Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 27 Ιουνίου 2020

Διαταγή του Ι. Β. Στάλιν «Ούτε ένα βήμα πίσω!».

Εκδίδεται, 27/6/1942, η περίφημη διαταγή 227 του Ι. Β. Στάλιν «Ούτε ένα βήμα πίσω!».

Το ζήτημα του δεύτερου μετώπου

Από την πλευρά της αστικής ιστοριογραφίας το ζήτημα του δεύτερου μετώπου (απόβαση των Αγγλοαμερικανών στη Νορμανδία) παρουσιάζεται ως εκείνο το γεγονός που έκρινε την έκβαση του 
Β' Παγκοσμίου Πολέμου.


Συνειδητά διαστρεβλώνοντας και ουσιαστικά αντιστρέφοντας τα ιστορικά δεδομένα επιχειρούν να υποβαθμίσουν το ρόλο μεγάλων μαχών που έδωσε ο Σοβιετικός Κόκκινος Στρατός (Στάλινγκραντ, Κουρσκ κ.α.) και που χάρη σ' αυτές συντελέστηκε η στροφή στην πορεία του πολέμου σε βάρος των δυνάμεων του Αξονα στην Ευρώπη.
Επίσης, αποσιωπάται το γεγονός ότι η απόβαση στη Νορμανδία (Ιούνης 1944) έγινε τη στιγμή που ο γερμανικός στρατός βρισκόταν ήδη επί ενάμιση χρόνο σε συνεχή υποχώρηση, ενώ τον Ιούνη του 1944 είχε σχεδόν εγκαταλείψει τη Σοβιετική Ενωση καταδιωκόμενος από τον Κόκκινο Στρατό.

Δίχως να είναι γνωστό ολόκληρο το παρασκήνιο του «δευτέρου μετώπου», με σειρά ντοκουμέντων τεκμηριώνεται το εξής γεγονός: Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ - Μ. Βρετανίας όχι μόνο δεν βιάζονταν να ανοίξουν το δεύτερο μέτωπο στη Δ. Ευρώπη, αλλά, παρότι διέθεταν επαρκείς στρατιωτικές δυνάμεις, σκόπιμα καθυστερούσαν, αναμένοντας την εξέλιξη στο Ανατολικό Μέτωπο.

Αυτή η στάση των ΗΠΑ - Μ. Βρετανίας ήταν φυσική απόρροια του χαρακτήρα τους ως καπιταλιστικών κρατών. Η αντιπαράθεση καπιταλισμού - σοσιαλισμού συνεχιζόταν και στον πόλεμο «υπογείως». Οι ΗΠΑ - Μ. Βρετανία, για να νικήσουν τους ανταγωνιστές τους Γερμανο-ιταλούς και Ιάπωνες ιμπεριαλιστές στο μοίρασμα της λείας, είχαν υποχρεωθεί λόγω του συσχετισμού δυνάμεων να συμπράξουν τελικά με την ΕΣΣΔ, παρότι επιδίωξή τους ήταν η αμοιβαία αποδυνάμωση τόσο της Γερμανίας όσο και της ΕΣΣΔ.

Από την πλευρά της, η σοβιετική ηγεσία πίεζε τις ΗΠΑ - Μ. Βρετανία (και σωστά έκανε) να ανοίξουν το δεύτερο μέτωπο το γρηγορότερο, απαιτώντας να δείξουν συνέπεια στα μεταξύ τους συμφωνημένα.

Ας παρακολουθήσουμε τα σχετικά με το δεύτερο μέτωπο καθώς και το ρόλο της ΕΣΣΔ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με βάση ορισμένα αποσπάσματα και ιστορικές πηγές που περιέχονται στο υπό έκδοση Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, περιόδου 1918 - 1949, που θα κυκλοφορήσει στις 25 Νοέμβρη.
Τι προηγήθηκε μέχρι το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου
Στις 18 Ιούλη 1941, ο Στάλιν απέστειλε μήνυμα προς τον Τσόρτσιλ, στο οποίο τόνιζε την ανάγκη να δημιουργηθεί μέτωπο κατά της Γερμανίας στη Βόρεια Γαλλία και στην Αρκτική (υπουργείο Εξωτερικών της ΕΣΣΔ, «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Η αλληλογραφία Στάλιν - Τσόρτσιλ - Ρούζβελτ - Τρούμαν», τόμ. Α΄, εκδ. «Μέλισσα», Αθήνα, 1957, σελ. 15). Το αίτημα του ανοίγματος δεύτερου μετώπου ο Στάλιν έθετε επιτακτικά σε όλες τις μετέπειτα επικοινωνίες του με τον Τσόρτσιλ, τόσο το 1941, όσο και τον Ιούλη και Αύγουστο του 1942.
(...) Στις 12 του Δεκέμβρη, ο Τσόρτσιλ απάντησε στον Στάλιν: «...Εις το μήνυμά Σας της 6 Δεκέμβρη ερωτάτε ιδιαιτέρως περί του δευτέρου μετώπου διά το 1943. Δεν είμαι εις θέσιν να απαντήσω επί της ερωτήσεως αυτής παρά μόνον από κοινού με τον Πρόεδρον των Ηνωμένων Πολιτειών (...) Εγώ διατηρώ συνεχώς επαφήν με τον Πρόεδρον διά να γνωρίζω τι είναι δυνατόν να γίνει» (ό.π. σελ. 99).

Στις 16 Φλεβάρη 1943, ο Στάλιν απέστειλε νέο μήνυμα προς τον Τσόρτσιλ (...) Τα γεγονότα έδειχναν ότι η αμερικανοβρετανική πλευρά κωλυσιεργούσε. Στις 15 Μάρτη 1943, ο Στάλιν απάντησε επιθετικά στον Τσόρτσιλ:
«...Αι αγγλοαμερικανικαί επιχειρήσεις εις την Βόρειαν Αφρικήν όχι μόνον δεν επισπεύδονται, αλλά αναβάλλονται διά το τέλος Απρίλη. Μάλιστα, και αυτή η προθεσμία δεν αναφέρεται ως εντελώς οριστική (...) Εν τω μεταξύ, η Γερμανία επρόλαβε να μεταφέρη από την Δύσιν εναντίον των σοβιετικών στρατευμάτων 36 μεραρχίες (...) Θεωρώ σπουδαίον ζήτημα την επιτάχυνσιν του δευτέρου μετώπου (...) 
Οπως θα ενθυμήσθε (...) την εθεωρούσατε δυνατήν ακόμη διά το 1942 και εν πάση περιπτώσει όχι βραδύτερον από την άνοιξιν του έτους τούτου (...) Η αοριστία των δηλώσεών Σας (...) προκαλεί εις εμέ ανησυχίας, τας οποίας δεν δύναμαι να αποσιωπήσω» (ό.π. σελ. 127 - 128).

Στις 11 Ιούνη 1943, ακολούθησε νέο μήνυμα του Στάλιν προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Φραγκλίνο Ρούζβελτ: «...Τον Μάιον του 1943, Σεις και ο κ. Τσώρτσιλ λαμβάνετε απόφασιν που αναβάλλει την αγγλο-αμερικανικήν εισβολήν εις την Δυτικήν Ευρώπην, διά την άνοιξιν του 1944. Δηλαδή το άνοιγμα του δευτέρου μετώπου εις την Δυτικήν Ευρώπην, αναβληθέν ήδη μίαν φοράν από το 1942 διά το 1943, αναβάλλεται και πάλιν διά την άνοιξιν τώρα του 1944...» (ό.π. σελ. 157 - 158).
Ακολούθησε νέα, σε έντονο ύφος ανταπάντηση του Στάλιν (24 Ιούνη 1943), δίχως το θέμα να λήξει εδώ: «...Η Σοβιετική Κυβέρνησις δεν δύναται να παραδεχθή παρομοίαν αδιαφορίαν έναντι των ζωτικών συμφερόντων της...» (ό.π. σελ. 165).
(...) Στις 10 Ιούλη 1943 άρχισε στη Νότια Σικελία η απόβαση στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, που είχε αποφασιστεί στη Διάσκεψη της Καζαμπλάνκα (14 - 23 Γενάρη 1943) ανάμεσα στους Τσόρτσιλ - Ρούζβελτ.
(...) Στις 17 Αυγούστου συνήλθε η Διάσκεψη του Κεμπέκ (Ρούζβελτ - Τσόρτσιλ) που διήρκεσε έως τις 25 Αυγούστου. Σε αυτήν αποφασίστηκε να αναβληθεί το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου και ν' αρχίσει επίθεση στην ηπειρωτική Ιταλία.
(...) Στις 28 Νοέμβρη - 1 Δεκέμβρη 1943 πραγματοποιήθηκε η Διάσκεψη της Τεχεράνης. Ο Τσόρτσιλ αρνιόταν να ορίσει ακριβή ημερομηνία της απόβασης στη Γαλλία. Η ΕΣΣΔ αντιτάχθηκε και επέμεινε στο γρήγορο άνοιγμα του δεύτερου μετώπου στη Δυτ. Ευρώπη, θέση με την οποία συμφώνησαν και οι ΗΠΑ (Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, Παγκόσμια Ιστορία, τόμ. Ι1 - Ι2, εκδ. «Μέλισσα», Αθήνα, 1965, σελ. 410).

Τελικά, η απόβαση των αγγλοαμερικανικών στρατευμάτων στη Νορμανδία ξεκίνησε τη νύχτα της 5ηςπρος 6ηΙούνη 1944. Οταν έγινε, είχε προηγηθεί η απελευθέρωση σχεδόν ολόκληρης της Σοβιετικής Ενωσης από τον Κόκκινο Στρατό, που ετοιμαζόταν να προελάσει προς Ρουμανία, Πολωνία, Βουλγαρία και σε άλλες χώρες, με προορισμό το Βερολίνο.

Η εποποιία του Κόκκινου Στρατού

Από τις 30 Σεπτέμβρη 1941 έως τις 20 Απρίλη 1942 διεξήχθη η μάχη της Μόσχας. Η πρώτη περίοδος της μάχης (αμυντικής) τελείωσε στις 4 Δεκέμβρη και η δεύτερη (της αντεπίθεσης) ξεκίνησε στις 7 προς 8 Γενάρη 1942 (Συλλογικό, Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 22ος, εκδ. «Ακάδημος», Αθήνα, 1981, σελ. 537).
Σημειώνεται ότι παραμονές της μάχης της Μόσχας, πέρα από την προετοιμασία του Κόκκινου Στρατού, συγκροτήθηκαν μέσα σε λίγες μέρες από κατοίκους της πόλης 12 μεραρχίες εθνοφρουράς, συνολικής δύναμης 160 χιλιάδων μαχητών. Περίπου 10 χιλιάδες εντάχθηκαν στα εθελοντικά αντιαρματικά σώματα, στην περίπτωση που τα γερμανικά τανκς έμπαιναν στη Μόσχα. Ακόμα, 450 χιλιάδες δούλευαν μέρα και νύχτα στα οχυρωματικά έργα (ό.π. σελ. 538).

Η ήττα των χιτλερικών στις προσβάσεις της Μόσχας και η πετυχημένη αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού το χειμώνα του 1941 - 1942 είχαν τεράστια στρατιωτικο-πολιτική και διεθνή σημασία. Η συντριβή των χιτλερικών στρατευμάτων στα πρόθυρα της Μόσχας ήταν το αποφασιστικό στρατιωτικο-πολιτικό γεγονός του πρώτου χρόνου του γερμανο-σοβιετικού πολέμου, η πρώτη μεγάλη ήττα των χιτλερικών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το χιτλερικό σχέδιο του «κεραυνοβόλου» πολέμου κατέρρευσε ολοκληρωτικά και διαψεύστηκε ο μύθος για το αήττητο του γερμανικού στρατού. Η ΕΣΣΔ, που είχε δεχτεί τα ισχυρότερα πλήγματα της γερμανικής πολεμικής μηχανής και σήκωνε το μεγαλύτερο βάρος του πολέμου, μπήκε στην πρωτοπορία της ιστορικής πάλης των λαών κατά του Αξονα.

Μεγάλη ήταν η συμβολή των παρτιζάνικων σοβιετικών δυνάμεων. Λιγότερο από ένα μήνα μετά την εισβολή στην ΕΣΣΔ, η ΚΕ του ΚΚ(μπ) εξέδωσε απόφαση (18 Ιούλη 1941) για την οργάνωση της αντίστασης στις κατεχόμενες περιοχές, τη συγκρότηση παράνομων κομματικών και κομσομόλικων οργανώσεων, παρτιζάνικων ομάδων, στις πόλεις και την ύπαιθρο. Τα παρτιζάνικα σώματα ιδρύθηκαν με σχέδιο που περιλάμβανε τη διατήρηση δυνάμεων του τακτικού στρατού, αλλά και μεμονωμένων στρατιωτικών στα μετόπισθεν του εχθρού. Ηδη από την άνοιξη του 1942 είχαν δημιουργηθεί από τη δράση των παρτιζάνων ελεύθερες περιοχές έκτασης πολλών τετραγωνικών χιλιομέτρων, καθηλώνοντας 22 - 24 εχθρικές μεραρχίες. Εως το τέλος του πολέμου οι Σοβιετικοί παρτιζάνοι συγκέντρωναν πάνω από 1.000.000 μαχητές και μαχήτριες σε 6.200 αντάρτικα σώματα και παράνομες ομάδες («Ριζοσπάστης», 3-5-2015).

(...) Η δράση των παρτιζάνικων ομάδων ήταν πολύμορφη. Εσωζαν Σοβιετικούς πολίτες από γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, εξόντωναν διορισμένους από τις κατοχικές αρχές δημάρχους, κοινοτάρχες και αστυνομικούς, ανατίναζαν σιδηροδρομικές γραμμές για την παρεμπόδιση του εχθρού, διενεργούσαν σειρά σαμποτάζ, απέτρεπαν τη μεταφορά Σοβιετικών πολιτών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, συγκέντρωναν τρόφιμα, φάρμακα και ιματισμό για το λαό που υπέφερε, οργάνωναν δίκτυα πληροφόρησης και απόσπασης μυστικών του εχθρού καθώς και ομάδες αυτοάμυνας κ.ά.

Στις 19 Νοέμβρη 1942 μπήκε σε εφαρμογή το σοβιετικό σχέδιο αντεπίθεσης στην περιοχή του Στάλινγκραντ. Οι τρομακτικές μάχες που ακολούθησαν τέλειωσαν στις 2 Φλεβάρη 1943, με τη συντριβή των γερμανικών στρατευμάτων και των συμμάχων τους και την παράδοση της στρατιάς του Φον Πάουλους.

Σε αυτό το διάστημα, «κολλημένος» στα ραδιόφωνα ο κόσμος παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα τις μάχες που διεξάγονταν στη στέπα, αλλά και για κάθε δρόμο, κάθε τετράγωνο, για κάθε σπίτι, για κάθε όροφο πολυκατοικίας, για κάθε δωμάτιο και σκαλοπάτι. Το σύνθημα του σοβιετικού λαού και στρατού «Ούτε ένα βήμα πίσω!», που περικλειόταν στη Διαταγή 227 του Ι. Β. Στάλιν ως Προέδρου της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας της ΕΣΣΔ (28 Ιούλη 1942), έγινε πραγματικότητα (Robert Geoffrey, «Stalin's Wars: From World War to Cold War». 1939 - 1953, εκδ. Yale University Press, London, 2006, σελ. 132).

Στους δυόμισι μήνες που διήρκεσαν οι μάχες στο Βόλγα, τα γερμανικά και τα συμμαχικά τους στρατεύματα είχαν απώλειες πάνω από 800.000 άντρες, 2.000 άρματα μάχης και αυτοκινούμενα πυροβόλα, πάνω από 10.000 πυροβόλα και όλμους, σχεδόν 2.000 αεροπλάνα και πάνω από 70.000 αυτοκίνητα (Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, Παγκόσμια Ιστορία, τόμ. Ι1 - Ι2, εκδ. «Μέλισσα», Αθήνα, 1965, σελ. 296).

Ισχυρό βοηθητικό στήριγμα του Κόκκινου Στρατού ήταν ο σοβιετικός πληθυσμός των περιοχών και οι Οργανώσεις του ΚΚ Μπολσεβίκων και της Κομσομόλ. Δίπλα τους έδωσαν τη μάχη και πολλοί αλλοεθνείς μαχητές. Μόνο στη Λευκορωσία διακρίθηκαν για την παρτιζάνικη δράση τους 703 Πολωνοί, 184 Σλοβάκοι, 33 Τσέχοι, 25 Γερμανοί, 24 Ισπανοί, 14 Γάλλοι κ.ά. Βοήθησαν στον εφοδιασμό με τρόφιμα και άλλα εφόδια. Δούλευαν στην κατασκευή αεροδρομίων, πορθμείων, δρόμων, στη μεταφορά πυρομαχικών και στην επιδιόρθωση φθαρμένου πολεμικού υλικού, μέσα στις φοβερές συνθήκες του ρωσικού χειμώνα.

Η εργατική τάξη της Σοβιετικής Ενωσης, ταυτόχρονα με τη σκληρή δουλειά της για τον εφοδιασμό του Κόκκινου Στρατού, έλυσε σε μικρό χρονικό διάστημα πολλά προβλήματα της παραγωγής, όπως το πρόβλημα της αύξησης των ενεργειακών δυνατοτήτων της ΕΣΣΔ.

Η στροφή που σημειώθηκε στην πορεία του πολέμου, με τη μεγαλειώδη νίκη του Κόκκινου Στρατού επί του γερμανικού στο Στάλινγκραντ, έγινε αμετάστρεπτη μετά και από τη συντριβή των γερμανικών στρατευμάτων στο Κουρσκ (5 Ιούλη - 23 Αυγούστου 1943), όπου διεξήχθη η μεγαλύτερη στην ιστορία μάχη τεθωρακισμένων αρμάτων (Συλλογικό, «Ο μεγάλος πατριωτικός πόλεμος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1985, σελ. 155).

Η Σοβιετική Ενωση αντιμετώπισε τις δυνάμεις του Αξονα στην ηπειρωτική Ευρώπη μόνη της επί 2 ολόκληρα χρόνια. Στο Λένινγκραντ, λαός και στρατός παρέμειναν αλύγιστοι υπερασπιστές της πόλης κατά την πλέον αιματηρή πολιορκία στην Ιστορία, που κράτησε 872 μέρες και κόστισε τη ζωή σε πάνω από 1.000.000 Σοβιετικούς πολίτες. Σε αυτό το διάστημα ο γερμανικός στρατός έριξε πάνω στο Λένινγκραντ περισσότερες από 5.000 ωρολογιακές και 100.000 εμπρηστικές βόμβες, καθώς και 150.000 περίπου βλήματα πυροβολικού. Καταστράφηκαν πάνω από 3.000 κτίρια. Το πρώτο ρήγμα στον αποκλεισμό του Λένινγκραντ έγινε στις 18 Γενάρη 1943, ενώ στις 27 Γενάρη 1944 λύθηκε η πολιορκία (Συλλογικό, Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 19ος, εκδ. «Ακάδημος», Αθήνα, 1980, σελ. 410).

Η απελευθέρωση της Σοβιετικής Ενωσης συντελέστηκε κυρίως με τη λαμπρή επιτυχία των στρατευμάτων της στη χειμωνιάτικη εκστρατεία του 1943 - 1944. Στη διάρκειά της σημειώθηκαν οι μεγάλες νίκες της ΕΣΣΔ στην Κριμαία (9 Απρίλη - 12 Μάη 1944), στη δεξιά όχθη του Δνείπερου (24 Δεκέμβρη 1943 - 17 Απρίλη 1944) και αλλού (Συλλογικό, «Ο μεγάλος πατριωτικός πόλεμος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1985, σελ. 182-183).

Ιδιαίτερη ήταν η προσφορά των Σοβιετικών αιχμαλώτων, έγκλειστων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, που συνέχιζαν, μαζί με άλλους κομμουνιστές κρατούμενους, να αγωνίζονται παρά τις εξοντωτικές συνθήκες - οργανώνοντας παράνομες ομάδες αντίστασης, δολιοφθορές στην παραγωγή, αποδράσεις, ακόμα και εξεγέρσεις. Η παράνομη οργάνωση των κρατουμένων στο Νταχάου, με επικεφαλής διεθνή επιτροπή, οργάνωσε εξέγερση στις 28 Απρίλη 1945, μια μέρα πριν φτάσουν τα αμερικανικά στρατεύματα, και έτσι ματαιώθηκε το ναζιστικό σχέδιο εξόντωσης των επιζώντων κρατουμένων (Συλλογικό, Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 24ος, εκδ. «Ακάδημος», Αθήνα, 1981, σελ. 553).

Επίσης, στο Μπούχενβαλντ είχε συγκροτηθεί δίκτυο 178 παράνομων ομάδων (56 από Σοβιετικούς κρατούμενους) με επικεφαλής τον κομμουνιστή Μπ. Μπάρτελ (ό.π. σελ. 362).Αντίστοιχες οργανώσεις υπήρχαν ακόμα στο Αουσβιτς (με επικεφαλής τους αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού Α. Λεμπέντεφ και Φ. Σκίμπα) κ.α.

Οι θυσίες της ΕΣΣΔ. Οι βάσεις της μεγάλης νίκης

Η ΕΣΣΔ σήκωσε το κύριο βάρος του πολέμου, τόσο από την άποψη των θυσιών της σε έμψυχο δυναμικό και άψυχο υλικό, όσο και από την άποψη της συμβολής της στη στρατιωτική συντριβή του Αξονα. Ακόμα και όταν ξεκίνησε η εκστρατεία των ΗΠΑ - Βρετανίας κατά της Ιταλίας (τον Ιούλη 1943), η κατανομή των γερμανικών δυνάμεων ήταν 257 μεραρχίες στο ανατολικό μέτωπο και μόλις 26 στην Ιταλία. Ακόμα και μετά την απόβαση στη Νορμανδία ο Αξονας συνέχισε να διατηρεί στο ανατολικό μέτωπο περίπου τετραπλάσιες δυνάμεις απ' ό,τι στο δυτικό (56 - 75 μεραρχίες της Βέρμαχτ στο δυτικό μέτωπο, έναντι 190 - 270 Μεραρχιών που διατηρούσε στο ανατολικό μέτωπο) (ό.π. σελ. 430).

Στις 7 Απρίλη 1945 ο Ι. Β. Στάλιν έγραψε προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρούζβελτ:
«Είναι δύσκολον να συμφωνήση κανείς με την γνώμην ότι η μη προβολή αντιστάσεως από μέρους των Γερμανών εις το δυτικόν μέτωπον εξηγείται μόνον από το γεγονός ότι ούτοι συνετρίβησαν. Οι Γερμανοί έχουν εις το ανατολικόν μέτωπον 147 μεραρχίας. Θα ημπορούσαν χωρίς να ζημιώσουν την υπόθεσίν τους να αποσπάσουν από το ανατολικόν μέτωπον 15 - 20 μεραρχίας και να τας μεταφέρουν προς βοήθειαν των στρατευμάτων τους εις το δυτικόν μέτωπον. Εν τούτοις οι Γερμανοί δεν το έκαμαν. Συνεχίζουν να μάχωνται με λύσσαν εναντίον των Ρώσων διά κάποιον πολύ ολίγον γνωστόν σιδηροδρομικόν σταθμόν Ζεμλιάνιτσα εις την Τσεχοσλοβακίαν, που τους χρειάζεται τόσον όσον και εις τον πεθαμένον τα καταπλάσματα, εξ άλλου όμως παραδίδουν χωρίς καμμίαν αντίστασιν τόσον σπουδαίας πόλεις εις το κέντρον της Γερμανίας όπως το Οσναμπρουκ, το Μανχάιμ, το Κάσσελ. Θα παραδεχθήτε ότι η συμπεριφορά αυτή των Γερμανών είναι κάτι περισσότερον από περίεργος και ακατανόητος» (υπουργείο Εξωτερικών της ΕΣΣΔ, «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Η αλληλογραφία Στάλιν - Τσώρτσιλ - Ρούζβελτ - Τρούμαν», τόμ. Α΄, εκδ. «Μέλισσα», Αθήνα, 1957, σελ. 378-379).

Η ΕΣΣΔ είχε 20.000.000 νεκρούς σε μάχιμο και άμαχο πληθυσμό, ενώ συνολικά τα θύματα υπολογίζονται σε περίπου 30 εκατομμύρια μαζί με τους ανάπηρους και τους τραυματίες. Οι νεκροί της Βρετανίας έφτασαν τους 375.000 και των ΗΠΑ τους 405.000 (Συλλογικό, «60 χρόνια από τη μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Επος και Διδάγματα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 23).

Την ίδια στιγμή, στο ανατολικό μέτωπο η Βέρμαχτ είχε απώλειες περίπου 10.000.000 άντρες, δηλαδή σχεδόν το 77% των συνολικών απωλειών της στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Συλλογικό, Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 26ος, εκδ. «Ακάδημος», Αθήνα, 1982, σελ. 430).
Από τα 260 δισ. δολάρια του συνολικού ύψους των ζημιών που υπέστη η ευρωπαϊκή ήπειρος στη διάρκεια του πολέμου, τα 128 δισ. δολάρια αναλογούσαν στην ΕΣΣΔ: Σε σωρούς ερειπίων μετατράπηκαν 1.710 πόλεις της ΕΣΣΔ. Ακόμα, κάηκαν 70.000 χωριά και κεφαλοχώρια. 

Καταστράφηκαν ολοκληρωτικά ή εν μέρει 32.000 βιομηχανικές επιχειρήσεις και 65.000 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών. Καταληστεύθηκαν 98.000 κολχόζ, 5.000 σοβχόζ και Μηχανοτρακτερικοί Σταθμοί, χιλιάδες νοσοκομεία, σχολεία, μουσεία, ανώτερα ιδρύματα και βιβλιοθήκες (Συλλογικό, «60 χρόνια από τη μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Επος και Διδάγματα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 23.).

Η εποποιία της Σοβιετικής Ενωσης συντελέστηκε πάνω και χάρη στην ύπαρξη ισχυρών βάθρων που είχαν οικοδομηθεί μέσα σε πολύ λίγα χρόνια ύστερα από την Οκτωβριανή Επανάσταση και τα ερείπια του εμφύλιου ταξικού πολέμου που την ακολούθησε. Αυτές οι προϋποθέσεις της νίκης ήταν:

α) Η σοσιαλιστική οικονομία: Ο Κόκκινος Στρατός δεν θα μπορούσε να σταθεί αν δεν «πατούσε» γερά στις βάσεις μιας πανίσχυρης πολεμικής οικονομίας, που έγινε δυνατό να οικοδομηθεί χάρη στο ρόλο της εργατικής σοβιετικής εξουσίας, στα πλεονεκτήματα που προσφέρουν η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας, θεμελιώδης προϋπόθεση και για την ταχύτατη προσαρμογή της σοσιαλιστικής οικονομίας σε συνθήκες αμυντικού πολέμου. Χάρη στο σοσιαλιστικό χαρακτήρα της οικονομίας, η ΕΣΣΔ έγινε η πιο ισχυρή βιομηχανικά χώρα της Ευρώπης (Ουίλιαμ Ζ. Φόστερ, «Ιστορία των τριών Διεθνών», εκδ. «Γνώσεις», Αθήνα, χ.χ., σελ. 532).
Αποτελεί προπαγανδιστικό τέχνασμα ο ισχυρισμός ότι η ΕΣΣΔ μπόρεσε να νικήσει στηριγμένη κυρίως στη βοήθεια που της δόθηκε από τις ΗΠΑ, Μ. Βρετανία και Καναδά. Η βοήθεια που δόθηκε, πέρα από το γεγονός ότι ήταν με τη μορφή του δανεισμού, που επιβάρυνε τη σοβιετική οικονομία, σε καμιά περίπτωση δεν υπήρξε καθοριστική.

β) Ο ρόλος του Κόμματος: Με την έναρξη της εισβολής το Κομμουνιστικό Κόμμα της ΕΣΣΔ μετατράπηκε σε συλλογικό οργανωτή και καθοδηγητή της αμυντικής πολεμικής προσπάθειας, τόσο στην πρώτη γραμμή όσο και στα μετόπισθεν.
Μόνο τον πρώτο χρόνο του πολέμου εντάχθηκαν στον Κόκκινο Στρατό και Ναυτικό περίπου 1.000.000 μέλη του Κόμματος και 2.000.000 μέλη της Νεολαίας του. Σχεδόν το 1/3 των μελών της Κεντρικής Επιτροπής βρισκόταν στο μέτωπο. Συνολικά το ποσοστό του κομματικού δυναμικού που εντάχθηκε στις στρατιωτικές και παραγωγικές ανάγκες του πολέμου έφτασε το 81,8%. Ενας στους δύο άνδρες και γυναίκες των σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων προς το τέλος του πολέμου ήταν οργανωμένος κομμουνιστής και κομσομόλος. Σύμφωνα με άλλη πηγή, στις αρχές του 1945 στον Κόκκινο Στρατό και στο Στόλο υπήρχαν 3.325.000 κομμουνιστές, ή σχεδόν το 60% της συνολικής δύναμης του Κόμματος (Συλλογικό, «Ιστορία του ΚΚΣΕ», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1976, σελ. 615).

Μεγάλη ήταν και η συμβολή όλων των εθνοτήτων και εθνικοτήτων της ΕΣΣΔ. Αντιπρόσωποι εκατό εθνοτήτων και εθνικοτήτων τιμήθηκαν με την ανώτατη τιμή του «Ηρωα της Σοβιετικής Ενωσης».
Στους πρώτους 6 μήνες του πολέμου το Κόμμα είχε πάνω από 500.000 νεκρούς, ενώ έως το 1945 είχαν δώσει τη ζωή τους περίπου 3.000.000 κομμουνιστές και κομμουνίστριες.

1 σχόλιο:

  1. Η ΕΣΣΔ με τους Μπολσεβίκους και τον Ι.Β ΣΤΑΛΙΝ σωστά πίεζαν τους Δυτικούς Καπιταλιστές για να τους εκθέσουν στα μάτια των λαών τους αποκαλύπτοντας τα κοινά ταξικά συμφέροντα που έχουν με τους Γερμανούς Καπιταλιστές και τον Χίτλερ ώστε να παλέψουν για την ανατροπή του Καπιταλισμού και την οικοδόμηση του Σοσιαλισμού. Δυστυχώς η 3η Κ.Δ απο το 1935 βρισκόταν στα χέρια της 5ης φάλαγγας του Οπορτουνισμού που δούλευε υπόγεια για την σωτηρία του Καπιταλισμού με την θεωριτικοποίηση του ενός απο τους ...δύο... ΕΛΙΓΜΟΥΣ της ΕΣΣΔ. Επίσης όσο μεγάλωναν οι απώλειες της ΕΣΣΔ τόσο άλλαζε ο Συσχετισμός στο κόμμα των Μπολσεβίκων. Με Κ.Δ στα χέρια των Μπολσεβίκων με γραμμή Σοσιαλφασισμός θα είχαν αποσπαστεί πολύ περισσότερες χώρες απο τον Καπιταλισμό στην Ευρώπη και παγκόσμια και θα έμπαινε με πολύ χειρότερο συσχετισμό στη μετά το 1945...Αντικομουνιστική περίοδο. Τα καθάρματα οι Σοσιαλφασίστες κατέστρεψαν τα πάντα. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου