ΟΞΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Οσο κλιμακώνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία και γίνεται όλο και πιο καθαρός ο μακρόχρονος χαρακτήρας του, στο προσκήνιο έρχεται όλο και πιο έντονα το θέμα της επισιτιστικής κρίσης, με τις τραγικές συνέπειες που προδιαγράφονται για τους λαούς, αλλά και τις προσπάθειες όλων των ιμπεριαλιστικών κέντρων να προσπαθήσουν να επωφεληθούν από τις εξελίξεις.
Καθώς η Ουκρανία και η Ρωσία είναι πολύ μεγάλοι εξαγωγείς σιτηρών και λιπασμάτων (αντιπροσωπεύουν μαζί περίπου το 30% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού και το 20% των εξαγωγών καλαμποκιού, ενώ στη Ρωσία αντιστοιχεί το 14% των παγκόσμιων εξαγωγών λιπασμάτων), οι πολεμικές επιχειρήσεις στο έδαφος της Ουκρανίας, το μπλοκάρισμα των ουκρανικών λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας, οι συντονισμένες ευρωατλαντικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και τα ρωσικά αντίμετρα έχουν πολλαπλές συνέπειες στον κρίσιμο τομέα των τροφίμων.
Αυτό που συνήθως μένει σε «δεύτερο πλάνο», ωστόσο, είναι ότι η επισιτιστική κρίση που βιώνουν δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική, δεν εμφανίστηκε με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Πέρα από το γεγονός ότι είναι παρούσα εδώ και δεκαετίες, είναι χαρακτηριστική η επιδείνωσή της τα τελευταία 15 με 20 χρόνια - και ακόμα περισσότερο μέσα στην τελευταία πενταετία - λόγω ενός συνδυασμού εξελίξεων που έχουν όλες τη σφραγίδα της παραγωγής με σκοπό το καπιταλιστικό κέρδος και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
Μεταξύ άλλων, στους παράγοντες που διογκώνουν το πρόβλημα είναι οι διάφορες «περιφερειακές» πολεμικές συγκρούσεις για τους καπιταλιστικούς ανταγωνισμούς, η απουσία σύγχρονων και ολοκληρωμένων υποδομών για την προστασία της αγροτικής παραγωγής από καιρικά φαινόμενα, οι εντατικές καλλιέργειες τεράστιων εκτάσεων γης όχι για να θρέψουν τους λαούς αλλά για να δημιουργηθούν βιοκαύσιμα στο πλαίσιο της λεγόμενης «πράσινης οικονομίας» κ.ά.
Ακόμα περισσότερο, με την εμφάνιση της πανδημίας, η αγροτική παραγωγή μειώθηκε, δεκάδες χώρες εφάρμοσαν μέτρα εμπορικού προστατευτισμού και απαγόρευσης εξαγωγών σε κρίσιμα εμπορεύματα, οι εφοδιαστικές αλυσίδες «αποδιοργανώθηκαν», ενώ η ακρίβεια εξακολούθησε να εκτινάσσεται...
Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία έρχεται να προστεθεί στα παραπάνω και να «απογειώσει» ακόμα περισσότερο το πρόβλημα, σε πλήρη αντίθεση πάντα με τις τεράστιες δυνατότητες που προσφέρει η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνολογίας για την επίλυσή του, για να τρέφεται σωστά όλος ο πλανήτης.
Διπλασιασμός των πεινασμένων μεταξύ 2016 και 2021
Τα στοιχεία που έχουν δημοσιοποιήσει κατά καιρούς ακόμη και θεσμικά όργανα του διεθνοποιημένου κεφαλαίου είναι καταπέλτης.
Χαρακτηριστική είναι η «Παγκόσμια Εκθεση Για την Επισιτιστική Κρίση» (Global Report on Food Crises, εν συντομία GRFC) της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2022, η οποία συντάχτηκε πριν ξεκινήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φλεβάρη.
Οταν δημοσιεύτηκε η έκθεση (αρχές τρέχοντος έτους), εκτιμούσε πως τουλάχιστον 193 εκατομμύρια άνθρωποι πεινούν, σε 53 χώρες, επισημαίνοντας πως ο αριθμός αυτός αυξήθηκε κατά 40 εκατομμύρια από το 2020 (όπως καταγράφεται στην ανάλογη έκθεση GRFC του 2021).
Στο εισαγωγικό σημείωμα της τελευταίας έκθεσης GRFC επισημαίνεται πως αφότου άρχισαν να συντάσσονται αυτές οι εκθέσεις πριν από περίπου 6 χρόνια, καταγράφεται συνεχής αύξηση του αριθμού των πεινασμένων. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «ο αριθμός των ανθρώπων (που πεινούν) αυξήθηκε κατά 80% από το 2016, όταν υπήρχαν 108 εκατ. άτομα που αντιμετώπιζαν οξεία επισιτιστική κρίση σε 48 χώρες και χρειάζονταν επείγουσα βοήθεια». Επισημαίνεται επίσης και κάτι άλλο εξίσου ενδιαφέρον: «Συγκρίνοντας το γεγονός ότι 39 χώρες/εδάφη συμπεριλαμβάνονταν πάντα και στις έξι εκδόσεις των εκθέσεων GRFC, ο αριθμός (των πεινασμένων) σχεδόν διπλασιάστηκε μεταξύ 2016 και 2021 αφού από 94 εκατομμύρια έφθασαν τα 180 εκατομμύρια άτομα».
Το ίδιο εισαγωγικό σημείωμα - που σε αντίθεση με την έκθεση γράφτηκε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία - επισημαίνει ότι είναι βέβαιη η περαιτέρω όξυνση της επισιτιστικής κρίσης, δεδομένων των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία στην παγκόσμια παραγωγή τροφίμων, στο κόστος Ενέργειας και τις τιμές λιπασμάτων.
Ολο και περισσότερες αναλύσεις μάλιστα επισημαίνουν ότι αυτήν τη φορά η μεγάλη αύξηση των εκατομμυρίων ανθρώπων που εγκλωβίζονται στη μέγγενη της πείνας δεν θα αφορά μόνο τις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά και εκατομμύρια ανθρώπους από τις πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες που λόγω του γενικότερου κύματος ακρίβειας (ο πληθωρισμός καταρρίπτει στις περισσότερες χώρες της Δύσης ρεκόρ 40ετίας), σε συνδυασμό με τους χαμηλούς μισθούς, την ανεργία κ.ο.κ., έχουν ήδη αρχίσει τις «εκπτώσεις» σε ποιότητα και ποσότητα τροφίμων.
Στην τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για την επισιτιστική κρίση σημειώνεται και κάτι ακόμη: «Οι τιμές τροφίμων παγκοσμίως αυξήθηκαν το 2021 εξαιτίας συνδυασμού παραγόντων με αξιοσημείωτη την ανισόμετρη διεθνή οικονομική ανάπτυξη από τις επιπτώσεις της πανδημίας του 2020 και των εκτεταμένων διαταράξεων στις αλυσίδες εφοδιασμού».
Χαρακτηριστικά, ήδη πριν από τη ρωσική εισβολή, οι διεθνείς τιμές στα τρόφιμα ήταν οι υψηλότερες των τελευταίων 10 ετών.
Η απουσία των αναγκαίων έργων υποδομής για να προστατεύεται η αγροτική παραγωγή επιτείνει το πρόβλημα. Μεταξύ άλλων η έκθεση καταγράφει ότι οι ακραίες καιρικές συνθήκες ήταν μία από τις βασικές αιτίες μεγάλης πείνας σε 8 αφρικανικές χώρες για περίπου 23,5 εκατομμύρια ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και οι κάτοικοι της νότιας Μαδαγασκάρης που βίωσαν μεγάλη καταστροφή και πείνα λόγω των επιπτώσεων της παρατεταμένης ξηρασίας.
Σε ό,τι αφορά καταστροφές σε αγροτικές καλλιέργειες που οφείλονται σε καιρικά φαινόμενα ή σχετίζονται με την κλιματική κρίση, διαπιστώνεται πως οι επιπτώσεις αυτών των φαινομένων στην επισιτιστική ανασφάλεια έχουν αυξηθεί από το 2020 καθώς ήταν η κυριότερη αιτία πείνας για 15,7 εκατ. ανθρώπους σε 15 χώρες, ιδιαίτερα σε χώρες της Ανατολικής, Κεντρικής και Νότιας Αφρικής και Ευρασίας.
«Μοχλός» για διάφορους ανταγωνιστικούς σχεδιασμούς
Η επικείμενη επιδείνωση της πείνας για δεκάδες λαούς σε όλο τον πλανήτη αξιοποιείται παράλληλα ως «μοχλός» και «πάτημα» για διάφορους σχεδιασμούς στο πλαίσιο της μεγαλύτερης όξυνσης του ανταγωνισμού μεταξύ ισχυρών καπιταλιστικών κέντρων.
Η απειλή του φάσματος της πείνας και σε χώρες της Δύσης αξιοποιείται από τις ΗΠΑ για να αναδιανείμουν την «τράπουλα» των αγορών σε Ενέργεια, τρόφιμα, υπηρεσίες και καταναλωτικά προϊόντα, επιδιώκοντας παράλληλα τον μακροπρόθεσμο περιορισμό της δράσης ανταγωνιστών, π.χ. της Κίνας, από τις αγορές της Ευρώπης.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ΗΠΑ επιχειρούν να εμφανίσουν τη Ρωσία ως αποκλειστικά υπεύθυνη για την επιδείνωση της διεθνούς επισιτιστικής κρίσης, αλλά και να απαντήσουν στο επιχείρημα της Μόσχας ότι γι' αυτές τις εξελίξεις ευθύνεται το μπαράζ ευρωατλαντικών κυρώσεων.
Μιλώντας σε σχετική συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Αντ. Μπλίνκεν, έκανε λόγο για ψευδείς ισχυρισμούς της Ρωσίας: «Οι κυρώσεις δεν μπλοκάρουν τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, δεν παγιδεύουν πλοία γεμάτα τρόφιμα και δεν καταστρέφουν τους δρόμους και τους σιδηροδρόμους της Ουκρανίας. Η Ρωσία τα κάνει», ανέφερε, προσθέτοντας ότι «η απόφαση να χρησιμοποιηθούν τα τρόφιμα ως όπλο είναι αποκλειστικά και μόνο μια απόφαση της Μόσχας».
Προωθώντας τα σχέδιά τους, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους προχωρούν και σε «κοινές δράσεις» ή μεγαλύτερη συνεργασία ανάμεσα π.χ. σε Παγκόσμια Τράπεζα και G7, όπως η λεγόμενη «Διεθνής Συμμαχία για την Επισιτιστική Ασφάλεια» που ανακοίνωσαν στις 19 Μάη στο όνομα της «διάσωσης» των φτωχότερων λαών της υφηλίου. «Είναι κρίσιμο να αυξηθούν τα εφόδια σε τρόφιμα, λιπάσματα και καύσιμα, να αρθούν φραγμοί στο εμπόριο και να παρασχεθεί χρηματοπιστωτική υποστήριξη για την απάλυνση των επιπτώσεων αυτής της κρίσης», έλεγε χαρακτηριστικά η κοινή ανακοίνωση της Παγκόσμιας Τράπεζας και του (υπό γερμανική προεδρία) G7.
Στην πραγματικότητα, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, στο όνομα της «προστασίας» των πιο αδύναμων και φτωχότερων χωρών, θα επιδιώξουν να αναδιανείμουν την «πίτα» και να άρουν εμπορικούς φραγμούς υπέρ των δικών τους μονοπωλιακών συμφερόντων, εξασφαλίζοντας νέες αγορές για τις δικές τους εταιρείες παραγωγής λιπασμάτων, αγροτοχημικών και γεωργικών υβριδίων, τράπεζες, κερδοσκοπικά ταμεία που μεταμφιέζονται σε «προσφορές οικονομικής βοήθειας», κ.λπ.
Από την άλλη, η υπάρχουσα κατάσταση αξιοποιείται και από την ηγεσία της Ρωσίας, η οποία με τη σειρά της ρίχνει την ευθύνη στις δυτικές κυρώσεις και ζητά την άρση τους.
Χαρακτηριστική είναι εδώ η τηλεφωνική επικοινωνία που είχε προ ημερών ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλ. Πούτιν, με τον Τούρκο ομόλογό του, Ρ. Τ. Ερντογάν, κατά την οποία επιβεβαίωσε την ετοιμότητα της ρωσικής πλευράς να εξαγάγει λιπάσματα και τρόφιμα εάν αρθούν οι κυρώσεις. Η σχετική ανακοίνωση του Κρεμλίνου ανέφερε με νόημα: «Υπό το πρίσμα των προβλημάτων στην παγκόσμια αγορά τροφίμων που προέκυψαν ως συνέπεια της ασύνετης χρηματοπιστωτικής και οικονομικής πολιτικής των δυτικών κρατών, επιβεβαιώθηκε ότι η Ρωσία μπορεί να εξαγάγει σημαντικούς όγκους λιπασμάτων και γεωργικών προϊόντων σε περίπτωση άρσης των σχετικών αντιρωσικών κυρώσεων».
Εν μέσω «διασταυρούμενων πυρών» μεταξύ Δύσης - Ρωσίας βρίσκονται δεκάδες αφρικανικές χώρες. Ο προεδρεύων της Αφρικανικής Ενωσης και Πρόεδρος της Σενεγάλης, Μάκι Σαλ, μιλώντας στις αρχές της βδομάδας σε τηλεδιάσκεψη με τους Ευρωπαίους ηγέτες για το θέμα της επισιτιστικής κρίσης, εξέφρασε την ανησυχία των χωρών της Αφρικής για τις παράπλευρες συνέπειες σε αυτόν τον τομέα εξαιτίας των κυρώσεων που αποκλείουν τις ρωσικές τράπεζες από το διεθνές σύστημα SWIFT. Ο ίδιος συναντήθηκε την Παρασκευή στο Σότσι της Ρωσίας με τον Βλ. Πούτιν, καταγγέλλοντας ξανά τις κυρώσεις κατά της Μόσχας.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ρόλο μεσάζοντα διεκδικούν δυνάμεις όπως η Τουρκία, ο γγ του ΟΗΕ, Αντ. Γκουτέρες, έχει ξεκινήσει «επαφές» με τη Ρωσία, την Ουκρανία, την Τουρκία, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, ενώ αναφέρει ότι «δεν υπάρχει αποτελεσματική λύση στην επισιτιστική κρίση χωρίς την επανένταξη της παραγωγής τροφίμων της Ουκρανίας, καθώς και των τροφίμων και των λιπασμάτων που παράγονται από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία στην παγκόσμια αγορά παρά τον πόλεμο».
Δ. Ορφ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου