Το ποίημα αυτό είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό της ΕΠΟΝ, «Νέα Γενιά», στη σελίδα 11 του τεύχους 60/1945. Γράφτηκε από τον Νίκο Μαραγκουδάκη που ήταν μέλος της λογοτεχνικής ομάδας της ΕΠΟΝ. Είχε γνωρίσει ξαναδημοσίευση στην εφημερίδα της Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας, “ΝΕΟΣ ΜΑΧΗΤΗΣ”, στο φύλλο 1 της 6.12.47.
Η απαγγελία πραγματοποιήθηκε κάποια μέρα του Δεκέμβρη, στην κεντρική πλατεία Χαλανδρίου, υπό τους ήχους του Σοβιετικού Σεργκέι Προκόφιεφ, στη δημιουργία «Χορός των Ιπποτών».
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ
Σ’ ευχαριστώ ψηλό βουνό, που μες στην αγκαλιά σου
με δέχτηκες φιλόξενα σα στοργικός πατέρας.
Τι να την κάνω τη ζωή κάτω στο σκλάβο κάμπο;
Πικρό στο στόμα το ψωμί και το νερό φαρμάκι,
μαυροντυμένα τα δεντρά και το τραγούδι κλάμα.
Σ’ ευχαριστώ ψηλό βουνό, που μούδωσες ελπίδα.
Οι στάνες σου με θρέψανε, τα δέντρα σου, τα χόρτα.
Με δρόσισαν τα ρυάκια σου, με σκέπασε η σπηλιά σου.
Περήφανα τα ελάτια σου, χαρίζουν τη δροσιά τους
στ’ αγρίμια, στα πετούμενα και τους καταδιωγμένους.
Χίλιες φορές χιλιόχρονο δεν ένιωσες ποτές σου
την καταφρόνια του ραγιά, δε λύγισες το γόνα.
Θέλω να ζήσω λεύτερος, αδέρφι με τ’ αγρίμια.
Δώσε βουνό στο σώμα μου τη λεβεντιά του ελάτου,
κι άκακη σαν τα πρόβατα που βόσκουν στις πλαγιές σου
κάν’ την ψυχή μου, να μπορεί να κυβερνάει το μίσος
που η αδικιά το θέριεψε, και δώσε στην καρδιά μου
του καταρράχτη την ορμή, της πυρκαγιάς τη φλόγα,
του ντουφεκιού μου τη βροντή κάν’ την αστροπελέκι,
για να λουφάξει ο τύραννος και να ξυπνήσει ο σκλάβος.
Λεύτερα σεις αγρίμια μου τα δόντια σας τροχίστε
και σεις πυκνά χιονόδεντρα σφίξετε τα κλαδιά σας
να μην πατήσει ο τύραννος το λεύτερό σας χώμα.
Κι όταν θε νάρθει η Άνοιξη και λυώσουνε τα χιόνια
και θα φυσήξει δροσερό της λευτεριάς τ’ αγέρι
αητέ μου δος μου τα φτερά κι ελάφι μου τα πόδια
και ρεματιά μου την ορμή για να χυθώ στον κάμπο
να δώσω βόλι στο φονιά και λευτεριά στο σκλάβο.
Παναγιώτης Μανιάτης
Η απαγγελία πραγματοποιήθηκε κάποια μέρα του Δεκέμβρη, στην κεντρική πλατεία Χαλανδρίου, υπό τους ήχους του Σοβιετικού Σεργκέι Προκόφιεφ, στη δημιουργία «Χορός των Ιπποτών».
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ
Σ’ ευχαριστώ ψηλό βουνό, που μες στην αγκαλιά σου
με δέχτηκες φιλόξενα σα στοργικός πατέρας.
Τι να την κάνω τη ζωή κάτω στο σκλάβο κάμπο;
Πικρό στο στόμα το ψωμί και το νερό φαρμάκι,
μαυροντυμένα τα δεντρά και το τραγούδι κλάμα.
Σ’ ευχαριστώ ψηλό βουνό, που μούδωσες ελπίδα.
Οι στάνες σου με θρέψανε, τα δέντρα σου, τα χόρτα.
Με δρόσισαν τα ρυάκια σου, με σκέπασε η σπηλιά σου.
Περήφανα τα ελάτια σου, χαρίζουν τη δροσιά τους
στ’ αγρίμια, στα πετούμενα και τους καταδιωγμένους.
Χίλιες φορές χιλιόχρονο δεν ένιωσες ποτές σου
την καταφρόνια του ραγιά, δε λύγισες το γόνα.
Θέλω να ζήσω λεύτερος, αδέρφι με τ’ αγρίμια.
Δώσε βουνό στο σώμα μου τη λεβεντιά του ελάτου,
κι άκακη σαν τα πρόβατα που βόσκουν στις πλαγιές σου
κάν’ την ψυχή μου, να μπορεί να κυβερνάει το μίσος
που η αδικιά το θέριεψε, και δώσε στην καρδιά μου
του καταρράχτη την ορμή, της πυρκαγιάς τη φλόγα,
του ντουφεκιού μου τη βροντή κάν’ την αστροπελέκι,
για να λουφάξει ο τύραννος και να ξυπνήσει ο σκλάβος.
Λεύτερα σεις αγρίμια μου τα δόντια σας τροχίστε
και σεις πυκνά χιονόδεντρα σφίξετε τα κλαδιά σας
να μην πατήσει ο τύραννος το λεύτερό σας χώμα.
Κι όταν θε νάρθει η Άνοιξη και λυώσουνε τα χιόνια
και θα φυσήξει δροσερό της λευτεριάς τ’ αγέρι
αητέ μου δος μου τα φτερά κι ελάφι μου τα πόδια
και ρεματιά μου την ορμή για να χυθώ στον κάμπο
να δώσω βόλι στο φονιά και λευτεριά στο σκλάβο.
Παναγιώτης Μανιάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου