1922: Εφημερίδες
Όταν οι ντόπιοι έβγαζαν την σκατοψυχιά τους σε φουκαράδες που έφταναν στα νησιά του Αιγαίου.
«Τουρκόσποροι» και «λαθροεισβολείς»
Όταν Έλληνες πυρπολούσαν προσφυγικούς καταυλισμούς Μικρασιατών και Ποντίων |
«Φύγε θα σε φάει ο πρόσφυγας»
1922 Πρόσφυγες Θεσσαλονίκη
Η Διαλεχτής Μεντεκίδου από την Τραπεζούντα, θυμόταν
χαρακτηριστικά ότι για χρόνια οι ντόπιοι φοβέριζαν τα παιδιά τους ότι «θα έρθει ο πρόσφυγας να τα πάρει»,
λέγοντας μάλιστα «φύγε θα σε φάει ο
πρόσφυγας» ή «παλιοπρόσφυγοι που δεν σας έσφαξαν οι Τούρκοι».
Από το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού Καλαμαριάς.
1922 Πρόσφυγες Θεσσαλονίκη
Οι «παστρικές»
«Τον Απρίλιο του 1923 στο Τεκελί, τη σημερινή Σίνδο, 20 περίπου χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, ο πρόσφατα εγκατεστημένος γεωργός Νικόλαος Παπαδόπουλος από τις Σαράντα Εκκλησιές κατήγγειλε ότι όταν ο ίδιος και η οικογένειά του επιχείρησαν να γιορτάσουν τη μέρα του Πάσχα μαζί με τους ντόπιους, ντόπιοι έδειραν τα παιδιά του, τον γιο του, την κόρη του, και τον ίδιο και τους εξύβρισαν με τις λέξεις, «ρουφιάνοι, πρόστυχοι, πρόσφυγες με τις π....ς τις γυναίκες σας». «Δεν επέτρεψαν ημάς τους πρόσφυγας να χορεύουμε» είναι τα λόγια του, ενώ το περιστατικό εντοπίζεται στο Αρχείο Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, στη δικαστική απόφαση 6037 της 17ης Σεπτεμβρίου 1923 ως έφεση προηγούμενης απόφασης του πταισματοδικείου.
Ποίημα
«HOME» - «ΣΠΙΤΙ»
«Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του,
εκτός αν πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
τρέχεις προς τα σύνορα μόνο όταν βλέπεις
ολόκληρη την πόλη να τρέχει κι εκείνη
με την ανάσα ματωμένη στο λαιμό τους
το αγόρι που ήταν συμμαθητής σου
που σε φιλούσε μεθυστικά πίσω από το παλιό εργοστάσιο τσίγκου
κρατά ένα όπλο μεγαλύτερο από το σώμα του
αφήνεις την πατρίδα
μόνο όταν η πατρίδα δε σε αφήνει να μείνεις
κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγά
φωτιά κάτω απ΄ τα πόδια σου
ζεστό αίμα στην κοιλιά σου
δεν είναι κάτι που φαντάστηκες ποτέ ότι θα έκανες
μέχρι που η λεπίδα χαράζει απειλές στο λαιμό σου
και ακόμα και τότε ψέλνεις τον εθνικό ύμνο
ανάμεσα στα δόντια σου
και σκίζεις το διαβατήριό σου σε τουαλέτες αεροδρομίων
κλαίγοντας καθώς κάθε μπουκιά χαρτιού
δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να γυρίσεις
πρέπει να καταλάβεις
ότι κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα
εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά
κανένας δεν καίει τις παλάμες του
κάτω από τρένα, ανάμεσα από βαγόνια
κανένας δεν περνά μέρες και νύχτες στο στομάχι ενός φορτηγού
τρώγοντας εφημερίδες
εκτός αν τα χιλιόμετρα που ταξιδεύει
σημαίνουν κάτι παραπάνω από ένα ταξίδι.
κανένας δε σέρνεται
κάτω από φράχτες
κανένας δε θέλει να τον δέρνουν
να τον λυπούνται
κανένας δε διαλέγει τα στρατόπεδα προσφύγων
ή τον πλήρη σωματικό έλεγχο σε σημεία
όπου το σώμα σου πονούσε
ή τη φυλακή,
επειδή η φυλακή είναι ασφαλέστερη
από μια πόλη που φλέγεται
και ένας δεσμοφύλακας το βράδυ
είναι προτιμότερα από ένα φορτηγό
γεμάτο άντρες που μοιάζουν με τον πατέρα σου
κανένας δε θα το μπορούσε
κανένας δε θα το άντεχε
κανένα δέρμα δε θα ήταν αρκετά σκληρό
για να ακούσει τα:
γυρίστε στην πατρίδα σας μαύροι
πρόσφυγες
βρωμομετανάστες
ζητιάνοι ασύλου
που ρουφάτε τη χώρα μας
αράπηδες με τα χέρια απλωμένα
μυρίζετε περίεργα
απολίτιστοι
κάνατε λίμπα τη χώρα σας και τώρα θέλετε
να κάνετε και τη δική μας
πώς δε δίνουμε σημασία
στα λόγια
στα άγρια βλέμματα
ίσως επειδή τα χτυπήματα είναι πιο απαλά
από το ξερίζωμα ενός χεριού ή ποδιού
ή τα λόγια είναι πιο τρυφερά
από δεκατέσσερις άντρες
ανάμεσα στα πόδια σου
ή οι προσβολές είναι πιο εύκολο
να καταπιείς
από τα χαλίκια
από τα κόκαλα
από το κομματιασμένο κορμάκι του παιδιού σου
θέλω να γυρίσω στην πατρίδα
αλλά η πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
πατρίδα είναι η κάνη ενός όπλου
και κανένας δε θα άφηνε την πατρίδα
εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγούσε μέχρι τις ακτές
εκτός αν η πατρίδα σού έλεγε να τρέξεις πιο γρήγορα
να αφήσεις πίσω τα ρούχα σου
να συρθείς στην έρημο
να κολυμπήσεις ωκεανούς
να πνιγείς
να σωθείς
να πεινάσεις
να εκλιπαρήσεις
να ξεχάσεις την υπερηφάνεια
η επιβίωσή σου είναι πιο σημαντική
κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα είναι
μια ιδρωμένη φωνή στο αυτή σου
που λέει
φύγε
τρέξε μακριά μου τώρα
δεν ξέρω τι έχω γίνει
αλλά ξέρω ότι οπουδήποτε αλλού
θα είσαι πιο ασφαλής απ΄ ό,τι εδώ»
Ποίημα της Κενυάτισσας ποιήτριας Ουαρσάν Σάιρ. Ο τίτλος του «HOME» - «ΣΠΙΤΙ».
*18 Δεκεμβρίου: Παγκόσμια Μέρα Μετανάστευσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου