Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

Δίνοντας πολιτικές μάχες με το Κάλεσμα της ΚΕ


Το Κάλεσμα της ΚΕ που δημοσιεύτηκε στις 7 Οκτώβρη αποτελεί το βασικό περιεχόμενο της ιδεολογικοπολιτικής μας παρέμβασης το επόμενο διάστημα. Ανάλογη δουλειά κάναμε και πέρυσι, με αντίστοιχο κείμενο της ΚΕ και με τη δραστηριότητα που αναπτύξαμε, την οποία έχουμε εκτιμήσει.

Δεν πρόκειται όμως για «μια από τα ίδια», για μια «επανάληψη» της περσινής δραστηριότητας, παρόλο που ο κεντρικός πολιτικός άξονας, το βασικό περιεχόμενο είναι το ίδιο. Οχι μόνο γιατί έχουμε προϋποθέσεις να δουλέψουμε καλύτερα το μαζικό πολιτικό άνοιγμα των ΚΟ, αλλά πολύ περισσότερο γιατί σήμερα υπάρχουν νέα ποιοτικά στοιχεία, τόσο στις ίδιες τις εξελίξεις όσο και στην παρέμβασή μας που πρέπει να πάρουμε υπόψη.

Η διαφορά δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο με ορίζοντα τις βουλευτικές εκλογές άνοιξη - καλοκαίρι του 2023 και τις τοπικές τον Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Η διαφορά αφορά πολύ περισσότερο τις εξελίξεις που έχουν συσσωρευτεί εδώ και έναν χρόνο.

Αναφέρουμε επιγραμματικά: Ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία που κλιμακώνεται, μαζί και η συνεχιζόμενη ελληνική εμπλοκή, η εκτίναξη της ενεργειακής φτώχειας και ακρίβειας, το αδιέξοδο στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ, οι κίνδυνοι για μια νέα οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη, η πολύτιμη πείρα από μια σειρά αγώνες του προηγούμενου διαστήματος, οι αγώνες που για πρώτη φορά μετά από χρόνια ξεσπάνε σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες, οι μεγάλες ανακατατάξεις και τριγμοί στις κυβερνήσεις της ΕΕ, η διεύρυνση της λαϊκής ανησυχίας και αγανάκτησης.

Πάνω σε αυτό το έδαφος γίνεται ακόμα πιο ορατή η πιθανότητα μεγαλύτερων δυσκολιών στο αστικό πολιτικό σύστημα για προβλήματα στην ίδια την αστική εξουσία, σε όλα τα κράτη της ΕΕ αλλά και στη χώρα μας. Πολύ περισσότερο που εκφράζονται και οξυμένες ενδοαστικές αντιθέσεις γύρω από μια σειρά ζητήματα.

Στην Ελλάδα για παράδειγμα καταγράφονται γκρίνιες τμημάτων του κεφαλαίου, που χωρίς καθόλου να αμφισβητούν τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό της χώρας, ανησυχούν για την επιλογή της κυβέρνησης να ταυτιστεί πλήρως με την πολιτική των ΗΠΑ όσον αφορά τον πόλεμο της Ουκρανίας. Αλλα τμήματα νιώθουν ριγμένα στον ενεργειακό σχεδιασμό και στη διαχείριση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Παράγοντας που επιδρά επίσης σημαντικά στους αστικούς προβληματισμούς είναι οι εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Συνηγορούν σε αυτή την κατεύθυνση οι τελευταίες εξελίξεις, η ένταση της τουρκικής προκλητικότητας και ο κίνδυνος μιας ένοπλης σύγκρουσης, το «άδειασμα» από τη Γερουσία των ΗΠΑ των προσδοκιών για τη μη πώληση των F-16 στην Τουρκία, οι «πιέσεις» και η προβολή ως «πρότυπου» επίλυσης των Ελληνοτουρκικών της Συμφωνίας Λιβάνου - Ισραήλ για διαμοιρασμό των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων.

Διαμορφώνονται δυνατότητες για ρήγματα που μπορεί να αξιοποιήσει η εργατική - λαϊκή πάλη

Ταυτόχρονα, σε μια σειρά μέτωπα γίνεται όλο και περισσότερο σαφές σε σχέση με το παρελθόν ότι είναι πιο δύσκολη η διαμόρφωση μιας πολιτικής διαχείρισης που να μπορεί πιο μακροπρόθεσμα να «αμβλύνει» τις επιπτώσεις από τις αντιλαϊκές εξελίξεις.

Δυσκολεύουν δηλαδή τα διαχειριστικά εργαλεία ενσωμάτωσης σε σχέση με το παρελθόν, είναι πιο φανερές οι αντιφάσεις των διαχειριστικών πολιτικών. Αυτό που λέμε πολλές φορές προπαγανδιστικά ότι αυτό που προβάλλεται ως φάρμακο για τη μια πλευρά της αντιλαϊκής πολιτικής, λειτουργεί ως δηλητήριο για μια άλλη πλευρά και σε κάθε περίπτωση είναι φαρμάκι για τον λαό!

Ολα αυτά συνηγορούν στη σημαντική εκτίμηση που καταγράφεται και στο Κάλεσμα, ότι δεν είναι παντοδύναμοι, δεν είναι τόσο ισχυροί όσο φαίνονται. Δηλαδή ότι διαμορφώνονται δυνατότητες για ρήγματα στην πολιτική που ασκείται υπέρ της αστικής τάξης, τα οποία μπορεί να αξιοποιήσει η εργατική - λαϊκή πάλη τόσο για να βάλει εμπόδια στην επίθεση στην εργατική τάξη και τις σύμμαχες δυνάμεις της, όσο και για να συγκεντρώνονται δυνάμεις στον δρόμο της ανατροπής του συστήματος, τη χειραφέτηση, ριζοσπαστικοποίηση δυνάμεων.

Αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο των εκτιμήσεών μας, που δεν πρέπει να μένει μεταξύ μας, αλλά έχει αξία να προβάλλεται και προπαγανδιστικά - χωρίς βεβαίως βερμπαλισμούς, απλουστεύσεις, βιασύνες και ωραιοποιήσεις - φωτίζοντας τη δυναμικότητα των εξελίξεων, το γεγονός ότι τίποτα δεν είναι ακίνητο, παρά τον γενικά αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων. Πολύ περισσότερο έχει αξία από την πλευρά όλου του Κόμματος να κατανοηθεί ο χαρακτήρας των καθηκόντων μας σήμερα, να δοκιμαστεί η ικανότητα υλοποίησής τους.

Εχουμε την πείρα από την περίοδο του 2010 - 2016, που είχε αναλογίες με σήμερα - την έχουμε εκτιμήσει συλλογικά - η οποία βεβαίως πρέπει να αξιοποιηθεί. Ωστόσο υπάρχει μια μεγάλη και ουσιαστική διαφορά. Οι παράγοντες που οδήγησαν σε προβλήματα στη σταθερότητα αστικών κυβερνήσεων, δυσκολίες στο αστικό πολιτικό σύστημα στο έδαφος της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης - παρά τη διεθνή της διάσταση - είχαν πιο περιορισμένο χαρακτήρα, αφορούσαν βασικά την Ελλάδα και κάποιες άλλες χώρες της Ευρωζώνης.

Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Επιδρούν ευρύτεροι διεθνείς παράγοντες, ο πόλεμος στην Ουκρανία ως εκδήλωση μιας ευρύτερης διαπάλης ανάμεσα σε ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ από τη μια και από την άλλη τη Ρωσία και το διαμορφούμενο ευρασιατικό μπλοκ με επικεφαλής την Κίνα. Ο κίνδυνος για οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη αφορά πρώτα απ' όλα τις «ατμομηχανές» της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ενώ οι περισσότερες χώρες της ΕΕ αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας.

Ξεδιπλώνονται νέα σχέδια εγκλωβισμού του λαού

Βεβαίως, εκτίμηση για τέτοιες εξελίξεις κάνουν και τα αστικά επιτελεία, για αυτό παίρνουν και τα μέτρα τους. Δεν δρούμε μόνοι μας. Αντίθετα, από παντού έρχονται μηνύματα για μια έντονη πολιτική δραστηριότητα όλων των άλλων δυνάμεων, αυτοτελώς και στο κίνημα. Διαμορφώνεται το υλικό, ετοιμάζονται νέες παγίδες για την εργατική - λαϊκή συνείδηση, νέα σχέδια εγκλωβισμού της, αλλά ταυτόχρονα και σχέδια αξιοποίησης της δυσαρέσκειας στα διάφορα σενάρια κυβερνητικών εναλλαγών.

Κύριο ρόλο σε αυτήν την κατεύθυνση έχει η σοσιαλδημοκρατία και στις δύο εκδοχές της, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, προσπαθώντας να αναζωογονήσουν την αυταπάτη μιας «προοδευτικής διακυβέρνησης», που υλοποιώντας στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, υπόσχεται μεγαλύτερη κοινωνική συναίνεση και ανοχή. Παρά τους «αντιπολιτευτικούς τόνους», τίποτα δεν τους εμποδίζει την ίδια στιγμή στα κρίσιμα και τα βασικά να εκφράζεται μια ευρύτερη συναίνεση.

Είναι εμβληματική η στάση ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ στην από κοινού στήριξη της κλιμάκωσης της εμπλοκής στον πόλεμο στην Ουκρανία, με την ψήφο τους στο Ευρωκοινοβούλιο, τη στήριξη της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ σε Φινλανδία και Σουηδία, η κοινή στάση ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τα πρόσφατα «καλά λόγια» του Λάτση σε όλες τις κυβερνήσεις, με τη συμμετοχή ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, για τη στήριξη των μπίζνες του στο Ελληνικό.

Διαμορφώνονται όμως και άλλες εφεδρείες, όπως και στο παρελθόν. Δεν είναι τυχαία η επαναδραστηριοποίηση και επανεμφάνιση ακροδεξιών φασιστικών ομάδων, ακόμα και της Χρυσής Αυγής, σε μια σειρά περιοχές. Εντείνονται στοιχεία επίθεσης στο Κόμμα, ο αντικομμουνισμός, οι συκοφαντίες, οι επιθέσεις σε στελέχη, η προσπάθεια εξαγοράς συνειδήσεων κ.ά. Ταυτόχρονα βεβαίως ενισχύονται και μια σειρά μέτρα θωράκισης της καταστολής απέναντι στο εργατικό - λαϊκό κίνημα.

Είναι δηλαδή καθαρό ότι η προσπάθειά μας να αξιοποιήσουμε αυτές τις δυνατότητες δεν θα είναι δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα, αλλά αντίθετα συγκρούεται με θεούς και δαίμονες. Το ότι δεν είναι παντοδύναμοι, ότι έχουν αντικειμενικά προβλήματα που δεν μπορούν να ελέγξουν, δεν σημαίνει υποτίμηση του αντιπάλου, των μηχανισμών του. Κάθε άλλο.

Η καλή κατανόηση της ανάγκης για αναμέτρηση μέσα σε δύσκολες συνθήκες είναι όρος για τον σωστό προσδιορισμό των απαιτήσεων των καθηκόντων μας. Οτι δηλαδή αυτή η προσπάθεια θα εξελίσσεται σε συνθήκες που πρέπει να ανεβαίνει η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη, να εξασφαλίζεται η ετοιμότητα και η επαγρύπνηση για την αντιμετώπιση επιθέσεων, προβοκατόρικων ενεργειών, αλλά και των διάφορων σχεδιασμών του αντιπάλου.

Αντιπαράθεση με τη λογική της ανοχής και της αναμονής από τις διάφορες διαχειριστικές «λύσεις»

Στο επίκεντρο της πολιτικής μας παρέμβασης το επόμενο διάστημα μπαίνει η αντιπαράθεση με τη λογική της ανοχής και της αναμονής από διάφορες διαχειριστικές «λύσεις» που προσφέρει το σύστημα. Με την προσπάθεια, δηλαδή, η δυσαρέσκεια και η αγανάκτηση, η ανησυχία και ο προβληματισμός που περιγράφονται, να «παγώσουν» κάτω από τον φόβο για τις εξελίξεις και τα χειρότερα που μπορεί να έρθουν, ή να «επενδυθούν» στην κυβερνητική εναλλαγή.

Είτε μέσω της αναμονής των διάφορων «μέτρων» της κυβέρνησης της ΝΔ για να «χρυσωθεί» το χάπι της ακρίβειας και της φτώχειας, είτε μέσω της προσδοκίας των ανάλογων μέτρων που υπόσχονται ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ μέσω μιας «προοδευτικής διακυβέρνησης».

Η αντιπαράθεση με αυτήν τη λογική, που σχετίζεται και με το κλίμα αναμονής μπροστά στις επερχόμενες εκλογές, δεν μπορεί να διεξαχθεί αν δεν μπει στην ημερήσια διάταξη της συζήτησης η πολιτική πρόταση του Κόμματος. Αν δεν απαντάμε επιθετικά, αποφασιστικά και τεκμηριωμένα σε μια σειρά ζητήματα που απασχολούν την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα και κυρίως αν δεν αντιμετωπίζουμε την προσδοκία ότι κάτι «καλύτερο» - στο έδαφος των μειωμένων βεβαίως απαιτήσεων - μπορεί να συμβεί με ορισμένα φτιασιδώματα, ορισμένα προσωρινά μέτρα, με μια άλλη διαχείριση ή μια κυβερνητική εναλλαγή. Ζητήματα που πρέπει να τα θεωρούμε ως δεδομένα, ότι αυτή τη στιγμή κυριαρχούν στην εργατική - λαϊκή συνείδηση, ότι είναι αυτά που πρέπει να απαντάμε.

Σήμερα όμως υπάρχει πιο συγκεντρωμένη πείρα από ανάλογες προσδοκίες στο παρελθόν, που αποδείχθηκαν επικίνδυνες χίμαιρες για τον λαό, οδήγησαν στην απογοήτευση, στην παραίτηση, στον παροπλισμό. Περισσότερα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση υπέρ των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων από κυβερνήσεις στο έδαφος του συστήματος.

Σήμερα μπορεί καλύτερα να αποδειχθεί ότι δεν υπάρχουν «λύσεις» που να συμφέρουν ταυτόχρονα και την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα και τους επιχειρηματικούς ομίλους. Αποδεικνύεται περισσότερο ότι είτε ο ένας θα πληρώσει, είτε ο άλλος...

Σήμερα επίσης έχουμε περισσότερες δυνατότητες να αποδείξουμε πως η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ο κεντρικός σχεδιασμός, η εργατική - λαϊκή εξουσία, μπορούν να δώσουν απάντηση όχι μόνο για τα γενικά προοπτικά συμφέροντα των εργαζομένων, αλλά για τις άμεσες ζωτικές τους ανάγκες.

Ποιος αλήθεια μπορεί να απαντήσει στην ενεργειακή φτώχεια; Ποιος μπορεί να απαντήσει ριζικά στην ακρίβεια; Ποιος μπορεί να δώσει διέξοδο στον πόλεμο και στις επιπτώσεις του; Ποιος μπορεί να δώσει απάντηση στο στεγαστικό πρόβλημα που αναδεικνύεται σε σοβαρό ζήτημα; Ποιος μπορεί να εγγυηθεί το εισόδημα των αγροτών και αυτοαπασχολούμενων; Ποιος μπορεί να υπερασπιστεί σύνορα και κυριαρχικά δικαιώματα από τη σκοπιά των συμφερόντων του λαού;

Το Κάλεσμα της ΚΕ στέκεται κωδικοποιημένα και με παραδείγματα αναδεικνύει ότι υπάρχει διέξοδος από τα σημερινά αδιέξοδα. Διέξοδος υπέρ της εργατικής τάξης και του λαού, σε σύγκρουση με τα μονοπώλια, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και το κράτος τους είναι η διέξοδος που εκφράζει η πολιτική του ΚΚΕ, είναι ο σοσιαλισμός που δίνει απάντηση στα άμεσα, σύγχρονα, φλέγοντα ζητήματα του λαού.

Ταυτόχρονα αναδεικνύουμε τους όρους και τις προϋποθέσεις για να μπορεί να υλοποιηθεί μια τέτοια διέξοδος, δηλαδή τον παράγοντα εργατικό - λαϊκό κίνημα ως τον καθοριστικό σε αυτή την πορεία. Οτι δηλαδή η λύση προς όφελος της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας απαιτεί την εργατική - λαϊκή δράση, την ανάπτυξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος, που είναι άμεσα αναγκαία για να μπαίνουν εμπόδια στην επίθεση του κεφαλαίου, για να υπάρξουν αντιστάσεις, ακόμα και απόσπαση ορισμένων νικών.

Αλλά που διαμορφώνει και τους όρους για την εργατική - λαϊκή αντεπίθεση, για να μπορέσει η δύναμη του λαού, των εργαζομένων να συγκεντρωθεί απέναντι στον βασικό αντίπαλο, το κεφάλαιο και την εξουσία του, να αναμετρηθεί μαζί τους.

Σε αυτή την προσπάθεια το ΚΚΕ, οι κομμουνιστές δίνουν σήμερα τις καλύτερες δυνάμεις, βρίσκονται μπροστά στις διεκδικήσεις και τα προβλήματα, πρωτοστατώντας στους αγώνες του σήμερα, βάζοντας τις προϋποθέσεις για τους αγώνες του αύριο. Ακριβώς για όλους αυτούς τους λόγους είναι αναγκαία η όσο δυνατόν μεγαλύτερη συμπόρευση με το ΚΚΕ, η ενίσχυσή του παντού, σε όλες τις μάχες.

Καθοριστικό στοιχείο η ιδεολογικοπολιτική συζήτηση στην ΚΟΒ

Αυτό λοιπόν που καταγράφεται πανελλαδικά, ότι υπάρχουν ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις που παρακολουθούν τη δράση και τις θέσεις του Κόμματος, θα μείνει απλώς δυνατότητα που δεν θα αξιοποιηθεί, εάν δεν φέρουμε στο επίκεντρο της σταθερής καθημερινής ιδεολογικοπολιτικής μας παρέμβασης αυτά τα ζητήματα. Αφορμές άλλωστε μας δίνουν διαρκώς οι εξελίξεις.

Εχει σημασία λοιπόν πώς συζητάμε, οργανώνουμε και προετοιμάζουμε την πολιτική μας παρέμβαση στο επίπεδο των Τομεακών Οργανώσεων και στις ΚΟΒ.

Πρέπει να μας απασχολήσει το εξής ζήτημα: Αν δεν καταφέρουμε να ανεβάσουμε την ικανότητα της μεγάλης πλειοψηφίας των κομματικών δυνάμεων να διεξάγουν αυτήν τη συζήτηση οργανωμένα και πλατιά, αν δεν εντάξουμε σε αυτήν τη μάχη εφεδρείες οπαδών που υπάρχουν δίπλα μας, δεν πρόκειται να ανταποκριθούμε σε αυτό το ζήτημα, δεν θα εκφράζεται σε συμπόρευση με την πολιτική του Κόμματος, σε ενίσχυσή του.

Το ζήτημα αυτό είναι κρίσιμο και πρέπει να μπει στο επίκεντρο του σχεδιασμού των καθοδηγητικών οργάνων, ιδιαίτερα των Τομεακών Επιτροπών, και της συζήτησης στις ΚΟΒ.

Είναι κρίσιμο να εξασφαλίζεται στο επίπεδο της ΚΟΒ ο εξοπλισμός όλων των δυνάμεών μας, η αξιοποίηση σε αυτήν την κατεύθυνση όλων των εργαλείων που έχουμε. Το πρόγραμμα των ιδεολογικών μαθημάτων, η αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη», της ΚΟΜΕΠ, του βιβλίου της «Σύγχρονης Εποχής».

Είναι όμως καθοριστικό στοιχείο η ίδια η ιδεολογικοπολιτική συζήτηση στην ΚΟΒ, το περιεχόμενό της που δεν μπορεί να έχει τον χαρακτήρα μιας «ενημέρωσης» για τις εξελίξεις. Στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης πρέπει να μπαίνουν τα ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα που προκύπτουν από τη δράση στον χώρο ευθύνης, από τη δράση των άλλων πολιτικών δυνάμεων και τη διαπάλη μαζί τους, όλα όσα κυριαρχούν στον κόσμο μέσα στον οποίο δρούμε.

Αλλα από αυτά έχουν γενική ισχύ σε κάθε γωνιά της χώρας, σε κάθε χώρο δουλειάς ή κλάδο. Αλλα όμως σχετίζονται με τον ειδικό χώρο δράσης της ΚΟΒ. Σε κάθε περίπτωση, η λειτουργία της ΚΟΒ πρέπει να εξασφαλίζει ολοκληρωμένο εξοπλισμό, όχι με παράθεση κάποιων αποσπασματικών επιχειρημάτων. Μια συζήτηση που αντικειμενικά θα αλληλοτροφοδοτείται - στον βαθμό βεβαίως που η ΚΟΒ έρχεται να συζητάει συμπεράσματα - όσο πιο έντονη, πιο πλατιά και στοχευμένη, ιδιαίτερα στις πιο παραγωγικές ηλικίες, είναι η πολιτική μας δράση.

Σχέδιο παρέμβασης με την αξιοποίηση όλων των οπαδών και φίλων του Κόμματος

Ταυτόχρονα πρέπει να μας απασχολήσει καλύτερα το πώς θα εντάσσουμε στον σχεδιασμό οπαδούς του Κόμματος. Πώς θα καταφέρνουμε να δουλεύουν ενεργά μαζί μας, να αξιοποιούνται στην προσπάθεια να απευθυνθούμε σε νέες λαϊκές δυνάμεις, να έχουν το δικό τους μερίδιο στην προσπάθεια για άνοδο της διακίνησης του «Ριζοσπάστη», στην επιτυχία της Οικονομικής Εξόρμησης, της παρέμβασής μας στο κίνημα, στις εκλογικές μάχες.

Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ανέβασμα της οργανωτικής ικανότητας της ΚΟΒ, της ικανότητας να εξοπλίζει, να μαχητικοποιεί και να προσανατολίζει στη δράση δυνάμεις πέρα από τις κομματικές. Από αυτήν την άποψη, οι συσκέψεις που οργανώνουμε, με σκοπό να συζητήσουμε πιο συγκεκριμένα με έναν κόσμο, πρέπει να προσδιοριστούν καλύτερα ως προς το περιεχόμενό τους.

Για παράδειγμα, είναι άλλες οι απαιτήσεις μιας σύσκεψης με οπαδούς που θέλουμε να μπουν μαζί μας στη μάχη, άλλες για μια σύσκεψη ή εκδήλωση με κόσμο που πρώτη φορά προσεγγίζει το Κόμμα. Δεν είναι λίγες οι φορές που στον σχεδιασμό μας τα κάνουμε όλα ίσωμα και ουσιαστικά προσπαθούμε με ορισμένες ομιλίες - παρεμβάσεις κεντρικών στελεχών να τα λύσουμε όλα: Τον εξοπλισμό των μελών μας, τη στήριξη των οπαδών μας, την απεύθυνση σε έναν ευρύτερο κόσμο. Ομως η πείρα δείχνει ότι δεν γίνονται όλα μαζί, άρα έχει σημασία όταν η ΚΟΒ ορίζει τις συσκέψεις της να επεξεργάζεται το περιεχόμενό τους, τον χαρακτήρα τους, σε ποιους θα απευθυνθεί.

Ας σκεφτούμε επίσης κάτι ακόμα. Μπαίνει σωστά ο προσανατολισμός για μια πολιτική δραστηριότητα και με τη μορφή των συσκέψεων μπροστά στην απεργία στις 9 Νοέμβρη. Εδώ πρέπει κάθε ΚΟΒ, κλαδική ή εδαφική, να ασχοληθεί με το περιεχόμενο αυτής της δραστηριότητας, ποια ζητήματα θα ανοίξουμε, για να μπορεί να δένει και με την απεργία στις 9 Νοέμβρη.

Δεν αφορά μόνο να ιεραρχήσουμε κάποιους κλάδους, ή κάποιες εδαφικές να προσανατολιστούν σε μισθωτούς που βρίσκονται στον περίγυρο και χώρο ευθύνης τους. Είναι ανάγκη να γίνει σωστή επιλογή των θεμάτων. Π.χ. τα ζητήματα της Ενέργειας, της ακρίβειας και του εισοδήματος πρέπει να ξεχωρίσουν αυτήν την περίοδο και στις κομματικές συσκέψεις, όχι βεβαίως για να γίνει μια απαρίθμηση αιτημάτων με βάση το πλαίσιο πάλης, αλλά για να ξεδιπλώσουμε το κεντρικό περιεχόμενο που θέτει το Κάλεσμα της ΚΕ.

Για να το πετύχουμε όμως αυτό, θέλει και την ανάλογη προετοιμασία του ομιλητή, αλλά όχι μόνο. Πρέπει όλη η ΚΟΒ να συζητήσει το περιεχόμενο, για να μπορέσει να δουλέψει σε αυτήν την κατεύθυνση.

Απασχολεί εδώ και πολύ καιρό τις Οργανώσεις το σχέδιο ανοίγματος στον χώρο ευθύνης σε έναν κόσμο πέρα από τις γνωστές δυνάμεις οπαδών, φίλων και ψηφοφόρων του Κόμματος. Σε αρκετές περιπτώσεις δεν έχουμε καταφέρει να το λύσουμε. Αυτό το ζήτημα δεν πρόκειται να λυθεί αν το σχέδιο της ΚΟΒ δεν στηρίζεται στο ατομικό σχέδιο κάθε μέλους ξεχωριστά. Αν σε ατομικό επίπεδο δεν λύσουμε δισταγμούς που υπάρχουν, αν με πρωτοπόρα δράση των στελεχών δεν ανοίξουμε κάποιους δρόμους με μια δουλειά που μπορεί να δώσει το παράδειγμα.

Στις ΚΟΒ των κλάδων, ή όπου υπάρχουν συγκροτημένοι φορείς, προφανώς υπάρχουν και άλλες δυνατότητες, αφού ο χώρος είναι πιο προσδιορισμένος, υπάρχει κόσμος που συμμετέχει σε ψηφοδέλτια που στηρίζουμε, που συσπειρώνεται στη δουλειά του σωματείου, παίρνει μέρος στις αρχαιρεσίες. Παρ' όλα αυτά, το ζήτημα δεν λύνεται εάν π.χ. δεν διατάξουμε δυνάμεις κομματικές αλλά και οπαδούς σε αυτήν τη δουλειά. Σε αυτήν την κατεύθυνση τα συνδικαλιστικά στελέχη είναι απαραίτητο να ανοίξουν δρόμο, να δώσουν το παράδειγμα, δεν μπορούν όμως να «καλύψουν» ατομικά την πολιτική δουλειά με όλο αυτόν τον κόσμο.

Μέσα από το πολιτικό άνοιγμα με το Κάλεσμα που πραγματοποιούμε αυτήν την περίοδο, επιδιώκουμε να έχουμε βήματα που να μας μείνουν. Να διαμορφώσουμε μια καλύτερη υποδομή στην πολιτική μας παρέμβαση, που να αξιοποιηθεί και στις πολιτικές μάχες των εκλογών το επόμενο χρονικό διάστημα.

Από αυτήν την πλευρά, αποτελούν δείκτες αξιολόγησης της δουλειάς μας η ικανότητά μας στη διεξαγωγή της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης στο επίπεδο των ΚΟΒ, η αξιοποίηση των οπαδών και φίλων του Κόμματος στο σχέδιο παρέμβασης, η απόκτηση δεσμών με εργαζόμενους, νέους που βρίσκονται πέρα από τη στενή πολιτική επιρροή μας, ακολουθούσαν άλλα κόμματα.

Μπροστά στην πανελλαδική γενική απεργία στις 9 Νοέμβρη

Η αναμέτρηση βεβαίως με το κλίμα αναμονής για διέξοδο εντός του συστήματος, η ανάδειξη της δύναμης του οργανωμένου αγώνα, αυτό που εκφράζει το σύνθημα «μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό», αλλά και η δυνατότητα για απόσπαση δυνάμεων, το τράβηγμα στη συμπόρευση με τους κομμουνιστές, δεν είναι απλώς ζητήματα μιας πολιτικής ζύμωσης και συζήτησης.

Εμπεδώνονται και ενισχύονται όταν εδράζονται στην πρωτοπόρα μας δράση στο εργατικό - λαϊκό κίνημα. Πολύ περισσότερο που πρέπει να έχουμε καθαρό ότι οι δυνατότητες που λέμε για ρωγμές, για αξιοποίηση της όποιας δυσκολίας έχει το σύστημα, δεν θα έρθουν από μόνες τους, χωρίς τη δράση για την ανάπτυξη αγώνων, αντιπαράθεσης με την εργοδοσία, το κεφάλαιο, το αστικό κράτος, τις κυβερνήσεις του, με όρους κινήματος.

Για παράδειγμα, στο κίνημα η αναμέτρηση με τη «λογική της αναμονής» αφορά την ουσία, το περιεχόμενο της πάλης, δηλαδή αν οι διεκδικήσεις των εργαζομένων θα οριοθετούνται από τις λεγόμενες «αντοχές της οικονομίας», την εξασφάλιση της «ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων», από το αν όριο στις διεκδικήσεις ενάντια στην ενεργειακή φτώχεια θα είναι η εξασφάλιση της στρατηγικής της «απελευθερωμένης» αγοράς Ενέργειας και της «πράσινης ανάπτυξης», αν η πάλη για την ακρίβεια θα περιορίζεται στα όρια που θέτουν η κούρσα του ανταγωνισμού και η κρατική παρέμβαση προς όφελος του κεφαλαίου, που εκτοξεύουν τις τιμές και τον πληθωρισμό.

Οι διεκδικήσεις και οι στόχοι, τα πλαίσια πάλης που επεξεργάζονται και δουλεύουν οι κομμουνιστές μέσα στο κίνημα, ξεκινάνε με κριτήριο τι είναι σήμερα σύγχρονο και αναγκαίο για να ζήσει ο εργαζόμενος με αξιοπρέπεια, να εξασφαλίζει καταρχήν τα στοιχειώδη, με κριτήριο ότι δεν θα πληρώσει ξανά τα σπασμένα του συστήματος, ότι δεν θα διαπραγματευτεί πόσα και από ποια τσέπη θα χάσει.

Αυτό αντικειμενικά, παρόλο που δεν θα συνειδητοποιείται από όλους όσοι παίρνουν μέρος σε έναν αγώνα και που θα συσπειρώνονται με βάση την οξύτητα των προβλημάτων, το αίτημα και τη διεκδίκηση που άμεσα τους εκφράζει, θα έρχεται σε σύγκρουση με στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, της ΕΕ, με τα σχέδια της εργοδοσίας σε κάθε κλάδο, με όλες τις διαχειριστικές εκδοχές.

Η απεργία λοιπόν στις 9 Νοέμβρη, που αποτελεί βασικό σταθμό της παρέμβασής μας στο κίνημα το επόμενο διάστημα, είναι μια σημαντική μάχη αναμέτρησης με τη γραμμή της κυβέρνησης αλλά και των άλλων πολιτικών δυνάμεων. Αυτό γίνεται ακόμα πιο καθαρό τις τελευταίες μέρες, που εναλλάσσεται η γραμμή της «αξιοποίησης» της απεργίας στα εκλογικά σχέδια επίδοξων κυβερνητικών διαδόχων με την τακτική της ανοιχτής απεργοσπασίας, της υπονόμευσης της απεργιακής μάχης.

Οσο κι αν φαίνεται αυτό αντιφατικό, επί της ουσίας δεν είναι. Ο στόχος είναι ο ίδιος και με τον έναν και με τον άλλον τρόπο, η απεργιακή μάχη να μη βγει «εκτός ορίων», να μην αποτελέσει σταθμό για τη χειραφέτηση εργαζόμενων μαζών, να μην ανέβει ο πήχης των διεκδικήσεων, να μην αξιοποιηθεί για να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο την εργοδοσία, το κράτος και την κυβέρνηση, να μην πιστέψει ο εργαζόμενος στη δύναμή του, να αναμένει μόνο τις «λύσεις» που του «προσφέρουν» το σύστημα και οι διάφορες κυβερνήσεις του.

Παρ' όλες τις δυσκολίες που υπάρχουν, φαίνονται διαθέσεις, απασχολεί το γεγονός ότι οι κομμουνιστές και όσες δυνάμεις συμπορεύονται μαζί τους στο συνδικαλιστικό κίνημα έχουν την πρωτοβουλία των κινήσεων, συμβάλλουν στην προετοιμασία της απεργίας, αλλά και στην προσπάθεια να πάρει παλλαϊκό χαρακτήρα, να εκφραστεί συντονισμός, κοινή δράση και με άλλα κοινωνικά στρώματα, όπως οι αυτοαπασχολούμενοι ΕΒΕ και οι αγρότες, που βρίσκονται σε αναβρασμό.

Πολλά θα κριθούν από τη δράση μας το επόμενο διάστημα. Είναι ζήτημα των καθοδηγητικών οργάνων και των ΚΟΒ να συμβάλουν στην επίλυση μιας σειράς ζητημάτων. Χρειάζεται για παράδειγμα να πολλαπλασιαστούν οι αποφάσεις για συμμετοχή στην απεργία μέσα από συνεδριάσεις Διοικητικών Συμβουλίων, Γενικών Συνελεύσεων σωματείων, σε μια σειρά χώρους μετράμε καθυστερήσεις. Δεν είναι υπόθεση μόνο κάποιων συνδικαλιστών η στήριξη αυτής της προσπάθειας. Είναι υπόθεση των κομματικών δυνάμεων να συμβάλουν σε αυτήν την κατεύθυνση.

Εδώ χρειάζεται καλύτερη επεξεργασία και επιμέρους ζητημάτων. Προφανώς η απεργία έχει ένα ευρύτερο περιεχόμενο, που αφορά τα ζητήματα της ακρίβειας, του εργατικού εισοδήματος, των μέτρων ενάντια στην ενεργειακή φτώχεια. Ομως αυτή η προσπάθεια, για να μπορεί να εκφραστεί σε κάθε κλάδο και εργασιακό χώρο, πρέπει να «δένεται» και με πιο συγκεκριμένες διεκδικήσεις που υπάρχουν και αφορούν συνθήκες δουλειάς, μισθολογικές απαιτήσεις, ωράρια, διεκδίκηση έκτακτων μέτρων από την εργοδοσία, για το κόστος μετακίνησης εργαζομένων, για τη θέρμανση του χώρου εργασίας κ.ά.

Ενα άλλο ζήτημα είναι το πώς θα εξασφαλίσουμε η απεργία, η οργάνωσή της στον χώρο ή στον κλάδο να γίνει πραγματική υπόθεση του ΔΣ, που θα πρέπει να λειτουργήσει ως επιτελείο μάχης και κινητοποίησης των εργαζομένων, αλλά και αξιοποίησης δεκάδων ή και εκατοντάδων εργαζομένων που μπορεί να συσπειρώνονται στα ψηφοδέλτιά μας ή ακόμα και συμπορεύονται μαζί μας σε αυτήν τη μάχη, παρόλο που μπορεί να ακολουθούν συνδικαλιστικά άλλες δυνάμεις. Ολα αυτά πρέπει να απασχολήσουν τα καθοδηγητικά όργανα και τις αρμόδιες ΚΟΒ, δεν είναι δουλειά κάποιων άλλων.

Το κρίσιμο είναι με ποιους όρους, με ποια κριτήρια δίνουμε τη μάχη

Η απεργία στις 9 Νοέμβρη είναι ένας σημαντικός σταθμός. Δεν είναι βεβαίως ούτε η αρχή ούτε το τέλος της παρέμβασής μας στο κίνημα. Το κρίσιμο ζήτημα είναι με ποιους όρους δίνουμε τη μάχη, αν θα πάμε να δουλέψουμε, και κατά συνέπεια να την αξιολογήσουμε με βάση τα κριτήρια που βάζουμε και τα οποία, άλλωστε, είναι και κριτήρια που έχουμε ορίσει και στο 21ο Συνέδριο του Κόμματος.

- Αν θα ανοίξουμε την αντιπαράθεση με την εργοδοσία σε μια σειρά χώρους και κλάδους, που αυτό θα αποτελέσει και τη βάση για τη συνέχεια, πάνω σε αυτό θα μπορέσει να θεμελιωθεί ένας πιο μακροπρόθεσμος αγωνιστικός σχεδιασμός.

- Αν θα δώσουμε τη μάχη της οργάνωσης της απεργίας με όρους κινητοποίησης δυνάμεων πέρα από τους κομμουνιστές, βάζοντας στη μάχη τα ίδια τα ΔΣ, τα ψηφοδέλτιά μας, αλλά και ευρύτερους εργαζόμενους σε κάθε χώρο δουλειάς.

- Αν θα μετρήσουμε σε αυτήν την προσπάθεια δυνατότητες για τράβηγμα σωματείων και συνδικαλιστών στην κοινή δράση με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ.

- Αν θα μετρήσουμε βήματα στην προσπάθεια κοινής δράσης και συμμαχίας ανάμεσα σε εργατικά σωματεία, ΕΒΕ, αγρότες, άλλους φορείς του κινήματος.

Ολη αυτή η προσπάθεια θα είναι πολύ χρήσιμη και από μία ακόμα πλευρά: Μπορεί να τροφοδοτήσει μια πλούσια εσωκομματική συζήτηση, να αξιοποιηθεί για να βγουν πολύτιμα συμπεράσματα, για να ενισχυθούν μια σειρά χαρακτηριστικά των Κομματικών Οργανώσεων, ιδιαίτερα μπροστά στις εκλογοαπολογιστικές συνελεύσεις των ΚΟΒ και τις Συνδιασκέψεις που συμπίπτουν με τα δύο χρόνια από το 21ο Συνέδριο του Κόμματος. Στο χέρι μας είναι.

Του
Κύριλλου ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ*
*Ο Κυρ. Παπασταύρου είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου