Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 22 Μαΐου 2021

Παντοτινή "δασκάλα" του λαού


Η Ελλη Αλεξίου έγινε μέλος του ΚΚΕ το καλοκαίρι του 1928, παραδίνοντας το βιογραφικό της στον Νίκο Πλουμπίδη και έμεινε ακλόνητη μέχρι το τέλος. «Μα μήπως το σκέφτεσαι πρωτύτερα για να πας στη βρύση να πιεις νερό, άμα διψάς;», είχε δηλώσει σε συνέντευξή της το 1980. Στο πολύτομο πεζογραφικό έργο της συγχωνεύει δύο βασικές διαστάσεις: Ο άνθρωπος αντιμέτωπος με τις αντανακλάσεις των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στις κοινωνικές σχέσεις του, αλλά και ο άνθρωπος αντιμέτωπος με τις υπαρξιακές αγωνίες του, τελικά ο άνθρωπος αντιμέτωπος με τον εξωτερικό και τον εσωτερικό του εχθρό.

Σαν απόσταγμα πλούσιας εμπειρίας από τη ζωή και βαθύτερου συλλογισμού, το έργο της Αλεξίου δε μας προσφέρει μόνο την ικανοποίηση της καλής λογοτεχνίας, αλλά πάνω απ' όλα μια σοφία για να πορευτούμε εμπνευσμένα στη ζωή, να συλλάβουμε το νόημά της. Παρότι οι καταστάσεις που προβάλλονται στα έργα της έχουν αλλάξει στις μέρες μας μορφή, ο χρόνος στέκεται ανίκανος να κατεδαφίσει την αξία τους, γιατί τα μηνύματά τους έχουν καθολικότερη σημασία. Αποτελούν γνώση πολύτιμη, που δύσκολα μπορεί να αντληθεί μόνο από τα προσωπικά μας βιώματα. Με άλλα λόγια, τα έργα της αξίζει ανεπιφύλακτα να μελετηθούν και όχι απλά να διαβαστούν, ειδικά από τους νέους ανθρώπους.

Αλλωστε, τα κοινωνικά - πολιτικά, αλλά και προσωπικά βιώματα της Αλεξίου μέσα στη δίνη του πολυτάραχου 20ού αιώνα δεν είναι και από τα πιο συνηθισμένα.

Προερχόμενη από μια ανώτερη μεσοαστική οικογένεια του Ηρακλείου της Κρήτης, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο για τα δεδομένα όχι μόνο εκείνου του καιρού, αγάπησε από την παιδική ηλικία τις τέχνες και τα γράμματα. Ο πατέρας της, εκδότης και μελετητής, υπήρξε μια πνευματική φυσιογνωμία του Ηρακλείου. Η μητέρα της ήταν ευαίσθητη και σιωπηλή. Οι δύο αδερφοί της, Ραδάμανθυς και Λευτέρης, είχαν ιδιαίτερες επιδόσεις στη μουσική - ο δεύτερος και στην ποίηση - ενώ η μεγαλύτερη κατά δεκατρία χρόνια αδερφή της, η τολμηρή και δυναμική Γαλάτεια, μετέπειτα Καζαντζάκη, ήταν η πρώτη κομμουνίστρια λογοτέχνιδα, αυτή που τάραξε τα νερά της επαρχιώτικης κοινωνίας, αλλά και του ρομαντισμού με το πρώιμα ρεαλιστικό και κοινωνικό έργο της. Να μια χαρακτηριστική στιγμή γύρω από το οικογενειακό τραπέζι, όπως μας την αφηγείται η Αλεξίου:

«Η Γαλάτεια έτρωγε με καταπληκτική ταχύτητα και σε συνέχεια, εμείς ακόμα τρώγαμε, μας διάβαζε ποικίλα κείμενα και δημιουργούσε ατμόσφαιρα μεγάλης συγκίνησης, σχεδόν διδασκαλίας. Μου μένει ζωντανή ακόμη η εικόνα, όλων των ματιών της οικογένειας να είναι δακρυσμένα. Από μικρό παιδί μεγάλωνα σε ένα τέτοιο πανεπιστήμιο, ήταν δάσκαλοι υπερευαισθησίας».

Αυτό με έμπασε στις μεγάλες αλήθειες, τις κοινωνικές...

Γαλάτεια Καζαντζάκη, Μάρκος Αυγέρης, Ελλη Αλεξίου

Γρήγορα, όμως, μετά την αποφοίτησή της από το Διδασκαλείο του Ηρακλείου και την αναγνώρισή της ως διπλωματούχου του Αρσακείου, ήρθε ο καιρός να φοιτήσει στο... πανεπιστήμιο, το πανεπιστήμιο της ζωής, με το διορισμό της το 1914 στο Γ΄ Χριστιανικόν Παρθεναγωγείον. «Η νέα κοπέλα με το διορισμό της, χωρίς να το καταλάβει, πέρασε σιγά σιγά από τα όνειρα της μικροαστής, το πιάνο, τα γαλλικά, τη ζωγραφική, τις γούνες, τη θέση στην καλή κοινωνία, στο μεγάλο έρωτα της ανθρωπιάς, της δημιουργίας, του χρέους», όπως σημειώνει η συμπατριώτισσα και επιστήθια φίλη της, ποιήτρια και δημιουργός του ύμνου του ΕΛΑΣ, Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη. Το Γ΄ Χριστιανικόν Παρθεναγωγείον, παρά τον ηχηρό τίτλο του, ήταν ένα παραμελημένο σχολείο σε ένα φτωχομαχαλά του Ηρακλείου, αποκαλούμενο και ψωροσκολειό, εξαιτίας των πάμφτωχων και καταφρονεμένων μαθητών του. Κι όμως, σ' αυτό το μίζερο περιβάλλον η Ελλη βρήκε τον εαυτό της...

«Το αγάπησα το Παρθεναγωγείο. Δεν ήμουν εγώ ο δικός του δάσκαλος, έγινε αυτό ο δικός μου. Αυτό με έμπασε στις μεγάλες αλήθειες, τις κοινωνικές. Μου έδειξε ότι υπάρχει αυτή η άγια φτώχεια. Την αγάπησα, εμαθήτευσα σε μια σχολή που με έκανε να αγαπήσω το σοσιαλισμό και συμμάχησα για πάντα σ' όλη μου τη ζωή με τα μαθήματα που πήρα στο Γ' Χριστιανικόν Παρθεναγωγείον», δηλώνει η Αλεξίου σε συνέντευξή της στον «Ριζοσπάστη»...

Απλά, με αμεσότητα, χωρίς πάθος, χωρίς ούτε ένα σημάδι στόμφου ή κηρυγματικής πρόθεσης, η Αλεξίου μέσα από το σχολείο αναπτύσσει το θέμα της ταξικής ανισότητας στον καπιταλισμό με πρώτα θύματα τα παιδιά.

Η καταγγελία της βαρβαρότητας του καπιταλισμού μέσα από το μαρτύριο, τις στερήσεις, τις αρρώστιες των μικρών αυτών υπάρξεων, ο αγώνας ο δικός τους, αλλά και της οικογένειάς τους για μια θέση στον ήλιο αποτελούν το περιεχόμενο και του πρώτου βιβλίου της Ελλης Αλεξίου, τη συλλογή των διηγημάτων «Σκληροί αγώνες για μικρή ζωή», βασισμένη κύρια σε βιώματα από το ορφανοτροφείο του Φαλήρου, όπου δίδαξε αργότερα για μια δεκαετία...

Με μόνη την ανθρωπιά, την αγάπη και την τρυφερότητα, χωρίς κατάλληλα παιδαγωγικά εργαλεία, δε θα μπορούσε ασφαλώς η Αλεξίου να αναδειχθεί σε μια από τις πιο χαρισματικές δασκάλες του καιρού της. Ετσι, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πρωτοπόρες παιδαγωγικές απόψεις και πρακτικές της, όπως προβάλλονται μέσα από τα δύο αυτά βαρυσήμαντα έργα της, που την αφετηρία τους έχουν στη διδασκαλία του Δημήτρη Γληνού.

Η Αλεξίου δεν κρατά βέργα και δε δέρνει τα παιδιά, δεν τα διώχνει από το σχολείο όταν είναι βρώμικα, αλλά τα ξεψειρίζει και τα πλένει, δεν τα περιορίζει στους τέσσερις τοίχους της τάξης, αλλά τα πηγαίνει να γνωρίσουν τη γειτονιά τους, να παίξουν στη θάλασσα, να χαρούν την εξοχή, με άλλα λόγια συνδέει το σχολείο με τη ζωή για να βγάλει ελεύθερους ανθρώπους κι όχι γαϊδούρια για το μαγκανοπήγαδο. Και το σπουδαιότερο, η τέλεια τάξη για την Αλεξίου είναι αυτή που όλα γενικά τα παιδιά προοδεύουν μέσα από την κοινή προσπάθεια, τη συμπαράσταση, την αλληλοβοήθεια, η τάξη που δεν έχει κανέναν απορριφθέντα και όχι αυτή που ανέδειξε επιτυχόντες στο πανεπιστήμιο. Αυτός δεν είναι άλλωστε ο στόχος της σοσιαλιστικής παιδαγωγικής;

Οι καπιταλιστικές αντιφάσεις καθρεφτίζονται στις κοινωνικές σχέσεις

Το αντικαθρέφτισμα των καπιταλιστικών αντιφάσεων στις διάφορες μορφές των κοινωνικών σχέσεων απασχολεί το μεγαλύτερο μέρος στις συλλογές των διηγημάτων της, στα οποία η ίδια είχε ιδιαίτερη αδυναμία (συλλογές «Υπολείμματα Επαγγέλματος», «Αναχωρήσεις και Μεταλλαγές», «Μυστήρια», «Προσοχή συνάνθρωποι!») ενώ μονοπωλούν και το περιεχόμενο του δεύτερου μυθιστορήματός της «Λούμπεν», που εκδόθηκε το 1944 απηχώντας και προσωπικά βιώματα από το γάμο της με τον λογοτέχνη Βάσο Δασκαλάκη...

Οι σπουδαίες συγγραφικές αρετές ακολουθούν την Αλεξίου και σ' αυτό το έργο. Με μοναδική ευγένεια ψυχής, χωρίς ίχνος πάθους, που θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και από το διαζύγιό της με τον Δασκαλάκη το 1938, κινητοποιεί μέσα από το συναίσθημα και τη συγκίνηση τη σκέψη του αναγνώστη για να αφομοιωθεί βαθύτερα ένα ακόμη από τα συμπεράσματα της πάμπλουτης σε εμπειρίες ζωής της: Πως, δηλαδή, η υπέρμετρη αγάπη και η δίχως όρια αφοσίωση βλάπτουν.

Ενα πολύ ενδιαφέρον ωστόσο γι' αυτό το μυθιστόρημα ερώτημα δημιουργείται κιόλας από τον τίτλο του: "Λούμπεν". Το πρώτο που θα σκεφθεί κανείς είναι μήπως ο τίτλος αυτός ακυρώνει όσα παραπάνω ειπώθηκαν για την ψυχική ανωτερότητα της λογοτέχνιδας; Οπως, όμως, μας πληροφορεί ο Τάκης Αδάμος, κομμουνιστής λογοτέχνης κι αυτός, ο χαρακτηρισμός αναφέρεται στην ηρωίδα της. Και δεν μπορεί παρά να είναι αλήθεια, γιατί επιδίωξη της Αλεξίου είναι να μας υποβάλει το συμπέρασμα πως η υπερβολική αγάπη καταστρέφει τόσο εκείνους που τη δίνουν αλόγιστα, μετατρέποντάς τους σε υποζύγια και ψυχικά κουρέλια, όσο και τους αποδέκτες της, αφού τους κακομαθαίνει και τελικά τους διαφθείρει τροφοδοτώντας τους με υπέρμετρο, τυραννικό εγωκεντρισμό και σκληρότητα. Με λίγα λόγια, πραγματικά η ηρωίδα είναι η Λούμπεν - «εγώ φταίω» λέει μάλιστα στο τέλος του έργου - όχι μόνο γιατί δε στάθηκε η ίδια στο ύψος της, αλλά και γιατί διόγκωσε με τη στάση της την αποκτημένη στον αγώνα για την επιβίωση σκληρότητα και τον εγωισμό του άντρα της, διαμορφώνοντας μαζί με τον εαυτό της κι ένα ακόμη άτομο αρνητικό για την κοινωνία.

Στο διάστημα της συγγραφής των παραπάνω έργων μεσολάβησε η δικτατορία του Μεταξά. Η Ελλη Αλεξίου, καθώς δεν έκρυβε τις ιδέες της, συνελήφθη δύο φορές από την Ειδική Ασφάλεια του Μανιαδάκη και στη συνέχεια τέθηκε σε παρακολούθηση.

Η ζωή πάντα της έδειχνε το δρόμο...

ΕΑΜίτες λογοτέχνες, το Σεπτέμβρη του 1943. Διακρίνονται από αριστερά, Γ. Χατζίνης, Σ. Μαυροειδή - Παπαδάκη, Σ. Σκίπης, Ελλη Αλεξίου, Γ. Βαλέτας, Γ. Λαμπρινός

Το διάστημα 1940 - 1945, ζώντας πια μόνη στην Καλλιθέα, ανέλαβε τα σχολικά συσσίτια κατοχής. Την ίδια περίοδο πήρε ενεργά μέρος στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ Λογοτεχνών με την ιδιότητα του γραμματέα σε τρεις ομάδες. Μετά την απελευθέρωση, το 1945, έφυγε στο Παρίσι ως υπότροφος της γαλλικής κυβέρνησης για την αντιστασιακή δράση της. Παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός. Στο μεταξύ, το 1948, η ελληνική κυβέρνηση της στέρησε την ιθαγένεια. Την ίδια χρονιά όμως η ΚΕ του ΚΚΕ ίδρυσε την Επιτροπή Βοήθειας στο Παιδί (ΕΒΟΠ), που μέσα στο στρόβιλο του αγώνα του ΔΣΕ είχε αναλάβει τη μεταφορά, εγκατάσταση και οργάνωση της ζωής των Ελληνόπουλων στις Λαϊκές Δημοκρατίες. Ετσι, το 1949 καλέστηκε η Ελλη Αλεξίου να συμβάλει στην εκπαίδευσή τους.

Χωρίς καθόλου να το σκεφτεί - παρότι από την πλευρά της Γαλλίας τής δηλώθηκε ρητά ότι θα της απαγορευτεί η επιστροφή της - πήγε στη Ρουμανία και ένα διάστημα στην Ουγγαρία, όπου έδωσε τον καλύτερό της εαυτό στην εκπαίδευση των παιδιών, στην επιμόρφωση των δασκάλων τους, στη συγγραφή νέων αναγνωστικών, στην επιλογή λογοτεχνικών κειμένων για τα βιβλία τους, που δε θα μπορούσε να παραμείνουν τα ίδια με εκείνα που διδάσκονταν στην Ελλάδα. Παράλληλα, έκανε σειρά εκπομπών από τους σταθμούς του Κόμματος στις σοσιαλιστικές χώρες που απευθύνονταν σε ελληνικό ακροατήριο, στις οποίες μιλούσε για τα προβλήματα των μαθητών και εκπαιδευτικών στην Ελλάδα, παρουσίαζε λογοτέχνες και εγκαλούσε τους Ελληνες διανοούμενους - και μάλιστα ονομαστικά - γιατί δε διαμαρτύρονταν για τον εγκλεισμό των ομοτέχνων τους στα στρατόπεδα εξορίας και τις φυλακές. Λόγω της μεγάλης εκπαιδευτικής και λογοτεχνικής προσφοράς της κλήθηκε να συμμετάσχει σε πολλά συνέδρια για το παιδί, τη νεοελληνική λογοτεχνία, συνέδριο των διανοούμενων στην Πολωνία και τρεις φορές σε Διεθνή Συνέδρια για την ειρήνη. Η Ελλάδα την τίμησε κι αυτήν, καταδικάζοντάς την το 1952 ερήμην και εκδίδοντας ένταλμα σύλληψής της.

Με τις χορδές της λύρας μου προτού τους ιστορήσω...

Κι επειδή σ' όλη τη λογοτεχνική διαδρομή της η ζωή πάντα της έδειχνε το δρόμο, έτσι έγινε και στα θυελλώδη αυτά χρόνια. Η πένα της την περίοδο της αναγκαστικής υπερορίας στρατεύεται ανοιχτά στην υπεράσπιση της κομμουνιστικής ιδεολογίας και της πάλης που έδωσε και εξακολουθούσε να δίνει το Κόμμα μας στην Ελλάδα και στις χώρες του σοσιαλισμού.

Το μυθιστόρημά της «Παραπόταμοι», 1956, ξεκινά με τους αγώνες των Κρητικών για απελευθέρωση από τους Τούρκους και στη συνέχεια περνά στη δράση μιας ομάδας αντιστασιακών στην Καλλιθέα ενάντια στους ναζί. Αν και δεν αποφεύγει την παγίδα της εξιδανίκευσης του αγώνα, ο μύθος ξετυλίγεται γύρω από μια ενδιαφέρουσα κεντρική ιδέα, όπως κι η ίδια τη διατυπώνει: Το ποτάμι του ξεσηκωμού πλαταίνουν στη διαδρομή του πλήθος παραπόταμοι που φουσκώνουν έως τη νίκη και την απελευθέρωση. Σε μια από τις τελευταίες σκηνές του έργου, που πραγματοποιείται στην πλατεία Συντάγματος λίγο πριν ξεκινήσουν τα Δεκεμβριανά, καθώς εκεί αποκαλύπτει πως το ποτάμι είναι τελικά ο ταξικός αγώνας για την εξουσία της εργατικής τάξης. Ολοι οι άλλοι μέχρι τότε ήταν παραπόταμοι...

Η εισαγωγή μας στο επόμενο μυθιστόρημα, «Με τη Λύρα», 1959, γίνεται μέσα από το σπιτικό ενός φτωχού λυράρη και απλώνεται - με σελίδες μιας εξαιρετικής ηθογραφίας - σε ένα κρητικό χωριό εκείνου του καιρού. Το σπιτικό αυτό συνδέεται με την αντίσταση και με τον κατατρεγμό και τις διώξεις των αγωνιστών της, που τους συναντάμε στη συνέχεια ως μαχητές του ΔΣΕ.

«"Σύντροφοι!" άρχισε ο μπαρμπα - Γιώργης. Αυτό είπε μόνο. Και ύστερα σα να 'σπασε η φωνή του. Δεν μπορούσε να πει παρακάτω. Ο Διπλάρης γύρισε το κεφάλι του κατά πέρα. Το ίδιο κι ο Ηλιάδης. Κ' οι γυναίκες είπαν με τρεμάμενα χείλια:

"Κλαίνε οι ταξίαρχοι".

"Σύντροφοι", ξανάπε ο μπαρμπα - Γιώργης, και λες και πισωπάτησε για να πάρει φόρα. Υστερα πήρε μια βαθιά αναπνοή: "Νικηθήκαμε, σύντροφοι... Σταματάει ο ένοπλος αγώνας... Ο πόλεμος τέλειωσε... Βίτσι και Γράμμος δεν υπάρχουνε πια... Ξαναπήρε αναπνοή. Πήραμε εντολή να συμπτυχθούμε...".

Μα στάσου! στάσου Χάροντα, θέλω να σε ρωτήσω

για ένα κορμάκι λυγερό... πες μου πως στέκει πίσω...

το πιο καλό, το πιο όμορφο, το πλέον αντρειωμένο...

Πες μου γλυκέ μου Χάροντα: δεν είναι σκοτωμένο".

Μα δε μ' απολογήθηκεν... Με κοίταξε κι εχάθη

κι ένιωσα πόνο αβάσταχτο μες στης καρδιάς τα βάθη.

Μαζεύτηκάν μου στην ψυχή καημοί, κι όλο πληθαίνουν,

και των χειλιών τ' ακρόγυρο στέκουνται κι αναμένουν.

Και μη με πάρεις, Χάροντα, προτού τους τραγουδήσω,

με τις χορδές της λύρας μου προτού τους ιστορήσω...».

Ολο το δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος, διαποτισμένο από ένα αίσθημα νοσταλγίας, είναι αφιερωμένο στην πολιτική προσφυγιά...

Σε αρκετά έργα της Αλεξίου, όπως και σ' αυτό, γίνεται φανερό πως ως κομμουνίστρια δε συνήθιζε να σκεπάζει καταστάσεις. Ελεγε θαρρετά τη γνώμη της. Οταν έγραφε δεν ξεχνούσε ποτέ πως ήταν δασκάλα και πως με τα έργα της έπρεπε να διαπαιδαγωγεί έναν καινούργιο άνθρωπο. Η λογοτεχνία είναι διδακτέα ύλη, έλεγε και η παιδαγωγική της ιδιότητα ήταν χωνεμένη στο λογοτεχνικό της έργο. Δεν πρέπει έτσι να μας ξαφνιάζει ότι στο μυθιστόρημα αυτό είναι αδέκαστη απέναντι σε φαινόμενα αρνητικά στην ομάδα των πολιτικών προσφύγων...

Το 1961 η Ελλη Αλεξίου συναντήθηκε μετά από πολλά χρόνια με την αδερφή της Γαλάτεια, που την επισκέφτηκε με τον σύζυγό της Μάρκο Αυγέρη. Τον επόμενο χρόνο η Γαλάτεια σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα και μόνο τότε δόθηκε ολιγοήμερη άδεια στην αδερφή της Ελλη να επιστρέψει στην Ελλάδα για να παραβρεθεί στην κηδεία. Η συλλογή διηγημάτων «Σπονδή», μαζί με τη βιογραφία του Καζαντζάκη «Για να γίνει μεγάλος», και τα «Από πολύ κοντά» και «Λούμπεν», όπου αντλεί από τον εαυτό της, παίρνουν αφορμή από την ίδια ή το οικογενειακό της περιβάλλον. Η «Σπονδή» είναι ένας σπαραχτικός ύμνος στην αδερφική αγάπη, αφιερωμένος στην Γαλάτεια, που δεν υπάρχει πια...

Το επόμενο μυθιστόρημα της Αλεξίου «Και ούτω καθ' εξής», 1965, θεωρείται από ορισμένους μελετητές ένα από τα καλύτερά της. Πραγματικά με ιδιαίτερη τέχνη συμπλέκει τη ζωή τριών προσώπων με τρεις από τις πιο σημαντικές περιόδους της νεότερης Ιστορίας μας, τη δικτατορία Μεταξά, την Κατοχή και τη μεταδεκεμβριανή εποχή, για να αναδείξει την ιστορική συνέχεια στο μεγαλείο του ψυχικού κόσμου των κομμουνιστών.

Να ορίσουμε τη μοίρα μας

Το 1965 η Ελλη Αλεξίου επανέκτησε την ελληνική ιθαγένεια. Το 1966 επέστρεψε στην Ελλάδα αλλά την συνέλαβαν, την οδήγησαν στις φυλακές Αβέρωφ και παραπέμφθηκε σε δίκη για «αντεθνική δράση και προπαγάνδα». Η ισχυρή αντίδραση της κοινής γνώμης, αλλά και πολλών ανθρώπων των Γραμμάτων είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή της από την κατηγορία.

Αξίζει να σταθεί κανείς στο μυθιστόρημα «Δεσπόζουσα», 1972, που έγραψε με την επιστροφή της στην Ελλάδα, γιατί είναι μια προσπάθεια να αναδημιουργήσει την ατμόσφαιρα της ζωής στην ελληνική μεγαλούπολη, σε μια περίοδο που τα σοσιαλιστικά ιδανικά, που γι' αυτά έγιναν τόσες θυσίες, έχουν φθαρεί στη συνείδηση των ανθρώπων...

Μέσα σ' αυτό το κλίμα διάβρωσης η Αλεξίου αναζητά τη δεσπόζουσα ευτυχία και στα δύο επίπεδα αυτή τη φορά, το κοινωνικό και το προσωπικό, για να καταλήξει πως δεσπόζουσα ευτυχία είναι αυτή που δεν ψευτίζει την αγάπη στους συνανθρώπους και στον ίδιο μας τον εαυτό, είναι αυτή η οποία πηγάζει από μια ζωή με ιδανικά, ισχυρούς σκοπούς και στόχους, τέτοιους που μπροστά τους η καλοπέραση φαίνεται ασήμαντη, τιποτένια...

Αυτές τις αρχές η Αλεξίου τις κράτησε πρώτα απ' όλους για τον εαυτό της. Είναι, αν θέλετε, η απάντηση που έδωσε στο πρόβλημα που την απασχολούσε από την αρχή: Πώς θα μπορέσουμε να ορίσουμε τη μοίρα μας. Η ίδια έως το τέλος της ζωής της, παρά τη μοναξιά της, ήταν ένας άνθρωπος ικανοποιημένος και γαλήνιος, που δε δίσταζε να μοιράζεται το μυστικό αυτής της ισορροπίας της.

«Στα νιάτα μας εξαρτούμε την ευτυχία μας από τη συμπεριφορά των άλλων: γονέων, φίλων, ερωμένων... Λάθος μέγα. Την ευτυχία μας, εμείς τη φτιάχνουμε. Από μας περιμένουμε...». Και είναι αλήθεια ότι τη δική της χαρά την αντλούσε από τους στόχους της, από το επάγγελμα της δασκάλας, το γράψιμο και, τρίτο και σπουδαιότερο, από την ιδεολογία της, από το Κόμμα της που το υπηρέτησε με αφοσίωση, αφιλοκέρδεια και τόλμη...

Από την ομιλία της Ελένης Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ

 ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΛΛΗΣ ΑΛΕΞΙΟΥ

 Η Ελλη Αλεξίου γεννήθηκε στις 22 του Μάη του 1894 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Το 1911 έρχεται στην Αθήνα για ανώτατες σπουδές. Θέλει να γίνει δασκάλα του απλού λαού. Παράλληλα, αρχίζει να την απασχολεί η λογοτεχνική γραφή. 

Οι λαϊκοί αγώνες που δυναμώνουν, οι διώξεις όσων πρωτοστάτησαν στην εκπαιδευτική αναγέννηση που οραματίστηκε ο Δ. Γληνός, οδηγούν την Ελλη Αλεξίου όλο και πιο κοντά στις κομμουνιστικές ιδέες. Στα 1928 δίνει το βιογραφικό της και γίνεται μέλος του ΚΚΕ. 

Παράλληλα, το λογοτεχνικό της έργο προκαλεί αίσθηση και επαινείται. Το 1934 γίνεται μέλος της ΕΕΛ. Στην περίοδο της Κατοχής, παίρνει μέρος ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ Λογοτεχνών. 

 Το 1945 φεύγει για σπουδές στη Σορβόνη, αλλά της έχει αφαιρεθεί ήδη η ελληνική ιθαγένεια και της απαγορεύεται η επιστροφή στην πατρίδα. Το 1949 διορίζεται εκπαιδευτικός σύμβουλος για τα ελληνικά σχολεία των σοσιαλιστικών χωρών. Το 1966 επιστρέφει στην Ελλάδα, συλλαμβάνεται, δικάζεται, αλλά απαλλάσσεται. Από τη μεταπολίτευση και μετά συμμετέχει ενεργά ως μέλος του ΚΚΕ σε όλες τις πολιτιστικές και πνευματικές εκδηλώσεις του Κόμματος. 

Η Ελλη Αλεξίου πέθανε στις 28 του Σεπτέμβρη του 1988. Το πολύπλευρο έργο της -- μυθιστορήματα, διηγήματα, παιδικά βιβλία, θεατρικά έργα, εκπαιδευτικά δοκίμια και ανθολογίες για την ποίηση της Αντίστασης -- πρέπει να παραμείνει «σύντροφος» και «δάσκαλος» των νέων γενιών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου