Η δεύτερη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη: «διενέργειας κατασκοπείας κατά των συμφερόντων του κράτους»
15/2/1952 Με το «στοιχείο» των ασυρμάτων που στις 14/11/1951 ανακαλύφθηκαν από την Ασφάλεια στη βίλα «Αύρα», αρχίζει στις 15 Φλεβάρη 1952 η δεύτερη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη και ακόμα 28 κομμουνιστών, με την κατηγορία της «διενέργειας κατασκοπείας κατά των συμφερόντων του κράτους» (πρόκειται για το Μεταξικό νόμο 375/1936).
Με αφορμή την «υπόθεση Μπελογιάννη»
Στα τέλη του 2016 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Ετσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα - Πλήρη πρακτικά και ιστορικό των δικών Μπελογιάννη - Τα σήματα Βαβούδη». Την έρευνα για την ανεύρεση των πρακτικών έκανε ο Γρηγόρης Σακελλαρόπουλος και την επιμέλεια ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος.
Πρόκειται για τα γνωστά σε πολλούς ιστορικά γεγονότα που αφορούν:
- Τη σύλληψη του Νίκου Μπελογιάννη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ, καθώς και 10άδων άλλων μελών και στελεχών του ΚΚΕ, που πιάστηκαν το Δεκέμβρη του 1950 και τον Οκτώβρη του 1951 παραπέμφθηκαν στο Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών με βάση τον Αναγκαστικό Νόμο 509/1947.
- Τη δεύτερη δίκη Μπελογιάννη και 28 ακόμα κομμουνιστών και κομμουνιστριών, που δικάστηκαν από το Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών, στις 15 Φλεβάρη έως την 1 Μάρτη 1952, με βάση τον Αναγκαστικό Νόμο 375/1936 «περί κατασκοπείας».
- Την ανακάλυψη των ασυρμάτων του ΚΚΕ που βρίσκονταν στις κρύπτες της βίλας ΑΥΡΑ (Γλυφάδα) και της οδού Λυκούργου 39 (Καλλιθέα). Εκεί κατοικούσαν, αντίστοιχα, οι οικογένειες των στελεχών του Κόμματος Ηλία Αργυριάδη και Νίκου Καλούμενου. Την ευθύνη της λειτουργίας των ασυρμάτων είχε το επίσης προπολεμικό στέλεχος του ΚΚΕ Νίκος Βαβούδης. Ο Βαβούδης αυτοκτόνησε στην κρύπτη της Καλλιθέας, για να μη συλληφθεί από τις διωκτικές αρχές, που την είχαν ζώσει και τον καλούσαν να παραδοθεί.
Η διεθνής κατακραυγή για τις θανατικές καταδίκες, που έφτασε έως τη Σύνοδο του ΟΗΕ, αρχικά δυσκόλεψε τις εκτελέσεις, ενώ υπήρχε και η δέσμευση του πρωθυπουργού Ν. Πλαστήρα για κατάργηση των έκτακτων στρατοδικείων και την παραπομπή των κατηγορουμένων ως παραβατών του ΑΝ 509 στο Πενταμελές Εφετείο. Ετσι, με την ανακάλυψη των ασυρμάτων μεθοδεύτηκε η δεύτερη δίκη, για την οποία η Κρατική Ασφάλεια και η κυβέρνηση Πλαστήρα χάλκευσαν εναντίον του ΚΚΕ τη συκοφαντική κατηγορία «περί κατασκοπείας». Σε αυτήν τη δίκη καταδικάστηκαν σε θάνατο 8 (Νίκος Μπελογιάννης, Ηλίας Αργυριάδης, Νίκος Καλούμενος, Δημήτρης Μπάτσης, Ελλη Ιωαννίδου, Τάκης Λαζαρίδης, Μιλτιάδης Μπισμπιάνος, Χαράλαμπος Τουλιάτος). Οι 4 πρώτοι εκτελέστηκαν στου Γουδή, στις 30 Μάρτη 1952, ενώ στους άλλους 4 δόθηκε χάρη και η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια δεσμά.
Από τα Πρακτικά των δύο δικών, που παρατίθενται στο βιβλίο, βγαίνουν πολύ χρήσιμα επίκαιρα συμπεράσματα. Τα κυριότερα είναι η πάλη του ΚΚΕ μέσα σε συνθήκες υποχώρησης του κινήματος στην Ελλάδα μετά την ήττα του ΔΣΕ, καθώς και ποιες ήταν οι επιδράσεις στις γραμμές του από αυτήν την υποχώρηση, που το ΚΚΕ ήταν επίσης υποχρεωμένο να τις αντιμετωπίσει.
Ομως, ορισμένα από τα σημεία που περιέχονται στα ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ του βιβλίου, κατά βάση στο κείμενο με τον τίτλο «Ο Νίκος Μπελογιάννης και η εποχή του», χρήζουν κριτικών σχολιασμών.
1. Ο επιμελητής της έκδοσης Σπ. Σακελλαρόπουλος αποδέχεται (σελ. 31 - 33) ως υπαρκτό τον φόβο της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ότι το 1951 η Σοβιετική Ενωση και οι Βουλγαρία - Αλβανία ήταν πιθανό να εξαπολύσουν πόλεμο για να θέσουν υπό τον έλεγχό τους την Ελλάδα. Η αποδοχή του φόβου των ΗΠΑ «στηρίζεται» σε εκθέσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, εκθέσεις του τύπου: «Η απειλή για την πολιτική ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας προέρχονταν από την ΕΣΣΔ μέσω της δράσης διαφορετικών φορέων: του ΚΚΕ, των σοβιετικών κρατών - δορυφόρων που βρίσκονται στα βόρεια της Ελλάδας και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος» (σελ. 32),
Βέβαια, δεν επρόκειτο για υπαρκτό φόβο της κυβέρνησης των ΗΠΑ, αλλά για τη γνωστή προπαγάνδα των ίδιων και άλλων καπιταλιστικών κρατών, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Αντιστρέφοντας συνειδητά την πραγματικότητα απέδιδαν στη Σοβιετική Ενωση επιθετικές βλέψεις, προκειμένου να συγκαλύψουν και να δικαιολογήσουν τους δικούς τους σχεδιασμούς εναντίον της και εναντίον των άλλων κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
2. Στη σελίδα 31 του βιβλίου αναφέρεται:
«Ο πόλεμος στην Κορέα προκάλεσε έντονες ανησυχίες στο εσωτερικό του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όπου θεωρείται σχεδόν σίγουρο πως μέσω Βουλγαρίας θα πραγματοποιηθεί εισβολή στην Ελλάδα ...».
Ωστόσο, από τις 27 Ιούνη 1950 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είχε αποφασίσει να σταλούν στρατεύματα για την υποστήριξη της Νότιας Κορέας, στον πόλεμο που διεξαγόταν ανάμεσα σ' αυτήν και στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας. Στην ιμπεριαλιστική επέμβαση συμμετείχαν στρατεύματα 23 κρατών, ανάμεσά τους και της Ελλάδας. Την περίοδο εκείνη, η ΕΣΣΔ απείχε από τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, διαμαρτυρόμενη για τη μη αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας Κίνας ως μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας στη θέση της Ταϊβάν, καθώς και για την όξυνση της επιθετικής προπαγάνδας των ΗΠΑ.
Στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ», 2 Μάρτη 1952, η ανακοίνωση της θανατικής ποινής της δεύτερης δίκης Μπελογιάννη, από τον πρόεδρο του Στρατοδικείου |
3. Κατά τον συγγραφέα, η ένταση του Ψυχρού Πολέμου «μέσα από την εκτύλιξη του πολέμου στην Κορέα» αποτέλεσε μια από τις δύο παραμέτρους, οι οποίες καθόρισαν την εκτέλεση των Μπελογιάννη - Αργυριάδη - Καλούμενου - Μπάτση (σελ. 47).
Είναι σωστό ότι ο πόλεμος στην Κορέα επηρέασε σημαντικά και ενέτεινε το γενικότερο διεθνές ψυχροπολεμικό πλαίσιο που διαμόρφωναν οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, σε άμεση συνάρτηση με την αντικομμουνιστική υστερία διεθνώς και με επίκεντρο τον «Μακαρθισμό» στις ΗΠΑ. Αυτό το κλίμα επέδρασε και στις εξελίξεις στην Ελλάδα, όπου ξεδιπλώθηκαν νέες διώξεις κατά του ΚΚΕ, όπως π.χ. με την εκτέλεση του Νίκου Νικηφορίδη και άλλων κομμουνιστών, με την κατηγορία της κατασκοπείας!
Ωστόσο, ο πόλεμος στην Κορέα δεν αποτέλεσε τη βασική αιτία των διώξεων και εκτελέσεων με βάση το νόμο 375/1936 «περί κατασκοπείας». Γιατί, αν ήταν έτσι, πώς εξηγείται το γεγονός ότι με τον ίδιο νόμο εκτελέστηκαν κι άλλα στελέχη του ΚΚΕ, πολύ καιρό μετά τη λήξη του πολέμου στην Κορέα; (Πλουμπίδης το 1954, Καρανταής και Καρδαμήλας το 1955). Πώς εξηγείται, ακόμα, ότι οι δίκες «περί κατασκοπείας» συνεχίστηκαν μέχρι και το 1960; Και πώς εξηγείται το γεγονός ότι 77 στελέχη του ΚΚΕ, όλοι καταδικασμένοι με τον ίδιο νόμο ως «κατάσκοποι», παρέμειναν στη φυλακή μέχρι το 1966, παρότι έως τότε είχαν απελευθερωθεί όλοι οι άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι;
4. Σύγχυση ως προς τις αιτίες των διώξεων και εκτελέσεων προκαλεί και το γεγονός ότι στο κείμενο παρατίθενται οι αμίμητες δηλώσεις του Αμερικανού στρατηγού Βαν Φλιτ, ο οποίος τόνισε ότι στην Ελλάδα «... οι κομμουνιστές συνεχίζουν τον αγώνα τους μέσα από τους κόλπους της ελληνικής κυβερνήσεως, όπου κατάφεραν να διοχετεύσουν μεταμφιεσμένους συνεργάτες τους» (σελ. 31). Δηλαδή, το ΚΚΕ επηρέαζε την κυβέρνηση Πλαστήρα και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε είχε καταφέρει να τη διαβρώσει!
Ομως ο Μακ Γκη, ανώτερο στέλεχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, έγραψε σε υπόμνημά του προς τον Αμερικανό πρέσβη στην Ελλάδα Τζον Πιουριφόι (31 Ιούλη 1950), σχετικά με τις εκτιμήσεις του Βαν Φλιτ:
«Οι δηλώσεις του Βαν Φλιτ φυσικά διαστρεβλώνουν τη θέση της πρεσβείας και του Υπουργείου Εξωτερικών».1
Ο κύριος λόγος, που κλιμακώθηκαν και πάλι οι διώξεις κατά του ΚΚΕ με την ενεργοποίηση του νόμου «περί κατασκοπίας», θα αναφερθεί στη συνέχεια.
5. Ο Σπ. Σακελλαρόπουλος γράφει ότι το 1951 το ΚΚΕ δεν εξέδωσε σε βιβλίο όλα τα Πρακτικά της πρώτης δίκης Μπελογιάννη, αλλά μόνο εκείνα τα σημεία τους «που εξέφραζαν την ηρωική πλευρά του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας» (σελ. 11).
Είναι γνωστό ότι από τους 93 που δικάστηκαν στην πρώτη «δίκη Μπελογιάννη» αρκετοί λύγισαν. Ορισμένοι λύγισαν και στη δεύτερη δίκη. Το ΚΚΕ σωστά έκανε τότε που κυκλοφόρησε σε βιβλίο τις απολογίες στην πρώτη δίκη και γενικά τη στάση εκείνων που παρέμειναν όρθιοι. Σε εκείνες τις συνθήκες αυτό έπρεπε να αναδειχθεί. Πέρα απ' αυτό όμως πρέπει να σημειωθεί ότι η ιστορική μνήμη έχει στραμμένο το βλέμμα της στους όρθιους, δίχως βέβαια να περιφρονεί τις όποιες θυσίες των άλλων. Εξάλλου, στην Ιστορία του ΚΚΕ, πολλοί από εκείνους που προς στιγμή λύγισαν, δεν εγκατέλειψαν την ταξική πάλη και την πίστη τους στο ΚΚΕ, συμπορευόμενοι με αυτό έως το τέλος της ζωής τους. Μάλιστα, ορισμένοι εκτελέστηκαν.
Οι στρατιές των κομμουνιστών και κομμουνιστριών, που έμειναν πιστοί στο ΚΚΕ, είναι αυτές που χρωματίζουν την πορεία του. Για παράδειγμα, εξετάζοντας την Ιστορία του «Ριζοσπάστη», θα διαπιστώσουμε ότι στελέχη του Κόμματος - στελέχη της διεύθυνσης και της αρχισυνταξίας του αποστάτησαν το 1990 - 1991 και μαζί με άλλους πέρασαν με το μέρος του καπιταλισμού. Ωστόσο, η ταυτότητα και η διαδρομή του «Ριζοσπάστη» δεν χρωματίζονται από αυτά τα αρνητικά παραδείγματα. Χρωματίζονται από τον Κώστα Βιδάλη, τον Γιώργη Λαμπρινό, τον Τάκη Φίτσο, τον Γιώργη Γεωργίου και 10άδες άλλους, που μαζί με νεότερους και μεταγενέστερους έδωσαν αμέτρητες κάθε λογής θυσίες τιμώντας το ΚΚΕ και την εφημερίδα του.
6. Την ολόσωστη ρήση του Καρλ Μαρξ, που παραθέτει ο Σπ. Σακελλαρόπουλος, ότι «...οι προλεταριακές επαναστάσεις (...) κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τους τον εαυτό (...) ώσπου να δημιουργηθούν όροι που κάνουν αδύνατο κάθε ξαναγύρισμα...» (σελ. 49), χρειάζεται να τη δούμε στο φως των συνθηκών που δημιούργησαν οι αντεπαναστατικές ανατροπές (1989 - 1991) στη Σοβιετική Ενωση και στις άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Δηλαδή, χρειάζεται να βγαίνουν συμπεράσματα που θα ενισχύουν σήμερα την πάλη για το σοσιαλισμό και που πράγματι θα κάνουν αδύνατο κάθε πισωγύρισμα της ανθρωπότητας στην καπιταλιστική προϊστορία. Αυτό έκανε και κάνει το ΚΚΕ.
Συνθήκες ήττας και υποχώρησης του κινήματος
Οι δύο «δίκες Μπελογιάννη», όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζονται, διεξήχθησαν σε μια περίοδο ήττας και υποχώρησης του εργατικού - λαϊκού κινήματος και του ΚΚΕ. Το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων του ΔΣΕ βρισκόταν στην πολιτική προσφυγιά, στην Ελλάδα οι φυλακές και οι τόποι εξορίας είχαν γεμίσει ασφυκτικά, ενώ η παράνομη πολιτική δράση ισοδυναμούσε με το θάνατο.
Σε αυτές τις συνθήκες πολλοί λύγισαν. Ομως, αυτή η εμπειρία δεν ήταν ελληνικό φαινόμενο. Αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα και είναι το αποτέλεσμα (προσωρινό, αλλά και κάποιας διάρκειας) όλων των επαναστατικών κινημάτων διαχρονικά, μετά από μια μεγάλη ήττα. Για παράδειγμα, όταν η ρωσική επανάσταση του 1905 - 1907 τσακίστηκε από το στρατό του τσάρου, ο αριθμός των μελών των νόμιμων συνδικάτων μειώθηκε δραματικά: από 245 χιλιάδες που ήταν στις αρχές του 1907 έφτασε σε 13 χιλιάδες στα τέλη του 1909. Η εφημερίδα του μπολσεβίκικου κόμματος στάθηκε δυνατό να επανεκδοθεί μόλις το 1909. Ταυτόχρονα, ο αριθμός των μελών του μειώθηκε σε ποσοστό πάνω από 60%. Από 8.000 που ήταν το 1907 στην Πετρούπολη, το 1908 είχαν μείνει 3.000 μέλη. Στο Εκατερίνμπουργκ, από τα 1.070 μέλη, έμειναν τα 250, στο Ιβάνοβο - Βοζνεσένσκ από 2.000 έμειναν περίπου 600.2
Η κατάσταση παρανομίας, στην οποία βρέθηκε το κόμμα των Μπολσεβίκων μετά την ήττα της επανάστασης, ήταν σαφώς χειρότερη από την παρανομία πριν την επανάσταση. Είναι τελείως διαφορετικό να παλεύουν παράνομα οι Κομματικές Οργανώσεις, από το να δουλεύουν παράνομα σε συνθήκες ήττας της επανάστασης. Τότε που λείπει ο μαζικός ηρωισμός και το όραμα μοιάζει απελπιστικά απραγματοποίητο, λυγίζουν και αγωνιστές που στάθηκαν με ηρωισμό και αυταπάρνηση τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά ακριβώς γι' αυτό αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία η αλύγιστη στάση των λίγων που κρατάνε άσβεστη τη φλόγα και την επαναστατική αισιοδοξία ότι θα ξημερώσουν καλύτερες μέρες. Των λίγων, που η ήττα τούς πεισμώνει, γιατί νιώθουν βαθύτατα το δίκιο του ταξικού αγώνα. Αυτοί οι λίγοι κράτησαν τη σημαία μετά την ήττα του 1905 - 1907. Και δέκα χρόνια αργότερα, ηγήθηκαν στη μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση.
Ασύγκριτα μεγαλύτερη και άτακτη υποχώρηση, διαστάσεων παγκόσμιας κλίμακας, διαδραματίστηκε στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα το 1989, όταν η αντεπανάσταση κυριάρχησε στη Σοβιετική Ενωση και στα άλλα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η βαθιά κρίση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, που οξύνθηκε από τότε περισσότερο, εκφράστηκε μαζικά με την απεμπόληση αρχών, με την αποκήρυξη ως δογματικής, απάνθρωπης, μέχρι και εγκληματικής, της ηρωικής δράσης ενός κινήματος επαναστατικής ανατροπής, που έφερε τον κόσμο πολλά χρόνια μπροστά. Στελέχη του ΚΚΕ, που το προηγούμενο διάστημα έδιναν όρκους πίστης στο μαρξισμό - λενινισμό, προσχώρησαν στο εχθρικό στρατόπεδο ως «ανανεωτές», δίχως μάλιστα να διατρέχουν τον κίνδυνο να στηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Το γεγονός ότι μια σειρά από αυτούς, είτε βρίσκονται στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε στη ΛΑΕ, είτε σε άλλους σοσιαλδημοκρατικούς ή οπορτουνιστικούς χώρους, «τιμούν» τον Μπελογιάννη ή τους 200 της Καισαριανής, και μάλιστα επιδιώκοντας να φέρουν σε αντίθεση την Ιστορία τους με τη σημερινή δράση του ΚΚΕ, αποτελεί πράξη μικροπολιτικής σκοπιμότητας και υποκρισίας. Τέτοιου είδους «τιμές» αποστεώνουν την ουσία και συγκαλύπτουν την αιτία του ηρωισμού του Μπελογιάννη και των άλλων στελεχών του Κόμματος.
Οι ίδιοι, αποθεώνοντας την ΕΔΑ, δηλαδή τη νόμιμη δράση της περιόδου, συνειδητά παραγνωρίζουν το γεγονός ότι ο Νίκος Μπελογιάννης και ο Νίκος Ακριτίδης προσλήφθηκαν από την 7η Ολομέλεια της ΚΕ (Μάης 1950) ως αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ και στάλθηκαν στην Ελλάδα με κύρια αποστολή την ανασυγκρότηση των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, συνδυάζοντας βέβαια την παράνομη με τη νόμιμη πάλη και μέσα από την ΕΔΑ.
Οι «δίκες Μπελογιάννη» διεξήχθησαν σε μια περίοδο που είχε αρχίσει να ενισχύεται ο οπορτουνισμός στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Μέσα στις γραμμές του ΚΚΕ όχημα του οπορτουνισμού ήταν η λαθολογία και η αμφισβήτηση του ένοπλου αγώνα 1946 - 1949. Στη συνέχεια, η αμφισβήτηση εκδηλώθηκε στο ανώτατο επίπεδο του καθοδηγητικού οργάνου, μέσα και έξω από την Ελλάδα, ενώ ακουμπούσε και κορυφαία στελέχη του ΚΚ Σοβιετικής Ενωσης. Ταυτόχρονα, δυνάμωνε η τάση για τα «πλεονεκτήματα» που έδινε η νόμιμη πάλη μέσα από την ΕΔΑ, σε αντιπαράθεση με τη συγκρότηση των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, ενώ στη συνείδηση πολλών υποβαθμιζόταν η παράνομη δράση του ΚΚΕ, όταν δεν θεωρούνταν άσκοπα επικίνδυνη, καθώς και σεχταριστική.
Από την πλευρά της, η αστική τάξη κρατούσε διαφοροποιημένη πολιτική απέναντι στο παράνομο ΚΚΕ και τη νόμιμη ΕΔΑ, παρότι βεβαίως συνεχίζονταν ταυτόχρονα οι διώξεις εναντίον της. Η πρώτη πολιτική συνάντηση, που πραγματοποίησε ο Παπάγος ως πρωθυπουργός, ήταν με τον πρόεδρο της ΕΔΑ Γιάννη Πασαλίδη (25 Νοέμβρη 1952), παρά το γεγονός ότι η ΕΔΑ δεν εκπροσωπούνταν τότε στη Βουλή, εξαιτίας του ότι οι βουλευτικές εκλογές (16 Νοέμβρη 1952) είχαν γίνει με το πλειοψηφικό σύστημα. Την ίδια μέρα της συνάντησης, η Ασφάλεια ανακοίνωνε τη σύλληψη του παράνομου Νίκου Πλουμπίδη.
Σε αυτά χρειάζεται να συνυπολογιστεί η σπίλωση αγωνιστών, που επιχειρούσε η Ασφάλεια, με τη διασπορά κατασκευασμένων από την ίδια φημών, ότι το α ή το β στέλεχος του ΚΚΕ ήταν δικός της άνθρωπος, δηλαδή χαφιές. Αυτό έκανε, για παράδειγμα, για τον Βασίλη Μαρκεζίνη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, προκειμένου να σπάσει το ηθικό των κομμουνιστών. Βέβαια, ο Β. Μαρκεζίνης έπεσε ηρωικά στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ετσι, μέσα στο κλίμα της καχυποψίας, ο Ν. Πλουμπίδης υποψιαζόταν τον Ν. Βαβούδη και τον Ηλ. Αργυριάδη, η Ελλη Ιωαννίδου τον Νίκο Ακριτίδη και άλλους, ο Σταύρος Κασιμάτης, όπως και ο Νίκος Ζαχαριάδης, τον Πλουμπίδη. Και πάει λέγοντας, δίχως βέβαια να ευσταθούν οι τέτοιες υποψίες. Το κλίμα επιβαρυνόταν από τις μαζικές συλλήψεις, πολλές από τις οποίες δεν ήταν δυνατό να διευκρινιστεί αν οφείλονταν στην παρακολούθηση ή ήταν προϊόν κατάδοσης από αγωνιστές που λύγισαν, μην αντέχοντας τα βασανιστήρια και τις απειλές.
Σε αυτές τις συνθήκες, η ηγεσία του ΚΚΕ επέμενε - πολύ σωστά - να ανασυγκροτηθούν οι Κομματικές του Οργανώσεις. Αυτές ήταν «καρφί στο μάτι» της αστικής τάξης και αυτήν την προσπάθεια επιχείρησε να ματαιώσει κατασκευάζοντας δίκες για κατασκοπεία.
Ολες οι παραπάνω δυσκολίες απλώς επιβεβαιώνουν τη σκληρότητα της ταξικής πάλης, αλλά και τον τιτάνιο αγώνα που διεξήγε το ΚΚΕ, προκειμένου να σταθεί όρθιο μετά από το τέλος του ένοπλου αγώνα 1946 - 1949. Αυτοί οι αγώνες όχι μόνο δεν πήγαν χαμένοι, αλλά και έδωσαν χειροπιαστά αποτελέσματα. Ο απόηχός τους επέδρασε και στην επιτυχημένη πάλη του ΚΚΕ να παραμείνει Κομμουνιστικό Κόμμα, κόντρα στη διεθνή αντεπανάσταση του 1989 - 1991.
Σημείωση: Στο «Γλωσσάριο Προσώπων», σελ. 515 - 522 του βιβλίου, περιλαμβάνονται σύντομα βιογραφικά των προσώπων που αντιστοιχούσαν σε αριθμούς που περιέχονταν στον «κώδικα Βαβούδη», ο οποίος βρέθηκε στην κρύπτη της Καλλιθέας. Ανάμεσά τους, με τον κωδικό 26, αναφέρεται το επώνυμο Παπαγιάννης. Ετσι, στη σελίδα 518 παρατίθεται σύντομο βιογραφικό του Στέφανου Παπαγιάννη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ από το 9ο έως το 13ο Συνέδριο του Κόμματος και επιτελάρχη του ΔΣΕ. Πρόκειται για ανακρίβεια. Στον «κώδικα Βαβούδη» το επώνυμο Παπαγιάννης αντιστοιχεί στον Μήτσο Παπαγιάννη και όχι στον Στέφανο Παπαγιάννη, ο οποίος επιπρόσθετα βρισκόταν ήδη από το 1949 στη Σοβιετική Ενωση ως πολιτικός πρόσφυγας. Στον Μήτσο Παπαγιάννη αναφερόταν ο Νίκος Μπελογιάννης στην επιστολή του προς τον Νίκο Βαβούδη από τη φυλακή (13 Νοέμβρη 1951), που απευθυνόταν στην ηγεσία του ΚΚΕ. Σ' αυτήν ο Μπελογιάννης έγραψε και τα εξής σχετικά με τη σύλληψή του: «Στη δίκη [την πρώτη] έγινε σκόπιμη προσπάθεια από χαφιέδες να πιστευθεί ότι παρακολουθούσαν τον Παπαγιάννη και από αυτόν έφτασαν στον Γραμμένο. Αυτό δεν είναι σωστό. Επίσης δεν πιστεύω ότι ο Παπαγιάννης είναι χαφιές...» (σελ. 512). Ηταν σωστή η εκτίμηση του Μπελογιάννη για τον Μήτσο Παπαγιάννη, μέλος της ΚΕ έως το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ και της «Παλιάς ΚΕ» του Κόμματος στα χρόνια 1939 - 1941.
Παραπομπές:
1. Memorandum by the Assistant Secretary of the State for Near Eastern, South Asian and African Affairs (McGhee) to the Deputy Under Secretary of State for Administration (Peurifoy), 31 Ιούλη 1950, στο FRUS, vol. 5, 1950, The Near East, south Asia and Africa, σελ. 396.
2. Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης, έκδοση 1973, σελ. 134, 138.
Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ*
* Ο Μάκης Μαΐλης είναι μέλος της ΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Οι σημειώσεις του Νίκου Μπελογιάννη στη διάρκεια της δεύτερης δίκης, το 1952
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου