Δεν ξέρω για την αθέατη πλευρά του φεγγαριού. Δεν έχω πάει, και δεν αντέχει ούτε η σκέψη μου ούτε η τσέπη μου, στην ιδέα του διαστημικού τουρισμού, αλά χόμπι βαθύπλουτων αρπακτικών σαν τον Μπράντσον και τον Μασκ. Ξέρω όμως την ολοφάνερη και συνάμα αθέατη πλευρά της πανδημίας, που λέγεται εφηβεία.
Δεκατετράχρονα και δεκαπεντάχρονα μαθητούδια, μερικώς και βίαια τηλεκπαιδευμένα, με μπουμπουκιασμένες τις ορμόνες τους και φουντωμένες από όνειρα της ανάγκης τους, οπλίστηκαν με το πρώτο κουζινομάχαιρο που βρήκαν μπροστά τους. Οι παρέες εύκολα και σκόπιμα - από πλευράς τυφλών ενήλικων που συγκρούονται για την επιβίωση οι μεν για το κέρδος οι δε, πολλοί οι πρώτοι λίγοι οι δεύτεροι - μετατράπηκαν «αυθόρμητα» σε συμμορίες. Με σκοτωμένο το σχολείο, δολοφονημένη τη συλλογικότητα, απαγορευμένη την αγκαλιά και το χάδι ως επικίνδυνα, με την ανάσα και τον κίνδυνο στη μεζούρα των δύο μέτρων, οι έφηβοι νομιμοποιούν την αγέλη της υποχρεωτικής μασκοφορίας, καγχάζοντας για την εποχή που πήγαινε ασορτί με τη μολότοφ και την καύση στον σκουπιδοτενεκέ ανακύκλωσης.
Ανάμεσά τους και ξυλάρμενοι μοναχικοί λύκοι - παιδιά, σαν το δωδεκάχρονο που καβάλησε στον Ασπρόπυργο το τιμόνι του πατρικού αμαξιού για να καλπάσει στην αναζήτηση του ιλίγγου της αποκοτιάς, και στην καταδίωξη πυροβολήθηκε, και δεν ίδρωσε αυτί για αστυνομικούς που δεν διέκριναν ούτε την ηλικία, ούτε τα όρια της «νόμιμης» αυθαιρεσίας τους.
Για όσους και όσες εφήβους υπάρχει πιθανότητα να μαντρωθούν, έρχεται ήδη το καινούργιο σχολείο, το... αξιολογημένο επιχορηγούμενο ιδιωτικώς, και με επιλογή βιβλίων, τάχα μου δήθεν που θα ξεχωρίζει από την προεφηβική κιόλας ηλικία τα πειθήνια όργανα - πολίτες - εργαζόμενους που θα υπηρετούν αναντίρρητα την αγορά, από τους ευφάνταστους και ανήσυχους που θα καναλιζάρονται στα κατάλληλα δίκτυα και κουτάκια απομύζησης των ταλέντων τους και εκμετάλλευσης των ικανοτήτων τους από την ιερά εξέταση των μάνατζερς.
Δύσκολοι καιροί για τους Τομ Σώγερ της εποχής. Ισως, ανάμεσα στα άλλα γιατί στα σχολεία ως σήμερα, στα σπίτια, στα βιβλιοπωλεία, ο Μαρκ Τουέην μπήκε επιλεγμένα μόνο με τις περιπέτειες του μικρού Φιν, αλλά ποτέ με τα φριχτά εγκλήματα και τις καταγγελίες του για τον βασιλιά Λεοπόλδο του Βελγίου, που είχε προσωπική του περιουσία το Κονγκό, τα κέρδη από το καουτσούκ και έχτισε τις Βρυξέλλες, την καρδιά της Ευρώπης, ακρωτηριάζοντας και βασανίζοντας εκατομμύρια δούλων του, αν δεν είχαν την απαιτούμενη από όλους απόδοση στις φυτείες.
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου