“Τ’ όνομά σου τώρα είναι δαυλός αναμμένος, που
φωτίζει την Αμερική”
O Σιμόν Μπολίβαρ είναι μια από τις σημαντικότερες
προσωπικότητες της λατινοαμερικανικής ιστορίας. Έχοντας ήδη κατακτήσει διεθνή
φήμη όσο ζούσε, το όνομά του έγινε μύθος μετά το θάνατό του. Λίγες μόνο μορφές
της νεότερης ιστορίας κατόρθωσαν να συνδυάσουν ρώμη και αδυναμία, χαρακτήρα και
ταμπεραμέντο, προφητικό όρμα και ποιητική δύναμη όσο ο Μπολίβαρ.
Ένα μόνο
παράδειγμα της παγκόσμιας απήχησής του είναι το ποίημα Μπολιβάρ, που δημοσίευσε
ο υπερρεαλιστής ποιητής και ζωγράφος Νίκος Εγγονόπουλος εν μέσω κατοχής, με
προφανείς τις αναλογίες του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του λατινοαμερικανού
επαναστάτη με την αντίσταση του ελληνικού λαού κατά των κατακτητών.
Σε ηλικία 16 ετώ συνέχισε τις σπουδές του στη Ισπανία, όπου και παντρεύτηκε την
κόρη Ισπανού ευγενούς κι επέστρεψε στο Καράκας το 1801. Μόλις ένα χρόνο
αργότερα η νεαρή σύζυγος πέθανε από κίτρινο πυρετό, λόγος που σύμφωνα με
κάποιους βιογράφους το υπήρξε καθοριστικός για την εμπλοκή του στην πολιτική σε
τόσο νεαρή ηλικία.
Το 1804 πήγε στο παρίσι όπου επηρεάστηκε ακόμα περισσότερο
από τη δράση του Ναπολέοντα και τη σκέψη διαφωτιστών του 18ου αιώνα.
Συναντήθηκε επίσης με το Γερμανό επιστήμονα κι ερευνητή Αλεξάντερ φον Χούμπολτ,
που είχε μόλις επιστρέψει από τη Λατινική Αμερική λέγοντας στον Μπολίβαρ πως
είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για την ανεξαρτησία των ισπανικών αποικιών. Σε
ένα ταξίδι του Μπολίβαρ στη Ρώμη, ορκίστηκε στο όρος Σάκρο να απελευθερώσει τον
τόπο του. Το 1807 επέστρεψε στη Βενεζουέλα μέσω ΗΠΑ, κι ένα χρόνο μετά ξέσπασε
το λατινοαμερικανικό κίνημα ανεξαρτησίας.
Ο ίδιος ο Μπολίβαρ συμμετείχε σε σειρά συνωμοτικών συναντήσεων για το
συντονισμό της επαναστατικής δράσης και στις 19 Απρίλη 1810 ο Ισπανός
κυβερνήτης καθαιρέθηκε κι εκδιώχθηκε από τη Βενεζουέλα, με τους στρατιωτικούς
να αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση. Ο Μπολίβαρ απεστάλη στην Αγγλία για να
αναζητήσει βοήθεια, εγχείρημα το οποίο δεν τελεσφόρησε. Ωστόσο ο ίδιος ήρθε σε
επαφή με το βρετανικό κοινοβουλευτισμό, που τον επηρέασε σημαντικά, ενώ έπεισε
και τον Φρανσίσκο ντε Μιράδα, Βενεζολάνο επαναστάτη, να επιστρέψει στη χώρα για
να ηγηθεί του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.
Στην πρώτη του ομιλία στην Εθνοσυνέλευση της Βενεζουέλας, ο Μπολίβαρ δήλωσε “Ας
θέσουμε το θεμέλιο λίθο της αμερικανικής ελευθερίας χωρίς φόβο. Δισταγμός
σημαίνει χαμός”. Στις 5 Ιούλη 1811 η Εθνοσυνέλευση διακήρυξε την ανεξαρτησία
της Βενεζουέλας και ο Μπολίβαρ τέθηκε υπό τη διοίκηση του στρατού του Μιράδα,
με τον οποίο ωστόσο ήρθαν σύντομα σε σύγκρουση. Ο Μιράδα υπέγραψε εκεχειρία με
τους Ισπανούς, στους οποίος παραδόθηκε αφότου ο Μπολίβαρ και οι συναγωνιστές
του απέτρεψαν τη δραπέτευσή του από τη Βενεζουέλα.
Ο Μπολίβαρ συνέχισε
τον αγώνα του από τη Νέα Γρανάδα, δημοσιεύοντας το “Μανιφέστο της Καρταχένα”
καλώντας σε ενωμένη επαναστατική δράση κατά της Ισπανίας. Σε μια σκληρή κι
αιματηρή εκστρατεία κατόρθωσε να ξαναμπεί στο Καράκας το 1831, με τον τίτλο του
“Ελευθερωτή” (Λιμπερταδόρ), αναλαμβάνοντας την εξουσία. Στον εμφύλιο που
ακολούθησε μεταξύ μοναρχικών πιστών στην Ισπανία και οπαδών της ανεξαρτησίας ο
Μπολίβαρ ηττήθηκε και κατέφυγε ξανά στη Νέα Γρενάδα κι αργότερα στη Τζαμάικα.
Εκεί συνέγραψε το γνωστότερο έργο του “Γράμμα από τη Τζαμάικα”, όπου καλούσε σε
αγώνα για μια ανεξάρτητη Λατινική Αμερική από τη Χιλή ως την Αργεντινή κι από
εκεί ως το Μεξικό.
Ως το 1815 η Ισπανία είχε αποστείλει τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις που
είχαν ποτέ διασχίσει τον Ατλαντικό υπό τη διοίκηση του Πάμπλο Μορίγιο. Καθώς
ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Βρετανία παρείχαν βοήθεια στους επαναστάτες, ο Μπολίβαρ
κατέφυγε στην Αϊτή, που είχε μόλις αποτινάξει το γαλλικό αποικιοκρατικό ζυγό,
όπου έλαβε όπλα και πολεμοφόδια. Τα επόμενα χρόνια ο Μπολίβαρ συνέχισε τον
αγώνα του κατά τον Ισπανών, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων Βρετανούς και
Ιρλανδούς μισθοφόρους. Το 1819 συνέλαβε το σχέδιο κατάληψης της Νέας Γρανάδας,
μιας από τις τολμηρότερες επιχειρήσεις της στρατιωτικής ιστορίας. Με την
αιφνιδιαστική επίθεση τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, οι ισπανικές δυνάμεις
παραδόθηκαν και τρεις μέρες μετά ο Μπολίβαρ μπήκε στην Μπογκοτά.
Ο Μπολίβαρ ανέλαβε πρόεδρος με πλήρεις εξουσίες, προτρέποντας τους βουλευτές
του κογρέσου να ανακηρύξουν την δημιουργία της Δημοκρατίας της Κολομβίας, που
αποτελούνταν από τη σημερινή Κολομβία, τον Παναμά, τη Βενεζουέλα και το
Εκουαδόρ. Το 1820 οι δυνάμεις του Μπολίβαρ υπέγραψαν συνθήκη με την ισπανική
κυβέρνηση για εξάμηνη κατάπαυση του πυρός.
Όταν ξανάρχισαν οι μάχες, ο Μπολίβαρ κατόρθωσε να κατανικήσει τον ισπανικό στρατό στη μάχη του Καραμπόμπο το 1821, απελευθερώνοντας οριστικά πια τη Βενεζουέλα. Επόμενο επίτευγμά του ήταν η απελευθέρωση του Εκουαδόρ τον Ιούνη του 1822.Εκεί γνώρισε την επαναστάτρια Μανουέλα Σάενς που συνδέθηκε μαζί του και τον συνόδευσε το Περού και τελικά στο προεδρικό μέγαρο της Μπογκοτά.
Όταν ξανάρχισαν οι μάχες, ο Μπολίβαρ κατόρθωσε να κατανικήσει τον ισπανικό στρατό στη μάχη του Καραμπόμπο το 1821, απελευθερώνοντας οριστικά πια τη Βενεζουέλα. Επόμενο επίτευγμά του ήταν η απελευθέρωση του Εκουαδόρ τον Ιούνη του 1822.Εκεί γνώρισε την επαναστάτρια Μανουέλα Σάενς που συνδέθηκε μαζί του και τον συνόδευσε το Περού και τελικά στο προεδρικό μέγαρο της Μπογκοτά.
Μετά την αναγνώριση της Μεγάλης Κολομβίας από τις ΗΠΑ, στόχος ήταν η απελευθέρωση
του Περού, στόχος για τον οποίο ένωσε τις δυνάμεις του με τον Αργεντινό
επαναστάτη Χοσέ ντε Σαν Μάρτιν, που είχε πρωτοστατήσει στην απελευθέρωση της
Νότιας Αμερικής. Εκείνος του έδωσε πλήρη ελευθερία κινήσεων στη διεξαγωγή του
πολέμου. Ως τα τέλη του 1824 κατόρθωσε να πετύχει την ανεξαρτησία του Περού,
αναλαμβάνοντας με εκλογή από την εθνοσυνέλευση της χώρας το αξίωμα του
δικτάτορα. Το 1825 απελευθερώθηκε το Άνω Περού, που μετονομάστηκε σε Βολιβία
προς τιμήν του επαναστάτη. . Στόχος του Μπολίβαρ ήταν η δημιουργίας μιας ένωσης
λατινοαμερικανικών κρατών, μέσω της υπογραφής συνθηκών. Το 1826 συγκάλεσε το
Γενικό Αμερικανικό Συνέδριο με αυτόν ακριβώς το στόχο, ωστόσο λίγες μόνο από
τις νεότευκτες δημοκρατίες απέστειλαν αντιπροσώπους. Παρότι τα αποτελέσματα του
συνεδρίου έμειναν εν πολλοίς στο χαρτί, απετέλεσαν παράδειγμα για μελλοντικές
προσπάθειες συνεννόησης και αλληλεγγύης στη νοτιοαμερικινή ήπειρο.
Ο Μπολίβαρ, που σκεφτόταν με όρους ηπείρου κι όχι απλώς εθνών – κρατών, φοβόταν το ξέσπασμα ενός ενδολατινικού εμφυλίου, που πράγματι ξέσπασε το 1826. Ο Μπολίβαρ είχε ν αντιμετωπίσει και την αυξανόμενη εχθρότητα πρώην συνοδοιπόρων του, ενώ το 1827 έπεσε θύμα απόπειρας δολοφονίας. Το 1829 ένας από τους γνωστότερους στρατηγούς του εξεγέρθηκε εναντίον του και παρότι το κίνημά του κατεστάλη, ο Μπολίβαρ ένιωσε βαθιά απογοήτευση για την αποστασία των συνεργατών του. Η αποδόμηση του ενωτικού οράματος του Μπολίβαρ συνεχίστηκε με την απόσχιση της Βενεζουέλας από τη Μεγάλη Κολομβία την ίδια χρονιά.
Ο Μπολίβαρ, που σκεφτόταν με όρους ηπείρου κι όχι απλώς εθνών – κρατών, φοβόταν το ξέσπασμα ενός ενδολατινικού εμφυλίου, που πράγματι ξέσπασε το 1826. Ο Μπολίβαρ είχε ν αντιμετωπίσει και την αυξανόμενη εχθρότητα πρώην συνοδοιπόρων του, ενώ το 1827 έπεσε θύμα απόπειρας δολοφονίας. Το 1829 ένας από τους γνωστότερους στρατηγούς του εξεγέρθηκε εναντίον του και παρότι το κίνημά του κατεστάλη, ο Μπολίβαρ ένιωσε βαθιά απογοήτευση για την αποστασία των συνεργατών του. Η αποδόμηση του ενωτικού οράματος του Μπολίβαρ συνεχίστηκε με την απόσχιση της Βενεζουέλας από τη Μεγάλη Κολομβία την ίδια χρονιά.
Θεωρώντας πως πλέον η παρουσία
του συνιστούσε κίνδυνο για την ειρήνη και τη σταθερότητα των νεαρών εθνών-
κρατών στη δημιουργία των οποίων είχε συμβάλει, αποφάσισε να αποσυρθεί από τη
δημόσια ζωή το 1830, αναζητώντας καταφύγιο στην Ευρώπη. Πριν αναχωρήσει έμαθε
πως ο άνθρωπος που ετοίμαζε ως διάδοχό του είχε δολοφονηθεί, οδηγώντας τον σε
ακύρωση του ταξιδιού. Πέθανε στις 17 Δεκέμβρη 1830 στο σπίτι ενός Ισπανού
θαυμαστή του από φυματίωση.
Νίκος Εγγονόπουλος - ΜΠΟΛΙΒΑΡ
Μπολιβάρ
Μπολιβάρ! Όνομα από μέταλλο και ξύλο, είσουνα ένα λουλούδι μεσ’ στους μπαχτσέδες της Νότιας Αμερικής.
Είχες όλη την ευγένεια των λουλουδιών μεσ’ στην καρδιά σου, μεσ’ στα μαλλιά σου, μέσα στο βλέμμα σου.
Η χέρα σου είτανε μεγάλη σαν την καρδιά σου, και σκορπούσε το καλό και το κακό.
Ροβόλαγες τα βουνά κι’ ετρέμαν τ’ άστρα, κατέβαινες στους κάμπους, με τα χρυσά, τις επωμίδες, όλα τα διακριτικά του βαθμού σου,
Με το ντουφέκι στον ώμο αναρτημένο, με τα στήθια ξέσκεπα, με τις λαβωματιές γιομάτο το κορμί σου,
Κι εκαθόσουν ολόγυμνος σε πέτρα χαμηλή, στ’ ακροθαλάσσι,
Κι έρχονταν και σ’ έβαφαν με τις συνήθειες των πολεμιστών Ινδιάνων,
Μ’ ασβέστη, μισόνε άσπρο, μισό γαλάζιο, για να φαντάζης σα ρημοκκλήσι σε περιγιάλι της Αττικής,
Σαν εκκλησιά στις γειτονιές των Ταταούλων, ωσάν ανάχτορο σε πόλη της Μακεδονίας ερημική.
Μπολιβάρ! Είσουνα πραγματικότητα, και είσαι, και τώρα, δεν είσαι όνειρο.
Όταν οι άγριοι κυνηγοί καρφώνουνε τους άγριους αετούς, και τ’ άλλα άγρια πουλιά και ζώα,
Πάν’ απ’ τις ξύλινες τις πόρτες στ’ άγρια δάση,
Ξαναζής, και φωνάζεις, και δέρνεσαι,
Κι είσαι ο ίδιος εσύ το σφυρί, το καρφί κι ο αητός.
Αν στα νησιά των κοραλλιών φυσούνε άνεμοι, κι αναποδογυρίζουνε τα έρημα καΐκια,
Κι οι παπαγάλοι οργιάζουνε με τις φωνές σαν πέφτει η μέρα, κι οι κήποι ειρηνεύουνε πνιγμένοι σ’ υγρασία,
Και στα ψηλά δεντρά κουρνιάζουν τα κοράκια,
Σκεφτήτε, κοντά στο κύμα, του καφφενείου τα σιδερένια τα τραπέζια,
Μέσ’ στη μαυρίλα πως τα τρώει τ’ αγιάζι, και μακρυά το φως π’ ανάβει, σβύνει, ξανανάβει, και γυρνάει πέρα δώθε,
Και ξημερώνει — τι φριχτή αγωνία — ύστερα από μια νύχτα δίχως ύπνο,
Και το νερό δεν λέει τίποτε από τα μυστικά του.
Έτσ’ η ζωή.
Κι έρχετ’ ο ήλιος, και της προκυμαίας τα σπίτια, με τις νησιώτικες καμάρες,
Βαμμένα ροζ, και πράσινα, μ’ άσπρα περβάζια (η Νάξο, η Χίος),
Πως ζουν! Πως λάμπουνε σα διάφανες νεράιδες! Αυτός ο Μπολιβάρ!
Μπολιβάρ! Κράζω τ’ όνομά σου ξαπλωμένος στην κορφή του βουνού Έρε,
Την πιο ψηλή κορφή της νήσου Ύδρας.
Από δω η θέα εκτείνεται μαγευτική μέχρι των νήσων του Σαρωνικού, τη Θήβα,
Μέχρι κει κάτω, πέρα απ’ τη Μονεβασιά, το τρανό Μισίρι,
Αλλά και μέχρι του Παναμά, της Γκουατεμάλα, της Νικαράγκουα, του Οντουράς, της Αϊτής, του Σαν Ντομίγκο, της Βολιβίας, της Κολομβίας, του Περού, της Βενεζουέλας, της Χιλής, της Αργεντινής, της Βραζιλίας, Ουρουγουάη, Παραγουάη, του Ισημερινού,
Ακόμη και του Μεξικού.
Μ’ ένα σκληρό λιθάρι χαράζω τ’ όνομά σου πάνω στην πέτρα, νάρχουνται αργότερα οι ανθρώποι να προσκυνούν.
Τινάζονται σπίθες καθώς χαράζω — έτσι είτανε, λεν, ο Μπολιβάρ — και παρακολουθώ
Το χέρι μου καθώς γράφει, λαμπρό μέσα στον ήλιο.
Είδες για πρώτη φορά το φως στο Καρακάς. Το φως το δικό σου,
Μπολιβάρ, γιατί ως νάρθης η Νότια Αμερική ολόκληρη είτανε βυθισμένη στα πικρά σκοτάδια.
Τ’ όνομά σου τώρα είναι δαυλός αναμμένος, που φωτίζει την Αμερική, και τη Βόρεια και τη Νότια, και την οικουμένη!
Οι ποταμοί Αμαζόνιος και Ορινόκος πηγάζουν από τα μάτια σου.
Τα ψηλά βουνά έχουν τις ρίζες στο στέρνο σου,
Η οροσειρά των Άνδεων είναι η ραχοκοκκαλιά σου.
Στην κορφή της κεφαλής σου, παλληκαρά, τρέχουν τ’ ανήμερα άτια και τ’ άγρια βόδια,
Ο πλούτος της Αργεντινής.
Πάνω στην κοιλιά σου εκτείνονται οι απέραντες φυτείες του καφφέ.
Σαν μιλάς, φοβεροί σεισμοί ρημάζουνε το παν,
Από τις επιβλητικές ερημιές της Παταγονίας μέχρι τα πολύχρωμα νησιά,
Ηφαίστεια ξεπετιούνται στο Περού και ξερνάνε στα ουράνια την οργή τους,
Σειούνται τα χώματα παντού και τρίζουν τα εικονίσματα στην Καστοριά,
Τη σιωπηλή πόλη κοντά στη λίμνη.
Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας.
Νίκος Εγγονόπουλος
(Το ποίημα εμπεριέχεται σε πολυτονική μορφή στην ιστοσελίδα “Νίκος Εγγονόπουλος”)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου