1942: Το «ματς του θανάτου» ή ένα ματς για την υπεράσπιση του σοσιαλισμού
Εχει καταγραφεί στην Ιστορία σαν μια από τις περιπτώσεις που ένας ποδοσφαιρικός αγώνας ξέφυγε από τα στενά περιθώρια ενός αθλητικού γεγονότος. Αντίθετα έχει να κάνει με την ανεξαρτησία και την υπεράσπιση του σοσιαλισμού, της ελευθερίας.
Καλοκαίρι του 1941. Ο πλανήτης έχει παραδοθεί για τα καλά στις φλόγες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι καταστροφές, οι δυστυχίες, οι θάνατοι , όλα ανυπολόγιστα και το ανθρώπινο είδος βυθίζεται στο σκοτάδι που το ίδιο προκάλεσε.
Στην Ευρώπη, οι δυνάμεις του Χίτλερ προελαύνουν και το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς καταλαμβάνουν ένα σημαντικό κέντρο της Σοβιετικής Ενωσης την πόλη του Κιέβου .
Ο αρτοποιός, που σώθηκε από σκληρές μάχες Νικολάι Τρούσεβιτς, ήταν ξεκάθαρος, όσο κι αν επέμενε το αφεντικό. Η ιδεολογία του και η αγάπη για την πατρίδα δεν του επέτρεπαν να γίνει έρμαιο στα χέρια των Ναζί.
Ο Νικολάι Τρούσεβιτς δεν πειθόταν στις προτροπές του Γκέοργκ Σβετσόφ. Ο ίδιος ήξερε ότι χρωστούσε πολλά στον Σβετσόφ, καθώς τον είχε σώσει από το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Νταρνίτσα, όταν οι Γερμανοί είχαν συλλάβει αυτόν κι άλλους 600.000 Ουκρανούς.
Γνώριζε επίσης, όμως, ότι το αφεντικό του στο φούρνο ήταν πιστός συνεργάτης των Ναζί, ένας υποτακτικός που βάζει το προσωπικό του συμφέρον πάνω απ’ οτιδήποτε άλλο, ακόμα κι από της ίδιας του της χώρας, μια κλασική δηλαδή περίπτωση Εφιάλτη.
Γι’ αυτό, λοιπόν, ο Νικολάι αρνιόταν να γίνει μέλος της ποδοσφαιρικής ομάδας που είχε συγκροτήσει ο Σβετσόφ. Στις δόξες του ήταν ένας εξαιρετικός τερματοφύλακας, όταν αγωνιζόταν στην τοπική «Ντιναμό». Ο σεβασμός που απολάμβανε από τους συμπολίτες του ήταν μοναδικός και αν συμμετείχε στη γερμανόφιλη ομάδα της «Ρουχ» ο λαός του Κιέβου θα δεχόταν μεγάλο πλήγμα, χώρια τα προπαγανδιστικά οφέλη που θα αποκόμιζε η Γκεστάπο.
Αποφάσισε, λοιπόν, να δημιουργήσει μια ομάδα με δικές του ενέργειες. Ο Τρούσεβιτς γνώριζε εξ αρχής πάνω σε ποιους θα βασιζόταν, και απευθύνθηκε ευθύς στους παλιούς του συμπαίκτες της «Ντιναμό», που αγωνίζονταν μαζί πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο νεαρός αμυντικός Μιχαήλ Σβιριντόφσκι, ο ασημένιος Ολυμπιονίκης Μιχαήλ Πουτίστιν, ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Μακάρ Γκοντσαρένκο και το «κτήνος» Ιβάν Κουζμένκο, θα αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά της νέας ομάδας. Παρέα και άλλοι τρεις από τη Λοκομοτίβ Κιέβου που έτρεξαν στο κάλεσμα του Τρούσεβιτς, οι Μιχαήλ Μέλνικ, Βλάντιμιρ Μπαλάιν και Βασίλι Σουκάρεφ.
Και το όνομα; Φυσικά δεν θα μπορούσε να είναι το «Ντιναμό», καθώς αυτομάτως παρέπεμπε στις αστυνομικές δυνάμεις της Σοβιετικής Ενωσης απ’ όπου και προερχόταν όντως ο σύλλογος, κάτι που θα προκαλούσε φρενίτιδα στους κατακτητές. Το όνομα της ομάδας θα ήταν «Σταρτ», με τη λέξη να έχει ανάλογη σημασία με την αγγλική γλώσσα, δηλαδή αρχή. Ετσι, ο Νικολάι Τρούσεβιτς και οι συμπαίκτες του θα έκαναν μια νέα αρχή παίζοντας ποδόσφαιρο, αποδρώντας έστω και για λίγες ώρες από τη μιζέρια του πολέμου και της καθημερινής βιοπάλης.
Η ανίκητη «Σταρτ»
Το μνημείο που είναι αφιερωμένο στους ποδοσφαιριστές της ΣΤΑΡΤ
Το πρώτο παιχνίδι έλαβε χώρα στο στάδιο «Ζενίτ» του Κιέβου , όπου η «Σταρτ» διέλυσε μια ομάδα Ούγγρων (σύμμαχοι των Γερμανών) με σκορ 6-2. Επόμενος αντίπαλος ακόμα μια μεικτή, αυτή τη φορά από Ρουμάνους στρατιώτες, η οποία έφυγε με έντεκα γκολ στο κεφάλι από τους ήρωες του Κιέβου . Οταν όμως ο Τρούσεβιτς και οι υπόλοιποι νίκησαν την γερμανική PGS, τότε η ψυχολογία του λαού άλλαξε για τα καλά. Αν και… περιορισμένος από του Ναζί, ο Τύπος της χώρας αναγνώριζε τα κατορθώματα της «Σταρτ», με αποτέλεσμα να εξυψώνεται το ηθικό των υπόδουλων Ουκρανών.
Οι συνεχείς επιτυχίες αυτών των… επίλεκτων κακομοίρηδων και η ανταπόκριση του κόσμου που τους θεωρούσε λαϊκά ινδάλματα δεν έκατσε καθόλου καλά στους Γερμανούς, οι οποίοι αποφάσισαν να βάλουν φρένο στην αήττητη πορεία τους. Προς απάντηση, λοιπόν, της «Σταρτ», ήρθε στο Κίεβο η έχουσα τη φήμη ανίκητης ομάδας, «Φλάκελφ», που ήταν η επίσημη ποδοσφαιρική εκπρόσωπος της γερμανικής αεροπορίας.
Στις 6 Αυγούστου του 1942, «Φλάκελφ» και «Σταρτ» βρέθηκαν αντιμέτωπες, με τους Ουκρανούς να επικρατούν με χαρακτηριστική άνεση των στρατιωτών – αθλητών του Γ’ Ράιχ και σκορ 5-1. Αδύνατον. Η Αρία φυλή, οι αρρενωποί ξανθοί και γυμνασμένοι στην εντέλεια άντρες του Χίτλερ να ταπεινώνονται τοιουτοτρόπως από ένα μάτσο υπόδουλους τιποτένιους μπαλαδόρους;
Το χαστούκι στην αίσθηση της γερμανικής υπεροχής ανησυχητικά ηχηρό, και πλέον τα πράγματα είχαν σοβαρέψει. Ηταν πια κάτι παραπάνω από δεδομένο ότι οι Γερμανοί θα ζητούσαν εκδίκηση με κάθε μέσο.
Η ρεβάνς προγραμματίστηκε για τρεις μέρες αργότερα, στις 9 Αυγούστου. Η σημασία που είχε αποκτήσει η αναμέτρηση έκανε μαζική την προσέλευση στο γήπεδο «Ζενίτ» του Κιέβου . Χαρακτηριστικό είναι ότι τα φυλλάδια που τύπωσαν οι Ναζί ανέφεραν τη λέξη «εκδίκηση» κάτω από την αναγγελία του ποδοσφαιρικού αγώνα, δείγμα του πόση σημασία έδιναν σε ένα γεγονός που πριν ήταν χόμπι του στρατού, αλλά τώρα πια μέσο πολιτικής προπαγάνδας.
Πριν από το ματς , ένας άνδρας με στολή των SS εισήλθε στα αποδυτήρια της «Σταρτ» για να μεταφέρει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στους ποδοσφαιριστές: «Είμαι ο διαιτητής του σημερινού αγώνα. Ξέρω ότι είστε μια πολύ καλή ομάδα. Σας παρακαλώ ακολουθήστε τους κανόνες, μην παραβείτε κανέναν, και πριν την έναρξη χαιρετίστε τους αντιπάλους σας με τον τρόπο το δικό μας».
Το δίλημμα ήταν εμφανές. `Η μήπως δεν υπήρχε ποτέ κανένα δίλημμα; Μάλλον το δεύτερο ισχύει, γιατί ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Ιβάν Κουζμένκο, ο Μακάρ Γκοντσαρένκο, ο Νικολάι Τρούσεβιτς και οι υπόλοιποι παίκτες της «Σταρτ» παρουσιάστηκαν αποφασισμένοι να αγωνιστούν για την τιμή τη δική τους, της πόλης τους και της χώρας τους εν γένει.
Το έδειξαν ευθύς εξ αρχής, αφού στο χαιρετισμό των ομάδων, αντί για «Hail Hitler» οι Ουκρανοί βροντοφώναξαν «Fizcult Hura», τον αντίστοιχο σοβιετικό χαιρετισμό! Απαντες αντιλήφθηκαν ότι θα τα έπαιζαν όλα για όλα. Πέραν του διαιτητικού στησίματος και των ξεκάθαρων απειλών εκ μέρους των Γερμανών, οι παίκτες της «Σταρτ» ήταν εργάτες που δούλευαν ολημερίς για ένα ξεροκόμματο και όχι επαγγελματίες αθλητές, όπως οι της «Φλάκελφ».
Οι Ναζί αντιπαρέταξαν δύναμη και αντιαθλητικά μαρκαρίσματα στο τεχνικό επίπεδο των Ουκρανών, με τον γκολκίπερ Τρούσεβιτς να μένει αναίσθητος για μερικά λεπτά μετά από ένα χτύπημα εκτός φάσης. Το θεαματικό γκολ όμως του Κουζμένκο, που τάραξε τα γερμανικά δίχτυα, έδωσε αέρα υπεροχής στη «Σταρτ», η οποία και πήγε προηγούμενη με 3-1 στο ημίχρονο.
Στην ανάπαυλα, οι Ουκρανοί δέχτηκαν και δεύτερη γερμανική επίσκεψη, αυτή τη φορά από άνθρωπο των SS παρέα με τον προδότη και συνεργάτη των κατακτητών Γκέοργκ Σβετσόφ. Ο Σβετσόφ παρότρυνε τον Τρούσεβιτς και τους υπόλοιπους να δώσουν το ματς , και ο Γερμανός τους επισήμανε να σκεφτούν τις συνέπειες σε περίπτωση που πράξουν αντίθετα.
Το δεύτερο ημίχρονο είχε από δυο γκολ για την κάθε ομάδα, με το σκορ να διαγράφεται 5-3 υπέρ της «Σταρτ», ωστόσο στο τέλος συνέβη η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ο αμυντικός Αλεξέι Κλιμένκο πήρε την μπάλα και αφού πέρασε όλη τη γερμανική άμυνα και τον τερματοφύλακα έφτασε μέχρι τη γραμμή και κοντοστάθηκε. Τότε, αντί να σκοράρει κλότσησε την μπάλα προς το κέντρο. Ο διαιτητής των SS σφύριξε πριν καν συμπληρωθούν τα ενενήντα λεπτά και όλοι προσπαθούσαν να αφουγκραστούν ποια θα ήταν η τύχη των νικητών.
Εκεί που τελειώνει ο μύθος, ξεκινούν τα ιστορικά γεγονότα
Σταδιακά μετά τις 9 Αυγούστου, οι ποδοσφαιριστές της «Σταρτ» συλλαμβάνονταν για ανάκριση κατηγορούμενοι ότι συνεργάζονταν με τη Σοβιετική αστυνομία. Η κατάσταση χειροτέρεψε όταν ο Τρούσεβιτς και η παρέα του νίκησαν με 8-0 τη «Ρουχ», την ομάδα του αφεντικού του Σβετσόφ και φίλου των Γερμανών. Ο Κορότκιχ πέθανε στη διάρκεια των βασανιστηρίων από τους Ναζί (άλλη εκδοχή τον θέλει να έχει ήδη συλληφθεί πριν τον αγώνα) και οι υπόλοιποι μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου οι άλλοτε συνάδελφοι στο φούρνο και συμπαίκτες στο γήπεδο, Κουζμένκο, Κλιμένκο, Τρούσεβιτς εκτελέστηκαν μερικούς μήνες αργότερα.
«Ο Αγώνας του θανάτου » ήρθε στο φως της δημοσιότητας 16 χρόνια μετά τη διεξαγωγή του, από ένα άρθρο Ουκρανού δημοσιογράφου σε εφημερίδα του Κιέβου . Ταινίες δημιουργήθηκαν εμπνευσμένες από το εν λόγω συμβάν, βιβλία γράφτηκαν και το όλο γεγονός πέρασε στη σφαίρα του θρύλου, διόλου άδικα. Το 2005, μάλιστα, η Εισαγγελία του Αμβούργου έκλεισε την υπόθεση, με την ετυμηγορία να αναφέρει πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι ποδοσφαιριστές της «Σταρτ» δολοφονήθηκαν από τους Ναζί, εξαιτίας της νίκης τους, κάτι που αποτελεί μια ακόμη τρανή περίπτωση γερμανικής ασυλίας στα εγκλήματα της τότε πολιτικής ηγεσίας της χώρας.
Βγαίνοντας κανείς από την κύρια έξοδο του πρώην σταδίου «Ζενίτ» και νυν «Σταρτ» στο Κίεβο , βλέπει στα δεξιά του ένα μνημείο που αναπαριστά την εικόνα τεσσάρων ποδοσφαιριστών, που στέκονται αιώνιο σύμβολο θάρρους και αυταπάρνησης. «Η δόξα σας δεν θα ξεθωριάσει στους αιώνες…» αναφέρει η επιγραφή, για εκείνους τους ανθρώπους που μπόρεσαν να μη δειλιάσουν, κοιτάζοντας κατάματα το θάνατο.
Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου