Επιλογή γλώσσας

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2020

«Νέα σελίδα» με βάση τα «κοινά συμφέροντα» ζητά η Τουρκία από την ΕΕ


Ενώ συνεχίζεται το «μεγάλο παζάρι» με τις ΗΠΑ με αφορμή τις κυρώσεις για τους «S-400»

Τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ είχε αργά το βράδυ της Τρίτης ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, εκφράζοντας την επιθυμία «η Τουρκία να ανοίξει μια νέα σελίδα με την ΕΕ» και να «ξαναξεκινήσουν οι συνομιλίες με την ΕΕ, εξετάζοντας την κατάσταση στο σύνολό της» και «στη βάση κοινών συμφερόντων».

Μάλιστα, ξεχωρίζοντας «ευαίσθητα» θέματα, ο Ερντογάν αναφέρθηκε στο Σύμφωνο Μετανάστευσης (2016), υποστηρίζοντας ότι αυτό μπορεί να αποτελέσει μια αφετηρία για τη δημιουργία ενός πιο «θετικού» κλίματος στις διμερείς σχέσεις. Παράλληλα, επανέλαβε την ετοιμότητα της Αγκυρας για διερευνητικές συνομιλίες με την Ελλάδα, ισχυριζόμενος ότι είναι η ελληνική πλευρά που αποφεύγει συνεχώς τις διαπραγματεύσεις και επιμένοντας ότι η πολιτική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο βασίζεται στη «νομιμότητα» και στηρίζει «πάντοτε τις απαραίτητες προσπάθειες για μια δίκαιη, μόνιμη και βιώσιμη λύση στην περιοχή». «Ελπίζουμε ότι η ΕΕ θα υιοθετήσει μια εποικοδομητική και συνετή στάση απέναντι στην Τουρκία», κατέληξε, σύμφωνα με ανακοίνωση της τουρκικής προεδρίας.

Από την πλευρά του, ο Μισέλ - σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο που εξήγησε ότι «η κλήση προγραμματίστηκε κατόπιν αιτήματος της Τουρκίας» - είπε ότι συζητήθηκαν τα συμπεράσματα της πρόσφατης Συνόδου της ΕΕ για την Ανατολική Μεσόγειο «και τόνισε την ανάγκη η αποκλιμάκωση να διατηρηθεί και να εμβαθυνθεί». Συμφώνησε κι αυτός στην ανάγκη να ξεκινήσουν πάλι οι διερευνητικές συνομιλίες Τουρκίας - Ελλάδας, αλλά και ότι «οι συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού υπό την αιγίδα του ΟΗΕ θα πρέπει να ξεκινήσουν το συντομότερο δυνατόν». Η ίδια πηγή πρόσθεσε ότι «οι πρόεδροι συμφώνησαν να διατηρήσουν τους μεταξύ τους διαύλους επικοινωνίας ανοιχτούς».

Για τη συζήτηση που έγινε στην πρόσφατη Σύνοδο για την Τουρκία μίλησε χτες και η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ, που σε ομιλία της στη γερμανική βουλή αναφέρθηκε στα «επιθυμητά θετικά πράγματα στα οποία θέλουμε να συνεργαστούμε» με την Τουρκία, ξεχωρίζοντας κι αυτή το θέμα της μετανάστευσης, αναφέροντας ταυτόχρονα ότι «πρέπει όμως και να επισημάνουμε ότι υπάρχει μια σειρά προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας στη Νότια Μεσόγειο, από τις οποίες πλήττονται κυρίως η Ελλάδα και η Κύπρος, και για αυτό αποφασίσαμε επιπλέον καταχωρήσεις στον κατάλογο».

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, πάντως, ας καταγραφεί ότι η Επιστημονική Υπηρεσία του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου της Γερμανίας αποφάσισε ότι το πρόσφατο άνοιγμα τμημάτων των Βαρωσίων αποτελεί «ανεπιθύμητο βήμα», επικαλούμενη τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, για τα οποία ωστόσο σπεύδει να προσθέτει πως συνιστούν «μη δεσμευτικές συστάσεις» και «περιέχουν κατά κύριο λόγο εκκλήσεις και προτροπές προς τα εμπλεκόμενα κράτη». Σημειωτέον ότι τη μη νομική δεσμευτικότητα των ψηφισμάτων αυτών επικαλείται διαρκώς η Αγκυρα.

Επικοινωνία Τσαβούσογλου - Πομπέο, «λυπάται» ο Στόλτενμπεργκ

Στο μεταξύ, τη δυσαρέσκεια της Τουρκίας για τις κυρώσεις που ανακοίνωσε τη Δευτέρα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ μετέφερε στον Αμερικανό ομόλογό του ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που συνομίλησε τηλεφωνικά με τον Μάικ Πομπέο.

Ο Τούρκος ηγέτης Ρ. Τ. Ερντογάν, σε χτεσινά του σχόλια, αναρωτήθηκε για τις ΗΠΑ και τη συνύπαρξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ «για τι είδους συμμαχία πρόκειται;», αναφέροντας ότι «κυρώσεις που απορρέουν από τη (U.S. Countering America's Adversaries Through Sanctions Act) CAATSA μέχρι τώρα δεν έχουν επιβληθεί σε καμία άλλη χώρα... Η Τουρκία είναι η πρώτη χώρα που ήρθε αντιμέτωπη με την CAATSA και πρόκειται για τη "σύμμαχο στο ΝΑΤΟ" των ΗΠΑ». Περιέγραψε μάλιστα τις κυρώσεις ως «επίθεση στα κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας», σημειώνοντας πως «επιδιώκουν να εμποδίσουν την ανάπτυξη του στρατιωτικού τομέα της Τουρκίας και να τον κάνουν ξανά εξαρτημένο...».

Στο μεταξύ, και η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μ. Ζαχάροβα, σημείωνε χτες πως οι κυρώσεις των ΗΠΑ «είναι μια ακόμη ένδειξη της αδυναμίας να αντέξουν τον ανταγωνισμό, με βάση τους κανόνες του παιχνιδιού. Οι ΗΠΑ χρειάζεται να κάνουν πρόσθετες προσπάθειες για να εξασφαλίσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, παρόλο που αυτές οι προσπάθειες είναι έκνομες. Σε αυτές εντάσσονται και οι μονομερείς κυρώσεις και στον τομέα του στρατιωτικού βιομηχανικού συμπλέγματος». Και πρόσθεσε πως «παντού επικρατεί μία και μόνη αντίληψη, η οποία λέει να βοηθάμε τους εαυτούς μας, τους παραγωγούς μας, τους επιχειρηματίες μας με τέτοιου είδους παράνομες ενέργειες».

Σημειωτέον ότι στη διάρκεια ενημέρωσης δημοσιογράφων, ανώτεροι διπλωμάτες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σχολίαζαν ότι οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Τουρκία δεν ήταν απόφαση που λήφθηκε ελαφρά τη καρδία, σημειώνοντας τη θέση της στο ανατολικό άκρο της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας. Υποστήριξαν ακόμα ότι η άρση των κυρώσεων προϋποθέτει την απόσυρση των ρωσικών «S-400», αναγνωρίζοντας πάντως ότι δεν είναι απλό ζήτημα ο αποκλεισμός του βασικού προμηθευτή (SSB) στρατιωτικού υλικού ενός συμμάχου όπως η Τουρκία, από την αμερικανική αμυντική βιομηχανία. Ξεκαθάρισαν μάλιστα ότι η Ουάσιγκτον θέλει να διατηρήσει μια λειτουργική σχέση, την οποία περιέγραψαν ως «σημαντική» αλλά και «περίπλοκη και δύσκολη» και ανέφεραν ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε επαφή και με την ΕΕ, σχετικά με τις κυρώσεις που οι Βρυξέλλες αποφάσισαν απέναντι στην Αγκυρα.

Ενδιαφέρον έχουν εκτιμήσεις διαφόρων «δεξαμενών σκέψης», όπως του παραρτήματος Αγκυρας του German Marshall Fund, που εκτιμούν ότι οι αμερικανικές κυρώσεις ήταν «στο ελαφρύτερο άκρο του φάσματος» σε σύγκριση με τις πολύ σκληρότερες επιλογές που ήταν διαθέσιμες από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ και ότι αυτές επιλέχθησαν για να αποφευχθεί η περαιτέρω βλάβη των δεσμών μεταξύ ΗΠΑ και τουρκικού στρατού.

Για τις εξελίξεις έκανε παρέμβαση και ο γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, που είπε: «Λυπάμαι γιατί είμαστε σε μία κατάσταση κατά την οποία σύμμαχοι του ΝΑΤΟ πρέπει να επιβάλουν κυρώσεις ο ένας στον άλλον. Εξέφρασα επίσης τις ανησυχίες μου για την απόφαση της Τουρκίας να πάρει ρωσικούς "S-400"». Πρόσθεσε ότι «πρόκειται για εθνική απόφαση, αλλά το σύστημα των "S-400" δεν είναι συμβατό με τα συστήματα του ΝΑΤΟ» και κάλεσε ξανά «όλους τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, την Τουρκία και τους άλλους συμμάχους, να βρουν τρόπους προς μία θετική λύση».

Και τα Εμιράτα στο «Φόρουμ»

Σε μια παράλληλη εξέλιξη, η αιγυπτιακή προεδρία ανακοίνωσε χτες ότι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν συμφωνήσει να συμμετάσχουν στην επόμενη συνάντηση του Φόρουμ για το Φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο, που θα γίνει στο Κάιρο, ως παρατηρητής.

Θυμίζουμε ότι στο Φόρουμ - που έχει στηθεί με την «υψηλή εποπτεία» ΗΠΑ και Γαλλίας ως όχημα για τα σχέδια συνεκμετάλλευσης του ενεργειακού πλούτου και τις αντίστοιχες «διευθετήσεις» στην περιοχή - συμμετέχουν έως σήμερα Αίγυπτος, Ισραήλ, Ελλάδα, Κύπρος, Ιταλία, Ιορδανία και Παλαιστίνη.

Μετά από συνάντηση που είχε ο πρίγκιπας διάδοχος του Αμπού Ντάμπι, Sheikh Mohammed bin Zayed al-Nahyan (MbZ) με τον Πρόεδρο της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, το Κάιρο ανακοίνωσε ότι «οι δύο πλευρές... (σ.σ. εξέφρασαν) τη σημασία της προστιθέμενης αξίας που τα ΗΑΕ θα συνεισφέρουν στις δραστηριότητες του Φόρουμ για την εξυπηρέτηση στρατηγικών συμφερόντων και την ενίσχυση της συνεργασίας και της εταιρικής σχέσης μεταξύ των χωρών του Φόρουμ». Τα αποθέματα φυσικού αερίου των ΗΑΕ συγκαταλέγονται στην πρώτη 7άδα παγκοσμίως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου