Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2020

Η κατάσταση για υγειονομικούς και ασθενείς ξεπέρασε το «σημείο βρασμού»

Ενδεικτική η εικόνα από τον «Ευαγγελισμό», που μεταφέρει στον «Ριζοσπάστη» η Νάγια Ρενδούμη, ειδικευόμενη Παθολογίας στο νοσοκομείο και μέλος της Σωματειακής Επιτροπής ειδικευόμενων γιατρών

Σε πλήρη αντιδιαστολή με το κάλπικο αφήγημα της κυβέρνησης ότι το ΕΣΥ είναι «πλήρως θωρακισμένο και έτοιμο να αντιμετωπίσει το δεύτερο κύμα της πανδημίας», η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία, ειδικά στην Αττική, γίνεται ολοένα και πιο εκρηκτική, εκθέτοντας τα κυβερνητικά στελέχη που ισχυρίζονται ότι «οι δομές των νοσοκομείων απέχουν πολύ ακόμα από τα όριά τους». Ο «Ριζοσπάστης» συζήτησε με την Νάγια Ρενδούμη, ειδικευόμενη Παθολογίας στον «Ευαγγελισμό», μέλος της Σωματειακής Επιτροπής ειδικευόμενων γιατρών, η οποία μας δίνει μια εικόνα της κατάστασης στο νοσοκομείο μετά από 8 μήνες λειτουργίας σε συνθήκες πανδημίας. Η πραγματικότητα που περιγράφει είναι αυτή που ζούνε και οι χιλιάδες άλλοι υγειονομικοί στα νοσοκομεία της Αττικής και όχι μόνο.

Ο κερδισμένος χρόνος έγινε ...ατμός

«Ηδη από το πρώτο κύμα της πανδημίας είχαν γίνει φανερές σε ευρύτατο τμήμα της κοινής γνώμης οι ελλείψεις των νοσοκομείων. Φανταστήκαμε τότε ότι με την εφαρμογή του γενικού lockdown η κυβέρνηση θα αξιοποιούσε το χρόνο που κερδήθηκε για την καλύτερη προετοιμασία όλων των δομών του συστήματος δημόσιας Υγείας στους μήνες που μεσολάβησαν, μέχρι το επόμενο κύμα, μιας που, μάλιστα, πολλά αναδείξαμε οι μαχόμενοι υγειονομικοί με τις κινητοποιήσεις μας», λέει η συνδικαλίστρια υγειονομικός και συνεχίζει:

«Παρ' όλα αυτά, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι τα νοσοκομεία λειτουργούν σήμερα με μεγαλύτερες ελλείψεις, ειδικά όσον αφορά το προσωπικό και τον εξοπλισμό τους, μπαίνοντας στο δεύτερο κύμα της πανδημίας. Μετά την επιστροφή της λειτουργίας των νοσοκομείων σε πιο "κανονικές" συνθήκες στο τέλος της άνοιξης, γίναμε μάρτυρες μιας κατάστασης γενικευμένης επιβάρυνσης της υγείας του πληθυσμού (αύξηση της νοσηρότητας, επιπλοκές πολλές φορές μη αντιμετωπίσιμες).

Λόγω της αδυναμίας των ασθενών να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες Υγείας και επαφή με τους γιατρούς τους, έφταναν πλέον στα Τμήματα Επειγόντων με απορυθμισμένα τα χρόνια νοσήματά τους, με αδιάγνωστα νοσήματα των οποίων τα συμπτώματα είχαν ξεκινήσει δυο και τρεις μήνες νωρίτερα, συνολικά με παραμελημένη και σε πολλές περιπτώσεις βαρύτατη τη γενικότερη κατάσταση της υγείας τους».

Σχέδιο «πλημμύρα» στο έδαφος των μεγάλων ελλείψεων

Για το «σχεδιασμό» που υλοποιείται το τελευταίο διάστημα, με τον εκ νέου προσανατολισμό των νοσοκομείων αναφοράς να ρίχνουν όλο το βάρος στη νοσηλεία των ασθενών με κορονοϊό και να μετατρέπονται σε νοσοκομεία μιας νόσου, η συνδικαλίστρια επισημαίνει ότι «είναι λες και εθελοτυφλούμε για όλα τα υπόλοιπα νοσήματα υγείας».

Ειδικά για τον «Ευαγγελισμό», που αποτελεί νοσοκομείο αναφοράς για τον κορονοϊό, αλλά και νοσοκομείο που προσφέρει εξειδικευμένες υπηρεσίες Υγείας, η Νάγια Ρενδούμη μάς περιγράφει ότι «κλινικές έκλεισαν (π.χ. Ουρολογική) ή συγχωνεύτηκαν (π.χ. Καρδιοχειρουργικό τμήμα) προκειμένου να βρεθούν ο χώρος και οι κλίνες για να νοσηλεύονται οι ασθενείς που πάσχουν από κορονοϊό, με παράλληλη μετακίνηση γιατρών άλλων τμημάτων (παθολόγοι, πνευμονολόγοι, νευρολόγοι, αιματολόγοι, δερματολόγοι κ.ά.) για να στελεχωθούν τα τμήματα νοσηλείας Covid-19 που δημιουργήθηκαν, αφήνοντας όπως ήταν επόμενο "τρύπες" στις κλινικές από όπου μετακινήθηκαν και δημιουργώντας συνθήκες υπερεφημέρευσης των γιατρών και περαιτέρω εντατικοποίησης της εργασίας τους. Ας ξεκαθαρίσουμε, επίσης, ότι οι περιβόητες "αθρόες" προσλήψεις αφορούσαν επικουρικούς νοσηλευτές κυρίως (δηλαδή συμβασιούχους συναδέλφους με ημερομηνία λήξης και λειψά δικαιώματα). Οσο για τους επικουρικούς γιατρούς, αυτοί ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία παρατασιακοί ειδικευόμενοι, οπότε μηδέν προσθήκη!».

Την κατάσταση επιβαρύνει το γεγονός ότι «πολλές από τις γενικές κλίνες ΜΕΘ (για διάφορα νοσήματα) του νοσοκομείου μετατράπηκαν σε κλίνες ΜΕΘ για ασθενείς με κορονοϊό, ενώ μειώθηκαν κατά μεγάλο ποσοστό τα χειρουργεία όλων των ειδικοτήτων που διενεργούνται, με μετακίνηση και πάλι νοσηλευτικού και λοιπού παραϊατρικού προσωπικού για τις ανάγκες των τμημάτων Covid-19 αλλά και των ΜΕΘ.

Από την εμπειρία της προηγούμενης περιόδου, προκύπτει ότι ασφαλώς θα υπάρξει τεράστια αναμονή ακόμα και για επείγοντα χειρουργεία (π.χ. καρδιοχειρουργικά, ογκολογικά, κ.ά.). Επομένως, όσοι ασθενείς "αντέχουν" οικονομικά θα στραφούν στον ιδιωτικό τομέα, ενώ για όσους δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, το μέλλον της υγείας τους - αν μη τι άλλο - δεν προδιαγράφεται ευνοϊκό. Συγχρόνως, αν σκεφτούμε ότι οι κλίνες ΜΕΘ ήταν ήδη ανεπαρκείς (αριθμούν λιγότερες από 1.000, την ώρα που με βάση τα στοιχεία του ΠΟΥ αντιστοιχούν 3.500 για τον πληθυσμό της χώρας), γίνεται εύκολα αντιληπτό τι θα επακολουθήσει όταν πολλές εξ αυτών δεσμεύονται».

Οπως σημειώνει η συνδικαλίστρια, «ακόμα και σε αυτές τις συνθήκες, όπου αποτελεί ζωτική ανάγκη το άνοιγμα περισσότερων κλινών ΜΕΘ με τον αναγκαίο εξοπλισμό και προσωπικό, η κυβέρνηση με την πρόσφατη ΚΥΑ επιλέγει να προσφέρει "πελατεία" και "ζεστό" χρήμα μέσω των ασφαλιστικών ταμείων στις ιδιωτικές κλινικές, για τις κλίνες ΜΕΘ που θα προσφέρουν και τα χειρουργεία που θα πραγματοποιηθούν σε αυτές, αντί να επιτάξει όλες τις δομές του ιδιωτικού τομέα και να τις εντάξει στο σχεδιασμό του δημόσιου συστήματος Υγείας».

Εκτεθειμένοι στον ιό υγειονομικοί και ασθενείς

Δίνοντας την εικόνα για τους κινδύνους από τη λειτουργία του συστήματος πάνω από τα όρια σε συνθήκες πανδημίας, η ειδικευόμενη γιατρός του «Ευαγγελισμού» μάς λέει: «Από το πρώτο κύμα της πανδημίας, με βάση επίσημα στοιχεία, περίπου 15% των κρουσμάτων εκτέθηκαν σε δομές Υγείας, με βάση την ιχνηλάτηση. Φυσικά αυτό δεν αφορά μόνο την έκθεση των υγειονομικών, αλλά αφορά επίσης ασθενείς και συνοδούς ασθενών.

Εντός του τελευταίου 15ημέρου, που υπάρχει μεγάλη άνοδος των κρουσμάτων, κατ' επέκταση και των εισαγωγών στα νοσοκομεία, η κατάσταση που επικρατεί σε σχέση με τα μέτρα προστασίας μέσα στα νοσοκομεία, μόνο ως ανεπαρκής - και σκοπίμως καθησυχαστική - μπορεί να περιγραφεί, καθώς υπάρχει μια πεισματική άρνηση από τις περισσότερες διοικήσεις για μαζικό και επαναλαμβανόμενο έλεγχο του συνόλου του προσωπικού των νοσοκομείων. Απόδειξη αποτελούν τα αυξανόμενα κρούσματα σε γιατρούς, νοσηλευτές, αλλά και συνολικά σε όλους τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία».

Το παράδειγμα του «Ευαγγελισμού» είναι χαρακτηριστικό: «Ακούμε τις ανορθόδοξες οδηγίες ότι "εφόσον φορούν και ο υγειονομικός και ο ασθενής (που τελικά αποδείχτηκε θετικός στον κορονοϊό) απλή μάσκα, οι πιθανότητες είναι απειροελάχιστες", οπότε μπορούμε να κοιμόμαστε όλοι ήσυχοι. Μα τότε, όταν καλούμαστε να εξετάσουμε και να νοσηλεύσουμε τους τεκμηριωμένα θετικούς για ποιο λόγο να ντυνόμαστε με ολόκληρη την ειδική στολή, τις ειδικές μάσκες, τα γάντια, τα γυαλιά κ.λπ.;

Οσον αφορά την καραντίνα, σε όσους εργαζόμενους τελικά χορηγηθεί, σε περιπτώσεις δηλαδή που η έκθεση ήταν τόσο απροκάλυπτη που δεν γίνεται να κλείσουμε τα μάτια, κυμαίνεται από τριήμερη έως το πολύ πενθήμερη, κατά παράβαση και πάλι των γενικότερων επιστημονικών δεδομένων και πρωτοκόλλων.

Και σαν να μην ήταν αυτά αρκετά, από την πλευρά της διοίκησης αντί να δούμε έμπρακτη προσπάθεια, με βάση τις αρμοδιότητές της, να συνδράμει το έργο των υγειονομικών και να οργανώσει καλύτερα την αντιμετώπιση της πανδημίας και των προβλημάτων που υπάρχουν στο νοσοκομείο, εισπράττουμε μια στάση με αλλεπάλληλες απειλές, εκβιασμούς και ποινές μη τυχόν και αναδειχτούν οι ελλείψεις και τα κενά και "χαλάσει" η εικόνα που θέλει να προβάλει».

Να ικανοποιήσει τώρα η κυβέρνηση τα αιτήματά μας

«Είναι γεγονός, όμως, πως οι υγειονομικοί δουλεύουν σε μαζικούς χώρους εργασίας (όπως και πολλοί ακόμα εργαζόμενοι), για να μεταβούν στη δουλειά τους στοιβάζονται στα ασφυκτικά γεμάτα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και κάποιοι έχουν παιδιά που πηγαίνουν στα σχολεία με τις τάξεις των άνω των 25 μαθητών», μας λέει η συνδικαλίστρια και καταλήγει:

«Επειδή προφανώς η λύση δεν είναι να μειωθούν κι άλλο οι ήδη περιορισμένες λειτουργίες των νοσοκομείων ή να δοθούν ακόμα περισσότερα "μπόνους" στον ιδιωτικό τομέα για επιπλέον υπηρεσίες, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, καθίσταται επιτακτικά αναγκαία η κάλυψη του συνόλου των αιτημάτων του υγειονομικού κινήματος.

Δεν γίνεται να συνεχίσουμε να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας με αξιοπρέπεια και ασφάλεια για τους ασθενείς μας και για μας τους ίδιους χωρίς άμεσες μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και παράλληλη μονιμοποίηση του συνόλου των συμβασιούχων, άνοιγμα νέων κλινών ΜΕΘ, διενέργεια προληπτικών και επαναλαμβανόμενων τεστ στους υγειονομικούς και επίταξη - καθαρή, χωρίς ενοίκια και δώρα στους κλινικάρχες - όλων των απαιτούμενων από τις συνθήκες δομών (κλινών ΜΕΘ, χειρουργείων, εργαστηρίων) του ιδιωτικού τομέα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου