Στις αρχές του Ιούλη ο αρμόδιος για την Ευρώπη διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δήλωνε πως «οι θερινοί μήνες προσφέρουν στις κυβερνήσεις χρυσή ευκαιρία για να θέσουν σε εφαρμογή σύνολο μέτρων τα οποία θα συμβάλουν στη μείωση των ποσοστών μόλυνσης και στο να αποφευχθεί το κλείσιμο των σχολείων». Η ίδια Διεύθυνση συνιστά να γίνονται στα σχολεία τεστ PCR ή αντιγόνου για να αποφευχθεί μια ακόμη προσφυγή στην τηλεκπαίδευση, σε περίπτωση νέας ανόδου των κρουσμάτων κορονοϊού.
«Το κλείσιμο των σχολείων εξαιτίας της επιδημίας COVID-19, που αφορά περισσότερους από 156 εκατομμύρια μαθητές σε 19 χώρες, δεν μπορεί να διαρκέσει, διότι θα προκαλέσει την καταστροφή μίας γενιάς», προειδοποιούσαν δύο υπηρεσίες του ΟΗΕ λίγες μέρες αργότερα. Με κοινή τους δήλωση οι επικεφαλής της «Unesco» και της «Unicef» υποστήριζαν το ίδιο διάστημα πως «τα σχολεία θα έπρεπε να είναι τα τελευταία που κλείνουν και τα πρώτα που ανοίγουν». Μιλώντας κατηγορηματικά για βέβαιες επιπτώσεις στα παιδιά και στους νέους που δεν έχουν τη δυνατότητα να πάνε σχολείο, έκαναν λόγο για «μορφωτικές απώλειες, ψυχολογικό στρες, έκθεση στη βία και τις καταχρήσεις, απώλεια σχολικών γευμάτων και εμβολιασμών ή απουσία κοινωνικοποίησης - οι συνέπειες για τα παιδιά θα γίνουν αισθητές παντού: Στις σχολικές τους επιδόσεις, στην κοινωνικοποίησή τους, στη σωματική και ψυχική τους υγεία», ιδιαίτερα για τα φτωχότερα παιδιά. Και κατέληγαν στη σύσταση: «Για να αποφευχθεί η καταστροφή μίας γενιάς, απευθύνουμε έκκληση στα κέντρα λήψης αποφάσεων και στις κυβερνήσεις να δώσουν προτεραιότητα στην επαναλειτουργία των σχολείων σε συνθήκες πλήρους ασφάλειας. Το κλείσιμο των σχολείων θέτει το μέλλον μας σε κίνδυνο, μόνο και μόνο για τη διαφύλαξη, κατά αβέβαιο τρόπο, του παρόντος μας».
Χωρίς αυταπάτες για τον χαρακτήρα των φορέων αυτών, αναδεικνύεται από τα λεγόμενά τους η σοβαρότητα της κατάστασης στην Εκπαίδευση, με στοιχεία που δημοσιεύονται από καιρό σε καιρό στη διάρκεια της πανδημίας. Αν και αποφεύγουν συστηματικά να αναφερθούν στην καταστροφική διαχείριση της πανδημίας από τις αστικές κυβερνήσεις, ενώ δεν κρύβεται ότι οι μορφωτικές απώλειες αντιμετωπίζονται και σαν απώλειες στην οικονομία. Είναι ενδεικτικό πως σε αντίστοιχες με τις παραπάνω συστάσεις, από πλευράς του ΟΗΕ την περασμένη βδομάδα γινόταν αναφορά και σε μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, σύμφωνα με την οποία η πανδημία θα κοστίσει 10.000 δισεκατομμύρια δολάρια σε απώλεια εσόδων σε αυτήν τη γενιά μαθητών...
Στη χώρα μας από την αρχή της πανδημίας, με βάση τα υγειονομικά πρωτόκολλα που τελικά έγιναν λάστιχο, από παιδαγωγική σκοπιά, με βάση τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες, με πραγματική αγωνία για την υγεία των εκπαιδευτικών και μαθητών και των οικογενειών τους, με συλλογικό - διεκδικητικό τρόπο αναδείχθηκε η ανάγκη να ληφθούν μέτρα για τη διά ζώσης λειτουργία των σχολείων. Δύο χρονιές πέρασαν χωρίς να ικανοποιηθούν οι συγκεκριμένες προτάσεις. Αντίθετα, η αντιμετώπιση των μαθητών που έβγαιναν στους δρόμους, λέγοντας ότι φοβούνται καθημερινά μη θέσουν την υγεία των οικογενειών τους σε κίνδυνο, μην αρρωστήσουν στις πανελλαδικές, έφτασε σε σημείο συκοφαντίας. Το αποτέλεσμα ήταν τελικά το ανοιγοκλείσιμο των σχολείων και η τηλεκπαίδευση, με όλες τις συνέπειές της.
Τέλη της σχολικής χρονιάς οι εκπαιδευτικοί και γονείς τόνιζαν πως επιπλέον πρέπει να ληφθούν σοβαρά μέτρα και για την αντιμετώπιση των μορφωτικών απωλειών. Το υπουργείο δεν είχε να παρουσιάσει κανέναν σχεδιασμό για κάτι τέτοιο, ενώ ανέθεσε τελικά σε... εταιρεία δημοσκοπήσεων τη διενέργεια έρευνας για τις απόψεις μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών αναφορικά με τις επιπτώσεις της απομάκρυνσης από τη διά ζώσης διδασκαλία και την εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση έδειξε ιδιαίτερη σπουδή μέσα στην πανδημία να ψηφίζει το ένα νομοσχέδιο μετά το άλλο, για αστυνομία στα πανεπιστήμια, κόφτες στις σπουδές, ελάχιστη βάση εισαγωγής για τα παιδιά της πανδημίας, στροφή στην επαγγελματική κατάρτιση και στενότερη σύνδεσή της με την αγορά, και πρόσφατα, στην καρδιά του καλοκαιριού, για την «αυτονομία» των σχολείων, την υποβάθμιση για τους πολλούς και την κατηγοριοποίηση της εκπαίδευσης, τον ασφυκτικό έλεγχο των εκπαιδευτικών.
«Με το δικαίωμα των παιδιών στη μόρφωση δεν παίζουμε», δήλωναν σωματεία εκπαιδευτικών, που και μέσα στο καλοκαίρι ανέδειξαν την ανάγκη να παρθούν έγκαιρα μέτρα για το άνοιγμα των σχολείων. Μέτρα συγκεκριμένα, που θα κινούνται στους άξονες της θωράκισης της υγείας στα σχολεία και της κάλυψης των αυξημένων μορφωτικών αναγκών, για την αντιμετώπιση της εγκληματικής διαχείρισης της πανδημίας και στην Εκπαίδευση. Τέτοια είναι οι μαζικοί διορισμοί, με όλους τους εκπαιδευτικούς να βρίσκονται από την πρώτη στιγμή στα σχολεία, προσλήψεις εκπαιδευτικού καθαριότητας, αραίωση των μαθητών ανά τάξη ώστε να τηρούνται οι αποστάσεις, αλλά και να αντιμετωπιστούν καλύτερα τα μορφωτικά κενά που συσσωρεύτηκαν, μαζικά επαναλαμβανόμενα τεστ στα σχολεία με ευθύνη του ΕΟΔΥ κ.ά.
Συνεχίζοντας να κλείνει τα αυτιά σε αυτά τα αιτήματα, μη αξιοποιώντας άλλη μια περίοδο κλειστών σχολείων για τις απαραίτητες παρεμβάσεις, το υπουργείο Παιδείας κινείται στη λογική τού να φορτώνει ευθύνες στους εργαζόμενους και μέχρι στιγμής - με την απόσταση από το άνοιγμα των σχολείων να είναι πολύ κοντινή - περιορίζεται σε μέτρα που αφορούν τους εκπαιδευτικούς: Με τροπολογία σε άσχετο νομοσχέδιο εισάγει ποινές (περικοπή αποδοχών, απόλυση για αναπληρωτές κ.ά.) για εκπαιδευτικούς που δεν θα είναι εμβολιασμένοι και δεν θα προσκομίζουν για την είσοδό τους στο σχολείο μοριακό ή rapid test. Μια κίνηση που μοιάζει με «κυνήγι μαγισσών», αφού ο ίδιος ο κλάδος είχε ζητήσει έγκαιρα να εμβολιαστεί, αναζητώντας τα ακυρωμένα ραντεβού αρχικά, και με το 75% να είναι εμβολιασμένοι, τους ανατέθηκαν ακόμα και ευθύνες... υγειονομικής επιτήρησης όσο λειτούργησαν διά ζώσης τα σχολεία, ενώ σήκωσαν το μεγάλο βάρος της τηλεκπαίδευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου