Το ΜέΡΑ25 είναι ένα απ' τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα για το πώς μπορεί να εμφανίσει κανείς τους αντιδραστικούς στόχους ενός σάπιου συστήματος ως προοδευτικούς και «αντισυστημικούς». Εκεί εξαντλείται και η εφευρετικότητά του. Μέσα από αντιφατικούς όρους, όπως «ρεαλιστική ανυπακοή», σερβίρει ξανά το παραμύθι της προοδευτικής διακυβέρνησης στο έδαφος του καπιταλισμού και των δεσμεύσεων της ΕΕ.
Το πρόγραμμά του είναι τόσο «ριζοσπαστικό» που μπορεί να απευθύνεται για συνεργασία μέχρι και στις «δημοκρατικές δυνάμεις της ΝΔ», εκτός Μητσοτάκη. Και τόσο σαφές που μπορεί να αναζητά συνομιλητές απ' τη ΛΑΕ μέχρι το ΠΑΣΟΚ. Και τόσο αντιφατικό που ενώ περιστρέφεται γύρω από τον πολιτικό αρχηγό του, μιλάει για δημοκρατία.
Στην ουσία, το ΜέΡΑ25 ισχυρίζεται ότι μπορεί να συγκεράσει τη στρατηγική του κεφαλαίου με τα συμφέροντα των εργαζομένων, προτάσσοντας «7+1» τομές που θα φέρουν «ουσιαστική αλλαγή».
Το ΜέΡΑ25 εκφράζει πιο «καθαρά» ορισμένες θέσεις της σοσιαλδημοκρατίας, ενώ η ίδια η ύπαρξή του ως διαφορετικού φορέα και η κριτική που ασκεί στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ συνιστούν νέο μηχανισμό ενσωμάτωσης των εργαζομένων.
Η Ενέργεια είναι κυρίαρχο ζήτημα στο πρόγραμμα του ΜέΡΑ25, με δύο απ' τις 7 βασικές προτάσσεις του να αφορούν σε αυτήν. Τι υποστηρίζει; Πως οι απαιτούμενες «τομές» είναι η «κατάργηση του Χρηματιστηρίου Ενέργειας και η επανεθνικοποίηση της ΔΕΗ» και ένα «τεράστιο επενδυτικό πρόγραμμα πράσινης Ενέργειας, με παράλληλη απαγόρευση κάθε εξόρυξης». Τέλος, ως κοινωνικό μέτρο, υποστηρίζει τις μικρές μονάδες «πράσινης» Ενέργειας που θα ανήκουν σε τοπικές κοινωνίες και σε συμμετοχικά σχήματα.
Οι λεπτομέρειες φωτίζουν την ουσία της πρότασής του. Ουσιαστικά πρόκειται για το γνωστό σχήμα μιας κρατικής ΔΕΗ που θα λειτουργεί μέσα στην απελευθερωμένη αγορά Ενέργειας, αλλά δεν θα καθορίζεται η λειτουργία της με το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Παράλληλα, το ΜέΡΑ25 προτείνει ως «ριζοσπαστικό σχήμα» τις «ενεργειακές κοινότητες» που προωθούν τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ομως, ακόμα και αν δεν υπήρχε το Χρηματιστήριο Ενέργειας, η κρατικοποιημένη ΔΕΗ θα έπρεπε να λειτουργεί στο πλαίσιο της απελευθέρωσης της αγοράς και των δεσμεύσεων της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ, τις οποίες αποδέχεται το ΜέΡΑ25.
Με άλλα λόγια, θα έπρεπε να ανταγωνίζεται τους άλλους ομίλους, με γνώμονα τη διασφάλιση υψηλού κέρδους και μεγάλων μεριδίων αγοράς. Η διασφάλιση του κέρδους σημαίνει ξεζούμισμα των εργαζομένων και χαράτσωμα της οικιακής κατανάλωσης. Εξάλλου, αυτό συνέβαινε και όσο το κράτος είχε ακόμα το 51% των μετοχών της ΔΕΗ.
Απαγόρευση κάθε εξόρυξης σημαίνει ότι θα προχωρήσει ταχύτερα η απολιγνιτοποίηση και δεν θα υπάρξει αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Σημαίνει διατήρηση της ενεργειακής ακρίβειας, χιλιάδες απολύσεις, αύξηση των εισαγωγών και της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας. Επίσης, οι εισαγωγές φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος από λιγνιτικούς σταθμούς αφορούν εξορύξεις σε άλλες χώρες. Οπως και οι εξορύξεις σπάνιων γαιών για τα προϊόντα της «πράσινης μετάβασης». Φαίνεται ότι για το ΜέΡΑ25 οι εξορύξεις βλάπτουν το περιβάλλον μόνο στην Ελλάδα.
Οσο για τις ενεργειακές κοινότητες, αυτές θα διανέμουν έργα σε εταιρείες που μπορούν να τα κατασκευάσουν και να τα λειτουργήσουν, και θα πάρουν τραπεζικά δάνεια. Θα λειτουργήσουν δηλαδή σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς.
Το κύριο όμως είναι ότι στις σημερινές συνθήκες οι επενδύσεις των ΑΠΕ για να είναι κερδοφόρες προϋποθέτουν διατήρηση της ενεργειακής ακρίβειας, ανεξάρτητα απ' τον ιδιοκτήτη τους. Οι ΑΠΕ παράγουν πανάκριβη Ενέργεια που θα πρέπει να μετακυλιστεί στους καταναλωτές. Η συμμετοχική ή η δημοτική ιδιοκτησία των ΑΠΕ δεν αλλάζει, για παράδειγμα, το τεράστιο κόστος για την αγορά του «πράσινου» εξοπλισμού, που γίνεται κυρίως από μονοπωλιακούς ομίλους του εξωτερικού, κόστος που σε μεγάλο βαθμό συντελεί στην υψηλή τιμή της Ενέργειας από ΑΠΕ.
Η απόδοση των «δεινών» της κρίσης στους εργαζόμενους στο υψηλό κρατικό χρέος και μάλιστα «αθωώνοντας» την αστική τάξη, αναγορεύοντας τη χώρα σε «εξαρτημένη», είναι «παλιά μου τέχνη κόσκινο». Παρουσιάζει ένα σύμπτωμα ως την αιτία της ασθένειας.
Αυτή η γραμμή συσκοτίζει τον μεγάλο ένοχο, τον καπιταλισμό. Η καπιταλιστική εκμετάλλευση, η κυριαρχία της αστικής τάξης και όχι το υψηλό κρατικό χρέος είναι η βασική αιτία όξυνσης των λαϊκών προβλημάτων, σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης των εργαζομένων διεθνώς, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Αρκεί κανείς να εξετάσει την κατάσταση των εργαζομένων σε χώρες με πολύ μικρότερο χρέος για να δει ότι η εξαθλίωση του λαού συνεχίζεται. Αν εξετάσει κανείς τα οικονομικά δεδομένα θα δει ότι τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία ο Γ. Βαρουφάκης είχε αποφασιστικό ρόλο, ξεπερνούσαν κατά πολύ τις δαπάνες εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους. Ο ρόλος του προϋπολογισμού ως εργαλείου αναδιανομής από τους εργαζόμενους στο κεφάλαιο, πρώτα και κύρια στην αστική τάξη της χώρας, κυριαρχεί. Η όποια ελάφρυνση του προϋπολογισμού από εξωτερικό χρέος δεν μεταφράζεται σε ελάφρυνση του λαού. Μεταφράζεται σε περισσότερα διαθέσιμα κεφάλαια για την αστική τάξη, για τους ομίλους. Ο χαρακτήρας των διαπραγματεύσεων της εκάστοτε αστικής κυβέρνησης με τους «δανειστές» έχει ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, τα μέτρα των μνημονίων δεν οφείλονταν μόνο στο κρατικό χρέος ούτε επιβλήθηκαν μόνο απέξω. Δεν ήταν ποτέ το αποτέλεσμα «τυφλής» υπακοής στους δανειστές. Ηταν μέτρα απαραίτητα για την καπιταλιστική κερδοφορία, μέτρα που ήθελε και θέλει και η αστική τάξη της χώρας. Αυτό εξηγεί άλλωστε γιατί οι υποδείξεις των εργοδοτικών φορέων, του ΣΕΒ, της ΤτΕ, της ΕΕΕ, του ΣΕΤΕ, βρίσκονται σε απόλυτη σύμπνοια με τις διατάξεις των μνημονίων, γιατί όλα τα αστικά κόμματα στήριξαν και στηρίζουν τις μνημονιακές διατάξεις.
Ομως, η γραμμή της χρεοδουλοπαροικίας, εκτός από οικονομικά και πολιτικά λαθεμένη, είναι και ανεδαφική. Η αστική τάξη θα επιθυμούσε διαγραφή μέρους του χρέους. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να γίνει και την ίδια στιγμή να επιδιώκει κάποιος την παραμονή του στις διεθνείς αγορές, στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, στην ΕΕ. Μια καπιταλιστική ανάπτυξη, στο πλαίσιο της ΕΕ, συμβατή με διαγραφή του χρέους είναι απλά ένα ακόμα ενδιαφέρον ευφυολόγημα...
Αλλη «τομή» του ΜέΡΑ25 είναι η πρόταση για «αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή» του κατώτατου μισθού.
Ο Βαρουφάκης προσπαθεί να εμφανιστεί πιο «ριζοσπάστης» σε σχέση με την αντίστοιχη πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν κάνει λόγο ούτε καν για «αυτόματη» αναπροσαρμογή στο ύψος του πληθωρισμού...
Διασφαλίζει αυτή η πρόταση την ουσιαστική βελτίωση του λαϊκού εισοδήματος; Αφενός αφορά μόνο τον κατώτατο και όχι τους μισθούς που είναι πάνω απ' αυτόν, τους οποίους ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να τους διαβρώνει. Αφετέρου προτείνει ουσιαστικά την καθήλωση του κατώτατου πραγματικού μισθού στα άθλια επίπεδα που βρίσκεται σήμερα.
Η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή, δηλαδή η αύξηση του ποσού σε ευρώ, τόσο ώστε να διατηρείται σταθερός ο όγκος των εμπορευμάτων που μπορεί να αγοράσει ο μισθός αυτός, σημαίνει ότι δεν υπάρχει πραγματική αύξηση, ότι ο πραγματικός μισθός παραμένει ίδιος. Κι ότι όλη την αύξηση του παραγόμενου πραγματικού πλούτου, την αύξηση της παραγωγικότητας, την καρπώνεται το κεφάλαιο.
Παράλληλα, οι προτάσσεις του ΜέΡΑ25 για «μείωση του ΦΠΑ» δεν αλλάζουν επί της ουσίας τον αντιλαϊκό χαρακτήρα του κρατικού προϋπολογισμού, τους υπέρογκους έμμεσους φόρους που πληρώνει ο λαός και τις σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές του μεγάλου κεφαλαίου.
Αντίστοιχα «αντισυστημικές» είναι οι προτάσεις του για τα «κόκκινα» δάνεια. Αντί του προγράμματος «ΗΡΑΚΛΗΣ» προτείνει το πρόγραμμα «ΟΔΥΣΣΕΑΣ»... στην πράξη μια κρατική «κακή τράπεζα» που θα χρηματοδοτείται απ' το κράτος και θα διασφαλίσει τη «διατήρηση του ποσοστού ιδιοκτησίας των δανειοληπτών, έως την έναρξη της κανονικής αποπληρωμής των δανείων, μετά από τα "κουρέματα"». Ετσι, στην ουσία της η λύση Βαρουφάκη δεν είναι πολύ διαφορετική από όλους τους μέχρι τώρα νόμους για τα «κόκκινα» δάνεια... Μία έκπτωση στο ύψος του δανείου, που για να την πάρεις πρέπει να ρευστοποιήσεις τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία σου, ενώ θα χρηματοδοτείται απ' τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή απ' τα εργατικά - λαϊκά στρώματα. Φυσικά, κανέναν δεν πρέπει να εκπλήσσει, αφού κάθε λύση που στηρίζει την καπιταλιστική κερδοφορία και την καπιταλιστική ανάπτυξη θα έχει τέτοια χαρακτηριστικά. Τα κεφάλαια για τα «κόκκινα» δάνεια πρέπει να δοθούν πίσω στις τράπεζες, ειδάλλως οι τράπεζες δεν μπορούν να αποπληρώσουν τις καταθέσεις που έχουν γίνει σε αυτές. Ετσι, τα υπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά πρέπει να απομυζηθούν όσο γίνεται, και ταυτόχρονα οι τράπεζες να στηριχθούν με «κρατικό» χρήμα, δηλαδή με τη φορολόγηση του λαού. Γι' αυτό και όλες οι «λύσεις» που προτείνονται μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού, έχουν αντικειμενικά αυτά τα χαρακτηριστικά.
Το ΜέΡΑ25 είναι στην ουσία ενταγμένο στη νέα διεθνή σοσιαλδημοκρατία, όπως αποδεικνύουν οι στενότατες σχέσεις του με τη λεγόμενη αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ. Και οι θέσεις του, σε πολλούς τομείς, αντανακλούν αυτήν την ένταξή του. Οι θέσεις του για την Ενέργεια συνιστούν, στην πραγματικότητα, απόλυτη προσήλωση στην πολιτική του λεγόμενου Green New Deal, δηλαδή σε μια πολιτική «πράσινου» κεϊνσιανισμού που στόχο έχει να διαχειριστεί τη μεγάλης κλίμακας υπερσυσσώρευση κεφαλαίου που δυσκολεύεται να επενδυθεί με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο υποκείμενος λόγος που το ΜέΡΑ25 είναι ανοιχτό σε πολιτικές συνεργασίες με μεγάλο κομμάτι του αστικού πολιτικού φάσματος.
Το ΜέΡΑ25 συνιστά τελικά μια νέα, πρόσθετη προσπάθεια εγκλωβισμού των εργαζομένων στην παλιά, γνωστή λογική της σοσιαλδημοκρατίας πως μια διαφορετική διακυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού μπορεί να είναι προοδευτική και ουσιωδώς καλύτερη για τους εργαζόμενους. Η κριτική που ασκεί το ΜέΡΑ25 στον ΣΥΡΙΖΑ, τον κυρίαρχο φορέα της σοσιαλδημοκρατίας, δείχνει ότι η αντιπαράθεση με τη σοσιαλδημοκρατία και τον οπορτουνισμό δεν αρκεί να γίνεται στη βάση των πεπραγμένων ή των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πραγματικότητα, η ίδια η φύση της σοσιαλδημοκρατίας της επιτρέπει να ελίσσεται και να εμφανίζει διαφορετική μορφή ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες. Το ΚΚΕ έχει μεγάλη πείρα στην αντιμετώπιση κάθε προσπάθειας του συστήματος να εγκλωβίσει τους εργαζόμενους. Με όπλο τη σύγχρονη ανατρεπτική στρατηγική του και τις επεξεργασίες του, φωτίζει πως ο καπιταλισμός, αναγκαστικά, θα οδηγεί σε σχετική αλλά και απόλυτη εξαθλίωση των εργαζομένων, και γι' αυτό κάθε αστική διακυβέρνηση είναι τελικά χειρότερη απ' την προηγούμενη. Γι' αυτό και έχει σημασία η αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ στις ερχόμενες εκλογές, για να υπάρχει ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση και οργάνωση της αντεπίθεσης απέναντι σε όποια κυβέρνηση και αν σχηματιστεί την επόμενη μέρα.
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
* Ο Γρηγόρης Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου