Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

Τραγούδια της Κομμούνας

Οι 72 μέρες ζωής της Κομμούνας έμπνευση για τους ανθρώπους της Τέχνης

«Το Παρίσι των εργατών με την Κομμούνα του θα γιορτάζεται πάντα σαν δοξασμένος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Τους μάρτυρές της τους έχει κλείσει μέσα στη μεγάλη της καρδιά η εργατική τάξη. Τους εξολοθρευτές της τους κάρφωσε κιόλας η Ιστορία στον πάσσαλο της ατίμωσης απ' όπου δεν μπορούν να τους λυτρώσουν μήτε όλες οι προσευχές των παπάδων τους» (Καρλ Μαρξ, «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία»).

Στις 28 Μάρτη του 1871, μέσα από τις φλόγες του γαλλοπρωσικού πολέμου, ανακηρύσσεται πανηγυρικά η πρώτη εργατική επαναστατική κυβέρνηση, η Κομμούνα του Παρισιού. Για πρώτη φορά στην Ιστορία της ανθρωπότητας, η κρατική εξουσία πέρασε, αν και για σύντομο χρονικό διάστημα, στα χέρια του προλεταριάτου, της πιο πρωτοπόρας, της μοναδικής μέχρι το τέλος επαναστατικής τάξης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η Κομμούνα που ίδρυσαν οι εργάτες του Παρισιού έζησε μόνον 72 μέρες, αλλά η σημασία της για τον παραπέρα απελευθερωτικό αγώνα της εργατικής τάξης ήταν τεράστια.

Απέδειξε με καθαρό τρόπο πως η εργατική τάξη είχε μπει πλέον στο επίκεντρο της κοινωνικής εξέλιξης. Ήταν η πρώτη επανάσταση με την οποία η εργατική τάξη αναγνωρίστηκε ανοιχτά σαν η μόνη τάξη που ήταν ακόμη ικανή για κοινωνική πρωτοβουλία.

Το μεγαλύτερο δίδαγμα της Κομμούνας, που αναδείχτηκε από τον Κ. Μαρξ, είναι «...ότι το προλεταριάτο δεν μπορεί απλώς να κατακτήσει την έτοιμη κρατική μηχανή και να τη βάλει σε κίνηση για τους δικούς της σκοπούς. Το προλεταριάτο πρέπει να τσακίσει αυτήν την κρατική μηχανή και να την αντικαταστήσει με μια καινούρια, με τη δική του εξουσία». Πρέπει, όπως υπογράμμισε και ο Λένιν, «να συντρίψει, να τσακίσει την "έτοιμη κρατική μηχανή" και να μην περιοριστεί στην απλή κατάληψή της». Στη θέση της δικτατορίας του κεφαλαίου και της αστικής τάξης μπαίνει η κρατική μηχανή που εγκαθιδρύει η εργατική τάξη, η δικτατορία του προλεταριάτου, μια γνήσια δημοκρατική εξουσία, η πιο δημοκρατική στην ανθρωπότητα όσο θα υπάρχει κράτος.

Το επιστέγασμα της πρώτης στον κόσμο απόπειρας της εργατικής τάξης να ανοίξει το δρόμο προς τον κομμουνισμό δίνει η εισαγωγή στον «Εμφύλιο Πόλεμο στη Γαλλία» του Φρίντριχ Ένγκελς: «Τον τελευταίο καιρό, το σοσιαλδημοκράτη Φιλισταίο τον πιάνει ξανά ένας ιερός τρόμος όταν ακούει τις λέξεις: Δικτατορία του προλεταριάτου. Ε, λοιπόν, κύριοι, θέλετε να μάθετε τι λογής είναι αυτή η δικτατορία; Κοιτάχτε την Παρισινή Κομμούνα. Αυτή ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου».

Η πρώτη απόπειρα συγκρότησης της Νέας Κοινωνίας αποτέλεσε έμπνευση για ανθρώπους της Τέχνης. Εξάλλου, οι κομμουνάροι συνειδητοποίησαν ακόμα και σ' αυτά τα πρώτα βήματα ότι δεν μπορεί να έρθει το καινούριο, χωρίς οι επιστήμες, οι τέχνες και η λογοτεχνία να συνδεθούν με το λαό, να τον εκφράσουν, χωρίς να εξυπηρετούν τις ιστορικές και κοινωνικές του ανάγκες, τους πραγματικούς στόχους του.

Τα επιτεύγματα που κατορθώθηκαν στις 72 ημέρες ζωής της Κομμούνας άφησαν κληρονομιά κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί η Τέχνη να αποδοθεί εξ ολοκλήρου στον αληθινό δημιουργό της, το λαό, σπάζοντας όλα τα φράγματα που την κρατάνε μακριά του.

Ένα μικρό δείγμα αποτελούν τα τραγούδια που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια ή ακόμα και μετά την Κομμούνα.

 «Η Διεθνής»

Ποίημα του Ευγένιου Ποτιέ για τη Γαλλική Κομμούνα. Μελοποιήθηκε το 1888 από τον Πιερ Ντεζεϊτέρ. Αρχικά σκόπευαν να το κάνουν «Μασσαλιώτιδα της Κομμούνας», δηλαδή να το τραγουδάνε με τη μουσική του Εθνικού Ύμνου της Γαλλίας.

«Η Μασσαλιώτιδα της Κομμούνας»

 


Πρόκειται για παραλλαγή του Εθνικού Ύμνου της Γαλλίας. Πιο πιθανό είναι οι στίχοι να ανήκουν σε κάποια κυρία Ζιλ Φορ.

Οι στίχοι ζητάνε από τους Γάλλους να μην ακολουθούν πια βασιλιάδες και στέμματα, γιατί στα χέρια τους κυλάει το αίμα των μέχρι τότε πολέμων, αλλά να ενωθούν κάτω από τη σημαία της επανάστασης, να βαδίσουν στρατιωτικά χωρίς ηγεμόνα, όπως λέει το ρεφρέν. Μόνο έτσι μπορούν να υπερασπιστούν την πόλη τους, την ελευθερία τους, να έχουν ψωμί. Είναι χαρακτηριστικό από τις τελευταίες στροφές ότι η πάλη έχει στο επίκεντρο τον εργάτη: «Μην φωνάξετε νέους νόμους, ο λαός είναι κουφός σε αυτά που λέτε! Αρκετά με τις επίσημες φράσεις, αρκετά με τα λόγια χωρίς σημασία! Γάλλοι, η πιο όμορφη νίκη είναι η κατάκτηση των δικαιωμάτων σου! Αυτά είναι τα μεγαλύτερα επιτεύγματα που μπορεί να καταγράψει η ιστορία! Λαέ! Ας είναι η τιμή ο οδηγός σου και η δικαιοσύνη οι νόμοι σου. Ο εργάτης να μην πεινά πια για να σκεπάζει ο βασιλιάς τους ώμους του με μανδύες! Από το βάθος της σκοτεινής νύχτας που μας αλυσόδενε η μοναρχία, υψώνεται η δάδα της ελευθερίας και λάμπει στον κόσμο!».

«Sous le drapeau rouge»


Το τραγούδι μεταφράζεται «Κάτω από την κόκκινη σημαία». Οι στίχοι είναι του Πολ Μπρους και εδώ ερμηνεύεται από την Φραντζέσκα Σόλβιλ από το δίσκο «Τραγουδώντας την Κομμούνα». Είναι τραγούδι που γράφτηκε μετά την Κομμούνα, πράγμα που αποδεικνύει ότι η Κομμούνα αποτελούσε έμπνευση για πολλούς καλλιτέχνες, ακόμα και χρόνια μετά την ήττα της. Η κόκκινη σημαία παραπέμπει κατευθείαν στην κόκκινη αιματοβαμμένη σημαία της Κομμούνας. Σε αυτό το τραγούδι, η κόκκινη σημαία ανάγεται σε σύμβολο των επαναστατών του Φλεβάρη του 1848 και των κομμουνάρων. Γράφει ότι το χρώμα της είναι όμορφο γιατί έχει το κόκκινο χρώμα του εργάτη. Μάλιστα, την αποκαλεί κόκκινη σημαία του Ιούνη από τα γεγονότα της Κομμούνας.

«La semaine sanglante»

 


Το τραγούδι μεταφράζεται «Η ματωμένη βδομάδα». Οι στίχοι είναι του Ζαν Μπατίστ Κλεμάντ. Ματωμένη βδομάδα ήταν η τελευταία βδομάδα ζωής της Παρισινής Κομμούνας (22-28 Μάη). Αυτή τη βδομάδα, ο στρατός των Βερσαλλιών, με επικεφαλής τον Αδόλφο Θιέρσο, επιτέθηκε στο εξεγερμένο Παρίσι και κατέστειλε στο αίμα τη Γαλλική Κομμούνα. Είναι η μάχη με τους περισσότερους νεκρούς στην ιστορία των Παρισίων, καθώς ξεπέρασε σε αριθμό νεκρών και τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Οι στίχοι περιγράφουν τους δρόμους των Παρισίων μετά την ήττα των κομμουνάρων. Από τη μία αστυνομικοί, άνθρωποι με ξίφη και σπιούνοι των αυτοκρατόρων και των βουλευτών και από την άλλη μητέρες, ορφανά και πτώματα των κομμουνάρων. Οι καλοντυμένοι κύριοι και κυρίες με τα κολιέ τους στα χρώματα της γαλλικής σημαίας και οι παπάδες βλέπουν τους δήμιους να εκτελούν τυχαία όποιον βρίσκουν στο δρόμο. Όμως το τραγούδι δεν χάνει την επαναστατική του αισιοδοξία: «Ο λαός θα είναι πάντα καρφωμένος στη δυστυχία; Έως πότε οι άνθρωποι του πολέμου θα έχουν το πάνω χέρι; Ως πότε η άγια κλίκα θα μας θεωρεί ταπεινά βοοειδή; Πότε επιτέλους θα έρθει η δημοκρατία της δικαιοσύνης και της εργασίας; Ναι, αλλά! Ως εδώ! Οι κακές μέρες θα τελειώσουν! Όταν όλοι οι φτωχοί ριχτούν στην υπόθεση της εκδίκησης! Όταν όλοι οι φτωχοί ριχτούν στην υπόθεση της εκδίκησης!».

La danse des bombes


Το τραγούδι μεταφράζεται «Ο χορός των βομβών». Οι αρχικοί στίχοι γράφτηκαν από την Λουίζ Μισέλ, που μαζί με τον Ευγένιο Ποτιέ (στιχουργό της «Διεθνούς») και τον Ζαν Μπατίστ Κλεμάντ ήταν οι τρεις πιο γνωστοί στιχουργοί της «Διεθνούς». Γράφτηκε τον Απρίλη του 1871. Η αρχική έκδοση δεν έχει ηχογραφηθεί ποτέ και η μουσική του τραγουδιού δεν είναι γνωστή. Το τραγούδι που ακούγεται είναι από το δίσκο «Καντάδα για την Λουίζ Μισέλ» του 2004 της Μισέλ Μπερνάρντ, η οποία και τραγουδά, και οι στίχοι είναι αρκετά αλλαγμένοι. Στην αρχική έκδοση περιγράφεται η διάθεση της εργατικής τάξης σε επαναστατικές συνθήκες να βαδίσει ως το θάνατο. Οι κομμουνάροι βαδίζουν άφοβοι, σχεδόν διασκεδάζουν μπροστά στη μάχη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η στιχουργός περιγράφει τη μάχη όπως θα περιέγραφε μια ηλιόλουστη μέρα, ενώ ταυτόχρονα δείχνει παραστατικά την οργή των επαναστατών. «Φίλοι μου βρέχει θραύσματα. Εμπρός όλοι! Πετάμε, πετάμε!!! Η βροντή της μάχης βρυχάται σε εμάς φίλοι μου!!! Τραγουδάμε!!! Βερσαλλίες, Μονμάρτη χαίρετε!!! Στα όπλα!!! έρχονται τα λιοντάρια!!! Η θάλασσα των επαναστάσεων θα σας παρασύρει στην πλημμύρα της!!!».

Οι στίχοι του ρεφρέν είναι χαρακτηριστικοί:

«Εμπρός, εμπρός κάτω από τις κόκκινες σημαίες

Ζωή ή τάφος

Οι ορίζοντες σήμερα είναι όμορφοι».

Και όταν αναφέρει «όμορφους ορίζοντες» αναφέρεται σε ορίζοντες που κρύβονται από τις μπάλες των κανονιών και τις σφαίρες των όπλων κατά τη διάρκεια της μάχης.

Le capitaine «au mur»


Το τραγούδι μεταφράζεται «Στον τοίχο, είπε ο λοχαγός». Οι στίχοι είναι γραμμένοι από τον Ζαν Μπατίστ Κλεμάντ. Έχει θεατρική δομή και διαδραματίζεται μπροστά από τον τοίχο των ομόσπονδων στο νεκροταφείο Περ Λασαίζ, την τελευταία μέρα της Κομμούνας. Ο αστικός στρατός έχει επικρατήσει στην τελευταία μάχη και οι κομμουνάροι στήνονται στο εκτελεστικό απόσπασμα μπροστά στον τοίχο των ομόσπονδων. Στο τραγούδι, ο λοχαγός του αστικού στρατού ρωτά κάθε άνθρωπο που έχει συλληφθεί τι έκανε ώστε να βρίσκεται εδώ πέρα. Ο στιχουργός μέσα από τους στίχους θέλει να δείξει δυο πράγματα: Πρώτον, αλλά όχι κύριο, ότι οι συλλήψεις γίνονταν τόσο τυφλά που βρέθηκαν κατηγορούμενοι ακόμα και εχθροί των κομμουνάρων και υπηρέτες των αστών που έμειναν στο Παρίσι καθ' όλη τη διάρκεια της Κομμμούνας. Κατά δεύτερο και πιο κύριο, ο Κλεμάντ αντιπαραβάλλει τον ηρωισμό και την ηθική των επαναστατών στη σαπίλα και τον ηθικό εκφυλισμό των υπηρετών της αστικής τάξης. Οι απαντήσεις που παίρνει ο λοχαγός από τους υπηρέτες των αστών δείχνουν τον διακαή πόθο να σώσουν το τομάρι τους. Ένας από αυτούς διατίθεται να δώσει ονόματα όλων των γυναικών και παιδιών των κομμουνιστών και ζητά να τους εκτελέσουν μπροστά του. Μια γυναίκα παλιού αξιωματικού κυκλοφορεί με περιβραχιόνιο στα χρώματα της γαλλικής σημαίας, ενώ ένας ιερωμένος κλαίγεται ότι έμεινε όλο αυτόν τον καιρό κρυμμένος σε ένα ντουλάπι για να γλιτώσει από τους κομμουνάρους.

Οι απαντήσεις που παίρνει ο λοχαγός από τους επαναστάτες είναι παράδειγμα επαναστατικού ήθους. Όλοι τους ζητάνε να τους εκτελέσουν. Ένας ηλικιωμένος ζητά να εκτελεστεί γιατί το έγκλημά του ήταν ότι ήταν φτωχός και έκανε παιδιά! Πιο συγκινητικός είναι ένας κομμουνάρος που όταν τον ρωτάει ο λοχαγός απαντάει κατά λέξη:

«Σιχαμερό γουρούνι τρύπα γρήγορα το δέρμα μου!!

Γιατί εγώ έχω κάνει την αποστολή μου με το ντουφέκι μου!!

Κι ένα, βλέπεις τη λάμψη μου

Και δυο, ζήτω η Κομμούνα».

902

Παρισινή Κομμούνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου