Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

«Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα»

Οι δυνάμεις του «Αξονα» αρχίζουν την επίθεσή τους, 22/6/1941, κατά της Σοβιετικής Ενωσης («Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα»). Οι επιτιθέμενοι (συνολικά 7 χώρες: Γερμανία, Ρουμανία, Ιταλία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Κροατία και Φινλανδία) παρατάσσουν 3,8 εκατομμύρια στρατιώτες στη μάχη, απέναντι σε μόλις 2,7 εκατομμύρια Σοβιετικούς. 


Ξεκινά ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος.

«Οταν στη συνέχεια έστρεψα το βάρος της επιθέσεως στα Ανατολικά και διέρρηξα το κομμουνιστικό απόστημα, έτρεφα την ελπίδα πως μ' αυτή μου την πράξη θα αναζωπύρωνα κάποιες σπίθες κοινού νου στις δυτικές δυνάμεις. Τους παρείχα τη δυνατότητα, χωρίς να καταβάλλουν το ελάχιστο τίμημα, να συνεισφέρουν σε μια πράξη καθάρσεως, αφήνοντας χωρίς φόβο το καθήκον απολυμάνσεως της Δύσεως και μόνο στα δικά μας χέρια. Το αβυσσαλέο όμως μίσος που νιώθουν οι υποκριτές αυτοί για έναν άνθρωπο καλής βουλήσεως και πίστεως είναι πολύ ισχυρότερο από το αίσθημα αυτοσυντηρήσεώς τους».
Αδόλφος Χίτλερ1

Στις 21 Ιούνη του 1941, γύρω στις 9 μ.μ., ένας Γερμανός στρατιώτης, που το όνομά του ήταν Αλφρεντ Λίσκοβ, πέρασε στις σοβιετικές γραμμές. Στους σοβιετικούς αξιωματικούς που οδηγήθηκε μετά τη σύλληψή του είπε πως αυτομόλησε διότι τα γερμανικά στρατεύματα ετοίμαζαν επίθεση κατά της ΕΣΣΔ την οποία και θα εξαπέλυαν σε λίγες ώρες2. Ο Λίσκοβ δεν ήταν ο μόνος αυτόμολος που ενημέρωνε τη σοβιετική στρατιωτική ηγεσία για ό,τι έμελλε να γίνει από στιγμή σε στιγμή. Ο στρατάρχης Ζούκωφ γράφει στα απομνημονεύματά του3: «Περίπου στις 12 τη νύχτα της 21ης Ιουνίου ο διοικητής της περιοχής Κιέβου Μ. Π. Κιρπονός, που βρισκόταν στο σταθμό διοίκησης του Τέρνοπολ ανέφερε τηλεφωνικώς ότι εκτός από έναν αυτόμολο, για τον οποίο ειδοποίησε ο στρατηγός Μ. Α. Πουρκάεφ, στις μονάδες μας παρουσιάστηκε ένας ακόμα Γερμανός στρατιώτης του 222ου Συντάγματος πεζικού της 74ης μεραρχίας πεζικού. Πέρασε το ποτάμι κολυμπώντας, παρουσιάστηκε στους παραμεθόριους φρουρούς και μας είπε ότι στις 4 η ώρα τα γερμανικά στρατεύματα θα αρχίσουν επίθεση». Παρόμοια μηνύματα περί επικείμενης επίθεσης των γερμανικών δυνάμεων έρχονταν από παντού στη σοβιετική στρατιωτική διοίκηση. Αλλωστε, μια τέτοιου είδους κίνηση προετοιμασίας της γερμανικής πολεμικής μηχανής δεν ήταν δυνατόν να κρυφτεί. Γι' αυτό και δόθηκε διαταγή τα παραμεθόρια σοβιετικά στρατεύματα να βρίσκονται σε πολεμική ετοιμότητα. «Μετά το θάνατο του Ι. Β. Στάλιν - σημειώνει ο Ζούκωφ- κυκλοφόρησε η εκδοχή ότι ορισμένοι διοικητές και τα επιτελεία τους, τη νύχτα στις 22 Ιουνίου, χωρίς να υποπτεύονται τίποτα, κοιμούνταν ήσυχα ή διασκέδαζαν αμέριμνα. Αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η τελευταία ειρηνική νύχτα ήταν τελείως διαφορετική».


...Ο φασισμός κίνημα είχε δείξει πολύ νωρίς, σε διεθνές επίπεδο, ότι αποτελούσε την αντικομμουνιστική και αντισοβιετική αιχμή του καπιταλιστικού κόσμου. Στις 25-11-1936, η Γερμανία και η Ιαπωνία υπέγραψαν το ΑΝΤΙΚΟΜΙΤΕΡΝ (αντικομμουνιστικό) ΣΥΜΦΩΝΟ, στο οποίο προσχώρησε η Ιταλία ένα χρόνο μετά, ενώ τον Φλεβάρη - Μάρτη του 1939 προστέθηκαν επίσης η Ουγγαρία, η Ισπανία και το κράτος Μαντσουκούο(φωτ.: Γερμανός εθελοντής της μονάδας ειδικής δράσης εκτελεί εν ψυχρώ γυναίκα στη Ρωσία)

Ο πόλεμος αρχίζει...

Κυριακή 22 Ιουνίου 1941, ώρα 3.30 το πρωί. Στο Λαϊκό Επιτροπάτο Αμυνας και Γενικό Επιτελείο των σοβιετικών ενόπλων δυνάμεων στη Μόσχα φτάνει η αναφορά του αρχηγού του επιτελείου της Δυτικής Περιοχής στρατηγού Β. Ε. Κλιμόφσκιχ ότι εκείνη ακριβώς τη στιγμή η Γερμανική Αεροπορία πραγματοποιούσε επιδρομή στις πόλεις της Λευκορωσίας. Σε λίγο, οι αναφορές έφταναν βροχή. Η Σοβιετική Ενωση δεχόταν απροειδοποίητα την επίθεση των ναζιστικών στρατευμάτων σε όλο το μήκος των συνόρων της, από τη Μαύρη Θάλασσα ως τη Βαλτική. Αμέσως ενημερώθηκε ο Στάλιν και στις 4.30 π.μ. το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΣΕ και η στρατιωτική ηγεσία της χώρας συσκέπτονταν στο Κρεμλίνο για την αντιμετώπιση της κατάστασης5.

Με το χάραμα της μέρας, ο Γερμανός πρεσβευτής στη Μόσχα Σούλενμπουργκ ζήτησε να δει τη Σοβιετική ηγεσία. Συναντήθηκε με τον υπουργό Εξωτερικών Β. Μ. Μολότοφ, στον οποίο και ανακοίνωσε την απόφαση της χώρας του να κηρύξει τον πόλεμο στην ΕΣΣΔ. «Η σοβιετική κυβέρνησις - είπε καταλήγοντας ο πρεσβευτής - παρεβίασε τας συνθήκας της με τη Γερμανίαν και ετοιμάζεται να επιτεθή κατά της Γερμανίας εκ των όπισθεν εις την πάλην που αύτη διεξάγει διά την ύπαρξίν της. Διά τούτο ο Φύρερ διέταξε τας γερμανικάς ενόπλους δυνάμεις ν' αντισταθούν εις την απειλήν ταύτην με όλα τα μέσα που διαθέτουν». Την ίδια, περίπου, στιγμή ο σοβιετικός πρεσβευτής στο Βερολίνο Βλαδίμηρος Ντεκανόζωφ άκουγε την προαναφερόμενη ανακοίνωση από το στόμα του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Ι. Φον Ρίμπεντροπ6, ενώ στις 7 το πρωί από το γερμανικό ραδιόφωνο ο Γκέμπελς διάβασε διακήρυξη του Χίτλερ προς ολόκληρο το γερμανικό έθνος όπου, μεταξύ άλλων, αναφερόταν:
«Την στιγμήν αυτήν συμπληρούται μία συγκέντρωσις στρατευμάτων, η οποία εις την έκτασιν και ευρύτητα είναι η μεγαλυτέρα όσων είδε ποτέ ο κόσμος... Σκοπός του μετώπου τούτου είναι δι' αυτό όχι μόνον η προστασία των καθ' έκαστον χωρών, αλλά η ασφάλεια της Ευρώπης και διά τούτο η σωτηρία όλων.
Απεφάσισα ως εκ τούτου σήμερον να θέσω και πάλιν την τύχην και το μέλλον του Γερμανικού Ράιχ και του λαού μας εις τας χείρας των στρατιωτών μας.
Ο Θεός ας μας βοηθήση ειδικώς εις αυτόν τον αγώνα»7.

Πάνω από 3 εκατομμύρια Γερμανοί στρατιώτες πέρασαν τα σοβιετικά σύνορα το πρωί της 22ης Ιουνίου του 1941, έχοντας την υποστήριξη περισσότερων από 3.600 αρμάτων μάχης, 600.000 μηχανοκίνητων οχημάτων (συμπεριλαμβανομένων και των τεθωρακισμένων), 7.000 πυροβόλων και 2.500 αεροπλάνων. Την ίδια ημέρα, πριν από 129 χρόνια είχε εισβάλει στη Ρωσία ο Μέγας Ναπολέοντας. Αραγε πού αποσκοπούσε ο συμβολισμός; Ηταν τυχαίος ή ο Αδόλφος Χίτλερ ήθελε, προκαλώντας την ιστορία, να αποδείξει πως ήταν ανώτερος του Μεγάλου Ναπολέοντα και θα πετύχαινε εκεί όπου εκείνος είχε αποτύχει; Οι ιδιορρυθμίες των ηγετών και οι εμμονές ορισμένων να θέλουν να μείνουν στην ιστορία ως ανώτεροι κάποιων παλιότερων ξεχωριστών ιστορικών φυσιογνωμιών δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Πάντως, ο Γερμανός δικτάτορας για να αποφύγει αρνητικούς συνειρμούς στο πρόσωπό του - και μια ενδεχόμενη ταύτιση του εγχειρήματός του μ' εκείνο του Ναπολέοντα - έδωσε, αργότερα, εντολή στη γερμανική προπαγάνδα να καλλιεργήσει την άποψη πως ο Μ. Ναπολέων άρχισε την επίθεσή του στη Ρωσία στις 23 Ιουνίου8.


Με τα βασανισμένα σώματα οκτώ κρεμασμένων συντρόφων του να αιωρούνται πίσω του - θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, ένας Σοβιετικός παρτιζάνος ζητά από τους στρατιώτες του να συνεχίσουν τον ανταρτοπόλεμο κατά των Γερμανών φασιστών
                                          Τι έστρεψε τη Γερμανία εναντίον της ΕΣΣΔ;

Ο πόλεμος εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης ήταν πάντοτε μέσα στα σχέδια του Χίτλερ, αλλά και των Δυτικών αντιπάλων του, αφού δεν ήταν δυνατόν να βρουν την ολοκλήρωσή τους, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί της εποχής, με το πρώτο εργατικό κράτος στην ιστορία να παραμένει ανέπαφο και να επηρεάζει το παγκόσμιο εργατικό κίνημα. Το συμπέρασμα αυτό προέκυπτε αβίαστα από την ιστορία. Η ίδια η πείρα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου έδειχνε περίτρανα πως οι ιμπεριαλιστικοί αντιμαχόμενοι συνασπισμοί των πρώτων χρόνων του 20ού αιώνα μπόρεσαν να ξεδιπλωθούν και να κορυφωθούν στην ολότητά τους από τη στιγμή που οι αστικές τάξεις, κυρίως των μεγάλων δυνάμεων, κατάφεραν να καθυποτάξουν το εργατικό κίνημα, βάζοντας στο χέρι την κύρια παγκόσμια οργάνωσή του, δηλαδή τη Β΄ Διεθνή. Ο δρόμος δε θα μπορούσε να οδηγεί αλλού, εν όψει του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και για όσο διάστημα, τουλάχιστον, η ΕΣΣΔ έμεινε εκτός πολεμικών πεδίων.

Η τελική απόφαση για εισβολή στην ΕΣΣΔ πάρθηκε στις 18 Δεκέμβρη του 1940 όταν εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 21 Οδηγία του Γερμανού δικτάτορα η οποία μεταξύ άλλων έλεγε9: «Οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις πρέπει να είναι έτοιμες να συντρίψουν τη Σοβιετική Ρωσία με μια ταχεία εκστρατεία, ακόμη και πριν τελειώσει ο πόλεμος με την Αγγλία. Για το σκοπόν αυτόν, ο Στρατός οφείλει να χρησιμοποιήσει όλες τις διαθέσιμες μονάδες, γιατί τα εδάφη που θα καταληφθούν πρέπει να διασφαλισθούν από κάθε αιφνιδιαστική επίθεση... Οι προπαρασκευές που απαιτούν περισσότερο χρονικό διάστημα θα πρέπει να αρχίσουν ευθύς από τώρα - αν τούτο δεν έχη ήδη γίνει - και θα πρέπει να τερματιστούν στις 15 Μαΐου 1941...». Η όλη επιχείρηση πήρε την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα». Από τον Ιανουάριο ως το Μάρτιο του '41 όλα τα σχέδια της επιχείρησης είχαν ολοκληρωθεί και εγκριθεί από τον Χίτλερ, ενώ η έναρξή της προβλεπόταν περί τα τέλη Μαΐου10. Η αναβολή για τον Ιούνιο ήταν αποτέλεσμα των αποτυχημένων πολεμικών επιχειρήσεων της Ιταλίας στα Βαλκάνια και της αναγκαστικής εμπλοκής σε αυτές των γερμανικών δυνάμεων. Γράφει ο ίδιος ο Χίτλερ στην «Πολιτική Διαθήκη» του: «Το πραγματικό πρόβλημα δεν ήταν γιατί η έναρξη της επιθέσεώς μας έγινε στις 22 Ιουνίου 1941 αλλά μάλλον γιατί δεν πραγματοποιήθηκε νωρίτερα πράγμα που θα είχαμε κάνει εάν δε μας παρακώλυαν οι δυσχέρειες που μας προέκυψαν από τους Ιταλούς και τη βλακώδη εκστρατεία τους στην Ελλάδα, οπότε και θα είχαμε επιτεθεί στη Ρωσία μερικές εβδομάδες νωρίτερα... Εάν ο πόλεμος είχε παραμείνει αγώνας που τον διεξήγαγαν οι Γερμανοί και όχι ο Αξονας θα είχαμε τη δυνατότητα να επιτεθούμε εναντίον της Ρωσίας στις 15 Μαΐου του 1941»11. Οντως, όλες οι ιστορικές πηγές βεβαιώνουν ότι η γερμανική πολεμική μηχανή ήταν σε πλήρη ετοιμότητα για κάτι τέτοιο, στην εν λόγω ημερομηνία, αν δεν υπήρχαν άλλες σκοτούρες.

Ο πόλεμος εναντίον της Βρετανίας δεν απασχολούσε μονόπλευρα τον Χίτλερ, με την έννοια ότι δεν επιδίωκε την εξαφάνιση της βρετανικής αυτοκρατορίας, αλλά τη συμφωνία μαζί της και την αναγνώριση από αυτήν του ηγετικού ρόλου της Γερμανίας στα ευρωπαϊκά πράγματα. Διά της πειθούς κάτι τέτοιο στάθηκε αδύνατο, δεδομένου ότι η Βρετανική Αυτοκρατορία δεν είχε καμία διάθεση να παραδώσει οικειοθελώς την πρωτοκαθεδρία της στον καπιταλιστικό κόσμο με αποτέλεσμα και το ροκάνισμα του χρόνου αποβαίνει σε βάρος της ναζιστικής Γερμανίας ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσε υπέρ μιας άμεσης εμπλοκής των Ηνωμένων Πολιτειών στα ευρωπαϊκά πράγματα. Αλλά και διά της δύναμης των όπλων δε φαινόταν άμεσα πραγματοποιήσιμο ή εν πάση περιπτώσει στη στιγμή που το επιθυμούσε ο Γερμανός δικτάτορας. Ο ίδιος ο Χίτλερ ομολογεί12: «Η οριστική απόφασή μου να εκκαθαρίσω την υπόθεση με τη Ρωσία, διά της δυνάμεως των όπλων, ελήφθη μόλις πείσθηκα πως η Βρετανία είχε ως πάγια θέση της να επιμείνει στην πολιτική της. Ο Τσόρτσιλ υπήρξε ολοκληρωτικά ανίκανος να εκτιμήσει το ευγενές πνεύμα που επέδειξα με το να συγκρατηθώ και να μην προκαλέσω ένα ανεπανόρθωτο ρήγμα ανάμεσα στους Γερμανούς και σε αυτούς. Πράγματι δοκιμάσαμε την εγκράτειά μας με το να μην τους συντρίψουμε στη Δουνκέρκη. Θα έπρεπε ωστόσο να τους αναγκάσουμε να αποδεχθούν διά της πειθούς, ότι η επίτευξη της γερμανικής ηγεμονίας επί ολοκλήρου της Ευρώπης, συνιστούσε μία τάξη πραγμάτων στην οποία αν και είχαν πάντοτε αντιταχθεί, τώρα αποτελούσε ένα γεγονός το οποίο πραγματοποίησα χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία και το οποίο θα τους πρόσφερε άπειρα πλεονεκτήματα. Ακόμα και περί το τέλος Ιουλίου, ένα μήνα μετά την ήττα της Γαλλίας, αντιλήφθηκα πως για μία ακόμη φορά οι προσπάθειές μας είχαν διαφύγει της ειρήνης. Λίγο αργότερα γνώριζα ότι η εισβολή στη Βρετανία δεν ήταν εφικτή προ της ελεύσεως των φθινοπωρινών καταιγίδων, και αυτό διότι δεν είχε επιτευχθεί η απόλυτη κυριαρχία επί του αέρα. Εν ολίγοις συνειδητοποίησα ότι δε θα κατορθώναμε ποτέ ίσως να πραγματοποιήσουμε την εισβολή στη Βρετανία».

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως όσα λέει ο Χίτλερ στην πολιτική του διαθήκη - ένα κείμενο που γράφτηκε λίγο πριν το τέλος του - λίγη σημασία έχουν γιατί είναι λόγια εκ των υστέρων. Ομως οι ιστορικές πηγές βεβαιώνουν πως πάντοτε έτσι σκεπτόταν. Την πρόθεσή του να μην επιδιώξει την κατάρρευση της Μ. Βρετανίας την είχε αποσαφηνίσει και στους στρατηγούς του όταν κατά την επιχείρηση εναντίον της Γαλλίας είχε αφήσει τα βρετανικά στρατεύματα να φύγουν ανενόχλητα από τη Δουνκέρκη. «Μας κατέπληξεν - θυμόταν αργότερα, ένας απ' αυτούς, ο Μπλούμεντριτ13- ομιλήσας με θαυμασμόν διά τη Βρετανικήν Αυτοκρατορίαν, διά την αναγκαιότητα της ύπαρξής της και διά τον πολιτισμόν, τον οποίον η Μεγάλη Βρετανία έφερεν εις τον κόσμον... Συνέκρινε τη Βρετανικήν Αυτοκρατορίαν με την Καθολικήν Εκκλησίαν ειπών ότι αμφότεραι υπήρξαν ουσιώδη στοιχεία σταθερότητος εις τον κόσμον. Είπεν ότι παν ό,τι ήθελεν από τη Μεγάλην Βρετανίαν ήτο ν' αναγνωρίση αύτη την θέσιν της Γερμανίας εις την Ηπειρωτικήν Ευρώπην. Η επιστροφή των απολεσθεισών αποικιών της Γερμανίας θα ήτο επιθυμητή αλλ' ουχί ουσιώδης και θα προσφέρετο μάλιστα να υποστηρίξη την Μεγ. Βρετανίαν με στρατεύματα εάν αύτη θα περιπλέκετο εις δυσκολίας οπουδήποτε... Εν κατακλείδι είπεν ότι σκοπός του ήτο να συνάψη ειρήνην με την Μεγ. Βρετανίαν επί βάσεως, την οποία αύτη θα εθεώρη ότι η τιμή της θα επέτρεπε να δεχθή».

Εφόσον, λοιπόν, δεν ήταν δυνατόν η Βρετανία να ενδώσει διά της πειθούς ή διά των όπλων, η Γερμανία έπρεπε να βρει άλλο δρόμο για να επιβάλει την πρωτοκαθεδρία της στον καπιταλιστικό κόσμο. Κάτι τέτοιο μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της σοβιετικής συντριβής. Δηλαδή με τη μεγέθυνση της Γερμανίας και την υπεροχή της, που θα εξασφαλιζόταν από την καταστροφή της ΕΣΣΔ ως πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία και την κυριαρχία στα εδάφη και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της ανατολικής Ευρώπης και της Ασίας. Οπως πολύ σωστά σημειώνει ο Λίντελ Χαρτ, ο Χίτλερ «στράφηκε προς την ίδια κατεύθυνση όπως κι ο Ναπολέοντας - στην κατάληψη της Ρωσίας σαν ένα είδος εισαγωγής για την τελική διευθέτηση με τη Βρετανία»14.
Οταν τα χιτλερικά στρατεύματα παραβίαζαν το σοβιετικό έδαφος, η φασιστική Γερμανία είχε επιβάλει την κυριαρχία της, έμμεσα ή άμεσα, πάνω σ' ένα απέραντο έδαφος που εκτεινόταν από τις ακτές του Ατλαντικού ως τα σοβιετικά σύνορα κι από το Νάρβικ ως την Κρήτη. Στην Ευρώπη, ουσιαστικά, οι μόνες χώρες που ήταν ελεύθερες ήταν η Σοβιετική Ενωση και η Αγγλία. Εντούτοις, η όλη όψη του πολέμου άλλαξε ριζικά με την εισβολή στη Σοβιετική Ενωση, γεγονός που δεν προκύπτει, κυρίως, εκ του αποτελέσματος του πολέμου όσο με βάση την κατάσταση που ίσχυε κατά την έναρξη της επίθεσης.

Η επίθεση στην ΕΣΣΔ, στην πραγματικότητα έσωσε τη Βρετανία. Σύμφωνα με τον Λίντελ Χαρτ15, «έδωσε στη Βρετανία την ευκαιρία να αναλάβει από μια κατάσταση, που φαινόταν απελπιστική στα μάτια αυτών που ζούσαν έξω απ' τα σύνορα του νησιού της. Ηταν φανερό σε όλους αυτούς, πόσο απελπιστική ήταν η θέση του μικρού αυτού νησιού... Με την άρνησή της η Βρετανική Κυβέρνηση να συζητήσει κάθε προσφορά ειρήνης υποχρέωσε τη χώρα σε καταστάσεις που λογικά θα την οδηγούσαν απ' την αυξανόμενη εξάντληση στη βέβαιη κατάρρευση - ακόμη και στην περίπτωση που ο Χίτλερ θα απόφευγε να την καταλάβει αιφνιδιαστικά με εισβολή. Η οδός της αδιαλλαξίας ισοδυναμούσε με βραδεία αυτοκτονία»16.


Ο πόλεμος εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης ήταν πάντοτε μέσα στα σχέδια του Χίτλερ, αλλά και των Δυτικών αντιπάλων του, αφού δεν ήταν δυνατόν να βρουν την ολοκλήρωσή τους, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί της εποχής, με το πρώτο εργατικό κράτος στην ιστορία να παραμένει ανέπαφο και να επηρεάζει το παγκόσμιο εργατικό κίνημα(φωτ.: Αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού)

Αντικομμουνιστική σταυροφορία

Με την επίθεσή της εναντίον της ΕΣΣΔ, η χιτλερική Γερμανία διεκδικούσε τον τίτλο του σταυροφόρου ολόκληρου του καπιταλιστικού κόσμου εναντίον του κομμουνισμού, γεγονός που υπογράμμιζε με σαφή τρόπο τα ταξικά χαρακτηριστικά αυτής της στρατιωτικής πρωτοβουλίας. «Εις τον αρχόμενον αγώνα - έλεγε η διακοίνωση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών προς τη Σοβιετική Κυβέρνηση17- γνωρίζει ο γερμανικός λαός ότι δεν ίσταται μόνον προς προάσπισιν της πατρίδος, αλλ' ότι έχει την αποστολήν να σώση όλον τον πεπολιτισμένον κόσμον από τους θανάσιμους κινδύνους του μπολσεβικισμού και να ανοίξη τον δρόμον μιας αληθούς προόδου εν Ευρώπη».

Ο αντικομμουνισμός δεν ήταν προπαγανδιστικό τρυκ των Ναζί - παρ' όλο που επιδίωκαν να συνεγείρει τους απανταχού αντικομμουνιστές - αλλά βασικό συστατικό που προσδιόριζε τη φύση και το χαρακτήρα του δικού τους κινήματος και του γερμανικού ιμπεριαλισμού, αυτή καθ' αυτή την πολιτική του αποστολή. Ο Χίτλερ, κατά τον Λίντελ Χαρτ, δεν έπαψε ποτέ «να ονειρεύεται την ανατροπή της Σοβιετικής Ρωσίας. Γι' αυτόν η ιδέα αυτή δεν ήταν μονάχα ένας τρόπος ικανοποιήσεως της φιλοδοξίας του. Ο αντιμπολσεβικισμός ήταν η πιο βαθιά συναισθηματική του πεποίθηση»18. Αλλά κι ο ίδιος ο Γερμανός δικτάτορας, στο έργο του «Ο Αγών μου» (1926), που αποτέλεσε το ευαγγέλιο του ναζισμού, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών όταν γράφει19: «Αν σήμερα μιλούμε για νέες εκτάσεις στην Ευρώπη, δεν έχουμε βέβαια κατά νου τίποτ' άλλο παρά τη Ρωσία και τα γειτονικά μ' αυτήν κράτη. Το πεπρωμένο το ίδιο είναι σαν να μας τη δείχνει με το δάχτυλο... Το γιγάντιο κράτος του βορρά είναι πια ώριμο για εξανδραποδισμό... Πρέπει να βλέπουμε το ρωσικό μπολσεβικισμό σαν εκπρόσωπο της προσπάθειας των εβραίων του 20ού αιώνα, να κυριαρχήσουν στον κόσμο...».

Πρέπει ακόμη να σημειώσουμε ότι ο φασισμός είχε δείξει πολύ νωρίς, σε διεθνές επίπεδο, ότι αποτελούσε την αντικομμουνιστική και αντισοβιετική αιχμή του καπιταλιστικού κόσμου. Συγκεκριμένα, στις 25 Νοεμβρίου του 1936, η Γερμανία και η Ιαπωνία υπέγραψαν το ΑΝΤΙΚΟΜΙΤΕΡΝ (αντικομμουνιστικό) ΣΥΜΦΩΝΟ, στο οποίο προσχώρησε η Ιταλία ένα χρόνο μετά, ενώ τον Φλεβάρη - Μάρτη του 1939 προστέθηκαν επίσης η Ουγγαρία, η Ισπανία και το κράτος- μαριονέτα Μαντσουκούο. Η σύνθεση του συμφώνου ολοκληρώθηκε με την προσχώρηση της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας, της Σλοβακίας, της Κροατίας, της Φινλανδίας και της Δανίας. Το σύμφωνο αυτό ανανεώθηκε στις 25/11/1941 και μία μέρα μετά, στην επίσημη τελετή που έγινε στο Βερολίνο, ο Γερμανός υπουργός εξωτερικών Φον Ρίμπεντροπ προσδιόριζε ως εξής τη σημασία του20: «Εκυρώσαμεν χθες ένα ιερόν σύμφωνον εναντίον του κομμουνισμού, το οποίον εκφράζει τη θέλησιν λαών όπως συνεργαστούν μέχρι της τελειωτικής απολυτρώσεως των χωρών μας εκ του κομμουνισμού και όπως μη αναπαυθούν πριν ή παραμερισθή και το τελευταίον υπόλοιπον της φοβεροτάτης ταύτης πνευματικής ασθενείας της ανθρωπότητος.
Ας εκφρασθή και πάλιν από του βήματος τούτου η ιδιαιτέρα χαρά και ικανοποίησις της κυβερνήσεως του Ράιχ διά το σημαντικόν τούτο γεγονός, το οποίο αποτελεί σταθμόν εις τον δρόμον του συνασπισμού και της διαμορφώσεως της Νέας Ευρώπης και της δημιουργίας μιας δικαιοτέρας τάξεως πραγμάτων και ανά τον υπόλοιπον κόσμον».


Ποιος εξόπλισε τον Χίτλερ

Οι αντικομμουνιστικές αντιλήψεις του Χίτλερ και των συνεργατών του ασφαλώς δεν ήταν ικανές, από μόνες τους να προκαλέσουν τον πόλεμο εναντίον της ΕΣΣΔ. Ούτε η γερμανική αστική τάξη θα ήταν σε θέση να πρωταγωνιστήσει σ' ένα Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν 20, περίπου, χρόνια πριν έβγαινε τσακισμένη από τον πρώτο.
Η Γερμανία ανορθώθηκε οικονομικά με τα σχέδια Ντωζ (1924) και Γιανκ (1929) τα οποία εμπνεύστηκαν κι έθεσαν σε εφαρμογή οι κύριοι εκπρόσωποι του αμερικανικού και του αγγλογαλλικού χρηματιστικού κεφαλαίου. Σε εφαρμογή αυτών των σχεδίων τα μεγαλύτερα αμερικάνικα μονοπώλια («Στάνταρντ Οϊλ», «Τζένεραλ Ελέκτρικ», «Τζένεραλ Μότορς», «Ιντερνέισοναλ Τέλεγκραφ εντ Τέλεφον Κόμπανι», «Φορντ», «Ανακόντα» κ.λπ.) διεισδύσανε στη γερμανική βιομηχανία με τη μέθοδο των απευθείας επενδύσεων. Το 1933 οι επενδύσεις κεφαλαίων στη γερμανική βιομηχανία ήταν 557 εκατομμύρια μάρκα, ενώ το 1939 το ποσό αυτό, με την εκδήλωση αγγλοαμερικανικών, κυρίως, επενδύσεων εκτινάχθηκε στα 4.432 εκατομμύρια μάρκα. Στο διάστημα 1933 - 1938, η παραγωγή της μηχανουργίας αυξήθηκε σχεδόν τέσσερις φορές κι ακόμη περισσότερο αυξήθηκε η παραγωγή βασικών πολεμικο - στρατηγικών υλών. Ετσι, για παράδειγμα η παραγωγή αλουμινίου που στα 1932 έφτανε τους 19 χιλιάδες τόνους, το 1939 έφτασε τους 200 χιλιάδες τόνους. Ακόμη, τα αμερικανικά μονοπώλια βοήθησαν τους Γερμανούς βιομηχάνους να οργανώσουν σε μεγάλη έκταση την παραγωγή συνθετικής βενζίνης και συνθετικού καουτσούκ.

Σε ό,τι αφορά καθαρά στην πολεμική παραγωγή, η πρόοδος της ναζιστικής Γερμανίας, χάρη στα ξένα κεφάλαια, υπήρξε εντυπωσιακή. Από το 1933 που οι ναζί ανέβηκαν στην εξουσία έως το 1940 η γερμανική πολεμική παραγωγή αυξήθηκε 22 φορές.
Σημαντική ήταν, επίσης, η ενίσχυση που πήρε η Γερμανία από τον αγγλοαμερικανικό και γαλλικό ιμπεριαλισμό, αφότου άρχισε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Στην πραγματικότητα, της παραδόθηκαν άθικτες οι οικονομίες ολόκληρων χωρών (Πολωνία, Νορβηγία, Ολλανδία, Βέλγιο, Γαλλία κ.λπ.) και μ' αυτόν τον τρόπο ήταν σαν να χρηματοδοτούνταν η πολεμική μηχανή του Χίτλερ και των συμμάχων του για τον πόλεμο εναντίον της ΕΣΣΔ21.


Σοβιετικοί στρατιώτες σε μάχες στους δρόμους του Στάλινγκραντ


Η σοσιαλιστική πατρίδα σε κίνδυνο

Οταν η ναζιστική Γερμανία αποφάσιζε να επιτεθεί εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης, υπολόγιζε σε έναν κεραυνοβόλο πόλεμο που μέσα σε τέσσερις, το πολύ πέντε βδομάδες θα είχε οδηγήσει στη συντριβή του αντιπάλου της και στην καταστροφή του κύριου όγκου των στρατιωτικών του δυνάμεων. Η «Οδηγία Νο 21» που ο Χίτλερ υπέγραψε στις 18 Δεκεμβρίου του 1940, υπογράμμιζε: «Ο όγκος του ρωσικού στρατού στη δυτική Ρωσία πρέπει να εκμηδενιστεί με τολμηρές επιχειρήσεις διά της εισχωρήσεως τεσσάρων βαθυτάτων αρματικών σφηνών και η υποχώρηση των ετοιμοπόλεμων δυνάμεων του εχθρού σε μεγάλες εκτάσεις της Ρωσίας πρέπει να παρεμποδιστεί». Ακόμη τονιζόταν πως αν τα αποτελέσματα μιας τέτοιας επιχείρησης δεν έφερναν την εξάρθρωση της ρωσικής αντίστασης, τότε η γερμανική πολεμική αεροπορία θα έπρεπε να καταστρέψει και την πιο μακρινή βιομηχανική περιοχή των Ουραλίων, ενώ ο σοβιετικός στόλος θα έπρεπε να αχρηστευτεί με την κατάληψη των βάσεών του στη Βαλτική22. Η επιτυχία ενός τέτοιου σχεδίου απαιτούσε τη συγκέντρωση του κύριου όγκου του Κόκκινου Στρατού όσο πιο κοντά στα σύνορα γινόταν, κάτι που οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις επιχείρησαν να το πετύχουν, πριν τεθεί σε εφαρμογή το «σχέδιο Μπαρμπαρόσα», με τη σχεδόν φανερή παρουσία τους κατά μήκος των σοβιετικών συνόρων, τις παραβιάσεις του σοβιετικού εναέριου χώρου και πλήθος άλλων προκλήσεων. Εντούτοις, δεν κατάφεραν το σκοπό τους γεγονός που φαίνεται, τουλάχιστον ως ένα βαθμό να οφείλεται και στην επιμονή του Στάλιν να διατηρηθεί ο κύριος όγκος των δυνάμεων του Κόκκινου Στρατού σε σημαντική απόσταση από τη γραμμή του μετώπου. Γράφουν - οι κάθε άλλο παρά φιλοκομμουνιστές - αδελφοί Ζόρες και Ρόι Μεντβέντιεφ23: «Εκείνη την εποχή το υπουργείο Αμυνας και το Γενικό Επιτελείο, έχοντας πειστεί ότι η έναρξη του πολέμου θα ήταν άμεση, εκλιπάρησαν τον Στάλιν να μεταφέρει μεγαλύτερο όγκο δυνάμεων από τις εφεδρείες στα δυτικά σύνορα και να δημιουργήσει μια πιο συμπαγή, συγκεντρωμένη διάταξη των δυνάμεων στις περιοχές κοντά στο μέτωπο. Ο Στάλιν απέρριψε κατηγορηματικά αυτό το αίτημα, επιμένοντας ότι πρέπει να διατηρηθούν μεγάλης κλίμακας εφεδρείες σε σημαντική απόσταση από οποιαδήποτε γραμμή μετώπου».

Για το ίδιο θέμα, ο στρατάρχης Ζούκοφ γράφει στα απομνημονεύματά του24: «Τα τελευταία χρόνια συνήθιζαν να κατηγορούν το Γενικό Στρατηγείο ότι δεν είχε δώσει διαταγές για μετακίνηση των βασικών δυνάμεων των στρατευμάτων μας από το βάθος της χώρας με σκοπό ν' αποκρουσθεί το εχθρικό χτύπημα. Δεν μπορώ να πω τι θα συνέβαινε αν γινόταν αυτό, αν θα ήταν καλύτερα ή χειρότερα. Είναι πολύ πιθανό ότι τα στρατεύματά μας, όντας ανεπαρκώς εφοδιασμένα με αντιτανκικά και αντιαεροπορικά μέσα άμυνας, έχοντας μικρότερη ευλυγισία από τα εχθρικά στρατεύματα, δε θα άντεχαν στα ισχυρά συντριπτικά χτυπήματα των θωρακισμένων δυνάμεων του εχθρού και μπορούσαν να βρεθούν στην ίδια δύσκολη κατάσταση που βρέθηκαν ορισμένες στρατιές των παραμεθόριων περιοχών. Και ακόμα είναι άγνωστο, πώς θα διαμορφωνόταν αργότερα η κατάσταση κοντά στη Μόσχα, στο Λένινγκραντ και στα νότια της χώρας. Σ' αυτά πρέπει να προστεθεί, ότι η χιτλερική διοίκηση υπολόγιζε ότι εμείς θα τραβούσαμε πιο κοντά στα κρατικά σύνορα τις κύριες δυνάμεις των μετώπων, όπου ο εχθρός σκόπευε να τις κυκλώσει και συντρίψει. Αυτός ήταν ο κύριος σκοπός του σχεδίου "Μπαρμπαρόσα" στην αρχή του πολέμου».

Ο κεραυνοβόλος πόλεμος της Βέρμαχτ εναντίον της ΕΣΣΔ πολύ γρήγορα φάνηκε ότι είχε αποτύχει και τούτο οφειλόταν στη σωστή τακτική της σοβιετικής διοίκησης η οποία δεν εγκλωβίστηκε στα σχέδια του εχθρού, αλλά και στη γεμάτη αυτοθυσία αντίσταση των σοβιετικών στρατευμάτων στα σύνορα, που είχε ως αποτέλεσμα πολύ μεγάλες απώλειες σε βάρος του Κόκκινου Στρατού25.

Τις πρώτες μέρες του πολέμου η κατάσταση για την ΕΣΣΔ διαγράφηκε πολύ δύσκολη και, δεν είναι υπερβολή να πούμε, εξαιρετικά επικίνδυνη. Παρά τη σθεναρή αντίσταση που συναντούσαν, οι εχθρικές δυνάμεις συνέχισαν να προελαύνουν. Στη βορειοδυτική και νοτιοδυτική κατεύθυνση του μετώπου κατάφεραν να προχωρήσουν σε βάθος από 300 έως 600 χιλιόμετρα μέσα στο σοβιετικό έδαφος. Ετσι η σοβιετική ηγεσία από τις 24 Ιούνη προχώρησε στην εκκένωση και μεταφορά, από τις περιοχές που βρίσκονταν κοντά στο μέτωπο προς τα ανατολικά, του πληθυσμού, των υπηρεσιών, των πολεμικών εφοδίων, των εργοστασίων και άλλων αξιών. Ακόμη η ΚΕ του Μπολσεβίκικου κόμματος επεξεργάστηκε ένα ευρύ πρόγραμμα ανασυγκρότησης της δουλιάς των κομματικών δυνάμεων και της ζωής της χώρας σύμφωνα με τις πολεμικές ανάγκες. Το κεντρικό σύνθημα αυτού του προγράμματος ήταν «ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ, ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗ». Στη συνέχεια, στις 3 Ιούλη, ο Στάλιν μ' ένα δραματικό ραδιοφωνικό του μήνυμα προς το σοβιετικό λαό εξήγησε τη διαμορφωθείσα κατάσταση και ανέπτυξε το πρόγραμμα υπεράσπισης της σοσιαλιστικής πατρίδας και των κατακτήσεων της Οχτωβριανής Επανάστασης. Τέλος, εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η Σοβιετική Ενωση θα κατάφερνε να νικήσει τελικά τους φασίστες επιδρομείς. Χαρακτήρισε τον πόλεμο ως «Ζήτημα ζωής ή θανάτου του σοβιετικού κράτους, ζωής ή θανάτου των λαών της ΕΣΣΔ». 

Ταυτόχρονα, όμως, υπογράμμισε και το διεθνιστικό χρέος της Σοβιετικής Ενωσης, υπογραμμίζοντας: «Αυτός ο παλλαϊκός πόλεμος για την πατρίδα, ενάντια στους φασίστες καταπιεστές, έχει για σκοπό του, όχι μόνο να εκμηδενίσει τον κίνδυνο που κρέμεται πάνω από τη χώρα μας, μα και να βοηθήσει όλους τους λαούς της Ευρώπης, που στενάζουν κάτω από το ζυγό του γερμανικού φασισμού». Και ο Στάλιν κατέληξε: «Οι δυνάμεις μας είναι αμέτρητες. Ο φαντασμένος εχθρός θα αναγκασθεί σε λίγο να πεισθεί γι' αυτό. Μαζί με τον κόκκινο στρατό πολλές χιλιάδες εργάτες, κολχόζνικοι, διανοούμενοι, ξεσηκώνονται για τον πόλεμο ενάντια στον εχθρό που μας επιτέθηκε. Θα σηκωθούν τα εκατομμύρια της μάζας του λαού μας»26.

Ετσι και έγινε. Ο σοβιετικός λαός πήρε στις πλάτες του τις τύχες του πολέμου, ανασυντάχτηκε και με αμέτρητες θυσίες κατάφερε να χαρίσει στην ανθρωπότητα τη νίκη κατά του φασισμού γεγονός που δεν μπορεί παρά να αποδεχτεί, σήμερα, κάθε σοβαρός άνθρωπος που σέβεται στοιχειωδώς την αλήθεια. Γράφει για παράδειγμα ο Βρετανός ιστορικός Alastair Parker για την «επιχείρηση Μπαρμπαρόσα»27: «Αυτή η εκστρατεία θα έκρινε τον πόλεμο. Η επιβίωση της Σοβιετικής Ενωσης περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο, καθόρισε τη μορφή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και του μεταπολεμικού κόσμου. Η επιτυχής αντίσταση της Σοβιετικής Ενωσης και η νίκη των ρωσικών στρατιών ήταν που επέτρεψε στην αγγλοαμερικανική συμμαχία να συμβάλει στην τελική ήτα του Χίτλερ - με πολύ λιγότερες δοκιμασίες για τον αγγλικό και τον αμερικανικό λαό, και σε διάστημα λίγων χρόνων και όχι δεκαετιών πολέμου που ίσως απαιτούνταν αν δεν είχε προηγηθεί η ρωσική νίκη».

1. Α. Χίτλερ: «Η Πολιτική μου διαθήκη», Εκδόσεις «Απολλώνειο Φως», σελ. 8
2. Catherine Merridale: «Ο πόλεμος του Ιβάν», εκδόσεις «Ιωλκός», σελ. 151
3. Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκωφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 1ος, σελ. 301
4. Στο ίδιο, σελ. 301
5. Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκωφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 1ος, σελ. 302 - 303
6. William L. Shirer: «Ανοδος και πτώσις του Γ' Ράιχ», εκδόσεις «Αρσενίδη», τόμος Γ' σελ. 108 - 110
7. «Προκήρυξις του Φύρερ προς τον γερμανικόν λαόν και Διακοίνωσις του υπουργείου των Εξωτερικών του Ράιχ προς την Σοβιετικήν Κυβέρνησιν», κατοχική έκδοση στα ελληνικά, σελ. 12
8. Inan Kershaw: «Χίτλερ 1936 - 1945 - Νέμεσις», εκδόσεις SCRIPTA, σελ. 897 - 898. Για τους αριθμούς των γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων που εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ βλέπε: στο ίδιο, σελ. 363
9. Ουίν. Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος πόλεμος», Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, τόμος β' σελ. 421- 423 και William L. Shirer: «Ανοδος και πτώσις του Γ' Ράιχ», τόμος Γ' σελ. 38 - 39
10. Inan Kershaw, στο ίδιο, σελ. 318 και 340
11. Α. Χίτλερ: «Η Πολιτική μου διαθήκη», Εκδόσεις «Απολλώνειο Φως», σελ. 30 και 34
12. Στο ίδιο, σελ. 47- 48
13. B. H. Liddell Hart: «Η άλλη πλευρά του λόφου», εκδόσεις «Δ. Δαρεμάς», σελ. 250
14. Λίντελ. Χαρτ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου», έκδοση 7ου ΕΓ/ΓΕΣ, τόμος Α', σελ. 173
15. Λίντελ. Χαρτ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου», έκδοση 7ου ΕΓ/ΓΕΣ, τόμος Α', σελ. 171
16. Λίντελ Χαρτ, στο ίδιο, σελ. 171 - 173.
17. «Προκήρυξις του Φύρερ προς τον γερμανικόν λαόν και Διακοίνωσις του Υπουργείου των Εξωτερικών του Ράιχ προς τη Σοβιετικήν Κυβέρνησιν», κατοχική έκδοση στα ελληνικά, σελ. 30
18. Λίντελ Χαρτ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου», έκδοση 7ου ΕΓ/ΓΕΣ, τόμος Α', σελ. 174
19. Α. Χίτλερ: «Ο Αγών μου», εκδόσεις ΔΑΡΕΜΑ, τόμος Β' σελ. 289, 290, 297
20. Ι. Φον Ρίμπεντροπ: «Σταυροφορία κατά του Μπολσεβικισμού», εκδόσεις «Ελεύθερη Σκέψις», σελ. 13 - 14
21. Υπουργείο Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β' Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός αιώνας», Αθήνα 1959, σελ. 129 - 131
22. Λ. Χαρτ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου», έκδοση 7ου ΕΓ/ΓΕΣ, τόμος Α΄, σελ. 178 - 179
23. Ζόρες και Ρόι Μεντβέντιεφ: «Ο Αγνωστος Στάλιν», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 364
24. Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκωφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 1ος, σελ. 319.
25. Ο ίδιος ο Στάλιν ανέφερε ότι στους πρώτους 4 μήνες του πολέμου η Σοβιετική Ενωση μετρούσε τις παρακάτω απώλειες: 350.000 νεκροί, 378.000 αγνοούμενοι και 1.020.000 τραυματίες (βλέπε: Β. Στάλιν: «Ο Μεγάλος Πόλεμος για την Πατρίδα», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1946, σελ. 14
26. Ι. Β. Στάλιν: «Ο μεγάλος πατριωτικός πόλεμος», εκδόσεις «Φεραίος», Αθήνας 1954, σελ. 7 - 13
27. Alastair Parker: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», Εκδόσεις ΕΠΙΛΟΓΗ/ ΘΥΡΑΘΕΝ- Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, σελ. 9




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου