου πάλης που είχαν συνυπογράψει 530 συνδικαλιστικές οργανώσεις το 2016, καταθέτοντάς το μάλιστα ως πρόταση νόμου στη Βουλή, με την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να την καταχωνιάζει στα συρτάρια της. Μια πρόταση - όπλο στην εργατική πάλη, που μεταξύ άλλων προέβλεπε την κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων που ψηφίστηκαν με τα τρία μνημόνια, την επαναφορά της υποχρεωτικότητας των Συλλογικών Συμβάσεων και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τους εργαζόμενους, την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ για όλους, την κατάργηση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, την επαναφορά των Δώρων και του επιδόματος αδείας κ.ο.κ. Τα συνδικάτα εμπλουτίζουν αυτές τις διεκδικήσεις με την απαίτηση κατάργησης των νομοθετημάτων που αφορούν τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, που περιορίζουν το δικαίωμα της απεργίας και των διαδηλώσεων κ.λπ.

Ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει ορισμένα τέτοια παραδείγματα, που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης μέσα στα σωματεία για την οργάνωση της πάλης.

* * *

Πρώτον: Κάθε συζήτηση για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς αντικειμενικά συγκρούεται με τις απαράδεκτες διατάξεις που χτυπούν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.

Πώς θα αυξηθούν οι μισθοί για τους εργαζόμενους αν δεν ξηλωθεί ο νόμος του 2012 (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ), που απαγόρευσε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον κατώτατο μισθό; Πρόκειται για τον νόμο βάσει του οποίου τον κατώτατο μισθό ορίζει το κράτος, ξεκόβοντας κάθε συζήτηση για αυξήσεις πέρα από τις «αντοχές» της οικονομίας, κάτι που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Πώς θα δει ο εργαζόμενος μια στοιχειώδη ανακούφιση όσο υπάρχει ο νόμος 4024/2011 (ΠΑΣΟΚ), που καμία κυβέρνηση από τότε δεν άγγιξε και ο οποίος ορίζει ότι υπερισχύουν οι επιχειρησιακές Συλλογικές Συμβάσεις έναντι των κλαδικών; Ο ίδιος νόμος ήταν που αναβάπτισε τον ρόλο των λεγόμενων «Ενώσεων Προσώπων» (στήνονται με πρωτοβουλία των εργοδοτών για να παρακάμπτονται τα σωματεία), δίνοντάς τους το δικαίωμα να υπογράφουν επιχειρησιακή σύμβαση για να ρίχνουν τους μισθούς στα τάρταρα.

Και σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, ήρθε και η εγκύκλιος του 2018 (ΣΥΡΙΖΑ) που έδωσε τη δυνατότητα στις εργοδοτικές ενώσεις να μπλοκάρουν τη διαδικασία κήρυξης των κλαδικών ΣΣΕ ως υποχρεωτικών για όλο τον κλάδο, με το να μην καταθέτουν το μητρώο μελών τους στον μηχανισμό ελέγχου της «αντιπροσωπευτικότητας» της σύμβασης.

Δεύτερον: Γίνεται οι εργαζόμενοι να έχουν σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο, δηλαδή να πάνε κόντρα στις εμβληματικές διατάξεις του νομοσχεδίου Χατζηδάκη για τη 10ωρη δουλειά, χωρίς να μπει στο επίκεντρο το ξήλωμα όλων των νόμων που διαλύουν το 8ωρο;

Εδώ στο επίκεντρο μπαίνουν οι νόμοι που αναλύονται και στη σελ. 6, οι οποίοι «διευθετούν» την ένταση της εκμετάλλευσης, όπως ο νόμος του «Μεσοπρόθεσμου» του 2011 (ΠΑΣΟΚ), που καθορίζει το ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου και ο οποίος εμπλουτίστηκε το 2017 (ΣΥΡΙΖΑ) με τον νόμο εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με την ευρωενωσιακή οδηγία για την οργάνωση του εργάσιμου χρόνου, για τους νοσοκομειακούς γιατρούς.

Η σταθερότητα στον εργάσιμο χρόνο χτυπήθηκε βάναυσα και από την κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, με το άνοιγμα των καταστημάτων 32 Κυριακές τον χρόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ, που σήμερα πάει να γενικευτεί από την κυβέρνηση της ΝΔ. Κάθε συζήτηση για σταθερό ημερήσιο - εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας καταντάει «άδειο πουκάμισο» όσο η εργοδοσία έχει το «νόμιμο δικαίωμα» να καλεί τον εργαζόμενο 7 μέρες τη βδομάδα για δουλειά, ακόμα κι αν του δίνει ένα ρεπό, τάχα για να «πατσίσουν» μετά από λίγες μέρες.

Τρίτον: Πώς να μπει φρένο στη δουλειά και ζωή - λάστιχο, που το νέο νομοσχέδιο κάνει «καθεστώς», όσο μένουν ανέγγιχτες όλες εκείνες οι ρυθμίσεις που επιβάλλουν την «ευελιξία» στην αγορά εργασίας;

Η μισή δουλειά - μισή ζωή έχει τη σφραγίδα της μερικής απασχόλησης, της διευκόλυνσης της δράσης των «δουλεμπορικών» γραφείων, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, της ανακύκλωσης της ανεργίας μέσα από διάφορα προγράμματα παροχής τζάμπα εργατικού δυναμικού, της εκ περιτροπής εργασίας κ.ο.κ.

Μια καλή απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορούν να δώσουν ειδικά οι εργαζόμενοι στον Τουρισμό, που έχουν να ...διαλέξουν κάθε φορά ανάμεσα σε 14 διαφορετικές εργασιακές σχέσεις «ευελιξίας», τα εργαλεία εκείνα δηλαδή που τους καθιστούν ιδιαιτέρως «ανταγωνιστικούς» στη «βαριά βιομηχανία» της χώρας.

Τέταρτον: Πώς θα κατοχυρωθεί το δικαίωμα στην απρόσκοπτη συνδικαλιστική δράση, που το νομοσχέδιο Χατζηδάκη έρχεται να στραγγαλίσει, αν το εργατικό κίνημα δεν ξηλώσει τον «στενό κορσέ» που πέρασαν στα συνδικάτα όλες οι κυβερνήσεις;

Εδώ τα συνδικάτα έχουν να αναμετρηθούν με όλα εκείνα τα νομοθετικά εμπόδια που το κράτος βάζει στη δράση τους. Εχουν να αναμετρηθούν με τον κατάπτυστο νόμο που πέρασε πέρυσι η ΝΔ για τον περιορισμό των διαδηλώσεων (4703/2020), ο οποίος βάζει ένα σωρό εμπόδια στην αγωνιστική διεκδίκηση, μπορεί να τυλίξει «σε μια κόλλα χαρτί» πρωτοπόρους συνδικαλιστές.

Πώς να αντιπαρατεθεί όμως το εργατικό κίνημα με τα νέα εμπόδια στην απεργία που προσπαθεί να βάλει η ΝΔ, αν υπάρξει η παραμικρή ανοχή στον απεργοκτόνο νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, που υπερδιπλασίασε τον απαιτούμενο αριθμό παρόντων σε Γενική Συνέλευση σωματείου προκειμένου να πάρει απόφαση για απεργία;

Πέμπτον: Πώς να προστατευτούν οι εργαζόμενοι από τις απολύσεις, τις οποίες διευκολύνει ακόμα περισσότερο το νομοσχέδιο της κυβέρνησης, μέσα από την κατάργηση της υποχρέωσης επαναπρόσληψης, όταν παραμένει σε ισχύ όλο το πλαίσιο απελευθέρωσης των απολύσεων;

Πρόκειται για νομοθετικές ρυθμίσεις που τα προηγούμενα χρόνια έλυσαν τα χέρια της εργοδοσίας, φουσκώνοντας το κύμα απολύσεων. Είναι για παράδειγμα η διάταξη της «δοκιμαστικής περιόδου», που αυξήθηκε από τους 2 στους 12 μήνες, δίνοντας στους εργοδότες τη δυνατότητα να απασχολούν εργαζόμενους έως και έναν χρόνο χωρίς καμία υποχρέωση, όπως και η διάταξη με την οποία μειώθηκε η αποζημίωση. Ενώ όταν γίνεται «προειδοποίηση» πριν την απόλυση, η αποζημίωση μειώνεται στο μισό. Πρόκειται για νόμους που πέρασαν με τα μνημόνια και έμειναν ανέγγιχτοι από όλες τις κυβερνήσεις, δίνοντας το σήμα για να διευκολύνεται το πέταγμα χιλιάδων εργαζομένων στον δρόμο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου