Κατατέθηκε για δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, στο οποίο περιγράφονται οι προϋποθέσεις παραγωγής, εξαγωγής και διάθεσης προϊόντων «φαρμακευτικής» κάνναβης με THC άνω του 0,2%. Το σχέδιο νόμου συμπληρώνουν η ΚΥΑ 68/14304 που δημοσιεύτηκε τον Γενάρη, με την οποία αλλάζει το νομικό καθεστώς παραγωγής και της βιομηχανικής κάνναβης, καθώς και η απόφαση 1033/364487 του Δεκέμβρη σχετικά με τις προϋποθέσεις χορήγησης επιδότησης για τις καλλιέργειες κάνναβης στη χώρα μας.
Τα παραπάνω κείμενα αποτελούν συνέχεια του νομοθετικού έργου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με προσαρμογές που επιτάσσουν οι ανάγκες αύξησης της καπιταλιστικής κερδοφορίας στον συγκεκριμένο κλάδο, για τον οποίο οικονομικά επιτελεία εντός και εκτός ΕΕ εκτιμούν πως αποτελεί έναν ραγδαία αναπτυσσόμενο, ακμάζοντα και επικερδή κλάδο στην παγκόσμια βιομηχανία.
Μόνο στην Ευρώπη υπολογίζεται ότι μέχρι το 2028 τα κέρδη από την κάνναβη θα φτάσουν τα 115 δισ., εκ των οποίων τα 55,2 δισ. θα αφορούν επενδύσεις στη «φαρμακευτική», τα 60,3 δισ. στην ευφορική της χρήση και τα 180 εκατ. στη βιομηχανική κάνναβη, καθιστώντας την ευρωπαϊκή αγορά την πιο κερδοφόρα στον κόσμο.
Εντάσσονται στις συνολικότερες προσπάθειες των αστικών κρατών για διευκόλυνση της αγοράς κάνναβης, που με ιδιαίτερη ένταση παρατηρούνται τον τελευταίο χρόνο, μεταξύ των οποίων: Η απόφαση του ΟΗΕ για αφαίρεση της κάνναβης από το παράρτημα 4 της Διεθνούς Ενιαίας Σύμβασης για τα Ναρκωτικά, η αφαίρεση του CBD από τη λίστα ναρκωτικών και η αύξηση σε 0,3% του ορίου περιεκτικότητας THC της βιομηχανικής κάνναβης στην ΕΕ, η επερχόμενη αποποινικοποίηση της χρήσης κάνναβης σε ομοσπονδιακό επίπεδο στις ΗΠΑ, η μη αναστολή λειτουργίας των καταστημάτων πώλησης κάνναβης κατά τη διάρκεια των lockdown κ.ά.
Τα παραπάνω φανερώνουν πως η κάνναβη αποδεικνύεται τομέας της καπιταλιστικής οικονομίας που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στη διοχέτευση λιμνάζοντος κεφαλαίου και στη διεύρυνση της αναπαραγωγής του, ειδικά μπροστά στη νέα καπιταλιστική κρίση.
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης έρχεται για να ενδυναμώσει την παραγωγική δραστηριότητα και τις εξαγωγικές δυνατότητες της «φαρμακευτικής» κάνναβης, η οποία προσελκύει έντονα το επενδυτικό ενδιαφέρον.
Αλλωστε, η Ελλάδα έχει επιλεχθεί από τα μονοπώλια ως χώρα που μπορεί να γίνει βασικός παραγωγός κάνναβης λόγω των κλιματολογικών της συνθηκών, του φθηνού εργατικού δυναμικού, αλλά και της γεωγραφικής της θέσης, η οποία βοηθά τόσο στη διαμετακόμιση όσο και στον ανταγωνισμό με την παράνομη καλλιέργεια, που για την Ευρώπη συγκεντρώνεται στα Βαλκάνια.
Τα καινούρια στοιχεία του νομοσχεδίου είναι ότι απελευθερώνεται το όριο περιεκτικότητας σε THC των προϊόντων που προορίζονται για εξαγωγή, καθώς και ότι πλέον ο ΕΟΦ θα μπορεί να εγκρίνει προϊόντα κάνναβης με περιεκτικότητα άνω του 0,2% σε THC για εγχώρια ιατρική χρήση.
Οπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στο νομοσχέδιο, τα προϊόντα που θα εγκρίνει ο ΕΟΦ και προορίζονται για εξαγωγή «εξάγονται... ανεξαρτήτως των θεραπευτικών ενδείξεών τους». Δηλαδή, ο ΕΟΦ θα βαφτίζει «φάρμακο» οτιδήποτε εξάγεται για χάρη των κερδών των επενδυτών.
Δεν γίνεται δε κανένας λόγος για την παρακολούθηση των αντενδείξεων, για φαρμακο-επαγρύπνηση και τις υπόλοιπες αναγκαίες διαδικασίες ελέγχου ποιότητας, όπως ορίζει η κυκλοφορία φαρμακευτικών προϊόντων και, φυσικά, παρά το γεγονός ότι η κάνναβη με THC άνω του 0,2% έχει ψυχοτρόπο δράση, δεν θα απαιτείται η γνώμη της Επιτροπής Ναρκωτικών, όπως ίσχυε και με τον νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η αδειοδότηση προϊόντων εξαγωγής θα γίνεται με τις ελάχιστες δυνατές προϋποθέσεις στα πρότυπα της διαδικασίας που ισχύει για τα γενόσημα, ενώ το κόστος της άδειας παραγωγής/εγκατάστασης θα ανέρχεται στο ...«αστρονομικό» ποσό των 2.500 ευρώ και κάτι ψιλά. Ακόμα, το νομοσχέδιο απαγορεύει την εισαγωγή πρώτων υλών, ουσιών και πολλαπλασιαστικού υλικού ποικιλιών κάνναβης περιεκτικότητας άνω του 0,2%, προστατεύοντας έτσι την εγχώρια παραγωγή.
Παράλληλα, με τις δύο ακόμα τελευταίες αποφάσεις, υποβοηθείται άμεσα η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της υποχρέωσης σύναψης συμβάσεων με μεταποιητικές/εμπορικές επιχειρήσεις ή ιδίας κατοχής τους από τους καλλιεργητές, ώστε η παραγωγή να θεωρείται αφενός νόμιμη και αφετέρου να δικαιούται τις παχυλές επιδοτήσεις των προγραμμάτων ΕΣΠΑ (βιοποικιλότητα ΚΑΠ, «πράσινη» ανάπτυξη) και του πρόσφατου αναπτυξιακού νόμου. Στην ουσία δηλαδή, προωθούνται οι πλήρως καθετοποιημένες μονάδες παραγωγής.
Ταυτόχρονα, η ΚΥΑ αφαιρεί τη δυνατότητα σε όσους έχουν λάβει έγκριση παραγωγής «φαρμακευτικής» κάνναβης να καλλιεργήσουν και βιομηχανική, ανακαλώντας όσες άδειες έχουν ήδη δοθεί.
Με αυτόν τον τρόπο «ξεκαθαρίζει» τον κλάδο για τα μονοπώλια, προμοτάροντας την καλλιέργεια κάνναβης για «φαρμακευτική» χρήση, που σε αυτή τη φάση έχει τα μεγαλύτερα ποσοστά εγγυημένης κερδοφορίας στην Ευρώπη και ανταγωνίζεται σκληρά καναδικά και αμερικανικά μονοπώλια, πολλά από τα οποία έχουν επενδύσει και στο έδαφός της.
Οπως φαίνεται, η κάνναβη, ως ανερχόμενη καλλιέργεια στην Ελλάδα, μπορεί να συνδράμει το μεγάλο κεφάλαιο ώστε η αγροτική παραγωγή να ενσωματώνεται στο εμποροβιομηχανικό και τραπεζικό κεφάλαιο. Δεν είναι τυχαίο που σήμερα τα 35 μεγαλύτερα μονοπώλια κάνναβης έχουν συνολική κεφαλαιοποίηση αγοράς αξίας 56,5 δισ. και πάνω από 20.000 εργαζόμενους, ούτε το γεγονός ότι στην παραγωγή και βιομηχανία κάνναβης έχουν μπει για τα καλά κολοσσοί του κλάδου τροφίμων - ποτών π.χ. «NESTLE», φαρμακευτικά μονοπώλια κ.ά.
Καταρρίπτεται λοιπόν πανηγυρικά ο μύθος που προβαλλόταν τα προηγούμενα χρόνια, ότι δήθεν η κάνναβη αποτελεί μία καινοτόμο, προσοδοφόρο καλλιέργεια, διέξοδο για τους μικρομεσαίους αγρότες. Για αυτούς απομένει το «τυράκι» των ΚΟΙΝΣΕΠ, που πολύ εύκολα μπορούν να εξαγοραστούν από μεγαθήρια, όπως συνέβη με τον ολλανδική «Bedrocan», η οποία εξαγόρασε τις διάσπαρτες μικρές μονάδες παραγωγής σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και αυτήν τη στιγμή καθορίζει τις τιμές στη «φαρμακευτική» κάνναβη.
Σε άλλη περίπτωση, μπορούν να προμηθεύουν με πρώτες ύλες μεγάλες βιομηχανίες, μην ξεφεύγοντας δηλαδή από το βασικό πρόβλημα, το αβάστακτο κόστος παραγωγής που καθιστά αβέβαιο και το αν θα επιλεχθούν τελικά ως προμηθευτές. Ηδη στη χώρα μας, τον Απρίλη του 2020 η «ΒΙΟΜΕΚΑΝ» που εδρεύει στη Λάρισα έριξε «κανόνι» 1 εκατ. ευρώ στους καλλιεργητές - προμηθευτές της, έχοντας λάβει άδεια για να ανοίξει δικό της τμήμα καλλιέργειας.
Το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται σταδιακά να ολοκληρωθεί η νομιμοποίηση της «φαρμακευτικής» κάνναβης σε όλη την ΕΕ. Το βλέμμα των μονοπωλίων όμως είναι ήδη στραμμένο στη νομιμοποίηση και της ευφορικής χρήσης, όπου έχει ήδη ψηφιστεί η ιατρική, συνεπώς θα υπάρξουν γρήγορα αλλαγές στην αξιοποίηση των υπαρχουσών καλλιεργειών κάνναβης, αφού δεν μιλάμε για κάποια ξεχωριστή ποικιλία του φυτού με «φαρμακευτικές» ιδιότητες. Αυτό το επιτάσσει ο ίδιος ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός.
Ηδη, στις πολιτείες των ΗΠΑ, όπου η ευφορική χρήση κάνναβης είναι νόμιμη, οι επενδύσεις στη χρήση κάνναβης ως ναρκωτικό παρουσιάζουν μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης από την επένδυση στην ιατρική χρήση της, ενώ υπολογίζεται πως η ομοσπονδιακή νομιμοποίηση στις ΗΠΑ θα αποφέρει φορολογικά έσοδα 13,7 δισεκατομμυρίων.
Η Ευρώπη έχει να ανταγωνιστεί ΗΠΑ, Καναδά, Ισραήλ και όλοι αυτοί μαζί τα μονοπώλια του παράνομου εμπορίου ναρκωτικών, που κρατούν πολύ χαμηλά τις τιμές και κόβουν πελατεία. Γι' αυτό σε αρκετές χώρες π.χ. Γαλλία, Γερμανία, Ην. Βασίλειο, το τελευταίο διάστημα γίνονται προτάσεις πλήρους νομιμοποίησης της κάνναβης μπροστά στη νέα καπιταλιστική κρίση.
Γίνεται λοιπόν καθαρό ότι η απελευθέρωση της καλλιέργειας κάνναβης, με όποιο πρόσχημα, δεν υπηρετεί καμία κοινωνική ανάγκη εκτός από τις ανάγκες των μονοπωλίων να επενδύσουν τα συσσωρευμένα τους κεφάλαια.
Στερεί σημαντικές παραγωγικές δυνατότητες, την ώρα μάλιστα που η Ελλάδα δεν έχει επάρκεια σε βασικά αγροτικά προϊόντα. Παράλληλα, αξιοποιεί τους αγρότες - που η ίδια η αντιλαϊκή πολιτική των αστικών κυβερνήσεων και της ΕΕ έσπρωξε στην ανέχεια - ως κρίκο μιας αλυσίδας που τελικά οδηγεί στην αύξηση της χρήσης ναρκωτικών.
Τα αποτελέσματα τέτοιου είδους νομοθετικών παρεμβάσεων, της υπερπροβολής και υπερπροσφοράς της κάνναβης ως «φάρμακου» ή πρώτης ύλης, η αναγωγή δευτερευουσών ιδιοτήτων σε κύριες, αλλά και η διαμόρφωση «θετικού πρόσημου» γύρω από τη χρήση της ως ναρκωτικού έχουν ήδη ανυπολόγιστο κοινωνικό κόστος. Στην ΕΕ σχεδόν οι μισοί από τους 16χρονους μαθητές κάνουν χρήση κάνναβης στις χώρες που είναι νόμιμη ή συνταγογραφείται ως «φαρμακευτικό» προϊόν, ενώ στη χώρα μας οι μισοί 16χρονοι θεωρούν ακίνδυνη τη δοκιμή της.
Το επόμενο διάστημα είναι βέβαιο ότι και στη χώρα μας θα ενταθούν οι προσπάθειες πλήρους αξιοποίησης της κάνναβης από το κεφάλαιο σε βάρος των νεανικών συνειδήσεων. Αυτήν τη βαρβαρότητα το ΚΚΕ και η ΚΝΕ θα την αντιπαλέψουν με όλες τους τις δυνάμεις.
Σοφίας ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗ*
Η Σοφία Σκλαβενίτη είναι μέλος του Τμήματος Κατά των Ναρκωτικών της ΚΕ του ΚΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου