Επιλογή γλώσσας

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Πεθαίνει ο Κώστας Κάππος

Πέθανε, 10/9/2005, ο Κώστας Κάππος, ξεχωριστή προσωπικότητα του ΚΚΕ.

Γεννήθηκε στο Κεφαλόβρυσο Αργολίδας τον Μάρτη του 1937.

Ο Κώστας Κάππος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και κοινοβουλευτικός του εκπρόσωπος μέχρι το 1989.

Ο Κώστας Κάππος οργανώθηκε στην ΕΔΑ πριν από τη δικτατορία του 1967 και στη συνέχεια στο ΚΚΕ.

Με την επιβολή της δικτατορίας εξορίστηκε στη Γυάρο και στη Λέρο.

Μετά την απελευθέρωσή του, συνέχισε τον αγώνα στις γραμμές της ΚΝΕ, ως μέλος του Γραφείου του Κεντρικού Συμβουλίου της.

Συνελήφθη εκ νέου το Φλεβάρη του 1974 και υπέστη φρικτά βασανιστήρια στο ΕΑΤ - ΕΣΑ, δίχως να λυγίσει. 


Στο 9ο Συνέδριο εκλέχτηκε μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.

Τα τελευταία χρόνια, ο Κώστας Κάππος δραστηριοποιήθηκε στο Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών (ΚΜΕ) ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του, ενώ συνέχιζε να συμμετέχει στους λαϊκούς αγώνες, δίπλα στο ΚΚΕ.
Κώστας Κάππος

47 σχόλια:

  1. Ηταν ένας πραγματικός κομμουνιστής και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του δίπλα στο ΚΚΕ. Την βουλευτική σύνταξη την έδινε στο ΚΚΕ όπως κάνουνε όλοι οι κομμουνιστές. Το 1989 πολιτικά είχε απόλυτο δίκιο. Το λάθος του είναι πως δεν έπρεπε να αποχωρήσει απο το ΚΚΕ όσο δύσκολο και αν ήταν. Το πρόβλημα ήταν βαθύτερο βρισκόταν στο Πρόγραμμα του κόμματος στην Εγκληματική θεωρία των πολιτικών μετώπων και σταδίων που είχε μετατρέψει το κόμμα σε κουρελόχαρτο μετά το 12ο Συνέδριο του 1987.... Εκείνες τις τραγικές ώρες έπρεπε να είχε μείνει στο κόμμα. Η Βοήθεια του ήταν πολύτιμη την ώρα που τα οπορτουνιστικά Σκυλιά ορμούσαν να κατασπαράξουν το ΚΚΕ. Είμαι σίγουρος όταν έρθει η ώρα του δοκιμιου 1974 1991 ο σύντροφος μας θα τιμηθεί ανάλογα. ΚΑΠΠΟΣ ΑΘΑΝΑΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το 1868 έγινε η διάσπαση φεύγοντας οι Ακραίες εκφάνσεις του Οπορτουνισμού φτιάχνοντας το προδοτικό ...εσωτερικό.... Λύθηκε το οργανωτικό ζήτημα με την ΟΚΝΕ που διαλύθηκε το 1943... και τις Κ.Ο το 1958. Στο 9ο Συνέδριο το 1973 έγινε σημαντική προσπάθεια να καταργηθεί η Εγκληματική θεωρία των πολιτικών μετώπων και σταδίων. Στάθηκε αδύνατον σε εκείνες τις συνθήκες να ξεριζωθεί ο Κεντρίστικος οπορτουνισμός που είναι ο προθάλαμος για Δεξιό και Αριστερίστικο τροτσκιστικό οπορτουνισμό όπως και έγινε στο 12ο Συνέδριο το 1987... με το ΚΚΕ να γίνεται Κουρελόχαρτο. Η Αυτοτέλεια του ΚΚΕ διασφαλίζεται με ένα και μοναδικό τρόπο. Να έχεις σε όλες τις συνθήκες Στρατηγικό στόχο τον σοσιαλισμό οι Κομμουνιστές να παλεύουμε για αυτό μέσα απο το ΠΑΜΕ και την κοινωνική Συμμαχία και να συμμετέχουμε στο Αστικό κοινοβούλιο απο θέσεις εργατικής λαικής αντιπολίτευσης για όσο οι καπιταλιστές έχουν τα μέσα παραγωγής στα χέρια τους. Αυτό γίνεται απο το 15ο Συνέδριο του 1996... Αν δεν το είχαμε κάνει ΤΟ 2012... θα μας είχαν ρίξει στον Οπορτουνιστικό βόθρο με τα ΣΚΑΤΑ του σύριζα τα κεντρίστικα ΒΑΡΙΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΟΥΤΣΚΙ.... ΟΥΤΕ ΒΗΜΑ ΠΙΣΩ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. [1/25]

    Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από μια ιστοσελίδα (http://www.kostaskappos.gr/) με κείμενα και υλικό για τη ζωή και τη δράση του Κώστα Κάππου, η οποία ιστοσελίδα, δυστυχώς, δεν υπάρχει πια. Είναι λίγο μεγάλο το κείμενο, αλλά αξίζει πραγματικά να διαβαστεί. Καλή ανάγνωση! ― Ανεπαίσχυντος

    ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗ ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ-ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΚΑΠΠΟΥ

    Η παρακάτω προφορική μαρτυρία δόθηκε στην Αγγελική Σωτήρη, στις 23/1/2003, απομαγνητοφωνήθηκε και παραδόθηκε για διορθώσεις στον ομιλούντα, οι οποίες έγιναν στις 8/5/2003.

    ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΩΤΗΡΗ: 23 Ιανουαρίου 2003, Κώστας Κάππος. Η συνέντευξη παίρνεται με τη σύμφωνη γνώμη του ομιλούντος. Κώστα, καλησπέρα.

    ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΠΠΟΣ: Καλησπέρα.

    Α. Σ.: Θέλω καταρχήν να μου πεις μερικά πράγματα για την είσοδό σου στο αριστερό κίνημα, τότε που έγινε, στη συνέχεια να μου μιλήσεις για την περίοδο της δικτατορίας, για την περίοδο της σύλληψης και των βασανιστηρίων και βλέπουμε.

    Κ. Κ.: Σύμφωνοι. Κοίταξε, εγώ έχω γεννηθεί το ’37. Και το ’44 που κυριαρχούσε το ΕΑΜ, τα ’ζησα στο χωριό μου που υπήρχαν εκεί οργανώσεις του ΕΑΜ, συγκεντρώσεις, διαλέξεις, κινητικότητα μεγάλη των μαζών και επομένως τα γνώρισα. Μετά γνώρισα και το Δημοκρατικό Στρατό, όχι πολύ, γιατί πήγαινα στο Άργος στο σχολείο και εκεί μόνο επιθέσεις έκανε ο Δημοκρατικός Στρατός, αλλά, εν πάση περιπτώσει, είχα πάει κάτω στο χωριό, τους είδα εκεί, από μακριά βέβαια, όχι πολλά, εν πάση περιπτώσει, τα είχα γνωρίσει και για τον Δημοκρατικό Στρατό, είχα ζήσει έντονα αυτές τις καταστάσεις. Εν τω μεταξύ στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, τέσσερις θείοι μου, όχι ο πατέρας μου, ήταν στη φυλακή. Άλλος ήταν στη Γιούρα, άλλος ήταν στη Μακρόνησο και δύο ήταν στην Κόρινθο φυλακή, τον έναν τον εκτελέσανε, τον πέρασαν από στρατοδικείο και τον εκτελέσανε. Επομένως έχω μια παράδοση αριστερή.

    Στο Γυμνάσιο του Άργους που μπήκα το ’50–’51 υπήρχε έντονος αντικομμουνισμός, τρομοκρατία, είναι η περιοχή αντιδραστική και κάπως δεν μου πήγαινε αυτό το πράγμα, αυτή η αντίδραση κι αυτή η συμπεριφορά που υπήρχε από μέρους της Αστυνομίας, των καθηγητών, γενικά. Κι έτσι δημιουργήθηκε ένα πνεύμα αντιπαράθεσης σ’ αυτή την κατάσταση. Με τις εκλογές του ’56 που η ΕΔΑ μπήκε στη «Δημοκρατική Ένωση» και κατεβαίναμε στις εκλογές, ενεργοποιήθηκα εκεί, πήγα σε χωριά να βρω διάφορους γνωστούς να τους πω να ψηφίσουνε τη «Δημοκρατική Ένωση», δεν έβαζε και η ΕΔΑ, δεν είχε υποψήφιους, αλλά υποστηρίζαμε κάποιους υποψήφιους εκεί και ήταν η πρώτη μου επαφή με το κίνημα στις εκλογές αυτές. Στη συνέχεια βέβαια καταστάλαξα στην «Αυγή» να διαβάζω. Τότε ήταν η «Αυγή». Είχε πλούτο πολύ. Έγραφαν Βάρναλης, Αυγέρης, Κορδάτος, Παπαϊωάννου, Ιμβριώτη, διότι κάθε μέρα είχανε ενδιαφέρον τα πράγματα, τα οποία με συγκινούσαν, οι ιδέες, αυτός ο πλούτος των ιδεών που υπήρχε στην τοτινή «Αυγή». Στην συνέχεια ήρθα στην Αθήνα, πέρασα στη Βιομηχανική Σχολή και το ’58 στις εκλογές, κι έχει σημασία αυτό να το πω, διότι και στα βασανιστήρια στο Μπογιάτι και στην Ασφάλεια και στο Διόνυσο με κατηγορούσαν ότι πήγα εκλογικός αντιπρόσωπος της ΕΔΑ στις εκλογές του ’58, τότε που πήρε η ΕΔΑ 25 περίπου τοις εκατό και έβγαλε 79 βουλευτές. Η κατηγορία τους ήταν ότι πήγα εκλογικός αντιπρόσωπος. Λοιπόν, εκεί, με την εμφάνισή μου σαν εκλογικού αντιπρόσωπου υπήρξε και μια έντονη αντίθεση από τους χωριανούς, οι οποίοι είχανε στήσει «ενέδρα». Τελικά όμως δεν έγινε, δεν πέτυχε το σχέδιό τους. Συμμετείχα στο φοιτητικό κίνημα, στις διαδηλώσεις, έπαιζα κάποιο στελεχικό ρόλο στην οργάνωση εκεί της Σπουδάζουσας, μέχρι που τελείωσα τη σχολή, μετά πήγα στρατιώτης, εκεί είχαν μια συμπεριφορά, με είχαν χαρακτηρίσει σαν επικίνδυνο κομμουνιστή και με είχανε βάλει απλό τυφεκιοφόρο στην ειδικότητα. Είχαμε έντονες αντιπαραθέσεις εκεί με τους διοικητές.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. [2/25]

    Α. Σ.: Πού υπηρέτησες;

    K. Κ.: Υπηρέτησα στο Κιλκίς στην αρχή και μετά στη Δράμα. Πέρασα το ’62–’65. 27 μήνες περίπου έκανα στρατιώτης. Με είχαν χαρακτηρίσει μπροστά σε όλο το τάγμα ότι δεν είμαι Έλληνας, γινόταν συχνά αντιπαράθεση με τους διοικητές, δηλαδή όχι τους διοικητές των λόχων, τους διοικητές του τάγματος.

    Πρέπει να πω, όμως, ότι στη διάρκεια αυτή της ΕΔΑ, ενώ στην αρχή είχα μια έντονα επαναστατική θέση, όπως με τα σημερινά δεδομένα που κρίνω, δηλαδή ότι πίστευα, ότι μόνο με επανάσταση μπορεί να παρθεί η εξουσία, όχι κοινοβουλευτικά, η «Αυγή», παρά τον πλούτο των ιδεών που είχε, έβαζε άρθρα συνέχεια με βάση το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, ότι ειρηνικά θα πάρουμε την εξουσία. Συνεχώς βάζανε άρθρα του Παρτσαλίδη και έγραφαν αυτά που έλεγε ο Χρουστσόφ, στο 22ο Συνέδριο, ότι το ’80 θα έχουμε φτάσει στον κομμουνισμό.

    Βιβλία δεν είχαμε τότε καθόλου στο Άργος που ήμασταν. Αλλά κι εδώ στην Αθήνα δεν είχαμε βιβλία να διαβάσουμε. Στις βιβλιοθήκες δεν είχα ψάξει, πήγαινα για τα σχολικά βιβλία, τα οποία υπήρχαν στις βιβλιοθήκες, τα άλλα δεν υπήρχαν. Εν πάση περιπτώσει κυκλοφορούσαν κάποια βιβλία μετά, άρχισα να διαβάζω, αλλά δεν είχα καμία ωριμότητα να κρίνω αυτά που λεγόντουσαν τότε, ότι πραγματικά ήτανε ένας συμβιβασμός, μια υποχώρηση από τις επαναστατικές θέσεις. Εν πάση περιπτώσει είχα καταλήξει ότι πάμε καλά, ότι με εκλογές θα πάρουμε την εξουσία, είχα πειστεί ότι δικτατορία δεν γίνεται, διότι έχουμε οργανώσεις, έχουμε αυτά, θα κινηθούμε και θα αποτρέψουμε οποιαδήποτε τυχόν εκτροπή και αιφνιδιάστηκα το ’67 στις 21 Απριλίου.
    Με ξύπνησε ένας γείτονας που ήταν εργάτης και πήγε στις 5.30 η ώρα να μπει στο τραίνο, στον ηλεκτρικό να πάει στη δουλειά και ο ηλεκτρικός δεν λειτουργούσε, ήταν Ευέλπιδες εκεί στην πλατεία Βικτωρίας, και ο οποίος, επειδή έβλεπε ότι διαβάζω «Αυγή», με ξύπνησε και μου λέει ότι «Έγινε παιδί μου κίνημα» και «Πάρε τα μέτρα σου». Πράγματι εγώ σηκώθηκα, πήγα και πήρα ένα φίλο και πήγαμε εκεί που θα γίνουν, υποτίθεται, οι συγκεντρώσεις που έλεγε ο Παπανδρέου, έλεγε ο Κύρκος και τα λοιπά. Πήγαμε πράγματι στο Πανεπιστήμιο, πήγαμε στην Κλαυθμώνος, πήγαμε στο Δημαρχείο, πήγαμε στην Ομόνοια, τίποτα πουθενά. Τανκ, στρατός, τότε ήμουν διευθυντής σ’ ένα εργοστάσιο στον Πειραιά. Όταν είδα ότι δεν έγινε τίποτα, πήγα τακτοποίησα κάτι εκκρεμότητες που είχα στο εργοστάσιο και άρχισα να αναζητώ διάφορους φίλους, όπως λεγόμασταν τότε στα πλαίσια της ΕΔΑ, για να δούμε τι θα κάνουμε. Έβλεπα ότι τους πιο πολλούς τους είχαν πιάσει την πρώτη μέρα και ήτανε στον Ιππόδρομο. Δεν ξέραμε που ήτανε ακριβώς, οι δε άλλοι που δεν είχαν πιαστεί, κρυβόντουσαν και δεν παρουσιαζόντουσαν και τους έστελνα άνθρωπο να τους βρει και να τους πει ότι τους ζητάω και τα λοιπά, τίποτα. Εν πάση περιπτώσει, είδα μια ηττοπάθεια και τότε κατάλαβα ότι δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα και δεν είναι τόσο ρόδινα όσο εγώ πίστευα. Ότι μπορούμε με την οργάνωση, ότι τα στελέχη που μας καθοδηγούσαν έχουν επάρκεια και μπορούν να παίξουν το ρόλο τους, αφού στην πιο κρίσιμη στιγμή και τα λοιπά εκμηδενίστηκε ο ρόλος τους, ούτε καν, οι πιο πολλοί είχαν παραιτηθεί και κρυβόντουσαν, δεν είχαν διάθεση γι’ αγώνα. Από κει και πέρα ξεκίνησα να κάνω, δεν είχα καμία επαφή, προσπαθούσα να κάνω κάποιες ομάδες που να γράφουνε συνθήματα, να πετάνε τρικ, να βρούμε κανένα πολύγραφο να βγάζουμε προκηρύξεις ή να βγάλουμε κάποιο έντυπο και κινήθηκα μέσα σε αυτά τα πλαίσια μέχρι το ’68. Το ’68 τον Απρίλη πιάστηκα, είχαμε πάρει έναν πολύγραφο, όπου αυτός που είχε πουλήσει τον πολύγραφο ήτανε της Αστυνομίας προφανώς.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. [3/25]

    Α. Σ.: Με συγχωρείς που σε διακόπτω. Θέλω να σε ρωτήσω σ’ αυτό το σημείο, με ποιους άλλους, θυμάσαι με ποιους άλλους δούλεψες τότε;

    Κ. Κ.: Ναι, θυμάμαι, με ανθρώπους που βασικά δεν είναι γνωστά στελέχη, όταν πιάστηκαν, υποχώρησαν, δεν είναι γνωστά στελέχη.

    Εν πάση περιπτώσει είχα μια ομάδα 5, 6, 7. Αν θες, επειδή ρωτάς γι’ αυτό, είναι χαρακτηριστικό ότι επειδή τότε υπήρχε η διάσπαση στο Κόμμα το ’68, η «Φωνή της Αλήθειας» δεν ήταν καθαρή στη γραμμή της, δεν μπορούσες να καταλάβεις τι θέλανε και πώς, τι να πούμε στον κόσμο που θα οργανώσουμε. Και υπήρχε μια ηττοπάθεια, ότι με τα βασανιστήρια υποχωρούσε ο κόσμος και ότι άμα σε βασανίσουν, θα μαρτυρήσεις κλπ. Και είχαμε κάνει μια μάζωξη επτά άνθρωποι στη Σαλαμίνα σ’ ένα σπίτι και συζητήσαμε χωρίς να έχουμε καμιά εμπειρία, ούτε να έχουμε υπόψη μας κανένα… καμιά μπροσούρα για τα συνωμοτικά μέτρα και τι να κάνουμε, όταν μας πιάνουν στην αστυνομία, άμα πιαστούμε τι λέμε και τι κάνουμε. Μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση ότι δεν μας διαβεβαιώσανε εκεί ότι, τουλάχιστον αυτοί που μιλήσανε, δεν με διαβεβαιώσανε ότι θ’ αντέξουν, αν πιαστούν. Και μετά, όταν πιαστήκανε δύο από αυτούς, υποχώρησαν τελικά. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, πιάσανε τον πολύγραφο που προφανώς αυτός που τον πουλούσε ήτανε της Ασφάλειας, είχε επαφή με την Ασφάλεια, ο άλλος που τον πήρε, τον πιάσανε, αυτός είπε ότι εγώ τον είχα βάλει να μου πάει τον πολύγραφο και τη στήσανε στο σπίτι μου, εκεί που πήγαμε τον πολύγραφο δηλαδή, νοίκιασαν ένα διαμέρισμα απέναντι ακριβώς και φυλάγανε επί ένα μήνα — εκ των υστέρων τα έμαθα αυτά — ποιος πάει να χτυπήσει την πόρτα και τον πιάνανε.

    Α. Σ.: Να σε ρωτήσω κάτι, σε διακόπτω. Τον πολύγραφο πού τον είχατε;

    Κ. Κ.: Τον πήραμε από εκεί, απ’ το μαγαζί που τον πουλούσε και τον πήγαμε σε ένα σπίτι.

    Α. Σ.: Πού, θυμάσαι;

    Κ. Κ.: Ναι, βέβαια, Φυλής, τέρμα Φυλής, κοντά στη Βάθης. Δηλαδή κοντά στην Ομόνοια.

    Α. Σ.: Και τι βγάλατε με τον πολύγραφο;

    Κ. Κ.: Όταν τον πήραμε, αμέσως μας χτυπήσανε.

    Α. Σ.: Δεν προλάβατε δηλαδή.

    Κ. K.: Όχι, δεν προλάβαμε. Ναι, αν θέλεις, έχει ένα ενδιαφέρον αυτό, ότι ήταν πολύ δύσκολο να βρούμε σπίτια που να μπορούμε να βάλουμε τον πολύγραφο, να είναι κατάλληλα, να προσφέρεται κάποιος άνθρωπος που μένει μέσα, να βάλεις τον πολύγραφο, αρνιόντουσαν. Απογοήτευση από μια άποψη, από την άλλη σε ατσάλωνε κι έλεγες τι θα γίνει, τι θα κάνουμε, θα προσκυνήσουμε και την χούντα στο τέλος, πού θα πάει αυτή η υπόθεση. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, με πιάσανε, με πήγαν στην Ασφάλεια, ήταν ο Λάμπρου υπεύθυνος για τη δίωξη του κομμουνισμού, ο Μάλλιος, ο Μπάμπαλης.

    Α. Σ.: Πώς σε πιάσανε; Μπορείς να θυμηθείς τη σκηνή;

    Κ. Κ.: Ναι, ναι. Ήρθανε στο εργοστάσιο που ήμουνα και, επειδή δεν ξέρανε πώς αντιδρώ και αν είμαι οπλισμένος, πέντε αστυνομικοί μπουκάρανε μέσα και πρόταξαν τα πιστόλια «Ψηλά τα χέρια».

    Α. Σ.: Σε ποιο εργοστάσιο δούλευες;

    Κ. Κ.: Δούλευα στα «Ψυγεία Πειραιώς», ήτανε στη Δραπετσώνα, στον Άγιο Δημήτριο. Και μπουκάρανε μες στο γραφείο και εν πάση περιπτώσει το λέω αυτό, επειδή τη δεύτερη φορά, φαίνεται, γράψανε στο φάκελο ότι δεν προβάλλει αντίσταση, δεν οπλοφορεί και λοιπά. Και τη δεύτερη φορά που ήρθαν να με πιάσουν, ήταν ένας, με χτύπησε στην πλάτη και λέει «Κωστάκη, έλα, σε θέλουμε». Λοιπόν, με πήγαν στην Ασφάλεια απ’ τις τρεις η ώρα το μεσημέρι και άρχισαν τα βασανιστήρια.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. [4/25]

    Α. Σ.: Την Ασφάλεια στη Μπουμπουλίνας;

    Κ. Κ.: Μπουμπουλίνας, ναι. Άρχισαν τα βασανιστήρια, δηλαδή όπως ήσουνα με τα παπούτσια έκαναν φάλαγγα, δηλαδή χτυπούσαν μ’ ένα σίδερο κάτω στα παπούτσια. Εν πάση περιπτώσει, εγώ είχα κάποιες δυνάμεις ηθικές και σωματικές και αντέδρασα σωστά. Δεν έλεγα τίποτα. «Δεν ξέρω» έλεγα, «Δεν σας πέφτει λόγος», αυτά ήταν οι βασικές μου απαντήσεις.

    Α. Σ.: Πέρασες κι απ’ την ταράτσα, Κώστα;

    Κ. Κ.: Όχι. Λοιπόν, αυτοί μέχρι τις οκτώ η ώρα, απ’ τις τρεις μέχρι τις οκτώ με χτυπάγανε και ήταν εκεί ο Μάλλιος, ο Μπάμπαλης και ο Λάμπρου ερχόταν εκεί και επέβλεπε. Όταν είδαν ότι δεν γίνεται τίποτε, με κατέβασαν κάτω σ’ ένα κελί και εκεί έβγαλα τα παπούτσια μου και μετά πήγα να τα βάλω για να πάω στην τουαλέτα και δεν μπαίνανε, τα πόδια είχαν αλλοιωθεί τελείως απ’ τη φάλαγγα. Εν πάση περιπτώσει, αυτοί, φαίνεται, κρίνανε ότι δεν μπορούν με τα βασανιστήρια αυτά που έκανε η Ασφάλεια να κάνουν τίποτα.

    Α. Σ.: Πόσο καιρό σε κρατήσανε στην Ασφάλεια;

    Κ. Κ.: Στην Ασφάλεια με κρατήσανε τέσσερις μέρες τότε στην αρχή και μετά με παραδώσανε στο στρατό στο Διόνυσο, όπου ήτανε πεζοναύτες που είχαν ειδικό, ας πούμε, μηχανισμό για βασανιστήρια. Λοιπόν με πιάσανε Πέμπτη και Δευτέρα ήρθαν το απόγευμα και με βγάλανε. Μου λένε «Ντύσου» και τα λοιπά. Είδα ότι με πηγαίνανε προς την Κηφισιά, εγώ νόμιζα ότι με πήγαιναν στον ανακριτή. Αλλά αυτοί… Μάλιστα μου το λέγανε, επειδή εγώ τους έλεγα ανέκδοτα εκεί, δεμένος πισθάγκωνα βέβαια, επειδή τους έλεγα ανέκδοτα, ένας είπε: «Δεν ξέρεις πού σε πάμε, αν ήξερες δεν θα γέλαγες, δεν θα έλεγες ανέκδοτα». Εν πάση περιπτώσει με πήγαν στο Διόνυσο, ο Διόνυσος είναι γνωστός, μετά τη Δροσιά. Με πήγαν εκεί πού είναι ένα στρατόπεδο, με έλυσε η Αστυνομία και με έδεσε ο στρατός με χειροπέδες και με ένα σύρμα με χτυπούσανε για να προχωράω. Και με πήγαν σ’ ένα δωμάτιο, σ’ ένα κελί, το οποίο ήτανε με τσίγκο. Με βάλανε μέσα. Δίπλα κατάλαβα ότι υπήρχε κι άλλος κρατούμενος. Πρέπει να ήταν ο Νίκος ο Κιάος. Μου ’χε κάνει εντύπωση όμως ότι αυτός έλεγε ότι είμαι κομμουνιστής. Ενώ εγώ έλεγα «Δεν σας πέφτει λόγος τι είμαι, αυτό είναι δικό μου θέμα». Το βράδυ, όλη τη νύχτα χτυπάγανε, δεμένος εγώ πισθάγκωνα, χτυπάγανε τον τσίγκο για να μην κοιμηθώ καθόλου. Πράγματι έτσι έγινε, όλη τη νύχτα, το πρωί ήρθαν εκεί ένα συνεργείο, με δέσανε, ήμουνα δεμένος με τις χειροπέδες, κι απ’ τις χειροπέδες μ’ ένα σύρμα με σήκωναν ψηλά ώστε τα χέρια μου πίσω όπως ήταν με τις χειροπέδες πήγαιναν έτσι και γινόμουνα κουλούρα, μια κουλούρα. Έτρεχε ο ιδρώτας ποτάμι, νερό, δηλαδή έπρεπε να έχασα εκεί καμιά ώρα που με είχαν κρεμασμένο εκεί και με παιδεύανε, πρέπει να ’χασα κιλά πολλά. Μετά, αφού έγινε αυτό και τα λοιπά και συνέχεια λέγανε «Να μαρτυρήσεις, να πεις», «Γιατί τον πήρες τον πολύγραφο; Τι ήθελες; Τι έκανες;» Λοιπόν εγώ δεν μίλαγα, το πολύ να έλεγα «Δεν σας πέφτει λόγος» ή «Δεν έχω να πω τίποτα». Μου έκαναν το βασανιστήριο της σταγόνας, δηλαδή με δέσανε σ’ ένα κρεβάτι και βάλανε από πάνω ένα τενεκέ με μια ειδική κάνουλα και έσταζε σταγόνα. Και με δέσανε και με είχανε εκεί τρεις ώρες περίπου, έπεφτε στο κούτελο η σταγόνα. Εμένα πιο πολύ με δρόσιζε κιόλας το νερό, ήτανε Μάης, αρχές Μαΐου, δεν με πείραξε αυτό. Στη συνέχεια ανοίξανε το κελί και με είχανε συνέχεια όρθιο, όρθιο, και μπαίνανε μέσα κάθε τόσο και με χτυπάγανε. Με βάλανε πάνω στο κρεβάτι και πατούσαν πάνω στην κοιλιά μου, χοροπήδαγαν πάνω στην κοιλιά μου. Στη συνέχεια με δέσανε στο κρεβάτι, ανάσκελα και με χτύπαγαν εδώ, στο στήθος, με μπουνιές, με καίγανε με τσιγάρα πάνω στο στήθος μου, στην κοιλιά, λίγο πιο πάνω από την κοιλιά.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. [5/25]

    Και περπατούσανε και κάνανε τσιγάρο, διακόπτανε, κάνανε τσιγάρο και μετά… κουραζόντουσαν, δηλαδή και μετά λέγανε διάλειμμα. Ήταν δύο, ένας από εδώ και ένας από εκεί και χτυπάγανε συνέχεια. Με χτύπαγαν με ξιφολόγχη και κάνανε χαρακιές πάνω στο στομάχι.

    Τράβηξε αυτό ως το βράδυ. Τη νύχτα με είχαν όρθιο στο κρεβάτι, να μην είμαι ξαπλωμένος και επιβλέπανε να μην πέσω, γιατί προφανώς σχολάσανε οι βασανιστές και θα ερχόντουσαν το πρωί. Το πρωί ήρθανε και με χτύπαγαν και στα πόδια, βέβαια, φάλαγγα. Χτύπαγαν συνεχώς, τα πόδια είχαν πρηστεί, είχαν σκληρύνει πολύ. Και την άλλη μέρα που ήρθαν λοιπόν με χτυπάγανε στις πατούσες, κι όπως χτυπάγανε αυτοί με τα ξύλα, έμπαινε μέσα η ξέρα και ήταν οδυνηρό. Στη συνέχεια με βγάλανε από κει και με βάλανε σ’ ένα λάκκο. Ο λάκκος τώρα δεν ήταν και τίποτα το τρομερό, αυτοί νόμιζαν ότι είναι τρομερό. Δηλαδή, είχανε σκάψει ένα λάκκο είχανε μια τρύπα από πάνω, σαν τάφος ήτανε δηλαδή ουσιαστικά, και χώραγε μόνο έναν άνθρωπο, έτσι κάτω να είναι, όρθιος δεν μπορούσε να καθίσει και με κλείσανε μέσα στο λάκκο αυτό λυμένο και έβαλαν χώμα από πάνω και φύγανε. Μετά από τρεις ώρες ήρθαν να δουν τι γίνεται. Εγώ έκανα γυμναστική εκεί, έτσι όπως ήμουνα ξαπλωμένος, έκανα γυμναστική, νόμιζα ότι κάπως ζωντανεύω, δεν ξέρω τι. Κι όταν είδαν ότι δεν έδινα σημεία ζωής, με φώναξαν πριν ανοίξουν το πώμα με τα χώματα, μου ’πανε, δεν ξέρω πώς με λέγανε, πώς με φωνάζανε, κι όταν απάντησα εγώ ότι είμαι ζωντανός, νευριάσανε, μπήκανε μέσα, κατεβήκανε κάτω, βγάλανε το πώμα, μπήκανε μέσα, πατάγανε πάνω στο στήθος μου και με δέσανε κιόλας. Και μ’ αφήσανε ξανά άλλες τρεις ώρες…

    Α. Σ.: Αυτός ο λάκκος, μπορείς να τον περιγράψεις, πώς ήτανε;

    Κ. Κ.: Κοίταξε, ήτανε σαν ένα μνήμα. Δηλαδή, όπως είναι το μνήμα, μόνο ότι από πάνω είχανε βάλει ξύλα κι είχαν αφήσει μια τρύπα για να σε ρίχνουνε μέσα και έβαζαν το πώμα από πάνω και μετά έβαζαν χώματα, ρίχνουν χώμα. Να ’σαι σαν πεθαμένος. Τώρα έχω πάει ήδη 24 ώρες από το βράδυ, έχω πάει πρωί τώρα 10 η ώρα την επομένη, όχι την επομένη, την μεθεπομένη, ήταν 48 ώρες το βασανιστήριο διαρκούσε. Ήταν συστηματικά βασανιστήρια δηλαδή.

    Α. Σ.: Ο λάκκος δηλαδή διαρκούσε 48 ώρες;

    Κ. Κ.: Όχι ο λάκκος. Η διαδικασία όλη απ’ τη στιγμή που με παρέλαβαν απ’ την Αστυνομία που χτύπαγαν τον τσίγκο για να μην κοιμηθώ μέχρι που μου ’καναν το βασανιστήριο της σταγόνας κτλ. μέχρι που με έβαλαν στο λάκκο είχε πάει ουσιαστικά στις 36 ώρες. Όταν μετά είδαν ότι δεν γίνεται τίποτα, με κατέβασαν κάτω στο διοικητήριο και με πήγαν εκεί στον υπεύθυνο των βασανιστηρίων, τον λέγανε Ιωαννίδη, όχι ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ένας άλλος Ιωαννίδης κι ο οποίος με πήρε και με έχει όρθιο, εγώ δεν μπορούσα να πατήσω εν τω μεταξύ, τα πόδια μου χτυπημένα, δεν μπορούσα να καθίσω όρθιος και αυτός με πίεζε συνέχεια μέχρι το βράδυ δεν ξέρω…

    Α. Σ.: Αυτός ήτανε της ΕΣΑ;

    Κ. Κ.: Όχι της ΕΣΑ. Αυτός ήτανε του Πεζικού. Αυτός, Ιωαννίδης λεγότανε, ταγματάρχης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τα βασανιστήρια κι είχε και κάποιες άλλες αρμοδιότητες αλλά ήταν υπεύθυνος για τα βασανιστήρια. Εν πάση περιπτώσει, με κράτησε μέχρι το βράδυ αργά μέχρι που να φύγει, 10 η ώρα… Δεν έκανε τίποτα, με πίεζε εκεί αλλά δεν με βασάνισαν εκεί. Εν πάση περιπτώσει, μετά με πήγανε στο κελί, ήμουνα λιώμα, και μ’ αφήσανε, δεν με πειράξανε. Μ’ αφήσανε μια βδομάδα, δεν με πειράζανε, μου φέρνανε φαΐ μέρα παρά μέρα, αν θυμάμαι καλά, δεν θυμάμαι τι μου δίνανε. Αλλά, εγώ θα το πω κι αυτό να το γράψεις, κοίταγα να το τρώω το φαΐ μου και τα λοιπά.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. [6/25]

    Μ’ αφήσανε μια βδομάδα και μετά ήρθαν ένα βράδυ και με πήρανε με πήγανε στο διοικητήριο και βάλανε καμιά τριανταριά στρατιώτες να με χτυπάνε. Εκεί μου στοίχισε πολύ αυτό, μου κακοφάνηκε, γιατί εκεί πάνω ήτανε ένας, δύο, τρεις, πέντε άνθρωποι, τώρα να ’ναι τριάντα άνθρωποι και να σε χτυπάνε, είναι ένα πρόβλημα, είναι ψυχολογικό, δηλαδή ήταν πολλοί. Και απλά φανταράκια, βέβαια τα βάλανε, δεν είναι θέμα… Εν πάση περιπτώσει, αφού μ’ αφήσανε εκείνο το βράδυ, με βγάλανε και μετά από μια δυο μέρες, δηλαδή σε οκτώ, δέκα μέρες μου ξανάρχισαν τα βασανιστήρια. Τώρα, τα βασανιστήρια τη δεύτερη φορά, επανάληψη ήταν ουσιαστικά των προηγουμένων. Είχαν σπάσει τα πλευρά μου, δεν μπορούσα να σηκωθώ, δεν μπορούσα να σηκωθώ απ’ το κρεβάτι, από κάτω ξαπλωμένος που ήμουνα. Δηλαδή κάνανε βασανιστήρια αλλά δεν ήταν τόσο σκληρά. Εγώ ήμουνα λιώμα, αυτοί με πιάνανε για να με σηκώσουνε πάνω και να με βασανίσουν, δεν μπορούσα μόνος μου να σηκωθώ. Λοιπόν, ερχόταν ο γιατρός — έχει σημασία αυτό — ο οποίος έλεγε ότι «Έχεις πρόβλημα, να πας στο νοσοκομείο, αλλά δεν μπορώ να το κάνω εγώ, πρέπει να βοηθήσεις κι εσύ…». Σε θίγει λίγο εσένα που είσαι και γιατρός, αλλά… λοιπόν, εν πάση περιπτώσει.

    Α. Σ.: Πώς λέγανε το γιατρό, θυμάσαι;

    Κ. Κ.: Τον θυμάμαι, μου φαίνεται πως ήρθε και κατάθεσε στο Δικαστήριο.
    Ε, αφού έχουνε περάσει τώρα περίπου δέκα με δώδεκα μέρες, με αφήσαν εκεί για να συνέλθω λίγο και μετά από τριάντα μέρες, δηλαδή από τη μέρα που πήγα, ήρθαν μια ωραία πρωία και μου λένε «Ντύσου». Λέω εγώ, πάλι βασανιστήρια θα ’χουμε. Πάω κάτω και είχαν κρυφτεί οι αστυνομικοί που θα με παίρνανε και μου λέει ο διοικητής «Ρε Κάππο», λέει, «ήσουνα και εκλογικός αντιπρόσωπος στο τάδε χωριό και έκανες προπαγάνδα υπέρ της ΕΔΑ κτλ.» και «Δεν τα ’χεις πει αυτά κτλ.». «Τι να πω», λέω, «δεν είναι τίποτα αυτά». Ε, μετά μου λέει «Τους ξέρεις τους κυρίους;», «Όχι», λέω. «Είναι αστυνομικοί, θα σε πάρουν». Με πήραν και με φέρανε στην Ασφάλεια. Εν τω μεταξύ, όπως είπα και προηγούμενα, υποχωρήσανε οι άλλοι τρεις συγκρατούμενοί μου, και δεν τους έπαιρνε να μας πάνε στο δικαστήριο και μένα με κράτησαν στην Ασφάλεια ένα μήνα ακόμα για να συνέλθω και να επουλωθούν κάπως οι πληγές κτλ. και με πήγαν εξορία για τρία χρόνια στο Λακκί της Λέρου. Δεν νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον, εκεί ήταν πολύ καλά, δηλαδή με την έννοια ότι δεν σ’ ενοχλούσανε, βέβαια σε σύρμα ήμασταν, αλλά διαβάζαμε, συζητάγαμε, περπατάγαμε… Εκεί έμεινα τρία χρόνια. Στη συνέχεια βγήκα το ’71 τον Απρίλη, δηλαδή τρία χρόνια περίπου από την ημέρα που πιάστηκα. Είχα δώσει το πού θα έρθουν να με βρούνε. Όταν απολυθήκαμε, μας ζήταγαν εκεί να δώσουμε στην καθοδήγηση στρατοπέδου τα στοιχεία μας, πού θα μείνουμε, για να πάρουμε σύνδεση να οργανωθούμε και να δουλέψουμε. Αφού μ’ αφήσανε κάνα εξάμηνο, ήρθε ένας σύντροφος γνωστός που ήταν κι αυτός εξορία και μου ζήτησε να οργανωθώ στην ΚΝΕ, να αναλάβω έναν τομέα της ΚΝΕ. Βέβαια, μου είπε ότι θα είσαι γραμματέας Αθήνας. Άκουσα «Αθήνα», εγώ, «γραμματέας» και νόμιζα ότι θα υπάρχουν τίποτα τρομερές οργανώσεις και πού να μπορώ εγώ να τα βγάλω πέρα κτλ.

    Α. Σ.: Πόσων χρονών ήσουνα τότε Κώστα;

    Κ. Κ.: Ήμουνα 34. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, δέχτηκα τελικά, τι να έκανα άλλωστε. Τι μπορούσα να κάνω. Μετά με φωνάξανε να βρω ένα σπίτι για να, να το πούμε κι αυτό μωρέ, δεν πειράζει…

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. [7/25]

    Α. Σ.: Θα σε διακόψω μισό λεπτό. Δεν θέλεις καθόλου να μου κάνεις μια σκιαγράφηση για την εξορία σου στο Λακκί της Λέρου;

    K. Κ.: Μπορώ, άμα νομίζεις ότι έχει ενδιαφέρον. Κοίταξε, εκείνο που έχει ενδιαφέρον και χρειάζεται, είναι ότι τον αγωνιστή δεν μπορεί να τον βλέπεις, όταν είναι στη νομιμότητα κτλ. και είσαι μακριά, δεν μπορείς να καταλάβεις. Εκεί, ας πούμε, πραγματικά έχεις επαφή με τα στελέχη, βλέπεις ποια είναι η κατάσταση, δεν είναι τίποτα τρομεροί αυτοί κι εσύ είσαι ένα τίποτα κι ότι… όπως φαίνεται εδώ μ’ αυτή την ιεραρχία που έχει το Κόμμα, ότι η καθοδήγηση έχει πλούτο στοιχείων, πληροφοριών, γραμμής κτλ. κι εσύ φαίνεσαι αδύναμος. Εκεί φαίνεται ότι και τα στελέχη δεν είναι τίποτα θεοί, όπως νόμιζα εγώ. Και κατάλαβα ότι μετά απ’ το 1967 που ’χε γίνει αυτό που έγινε το ’67 με τη δικτατορία και τα στελέχη πιάστηκαν ή υποχώρησαν ή κρυβόντουσαν, ε, είπα ότι μπορώ να παίξω κάποιο ρόλο, βρε παιδί μου. Δεν ήταν δυνατόν να περιμένω από άλλους, ότι οι άλλοι είναι ικανότεροι κι εγώ είμαι ο τελευταίος που θα δίνω μόνο οικονομικά και θα στρατολογώ…

    Α. Σ.: Σύμφωνοι. Θα σου πρότεινα, αν θέλεις, να δώσεις μια εικόνα για το πώς περίπου ήταν οργανωμένη η ζωή στην εξορία.

    Κ. Κ.: Α, η ζωή ήτανε πολύ καλά… όταν πήγα εγώ εκεί…

    Α. Σ.: Και με ποιους άλλους ήσουνα μαζί;

    Κ. Κ.: Ναι… ήταν ένας χρόνος, όταν πήγα εγώ τον Ιούλιο του ’68, δηλαδή έναν χρόνο και τρεις μήνες από τη δικτατορία που έγινε, είχαν οργανώσει τη ζωή, ήμασταν δυόμισι χιλιάδες κρατούμενοι, είχαν 80 με 100 ανθρώπους που ήταν στα μαγειρεία, μάγειροι, ειδικότητες και τέτοια, οι οποίοι μαγειρεύανε, οι οποίοι παίρνανε μέτρα, δηλαδή μ’ αυτά που μας έδιναν τα λεφτά τα λίγα. Κάνανε έτσι κατανομή των πόρων ώστε να έχουν κάθε μέρα να… ξέρω ’γώ… να σου φέρω ένα παράδειγμα. Είχαμε κρέας, δεν το βάζανε όλο να το δώσουν την ημέρα εκείνη, το κράταγαν για την επομένη και μας κάνανε μακαρόνια με σάλτσα. Ή ρύζι με σάλτσα. Τα οποία ήταν νοστιμότερα. Δηλαδή εγώ όταν πήγα εκεί και είδα τα φαγητά, ήταν καλύτερα απ’ ό,τι ήτανε στα σπίτια μας. Αλλά δούλευαν αυτοί οι άνθρωποι εκεί, ήταν κυρίως νέοι και υπήρχε ένα θέμα ότι αντί να τους βάλουμε να μάθουνε γράμματα, να μάθουν μαρξισμό, βέβαια δεν είχαμε βιβλία εκεί, τα στελέχη — μπορεί να ’ναι και καλό αυτό — δεν ήταν εκεί, ήταν στο Παρθένι, σ’ άλλο στρατόπεδο, όλοι εκεί δεν είχαμε επίπεδο, δεν ήμασταν καθοδηγητικά στελέχη ή δεν ήμασταν, όχι καθοδηγητικά στελέχη, είχε μεσαία καθοδηγητικά στελέχη, αλλά δεν είχε διανοούμενους, ανθρώπους που να ξέρουν μαρξισμό, να διδάσκουν, να γράφουν και να κάνουν διαλέξεις. Και είχαμε ένα πρόβλημα. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, πήραμε από το εξωτερικό βιβλία στ’ αγγλικά, τα μεταφράσαμε, κι απ’ τα γαλλικά μεταφράσαμε, κάναμε κάποια αυτομόρφωση εκεί μόνοι μας, δεν είχαμε δασκάλους, αλλά το κάναμε υπό τύπο συζήτησης, αναλάμβανε εισηγητής ένας από τους είκοσι που ήμασταν μια ομάδα που μελετάγαμε πολιτική οικονομία και μάθαμε, μετά επεκτάθηκε αυτό απ’ τους είκοσι σε όλους τους νέους και πράγματι εκεί ήταν που κλαίγανε, όποιος απολυόταν έκλαιγε που θα έχανε τα μαθήματα αυτά που κάναμε εκεί για την πολιτική οικονομία, για τη φιλοσοφία κτλ. Αλλά αυτά αργήσανε πολύ, δηλαδή να υπολογίσουμε ότι τη δουλειά αυτή την κάναμε γύρω στις αρχές του ’70, τέλος ’69 με αρχές του ’70. Απ’ το ’67 μέχρι το ’69 δεν είχαμε. Βέβαια, έγινε ένα καλό εκεί, ότι, όποιος ήθελε, μπορούσε να τελειώσει το δημοτικό άμα είναι του δημοτικού και δεν το έχει τελειώσει, αν έχει τελειώσει το δημοτικό μπορούσε να παρακολουθήσει μαθήματα γυμνασίου. Παραδείγματος χάρη, ο Χαλβατζής ήτανε πρώτης γυμνασίου και έκανε πρόγραμμα στα τέσσερα χρόνια κι έβγαλε όλη την ύλη του Γυμνασίου και του σημερινού Λυκείου.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. [8/25]

    Βέβαια είχαμε και τους διαφωνούντες, οι οποίοι ήτανε όλο αντίδραση. Αντίθετα με ό,τι έλεγε το Κόμμα, αντίθετοι αυτοί, παίρνανε φαγητό, όταν γινόταν αποχή από το συσσίτιο και τέτοια, γιατί κάναμε κάποιες απεργίες για την απελευθέρωση των γερόντων, των αρρώστων και τα λοιπά, για τη βελτίωση των συνθηκών, για να μας βγάλουν έξω, να περπατάμε στην παραλία και τέτοια. Λοιπόν. Τι άλλο έχει ενδιαφέρον εκεί; Εν πάση περιπτώσει εκεί γνωρίζεις τον κόσμο, έρχεσαι σε επαφή…

    Α. Σ.: Μπορείς να θυμηθείς συγκρατούμενούς σου;

    Κ. Κ.: Απ’ τους συγκρατούμενους που… πολλοί ήταν, ήταν ο Κοτροκόης ο Γεράσιμος. Έχουν πεθάνει τώρα. Ήταν ο Μαρίνος ο Πετρούνιας.
    Ήταν ο Κοσμάς ο Φουντουκίδης, ήτανε και ένας πολύ σημαντικός, αυτός πρέπει να αναφερθεί, ήτανε ο Παρασκευάς ο Φουντουραδάκης, ο οποίος ήτανε αριστούχος της Φιλοσοφικής, είχε τελειώσει τη σχολή Γληνού το ’45. Αυτός βασικά μας βοήθησε να μάθουμε πώς να διαβάζουμε, πώς να γράφουμε κλπ., να κάνουμε αποδελτιώσεις, φτιάχναμε άρθρα, μας βοηθούσε πώς θα τα φτιάξουμε. Και μάθαμε να διαβάζουμε και να γράφουμε εκεί… Ήταν ο Γιώργος ο Παπαθανασίου, ένας παλιός αγωνιστής αξίας μεγάλης, ο οποίος βέβαια μέσα στη δίνη του πολέμου και του εμφυλίου είχε κάποιες περιπέτειες με το Κόμμα, τον είχανε σε απομόνωση, και ο οποίος δεν αξιοποιούτανε, διότι δεν του δώσανε ποτέ λόγο, τον είχαν σε απομόνωση, αλλά εγώ, ας πούμε, ωφελήθηκα πολύ από τη συζήτηση μαζί του, απ’ τις συζητήσεις που κάναμε μαζί, ο οποίος είχε τεράστια μόρφωση, ήταν αξίας άνθρωπος… τώρα ήταν πολύς κόσμος, δηλαδή αδικούμε κόσμο τώρα που δεν μπορώ να πω άλλους και δεν βλέπω τι μπορεί να βοηθήσει αυτό.

    Πάντως, κοίταξε, άμα δεν τελειώσεις σχολείο αστικό ή δεν πας στη φυλακή, δεν μαθαίνεις γράμματα. Διότι και γραμματέας ΚΟΒ να είσαι, πρέπει να κάνεις εισήγηση, να γράψεις. Για να γράψεις, δεν μπορείς να γράψεις με το δημοτικό που έχουμε τελειώσει. Άμα πας όμως τρία χρόνια, τέσσερα και μάθεις γράμματα και μάθεις και στοιχειώδεις αρχές φιλοσοφίας, πολιτικής οικονομίας, στρατηγικής και τακτικής του επαναστατικού κινήματος, μπορείς να γίνεις στέλεχος, δηλαδή… το ’χω διαπιστώσει αυτό, βλέπω ανθρώπους, οι οποίοι είναι αξίας αλλά χωρίς δυο γράμματα δεν μπορούν να σταθούνε. Λοιπόν, ήτανε σημαντικό. Βέβαια, να ’χετε υπόψη σας ότι εγώ αξιοποίησα πολύ το χρόνο μου πέρα απ’ το ότι δεν είχα ποτέ ολοκληρώσει και ότι ήμουνα από αστικό σχολείο οικονομικό. Δεν ήξερα πολιτική οικονομία, δεν είχα κατανοήσει τις διαδικασίες κίνησης της οικονομίας, εκεί μετά με το διάβασμα και τα λοιπά, τα οποία βέβαια τα βιβλία ερχόντουσαν στα αγγλικά, μαρξιστικά… μαρξιστικά τώρα… ε, μαρξιστικά… δεν ήταν ακριβώς, αλλά αυτοί δεν τ’ άφηναν τα βιβλία, άμα ήταν οποιοδήποτε βιβλίο το ’παιρναν και το κρατάγανε. Και εγώ έγραψα στο σπίτι να μου στείλουνε, να πάνε να παραγγείλουνε από βιβλιογραφία που έβρισκα απ’ άλλο, κάποιο αστικό βιβλίο που έβλεπα ότι είναι κάτι μαρξιστικό, το παραγγέλναμε, το στέλναμε μεμονωμένο, πήγαινα εκεί, είχα τόσο θάρρος αποκτήσει, που το ’βαζα μέσα χωρίς να ελεγχθεί από τους αστυνομικούς, πήγαινα εκεί, το κοίταγα δήθεν, το ’σκιζα κλπ., νόμιζε ο χωροφύλακας ότι μου το είχε ελέγξει ο διπλανός και ’γώ πέρναγα αμέριμνος και τα έβαλα μέσα αυτά τα βιβλία, μετά τα σκόρπισα τα βιβλία μες το στρατόπεδο να μην κάνουν κάνα ντου ή να μη γίνει κάνα κάρφωμα και έρθουν και μου τα πάρουν. Και μ’ αυτά τα βιβλία βασιστήκαμε και μάθαμε γράμματα, μπορέσαμε μέσα στις δυνατότητες να ανταποκριθούμε. Ε, λοιπόν τι άλλο να πω τώρα για την εξορία. Ε, εντάξει ήμασταν σ’ ένα σύρμα κλεισμένοι, αλλά είχες μια ελευθερία. Λοιπόν…

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. [9/25]

    Α. Σ.: Κώστα, θέλω να σε ρωτήσω για την εξορία. Να μου πεις, εκεί, εσύ τι δουλειές είχες αναλάβει. Έκανες μαθήματα, και τι άλλο έκανες στο πρόγραμμά σας εκεί.

    Κ. Κ.: Πάντως και στην εξορία δουλειές έχει πάντα. Εγώ νόμιζα ότι μόνο όταν ήμαστε στο Κόμμα, έχουμε όλη τη μέρα απασχόληση και τρέχουμε όλη μέρα, και στις εξορίες όμως υπήρχε τέτοιο πρόγραμμα που ήταν κι αυτό εντατικό, δηλαδή από το πρωί σηκωνόμασταν, πηγαίναμε να κάνουμε μαθήματα, κυρίως γλώσσες, τέτοια πράγματα, λογιστικά και τα απογεύματα κάναμε μαθήματα φιλοσοφίας, πολιτικής οικονομίας, ιστορίας, είχαμε φέρει — στο τέλος βέβαια αυτό έγινε — το βιβλίο Ιστορίας του Ζεύγου και βάλαμε ένα δάσκαλο εκεί κι έκανε μαθήματα. Εν πάση περιπτώσει, εγώ προσπαθούσα να μην αναλαμβάνω κάποια ευθύνη, με την έννοια να έχω χρόνο δηλαδή, να μπορώ να διαβάζω, να μπορώ να κάνω τις ετοιμασίες που ήθελα για τα μαθήματα που έκανα. Πρέπει να το πω εδώ, κάπου να το βάλεις για τον Παρασκευά τον Φουντουραδάκη, ότι ήταν υπεύθυνος της διαφώτισης αυτός που σου είπα που είχε τελειώσει τη σχολή Γληνού, φιλόλογος, με κατάρτιση μαρξιστική μεγάλη, είχε κάνει πολλά χρόνια φυλακή απ’ το ’45–’46 μέχρι το ’60–’62 και ο οποίος μας βοήθησε πολύ, το είπα και προηγούμενα, ήξερε πώς ο Γληνός είχε κάνει τα μαθήματα πώς διαβάζουμε και πώς γράφουμε και μας τα ’χε κάνει και μας τα μαθήματα αυτά και κάναμε και πρακτική εφαρμογή, λοιπόν, βέβαια, όταν λέω αρνιόμουνα, πήγαινα στις υπηρεσίες, δηλαδή, όπως πήγαινε ένας που δεν ήξερε τίποτε και τον παίρνανε το πρωί να καθαρίσει την αυλή. Έξι η ώρα μας ξυπνάγανε και πηγαίναμε να καθαρίσουμε την αυλή, τα χαρτιά, όλα να τα πάρουμε να καθαρίσει η αυλή. Αυτές τις δουλειές τις έκανα. Πήγαινα, καθάριζα πατάτες στα μαγειρεία. Τις κανονικές δουλείες, δεν έκανα όμως, ότι θέλω κάποια λογιστικά, να αναλάβω για το στρατόπεδο εκεί, τα λεφτά και τι θ’ αγοράζουμε και να κάνουμε λογαριασμούς και πόσα θ’ αγοράσουμε και τέτοια. Βέβαια, όταν έφυγαν οι πολλοί και μείναμε καμιά εκατονπενηνταριά, ήρθε ο κλήρος και σε μένα και έχει μια σημασία αυτό να το πω ότι έφυγαν όσοι ξέρανε λογιστικά και τέτοια και ήρθαν και σε μένα και μου είπανε «Πρέπει να βοηθήσεις, είχαμε προηγουμένως, δεν σ’ ενοχλήσαμε τόσα χρόνια εδώ, το ξέρεις αυτό, αλλά τώρα δεν γίνεται». Και σηκωνόμουνα το πρωί κατά τις πέντε η ώρα, πέντε με εφτά το πρωί δούλευα και μας δίνανε, αν θυμάμαι καλά 18 δραχμές το άτομο.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. [10/25]

    Δηλαδή ο καθένας είχε τις 18 δραχμές για να τις διαχειριστεί ο ίδιος, ό,τι θέλει. Ερχόταν κάθε πρωί κι έλεγε, θέλω 5 δραχμές τυρί, 5 δραχμές κρέας, 5 δραχμές ελιές, 3 δραχμές ψωμί. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, ερχόντουσαν και τα δηλώνανε, και τ’ απόγεμα είχε τέτοια διαδικασία δεν θυμάμαι ακριβώς τις λεπτομέρειες, αλλά το θέμα είναι ότι άλλαζαν γνώμη πολλοί, κυρίως αυτοί οι διαφωνούντες με το Κόμμα, όλο με το φαΐ ασχολιόντουσαν, κι ερχόντουσαν το πρωί και λέγανε, όχι, δεν θέλω εγώ πέντε δραχμές τυρί και πέντε δραχμές κρέας, θέλω τρεις δραχμές τυρί κι εφτά δραχμές κρέας και τ’ άλλαζαν. Ο Ράλλης, ένα όνομα, από την Μυτιλήνη η καταγωγή του, ήταν υποψήφιος βουλευτής της ΕΔΑ, ήταν πολύ καλός και του ’βαλα θέμα με τις αλλαγές. Μου λέει, άσε έχουν τα προβλήματά τους, μην τους βάλουμε και ’μείς πρόσθετα, άσε. Και μου ’κανε τρομερή εντύπωση, με εντυπωσίασε αυτός ο άνθρωπος, τον οποίο δεν τον εκτιμούσα, δεν τον είχα αξιολογήσει μέχρι τότε. Εν πάση περιπτώσει, ό,τι ήθελε ο κάθε κρατούμενος έπαιρνε. Και δούλεψα εκεί κάνα δυο τρεις μήνες, αλλά μετά μας μεταφέρανε σε άλλο στρατόπεδο και γλίτωσα από τα λογιστικά. Λοιπόν, τι άλλο θέλω να σου πω. Εκεί είδα και ένα άλλο πολύ σημαντικό, βέβαια τώρα το έχω διαβάσει στη Λούξεμπουργκ, δεν είναι πρωτότυπο. Όταν εγώ ασχολήθηκα κάνα χρόνο με πολιτική οικονομία και κατάλαβα τους νόμους κίνησης της οικονομίας, θέλησα να κάνουμε κάτι μαθήματα, έχω ξαναμιλήσει γι’ αυτό το θέμα, αλλά τώρα θα πω κάτι συγκεκριμένο. Εγώ με την έννοια ότι, για να μπορεί να κάνει εισήγηση αυτός που συμμετέχει, δηλαδή να πάρει ένα κομμάτι χειρόγραφο και να το μελετήσει και να το εισηγηθεί και μετά να γίνει συζήτηση και ερωτήσεις και συζήτηση, ε, θεώρησα σκόπιμο όποιοι έχουν τελειώσει ανώτατη σχολή ή γυμνάσιο ή είναι συνδικαλιστές. Οι οποίοι υποτίθεται ότι έχουν μια πείρα και θα τους χρειαστεί κιόλας. Υπήρχε και ένας συνδικαλιστής, ήταν ή πρόεδρος ή γραμματέας του Εργατικού Κέντρου. Λοιπόν, τον επέλεξα κι αυτόν. Εδώ δεν πήραμε έγκριση τότε από το στρατόπεδο, διότι φοβηθήκαμε ότι θα μας βάλουν προβλήματα και το κάναμε σαν πρωτοβουλία δική μας από τα κάτω. Εν πάση περιπτώσει, πήγα τον έπιασα και του λέω, ξέρεις, θα κάνουμε αυτή τη δουλειά.

    Α. Σ.: Ποιοι θα σας έβαζαν προβλήματα;

    Κ. Κ.: H καθοδήγηση. H καθοδήγηση με την έννοια τι θα διδάσκεται και πώς και να ’ναι εγκριμένα από το στρατόπεδο, αυτά, δίκιο είχανε ως ένα βαθμό, αλλά τι να κάναμε, αφού δεν είχαμε βιβλία, δεν είχαμε άνθρωπο που να ξέρει πολιτική οικονομία, μαρξιστική, να διδάξει, τι να κάναμε, προσπαθούσαμε εκ των ενόντων μόνοι μας να κάνουμε συζήτηση. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, πήγα, τον έπιασα. Και του λέω κοίταξε, υπάρχει αυτό το πράγμα, έχουμε κάτι χειρόγραφα είναι από τα αγγλικά μεταφρασμένα και θα κάνουμε μαθήματα, όχι μαθήματα, εισηγήσεις θα γίνονται και τα λοιπά και εκλέχτηκες και συ στα πλαίσια του ότι είσαι συνδικαλιστής. Μου λέει, ξέρεις έχω δουλείες πολλές στο στρατόπεδο. Πράγματι, έκανε συνδικαλιστικά μαθήματα, γιατί γινόντουσαν και συνδικαλιστικά μαθήματα, για τα συνδικάτα, κάναμε βέβαια και το καταστατικό του Κόμματος και τέτοια, εμείς, αλλά γινόντουσαν νόμιμα κατά κάποιο τρόπο, αυτά ήτανε παράνομα, τα μαθήματα που κάναμε φιλοσοφίας, πολιτικής οικονομίας, το καταστατικό του Κόμματος…, τα άλλα τα επιτρέπανε κατά κάποιο τρόπο τα μαθήματα. Λοιπόν, μου λέει, έχω πολλές δουλειές εδώ στο στρατόπεδο και δεν μπορώ να ’ρθω. Με στενοχώρησε αλλά δεν με ανησύχησε. Μετά από ένα μήνα τον παίρνουν από το στρατόπεδο το δικό μας και τον πάνε στο Παρθένι, και διαφοροποιείται εκεί και φεύγει από την ομάδα των κομμουνιστών και ανεξαρτητοποιείται.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. [11/25]

    Κι έχει κι ένα δεύτερο. Στα μαθήματα που κάναμε, όσοι ήταν συνδικαλιστές, εργάτες δηλαδή, καταλαβαίνανε τα πράγματα πολύ καθαρά και γελοιοποιούσαν πτυχιούχους οικονομικών σχολών, με την έννοια ότι οι πτυχιούχοι των οικονομικών σχολών είχαν μάθει διάφορα από τον Κέυνς, διάφορα από τους αστούς οικονομολόγους που διδάσκανε στα σχολεία και είχαν διάφορες γνώσεις και μ’ αυτά προσπαθούσανε να απαντήσουνε σε ένα ερώτημα που έκανε ένας απλός ακροατής, όχι απλός ακροατής, ένας που δεν ήταν εισηγητής και μπερδεύανε τα πράγματα, ενώ αυτοί δεν είχανε με τα αστικά μπλέξει και ξέρανε ό,τι διδάσκαμε εκεί. Επομένως με αυτά, με αυτούς τους νόμους που ξέρανε, με αυτές τις κατηγορίες, με αυτές τις έννοιες προσπαθούσανε να απαντήσουνε. Και γελοιοποιόντουσαν οι πτυχιούχοι των ανωτάτων σχολών από τους ανθρώπους που μαθαίναμε μόνο μαρξιστική πολιτική οικονομία. Επομένως, όποιος ενδιαφερότανε, όποιος είχε αποφασίσει ότι θα συνεχίσει την πάλη του, όταν θα βγει έξω, ενδιαφερόταν πολύ για τα ιδεολογικά μαθήματα, για την πολιτική οικονομία, τη φιλοσοφία, τακτική και στρατηγική. Ενώ, όποιος είχε αποφασίσει ότι θα φύγει, δεν ενδιαφερότανε. Μετά να φανταστείτε ότι αυτή την πρωτοβουλία που κάναμε εμείς εκεί πέρα που κάναμε τα μαθήματα, όταν περίπου φτάναμε στο τέλος, μαθεύτηκε από διάφορους που δεν είχανε τελειώσει, που δεν ήτανε πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών, αλλά συνδικαλιστές, αυτοί ήταν μια ομάδα γύρω στους είκοσι. Μέσα σ’ αυτούς ήταν και ο Νίκος ο Γκατζής που είναι βουλευτής τώρα του ΚΚΕ. Όταν το έμαθαν οι μη πτυχιούχοι και οι άλλοι, έβαλαν θέμα στο στρατόπεδο. Γιατί γίνονται μόνο μαθήματα σε ορισμένους στο στρατόπεδο και τους άλλους τους έχουμε αφήσει. Και μετά εγώ είχα και μια εμπειρία τώρα, γιατί είχε περάσει και κανένας χρόνος τώρα που συζητάγαμε εκεί και είχα κατανοήσει κάπως και ανέλαβα εγώ τα μαθήματα της πολιτικής οικονομίας, με εργάτες. Και εκεί που είπα και προηγούμενα, αναφέρθηκα στο θέμα, όποιος απολυόταν από τους μαθητές εκεί, έκλαιγε που θα χάσει τα μαθήματα, τα μαρξιστικά. Και φάνηκε ότι τα καταλαβαίνανε. Κι ήταν λάθος μας αυτό. Έπρεπε πιο νωρίς τουλάχιστον, αν όχι απ’ την αρχή, πιο νωρίς ν’ αρχίσουμε, γιατί είχαμε φτάσει στο ’70 και απολυόμαστε, αρχίσανε να απολύουνε πλέον και τα παιδιά δεν ολοκλήρωσαν το κύκλο της πολιτικής οικονομίας βασικά, φιλοσοφίας είχαμε κάποια περιορισμένα μαθήματα, δεκαπέντε νομίζω είχαμε, γίνανε αυτά, ενώ της πολιτικής οικονομίας δεν ολοκληρώθηκαν. Τώρα τι άλλο, ρώτα με εσύ αν θες τίποτα.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. [12/25]

    Α. Σ.: Η διασκέδασή σας στο στρατόπεδο;

    Κ. Κ.: Κοίταξε, διασκέδαση, τώρα, κολοκύθια, ένα σινεμά, φέρνανε κάτι βλακείες εκεί και κοροϊδεύαμε, ίσα-ίσα για να κοροϊδεύουμε, να σατιρίζουμε εκεί, να γελοιοποιούμε τους ηθοποιούς μ’ αυτές τις κουταμάρες, κάτι κακής ποιότητας έργα κινηματογραφικά, τώρα δεν προτιμώ τα έργα τα ελληνικά, άλλα δεν φέρνανε, ερχόταν ένας, τοπικός εκεί, που είχε μια μηχανή προβολής και πρόβαλε κάτι έργα, τα οποία θα τα ’φερνε τζάμπα φαντάζομαι εκεί, τα οποία ήτανε κακής ποιότητας, εγώ δεν πήγαινα, προτιμούσα να διαβάσω. Από άποψη ψυχαγωγίας, δεν μας έδιναν κρασί, τέτοια πράγματα, κάναμε διάφορες εκδηλώσεις. Είχε θέατρο, είχε καραγκιόζη, κάναμε εκδηλώσεις στις επετείους, την 25η Μαρτίου, 28 Οκτωβρίου, Οκτωβριανή επανάσταση, για τον Λένιν την επέτειο, ήταν τότε 100 χρόνια από τη γέννησή του, το 1970, κάναμε εκδηλώσεις. Είπαν ότι θα κάνουμε εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια του Λένιν. Ε, και πάω εγώ στο στρατόπεδο, δεν ήξερα, υποτίθεται ότι ήταν περιφρουρημένη η καθοδήγηση. Αλλά κάποιους που νόμιζα ότι είχανε πρόσβαση και τους είπα ότι, κοιτάξτε, εδώ έχω κανονικά μια διάλεξη για τον Λένιν και νομίζω ότι θα βοηθήσει σαν υλικό για να φτιάξετε μια ομιλία για τον Λένιν. Μου λένε, ναι, αγγλικά-ελληνικά, πώς θα το κάνουμε. Λέω, να πούμε εδώ σε κάποιον που ξέρει αγγλικά, να μας το μεταφράσει. Το μεταφράζει, τους το δίνω εγώ, ούτε, δεν με ενδιέφερε εμένα η διάλεξη για τον Λένιν, ασχολούμουν με την πολιτική οικονομία, φιλοσοφία κι έμαθα και ρωσικά εγώ στην εξορία, αξιοποίησα κι έμαθα και ρωσικά, που δεν θα το πετύχαινα ποτέ αυτό, το οποίο με βοήθησε πάρα πολύ μετά. Εν πάση περιπτώσει, ήρθε η μέρα να γίνει η εκδήλωση για τον Λένιν, ανεβαίνει επάνω ένας καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης να κάνει τη διάλεξη. Τότε ήταν μετά την Τσεχοσλοβακία, το ’68. Αλλά η διάλεξη είχε γίνει το ’40 στο Νέο Δελχί κι είχαν γίνει τα γεγονότα στην Τσεχοσλοβακία με τον Χίτλερ. Κι αναφερόταν η διάλεξη σε κείνα τα γεγονότα. Λοιπόν, και δεν το άλλαξαν καθόλου, δεν το άλλαξαν καθόλου, το κείμενο το διάβασαν όπως ήτανε. Εν πάση περιπτώσει, άκουσα εγώ Τσεχοσλοβακία, λέω τι λέει, τώρα, γιατί το ’πε αυτό. Είχανε εισέλθει τα τανκ, τότε, κατάλαβες, τι σχέση είχε ο Λένιν με όλα αυτά. Και πάω και το βλέπω στο πρωτότυπο και βλέπω ότι το διαβάζανε επί λέξει. Και το κοίταξα όλο. Ωραία διάλεξη ήταν, τρομερή. Ήταν μια διάλεξη, η οποία έλεγε πέντε λεπτά και μετά έκανε συνοψίσεις, τι είπε ο Λένιν σ’ αυτό το θέμα και τα συμπεράσματα. Ήταν τρομερή η διάλεξη. Αλλά δεν το άλλαξαν καθόλου και τα λοιπά. Σου λέει και πώς να το αλλάξουμε και τι να κάνουμε.

    Βασικά όλα τα στελέχη ήτανε με τους άλλους, της ΕΔΑ τα στελέχη δηλαδή ήτανε με τους άλλους και κει να ήτανε, δεν θα μας βοηθάγανε, πιο πολύ ζημιά θα μας κάνανε. Αλλά δεν είχαμε κάποιους ανθρώπους ειδικούς, μου φαίνεται είχε απολυθεί ο Φουντουραδάκης, όταν έγινε η διάλεξη, ναι είχε απολυθεί. Ο Φουνταραδάκης που είπαμε, ο οποίος είχε δυνατότητες να κάνει προσαρμογές και τα λοιπά, είχε επίπεδο. Λοιπόν, αυτά για την εξορία, νομίζω τα είπα. Εκεί μας βγάζανε σε μια παραλία εκεί, έξω από το σύρμα είχε θάλασσα, κάναμε μπάνιο, το καλοκαίρι παίζαμε τένις εκεί, παίζαμε ποδόσφαιρο, δυο φορές τη βδομάδα είχε ποδόσφαιρο και παίζαμε, είχαμε ένα γήπεδο μικρό κάτω στα μαγειρεία, από κάτω ήταν μπετόν βέβαια, αλλά δεν είχαμε άλλο χώρο, αυτόν δεν μπορούσαμε να τον διαμορφώσουμε και είχε το ποδόσφαιρο, στο οποίο πήγαινε ο κόσμος, ε, ερχόντουσαν πολύς κόσμος, όχι όλοι, αλλά πολύς κόσμος, ερχόταν παρακολουθούσε το γήπεδο. Μεταξύ των κρατουμένων γινότανε. Αυτά. Τι θέλεις να ρωτήσεις τίποτε άλλο για την εξορία;

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. [13/25]

    Α. Σ.: Θέλω να μου πεις μια ανάμνηση από την εξορία, προσωπική σου, που να είναι η πιο ευχάριστη, η πιο συγκινητική, η πιο εντυπωσιακή.

    Κ. Κ.: Τι να σου πω τώρα, θα περιαυτολογήσω, αλλά θα σου πω.

    Α. Σ.: Να περιαυτολογήσεις.

    Κ. Κ.: Βγήκε ένα νόμος γύρω στο ’70, νόμος της χούντας, δημοσίευση, δεν ψηφίστηκε από πουθενά, αυτοί τον φτιάξανε και τον τυπώσανε, που έλεγε ότι επιτροπή από ανώτατους δικαστικούς, από εφέτες, θα επισκεφθεί τα στρατόπεδα και θα εξετάσει τους κρατούμενους κατά πόσον είναι επικίνδυνοι για την δημόσια τάξη και ασφάλεια και αν δεν είναι επικίνδυνοι, να προτείνει την αποφυλάκισή τους. Στην αρχή το στρατόπεδο ακολούθησε μια καλή γραμμή, είπε δεν έχουμε καμιά δουλειά εμείς να πάμε, αν μας καλέσουνε θα πάμε. Αλλά ήταν οι διαφωνούντες, οι οποίοι αμέσως μόλις ήρθε η επιτροπή, κάνανε αιτήσεις για να εξεταστούν. Και η καθοδήγηση του στρατοπέδου και δικοί μας, τώρα είχαν λίγο κουραστεί, αγωνιστές, ορισμένοι μόνο, όχι όλοι, και δικοί μας που ήτανε με το Κόμμα και φαίνεται ότι υπήρξε κάποια αντίδραση, εγώ δεν το πήρα χαμπάρι. Λοιπόν, κατεβάσανε μια απόφαση να κάνουμε αιτήσεις για να πάμε να εξεταστούμε από την επιτροπή. Εγώ έπιασα εκεί κάποιους που υποτίθεται ότι ήταν στην καθοδήγηση, πρέπει να ήταν αλλά δεν ήταν γνωστό ότι είναι αυτοί, και τους είπα ότι εδώ λέει ο νόμος ότι θα μας κρίνουν αν είμαστε επικίνδυνοι για τη χούντα. Δεν μπορεί να πάμε να εξεταστούμε, να ζητήσουμε μόνοι μας να εξεταστούμε αν είμαστε επικίνδυνοι. Τι είναι αυτό; Αντιφατικό, λέω. Δεν μ’ ακούσανε, προχώρησε αυτή η υπόθεση. Και ειδοποιούσανε τα βράδια, εσύ, εσύ, εσύ να κάνεις αύριο αίτηση για να πας να ζητήσεις την εξέτασή σου. Εμένα μ’ αφήσανε κάπως στο τέλος και όταν ήρθαν και μου είπανε, είπα εγώ έχω τοποθέτηση, δεν μπορώ να πάω. Άλλο να σε καλέσουν αυτοί και να πεις, μας έχετε παράνομα εδώ και είσαστε καραγκιόζηδες και άλλο να έχεις κάνει αίτηση. Λοιπόν, πράγματι, έπεσαν επάνω μου, όλοι περάσανε που υποτίθεται ήταν καθοδηγητικά στελέχη, με έπιαναν με πιέζανε ώρες ολόκληρες να κάνω, τελικά δεν έκανα εγώ. Ίσως αυτό να ήταν και ένα πρόκριμα για την κατοπινή μου εξέλιξη, δηλαδή ότι διαφώνησα και το ’89, δεν ξέρω. Ήταν πάντως ένα στοιχείο, δεν μπορούσα να το κάνω, δεν μπορούσα. Στο τέλος αυτοί όταν είδαν ότι όλοι κάνουν αιτήσεις, καλούσαν στο σωρό, με κάλεσαν και μένα. Οπότε με κάλεσαν, μου λένε πώς βλέπεις εσύ την επανάσταση, μου είπαν εκεί. Ποια επανάσταση, λέω, ρε παιδιά, τι είναι αυτά. Δικαστικοί, ανώτεροι δικαστικοί υποτίθεται. Λέει η δικαιοσύνη, αυτή, η ανεξάρτητη και… Εδώ ο νόμος είδατε τι λέει, λέει με ελεύθερη βούληση, δηλαδή μπορεί να μην είσαστε και με ελεύθερη βούληση, λέει ο νόμος ότι με ελεύθερη βούληση θ’ αποφασίσουν να απολυθεί. Τώρα με ρωτάτε αν είμαι επικίνδυνος. Μα τώρα αλίμονο, αν δεν ήμουνα, θα ήταν για μένα απαράδεκτο, θα ήμουνα ο τελευταίος. Α, εσύ θες να μείνεις εδώ, φύγε, μου λένε.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. [14/25]

    Να σου πω και ένα άλλο περιστατικό. Κάποτε, υπήρχε μια παράδοση και δεν θα το ξέρει ο κόσμος, έχει ένα ενδιαφέρον, δεν ξέρω από πότε καθιερώθηκε αυτό, ότι δεν επιτρεπόταν να αποδράσουμε. Λοιπόν, εντάξει δεν το είχα συνειδητοποιήσει αυτό, αλλά εγώ δεν είχα κανένα πρόβλημα να αποδράσω. Εν πάση περιπτώσει, δυο διαφωνούντες ένα μεσημέρι που βγήκαμε εκεί στην παραλία, κρυφτήκανε σ’ ένα θάμνο και μείνανε έξω και ετοιμαζόντουσαν να φύγουνε. Το στρατόπεδο, το βράδυ που ο θαλαμάρχης τους δηλαδή δεν τους είδε στα κρεβάτια τους, τους αναζήτησε, δεν τους βρήκε και είπανε ότι λείπουν δυο κρατούμενοι. Εν πάση περιπτώσει, τους είχαν πιάσει, η αστυνομία. Αλλά μας κόψανε την έξοδο. Εκεί που βγαίναμε στην παραλία, εκείνη εκεί μας την κόψανε. Επειδή πήγαν να αποδράσουν. Μετά το στρατόπεδο αυτά τα διεκδικητικά τώρα, τα οποία εγώ, μη σας πω ότι σε συνέλευση δεν είχα μιλήσει ποτέ τρία χρόνια. Στο θάλαμο λέγαμε ότι πρέπει να είμαστε ξαπλωμένοι για να μην καταλαβαίνουν οι αστυνομικοί ότι είμαστε σε συνέλευση και έρθουν και μας πιάσουν. Και ’γώ κοιμόμουνα τις τρεις ώρες που γινόταν η συνέλευση, αντί να είμαι στο κρεβάτι ξαπλωμένος και να παρακολουθώ, δεν μιλούσα ποτέ. Άρχισαν λοιπόν να λένε, εσύ, εσύ, εσύ θα κάνεις αίτηση και θα διαμαρτυρηθείς, γιατί δεν μας αφήνουνε να βγούμε έξω. Και να πας να διαμαρτυρηθείς και τα λοιπά και τα λοιπά. Εγώ αυτά τα διεκδικητικά τα βαριόμουνα. Ήρθε κι η σειρά μου όμως κάποια στιγμή να πάω. Πάω, λοιπόν, επάνω, είπα κάνα δυο μισόλογα εκεί, αφού δεν είχα όρεξη για να διεκδικήσω, τι να διεκδικήσω. Όταν γύρισα στο στρατόπεδο, δεν είχα πάρει χαμπάρι, οι διαφωνούντες, αυτοί του εσωτερικού δηλαδή, κινήθηκαν εναντίον μου καμιά δεκαριά, όχι ακριβώς εναντίον μου, προς εμένα, με κάτι χαμόγελα. Εγώ κατάλαβα ότι το θεωρούσαν αυτό σαν προβοκατόρικο, δεν ξέρω, ότι εμείς πάμε και διαμαρτυρόμαστε, γιατί αποδράσανε οι συγκρατούμενοι. Εν πάση περιπτώσει, τους είδα εγώ, κατάλαβα ότι θα ’ρθουν να μου κάνουν, ότι δηλαδή πήγες και τους κάρφωσες τους συναγωνιστές που πήγαν να φύγουν. Εγώ, να έχεις υπόψη σου, εντωμεταξύ και στις δύσκολες στιγμές, μπορεί να ’χω δυσκολία, το κεφάλι μου κατεβάζει, δεν κατεβάζει κανονικά, αλλά άμα είναι δυσκολία μεγάλη κατεβάζει κάτι. Το ’χω διαπιστώσει απ’ τη ζωή μου. Οπότε, σκέφτηκα εγώ, επειδή όλοι οι διαφωνούντες, εμείς τους λέγαμε «ξεμπούκες» εκεί, δηλαδή για να φύγουνε, ότι θέλουν να φύγουνε, αυτό είναι το ζήτημά τους. Οπότε μόλις φτάνω στα δέκα μέτρα, τους λέω παιδιά έχουμε απολύσεις αύριο. Τι, μου λένε. Λέω, άκουσα ονόματα, με έβγαλε απέξω ο διοικητής και έγραφε ονόματα. Οπότε αντί να μου πούνε ότι πήγες και κάρφωσες τους συναγωνιστές, τρέχουν να ειδοποιήσουν ότι έχει απολύσεις. Ποιος το είπε, ο Κάππος. Εγώ πήγα εκεί, έπλενα τα πιάτα εγώ, αλλά αργούσαν οι άλλοι να φάνε, εγώ έτρωγα γρήγορα συνήθως και έβγαινα έξω να κάνω ένα τσιγάρο, μέχρι να τελειώσουν οι άλλοι να πάρω τα πιάτα να πάω να τα πλύνω. Οπότε ήταν ένας απ’ αυτούς τους «σικεμέδες» όπως τους λέγαμε, αλλά δεν ξέρω — «σικεμές» είναι κακή λέξη στα τούρκικα — έτσι τους λέγαμε, «σικεμέδες», οπότε ήταν ένας απ’ αυτούς εκεί απέξω και με περίμενε. Μου λέει, Κώστα θέλω, από πρώτο χέρι, να μου πεις τι έγινε. Λέω τι. Λέει, να για τους «ξεμπούκες» που έχουμε. Τότε θυμήθηκα εγώ ότι είχα πει ότι θα ’χουμε απολύσεις. Του λέω ρε Κωστάκη, ένας Κώστας από τα Τρίκαλα ήτανε, ρε Κωστάκη του λέω θα με συγχωρήσεις, πήγα να ξεφύγω για να μην πούνε ότι κάρφωσα τους συναγωνιστές. Δεν μπορούσε να το πιστέψει. Βγήκα απέξω, όλος ο κόσμος με περιστοίχισε, να μην σου πω ότι — εμένα λέω να με συγχωρείτε σύντροφοι, συναγωνιστές που λεγόμασταν εκεί — πήγα να αποφύγω, δεν άκουσα ούτε ονόματα ούτε τίποτα. Αλλά δεν πιστεύανε, νομίζανε ότι…

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. [15/25]

    Α. Σ.: Να σε ρωτήσω κάτι άλλο. Η επικοινωνία με τους δικούς σου πώς ήτανε;

    Κ. Κ.: Με γράμματα βασικά. Και είχε επισκεπτήριο κάθε τρεις μήνες. Οι στενοί συγγενείς. Δηλαδή εμένα ερχόταν η Πόπη. Κάθε τρεις μήνες, κάθε δυο μήνες, μου φαίνεται, δεν θυμάμαι. Κάθε τρεις μήνες ήτανε. Επισκεπτήριο μιας ώρας, μιάμισης.

    Α. Σ.: Και πότε τελείωσε η εξορία;

    Κ. Κ.: Η εξορία (τελείωσε) το ’71 τον Απρίλη.

    Α. Σ.: Κώστα, θέλεις να μου περιγράψεις λίγο πώς φύγατε από την εξορία;

    Κ. Κ.: Ε, ναι, αφού μείναμε από το ’67 μέχρι το ’71, ο Παπαδόπουλος τότε είπε ότι σταδιακά, θα διαλυθούν τα στρατόπεδα. Το ’70 τα Χριστούγεννα απολύθηκαν η μεγάλη μάζα και μείναμε καμιά διακοσαριά ακόμα, οι οποίοι, άλλοι πήγαν στον Ωρωπό και άλλοι πήγαν στο Παρθένι. Εγώ πήγα στο Παρθένι, εκεί που ήταν τα στελέχη, υποτίθεται τα στελέχη τα πήραν και τα έφεραν στον Ωρωπό. Εκεί κάτσαμε τρεις μήνες, και το Πάσχα του ’71, τη Μεγάλη Βδομάδα απολυθήκαμε, όλοι, εκτός από καμιά δεκαριά που τους πήγανε άλλους στα Κύθηρα και άλλους εκεί στη Λέρο. Αφήσανε ελεύθερους όμως όχι σε σύρμα. Ε, και έτσι βγήκαμε.

    Α. Σ.: Μετά την εξορία, πώς πορεύτηκες;

    Κ. K.: Μετά την εξορία τα ’χουμε πει πιο προηγούμενα ότι ήρθανε απ’ το Κόμμα και με βρήκανε για ν’ αναλάβω υπεύθυνος για την ΚΝΕ στην Αθήνα. Πράγματι, πήρα επαφή.

    Α. Σ.: Ποιος ήταν ο υπεύθυνος που σε βρήκε;

    K. Κ.: Εμένα ο Νίκος ο Μπερτσιάς που τον ήξερα, ήρθε και μου είπε ότι θα αναλάβεις αυτή τη δουλειά και να μας βρεις ένα σπίτι εκεί, συνθηματικά και τέτοια εκεί για να ’ρθει υπεύθυνος να συζητήσετε. Και πράγματι έδωσα ένα σπίτι εγώ και κουδούνι και τέτοια, ποιος όροφος ήταν, τι ώρα και ήρθε η Λούλα η Λογαρά και με βρήκε.

    Α. Σ.: Σε ποιο σπίτι ήτανε;

    Κ. K.: Ήτανε στα Πετράλωνα, μια θεία μου. Έχει πεθάνει τώρα η θεία μου. Εν πάση περιπτώσει, τώρα, θεία μου, μακρινή συγγενής, λεγότανε Παπαδάκη αυτή. Ήτανε αχτύπητη, ήτανε καθαρό το σπίτι αυτό. Δεν είχε πρόβλημα να παρακολουθείται.

    Α. Σ.: Και ήρθε και σε βρήκε;

    Κ. Κ.: Η Λούλα η Λογαρά, η οποία δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε, εν πάση περιπτώσει μου είπε να βρούμε ένα σπίτι για να μαζευτούμε να δούμε ποιος θ’ αναλάβει υπεύθυνος για την ΚΝΕ. Και πράγματι βρήκαμε ένα σπίτι στη Σαλαμίνα, οργανώσαμε εκεί συζήτηση και ουσιαστικά, τώρα δεν ξέρω, τι να γράψεις, ήταν τρομερή η κατάσταση, μην έχουμε αισιοδοξία, η Λογαρά ήτανε, ο Γόντικας κι εγώ. Και πρότεινε η Λογαρά, το Κόμμα λέει ν’ αναλάβει γραμματέας ο Δημήτρης. Ε, εγώ δεν είχα λόγο, τον ήξερα από την εξορία και τα λοιπά. Είχα αυτά, δηλαδή ότι θα κρατήσει άμα πιαστεί και τέτοια, τα στοιχειώδη δηλαδή, τώρα, τα άλλα, καθοδηγητικές ικανότητες και τέτοια…

    Α. Σ.: Δηλαδή στη συνάντηση στη Σαλαμίνα ήσασταν οι τρεις;

    Κ. K.: Τρεις και η περιφρούρηση. Που ήταν εκεί ο ιδιοκτήτης, όχι μέσα στο σπίτι γύρω εκεί και τα λοιπά.

    Α. Σ.: Ποιανού το σπίτι ήτανε, θυμάσαι;

    Κ. Κ.: Του Χουδαβερδόγλου του Σίμου, έχει πεθάνει αυτός πριν δυο-τρία χρόνια. Σίμος Χουδαβερδόγλου. Και ήτανε στα Βασιλικά, εν πάση περιπτώσει, ένα μέρος εκεί στη Σαλαμίνα, δεν θυμάμαι πώς πήγαμε τώρα και πώς το βρήκανε, η Λούλα πώς το βρήκε, ο Γόντικας πώς το βρήκε, εγώ βέβαια πήγαινα με τον ιδιοκτήτη. Αλλά είχαμε κάποια συνθηματικά, δώσαμε κάπου θα πάρουν ταξί, κάπου θα ’ρθουνε και θα τους περιμένω εγώ να τους πάρω. Και εκεί έγινε η παρουσίαση ότι εδώ έχουμε πρόβλημα, με την καθοδήγηση, δεν έχουμε γραμματέα, έχει φύγει στο εξωτερικό ο γραμματέας, και ότι πρέπει να αναλάβει κάποιος υπεύθυνος. Και η πρόταση από το Κόμμα είναι για το Γόντικα. Τώρα τι να γράψεις απ’ αυτά κι όμως έτσι είναι.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. [16/25]

    Α. Σ.: Ανέλαβες υπεύθυνος της ΚΝΕ Αθήνας;

    Κ. K.: Εγώ, ναι ανέλαβα την Αθήνα και τον «Οδηγητή». Ε, Αθήνα, όταν λέμε Αθήνα, μην νομίζεις ότι είχαμε, το πολύ δέκα ανθρώπους βλέπαμε. Δέκα, δεκαπέντε ανθρώπους βάλε.

    Α. Σ.: Μερικά ονόματα θυμάσαι;

    Κ. Κ.: Πως, θυμάμαι. Ήταν ο Τσώκος ο Νίκος. Ήταν ένας Σπύρος, μαραγκός, δεν το θυμάμαι το επίθετό του. Ήταν ο Γιώργος ο Παυλίδης, ένας τσαγκάρης, ήταν ο Καρτερός ο Θανάσης. Δεν θυμάμαι τώρα ποιοι άλλοι ήτανε. Πάντως γύρω στα δέκα άτομα, δώδεκα ήτανε. Με χωρίς υποδομή, χωρίς, δηλαδή οι πιο πολλές συναντήσεις γινόντουσαν στο δρόμο. Δηλαδή ένας πήγαινε αντίθετη κατεύθυνση, ξεκινούσες από το, ξέρω ’γώ, πώς την λέμε αυτή την Αττική, γιατί εκεί γινόταν μια συνάντηση, Αττική όπως πας από την Πατησίων κάτω, Αχαρνών. Ο ένας ξεκινούσε από πάνω, ο άλλος από κάτω και στο αριστερό μέρος συναντιόντουσαν, να φαίνεται ότι είναι τυχαίο, τα ξέρεις αυτά. Εσύ έχεις κάνει παράνομη και τα ξέρεις. Α, ήταν ο Παπαπέτρος, η γυναίκα του η Ελένη Πλαπούτα, ήταν η Μαρία η Αποστολά, ο Θανάσης ο Αποστολάς ήταν στρατιώτης τότε, τον συναντούσα εγώ για θέματα του στρατού και τα λοιπά. Αυτοί τώρα, δεν μπορώ να θυμηθώ άλλους. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει βγάλαμε τον «Οδηγητή» που ήταν πολυγραφημένος. Α, ήταν και ο Θανάσης ο Παπαρήγας, τον οποίο τον είχαμε στον «Οδηγητή», έγραφε σχόλια και τέτοια και βγάζαμε με δυσκολία εκεί, είχαμε κάποιες γιάφκες που άφηναν το «Οδηγητή», πήγαιναν τον έπαιρναν με καθυστέρηση, δυσκολίες πολλές, ανυπέρβλητες δυσκολίες.

    Α. Σ.: Να σε ρωτήσω. Ήσουνα υπεύθυνος για τον «Οδηγητή»;

    Κ. Κ.: Ναι.

    Α. Σ.: Μπορείς να θυμηθείς πού έβγαινε ο «Οδηγητής»;

    Κ. Κ.: Δεν ήταν γνωστό αυτό. Τα έδινα στο Γόντικα τα πράγματα κι αυτός τα πήγαινε. Ο Γόντικας, δεν ξέρω. Εγώ τα παρέδιδα στο Γόντικα τα κείμενα.

    Α. Σ.: Τα οποία τα έγραφε ποιος; Ποιοι γράφανε;

    Κ. Κ.: Βασικά έγραφε ο Θανάσης ο Παπαρήγας, εγώ και ειδήσεις, διάφορα που ερχόντουσαν από κάτω. Και τα οποία τα κάναμε σημειώματα και τα στέλναμε στον «Οδηγητή». Εκείνο που είχε ενδιαφέρον ήταν ποιοι ήτανε στο Γραφείο του Κεντρικού Συμβουλίου. Ήτανε ο Νίκος ο Μπερτσιάς, ο Γόντικας φυσικά, ήταν ο Βασίλης ο Δεμουρτζίδης από τη Θεσσαλονίκη, ήμουνα εγώ, πόσους έχω πει τέσσερις, όχι ήμασταν πέντε, ρε παιδί μου, ποιος άλλος α, ήτανε ο Τζεβρένης και όταν έφυγε έξω ο Τζεβρένης, ήρθε ο Τζιαντζής ο Κώστας. Αυτοί πρέπει να ’μασταν. Δεν πρέπει να ’μασταν άλλοι. Ναι, αυτοί, αυτοί ήμασταν στο Γραφείο.

    Α. Σ.: Αυτά ήτανε, σε ποια περίοδο αναφέρεσαι;

    Κ. Κ.: Αναφέρομαι από το ’72 ως το ’74 που έγινε το χτύπημα.

    Α. Σ.: Το ’74 που έγινε το χτύπημα, στο Γραφείο ήτανε ο Τζεβρένης;

    Κ. Κ.: Ο Τζεβρένης είχε φύγει στο εξωτερικό και δεν είχε πάρει επαφή πάλι με την ΚΝΕ.

    Α. Σ.: Ο Τζεβρένης είχε συλληφθεί με το χτύπημα.

    Κ. Κ.: Είχε συλληφθεί με το χτύπημα, πριν δεν μετείχε στο γραφείο, διότι είχε πάει έξω και είχε πάρει ειδική δουλειά να κάνει, δεν ξέρω που τον είχανε — το Κόμμα — απασχολήσει, είχε εκλεγεί στην Κεντρική Επιτροπή και ήθελε να τον απασχολήσει το Κόμμα. Κι ερχόταν ο Τζιαντζής (Κώστας) στη θέση του, για τη Σπουδάζουσα.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. [17/25]

    Α. Σ.: Υπεύθυνος της Σπουδάζουσας, δηλαδή.

    Κ. Κ.: Ναι, ναι. Λοιπόν, τώρα, έγινε το Πολυτεχνείο. Στο Πολυτεχνείο μας είχε κατέβει η γραμμή, πρέπει να ειπωθεί αυτό κάποτε, είναι αντιφατικό βέβαια. Την Παρασκευή το πρωί μ’ ένα συνθηματικό τρόπο με ειδοποίησε ο Γόντικας να κατέβω και είχαμε μια Τράπεζα εκεί την Ιονική, που ανεβαίναμε στον έκτο όροφο και περιμέναμε δήθεν να πάρουμε δάνειο και συναντηθήκαμε. Και μου λέει, ξέρεις, έχουμε εντολή να φύγουμε απ’ το Πολυτεχνείο, να φύγουμε, όχι να συνεχίσουμε με άλλες μορφές, αλλά να φύγουμε, γιατί πόσο θα τραβήξει, δεν μπορεί να τραβήξει. Του λέω, δεν θυμάμαι τι του είπα τότε, μην λέμε, δεν δεσμεύομαι, μην νομίζεις ότι κι εγώ καταλάβαινα και πολύ από πολιτική, λοιπόν είπαμε να πάμε εκεί να δούμε τι γίνεται. Πώς να πάμε όμως; Είπαμε να μπούμε σε ένα τραμ, τραμ λέω, τρόλεϊ. Οπότε πέρναγε έξω απ’ το Πολυτεχνείο και είχε κόσμο εκεί, θ’ αργούσε, πράγματι είδαμε και τι γίνεται απέξω, κόσμος μέσα, και μου είπε ότι θα βρει τον υπεύθυνο και θα κατεβάσει. Εγώ δεν θυμάμαι αν πήγα και ειδοποίησα αυτούς τους δικούς μου. Ήταν κατά τριάδες κι έπρεπε να κάνεις ολόκληρη διαδικασία για να τους βρεις, δεν ήταν εύκολο. Πρέπει να ειδοποίησα και ’γώ πάντως. Αλλά εντωμεταξύ εγώ πήγα στο σπίτι και άκουσα «Φωνή της Αλήθειας». Και η «Φωνή της Αλήθειας» καλούσε το απόγευμα, γύρω στις επτά, μια εκπομπή που είχε γύρω στις επτά, επτά και μισή πότε ήτανε, επτά και δέκα, κάτι τέτοιο. Και καλούσε τον κόσμο να συμπαρασταθεί στους αγωνιζόμενους φοιτητές και να συνδράμει εκεί, να συμβάλει για να αναπτυχθεί ο αγώνας του Πολυτεχνείου. Δηλαδή ήταν αντιφατικό. Ενώ εδώ λέγανε να φύγουμε, απέξω δεν λέγανε τέτοιο πράγμα. Δεν ξέρω από πού την έβγαζαν τη γραμμή και πώς την έβγαζαν τη γραμμή και ποιοι ήτανε τότε. Κι αυτό γράφτηκε κάπου στην «Πανσπουδαστική». Τα επικαλούνταν μετά στη Βουλή, δεν ξέρω, τα ξέρεις εσύ καλύτερα από μένα. Εγώ πήγα στο σπίτι για να ξεκουραστώ, έχω κι ένα ιδίωμα να κοιμάμαι το μεσημέρι. Κοιμήθηκα, άκουσα την εκπομπή που έλεγε να τρέξουμε στο Πολυτεχνείο να κινηθούμε, άκουγα το φοιτητικό σταθμό, αυτό που έλεγε για συνέχιση και πήγα στις οκτώ η ώρα στο Πολυτεχνείο έξω, με ένα σύνδεσμο που είχα. Να μη γίνει τίποτα, να ξέρουμε ο ένας με τον άλλο τι έγινε. Μήπως πιάστηκε, τι έγινε ο καθένας. Πήγαμε πράγματι εκεί, είδαμε κόσμο μαζεμένο απέξω, ακούσαμε πυροβολισμούς, όταν ακούγονταν πυροβολισμοί, υποχωρούσε ο κόσμος και μετά μόλις σταματάγανε οι πυροβολισμοί, ξανά ο κόσμος, αυτό. Μετά πήγα να βρω το Γόντικα, να δω τι γίνεται. Τι θα κάνουμε. Πήγα τον βρήκα σπίτι του, ακούγαμε εκεί το σταθμό. Κάποια στιγμή σταμάτησε πια να λειτουργεί πια ο σταθμός του Πολυτεχνείου, φύγαμε να πάμε να δούμε εμείς εκεί τι γίνεται. Είδαμε αίματα στους δρόμους εκεί γύρω στην πλατεία Καραϊσκάκη είχε πολύ αίμα. Και πήγα μετά στο σπίτι του Γόντικα και ξενυχτήσαμε εκεί, δεν νομίζω ότι κοιμηθήκαμε, και ’γώ το πρωί πήγα στη δουλειά. Πήγα στη δουλειά, ουσιαστικά τη δουλειά τη χρησιμοποιούσα, δούλευα, από τις οκτώ ώρες που δούλευα τις τέσσερις τις δούλευα εκεί και τις άλλες τέσσερις τις χρησιμοποιούσα δήθεν να πάω σε τράπεζες.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  20. [18/25]

    Α. Σ.: Πού δούλευες τότε Κώστα;

    Κ. Κ.: Δούλευα σε μια εταιρεία τεχνική ή, μάλλον, μια βιομηχανική εταιρεία, δύο δουλειές είχα μαζί, μια βιομηχανική ΒΕΕΜ τη λέγανε, έκανε τρυγικό οξύ και μια τεχνική εταιρεία ανώνυμη που έκανε μελέτες για στατικά. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, έφυγα από το σπίτι εγώ, δεν πήγα πάλι σπίτι μου, με ζητάγανε αυτοί, θέλανε να με πιάσουνε. Έπιασαν τότε καμιά πενηνταριά και τους πήγανε στη Γιούρα. Εμένα δεν με βρήκαν, δεν με πιάσανε. Μετά τότε έφυγα από την δουλειά αυτή, τα βιβλία τα μετέφερα όλα απάνω στο Λαύριο, στα Καλύβια του Μαρκόπουλου, εκεί, και δούλευα εκεί πέρα. Σηκωνόμουνα πέντε η ώρα το πρωί και πήγαινα, με έπαιρνε το αφεντικό που πήγαινε κατά τις έξι παρά και εφτά η ώρα πιάνανε οι εργάτες δουλειά και πήγαινα εκεί και δούλευα. Συνέχεια, αλλά μετά δημιουργήθηκε ένα θέμα, ότι έπρεπε να κάνω ισολογισμούς και έπρεπε να ’χω και τα στοιχεία και κατέβαινε και μια γραμμή ότι έπρεπε ν’ αρχίσουμε να εμφανιζόμαστε οι διωκόμενοι, δεν ξέρω αν τα θυμάσαι αυτά, και τα ’φερα τα βιβλία πάλι εδώ στην εταιρεία. Υποτίθεται ότι αυτοί ό,τι είχαν να πιάσουν πιάσανε. Λοιπόν, και ήρθα κάτω. Τώρα θα πω εγώ τα δικά μου.
    Είχα μια υποψία ότι δεν ξέρουνε πού δουλεύω. Υποψία όμως, αυτοί ξέρανε, το ’χανε παρακολουθήσει και ξέρανε. Λοιπόν στις δεκαέξι μου φαίνεται με πιάσανε, ήτανε Σάββατο. Δεκαέξι Φλεβάρη. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει εμείς, είχε συνέλθει το Γραφείο. Το Γραφείο είχε κάποια μέρη, κάποια σπίτια και συνεδρίαζε κανονικά. Γινόταν συνεδρίαση.

    Α. Σ.: Μπορείς να θυμηθείς μερικά σπίτια;

    Κ. Κ.: Ένα σπίτι… Μην νομίζεις, δεν ήταν σε μόνιμη βάση. Ένα σπίτι, ήτανε, το είχε βρει ο σύντροφος ο Γόντικας, ήτανε πίσω απ’ το Πολυτεχνείο κάπου. Ένα σπίτι ήταν εδώ στη Ραφήνα σε ένα εξοχικό και τα λοιπά, ένας σύντροφος το είχε βρει, ο Νίκος ο Μπερτσιάς. Ένα σπίτι ήταν γιάφκα κανονική, ήταν Πρατίνου, στο Παγκράτι. Άλλο σπίτι που να συνδέεται ήταν, δεν θυμάμαι. Εκεί στην Πρατίνου βέβαια γινόντουσαν πολλές συνεδριάσεις, αυτό υποτίθεται ότι το είχαμε. Είχαμε και μια άλλη γιάφκα…

    Α. Σ.: Πρατίνου πόσο, θυμάσαι;

    Κ. Κ.: Είναι κοντά στο Χίλτον, όπως ξεκινάει η Πρατίνου είναι εκεί κοντά στο Χίλτον, δεν θυμάμαι το νούμερο. Ήταν ένας αναρχικός εκεί και τον έπεισε ο Παπαπέτρου να μας το αφήσει και να τους δίνουμε το ενοίκιο, να το πληρώνει, να πηγαίνει να το καταθέτει ξέρω ’γώ, είχαμε και κάτι τραγελαφικά, ότι γέμισε νερό μια φορά, γιατί είχε κοπεί το νερό και δεν είχαμε νερό, συνεδριάζαμε ώρες πολλές και δεν είχαμε νερό να πιούμε. Και λέω στη γυναίκα του Παπαπέτρου δεν πας να το πληρώσεις συντρόφισσα, και πάει και το πληρώνει, αλλά εμείς φέρναμε και φρούτα, κάτι να φάμε το μεσημέρι εκεί και τα βάζαμε στο νεροχύτη. Και είχε τσόφλια εκεί και το νερό δεν μπορούσε να φύγει και πλημμύρισε και το βρήκαν πλημμυρισμένο εκεί και το εγκαταλείψαμε τελικά. Λοιπόν, τώρα λέμε για τη σύλληψη.

    Οπότε, λοιπόν, το Γραφείο του Κεντρικού Συμβουλίου είχε αποφασίσει να γίνει μια αποχή, τετραήμερη αν θυμάμαι καλά. Το Γραφείο συνεδρίαζε, το Κεντρικό Συμβούλιο ουσιαστικά ήταν ανύπαρκτο. Με περιφορά γινότανε το κείμενο των εισηγήσεων και παρατηρήσεων, δεν θυμάμαι πόσα μέλη είχε το Κεντρικό Συμβούλιο, δεκατρία ή δεκαπέντε, δεν θυμάμαι το νούμερο, αλλά γινόταν δια περιφοράς, δηλαδή τους δίναμε την εισήγηση και έστελνε ένα σημείωμα κι έλεγε τις παρατηρήσεις του κι έτσι γινόταν. Λοιπόν, λέω ότι το Γραφείο ήταν που πήρε την απόφαση για την αποχή. Λοιπόν, αν θυμάμαι καλά, με έπιασαν Σάββατο, την Πέμπτη πήραμε την απόφαση, την Δευτέρα θ’ άρχιζε, μου φαίνεται, η αποχή. Τη Δευτέρα. Την Πέμπτη πήρα την προκήρυξη. Οπότε, με την Κατερίνα την Κωτσάκη συναντηθήκαμε κάπου εκεί στον Άλιμο.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  21. [19/25]

    Α. Σ.: Μισό λεπτό, σε διακόπτω. Πες μου λίγο για την Κατερίνα την Κωτσάκη που είχε μια μεγάλη ευχέρεια να οργανώνει διάφορα…

    Κ. Κ.: Ναι, είχε επαφές με τους δημοσιογράφους και έδινε τις προκηρύξεις σε δημοσιογράφους των ξένων πρακτορείων, κι άνοιγε και σπίτια και τα λοιπά και τηλέφωνα και, εν πάση περιπτώσει, την Πέμπτη συναντηθήκαμε κάπου στον Άλιμο και της έδωσα την προκήρυξη. Την Παρασκευή το απόγευμα είχαμε συνάντηση εν όψει της Δευτέρας να δούμε τι γίνεται, δεν θυμάμαι αν ήτανε όλο το Γραφείο, εν πάση περιπτώσει ο Γόντικας ήτανε, δεν θυμάμαι ποιος άλλος. Και εγώ άκουσα στις επτά η ώρα «Φωνή της Αλήθειας» και τη μετέδωσε όλη. Δηλαδή εμείς τη δώσαμε την Πέμπτη το μεσημέρι, την Παρασκευή το απόγευμα η «Φωνή της Αλήθειας» μετέδιδε ολόκληρη την ανακοίνωση, δεν ξέρω αν ήταν της Αντι-ΕΦΕΕ, μάλλον της Αντι-ΕΦΕΕ πρέπει να ήταν. Και του λέω του Γόντικα «Κοίταξε, εδώ αυτοί θα έχουν ανησυχήσει πολύ, γιατί τη δώσαμε χτες την ανακοίνωση και τη λέει σήμερα η “Φωνή της Αλήθειας”. Ξέρουνε από πού βγήκε, τόσους μηχανισμούς, θα πιάσουνε κόσμο». Του λέω «Θα ’χουμε πρόβλημα». «Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, εν όψει και της αποχής», λέω, «θα γίνουνε συλλήψεις». Εγώ είχα φύγει απ’ το σπίτι, βέβαια, έμενα αλλού, δεν ήξεραν αυτοί πού μένω, αλλά ήξεραν τη δουλειά που εγώ υποψιαζόμουν ότι δεν ήξεραν, εν πάση περιπτώσει πάω πρωί στη δουλειά εγώ έξι η ώρα, φτιάχνω ό,τι ήταν να φτιάξω για να φύγω κατά τις επτάμισι ότι θα πάω στην Τράπεζα. Για να φύγω από τη δουλειά, μήπως έρθουν και με πιάσουν. Επτάμισι η ώρα πιάναμε δουλειά. Πράγματι πάω εκεί, κάνω ό,τι ήτανε να κάνω, τις δουλειές, και όταν ήρθε το αφεντικό, του λέω πρέπει να πάω στην τράπεζα. Μου λέει θέλω να κάνεις και μια άλλη δουλειά. Του λέω πότε. Μου λέει τώρα περιμένω να ’ρθει. Οπότε, λέω στη ρεσεψιονίστρια εκεί, που ήταν μία του KKE-εσωτερικού, την είχα πάρει εγώ στη δουλειά εκεί, ήταν κρατούμενη μου φαίνεται, ο άντρας της ήταν κρατούμενος σίγουρα, την είχα φέρει εγώ εκεί. Της λέω, λοιπόν, Έλλη, κοίταξε, αν τυχόν έρθει κανένας και με ζητήσει, θα φωνάξεις δυνατά «Ποιον, τον Κάππο ζητάτε;», ν’ ακούσω εγώ. Είχε μια πίσω πόρτα εκεί, να φύγω.

    Εν τω μεταξύ το πρωί εκείνο μου δώσανε ένα σημείωμα να το δώσουμε στη «Φωνή της Αλήθειας» για τη σύλληψη του Τζιαντζή του Θόδωρου και ενός ξαδέλφου του, δεν ξέρω πως λεγότανε. Είχε συλληφθεί, ο Τζιαντζής ο Θόδωρος, τον οποίο δεν ήξερα εγώ, δεν είχα γνωρίσει, αλλά το σημείωμα ήτανε, το έβαλα σε μια κρύπτη που είχα εγώ και δεν θυμόμουνα αν το ’χω βάλει στην τσέπη μου το σημείωμα ή το έχω στην κρύπτη. Εν πάση περιπτώσει, αυτοί ήρθαν εκεί και ζήταγαν τ’ αφεντικό, δεν ζήταγαν εμένα. Οπότε δεν πήρε χαμπάρι η ρεσεψιονίστρια και λέει δεν είναι εδώ ο κ. Αγγελίδης, γιατί κάτι του είχαν, ένα ένταλμα για κάτι χρέη, τον κυνηγάγανε, δεν ξέρω για τι στο διάολο πάλι κι αυτός βρέθηκε στη μέση. Και λέει, εδώ είναι ο λογιστής, ό,τι θέλετε. Το λογιστή σας, λένε, κι έρχονται εκεί με χτυπάνε στην πλάτη, είπα και προηγούμενα ότι είχανε γράψει φαίνεται στο φάκελο ότι δεν αντιδράω και λέει «Κωστάκη σε θέλουμε». Και με πήραν με πήγαν στην Ασφάλεια. Τώρα το σημείωμα τι έγινε. Αυτό το σημείωμα για τον Τζιαντζή και τον ξάδελφό του. Λέω να κάνω το κορόιδο. Αλλά να σου που με πήγαν εκεί και περίμενα έξω απ’ το γραφείο του Μάλλιου και ήθελα να πάω στην τουαλέτα, οπότε μου κάνουνε μια εξονυχιστική έρευνα, γιατί φοβηθήκανε μην κρύψω τίποτα, αλλά δεν το είχα, το είχα στην κρύπτη αφήσει. Το σημείωμα δεν ήταν μαζί μου. Όταν είδα ότι δεν ήταν μαζί μου, λέω εντάξει ας τους. Εν πάση περιπτώσει, μας πήγανε στην Ασφάλεια, με βάλανε σε ένα κελί με άλλους δυο τρεις τέσσερις, δεν μου απάγγειλαν κατηγορία, περιμέναμε.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  22. [20/25]

    A. Σ.: Σε ποιο κελί ήσουνα, Κώστα, θυμάσαι;

    Κ. Κ.: Δεν θυμάμαι, έβλεπε προς τη Μεσογείων, ένα κελί που ήταν στη γωνία, όχι στη γωνία που είχε πολλούς φοιτητές, καμιά εικοσαριά ανθρώπους μέσα, που ήταν πολλοί, στο διπλανό κελί, δεν θυμάμαι το νούμερό του. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, εκεί έφεραν μαζί μου τον Παλαβό τον Γιάννη, έφεραν τον Ντάρδα τον Βασίλη, έφεραν, μετά από δυο μέρες, τον Μπενά και τον Κουκουβίτη, τον Κώστα. Αλλά ο Μπενάς έκανε επισκεπτήριο και λέει οι εφημερίδες γράφουν και η τηλεόραση λέει ότι έχει χτυπηθεί κλιμάκιο του ΚΚΕ. Δεν ήξερα τι γίνεται, εν πάση περιπτώσει, με κράτησαν κάνα μήνα χωρίς να με ενοχλήσουν εκεί. Με κατεβάζει ένα βράδυ ο Μάλλιος κάτω, με φωνάζει δηλαδή, ήρθαν και με πήραν. Μου λέει, είχε μια πολυσέλιδη κατάθεση, έψαξε, έψαξε, το βρήκε εκεί για μένα. Λέει τον Τέλη τον ξέρεις, όχι δεν ξέρω τίποτα του λέω, τον άλλο τον Παύλο, πώς τον λέγαμε, τον Γόντικα, όχι του λέω, μου λέει, α, θα σ’ αφήσω νηστικό και τα λοιπά, λες και πείναγα εγώ. Μ’ απείλησε ότι θα μ’ αφήσει νηστικό ο Μάλλιος. Με ανεβάζουν επάνω, παίρνουν τον Κοτροκόη, τον Μπενά, τον Κουκουβίτη, τους κοινοποιούν για εξορία, απόφαση εκτόπισης. Τους πήγανε στα Γιούρα. Εμένα, με πάνε πίσω σ’ ένα κελί μόνο μου. Μ’ αφήσανε εκεί άλλον κάνα μήνα, χωρίς να με ενοχλεί κανένας, φαινόταν ότι με ξεχάσανε εκεί, σκοτεινό το κελί, πολύ σκοτεινό, είχαν περάσει δυο μήνες τώρα εκεί χωρίς…, με κατεβάζουν κάτω, αυτά σου τα λέω εσύ θα αξιολογήσεις πώς θα τα γράψεις και τι θα γράψεις.

    Α. Σ.: Όπως τα λες και μετά θα τα διορθώσεις.

    Κ. Κ.: Οπότε με κατεβάζουν κάτω και μου λένε… Α, όχι, είχα δώσει και μια απολογία, κατηγορείσαι ότι ως μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ οργάνωσες το Πολυτεχνείο. Λέω, αρνούμαι να απαντήσω, αρνούμαι την κατηγορία κάπως έτσι. Μου λέει ο Παύλου «Μη νομίζεις ότι ήσουνα τακτικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής, αναπληρωματικό είσαι». Δεν ήξερα εγώ. Ε, ήξερα, μου είχε πει ο Γόντικας, με είχε ενημερώσει ότι έγινε το 9ο Συνέδριο και είχα εκλεγεί στην Κεντρική Επιτροπή.

    Μετά, αν θυμάμαι καλά στις είκοσι επτά Απριλίου, μου φαίνεται, με πάνε στο Μπογιάτι, πρώτη φορά τα ’βλεπα εκεί, σε συνθήκες κτηνώδεις, π. χ. μας έγδυσαν τελείως εκεί για να μας ψάξουνε, τα ρούχα δεν τα ’χαν απάνω να τα φοράμε, τα έβγαλαν τα ρούχα κι ήμασταν γδυτοί και μας έψαχναν τα ρούχα. Με παν σε ένα κελί, εκεί βρήκα τον Τσοπανίδη και τον Δημήτρη τον Τόκα. Θα τον ξέρεις εσύ τον Δημήτρη, ως ηθοποιό. Πράγματι, εκεί τους είχαν σπάσει τα πλευρά, δεν μπορούσαν να σηκωθούν από τα κρεβάτια, αλλά εγώ που είχα τώρα από τις δεκαέξι Φλεβάρη μέχρι τις είκοσι επτά Απρίλη κλεισμένος σ’ ένα σκοτεινό κελί, εκεί είχε φως στο κελί και είχε και λίγο χώρο και περπάταγα. Βέβαια και εδώ στην Ασφάλεια που ήμουν εγώ περπάταγα. Αλλά ήτανε πολύ μικρός ο χώρος.

    Την νύχτα τα παίρνανε τα παιδιά και τα χτυπάγανε τους σπάζανε τα πλευρά και τα λοιπά. Ε, κάθομαι εκεί πέντε-έξι μέρες ερχόντουσαν τη νύχτα και μ’ απειλούσαν εκεί, θα σε πάρουμε θα σε βασανίσουμε και τα λοιπά. Ε, εντάξει. Λοιπόν μετά από πέντε- έξι μέρες με παίρνουν και με πάνε σε ένα κελί που ήταν πολλά παιδιά. Ήταν ο Χρήστος ο Ράπτης, ήταν ο Γιώργος ο Μέγας, λοιπόν ήταν πολλά παιδιά εκεί, ήταν ο Παντέκος αν θυμάμαι καλά, ήταν καμιά δεκαπενταριά παιδιά. Οπότε πήγα και ’γώ σε κόσμο, πρώτη φορά εντωμεταξύ, ήταν και λίγο λάσκα εκεί, δηλαδή. Οπότε τους λέω, θέλετε να κάνουμε Πολιτική Οικονομία, λέει ναι. Κι αρχίσαμε και τους έκανα Πολιτική Οικονομία, τους νόμους της κίνησης της καπιταλιστικής οικονομίας. Ενδιαφέρον είχε, γινόταν συζήτηση, εμένα με έβαλαν σε κόσμο τώρα μέσα πολύ. Λέω μάλλον θα μου κάνουν καμιά προβοκάτσια ότι θα με αφήσουνε…

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  23. [21/25]

    Ένα πρωί, λοιπόν, έρχονται με παίρνουν, μου βάζουν ένα μαντήλι, μου κλείνουν τα μάτια να με καλύψουνε και με γύριζαν γύρω στο στρατόπεδο. Πιασμένο από το χέρι είχα χάσει τον προσανατολισμό μου. Και με παν και με βάζουν σε ένα κελί. Ένα κελί που είχε ένα κρεβάτι και δεν είχε στρώμα, μόνο ο σομιές ήταν το κάτω αυτό, τα στρατιωτικά. Οπότε με δένουν εκεί πάνω στο κρεβάτι και τα λοιπά και με βασανίζανε. Τώρα τι βασανιστήρια κάνανε. Βασικά χτυπούσανε στα πόδια, φάλαγγα, χτυπούσανε, δεν με λύνανε καθόλου, δηλαδή και το κάτουρο αν ερχότανε και ό,τι άλλο, απάνω σου. Νερό έδιναν κάθε τέσσερις μέρες, αν θυμάμαι καλά, και φαΐ κάθε τέσσερις μέρες. Δηλαδή κάτι δίνανε.

    Α. Σ.: Χωρίς ρούχα;

    Κ. Κ.: Ναι, γδυτός. Ήτανε Μάης και μου φαινότανε έκανε κρύο. Κι ερχόντουσαν και με βασανίζανε τη νύχτα. Τη νύχτα, είχαν κάτι χοντρά ξύλα κάτι, ένα πράγμα βαρύ, που καθόμαστε, που είναι σαν κάθισμα, κορμός δέντρου, που έχει κοπεί σ’ ένα τόσο, κι ερχόντουσαν μ’ αυτό και το πέταγαν απάνω σου, στο σώμα, χωρίς να ’χεις λυθεί τώρα, ούτε να κατουρήσεις, χωρίς νερό, κι ερχόντουσαν. Ήτανε δυο συνεργεία, ένα βράδυ ερχότανε το ένα, ένα το άλλο. Κατά τις μία η ώρα γινόταν αυτή η δουλειά. Σε έκαναν λιώμα. Δηλαδή όλα αυτά εδώ από αυτά προέρχονται.

    Α. Σ.: Οι ουλές στο πρόσωπο;

    Κ. Κ.: Ναι, στο πρόσωπο, και όλο το σώμα έχει. Λοιπόν, χτυπάγανε συνέχεια…

    Α. Σ.: Στο πρόσωπο με τι σε χτυπήσανε Κώστα;

    Κ. Κ.: Με ξύλα. Αλλά και με κείνο το χοντρό, χτυπάγανε, δεν είχανε πρόβλημα. Ένας που ήτανε στρατιώτης εκεί, είπε ότι ερχότανε κι ο Ιωαννίδης εκεί τις ώρες που γινόντουσαν τα βασανιστήρια. Εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω. Εν πάση περιπτώσει, ήταν δυο συνεργεία. Το ένα ήταν λίγο πιο μαλακό, το άλλο ήταν τρομερό, σε έκανε λιώμα δηλαδή. Εν πάση περιπτώσει ρώταγαν τίποτα εκεί, αλλά δεν είχα και τις αισθήσεις μου, τις έχανα τις αισθήσεις μου. Μου φαινόταν ότι τρώω, ενώ δεν έτρωγα, μου φαινόταν ότι μου αγόρασαν στο ΚαΨιΜί, ότι δεν είχα λεφτά, ενώ όταν έφυγα, μου έφεραν τα λεφτά, κάνα χιλιάρικο που είχα. Τα είχαν εκεί κάπου έπεσαν τα λεφτά κάτω μες στα κάτουρα και τα πήραν…

    Α. Σ.: Κώστα, πιστεύεις ότι δίνανε παραισθησιογόνα εκεί;

    Κ. Κ.: Όχι, δεν γίνεται, άμα αποφασίσεις — αυτό πρέπει να το γράψεις υποχρεωτικά — ότι δεν γίνεται τίποτα, δεν υποχωρώ, ό,τι να σου δώσουνε δεν σε πιάνει τίποτε. Μπορεί να δίνανε, λέω εγώ. Αλλά άμα αποφασίσεις εσύ, δεν σε πιάνει τίποτε.

    Α. Σ.: Όχι, δεν εννοώ αν επηρέαζε αυτό την απόφασή σου, αλλά αν πιστεύεις ότι δίνανε.

    Κ. Κ.: Όχι, δεν ξέρω, δεν νομίζω. Εν πάση περιπτώσει, ερχόντουσαν κάθε βράδυ και βασανίζανε. Αυτό γινότανε συνέχεια. Ένα συνεργείο κάθε βράδυ μία η ώρα ερχότανε. Ήταν τρεις-τέσσερις, οι οποίοι ήταν πιο μαλακοί, χτυπάγανε βέβαια. Πρώτη φορά στο Διόνυσο ήταν οργανωμένα αυτά. Σε χτυπάγανε σε τούτα δω, πέταγαν τα ξύλα, το αυτό το πέταγαν εδώ στο πόδι και τα λοιπά και έτρεχε το αίμα ποτάμι, κάτουρο αίμα, όλα. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, πέρναγαν οι μέρες, εγώ έχανα τις αισθήσεις μου, φαίνεται αποφάσισαν μετά ότι δεν γίνεται τίποτα και να τελειώνουμε μ’ αυτόν. Όχι να με σκοτώσουνε, ότι δεν γίνεται τίποτε, να μην τον σκοτώσουμε, να τον αφήσουμε.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  24. [22/25]

    Και με πήγαν σε ένα κελί που είχε και νερό μέσα. Οπότε βλέπω νερό. Πάω να σηκωθώ από το κρεβάτι, πόναγαν τα πλευρά μου δεν μπορούσα να σηκωθώ. Τι να κάνω που είχα πεθάνει από τη δίψα. Τι να κάνω, τι να κάνω, γυρίζω γύρω στο κρεβάτι έτσι, ρολό δηλαδή, κινιέμαι έτσι με το σώμα, γυρίζω πίσω, βάζω το χέρι μου κάτω στο δάπεδο να πέσω κάτω. Πέφτω, κυλιέμαι, δεν μπορούσα να σηκωθώ, κυλιέμαι να φτάσω κοντά στο νερό. Εκεί, λοιπόν, λέω τώρα θα πέσω να σκοτωθώ, θα σπάσω τα πόδια, θα γίνει τίποτα. Πήγα ν’ ανεβώ επάνω να πιω νερό. Πράγματι όμως πιάνομαι απ’ τη βρύση, δίνω μια προσπάθεια και ανεβαίνω επάνω και πίνω νερό. Γιατί είχα αφυδάτωση πάθει και ήταν η κατάσταση, και τώρα το ’χω αυτό, μου ’χει μείνει. Λοιπόν, πίνω λίγο νερό, πάω στη θέση μου, μ’ αφήνουνε δυο-τρεις μέρες εκεί μάλλον να συνέλθω, αλλά ούτε να περπατήσω μπορούσα ούτε τίποτα. Ένα πρωί έρχονται εκεί και φέρνουνε νερό ζεστό και μου έριχναν νερό επάνω μου και με σαπούνιζαν να με πλύνουνε. Και μου έφεραν και τα ρούχα μου. Πράγματι, με έπλυναν εκεί αυτοί, μου φόρεσαν τα ρούχα μου κι ήρθε ένα ασθενοφόρο, με έβαλαν αυτοί με τα χέρια μέσα στο ασθενοφόρο, δεν μπορούσα να σηκωθώ και με φέρανε στο 401.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  25. [23/25]

    Ούτε κατάλαβα εγώ ότι ήταν το 401, γιατί ήμουνα χάμω, με πήγαν στο 401, για να με μεταφέρουν εκεί, έφεραν μια καρέκλα απ’ αυτές που έχουν ρόδες. Με έβαλαν επάνω και με πήγαν εκεί, ήταν στο τμήμα το νευρολογικό που είχε ειδική φρούρηση, ήτανε για ανθρώπους που είχανε νευρικά προβλήματα και ήτανε δηλαδή οι τοίχοι καλυμμένοι, είχε κάγκελα. Με πάνε εκεί, μόλις με πάνε εκεί, αμέσως έρχεται ένας στρατιωτικός γιατρός, τον οποίο περίπου γνώρισα. Πατριώτης μου, όχι πατριώτης μου από το ίδιο χωριό, αλλά από άλλο χωριό. Τον είχα ακούσει εγώ αυτόν. Λεγόταν Χρήστος Μιχαλόπουλος. Αυτός το όνομά μου το ’μαθε. Βέβαια, εκεί μου είχαν ψευδώνυμο, δεν θυμάμαι τι ψευδώνυμο είχα. Αλλά αυτός έμαθε το όνομά μου και κατάλαβε ποιος είμαι. Ότι είμαι από αυτή την οικογένεια. Κι έρχεται εκεί και μου λέει τι γίνεται, πώς τα βλέπεις. Του λέω, είσαι του μπάρμπα Μήτσου το παιδί, του λέω. Τον πατέρα του που ήξερα εγώ, ήταν μαραγκός. Ναι, μου λέει. Τον παρακολουθούσανε δεν μπορούσε να μου μιλήσει. Λοιπόν, μου κάνανε εξετάσεις εκεί, βλέπουν ότι ο αιματοκρίτης μου έχει πέσει στο δεκαεπτά, είχα χάσει πολύ αίμα εκεί. Οπότε αμέσως φέρνουν τέσσερα μπουκάλια αίμα. Μόλις μου κάνανε τη μετάγγιση, τσουπ, μπόρεσα και πιάστηκα και σηκώθηκα, πήγα στην τουαλέτα. Πήγα στην τουαλέτα, όχι να περπατάω κανονικά, αλλά με το αυτό. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, αυτοί φύγανε, ήτανε της Αγίας Τριάδας, Δευτέρα, με πήγανε, Σάββατο αυτό και τη Δευτέρα ήταν αργία. Όταν μου έβαλαν το αίμα συνήλθε και η όρεξή μου, ήθελα να φάω και μου έφεραν πολύ φαΐ. Οπότε ήρθε ο γιατρός μετά της Αγίας Τριάδας, αυτός ο γνωστός μου και μου λέει «Κοίταξε να δεις τώρα τελείωσες, να μην έχεις κανένα πρόβλημα, από εδώ και πέρα είσαι στα χέρια τα δικά μας. Δεν πρόκειται να σε αφήσουμε να σε πάρουν πάλι αυτοί για βασανιστήρια ή οτιδήποτε. Εδώ θα κάτσεις όσο καιρό θες εσύ». Ήταν ένας Παπαευαγγέλου, χειρούργος, ο οποίος δεν ήτανε αριστερός, αυτός ο γιατρός που λέμε ήτανε δημοκρατικός, εν πάση περιπτώσει, ήτανε δημοκρατικός άνθρωπος, δηλαδή και ο πατέρας του είχε παράδοση με την αριστερά, κι ο αδελφός του πατέρα του ήτανε κομμουνιστής και τα λοιπά, είχε μια παράδοση. Και συνεννοήθηκε με τον Παπαευαγγέλου που ήταν χειρούργος και μου καθάρισε τα τραύματα, ότι δεν θα μου κάνει εντατική θεραπεία, για να καθίσω εδώ. Και πράγματι δεν ξέρω πώς τα κάνουν οι γιατροί, ενώ είχαν περάσει είκοσι μέρες, τα τραύματα δεν είχαν επουλωθεί. Οπότε ζήτησε η Ασφάλεια να επιταχυνθεί η θεραπεία για να με πάρουν, γιατί φώναζε η «Φωνή της Αλήθειας» και η Μόσχα ότι «τον Κώστα Κάππο ζωντανό ή νεκρό παραδώστε τον». Έρχεται ο διευθυντής εκεί, κοιτάει, δεν ξέρω πώς το ’κανε, δεν έβαλε τις γάζες μέσα, δεν έβαλε φάρμακο, δεν ξέρω πώς το ’κανε, τα τραύματά μου δεν επουλωνόντουσαν. Τι είναι αυτά, του λέει, τον έβαλε πόστα. Του λέω, γιατρέ τι κάνεις εδώ. Οπότε φεύγουν εκεί και έρχονται μετά και μου λένε θα σου κάνουμε πλαστικές. Γιατί είχα σε πέντε μέρη μεγάλα τραύματα. Τα οποία δεν κλείνανε. Είπα στον γιατρό αυτόν το γνωστό μου, του λέω «Κοίταξε γιατρέ μη μου κάνετε νάρκωση και να μη πω τίποτα και πάθω ζημιά». Μου λέει, όχι, τοπική, συνεννοήθηκε εκεί, μου λέει τοπική νάρκωση θα σου κάνουμε, δεν είναι θέμα. Εδώ δεν μου κάνανε, όπως καταλαβαίνεις εσύ σα γιατρίνα, εδώ δεν μου κάνανε (Εννοεί στο πρόσωπο — Σημ. Α. Σ.).

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  26. [24/25]

    Α, δεν σου είπα ένα σημαντικό. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για τα βασανιστήρια, να το θυμηθείς να το βάλεις εκεί, ότι σε μια φάση έφεραν και μου ρίξανε πάνω στην κοιλιά ασβέστη, άσβεστο και έριξαν και νερό, και το έσβησαν απάνω στο σώμα μου. Κι είχε γίνει εδώ μια μεγάλη πληγή, ουλή, που δεν έκλεινε με τίποτα. Και έκαναν μετά πλαστική εκεί, πίσω, στα πόδια κάτω, είχαν τρυπήσει τελείως, φαίνονταν τα κοκάλα, είχε σαπίσει το αυτό και το καθάρισε και πήρανε από κάπου αλλού, που λέτε εσείς μόσχευμα και έβαλε εκεί ένας πολύ καλός, δεν ήταν αριστερός, ο Ιωαννίδης, ο πλαστικός χειρούργος αλλά μου ’κανε καλή δουλειά, δηλαδή, καλή, έκλεισαν οι πληγές μου. Εντωμεταξύ ο γιατρός ο γνωστός μου πήγε κι έστειλε τον πατέρα του κι είπε, να πας να πεις εκεί στον αδελφό μου — βρήκανε ότι έχω αδελφό στο Άργος — να πας να του πεις ότι είναι στο 401 κι ότι είναι καλά και να μην ανησυχείς. Πράγματι το είπανε και ήρθε ο αδελφός μου με μια κουνιάδα μου εκεί, δήθεν ότι ψάχνουνε για κάποιον και μπήκανε μέσα. Αλλά τους διώξανε. Ήτανε αστυνομικοί εκεί. Οι αστυνομικοί λοιπόν νομίζανε ότι είμαι κανένα μεγάλο στέλεχος κι αλλάζανε, στις πενήντα μέρες που ήμουνα στο 401 ήρθαν 150 αστυνομικοί. Κάθε οκτάωρο έρχονταν καινούργιοι, για να με δουν τι είμαι εγώ, ποιος είμαι. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, αφού πέρασαν οι πενήντα μέρες, ήρθε κι ο ανακριτής εκεί της στρατιωτικής δικαιοσύνης μάλλον επιστρατευμένος ήτανε, ο οποίος μου είπε κάτι, εκεί, του λέω, τι είναι αυτά, δεν έχω να απαντήσω τίποτα, θα τα πω στο δικαστήριο ό,τι έχω να πω. Να ’χετε και το Γόντικα καθοδηγητή, μου λέει, και τα λοιπά. Λέω, έχουμε εκείνους που θέλουμε εμείς, όχι εκείνους που θέλετε εσείς. Του λέω, τι είσαι δικαστικός, δικηγόρος έχεις σπουδάσει κι έρχεσαι και κάνεις αυτή τη δουλειά, του λέω. Τέλος πάντων, λοιπόν, μετά τις πενήντα μέρες, φώναζε η «Φωνή της Αλήθειας», ωρυόταν, με πήγανε στον Κορυδαλλό, και μετά από εφτά μέρες, δεν σταδιοδρόμησα όπως είπα, εκεί στο Κορυδαλλό, ήρθε η μεταπολίτευση, μετά τρεις μέρες, αλλά ώσπου να γίνουν οι διεργασίες για ν’ απολυθούμε, μαζί δεν ήμασταν στον Κορυδαλλό, ναι. Ε, τα ξέρεις αυτά. Ε, αυτά είναι. Έτσι, και βγήκαμε. Αυτά είναι δεν ξέρω αν έχεις να με ρωτήσεις τίποτα. Εγώ θα κάνω ένα τσιγάρο ακόμα το τελευταίο.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  27. [25/25]

    Α. Σ.: Τι δεν είπες ακόμα, Κώστα;

    Κ. Κ.: Όταν βγήκαμε, δεν ήξερα εγώ από δημοσιογράφους και τέτοια. Κι όταν βγήκα απέξω, με ρωτάνε πώς βλέπεις την αλλαγή. Λέω, είναι ένας ελιγμός των Αμερικάνων και της χούντας, αλλά είναι και μια νίκη του λαϊκού κινήματος, η αλλαγή. Οπότε αυτοί έβαλαν νίκη του δημοκρατικού κινήματος. Δεν έβαλαν ελιγμός, δεν ήξερα εγώ τι απόφαση είχε πάρει το Κόμμα. Ενώ το Κόμμα έλεγε ότι ένας συμβιβασμός έγινε από τα πάνω και τα λοιπά. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, την άλλη μέρα, κάποιος μου λέει τι είπες, εδώ, νίκη του δημοκρατικού κινήματος και τα λοιπά. Λέω, δεν είπα αυτό, μου ’φερε την εφημερίδα. Λέω, δεν είπα αυτό, άλλο είπα. Κι άρχισα να κουμπώνομαι. Οπότε πληροφορηθήκανε οι δημοσιογράφοι οι ξένοι ότι υπάρχει ένας που έχει τραύματα, που έχει αυτά, και πώς θα τον βρούμε. Οπότε τους λένε, μόνο η Κατερίνα η Κωτσάκη μπορεί να σας βοηθήσει για να ’ρθείτε σε επαφή. Και πηγαίνανε στην Κατερίνα, τους έδινε σημείωμα ότι είναι η τάδε διεύθυνση, τάδε, τάδε, τάδε και ερχόντουσαν και με το σημείωμα της Κατερίνας. Λοιπόν, ο μόνος που ήρθε χωρίς σημείωμα και φοβότανε, ήτανε της «Ουμανιτέ», ο οποίος δεν είχε επαφή με τους άλλους. Είχανε έρθει μέχρι σαράντα συνεργεία, κάθε μέρα ήτανε δέκα συνεργεία έξω απ’ το σπίτι μου. Στην ουρά περιμένανε, για να μου πάρουνε συνέντευξη. Τηλεοπτικά συνεργεία ξένα. Και μόνο της «Ουμανιτέ», ο οποίος — μετά μου το δείξανε, όταν έγινα ευρωβουλευτής, μου το φέρανε οι Γάλλοι — είχε γράψει τέσσερις σελίδες, φωτογραφίες, και μου εξήγησαν τι έγραφε, ωραία τα ’γραφε. Μου λέει είμαι απ’ την «Ουμανιτέ» και σε παρακαλώ — είχε μεταφραστή — να μου δώσεις συνέντευξη. Μα στην «Ουμανιτέ» δεν θα δώσω; Μόνο σε σένα θα δώσω, τους άλλους δεν τους έχω… Τι διάολο, λέω, αλίμονο, γιατί αυτός ερχόταν διστακτικά εκεί να μου ζητήσει, δεν είχε σημείωμα, ενώ όσοι είχαν σημείωμα έλεγαν: Έχουμε την Κατερίνα και μας είπε ότι πρέπει να μας δώσεις. Και την είχαμε βοηθήσει επί χούντας.

    Και για την αντιγραφή: Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  28. Το 1868 έγινε η διάσπαση φεύγοντας οι Ακραίες εκφάνσεις του Οπορτουνισμού φτιάχνοντας το προδοτικό ...εσωτερικό.... Λύθηκε το οργανωτικό ζήτημα με την ΟΚΝΕ που διαλύθηκε το 1943... και τις Κ.Ο το 1958. Στο 9ο Συνέδριο το 1973 έγινε σημαντική προσπάθεια να καταργηθεί η Εγκληματική θεωρία των πολιτικών μετώπων και σταδίων. Στάθηκε αδύνατον σε εκείνες τις συνθήκες να ξεριζωθεί ο Κεντρίστικος οπορτουνισμός που είναι ο προθάλαμος για Δεξιό και Αριστερίστικο τροτσκιστικό οπορτουνισμό όπως και έγινε στο 12ο Συνέδριο το 1987... με το ΚΚΕ να γίνεται Κουρελόχαρτο. Η Αυτοτέλεια του ΚΚΕ διασφαλίζεται με ένα και μοναδικό τρόπο. Να έχεις σε όλες τις συνθήκες Στρατηγικό στόχο τον σοσιαλισμό οι Κομμουνιστές να παλεύουμε για αυτό μέσα απο το ΠΑΜΕ και την κοινωνική Συμμαχία και να συμμετέχουμε στο Αστικό κοινοβούλιο απο θέσεις εργατικής λαικής αντιπολίτευσης για όσο οι καπιταλιστές έχουν τα μέσα παραγωγής στα χέρια τους. Αυτό γίνεται απο το 15ο Συνέδριο του 1996... Αν δεν το είχαμε κάνει ΤΟ 2012... θα μας είχαν ρίξει στον Οπορτουνιστικό βόθρο με τα ΣΚΑΤΑ του σύριζα τα κεντρίστικα ΒΑΡΙΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΟΥΤΣΚΙ.... ΟΥΤΕ ΒΗΜΑ ΠΙΣΩ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  29. Ηταν ένας πραγματικός κομμουνιστής και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του δίπλα στο ΚΚΕ. Την βουλευτική σύνταξη την έδινε στο ΚΚΕ όπως κάνουνε όλοι οι κομμουνιστές. Το 1989 πολιτικά είχε απόλυτο δίκιο. Το λάθος του είναι πως δεν έπρεπε να αποχωρήσει απο το ΚΚΕ όσο δύσκολο και αν ήταν. Το πρόβλημα ήταν βαθύτερο βρισκόταν στο Πρόγραμμα του κόμματος στην Εγκληματική θεωρία των πολιτικών μετώπων και σταδίων που είχε μετατρέψει το κόμμα σε κουρελόχαρτο μετά το 12ο Συνέδριο του 1987.... Εκείνες τις τραγικές ώρες έπρεπε να είχε μείνει στο κόμμα. Η Βοήθεια του ήταν πολύτιμη την ώρα που τα οπορτουνιστικά Σκυλιά ορμούσαν να κατασπαράξουν το ΚΚΕ. Είμαι σίγουρος όταν έρθει η ώρα του δοκιμιου 1974 1991 ο σύντροφος μας θα τιμηθεί ανάλογα. ΚΑΠΠΟΣ ΑΘΑΝΑΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  30. Δυο ερωτήσεις στον Ανεπαίσχυντος

    1ο ποια ειναι η Αγγελική Σωτήρη και που γράφει

    2ο μπορώ να το αναδημοσιεύσω

    Αννα Φραγκ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  31. Ηρθε και εδώ να χέσει στο τάφο του σ.ΚΑΠΠΟΥ ο Φαρμακοποιός... Τι άλλο να κάνει το οπορτουνιστικό Σκυλί. 72 χρονών ...άνθρωπος... τον έκανε η Αστική τάξη άλογο. Τρέχει χοροπηδάει και Σκούζει ο Μανιαδάκης. ΑΡΕ ΓΛΕΝΤΙ.... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  32. ααα..τελευταίο Ο Παναγιώτης τι λέει;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σωστά τα ερωτήματα συντρόφισσα. Μη περιμένεις απάντηση. Προσπαθεί να λερώσει τον σύντροφο με τον οπορτουνιστικό βόθρο του ΝΑΡ που είναι συγκοινωνούντα δοχεία. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή
  33. https://www.efsyn.gr/politiki/2803_enas-mensebikos-poy-den-tin-prodose..... Θαυμάτε τον ...μεγάλο ιστορικό εγκέφαλο.... της Αυγής των ...συντακτών. ...ΑΞΙΟΣ..... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  34. @ Αννα Φραγκ

    1. Για ν’ αρχίσουμε από τα βασικά: "στον Ανεπαίσχυντο" κι όχι "στον Ανεπαίσχυντος". Έτσι για να σεβόμαστε την ελληνική γλώσσα.

    2. Η Αγγελική Σωτήρη είναι απ' όσο ξέρω εν ζωή κι είναι γιατρός κι όχι δημοσιογράφος, επομένως δεν πιστεύω να γράφει πουθενά. Υπήρξε στέλεχος της Σπουδάζουσας της ΚΝΕ επί δικτατορίας κι υπεύθυνη μαζί με τον Λάζαρο Σταθάκη του παράνομου τυπογραφείου της Αντι-ΕΦΕΕ, όπου τυπωνόταν η παράνομη "Πανσπουδαστική" και άλλα έντυπα της Αντι-ΕΦΕΕ. Συνελήφθη μαζί με τον Λάζαρο Σταθάκη επί το έργον τον Φεβρουάριο του 1974 και υποβλήθηκε σε αφάνταστα σκληρά βασανιστήρια που τα περιέγραψε μεταδικτατορικά σε ένα από τα πρώτα τεύχη του νόμιμου "Οδηγητή" και στο πρώτο τεύχος της νόμιμης "Πανσπουδαστικής". Ο Κώστας Κάππος την καθοδηγούσε από πλευράς ΚΣ της ΚΝΕ (και ΚΕ του ΚΚΕ). Φωτογραφία της κατά την απόλυσή της από τις φυλακές Κορυδαλλού μετά την πτώση της δικτατορίας θα βρεις εδώ (είναι η 4η στη σειρά από τις 6 φωτογραφίες κι εικονίζεται με υψωμένη τη γροθιά της δίπλα στην Νάντια Βαλαβάνη): https://www.tanea.gr/2014/07/25/politics/oi-teleytaies-wres-sto-keli-kai-oi-prwtes-stin-eleytheria/#id_4. Επίσης κοίταξε οπωσδήποτε και το εξής βίντεο: https://newpost.gr/ellada/572079/binteo-ntokoymento-toy-ap-apo-thn-apeleytherwsh-foithtwn-meta-to-polytexneio, όπου μεταξύ των άλλων εμφανίζεται η Αγγελική Σωτήρη κι ο Κώστας Κάππος.

    3. Η μοναδική αυτή συνέντευξη είχε δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα που αναφέρω εισαγωγικά. Την ιστοσελίδα την κρατούσε ο γιος του Κώστα Κάππου, ο Θανάσης Κάππος, δημοσιογράφος. Δυστυχώς, η ιστοσελίδα αυτή δεν υπάρχει πια. Από εκεί είχα αντιγράψει την συνέντευξη, πριν από δέκα περίπου χρόνια. Φαντάζομαι πως αναδημοσίευση δεν είναι απαγορεύσιμη, εφόσον τηρηθεί η δεοντολογία, δηλ. καμιά αλλοίωση ή περικοπή ή παραχάραξη του κειμένου και ρητή αναφορά στην πηγή προέλευσης που είναι η μη υπάρχουσα πλέον ιστοσελίδα που διατηρούσε ο Θανάσης Κάππος: http://www.kostaskappos.gr/. Ο Θανάσης Κάππος έχει σήμερα δικιά του ιστοσελίδα (http://www.tkappos.gr) και για κάθε ενδεχόμενο θα μπορούσες να τον ρωτήσεις μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος για τα σχετικά.

    Δεν ξέρω αν απεύθυνες σε μένα την ερώτηση, αλλά τι λέει ο λεγόμενος "Παναγιώτης" ουδόλως με ενδιαφέρει και ποσώς με απασχολεί, γιατί όπως έχω γράψει σε παλιότερο σχόλιό μου δεν ασχολούμαι καθόλου μαζί του (πολύ θα το 'θελε, αλλά δεν πρόκειται να του κάνω την χάρη…).

    Α, και κάτι τελευταίο, να μην το ξεχάσω. Δες κι αυτό εδώ: http://sfyrodrepano.blogspot.com/2012/10/blog-post_25.html.

    Καλή συνέχεια!

    Ανεπαίσχυντος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αντιγραφή το έκανα το "όνομα", στην ορθογραφία δεν τα πάω καθόλου καλά.

      Ευχαριστώ ήταν κατατοπιστικά αυτά που μου απάντησες

      Αννα Φραγκ

      Διαγραφή
    2. Οι εργάτες δυσκολεύονται στο διάβασμα
      δικαιολογία θα μου πεις αλλά...

      Αννα Φραγκ

      Διαγραφή
    3. Τι σχέση έχει με τους εργάτες. Πανεπιστήμιο έβγαλε ο Φαρμακοποιός... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή
    4. Δεν ξέρω αν απεύθυνες σε μένα την ερώτηση, αλλά τι λέει ο λεγόμενος "Παναγιώτης" ουδόλως με ενδιαφέρει και ποσώς με απασχολεί, γιατί όπως έχω γράψει σε παλιότερο σχόλιό μου δεν ασχολούμαι καθόλου μαζί του (πολύ θα το 'θελε, αλλά δεν πρόκειται να του κάνω την χάρη…). χαχαχαχαχοχοχοχο..... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή
  35. Ο Κομμουνιστής ΚΑΠΠΟΣ έμεινε πιστός στα ιδανικά μας μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν πρόδωσε ποτέ... Εδινε την βουλευτική σύνταξη στο ΚΚΕ ...δεν την καταχράστηκε ποτέ... Γεννημένος το 1937 ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά με το 1955... με το Οπορτουνιστικό μπάχαλο της ...ΕΔΑ με τα ...σοβιετικά τούβλα... που έλεγε ο σ.ΤΣΕ και στην συνέχεια με το ΚΚΕ μετά το 74... που δεν είχε καταφέρει να απαλλαγεί απο τον Οπορτουνιστικό καρκίνο των πολιτικών μετώπων και σταδίων και παρά όλα αυτά οπορτουνιστής δεν έγινε ποτέ. Οπότε ο χεσμένος Μανιαδάκης έρχεται να πετάξει σκατά στον νεκρό Κομμουνιστή που δεν μπορεί να μιλήσει. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια φαρμακοποιέ τίτλος τιμής τα λόγια σου για εμένα. Είναι πυξίδα. Οχι τέτοιο μαζοχισμό δεν είχα και δεν έχω ποτέ με Αντικομουνιστές απο τον Στάβλο σου. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή
  36. Αχνα δεν βγάζει για τον Αντικομουνιστή Μενσεβίκο Πασαλίδη που ο ...Ιστορικός... ομόσταβλος του τον βαφτίζει ...μπολσεβίκο.... Μιλάμε για νούμερα... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  37. Βαλαβάνη Αντικομουνίστρια προσπάθησε να χτυπήσει το ΚΚΕ το 1989 μαζί με τους Τροτσκιστές που έφτιαξαν το ΝΑΡ. Στην συνέχεια μαζί με αυτούς που υποτίθεται πως διαφωνούσε ανέλαβε υπουργός του σύριζα για να ξεπλύνει τον Καπιταλισμό. Αντικομουνιστής είναι και ο γιός του νεκρού συντρόφου μας. Ολους αυτούς προσπαθεί να ξεπλύνει ο Φαρμακοποιός μαζί και τον ευατό του προσπαθώντας να λερώσει τον νεκρό κομμουνιστή. ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΘΛΙΟΤΗΤΑ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  38. ...ΦΑΡΆΚΟΣ.... Κεντριστής οπορτουνιστής το 1968 παρέμεινε στο ΚΚΕ την στιγμή που δεν μπορέσαμε να αλλάξουμε τον Καρκίνο των ...σταδίων.... το 1989... Δεξιός οπορτουνιστής καραμπινάτος πέρασε με τον Ταξικό εχθρό. Ο Καθένας μπορεί να προεκτείνει στο σήμερα τι θα είχε συμβεί το 2012..... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου