Επιλογή γλώσσας

Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Φυλακές Συγγρού 1931

Φυλακές Συγγρού 1931

Οι 8 και ο «κόκκινος δεκανέας»

Στις 15 του Απρίλη 1931 πραγματοποιείται η πρώτη μεγάλη απόδραση κομμουνιστών στην Ελλάδα.

Τα ξημερώματα δραπετεύουν από τις φυλακές Συγγρού τα στελέχη του ΚΚΕ Ανδρόνικος Χαϊτάς (Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ), Κώστας Ευτυχιάδης (μέλος του ΠΓ), Μήτσος Παπαρήγας
(μέλος του ΠΓ), Βασίλης Ασίκης (μέλος της ΚΕ), Ορφέας Οικονομίδης, Λευτέρης Αποστόλου, Περικλής Καρασκόγιας και Μάρκος Μαρκοβίτης. Καθοριστική στην απόδραση ήταν η συμβολή του αρχιφύλακα δεκανέα Γρηγόρη Γρηγοριάδη, του επονομαζόμενου και «κόκκινου δεκανέα», που απέδρασε και ο ίδιος. 

Συμμετοχή στην προετοιμασία και εκτέλεση της απόδρασης από τις φυλακές Συγγρού είχε και το στέλεχος του ΚΚΕ Θανάσης Κλάρας, ο θρυλικός αργότερα πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης, που όμως δεν περιλήφθηκε σε αυτούς που απόδρασαν μιας και η ποινή του ήταν μικρή και σε σύντομο χρονικό διάστημα θα αποφυλακιζόταν.

Η απόδραση είχε γίνει δυο μέρες νωρίτερα, τη νύχτα της 14ης Απριλίου κάτω από συνθήκες πραγματικά μυθιστορηματικές. Οι δραπέτες, γνωστά στελέχη του Κ.Κ.Ε., ήταν οι: Ανδρόνικος Χαϊτάς, Λευτέρης Αποστόλου, Κ. Ευτυχιάδης (ή Ηλιάδης), Δ. Παπαρήγας, Β. Ασίκης, Περ. Καρασκόγιας, Μάρκος Μαρκοβίτης και Γρηγόρης Γρηγοριάδης. Ο τελευταίος, γνωστός από την ημέρα εκείνη σαν «κόκκινος δεκανέας», δεν ήταν κρατούμενος αλλά φρουρός τους και με την ανεκτίμητη όπως θα δούμε συμβολή του, στάθηκε ο αποφασιστικότερος παράγοντας για την απόδραση.

Ο τρόπος της απόδρασής τους είχε πολλά γνωρίσματα από τα κλασικά πρότυπα: λιμάρισαν τα κάγκελα του παραθυριού, έριξαν σκοινί, αρπάχτηκαν, κατέβηκαν κάτω και χάθηκαν.
Προσφερότερη μέθοδος, έπειτα από πολλές συζητήσεις, παρουσιαζόταν το «σάλτο».

Η συζήτηση δεν γινόταν με όλους, αλλά μόνο με εκείνους που ήταν απαραίτητο να το γνωρίζουν. Όσοι θα δραπέτευαν και 3-4 που θα βοηθούσαν, ανάμεσα στους οποίους και ο Κλάρας.

Το Κόμμα είχε ήδη ειδοποιηθεί, είχε εγκρίνει και είχε κινήσει τον μηχανισμό του για την επιτυχία του εγχειρήματος.

Κριτήριο για το ποιοι θα δραπετεύανε ήταν η ποινή (2 χρόνια και πάνω με εξορία) και οι ανάγκες που είχε έξω η οργάνωση.
Το κλειδί της επιτυχίας ήταν ο δεκανέας Γρηγόρης Γρηγοριάδης από τη Χαλκίδα, μυστικό μέλος της νεολαίας του ΚΚΕ, ο οποίος βρέθηκε αποσπασμένος, σαν δεκανέας «αλλαγής» στις φυλακές Συγγρού. Λίγες μέρες μετά την ένταξή του εκεί εξαφανιζόταν μαζί με τους 7 κομμουνιστές.

Πρέπει με την ευκαιρία να διευκρινιστεί, ότι την εποχή εκείνη, ενώ την εσωτερική φρούρηση των φυλακών είχε η Σωφρονιστική υπηρεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, η εξωτερική φρούρηση είχε ανατεθεί στο στρατό και πολλές φορές στελνόντουσαν για φρουροί νεοσύλλεκτοι ή άλλοι φαντάροι χωρίς πείρα και γνώσεις από φυλακές.

Δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένο αν ο δεκανέας ήρθε μυημένος για την απόδραση. Ούτε αν η απόσπασή του προωθήθηκε από παράγοντες που επηρέαζε το Κόμμα. Η ταχύτητα ωστόσο που έδρασε ενισχύει την άποψη ότι είχε μυηθεί.

Η λίμα

Από τις πρώτες κιόλας ώρες που έφτασε ο Γρηγοριάδης έπιασε επαφή με τον πυρήνα των δραπετών. Φρουρός δεκανέας ήταν, δεν είχε πολλές δυσκολίες.  Μετά 2-3 ημέρες τους προμήθεψε μια μικρή ισχυρή λίμα.

Το παράθυρο που έβλεπε στο προαύλιο είχε 4 κάγκελα. Τα δυο πρώτα τα έκοψαν την άλλη μέρα, την ώρα που οι περισσότεροι φυλακισμένοι σουλατσάριζαν στο προαύλιο.

Ένας (κατά πάσα πιθανότητα ο Παπαρήγας, που ήταν μηχανουργός) έκοβε και οι άλλοι, σκορπισμένοι κατάλληλα, επέβλεπαν. Η λίμα ήταν πραγματικά θαυματουργή. Κοφτερή, λεπτή και αθόρυβη.

Δεν έκοψαν τελείως τα κάγκελα. Άφησαν λίγο, ίσα που να στηρίζονται στη θέση τους.

Την άλλη μέρα έκοψαν και τ’ άλλα δυο. Ένα μέρος του δρόμου προς την ελευθερία είχε ανοίξει. 'Εκείνοι είχαν από δω και πέρα να προετοιμάζονται και να περιμένουν. Τα υπόλοιπα έπεφταν στο ρόλο του Γρηγοριάδη και των συντρόφων τους απ’ εδώ.

Στο βαρύ έργο του Γρηγοριάδη ήταν η απομάκρυνση δυο φρουρών. Εκείνου που σουλατσάριζε στη σκοπιά που βρισκόταν στο ύψος της φυλακής και του άλλου που φύλαγε στη σκοπιά του προαυλίου.

Ορίστηκε σα νύχτα φυγής η 13η Απριλίου. Τα πράγματα όμως ήρθαν ανάποδα. Οι φρουροί δεν ήταν του χεριού του Γρηγοριάδη. Αποφασίστηκε ν’ αναβληθεί για την επόμενη.
Αναπάντεχος μπελάς του δεκανέα ήταν τα τηλεφωνικά σύρματα της φυλακής που έκοψαν οι απ’ έξω, για να εξασφαλίσουν καλύτερα την διαφυγή και δεν είχαν καιρό να τα ξανασυνδέσουν. Μαζί με τους αρμόδιους της φυλακής, ο Γρηγοριάδης βάλθηκε με χτυποκάρδι ν’ αναζητάει πού οφειλόταν η τηλεφωνική διακοπή. Όταν ανακαλύφτηκαν τα κομμένα σύρματα, υποστήριξε κι αυτός μαζί με τους άλλους την άποψη ότι θα κόπηκαν από τον αέρα, και το απρόβλεπτο αυτό επεισόδιο πέρασε χωρίς συνέπειες.

Τα πράγματα μελετήθηκαν καλύτερα για τη νύχτα που ερχόταν. Για τους μέσα δεν υπήρχε μεγάλο πρόβλημα. Ετοιμάστηκαν, λούφαξαν και περίμεναν το σύνθημα.

Γύρω στα μεσάνυχτα, ο Γρηγοριάδης, καθώς άλλαζε τον φρουρό του πύργου, του υπόδειξε να μην κάνει βόλτες στο υπερώο, όπως επιβαλλόταν για την καλύτερη εποπτεία του χώρου, αλλά να καθίσει στο βάθος της σκάλας «για να μην πουντιάσει», πράγμα που ο άλλος το δέχτηκε με ευγνωμοσύνη.

Απόμενε ο σκοπός του προαυλίου που συνέβη, όχι εντελώς τυχαία, να είναι εκείνο το βράδυ ένας αγαθός φαντάρος.

— Έχω τρομερό πονοκέφαλο, του λέει ο Γρηγοριάδης. Πετάξου στου Χαροκόπου να μου πάρεις μια ασπιρίνη.

Ο φαντάρος αρνήθηκε στην αρχή.

— Κυρ - δεκανέα, αν έρθει η έφοδος θα βρω τον μπελά μου.

— Θα μείνω εγώ στη θέση σου, τον καθησύχασε ο Γρηγοριάδης παίρνοντάς του το όπλο και δίνοντάς του χρήματα να πάρει ασπιρίνη και τσιγάρα.

Ο φαντάρος πείστηκε και αναχώρησε. Μόλις πέρασε την πύλη, ο Γρηγοριάδης άρχισε να σιγοτραγουδάει. Ήταν το σύνθημα.

Αμέσως οι άλλοι τράβηξαν τα κάγκελα από το παράθυρο και έριξαν το σκοινί που είχαν φτιάξει από κουβέρτες, που τις είχαν κόψει σε στέρεες λουρίδες.

Οι περισσότεροι κρατούμενοι κοιμόντουσαν βαριά και δεν πήραν χαμπάρι τι έγινε, ενώ οι μυημένοι βοήθαγαν τους συντρόφους τους που έφευγαν, φροντίζοντας παράλληλα να καθησυχάσουν εκείνους που ή ήταν ξύπνιοι ή ξύπνησαν και ζητούσαν να πληροφορηθούν τι γινόταν.
(…) Με οδηγό τον Γρηγοριάδη, πέρασαν το προαύλιο της φυλακής, την έξοδο και πήραν δρόμο μέσα στη νύχτα.

Οι σύντροφοι που έμειναν στη φυλακή τράβηξαν το σκοινί, έβαλαν τα κάγκελα στη θέση τους, ξάπλωσαν στα κρεβάτια τους και περίμεναν τη συνέχεια.

Οι απ’ έξω

Η πρώτη δουλειά της ομάδας που είχε αναλάβει να βοηθήσει απ’ έξω ήταν να κόψει, όπως και το προηγούμενο βράδυ, τα τηλέφωνα. Η δεύτερη να παρακολουθήσει τον φαντάρο που έστειλε ο Γρηγοριάδης για ασπιρίνη και τσιγάρα.

Εκείνος βρήκε ένα μαγαζάκι στου Χαροκόπου, έκανε τα ψώνια του και επέστρεφε. Μολονότι περπατούσε με την ησυχία του, ο χρόνος της απουσίας του ήταν πολύ μικρότερος από τον χρόνο που χρειαζόντουσαν οι δραπέτες για να φύγουν. Γι’ αυτό αποφάσισαν να επέμβουν και να τον καθυστερήσουν.

Μόλις ο φαντάρος περνούσε την γέφυρα του σιδηροδρόμου, είδε ξαφνικά τρεις άγνωστους να ξεπετάγονται μπροστά του.

Ο ίδιος υποστήριξε αργότερα ότι τον απείλησαν με περίστροφο. Μάλλον δεν χρειαζόταν, αφού και άοπλος ήταν και οπωσδήποτε εύκολος αντίπαλος.

— Έλα μαζί μας και μη βγάλεις τσιμουδιά, του είπαν.

— Τι τρέχει; έκανε εκείνος τρομαγμένος.

— Μη φοβάσαι, δεν έχεις να πάθεις τίποτα, θα κάνουμε μόνο έναν μικρό περίπατο κι ύστερα θα είσαι λεύτερος.

Τούς ακολούθησε χωρίς αντίσταση. Σ’ ένα ερημικό σημείο στα κάτω Πετράλωνα βρισκόταν ένα εργοστάσιο. Μπήκαν στο προαύλιό του και περίμεναν. Όταν πέρασε μισή περίπου ώρα τον άφησαν ελεύθερο.

— Πήγαινε κατευθείαν στη φυλακή και μην κοιτάξεις πίσω σου!

Έκανε όπως του είπαν, πανευτυχής που γλίτωνε απ αυτή τήν περιπέτεια, που δεν μπορούσε να εξηγήσει τον σκοπό της.
Στα όπλα!

Μόλις έφτασε στη φυλακή βρήκε τη φρουρά αναστατωμένη. Ο αξιωματικός εφόδου είχε βρει λίγο πριν την σκοπιά του προαυλίου κενή και κάλεσε στα όπλα. Η επιστροφή του φαντάρου και τα λεγόμενά του, σε συνδυασμό με την διακοπή του τηλεφώνου, ενίσχυσε τις υποψίες ότι κάποιοι κρατούμενοι αποπειράθηκαν ή κατάφεραν να δραπετεύσουν. Ώσπου να το εξακριβώσουν όμως πέρασε αρκετή ώρα —πολύ περισσότερη ίσως από όση χρειαζόντουσαν οι 7 δραπέτες με τον δεκανέα για να εξαφανιστούν.

Ακολούθησε εξοντωτική ανάκριση των κρατουμένων κομμουνιστών, η οποία δεν απόδωσε τίποτα. Οι 25 που απόμειναν αρνιόντουσαν να δώσουν οποιαδήποτε πληροφορία. Αναγκαστικά ο εντοπισμός των ευθυνών περιορίστηκε την άλλη μέρα στον διοικητή των φυλακών Μαρκόπουλο και στους φρουρούς. Στο μεταξύ ολόκληρη η δύναμη της Ειδικής Ασφαλείας είχε εξαπολυθεί σε μια απελπισμένη καταδίωξη των δραπετών.


Συνεχίζεται με την απόδραση από τις φυλακές  Συγγρού 1932 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου