Επιλογή γλώσσας

Τρίτη 14 Ιουλίου 2020

Γαλλική Επανάσταση

Στις 14 Ιούλη 1789 ξεσπά η Γαλλική Επανάσταση. Λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1789, η Συντακτική Συνέλευση ψηφίζει τη «Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη», ένα κείμενο με κοσμοϊστορική σημασία.
«Οι άνθρωποι γεννιούνται και είναι ελεύθεροι και έχουν ίσα δικαιώματα», τονίζεται στη Διακήρυξη, σε μια εποχή που στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη οι άνθρωποι ήταν ακόμη δούλοι.


Σε κείνες τις συνθήκες της φεουδαρχικής και απολυταρχικής τάξης πραγμάτων, οι αντιφεουδαρχικές και αστικοδημοκρατικές αρχές της Διακήρυξης παίζουν ρόλο προοδευτικό για τη Γαλλία, την Ευρώπη και την ανθρωπότητα. Το σπέρμα, βέβαια, των πεπερασμένων ορίων της αστικής κοινωνίας, ως μιας ακόμα εκμεταλλευτικής κοινωνίας, υπάρχει μέσα από την ίδια τη γέννησή της. Το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας, ως ιερής και απαραβίαστης αρχής της νέας αστικής κοινωνίας, συνιστά την είσοδο σε μια νέα μορφή εκμετάλλευσης - καπιταλιστική αυτή τη φορά - ανθρώπου από άνθρωπο.

Τις αντιφεουδαρχικές επαναστάσεις πρώτη τις γνώρισε η Δυτική Ευρώπη. Κατά τον Φ. Ενγκελς «ο αγώνας της ευρωπαϊκής τάξης εναντίον του φεουδαρχισμού έφτασε ως την ανώτερη ένταση σε τρεις μεγάλες αποφασιστικές επαναστάσεις» που είναι: Ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία το 1525, η αγγλική επανάσταση του 1642 - '49 και η μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 1789 - '94, η οποία κατέχει την κορυφαία θέση και συγκλόνισε όλο τον κόσμο.

Η Γαλλική Επανάσταση, με βίαια μέσα, ανέτρεψε την εξουσία της φεουδαρχικής αριστοκρατίας, κατήργησε τη μοναρχία και τα προνόμια των ευγενών, εγκαθίδρυσε την πολιτική κυριαρχία της αστικής τάξης, καθιέρωσε αστικούς θεσμούς στη γαλλική κοινωνία, δημιούργησε εθνικό στρατό, διαχώρισε την εκκλησία από το κράτος, συνέβαλε στην ενίσχυση και στην κυριαρχία των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής που έχουν ως κυριότερο χαρακτηριστικό γνώρισμα την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας. Με τη Γαλλική Επανάσταση, για πρώτη φορά στην ιστορία, ο λαός αναλαμβάνει το ρόλο του πρωταγωνιστή στην εξέλιξη των ιστορικών πραγμάτων, χωρίς ωστόσο να μπορέσει να επιβάλει τελικώς τα δικά του συμφέροντα.

Αποτέλεσμα μακράς κοινωνικής διεργασίας

Η Γαλλική Επανάσταση δεν ήταν τυχαίο φαινόμενο, μια παρέκκλιση από το «φυσιολογικό» δρόμο ανάπτυξης της κοινωνίας, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι αστοί ιστορικοί - ιδεολόγοι. Τα αίτιά της βρίσκονται στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν στη Γαλλία εκείνη την εποχή και συνδέονται με την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, της βιομηχανίας, του προλεταριάτου, του εμπορίου, την εξασθένιση του φεουδαρχικού συστήματος, τον εμπλουτισμό της ανερχόμενης αστικής τάξης, η οποία είχε στα χέρια της την οικονομική δύναμη, όμως επιθυμούσε φορολογικές μεταρρυθμίσεις και ιδιαιτέρως την άνοδό της στην πολιτική εξουσία. Η επανάσταση ήταν αποτέλεσμα μιας μακράς κοινωνικής διεργασίας, προϊόν ιστορικών αναγκών, το αποκορύφωμα της βαθιάς ταξικής πάλης.

Η επανάσταση προετοιμάστηκε θεωρητικά -ιδεολογικά από τις νέες φιλοσοφικές, κοινωνικές και πολιτικές αντιλήψεις που εμφανίστηκαν στην προεπαναστατική περίοδο. Αυτές οι αντιλήψεις αποτελούν τις θεωρητικές πηγές της επανάστασης. Τον 18ο αιώνα, ιδιαιτέρως στη Γαλλία, αναπτύσσονται: Η κριτική σκέψη, η επιστημονική έρευνα που κατευθύνεται σε μεθόδους βασισμένες στην παρατήρηση, στο πείραμα, στη λογική. Είναι ο αιώνας του πειραματισμού, του διαφωτισμού, του ορθολογισμού, του φιλελευθερισμού, και γι' αυτό ονομάστηκε «αιώνας, κατ' εξοχήν, γαλλικός». Διατυπώθηκαν αντιλήψεις που ήταν αντίθετες με την κυρίαρχη φεουδαρχική θρησκευτική κοσμοθεωρία, υποστηρίχτηκε η ιδέα ότι οι άνθρωποι από τη φύση τους είναι ίσοι και καλοί (η θεωρία του «φυσικού δικαίου»), εδραιώνεται η πίστη στην ανάγκη της κοινωνικής προόδου, των κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών, προβάλλεται το καθήκον της λύτρωσης της ανθρώπινης συνείδησης από τα δεσμά του μυστικισμού, της θεολογίας, του σχολαστικισμού, από την κατάργηση της πνευματικής κυριαρχίας της καθολικής εκκλησίας, η οποία για να διαφυλάξει την κυριαρχία της κατέφευγε σε σκληρούς διωγμούς των αντιπάλων της. Ολα αυτά εκφράζονται από το κοινωνικό στρώμα των προοδευτικών ανθρώπων, που στην ουσία προετοίμασαν ιδεολογικά - πολιτικά την αστική τάξη για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.

Οι φιλοσοφικές απόψεις εκφράστηκαν απ' όλους τους υλιστές του 18ου αιώνα, και ιδιαιτέρως από τους Ντ. Ντιντερό (1713 - 1784), Ελβέτιο (1715 - 1771), Χολμπάχ (1723 - 1789) κ.ά. Οι φιλοσοφικές τους αντιλήψεις αποτελούν την ανώτατη βαθμίδα ανάπτυξης της φιλοσοφικής σκέψης της εποχής, σταθμό στην ιστορία της φιλοσοφίας, της πάλης ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό, όπλο της αστικής τάξης κατά της απόλυτης μοναρχίας, του φεουδαρχισμού, της θεολογίας. Ο υλισμός τους ήταν μια μαχητική κοσμοθεωρία, τάχτηκε αποφασιστικά ενάντια στη θρησκευτική ιδεολογία, στις βάσεις του φεουδαρχικού καθεστώτος. Η κριτική τους όμως στη θρησκεία δεν ήταν αρκετά συνεπής, ούτε βαθιά, δεν έφτανε στην ουσία της θρησκείας ως κοινωνικού και ιστορικο-ταξικού φαινομένου, δεν έφτανε στο μαχόμενο αθεϊσμό, στην ανεπιφύλακτη απόλυτη άρνηση της θρησκείας, ούτε στην επαναστατική ανατροπή των θρησκευτικών δογμάτων της κοινωνίας. Ο υλισμός τους εντάσσεται στην κατηγορία του μηχανιστικού -μεταφυσικού υλισμού, την ανώτερη μορφή του προμαρξιστικού υλισμού.

Ο Ντιντερό

Κορυφαίος φιλόσοφος της εποχής ήταν ο διευθυντής της περίφημης «Εγκυκλοπαίδειας» ο Ντ. Ντιντερό. Θεωρούσε τον ιδεαλισμό αλλόκοτο σύστημα, το οποίο δεν μπορούσε να δημιουργηθεί παρά από κάποιον τυφλό, ήταν ανεπιφύλακτα υπέρ του υλιστικού αθεϊσμού. Κατά την άποψή του η ύλη είναι το θεμελιακό στοιχείο όλων των πραγμάτων, είναι ποιοτικά πολύμορφη, βρίσκεται σε συνεχή κίνηση, έχει την ιδιότητα της εξέλιξης και της ανάπτυξης. Πίστευε πως η συνείδηση είναι η ανώτερη ιδιότητά της, πως η ψυχή δεν μπορεί να χωριστεί από το σώμα. Ο Ντιντερό προσπαθεί να συνδέσει οργανικά τη φιλοσοφία με την επιστήμη, να θεμελιώσει επιστημονικά τις θέσεις και τα συμπεράσματά του. Στη σκέψη του συναντάμε και αρκετά στοιχεία διαλεκτικής, δεν έφτασε όμως στην ιδέα της ανάπτυξης από το ανώτερο στο κατώτερο, από το απλό στο σύνθετο, ως αποτέλεσμα της πάλης των αντιθέτων.

Σημαντικές είναι οι πολιτικές του αντιλήψεις. Είναι κατά της απόλυτης μοναρχίας και του φεουδαρχικού συστήματος, το οποίο, κατά την άποψή του, δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της ανθρώπινης νόησης και του φυσικού δικαίου και δε δικαιώνει την ύπαρξή του. Ο Ντιντερό ζητά την εγκαθίδρυση ενός ορθολογικού κοινωνικού συστήματος. Η κριτική του φεουδαρχισμού είναι κριτική από την ηθική σκοπιά. Το ανήθικο φεουδαρχικό καθεστώς μπορεί να παραμεριστεί και να εξαλειφθεί με την εκπαίδευση, τη γνώση, την ανεύρεση της αλήθειας από τον άνθρωπο. Μάχεται για τη μόρφωση του λαού, καταδικάζει το σκοταδισμό, τη θρησκεία, την εκκλησία που στηρίζει τη φεουδαρχική μοναρχία, αρνείται την ύπαρξη του θεού, θεωρώντας παραμύθι τη δημιουργία του κόσμου από μια υπερφυσική δύναμη.

Στην ουσία, όμως, η κοινωνική του αντίληψη είναι ιδεαλιστική, μιλάει για τον άνθρωπο γενικά και αφηρημένα ως φυσικό ον, ως μέρος της φύσης και όχι ως κοινωνικό ον, δε βλέπει τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής, τις κοινωνικές τάξεις και την ταξική πάλη, δεν αντιλαμβανόταν τα κοινωνικά φαινόμενα που διέπονται από αντικειμενικούς νόμους αντικειμενικά και επιπλέον δεν κατανόησε τις κοινωνικές ρίζες που γέννησαν και διατηρούν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. «Πάρε - έλεγε - από έναν χριστιανό το φόβο της κόλασης και θα του πάρεις την πίστη». Ο φόβος της κόλασης είναι δηλαδή κύρια αιτία της πίστης. Κατανόησε όμως τη στενή σχέση ανάμεσα στο θρόνο και τον άμβωνα, γι' αυτό η πολιτική σημασία των θρησκευτικών του αντιλήψεων συνίσταται στο ότι αυτές αποτέλεσαν τη βάση για την άρνηση της θεϊκής καταγωγής της βασιλικής εξουσίας, της κοινωνικής ανισότητας και της υποταγής της επιστήμης στη θρησκεία.

Οι θεωρητικοί «προάγγελοι»

Στη θεωρητικο-ιδεολογική προετοιμασία της Γαλλικής Επανάστασης σημαντικό ρόλο είχαν οι κοινωνικο-πολιτικές αντιλήψεις του Μοντεσκιέ (1689 - 1755), του Βολταίρου (1694 - 1778) και ιδιαιτέρως του Ζ.Ζ. Ρουσώ (1712 - 1778). Αυτοί έβαλαν γερές ιδεολογικές βάσεις με τα έργα και την κοινωνική τους δράση, στις οποίες στηρίχτηκαν οι πρωτεργάτες της επανάστασης.

Ο Μοντεσκιέ δανείζεται ιδέες από τον Τζ. Λοκ που έκανε διακρίσεις ανάμεσα στα δικαιώματα του προσώπου (του ατόμου) και του πολίτη και θεωρούσε πως το κράτος δεν μπορεί να αμφισβητήσει τα προσωπικά δικαιώματα. Ο Μοντεσκιέ υπογραμμίζει πως τα δικαιώματα, που ο πολίτης θα παραχωρεί στο κράτος (στην πολιτεία), πρέπει να τα διαφυλάξει. Στο έργο του «Το πνεύμα των νόμων» (1748), ο Μοντεσκιέ εξετάζει τη φύση και τις μορφές των πολιτευμάτων και διακρίνει τρεις μορφές τους: Δημοκρατία, Αριστοκρατία, Μοναρχία. Δε βλέπει τη Δημοκρατία ως το ανώτερο και δικαιότερο πολίτευμα. Καταδικάζει τον δεσποτισμό, επιθυμεί τον περιορισμό των αυθαιρεσιών του απόλυτου μονάρχη, δε ζητά όμως την κατάργηση της μοναρχίας. Σημαντικό στοιχείο στον Μοντεσκιέ είναι ο διαχωρισμός των εξουσιών: Νομοθετική, Εκτελεστική, Δικαστική - θεωρώντας πως αυτές πρέπει να είναι απολύτως ανεξάρτητες η μία από την άλλη. Κατά την άποψή του η Νομοθετική εξουσία πρέπει να εκφράζεται από ένα κοινοβούλιο, η Εκτελεστική από την κυβέρνηση και η Δικαστική από τη Δικαιοσύνη. Είναι στην ουσία βασικές θέσεις της αστικής δημοκρατίας.

Ο Βολταίρος υποστήριζε πως την εξουσία του μονάρχη τη θεμελιώνει όχι το θεϊκό δίκαιο, αλλά η λογική. Μόνο με αφετηρία τη λογική ο μονάρχης μπορεί να εξασφαλίσει ορθή διακυβέρνηση. Ο Βολταίρος ήθελε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις όχι όμως ριζικές επαναστατικές αλλαγές - αυτές τις θεωρούσε ουτοπικές. Μέχρι το 1770 ήταν υπέρ της «πεφωτισμένης δεσποτείας», μετά έκανε λόγο για μορφές λαϊκής διακυβέρνησης. Πίστευε στην ελευθερία των πολιτών, στην κοινωνική πρόοδο. Δεν είδε το ρόλο των μαζών, του λαού. Οι απόψεις του είναι καθαρά αστικές και πολλές φορές αντιφατικές.

Ο Ρουσώ

Ο κατ' εξοχήν ιδεολόγος της Επανάστασης, ο εκπρόσωπος της αριστερής πτέρυγάς της, ο εκφραστής των πόθων της και της φιλοδοξίας των λαϊκών στρωμάτων και πρωτίστως της μικροαστικής τάξης ήταν ο Ρουσώ. Είναι οπαδός της θεωρίας του «κοινωνικού συμβολαίου» και του «φυσικού δικαίου», θεωρεί πως η κοινωνία είναι αποτέλεσμα μιας ελεύθερης ένωσης, ενσωμάτωσης ατόμων, που από τη φύση τους είναι ίσοι και πρέπει να έχουν τα ίδια δικαιώματα, αλλά παραχωρούν ορισμένα από αυτά στην πολιτική εξουσία. Στην κοινωνία, λόγω της ατομικής ιδιοκτησίας, εμφανίζεται η ανισότητα. Δεν αρνείται την ανάγκη της ύπαρξης της ατομικής ιδιοκτησίας παρά τηνανισότητα της περιουσίας. Η μικρή ατομική ιδιοκτησία, βασισμένη στην εργασία, μπορεί να εξασφαλίσει μια σωστή κοινωνική τάξη όπου «όλοι θα έχουν κάτι και κανένας δε θα έχει κάτι περιττό (παραπανίσιο)».

Κατά τον Ρουσώ κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να ασκεί φυσική εξουσία πάνω σε συνανθρώπους του, καμία εξουσία δεν είναι νόμιμη εάν δεν ασκείται με τη συγκατάθεση εκείνων που είναι εθελοντικά υποταγμένοι σε αυτήν. Κατά συνέπεια, κάθε κυβέρνηση πρέπει να είναι μια εξουσία υποταγμένη στη βούληση του λαού και οι νόμοι της να εκφράζουν ακριβώς τη βούλησή του. Οι αλλαγές, οι μεταρρυθμίσεις στην κοινωνία, πρέπει να γίνονται προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης των φυσικών δικαιωμάτων των πολιτών, προς την ισότητα, ελευθερία, δικαιοσύνη, αδελφότητα. Κατακρίνει τη θρησκεία και ό,τι συνεπάγεται μ' αυτήν, χωρίς να αρνείται την ύπαρξη μιας «ανώτερης νόησης» του Θεού.

Παραμονές της Επανάστασης είχαν πλατιά διάδοση και απόψεις όπως η ανάγκη μόρφωσης και διαπαιδαγώγησης του λαού, κατάργησης των βασανιστηρίων, της θανατικής ποινής, η αναγκαιότητα της ελεύθερης οικονομικής δραστηριότητας των πολιτών, της ανάπτυξης της βιομηχανικής παραγωγής, του εμπορίου κ.τ.λ.

Ολες οι παραπάνω πολιτικές, οικονομικές, ιδεολογικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις εκφράστηκαν στη «Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του πολίτη» του 1789, αλλά και στο Σύνταγμα του 1791 που καθόριζε αντιπροσωπευτικές μορφές διακυβέρνησης της χώρας. Μ' αυτά η αστική τάξη έδωσε νομική μορφή στα ταξικά της συμφέροντα. Το Σύνταγμα των Ιακωβίνων του 1793 έκανε ένα βήμα μπροστά προς τις αστικοδημοκρατικές αλλαγές, διακηρύσσοντας την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Ομως αυτό το Σύνταγμα δεν εφαρμόστηκε λόγω του εμφυλίου πολέμου όπου η επανάσταση, κατά τη γνωστή ρήση, «έφαγε τα παιδιά της».

Η τύχη της επανάστασης είναι γνωστή. Τα διδάγματά της είναι πολλά, σημαντικά, αποτελούν πολύτιμη εμπειρία για την ιστορική εξέλιξη, αφού άνοιξε το δρόμο για το πέρασμα από μια κατώτερη κοινωνία (φεουδαρχία) σε μια ανώτερη (καπιταλισμός). Ιδιαιτέρως δε για μας τους κομμουνιστές που σήμερα, στην εποχή του ιμπεριαλισμού που είναι τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, εποχή δηλαδή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, αγωνιζόμαστε στην πρώτη γραμμή για την ανατροπή της ιστορικά ξεπερασμένης σημερινής κοινωνίας και το πέρασμα στην ανώτερή της τη σοσιαλιστική με προοπτική τον κομμουνισμό, για την κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου