«Kατά την επανεξέταση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θα πρέπει να εξεταστούν οι νέες προκλήσεις που ανέδειξε η κρίση της COVID-19. Θα μπορούσαν επίσης να αντληθούν χρήσιμα διδάγματα από την επιτυχή πολιτική απόκριση της ΕΕ (...) και ιδίως από τη διακυβέρνηση του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας».
Αυτό επισημαίνεται σε πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφορικά με την επίσημη έναρξη δημόσιας συζήτησης για την επανεξέταση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ, δίνοντας εξαρχής το «πλαίσιό» της: Τις σκέψεις δηλαδή για μια ορισμένη χαλάρωση του σημερινού δημοσιονομικού πλαισίου, με την αναμόρφωση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ώστε να στηριχτεί με νέα γενναία κρατικά πακέτα το κεφάλαιο, με «αντάλλαγμα» για τους λαούς τα «μνημόνια διαρκείας», τις συνεχείς αντεργατικές ανατροπές, τα βαριά χαράτσια και την ακρίβεια.
Θυμίζουμε πως για τις τρέχουσες ανάγκες του κεφαλαίου, που απαιτούν την απογείωση των ελλειμμάτων και των κρατικών χρεών πέρα και πάνω από τα όρια που τώρα προβλέπονται, σε πρώτη φάση η λύση ήδη έχει δοθεί με την ενεργοποίηση της λεγόμενης «ρήτρας διαφυγής» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που προβλέπει την προσωρινή παρέκκλιση από τους δημοσιονομικούς κανόνες, προκειμένου σε συνθήκες κρίσης να ενεργοποιούνται τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης του κεφαλαίου.
Για τη συνέχεια, με φόντο την αναμενόμενη ανάκαμψη, έχουν ξεκινήσει οι διεργασίες για τη διαμόρφωση μιας νέας «κανονικότητας» και για την επαναφορά του Συμφώνου Σταθερότητας αλλά σε «νέα μορφή», περισσότερο ευέλικτης διαχείρισης των υποθέσεων του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Για παράδειγμα, μια από τις προτάσεις προβλέπει τη μονιμοποίηση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, που με τα σημερινά δεδομένα έχει ημερομηνία λήξης στο τέλος του 2027, ενώ πλέον τα αντιλαϊκά παζάρια υπεισέρχονται στον σκληρό πυρήνα του πλαισίου της δημοσιονομικής και της νομισματικής πολιτικής.
Σε κάθε περίπτωση, γύρω από τα ζητήματα αυτά - και με κοινή συνισταμένη όλων την ανάγκη κλιμάκωσης των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων - αναμένεται να εκδηλωθούν οι αντιθέσεις και οι ανταγωνισμοί κρατών και κυβερνήσεων για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων και άλλων ειδικών συμφερόντων που καθένας από αυτούς στηρίζει και εκπροσωπεί.
Από την πλευρά του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) οι προτάσεις του επικεντρώνουν μεταξύ άλλων σε δύο άξονες:
-- Στη δυνατότητα το κριτήριο του κρατικού χρέους να φτάσει στο 100% του ΑΕΠ από 60% του ΑΕΠ σήμερα ως τιμή αναφοράς, αυξάνοντας τη δυνατότητα χρηματοδότησης των επιχειρηματικών ομίλων μέσω του κρατικού χρέους που φορτώνεται στις πλάτες των λαών.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα υπερδανεισμένα κράτη (π.χ. Ελλάδα, Ιταλία) καλούνται να παρουσιάζουν πρωτογενή πλεονάσματα τέτοια ώστε να μπορούν να προσεγγίσουν το όριο του 100% σε μια 20ετία, ενώ σε περίπτωση πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας ή σε περίπτωση «επενδυτικού κενού» (όπως στην ελληνική οικονομία) ο κανόνας της ετήσιας μείωσης για το χρέος θα αναστέλλεται για δύο χρόνια, μέχρι να ανακτηθεί η αναπτυξιακή δυναμική.
Το «κλειδί» δηλαδή είναι η επίτευξη υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης του ΑΕΠ, που με τη σειρά του προϋποθέτει την κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
-- Ο δημοσιονομικός στόχος παραμένει σε έλλειμμα μέχρι 3% του ΑΕΠ, ωστόσο προβλέπονται σειρά από εξαιρέσεις προκειμένου να «τρέξουν» οι επενδυτικές δαπάνες των κρατών.
Με απλά λόγια, οι κυβερνήσεις της ΕΕ θα έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν τριετή πλάνα με το ύψος των πρωτογενών δαπανών από τις οποίες θα αφαιρούνται τα ποσά για τις επενδύσεις. Μετά την πανδημία, «οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αντιμετωπίσουν το επενδυτικό κενό και να εξασφαλίσουν πρόσθετη χρηματοδότηση για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί από τις βασικές ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες και επίσης για να τονώσουν την ανάπτυξη», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο ΕSM.
Πρόκειται για την επέκταση και μονιμοποίηση των μηχανισμών χρηματοδότησης προς τους επιχειρηματικούς ομίλους της ΕΕ, με την ταυτόχρονη κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
Θυμίζουμε άλλωστε πως με την τροποποίηση της ιδρυτικής συνθήκης του ESM όπως συμφωνήθηκε και υπογράφηκε φέτος τον Γενάρη, ο εν λόγω μηχανισμός σχεδιάζεται να αναλάβει και τον ρόλο «διασώστη» «ύστατης καταφυγής» για τράπεζες της Ευρωζώνης που θα βρεθούν αντιμέτωπες με κινδύνους κατάρρευσης, αφού βέβαια προηγουμένως θα έχουν εξαντληθεί τα άλλα διαθέσιμα μέσα (ανακεφαλαιοποιήσεις, «κουρέματα» κ.ά.). Με τη νέα συνθήκη, ο ESM θα μπορεί να χορηγεί δάνεια έως 68 δισ. ευρώ στο Ταμείο Εξυγίανσης Τραπεζών, για να χρηματοδοτεί αυτό την «εξυγίανση» ή εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών.
Παράλληλα, ο ESM προβλέπεται να αναλάβει αναβαθμισμένο ρόλο στο σχεδιασμό και την παρακολούθηση των προγραμμάτων χρηματοοικονομικής βοήθειας σε κράτη - μέλη, με τα γνωστά «ανταλλάγματα» των μνημονίων διαρκείας για τους λαούς.
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει στο τραπέζι πρόταση σχετικά με την ενσωμάτωση «μη συμβατικών» μέτρων νομισματικής πολιτικής στη μόνιμη «εργαλειοθήκη» της. Ουσιαστικά πρόκειται για την επέκταση των έκτακτων μέτρων νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμόζει η ΕΚΤ, όπως το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (κρατικά ομόλογα κ.ά.) λόγω πανδημίας, στη βάση του οποίου διοχετεύονται φτηνά κεφάλαια και ρευστότητα και προς τις ελληνικές τράπεζες και μέσω αυτών στους εγχώριους επιχειρηματικούς ομίλους.
Την ίδια ώρα, ένα από τα βασικά θέματα που εξετάζονται στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ είναι η επαναδιατύπωση του ορισμού της σταθερότητας των τιμών, με σκοπό να ελέγχονται οι αποκλίσεις του πληθωρισμού από το επιθυμητό επίπεδο. Σήμερα, το «επιθυμητό όριο», για τον επίσημο πληθωρισμό, είναι αύξηση της τάξης του 2% το χρόνο, το οποίο αποτελεί κριτήριο για τα εκάστοτε μέτρα νομισματικής πολιτικής.
Μάλιστα, μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτή την Πέμπτη, η επικεφαλής της ΕΚΤ Κρ. Λαγκάρντ σημείωσε ότι «οι ελλείψεις υλικών, εξοπλισμού και εργατικού δυναμικού δρουν ανασταλτικά για την παραγωγή σε ορισμένους τομείς. Ο πληθωρισμός αυξάνεται, κυρίως λόγω της απότομης ανόδου των τιμών της Ενέργειας, αλλά και καθώς η ανάκαμψη της ζήτησης είναι ταχύτερη σε σχέση με την περιορισμένη προσφορά», εκτιμώντας ότι «ο πληθωρισμός θα αυξηθεί περαιτέρω βραχυπρόθεσμα, αλλά στη συνέχεια θα μειωθεί εντός του επόμενου έτους».
Στην πραγματικότητα ο λαός «γεύεται» άλλη μια πλευρά της «επεκτατικής» πολιτικής για το τάισμα του κεφαλαίου, η οποία συμβάλλει μεταξύ άλλων και στην εκτίναξη του πληθωρισμού που ροκανίζει τα λαϊκά εισοδήματα.
Προς επιβεβαίωση άλλωστε ήρθαν την Παρασκευή και τα στοιχεία της Γιούροστατ, που καταγράφουν ραγδαία άνοδο τον Οκτώβρη του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή στην Ευρωζώνη, φτάνοντας στο 4,1% σε ετήσια βάση από 3,4% τον Σεπτέμβρη και 3% τον Αύγουστο.
Μάλιστα, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Γιούροστατ, στην ελληνική οικονομία εκτινάχθηκε στο 3% από 1,9% τον Σεπτέμβρη.
Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή, ο οποίος έχει διαφορετική στάθμιση σε σχέση με τους εθνικούς δείκτες, εμφανίζει τον πληθωρισμό στη Γερμανία στο 4,6%, στη Γαλλία στο 3,2%, στην Ιταλία στο 3,1% κ.ά. Σε επίπεδο Ευρωζώνης, οι ραγδαίες ανατιμήσεις για τον μήνα Οκτώβρη προήλθαν από τον κλάδο της Ενέργειας, όπου καταγράφηκε άνοδος 23,5%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου