Η ανάγκη
γρήγορης προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ στο νέο πολιτικό σκηνικό είναι το βασικό
περιεχόμενο των διεργασιών που συντελούνται στο κόμμα της αξιωματικής
αντιπολίτευσης. Η κατεύθυνση της προσαρμογής και του μετασχηματισμού είναι
δεδομένη: Συγκρότηση σε έναν σοσιαλδημοκρατικό - κεντροαριστερό πυλώνα του
αστικού πολιτικού συστήματος, που θα καλύπτει ένα ευρύτερο φάσμα από την
κεντροδεξιά έως τον οπορτουνισμό.
Αυτά αποτυπώθηκαν στη συνεδρίαση της
Πολιτικής Γραμματείας και στη συνεδρίαση της Συντονιστικής Γραμματείας της
«Προοδευτικής Συμμαχίας» μέσα στη βδομάδα.
Μέσα σε ένα
τέτοιο πλαίσιο, η πολιτική απόφαση της ΚΕ, που δόθηκε στη δημοσιότητα την
Πέμπτη σκιαγραφεί το «διπλό πολιτικό καθήκον» που έχει μπροστά του στις νέες
συνθήκες ο ΣΥΡΙΖΑ: Την «προγραμματική αντιπολίτευση» στη ΝΔ - στη βάση όμως της
στρατηγικής του κεφαλαίου που υπηρέτησε τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια από
κυβερνητικές θέσεις - και το «εγχείρημα αναβάπτισης και μετασχηματισμού του
κόμματος», με «παρακαταθήκη», όπως λέγεται, το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα.
Ιδιο
αντιλαϊκό περιεχόμενο...
Σε ό,τι
αφορά το χαρακτήρα της λεγόμενης «προγραμματικής» αντιπολίτευσης στη ΝΔ,
αποκαλυπτική είναι η αφετηρία από την οποία αυτή ξεκινά, με τον ΣΥΡΙΖΑ να
υπερασπίζεται όλο το αντιλαϊκό κυβερνητικό του έργο, το οποίο άνοιξε διάπλατα
το δρόμο στη ΝΔ, ως «κατακτήσεις» τις οποίες υποτίθεται πρέπει να διαφυλάξει ο
λαός: Από την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, που τσάκισε το λαό, την «επαναφορά
της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης», στην πλάτη των εργαζομένων και
των λαϊκών στρωμάτων, την «αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης» στο πλαίσιο της
αντιδραστικής πολιτικής της ΕΕ και της κατάπτυστης Συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας, στα
μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας που βαφτίζονται στην απόφαση «προστασία
των πλέον αδύναμων», αλλά και στην παραπέρα προώθηση των αμερικανοΝΑΤΟικών
σχεδίων, με «κορωνίδα» τη συμφωνία των Πρεσπών.
Αυτή είναι
και η βάση της «εποικοδομητικής» κριτικής στην κυβέρνηση της ΝΔ, με τον Αλ.
Τσίπρα να λέει χαρακτηριστικά μέσα στη βδομάδα, μιλώντας στην κοινοβουλευτική
ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και απευθυνόμενος στο κόμμα του αλλά στέλνοντας μήνυμα και στο
κεφάλαιο, ότι «δεν πρόκειται να λέμε όχι σε όλα, μόνο και μόνο επειδή
είμαστε αντιπολίτευση», υπογραμμίζοντας πως «καθήκον μας σήμερα είναι
να τους ταράξουμε στην τεκμηριωμένη κριτική και στην προγραμματική
αντιπολίτευση».
Και βέβαια
αυτή είναι η αφετηρία για τον παραπέρα «εμπλουτισμό» των επεξεργασιών με βάση -
όπως λέγεται - την εμπειρία της προηγούμενης τετραετίας και τη συγκρότηση ενός
«συμπαγούς, προοδευτικού» προγράμματος που θα απαντάει στις «σύγχρονες
προκλήσεις» της αστικής τάξης, ως βασικό στοιχείο δηλαδή για τη διαμόρφωσή του
σε βασική εφεδρεία της αστικής τάξης για την κυβερνητική εναλλαγή.
Ενδεικτικός
εξάλλου για τα παραπάνω είναι και ο τρόπος που ο ΣΥΡΙΖΑίικος Τύπος «υποδέχτηκε»
τα πρώτα βήματα της κυβέρνησης ΝΔ, «καλωσορίζοντας στις Πρέσπες» τη ΝΔ η οποία
δεσμεύεται ότι «θα τηρήσει απαρέγκλιτα» την αμερικανοΝΑΤΟική συμφωνία, παρουσιάζοντας
ως «προσγείωση στο ρεαλισμό» τις υπενθυμίσεις των ιμπεριαλιστικών «θεσμών» για
τις αντιλαϊκές δεσμεύσεις κ.ο.κ.
Ταυτόχρονα,
η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για «κοινοβουλευτική αλλά και κινηματική»
αντιπολίτευση, «με στόχο τη συνάντησή μας με το σύνολο των κοινωνικών δυνάμεων
και κινημάτων», δείχνοντας προς την κατεύθυνση όξυνσης της αντιπαράθεσης με τη
ΝΔ σε «επιλεγμένα» μέτωπα. Στόχος, να ενισχύεται ο κάλπικος διπολισμός αλλά και
να εγκλωβίζεται η εργατική - λαϊκή δυσαρέσκεια από την κυβέρνηση της ΝΔ σε
«αντιδεξιά» μέτωπα, με κατευθύνσεις και στόχους που θα ζητούν την υλοποίηση της
ίδιας αντιλαϊκής στρατηγικής, με άλλη όμως εκδοχή, ζυμώνοντας έτσι ξανά και την
αναγκαιότητα της κυβερνητικής εναλλαγής.
...με
αναζήτηση αποτελεσματικότερης «φόρμας»
Με ένα
τέτοιο υπόβαθρο, το πώς δηλαδή θα υπηρετηθούν οι στόχοι του κεφαλαίου από τις
θέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προτεραιότητα στη φάση αυτή αποκτά το
«εγχείρημα αναβάπτισης και μετασχηματισμού του κόμματος», με τον Αλ. Τσίπρα να
σημειώνει χαρακτηριστικά, στην ομιλία του την Τρίτη στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, πως «ζητούμενο
δεν είναι να αλλάξουμε τις αξίες μας, τις ιδέες μας, τις αρχές μας. Ζητούμενο
είναι να αλλάξουμε τη φόρμα για να υπηρετήσουμε καλύτερα αυτές τις αξίες»,
τους στόχους δηλαδή της αστικής τάξης που υπηρέτησε προηγουμένως από
κυβερνητικές θέσεις.
Ολα αυτά με
«παρακαταθήκη» - όπως λέγεται - το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα, που
παρουσιάζεται ως «πράσινο φως» στην πολιτική που εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ και με στόχο
«να αντιστοιχήσουμε την πολιτική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ με τα οργανωμένα του μέλη»,
με τη δημιουργία ενός κόμματος «στο οποίο θα χωρούν όλοι: Αριστεροί
ριζοσπάστες, αριστεροί σοσιαλιστές, δημοκράτες κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες,
οικολόγοι πράσινοι αλλά και πολίτες προερχόμενοι από το δημοκρατικό κέντρο»
και ικανού «να αποκτήσει οργανικές σχέσεις με την ελληνική κοινωνία, τους
θεσμούς της, τους φορείς εκπροσώπησής της. Στην αυτοδιοίκηση, στα συνδικάτα,
στους επιστημονικούς συλλόγους, αλλά και στα διαρκώς μετασχηματιζόμενα κινήματα
των εργαζομένων, της νεολαίας, στα κινήματα υπεράσπισης των δικαιωμάτων και του
περιβάλλοντος», «αναβαπτίζοντας» δηλαδή τη δυνατότητά του να χειραγωγεί
εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, με τη δημιουργία και των ανάλογων μηχανισμών.
Με λυμένο το
«τι και γιατί», η συζήτηση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώνει τώρα στο
«πώς», με φόντο και το συνέδριο του κόμματος, ο «οδικός χάρτης» για το οποίο
αναμένεται να παρουσιαστεί το Σεπτέμβρη. Εκεί θα ληφθούν αποφάσεις για τον
χαρακτήρα, τη στρατηγική, τη λειτουργία και τη δομή του κόμματος.
Βασικό
στοιχείο αποτελεί σε κάθε περίπτωση η παραπέρα πίεση από «πλεονεκτική θέση»
στις δυνάμεις του ΚΙΝΑΛ, με την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να εντοπίζει ότι το κόμμα
της Φ. Γεννηματά «έχει κληρονομήσει και έχει σε ένα βαθμό καταφέρει να
διατηρήσει ένα ευρύ δίκτυο εκπροσωπήσεων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στους
κρατικούς μηχανισμούς, στους φορείς εκπροσώπησης των εργαζομένων», και
ταυτόχρονα να μιλά για «προφανές στρατηγικό αδιέξοδο» και «εσωτερική κρίση που
αναμένεται να ενταθεί το επόμενο διάστημα», υποστηρίζοντας ότι όσοι αντιδράσουν
στη «στρατηγική ενσωμάτωσης στη ΝΔ» θα «αναζητήσουν διέξοδο στον δημοκρατικό,
αριστερό προοδευτικό πόλο του πολιτικού συστήματος», τον βασικό φορέα της
σοσιαλδημοκρατίας που οικοδομεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Χρήσιμο
εργαλείο στους παραπάνω σχεδιασμούς θα αποτελέσει, όπως όλα δείχνουν, η
«Προοδευτική Συμμαχία». Το ρόλο της επαίνεσε στη συνεδρίαση της εκτελεστικής
της γραμματείας ο Αλ. Τσίπρας, τονίζοντας πως επιβεβαιώθηκε η στρατηγική
συμπόρευσης με αυτήν, ενώ ανοιχτό παραμένει το ζήτημα ενσωμάτωσής της στον
ΣΥΡΙΖΑ με τη νέα του οργανωτική μορφή ως ισότιμου μέλους. Από την άλλη, η
«Αυγή» σε άρθρο της υποστηρίζει πως δεν είναι απίθανο στελέχη της «Προοδευτικής
Συμμαχίας» να ενταχθούν στον ΣΥΡΙΖΑ πριν από το συνέδριο, όπως οι προερχόμενοι
από το ΠΑΣΟΚ Γ. Ραγκούσης, Μ. Ξενογιαννακοπούλου, Ν. Μπίστης κ.ά.
Σε
συνέντευξή του στο «Εθνος της Κυριακής», ο Ν. Παππάς προετοίμασε το έδαφος προς
την κατεύθυνση αυτή ζητώντας «μπόλιασμα του κόμματος με νέα στελέχη από
διάφορους χώρους», προσθέτοντας πως «πρέπει επιτέλους να ανοίξουμε το
κόμμα» και χαρακτηρίζοντας «αναγκαίο» τον μετασχηματισμό που προωθεί ο Α.
Τσίπρας.
Ως η άλλη
πλευρά των σχεδίων αυτών για την «από τα πάνω» διεύρυνση, με προσεταιρισμό
στελεχών και πολιτικών ομάδων από όλους τους χώρους έως και την κεντροδεξιά,
εμφανίζονται τα στελέχη της υποτιθέμενης «αριστερής» πτέρυγας, που - όπως
συμβαίνει σε κάθε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που... σέβεται τον εαυτό του -
επιχειρεί να αναβαπτίσει το «αριστερό» προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ, για τον εγκλωβισμό
λαϊκών δυνάμεων, μιλώντας για τη δυνατότητα «αμφίπλευρης» διεύρυνσης, και προς
τα «αριστερά», δεδομένου και του κενού που υπάρχει στο χώρο του οπορτουνισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου