Για μια ακόμα φορά «ο κακός μας ο καιρός» επιστρατεύεται για να εξηγήσει τα απαράδεκτα... Για τις φονικές πλημμύρες έφταιγε το πολύ νερό, για τις καταστροφικές πυρκαγιές άλλοτε η ξηρασία, άλλοτε ο «στρατηγός άνεμος». Τώρα, για τις τραγικές ελλείψεις ρεύματος που αντιμετωπίσαμε την προηγούμενη βδομάδα, φταίει η υπερβολική ζέστη που «έφερε το σύστημα στα όριά του».
Το αφήγημα αυτό για τις έκτακτες συνθήκες είναι κυριολεκτικά διάτρητο. Πρώτα πρώτα, οι ίδιες οι καιρικές συνθήκες δεν ήταν και τόσο ...ιδιαίτερες. Θερμοκρασίες της τάξης των 45 βαθμών Κελσίου, αν και υψηλότατες, δεν είναι πρωτόγνωρες για τα ελληνικά δεδομένα, με την Αττική να έχει καταγράψει στο παρελθόν μέχρι και 48 βαθμούς. Παράλληλα, σωρεία παρεμβάσεων όλο το προηγούμενο διάστημα έκαναν λόγο για μεγάλη πιθανότητα μπλακ άουτ, λόγω της ενεργειακής πολιτικής που ακολουθούσαν όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις.
Το αφήγημα «ξέχασε» επίσης να επισημάνει το εξής: Την ίδια ώρα που οι ζωές χιλιάδων ανθρώπων «παίζονταν στα ζάρια» - μια διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος, μερική ή γενικευμένη, μέσα στον καύσωνα θα ήταν κυριολεκτικά θανατηφόρα για άτομα μεγάλης ηλικίας και με σοβαρά προβλήματα υγείας - οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα είχαν εκτοξευτεί.
Οι χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας είναι διαχρονικά οι υψηλότερες στην Ευρώπη, αλλά στις αρχές της βδομάδας σημείωσαν ρεκόρ, φτάνοντας να είναι σχεδόν τριπλάσιες από τις αντίστοιχες Γαλλίας και Γερμανίας. Οι μεγάλες αυξήσεις στα τιμολόγια της λαϊκής κατανάλωσης το επόμενο διάστημα θα αντικατοπτρίζουν αυτήν την αύξηση. Και, φυσικά, το αφήγημα «ξεχνά» να επισημάνει πως την ίδια ώρα τα κέρδη των ελάχιστων επιχειρηματικών ομίλων του χώρου της Ενέργειας πολλαπλασιάστηκαν.
Στην πραγματικότητα, η ζέστη ήταν μόνο η θρυαλλίδα των εξελίξεων.
Η αλήθεια είναι ότι για τη σημερινή κατάσταση αποκλειστικός υπαίτιος είναι ο ενεργειακός σχεδιασμός των τελευταίων δεκαετιών. Ο ενεργειακός σχεδιασμός της ευρωενωσιακής πολιτικής, της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας, που αντιμετωπίζοντας την Ενέργεια ως εμπόρευμα και τις επενδύσεις γύρω απ' αυτή με κριτήριο το κέρδος, οδήγησε με νομοτελειακό τρόπο στη σημερινή κατάσταση, για την οποία αυτοί που αντιδρούσαν στην «απελευθέρωση» της Ενέργειας είχαν επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι θα συμβεί. Καμία δικαιολογία δεν υπάρχει λοιπόν για τα σημερινά κροκοδείλια δάκρυα...
Τις τελευταίες δεκαετίες όλες οι αστικές κυβερνήσεις, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και κάθε άλλος «παρδαλός» συνδυασμός τους, υλοποιούν κατά γράμμα τον ίδιο ενεργειακό σχεδιασμό. Στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας» προώθησαν την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου, διαμόρφωσαν την Ενέργεια ως νέο πεδίο επενδύσεων, προωθούν χρυσοφόρες επενδύσεις σε «καινοτόμες πράσινες λύσεις», υλοποιώντας απαρέγκλιτα τις κατευθύνσεις της ΕΕ για την Ενέργεια, από τις ρήτρες CO2 μέχρι, πιο πρόσφατα, τους σχεδιασμούς του Ταμείου Ανάκαμψης.
Μάλιστα, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχουν φτάσει στο σημείο να διαγκωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα υλοποιήσει τους σχεδιασμούς αυτούς με μεγαλύτερη ταχύτητα. Ποιος θα προχωρήσει στην ταχύτερη υλοποίηση των σχετικών επενδύσεων, ποιος θα διακόψει ταχύτερα την υφιστάμενη παραγωγή από λιγνίτη προκειμένου να βρουν επενδυτικό χώρο οι ΑΠΕ, που φέρνουν πολλαπλάσιο κέρδος για το μεγάλο κεφάλαιο.
Η σημερινή κατάσταση πλέον «φωνάζει». Ηρθε η ώρα να κάνουμε «ταμείο». Να αναλογιστούμε τις επιπτώσεις αυτού του σχεδιασμού και γενικότερα της ανάπτυξης με κριτήριο το κέρδος, τόσο στην επάρκεια ηλεκτρικού ρεύματος όσο και στην ενεργειακή φτώχεια που μαστίζει τα λαϊκά στρώματα, είτε ως έλλειψη Ενέργειας είτε ως διάθεση ενός δυσανάλογα μεγάλου τμήματος του εισοδήματός τους για την κάλυψη των στοιχειωδών ενεργειακών αναγκών.
Ο ενεργειακός σχεδιασμός της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας της ΕΕ, του κεφαλαίου, των κυβερνήσεων της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και των υπολοίπων, έχει απόλυτη και ακέραιη την ευθύνη για τη σημερινή θλιβερή και επικίνδυνη εικόνα. Ορισμένα αποκαλυπτικά στοιχεία:
- Η «απελευθέρωση» της Ενέργειας προχώρησε με την αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, είτε με τις λεγόμενες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (κυρίως ανεμογεννήτριες και δευτερευόντως φωτοβολταϊκά) είτε με τη χρήση εισαγόμενου φυσικού αερίου ως καυσίμου για την ηλεκτροπαραγωγή. Η ανάγκη περιορισμού των εκπομπών CO2 «φωτογραφήθηκε» ως η αιτία των επιλογών αυτών.
Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Ο ενεργειακός σχεδιασμός της «απελευθέρωσης» στοχεύει στη διασφάλιση ικανοποιητικού ποσοστού κέρδους για τις σχετικές επενδύσεις. Οι ΑΠΕ οδηγούν σε αυξημένα κέρδη τόσο για τους ιδιώτες επενδυτές στην Ενέργεια όσο και για τους κατασκευαστές των πανάκριβων εισαγόμενων μηχανημάτων ΑΠΕ, με το σχετικό προβάδισμα της Γερμανίας και της Βόρειας Ευρώπης στις ανεμογεννήτριες έναντι της Κίνας στα φωτοβολταϊκά να εξηγεί γιατί στην Ελλάδα έχουν τη μερίδα του λέοντος οι πρώτες.
Αλλωστε, μόνο με αυτό το κριτήριο εξηγείται γιατί δεν προκρίθηκαν άλλες ενεργειακές επιλογές, ανάλογες αναφορικά με τη μείωση των εκπομπών CO2 αλλά με μικρότερες δυνατότητες κερδοφορίας για τις μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η ενεργειακή αναβάθμιση των λιγνιτικών σταθμών, η κατασκευή νέων μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων, τα οποία η ΕΕ δεν κατατάσσει στις ΑΠΕ, η ενεργειακά πολύ ανώτερη θερμική χρήση του φυσικού αερίου.
Οι ΑΠΕ, όμως, εκτός από τετραπλάσιο κόστος παραγωγής Ενέργειας σε σχέση με τη λιγνιτική παραγωγή, οδηγούν και σε μεγάλη αστάθεια στο δίκτυο. Οι ανεμογεννήτριες δεν παράγουν όταν δεν φυσάει, τα δε φωτοβολταϊκά δεν παράγουν το βράδυ και παράγουν λιγότερο όταν κάνει πολλή ζέστη.
Ετσι, ο ενεργειακός σχεδιασμός με τις πανάκριβες ΑΠΕ σε κάθε σημείο της υπαίθρου όχι μόνο πολλαπλασιάζει το κόστος για τα λαϊκά νοικοκυριά και την ενεργειακή φτώχεια, όχι μόνο καταστρέφει το περιβάλλον και τα βουνά για να εγκατασταθούν, αλλά οδηγεί και σε φαινόμενα έλλειψης παραγωγικής ικανότητας σε συνθήκες καύσωνα.
Το κλείσιμο των λιγνιτικών εργοστασίων - που είχαν τη δυνατότητα μιας σχεδόν σταθερής παραγωγής - στερεί τη δυνατότητα παροχής ηλεκτρικής ενέργειας σε τέτοιες συνθήκες. Το ίδιο και η έλλειψη επενδύσεων σε μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα, που επίσης θα μπορούσαν να παρέχουν σταθερή Ενέργεια.
- Η ιδιωτική λειτουργία του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ο διαχωρισμός μεταφοράς, παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και η λειτουργία του με κριτήριο το κέρδος και το κόστος είναι η υποκείμενη αιτία της πλημμελούς συντήρησης, των συνεχών φαινομένων πυρκαγιάς λόγω βραχυκυκλωμάτων, της κατάρρευσης τμημάτων του δικτύου.
Παράλληλα, το τεράστιο κόστος των χιλιάδων χιλιομέτρων δικτύου για την υποστήριξη των ΑΠΕ σε ολόκληρη την ύπαιθρο μετακυλίεται επίσης στους λαϊκούς καταναλωτές. Οι μόνιμες διακοπές, τον χειμώνα «λόγω χιονιά» και το καλοκαίρι «λόγω ζέστης», έχουν ως κοινό παρονομαστή τη λειτουργία και τη συντήρηση του ηλεκτρικού δικτύου με κριτήριο το κόστος.
- Η ευρωπαϊκή ηλεκτρική διασύνδεση στο πλαίσιο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι μία ακόμα πλευρά του προβλήματος. Το ελληνικό δίκτυο βασίζεται για το καλοκαίρι σε αθρόες πανάκριβες εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας και έτσι, εκτός από τον πολλαπλασιασμό του κόστους, περιορίζεται σημαντικά από την αντίστοιχη διαθέσιμη Ενέργεια από τις γειτονικές χώρες.
Η αξιοποίηση του εισαγόμενου φυσικού αερίου ως στρατηγικού καυσίμου επίσης πολλαπλασιάζει το πρόβλημα. Η σταθερότητα των εισαγωγών είναι υπό αίρεση, ειδικά σε περίοδο κρίσης, όπως και η τιμολόγησή του. Πέραν αυτού, η «απελευθερωμένη» αγορά ηλεκτρικής ενέργειας επιτρέπει στους παραγωγούς με φυσικό αέριο να καταγράφουν τεράστια κέρδη σε περιόδους μειωμένης διαθεσιμότητας Ενέργειας.
- Επιπλέον, το κεφάλαιο στο κυνήγι για μεγιστοποίηση του κέρδους του δεν έχει όρια. Δεν πρόκειται απλά για μια θεωρητική διαπίστωση. Αρκεί να δει κανείς τις συνεχείς νομοθετικές ρυθμίσεις όλων των κυβερνήσεων, της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και των προηγούμενων, που κάθε φορά έρχονται να διευκολύνουν ακόμα περισσότερο την προώθηση των επενδύσεων της «απελευθερωμένης» Ενέργειας, άλλοτε με αθρόες επιδοτήσεις, άλλοτε με χωροταξικές διευκολύνσεις, όπως δυνατότητα εγκατάστασης ΑΠΕ σχεδόν οπουδήποτε, κ.λπ.
Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα είναι το σχέδιο της ΝΔ για ταχύτατη απολιγνιτοποίηση, με χρονοδιάγραμμα «σκληρότερο» και από όσα επιβάλλει η ΕΕ. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Ελλάδα προχωρά πιο γρήγορα στο κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών ακόμα και από την ίδια τη Γερμανία, το «γκεσέμι» της «πράσινης ανάπτυξης». Για το κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών, μάλιστα, ο διαχειριστής του δικτύου έχει στην ουσία αρνητική άποψη.
Αλλο παράδειγμα είναι η πρόσφατη ψήφιση νομοθετικής ρύθμισης που επιτρέπει τις επενδύσεις ΑΠΕ ακόμα και σε περιπτώσεις που η σχετική ρυθμιστική αρχή έχει αρνητική γνωμοδότηση, επειδή θεωρεί το δίκτυο κορεσμένο. Η αλήθεια είναι ότι η αστική πολιτική σχεδιάζει ακόμα μεγαλύτερη επέκταση των ΑΠΕ, σε βουνά, βραχονησίδες και ιστορικούς τόπους, αδιαφορώντας για την περιβαλλοντική καταστροφή, αλλά και για την καταστροφή της πολιτισμικής κληρονομιάς και της ιστορικής μνήμης.
Τα λίγα αυτά στοιχεία λοιπόν αναδεικνύουν την πραγματικότητα. Η ενεργειακή φτώχεια, τα πανάκριβα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας και η παντελής αδυναμία ανταπόκρισης στην αναμενόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι τυχαία αποτελέσματα μιας αρνητικής συγκυρίας.
Είναι απότοκα του ενεργειακού σχεδιασμού με κριτήριο το κέρδος, αντανακλούν τις συνέπειες της πολιτικής για την «πράσινη μετάβαση», που τώρα με την «πράσινη κοινωνική συμφωνία», ειδικά μετά την εκλογή Μπάιντεν στις ΗΠΑ, αποκτά παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Η αντιδραστική ενεργειακή πολιτική έχει ονοματεπώνυμο. Είναι, τελικά, η κυρίαρχη επιλογή της καπιταλιστικής ανάπτυξης σήμερα.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης να διαχειριστεί την κατάσταση με την καταφυγή στην ατομική ευθύνη πρέπει επίσης να αποτιμηθεί διπλά.
Αφενός πρόκειται για τη γνωστή τακτική που επιρρίπτει τις κρατικές ευθύνες, τις ευθύνες της πολιτείας, στον κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά. Την ίδια ώρα μάλιστα που η κυβέρνηση ζητά απ' τον κάθε λαϊκό άνθρωπο στο καμίνι της Αθήνας να περιορίσει τη χρήση των κλιματιστικών, απειλώντας τον ακόμα και με διακοπή, οι ενεργοβόρες βιομηχανίες δουλεύουν στο φουλ και τα υπερπολυτελή τουριστικά καταλύματα καταναλώνουν τεράστια ισχύ, χωρίς να γίνεται καν συζήτηση να περιορίσουν την κατανάλωσή τους.
Αφετέρου, ο περιορισμός της κατανάλωσης - για τον λαό - είναι κεντρικό χαρακτηριστικό της «πράσινης οικονομίας». Οι εργαζόμενοι καλούνται να καταναλώνουν εμπορεύματα που, επειδή είναι «πράσινα», είναι πολύ ακριβότερα και άρα θα τα καταναλώνουν σε μικρότερη ποσότητα, είτε πρόκειται για Ενέργεια είτε για μετακινήσεις, ενώ πολύ σύντομα η «πράσινη» οικονομία θα επεκταθεί και σε άλλα - σχεδόν σε όλα - είδη λαϊκής κατανάλωσης.
Τα συμπεράσματα λοιπόν είναι απλά. Ο καπιταλισμός θυσιάζει το δικαίωμα του λαού στην Ενέργεια στον βωμό του κέρδους των επενδυτικών ομίλων. Η αδυναμία του καπιταλισμού να αντιμετωπίσει ακόμα και απλά ζητήματα γίνεται όλο και πιο εμφανής. Η «πράσινη ανάπτυξη» δεν είναι απάντηση στα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων, είναι εξίσου αντιδραστική με την ανάπτυξη των προηγούμενων δεκαετιών.
Στον αντίποδα όλων των αντιδραστικών λύσεων που προκρίνει ο καπιταλισμός βρίσκεται ο σοσιαλισμός. Ο ενεργειακός σχεδιασμός του σοσιαλισμού, καταργώντας την καπιταλιστική ιδιοκτησία και το καπιταλιστικό κέρδος ως κριτήριο, μπορεί να διασφαλίσει την ικανοποίηση των συνδυασμένων λαϊκών αναγκών, μεταξύ άλλων για φθηνή και επαρκή Ενέργεια, αξιοποίηση όλων των εγχώριων πηγών Ενέργειας, αξιοπρεπείς σχέσεις εργασίας.
Το ΚΚΕ σήμερα πρωτοστατεί στον αγώνα για να μη μείνει κανένα λαϊκό σπίτι χωρίς ρεύμα, για να καταργηθούν τα κάθε λογής «πράσινα» τέλη και να διασφαλιστεί η φθηνή και επαρκής Ενέργεια για τον λαό. Αντιμάχεται ολοκληρωμένα την πολιτική της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας, φωτίζοντας τελικά ότι πραγματική αιτία όλων αυτών των προβλημάτων του λαού είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός και ότι η ανάγκη των καιρών δεν είναι άλλη από την ολόπλευρη οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική προετοιμασία για την ανατροπή του.
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
*Ο Γρ. Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ
Κουβέντες καθαρές και ξάστερες απο την πρόταση εξουσίας του ΚΚΕ απαλλαγμένου απο κάθε μεταβατικό σταδιακό Σκουπίδι που μας έφερε μπροστά στην καταστροφή το 1991... με επικεφαλής τον ΑΘΛΙΟ ...ΦΑΡΑΚΟ... Η Καπιταλισμό θα έχεις η Σοσιαλισμό με κοινωνικοποιημένα τα μέσα παραγωγής χωρίς καπιταλιστικό κέρδος με δικτατορία του προλεταριάτου. ΟΥΤΕ ΒΗΜΑ ΠΙΣΩ. ΤΙΜΗΜΕΝΟ ΚΚΕ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή