ΑΝΟΙΓΜΑ ΣΧΟΛΕΙΩΝ
Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση και η άρνησή της να ικανοποιήσει τα αιτήματα γονιών και εκπαιδευτικών μεγαλώνουν την ανασφάλεια
και τα ερωτήματα
Οι
ανακοινώσεις του υπουργείου Παιδείας στις αρχές της βδομάδας για το άνοιγμα των
σχολείων και όλων των υπόλοιπων εκπαιδευτικών δομών όχι μόνο δεν καθησύχασαν
γονείς, εκπαιδευτικούς και μαθητές, στις πλάτες των οποίων φορτώνει ξανά η
κυβέρνηση την ασφαλή λειτουργία των σχολείων, αποθεώνοντας την «ατομική
ευθύνη», αλλά επέτειναν τα ερωτήματα και τις αγωνίες τους.
Το σχέδιο
της κυβέρνησης, που συνεχίζει να απορρίπτει τα δίκαια αιτήματα γονέων και
εκπαιδευτικών, είναι φανερό ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει τις αναγκαίες
προϋποθέσεις ώστε να μην υπάρχει συγχρωτισμός στα σχολεία, που λειτουργούν ήδη
με πολλά προβλήματα σε υποδομές και ελλείψεις σε προσωπικό.
Το υπουργείο
Παιδείας προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, ανακοινώνοντας αρχικά ότι ο
μέσος όρος των μαθητών ανά τάξη είναι πανελλαδικά στους 17 μαθητές και
αντίστοιχα 20 στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη). Σκόπιμα η
κυβέρνηση μπερδεύει τα νησιωτικά και ακριτικά σχολεία με τα πολυθέσια και
πολυπληθή σχολεία των πόλεων, για να κρύψει τις ευθύνες της πίσω από μέσους
όρους.
Ακόμα κι
έτσι, όμως, η πραγματικότητα την εκθέτει: Με βάση τα στοιχεία της περσινής
χρονιάς, το 57% των τμημάτων στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση
είχαν πάνω από 17 μαθητές και συνολικά το 74% των μαθητών έκαναν μάθημα σε
τμήματα με περισσότερα από 17 άτομα.
Ειδικά στην
Αττική, όπου καταγράφονται και τα περισσότερα κρούσματα του κορονοϊού
πανελλαδικά, τα ποσοστά αυτά ανεβαίνουν στο 77% και στο 85% αντίστοιχα,
αποκαλύπτοντας σε όλο της το μεγαλείο την κοροϊδία των «μέσων όρων» της
κυβέρνησης. Βέβαια, η κατάσταση αυτή δεν έπεσε από τον ουρανό.
Είναι
αποτέλεσμα της διαχρονικής πολιτικής υποχρηματοδότησης της Παιδείας, που
εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις, μεταξύ αυτών και η προηγούμενη κυβέρνηση του
ΣΥΡΙΖΑ, που με αφορμή τον κορονοϊό και τα ημίμετρα της ΝΔ ανακάλυψε τώρα
ξαφνικά τα τεράστια κενά στην Εκπαίδευση και τις ελλείψεις σε υποδομές.
Κρίσιμα
ερωτήματα
Αναπάντητο
παραμένει και το εξής ερώτημα: Γιατί τον περασμένο Ιούνη, με σχεδόν μηδενικά
κρούσματα, η επαναλειτουργία των σχολείων έγινε με ανώτατο όριο μαθητών τους 15
ανά τμήμα και τώρα, με πάνω από 200 κρούσματα τη μέρα, θα επιτραπεί να λειτουργήσουν
τάξεις με 20, 25 και 27 μαθητές;
Τι άλλαξε
τώρα και το «15 μαθητές ανά τμήμα» έγινε 20 και πάνω, ενώ η κυβέρνηση θρασύτατα
αύξησε μέσα στο καλοκαίρι τα ανώτατα όρια του νόμου από 22 σε 25 μαθητές ανά τμήμα στην Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση; Τι λένε για όλα αυτά οι επιστήμονες, τη γνώμη και το κύρος των
οποίων επικαλείται η κυβέρνηση για να δικαιολογήσει την πολιτική της;
Ηδη
ακούγονται φωνές που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τους όρους με τους
οποίους ανοίγουν σε λίγες μέρες τα σχολεία.
Σε κάθε περίπτωση,
η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα προκειμένου να βελτιώσει την κατάσταση στην
Εκπαίδευση. Δεν αξιοποίησε γι' αυτόν το σκοπό το χρόνο που κερδήθηκε με την
υπεύθυνη στάση του λαού, που εκμηδένισε σχεδόν τα κρούσματα μετά την πρώτη φάση
της πανδημίας. Αντίθετα, έρχεται μετά από τρεις περίπου μήνες να ανακοινώσει
την έναρξη των σχολείων με όρους πολύ χειρότερους ακόμα κι από αυτούς που
ίσχυαν όταν άνοιξαν τον Ιούνη, και ενώ τα κρούσματα είναι πολλαπλάσια.
Κι όχι μόνο
αυτό, αλλά με αφορμή τις μάσκες και με άλλοθι τις περιθωριακές θεωρίες
συνωμοσίας, που είναι «βολικός» της αντίπαλος, η κυβέρνηση βάζει από την «πίσω
πόρτα» τη λογική της καταστολής στα σχολεία και προσπαθεί να ενοχοποιήσει ως
υπεύθυνο για τη διασπορά της νόσου όποιον δυσπιστεί, ως αποτέλεσμα των
αντιφάσεων και των παλινωδιών της δικής της πολιτικής.
Απέναντι στο
καθολικό αίτημα για την αναγκαία μείωση των μαθητών ανά τμήμα, η υπουργός
Παιδείας επιχείρησε να ξεφύγει με μια άλλη αλχημεία: Είπε ότι εξετάστηκε το
ενδεχόμενο να λειτουργήσουν όλα τα σχολεία σε διπλοβάρδια, πρωί - απόγευμα,
ωστόσο απορρίφθηκε λόγω της αναστάτωσης που θα έφερνε στους γονείς, εξαιτίας
της δουλειάς τους, αλλά και λόγω έλλειψης υποδομών και εκπαιδευτικών. Οπως
είπε, μια τέτοια επιλογή θα «κόστιζε» στο κράτος 10 εκατομμύρια τη μέρα...
Να λοιπόν
που η κυβέρνηση ομολογεί ευθαρσώς ότι η υγεία των παιδιών, των εκπαιδευτικών,
των γονιών είναι «κόστος» που δεν είναι διατεθειμένο να αναλάβει το κράτος,
επειδή οι προτεραιότητές του είναι βέβαια άλλες: Η στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών
ομίλων, το μπούκωμά τους με δισ. ευρώ διευκολύνσεις και επιδοτήσεις.
Κι όχι μόνο
αυτό, αλλά παραδέχεται ότι τυχόν αλλαγές στη λειτουργία του σχολείου θα
δημιουργούσαν πρόσθετα ζητήματα και ανάγκες για μέτρα, όπως για παράδειγμα
γονικές άδειες για τις οικογένειες των μαθητών, που κοστίζουν πολλαπλά στη
λειτουργία των επιχειρήσεων.
Η κυβέρνηση
θα ανοίξει τα σχολεία με χιλιάδες κενά εκπαιδευτικών
Η μείωση του
αριθμού των μαθητών στις τάξεις δεν είναι αναγκαία μόνο για την προστασία και
την ασφάλεια των μαθητών, αλλά έχει και μεγάλη παιδαγωγική σημασία, ιδιαίτερα
στην παρούσα συγκυρία.
Οι μαθητές
θα επιστρέψουν στις τάξεις μετά από πολλούς μήνες, στους οποίους έχουν αλλάξει
η καθημερινότητα, οι ρυθμοί, η ζωή τους. Παράλληλα, έχουν χάσει όχι μόνο την
επαφή τους με το σχολείο, αλλά και ένα μέρος της ύλης της περσινής χρονιάς, που
πρέπει να καλυφθεί.
Ο μειωμένος
αριθμός μαθητών επιτρέπει στον εκπαιδευτικό με μεγαλύτερη ευχέρεια να σκύψει
πάνω από τον κάθε μαθητή, να τον βοηθήσει στοχευμένα να καλύψει τα κενά που του
έχουν δημιουργηθεί, να τον βοηθήσει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και
απαιτήσεις της σχολικής λειτουργίας.
Για το
υπουργείο Παιδείας, όμως, όλα τα παραπάνω είναι ψιλά γράμματα... όσο κι αν
παπαγαλίζει στα προπαγανδιστικά του φυλλάδια ότι «οι αρνητικές επιπτώσεις στην
εξέλιξη των παιδιών από τα κλειστά σχολεία (...) καθιστούν την πλήρη
επαναλειτουργία τους εθνική προτεραιότητα».
Η κυβέρνηση
όμως δεν φροντίζει ούτε για να είναι όλοι οι απαιτούμενοι εκπαιδευτικοί στις
θέσεις τους από την πρώτη μέρα έναρξης των σχολείων. Αρκεί να σκεφτεί κανείς
ότι πέρυσι είχαν προσληφθεί συνολικά στην Εκπαίδευση περίπου 42.000 αναπληρωτές
εκπαιδευτικοί και βοηθητικό προσωπικό, ενώ τώρα, για την έναρξη της χρονιάς, το
υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε την πρόσληψη περίπου 25.000 (21.065 εκπαιδευτικών
και 3.862 ειδικού εκπαιδευτικού και βοηθητικού προσωπικού).
Πρόκειται
για κυνική ομολογία ότι τα σχολεία θα ξεκινήσουν με κενά εκπαιδευτικών, τα
οποία (αν συνυπολογίσουμε ότι φέτος είχαμε και περίπου 3.500 συνταξιοδοτήσεις εκπαιδευτικών)
θα φτάνουν ή και θα ξεπερνούν τις 20.000!
Πώς μπορούμε
λοιπόν να μιλάμε για αναπλήρωση της ύλης που χάθηκε; Θα γίνει αυτό μέσα σε
τέσσερις μέρες - αν τελικά ανοίξουν τα σχολεία στις 7 Σεπτέμβρη, αντί για τις
11 που ανοίγουν κάθε χρόνο - χωρίς όλους τους εκπαιδευτικούς στις θέσεις τους;
Θα γίνει αυτό χωρίς να αρχίσουν άμεσα, από τα τέλη Σεπτέμβρη, η Ενισχυτική
Διδασκαλία και η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη, σε σχέση με τις οποίες η κυβέρνηση
δεν έχει πει κουβέντα για το αν και πότε θα ξεκινήσουν;
Με κριτήριο
τις ανάγκες του λαού και των παιδιών του
Η κυβέρνηση
είχε όλο το χρόνο, από το Μάη ακόμα, για να προετοιμάσει τις καλύτερες δυνατές
υλικοτεχνικές συνθήκες και υποδομές των σχολείων και των υπόλοιπων
εκπαιδευτικών δομών, αλλά είτε τον ξόδεψε σε «κηρύγματα» περί «ατομικής
ευθύνης» είτε, ακόμα χειρότερα, τον αξιοποίησε για να περάσει μέσα στο
καλοκαίρι μια σειρά από αντιδραστικές, αντιεκπαιδευτικές ρυθμίσεις, φτάνοντας
μέχρι την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα.
Το
παράδειγμα της Εκπαίδευσης, μετά τον Τουρισμό, είναι χαρακτηριστικό της
διαχείρισης που κάνει η κυβέρνηση στην πανδημία, με κριτήριο τις ανάγκες όχι
του λαού αλλά της οικονομίας, των επιχειρηματικών ομίλων.
Ακόμα και
τώρα, λίγες μέρες πριν χτυπήσει το κουδούνι, η κυβέρνηση έχει ευθύνη να εξασφαλίσει
τους αναγκαίους όρους για την ασφαλή και ουσιαστική λειτουργία των σχολείων και
των σχολών, παίρνοντας όλα τα μέτρα για να μην υπάρχουν περισσότεροι από 15
μαθητές ανά τάξη. Με κρατική χρηματοδότηση να καλυφθούν τα κενά σε
εκπαιδευτικούς, να βρεθούν υποδομές και χώροι.
Εξίσου
σοβαρό είναι το ζήτημα της καθαριότητας, όπου απαιτείται μόνιμο και επαρκές
προσωπικό. Χρειάζεται επίσης να εξασφαλιστούν άμεσα κονδύλια στις σχολικές
επιτροπές για την προμήθεια όλων των μέσων ατομικής προστασίας, για τα είδη
καθαρισμού, για τα αντισηπτικά κ.λπ.
Τι κάνει
όμως η κυβέρνηση; Διατηρεί τον ίδιο με πέρυσι αριθμό εργαζομένων στην
καθαριότητα των σχολείων, παρά τις αυξημένες ανάγκες λόγω της ταυτόχρονης
λειτουργίας όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων (ενώ την άνοιξη δεν λειτούργησαν
ταυτόχρονα όλα τα σχολεία), και συνεχίζει να κρατά αυτούς τους εργαζόμενους σε
καθεστώς ομηρίας, αρνούμενη τη μονιμοποίησή τους.
Είναι ανάγκη
τώρα να υπάρξει σχεδιασμός για να γίνονται μαζικά επαναλαμβανόμενα τεστ σε
εκπαιδευτικούς και μαθητές, να υπάρχει παρουσία από νοσηλευτές και γιατρούς στα
σχολεία και η κατάλληλη επιστημονική πρόβλεψη σε κάθε χώρο να γίνονται έλεγχοι,
πέρα από τον κορονοϊό και για τις άλλες λοιμώξεις και ασθένειες που
εμφανίζονται το φθινόπωρο μαζικά στους μαθητές, ειδικά στις πιο μικρές ηλικίες.
Αυτά είναι
τα μέτρα που δίνουν νόημα στην περιβόητη «ατομική ευθύνη» και βάζουν φρένο στις
διάφορες συνωμοσιολογικές θεωρίες που διακινούν περιθωριακές ομάδες,
μεγαλώνοντας την ανασφάλεια γονιών, μαθητών και εκπαιδευτικών. Με αυτά τα
αιτήματα και τις προτεραιότητες, είναι ανάγκη να συνδυαστεί άμεσα η έναρξη της
εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλες τις βαθμίδες με την πάλη για τη μόρφωση, την
υγεία και τη ζωή του λαού και των παιδιών του.
Γ. Σ
https://www.ergatikosagwnas.gr/arthra/pedia/2462-gia-ti-leitourgia-ton-sxoleion-mesa-stin-pandimia Τα ταξικά ναυάγια του οπορτουνισμού σε δράση. Για όλα αυτά φταίει η ...κακιά νεοφιλελεύθερη... ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ και ο Σύριζα δεν φταίνε τίποτα... Είναο λογικό νύχι κρέας είναι μαζί. Ολοι μαζί λέει αν βγούνε κυβέρνηση θα φτιάξουνε...δημόσιο σχολείο.... για τον λαό. ...ανθρώπινος καπιταλισμός.... ΑΞΙΟΙ.... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή