Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Η μπάλα βρωμάει από το… κεφάλι

 
Το άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύθηκε στον «Ημεροδρόμο» στις 12 Μαρτίου 2018. Μετά τα όσα έχουν συμβεί τις τελευταίες μέρες, με τη συμμετοχή Ελλήνων ναζί στη δολοφονία στη Νέα Φιλαδέλφεια, καθώς και με το πανό στο «Καραϊσκάκη», το αναδημοσιεύουμε. Δυστυχώς χωρίς να μας επιτρέπεται να αλλάξουμε ούτε ένα σημείο στίξης. 

Παρατήρηση 1η: Όταν παίζει ο Ολυμπιακός με τον Παναθηναϊκό, η ΑΕΚ με τον ΠΑΟΚ, ο Παναθηναϊκός με την ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ με τον Ολυμπιακό, αυτό είναι ποδόσφαιρο. Όταν, όμως, παίζει ο Μαρινάκης με τον Μελισσανίδη, ο Μελισσανίδης με τον Σαββίδη, ο Σαββίδης με τον Μαρινάκη και ο Μαρινάκης με τον Αλαφούζο, αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο. Αυτό είναι άλλου τύπου παιχνίδι…

    Παρατήρηση 2η: Εδώ και 40 χρόνια επαγγελματικού ποδοσφαίρου, η πολιτική που ακολουθείται (και) στο ποδόσφαιρο «παράγει» διάφορα «διαμάντια»: «Χοντρούς» και «Περίεργους», «Αγαπούλες» και «μπάρμπα-Θωμάδες», «Ρίνγκο» και «Κοκαλιάρηδες», «Τίγρεις» και «Κάου-μπέους». Δεν πρόκειται για ονόματα μαφιόζικων συμμοριών στο Σικάγο. Είναι τα προσωνύμια και τα χαριτωμένα παρατσούκλια ευυπόληπτων παραγόντων που κατά καιρούς διοικούν και ελέγχουν το ελληνικό ποδόσφαιρο…

    Τι τρέχει λοιπόν; Τι είδους παιχνίδι είναι αυτό που παρακολουθούμε με τους μεν να κατηγορούν τους δε ως «νονούς» και εγκεφάλους «εγκληματικών συμμοριών»; Τι σόι ματς είναι αυτό όταν κυβέρνηση και αντιπολίτευση μοιάζουν να στοιχίζονται πίσω τους και να τσακώνονται για τα «μάτια» τους στη Βουλή, ανταλλάσοντας μύδρους μεταξύ τους ότι η μια εξυπηρετεί τον τάδε εφοπλιστή-ποδοσφαιροπαράγοντα και η άλλη τον δείνα ολιγάρχη-ποδοσφαιροπαράγοντα;

    Τι είδους παιχνίδι είναι αυτό που, πίσω από τη βιτρίνα του ποδοσφαίρου, το παρασκήνιο μιλάει για ένα κλωτσοσκούφι εξουσίας που περιλαμβάνει από  εξυπηρετήσεις, διευκολύνσεις και αρπαγή χρυσοφόρων δημόσιων οργανισμών μέχρι κρατικό χρήμα, μιντιακά συγκροτήματα και «προσυμφωνημένες αποκρατικοποιήσεις»;

    Όλα αυτά συνιστούν τις πολλές όψεις της αθλιότητας, της εξαχρείωσης, της ατομικής και οπαδικής αλλοτρίωσης, της μπίζνας που ονομάζεται «επαγγελματικό ποδόσφαιρο». Και που δεν θα μπορούσε παρά να παίζεται -μέσα και έξω από τα γήπεδα- σύμφωνα με τους κανόνες, τα ήθη και τις μεθόδους που αρμόζουν σε ένα σύστημα που αφού έχει ως ευαγγέλιο τον «ανταγωνισμό» δεν μπορεί παρά όποιος θέλει να πάρει τη θέση του «Θεού» στο Κολοσσαίο να ποζάρει σαν ο «καπετάν γαμάω».

    Αυτό το καθεστώς, που στα γήπεδά του παίζεται το επαγγελματικό ποδόσφαιρο των Ανωνύμων Εταιρειών με τα τρανταχτά επώνυμα των VΙΡ και των μεγαλομετόχων, δεν είναι παρά η κοινωνία που ελέγχεται από τους κατά καιρούς ανταγωνιζόμενους πετρελαιάδες-προέδρους. Τους αντιπαρατιθέμενους τραπεζίτες-προέδρους. Τους «εμπόλεμους» εφοπλιστές-προέδρους. Τους βιομηχάνους-προέδρους. Τους μιντιάδες-προέδρους. Ενίοτε από την παρέα δεν λείπουν και οι πρόεδροι-θαμώνες του Κορυδαλλού…

    Το ποδόσφαιρο – ειδικά σε μια χώρα όπου η σαπίλα ξεπερνάει τη σαπίλα της Δανιμαρκίας – δεν θα μπορούσε παρά να επιλέγεται ως προνομιούχος αρένα για τα σαρκοφάγα και τα πιράνχας του συστήματος, που μαζί με τα πετρέλαια, τα λιμάνια, τους δρόμους, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια, τα μίντια, ελέγχουν και το ποδόσφαιρο.

    Το πρώτο θύμα τούτης της αδυσώπητης αρένας συμφερόντων και ανταγωνισμών είναι η ίδια η μπάλα. Πράγμα απολύτως λογικό, αφ’ ης στιγμής δικό τους είναι το σάπιο αυτό «εμπόρευμα» που παράγεται μέσα και έξω από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Σάρκα από τη σάρκα τους. Γέννημα κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των «αφεντικών» του. Αυτού του ποδοσφαίρου που βρωμάει (και βρωμάει όπως ακριβώς το ψάρι: από το κεφάλι) η «βιτρίνα» κάθε τρεις και λίγο θρυμματίζεται. Αποκαλύπτοντας το θέαμα της χρεοκοπίας -ποιων άλλων;- των «αφεντικών» του.

     Η κατάσταση στο εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί όπως περίπου όλα τα πράγματα στην ελληνική κοινωνία: Οι «ισχυροί» και οι «ξύπνιοι» του χρήματος άλωσαν το ποδόσφαιρο, αυτόν τον εξαιρετικά προνομιακό χώρο για τη φιλοτέχνηση του προφίλ τους και την προώθηση της κάθε λογής επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Σ’ αυτό το «παιχνίδι» εξουσίας, κοινωνικής καταξίωσης και επιχειρηματικής διείσδυσης τυγχάνουν εφαρμογής όλοι οι κανόνες της αγοράς και βρίσκουν θέση όλα τα αγοραία μπουμπούκια του συστήματος: επιφανείς λεφτάδες, μαριονέτες, τύποι του υποκόσμου…

    Βασικό μέλημα των παραπάνω «παραγόντων» είναι, με εφόδιο τη «θρησκεία» της μπάλας, να εισβάλουν στη συνείδηση της εξέδρας, σαν «θεοί» της εκάστοτε ΠΑΕ και μέσω αυτής να ασκήσουν κοινωνική-πολιτική πίεση. Για το χτίσιμο του βασιλείου τους, στην αρχή έχουν ανάγκη από τους «πιστούς οπαδούς» της ομάδας, που με κατάλληλες κινήσεις τους μετατρέπουν σε «ιδιωτικούς στρατούς».

   Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι «ειδικά τάγματα» αυτού του «ιδιωτικού στρατού» δεν χρησιμοποιούνται για «ειδικές αποστολές» έρχεται ενίοτε η στιγμή που λειτουργούν ανεξάρτητα από τη θέληση του «προέδρου – αφεντικού», δημιουργώντας του πρόβλημα. Αλλά ακόμα και τότε, ο εκάστοτε κύριος πρόεδρος, όταν δεν τους προστατεύει («αυτούς τους φιλάθλους έχουμε, δεν θα τους αλλάξουμε» έλεγε παλιότερα ο Κόκκαλης για διάφορα τυπάκια που διασύρουν την ιστορία του Ολυμπιακού), το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να πετάξει από πάνω του το στίγμα του δόκτορα Φρανκενστάιν.

    Όση υποκρισία όμως και αν διακινηθεί από τις ΠΑΕ ή τις κυβερνήσεις, είναι πανθομολογούμενο: το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι πια το βασίλειο των Φρανκενστάιν. Σάπιο και αδιόρθωτο, ανεξάρτητα από τις διακηρυγμένες «καλές προθέσεις» όσων θέλουν ή λένε ότι θέλουν να το «εξυγιάνουν».

    Μιλούν για «αθλητισμό και πολιτισμό». Μια εικόνα της πορείας που έχει πάρει το ποδόσφαιρο στα χέρια τους είναι τούτη: Παλιά οι μανάδες έστελναν τα παιδιά τους στον αθλητισμό για να τα προφυλάξουν από τις «κακές συνήθειες» και τις «κακές παρέες», για να «μην μπλέξουν». Αλλά στο ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο κάποια στιγμή έφτασαν να ελέγχουν τις τύχες ομάδων άτομα που κατηγορούν ο ένας τον άλλον πως η θέση του είναι στη φυλακή, που ένας αποκαλεί τον άλλον «ναρκέμπορα» και άλλος τον πρώτο «λαθρέμπορα»…

    Στο ποδόσφαιρο-εμπόριο φιγουράρουν τύποι που μόνο και να τους κοιτάξεις… λερώνεσαι. Στα τραπέζια παρά τω πλευρώ του εκάστοτε υπουργού Αθλητισμού και μάλιστα στις συνεδριάσεις για την αντιμετώπιση της βίας στα γήπεδα, φτάσαμε να βλέπουμε να συμμετέχουν ακόμα και παράγοντες που (όταν δεν εισβάλουν στα γήπεδα ή δεν παίζουν ξύλο με άλλες «φίρμες» του δημόσιου βίου στις πλατείες και τους δρόμους του Κολωνακίου) γδύνουν διαιτητές και μετατρέπουν συνεδριάσεις της ΕΠΑΕ σε ρινγκ όπου πλακώνονταν με άλλους ποδοσφαιροπαράγοντες. Πόσοι τέτοιοι δεν πέρασαν στα 40 χρόνια επαγγελματικού ποδοσφαίρου από τα πόστα του ποδοσφαιρικού βασιλείου και πόσοι απ’ αυτούς δεν είχαν αναλάβει να «διορθώσουν» την κατάσταση στο χώρο του ποδοσφαίρου;

    Ναι, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Όλοι αυτοί που αλληλοκατηγορούνται για φαινόμενα ανυποληψίας, ίντριγκας, παρανομίας, ατιμίας και βίας μέσα και έξω από τα γήπεδα, αποφεύγουν πάντα να μιλούν για την πολύμορφη βία στην οποία πρωταγωνιστούν οι ίδιοι. Μια βία ποιοτικά «ανώτερη» από της εξέδρας, μια βία που λειτουργεί (συνειδητά ή ασυνείδητα) σαν «πρότυπο» για τους αφιονισμένους.

    Ιδού μερικά τέτοια «πρότυπα» (σσ: πολύ πριν ο Σαββίδης μπουκάρει στον αγωνιστικό χώρο με το περίστροφο περασμένο στο ζωνάρι του): 

– Πιστολιές μέσα στο χώρο των VIP στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, όταν θεωρήθηκε ότι ο πρόεδρος της ΕΠΑΕ Β. Μητρόπουλος αδικούσε την ΑΕΚ…

– Προεδρεύων του Παναθηναϊκού να συμμετέχει στον ξυλοδαρμό διαιτητή στο γήπεδο της Λ.Αλεξάνδρας επειδή στα τελευταία λεπτά του αγώνα έδωσε πέναλτι υπέρ του Ολυμπιακού…

– «Ηρωικές έφοδοι» προέδρου κατά του επόπτη στο ματς Παναθηναϊκός-Εθνικός, με το φακό να αποθανατίζει το κουμπούρι περασμένο στη ζώνη του παντελονιού του…

– «Παράγοντες» που μπαίνουν στα γήπεδα, ξυλοφορτώνουν καμέραμαν και ανοίγουν τις πόρτες για να εισβάλουν μαινόμενοι οπαδοί, όπως τα σχετικά «ανδραγαθήματα» του Σαλιαρέλη στο στάδιο Καραϊσκάκη, στον αγώνα Ολυμπιακός-Αθηναϊκός…

    Σ’ αυτό το επαγγελματικό ποδόσφαιρο άνθρωποι δολοφονούνται από κροτίδες στις κερκίδες ή από μαχαίρια στους δρόμους, χουλιγκάνοι στήνουν καρτέρια με σουγιάδες και λοστάρια στα σοκάκια, δημοσιογράφοι μαχαιρώνονταν (Συρίγος, Στέλλας) και άλλοι δέχονται «περιποιήσεις» από φουσκωτούς, σ’ αυτό το επαγγελματικό ποδόσφαιρο γίνονταν υφυπουργοί άτομα σαν εκείνον που τον έμαθε το πανελλήνιο βλέποντάς τον να κυνηγάει τον διαιτητή στο γήπεδο της Καβάλας, εδώ είναι που η «παράγκα» μετατρέπεται σε παρθεναγωγείο όταν μεθοδεύονται οι χαριστικές ρυθμίσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων προς τις ΠΑΕ από εκείνους που με την ίδια ευκολία ξεπαστρεύουν λόγω «χρεών» την περιουσία του λαού, από ΟΠΑΠ μέχρι αυτοκινητόδρομους και από ξενοδοχεία μέχρι λιμάνια και βιομηχανίες…

    Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο απ’ όσα μπορεί να μνημονεύσει κανείς προς όσους αναζητούν το άλλοθι να πέφτουν από τα σύννεφα με τα όσα συμβαίνουν σήμερα εντός και πέριξ του ποδοσφαίρου. Η ποδοσφαιρική «παραγκούπολη» (που όλο… ξηλώνεται)  δεν προέκυψε από παρθενογένεση. Είναι το νομιμοποιημένο αυθαίρετο της κυρίαρχης πολιτικής. Είναι το μήλον της έριδος μεταξύ χαλίφηδων και επίδοξων χαλίφηδων που έχουν μεταφέρει στο ποδόσφαιρο το σπορ της αρπαχτής, της διαφθοράς, της διαπλοκής, του γκαγκστερικού ανταγωνισμού.

    Και πώς μπαίνει τέλος σ’ αυτή την τερατογένεση; Με έναν και μόνο τρόπο: Με την έξωση από το ποδόσφαιρο όλων αυτών των εμπόρων που το καπηλεύονται. Με την απαγόρευση κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας στο ποδόσφαιρο και στον αθλητισμό γενικότερα.

    Μα αυτό δεν είναι «ρεαλιστικό», αντιτείνουν πολλοί. Απαντάμε: Να παλεύει κανείς για την έξωση όλων αυτών από το ποδόσφαιρο (και από τη ζωή μας) είναι απείρως ρεαλιστικότερο από το να πιστεύει κανείς ότι το ποδόσφαιρο (και η ζωή μας) θα «εξυγιανθεί» όσο αυτοί και η πολιτική που τους θρέφει θα συνεχίσουν να ελέγχουν το ποδόσφαιρο (και τη ζωή μας). 

ΝΙΚΟΣ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

2 σχόλια:

  1. Σκοτώνει ο καπιταλισμός, όχι ο αθλητισμός. Όσο θα γουστάρετε να είστε οπαδοί ανωνύμων εταιριών, αυτά θα γίνονται.
    Leonidas Plakoutsis

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. το σκουπίδι ήταν ο Βασίλης (λέμε ήταν γιατί δολοφονήθηκε από άλλα σκουπίδια).
    Ο Βασίλης (a.k.a "ταρίφας") ήταν μπράβος επίσης νεκρών μαφιόζων, που ασχολούνταν με το λαθρεμπόριο καυσίμων ως κύρια ασχολία και την εκτέλεση συμβολαίων θανάτου, ως δευτερεύουσα.
    Ο Βασίλης είχε καταδικαστεί για τη δολοφονία του οπαδού του Παναθηναϊκού Φιλόπουλου, καθώς και για απόπειρα ανθρωποκτονίας ενός πρατηριούχου υγρών καυσίμων.
    Ο Βασίλης όσο ήταν εν ζωή και παρόλο που είχε ποινικό μητρώο είχε προσληφθεί ως υπάλληλος Δήμου, (προφανώς για ξεκάρφωμα) όπου Δήμαρχος είναι ο γιος ενός πρώην ΠΑΣΟΚου υπουργού (παντού αυτά τα λαμόγια ρε γτπ), προστατεύομενος του Εθνικού κατά συρροήν αθώου επιχειρηματία.
    Το σκουπίδι αυτό, το θυμήθηκαν κάτι άλλα σκουπίδια χθες, στον αγώνα του Ολυμπιακού με τη Γκενγκ και μάλιστα για δεύτερη φορά, καθώς είχε προηγηθεί ανάρτηση πανό στο ΣΕΦ σε αγώνα μπάσκετ.
    Αυτό που ξέχασαν τα σκουπίδια χθες, ήταν πως ο "ταρίφας", οδηγούσε θωρακισμένη Merce που ανήκε στο πρόεδρο του "αιωνίου" αντιπάλου, γνωστού και ως "γκόμενα της Τζένης", δηλαδή της ομάδας του οπαδού της οποίας συμμετείχε στη δολοφονία ο "ταρίφας".
    Το δε μερσεντόνι το κονομησε μέσω ενός προέδρου, μικρής ομάδας, που το μόνο παιχνίδι που δεν έχει στήσει είναι τα "μήλα" που έπαιζε μικρός.
    "Περιέργως" η δίκη για τη δολοφονία Φιλοπουλου δεν έχει τελεσιδικήσει ακόμα (16 χρόνια μετά δηλαδή),ενω ο "ταρίφας" δεν είχε κριθεί προφυλακιστέος (τυχαίο μάλλον).
    Ανάλογα περιστατικά με σκουπίδια να υπερασπίζονται σκουπίδια, έχουν συμβεί λίγο πολύ σε όλες τις οπαδικές σκουπιδοπαρέες που λειτουργούν εντός και εκτός γηπέδων ως μπράβοι επιχειρηματικών συμφερόντων.
    Η σαπίλα του βόθρου που λέγεται καπιταλισμός ξεχειλίζει πλέον φανερά από κάθε πόρο που συμμετέχει, εκμεταλλεύεται και ορίζει το πλέγμα μπράβων, νονών, επιχειρηματιών, αστικού πολιτικού προσωπικού και θεσμών που παρακολουθούσαν διακριτικά ναζί μαχαιροβγάλτες να κόβουν βόλτες από το σταθμό του Περισσού μέχρι τη Φιλαδέλφεια.
    Στο σοσιαλισμό δεν θα έχει πολλά πολλά
    Οι εργάτες με τους εργάτες και τα σκουπίδια στα σκουπίδια...
    Jack Ross

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου