Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

Σε ιστορικό υψηλό, παρά την πανδημία


ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΤΟ 2020

Τα κράτη συνέχισαν και με το παραπάνω να εξοπλίζονται και να συμμετέχουν σε στρατιωτικές επεμβάσεις, ασκήσεις και αποστολές

Συνεχίστηκε και το 2020 - εν μέσω πανδημίας - η τάση των τελευταίων χρόνων για αύξηση των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών, φτάνοντας σε δυσθεώρητα ύψη.

Την ώρα που τα δημόσια συστήματα Υγείας κατέρρεαν, ακόμα και στα πιο προηγμένα καπιταλιστικά κράτη, και οι νεκροί της περασμένης χρονιάς προσέγγισαν ή και ξεπέρασαν σε ορισμένες χώρες τα θύματα των πιο αιματηρών πολέμων, τα κράτη συνέχισαν και με το παραπάνω να εξοπλίζονται, να συγκρούονται, να συμμετέχουν σε στρατιωτικές επεμβάσεις, ασκήσεις και αποστολές σε όλο τον πλανήτη.

Αντίφαση και παραλογισμός; Κάθε άλλο... Στην πραγματικότητα, η πανδημία - που επέδρασε ως καταλύτης στη νέα συγχρονισμένη οικονομική κρίση - όχι μόνο δεν προώθησε την «παγκόσμια συνεργασία», όπως προσπαθούν να το παρουσιάσουν οι κυβερνήσεις των πιο ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, αλλά όξυνε τον οικονομικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό, τις συγκρούσεις συμφερόντων.

Αυτό καθρεφτίζεται και στην τελευταία έκθεση «Military Balance 2021» του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών του Λονδίνου (IISS). Παρά τη μείωση κατά 4,4% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν το 2020 κατά 3,9%, σε 1,83 τρισ. δολάρια - οι υψηλότερες όλων των εποχών.

Ο ανταγωνισμός δεν «κοιμάται» ποτέ

Οπως διαπιστώνει η έκθεση, αν και το περασμένο έτος καθορίστηκε από την πανδημία, «η σύγκρουση και η αντιπαράθεση» όχι μόνο «δεν υποχώρησαν», αντίθετα «ο ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων συνέχισε να οδηγεί τους αμυντικούς σχεδιασμούς και τα εξοπλιστικά προγράμματα» των κρατών.

Σε εξέλιξη είναι, με τη συμμετοχή πολλών «παικτών», οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι σε Συρία, Λιβύη, Υεμένη, οι συγκρούσεις στην Αφρική, όπως η μακροχρόνια στην υποσαχάρια ζώνη του Σαχέλ και πιο πρόσφατα αυτή στην Αιθιοπία, ενώ στο Ναγκόρνο Καραμπάχ αναζωπυρώθηκε πέρυσι η παλιά σύγκρουση Αρμενίας - Αζερμπαϊτζάν, με εμπλοκή της Τουρκίας και της Ρωσίας.

Στο μεταξύ, στο έδαφος της νέας διεθνούς οικονομικής κρίσης, δυναμώνει ο ανταγωνισμός ιμπεριαλιστικών κέντρων και κρατών για τον έλεγχο των αγορών, των ενεργειακών πηγών και των δρόμων μεταφοράς, και διαμορφώνονται πιθανές εστίες πολεμικής αναμέτρησης από την Ανατολική Μεσόγειο, τον Νότιο Καύκασο, την Αφρική και τη Νοτιοανατολική Ασία έως την Αρκτική.

ΗΠΑ - Κίνα οδηγούν την «κούρσα»

Στους «αριθμούς» των αμυντικών δαπανών αποτυπώνεται ξεκάθαρα η στρατηγική αντιπαράθεση μεταξύ των ΗΠΑ και της ραγδαία ανερχόμενης Κίνας.

Το 2020 οι ΗΠΑ δαπάνησαν για στρατιωτικούς σκοπούς 730 δισ. δολάρια ή το 40,3% των παγκόσμιων δαπανών. Αν συμπεριληφθούν και οι προϋπολογισμοί για πυρηνικά όπλα και βετεράνους, οι δαπάνες τους προσεγγίζουν το 1 τρισ. δολάρια.

Στην Ασία, που αντιπροσωπεύει το 25% των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών, η αύξηση οφείλεται κυρίως στην Κίνα. Ο στρατιωτικός της προϋπολογισμός, με συνεχόμενη ανοδική πορεία, πέρυσι αυξήθηκε κατά 5,2%, σε 193,3 δισ. δολάρια, ο δεύτερος μεγαλύτερος μετά τις ΗΠΑ. Κυρίως η Κίνα αναπτύσσει το Ναυτικό της, τόσο για να ενισχύσει τη θέση της στα παράκτια ύδατα που διεκδικεί, όσο και για να έχει το Ναυτικό της επιχειρησιακή ικανότητα και στις επτά θάλασσες.

Στο βαθμό που ενισχύεται η δυνατότητα της Κίνας να απειλήσει τα επόμενα χρόνια την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η αντιπαράθεση ΗΠΑ - Κίνας εκτός από οικονομικό υπόβαθρο έχει, φυσικά, άμεση αντανάκλαση και σε πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο.

Είναι ενδεικτικό ότι οι αυξήσεις στον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ και της Κίνας αντιπροσωπεύουν σχεδόν τα 2/3 της συνολικής αύξησης των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών το 2020.

Ακολουθούν με μεγάλη διαφορά η Ινδία, με δαπάνες για στρατιωτικούς σκοπούς 64,1 δισ. δολάρια, η Μεγάλη Βρετανία με 61,5 δισ. δολάρια, η Ρωσία με 60 δισ. και η Γαλλία με 55 δισ. (48,3 δισ. ευρώ). Η Γερμανία είναι στην έβδομη θέση με 51,3 δισ. δολάρια (42,6 δισ. ευρώ), σημειώνοντας συνεχή αύξηση από το 2014, που είχε 39,2 δισ. δολάρια.

Ενισχύεται η επιχειρησιακή ικανότητα του ΝΑΤΟ

Σε σχέση με το 2014, όταν στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουαλία αποφασίστηκε η δραστική αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών - μελών, οι 28 ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ δαπάνησαν πέρυσι 20% περισσότερα για την Αμυνα.

Από αυτές, εννέα έχουν ήδη πετύχει το στόχο που τέθηκε στην Ουαλία για αμυντικές δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ μέχρι το 2024: Ελλάδα, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ρουμανία, Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία, Πολωνία, Νορβηγία. Εκτός των τριών πρώτων, οι υπόλοιπες είναι όλες στη ζώνη περικύκλωσης της Ρωσίας.

Το μέσο ποσοστό αμυντικών δαπανών ως προς το ΑΕΠ μεταξύ των κρατών του ΝΑΤΟ αυξήθηκε από 1,25% το 2014 σε 1,64% το 2020.

Οπως είπε πρόσφατα ο Βρετανός πρωθυπουργός, οι αμυντικές δαπάνες του Ηνωμένου Βασιλείου θα αυξηθούν κατά 24 δισ. λίρες τα επόμενα τέσσερα χρόνια, διασφαλίζοντας ότι το ΗΒ θα διατηρήσει τον μεγαλύτερο αμυντικό προϋπολογισμό στην Ευρώπη και τον δεύτερο μεγαλύτερο στο ΝΑΤΟ, μετά τις ΗΠΑ.

Η βορειοατλαντική συμμαχία συνεχίζει να εστιάζει στην Πρωτοβουλία Ετοιμότητας του ΝΑΤΟ, με στόχο τη βελτίωση της επιχειρησιακής ετοιμότητας των υπαρχουσών δυνάμεων. ΝΑΤΟικές δυνάμεις αναπτύσσονται σε πολλές περιοχές του πλανήτη, από το Αφγανιστάν και το Κόσοβο έως τη Βαλτική και τον Καύκασο, σε Μεσόγειο, Μαύρη Θάλασσα και Αφρική.

Αστάθεια και αντιθέσεις

«Κοιτώντας πιο μπροστά, το όραμα του ΝΑΤΟ για το 2030 έχει σαφώς στο στόχαστρο την Κίνα», επισημαίνει η έκθεση του IISS, υπενθυμίζοντας τα λόγια του γγ του ΝΑΤΟ ότι η άνοδος της Κίνας «ουσιαστικά αλλάζει την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων».

Ετσι, ο ισχυρός «ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων» και «το ασταθές παγκόσμιο περιβάλλον ασφαλείας» αποτυπώνονται και στις «συνεχιζόμενες πιέσεις στις αμυντικές σχέσεις μεταξύ κρατών» - ακόμα και μεταξύ συμμάχων του ΝΑΤΟ.

Στους ΝΑΤΟικούς κόλπους εκδηλώνονται όλο και συχνότερα αντιθέσεις, διάσταση συμφερόντων ή προτεραιοτήτων μεταξύ ΗΠΑ - Γερμανίας, ΗΠΑ - Γαλλίας, Γαλλίας - Γερμανίας, ή Γαλλίας - Τουρκίας.

Η προσπάθεια «αναθέρμανσης» της διατλαντικής συμμαχίας, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Δημοκρατικούς στις ΗΠΑ, δεν είναι απλή υπόθεση, καθώς υπάρχει διάσταση απόψεων και συμφερόντων ΗΠΑ - ΕΕ για την αντιμετώπιση της Κίνας, ενώ διαφοροποιημένα είναι τα συμφέροντα και ως προς τη σχέση με τη Ρωσία.

Ενδεικτικά: Οι ΗΠΑ έχουν γεωπολιτικά συμφέροντα και «δεσμεύσεις ασφαλείας» στην περιοχή Ασίας - Ειρηνικού ασύγκριτα μεγαλύτερες απ' ό,τι η ΕΕ, η οποία έτσι μπορεί να βλέπει τη σχέση της με την Κίνα σε μεγάλο βαθμό ως εμπορική - οικονομική.

Επιπλέον, η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ ως τον κορυφαίο εμπορικό εταίρο της ΕΕ το 2020. Η ΕΕ υπέγραψε επενδυτική συμφωνία με την Κίνα στα τέλη του 2020, ενώ από την άλλη οι δασμοί των ΗΠΑ σε κινεζικά προϊόντα, που επιβλήθηκαν επί Τραμπ, παραμένουν και επί Μπάιντεν.

Ταυτόχρονα, η ΕΕ επιδιώκει σε αυτό το ρευστό παγκόσμιο σκηνικό να αναδειχθεί σε πιο ενεργό και ισχυρό γεωπολιτικό «παίκτη».

Ο στρατιωτικός εκσυγχρονισμός της Κίνας

Ο στρατιωτικός εκσυγχρονισμός της Κίνας και η «κούρσα» της στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα αποτελούν σε μεγάλο βαθμό «πυξίδα» στους εξοπλισμούς και στην Ερευνα και Ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας τόσο στις ΗΠΑ, όσο και σε κράτη της περιοχής Ασίας - Ειρηνικού, όπως η Αυστραλία κ.ά.

Η Κίνα προφανώς επιδιώκει υπεροχή στις παράκτιες περιοχές της Κινεζικής Θάλασσας. Ο κινεζικός στρατός διατήρησε το 2020 την «πέρα από τον ορίζοντα» παρουσία του, με την Ακτοφυλακή και τη Ναυτική Πολιτοφυλακή να ηγούνται και να χρησιμοποιούν εγκαταστάσεις στα νησιά Σπράτλι, ως προωθητικές βάσεις στη Νότια Κινεζική Θάλασσα.

Η ναυπηγική πολεμική βιομηχανία συνέχισε να αναπτύσσεται με τον ίδιο ρυθμό, με την κατασκευή νέου τύπου αμφίβιων πλοίων, καταδρομικών και αντιτορπιλικών. Στο μεταξύ, ένα δεύτερο αεροπλανοφόρο του κινεζικού Πολεμικού Ναυτικού ξεκίνησε θαλάσσιες δοκιμές, ενώ ένα τρίτο αεροπλανοφόρο είναι υπό κατασκευή. Η Πολεμική Αεροπορία της Κίνας συνεχίζει επίσης να ενσωματώνει πιο προηγμένα συστήματα.

Αξίζει να επισημανθεί ότι σε μια προειδοποιητική κίνηση προς την Κίνα, οι ΗΠΑ επιστράτευσαν τον Ιούνη - για πρώτη φορά από το 2017 - τρία αεροπλανοφόρα («USS Theodore Roosevelt», «USS Nimitz» και «USS Ronald Reagan») για να περιπολούν στα ύδατα του Ινδο-Ειρηνικού. Επίσης, το νέο βρετανικό αεροπλανοφόρο «HMS Queen Elizabeth» θα ξεκινήσει φέτος την παρθενική ανάπτυξή του στον Ινδο-Ειρηνικό.


Ε. Μ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου