Επιλογή γλώσσας

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2021

Η αντιδικτατορική πάλη προσφέρει πλούσια συμπεράσματα στη γενιά που παλεύει να γίνει γενιά της ανατροπής


Είναι φυσικό αυτές τις μέρες να ανακαλείται στη μνήμη μας, στο συναίσθημά μας, ο ιστορικός φοιτητικός και εργατολαϊκός ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου, ο οποίος συνέβαλε στην επιτάχυνση της πτώσης της στρατιωτικής δικτατορίας σε συνδυασμό βεβαίως με το ελληνικό πραξικόπημα στην Κύπρο που αποτέλεσε το πρόσχημα και την ευκαιρία για τουρκική εισβολή και κατοχή του 39% του εδάφους της μέχρι σήμερα.

Για μας η κάθε ιστορική επέτειος δεν εξαντλείται με την υποχρέωση να θυμόμαστε και να μαθαίνουμε τι έγινε, κυρίως αποτελεί ευκαιρία να διευρύνουμε τη γνώση και την πείρα, ιδιαίτερα σήμερα που πραγματοποιούμε μια πιο πλατιά ιδεολογικοπολιτική αυτοτελή και αγωνιστική στις γραμμές του κινήματος, αντεπίθεση με το κάλεσμα της ΚΕ με σύνθημα "ΜΟΝΟ Ο ΛΑΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΩΣΕΙ ΤΟ ΛΑΟ", με συμπόρευση με το ΚΚΕ στο δρόμο της ανατροπής, στον αγώνα για το σοσιαλισμό.

Διανύουμε ήδη τις αρχές μιας νέας 10ετίας που ο καπιταλισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με αντιθέσεις και αντιφάσεις απέναντι στις οποίες δυσκολεύεται περισσότερο από πριν, να δώσει βέβαιες και βιώσιμες απαντήσεις. Περίοδος που δεν προμηνύει μόνο νέα μαύρα μαντάτα για τους λαούς, αλλά και νέες δυνατότητες να ανέβει η ταξική πάλη, οι λαοί να παρέμβουν πιο ουσιαστικά, ύστερα από 10ετίες μεγάλης υποχώρησης του εργατικού κινήματος.

Εμείς το σύνθημα το "ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΖΕΙ" το βλέπουμε και από μια ιδιαίτερης σημασίας σκοπιά. Ήδη το Κόμμα μας βρίσκεται κοντά στην ολοκλήρωση της μελέτης της περιόδου 1967 - 1974, στη διάρκεια της οποίας αναπτύχθηκε ο αντιδικτατορικός αγώνας με κορυφαία εκδήλωση το Πολυτεχνείο. Το 2017 κυκλοφόρησε κομματική έκδοση "Δικτατορία 1967 - 1974" με κείμενα και ντοκουμέντα που αν μελετήσετε, όσοι δεν το έχετε κάνει, θα έχετε κατάλληλη προετοιμασία για τη συζήτηση του νέου Δοκιμίου.

Το ΚΚΕ εξετάζει τα ιστορικά γεγονότα και περιόδους με επιστημονική μέθοδο, με τη βοήθεια όλων των αυθεντικών αρχείων, όχι μόνο των δικών του, αλλά και όλων όσων υπάρχουν και διατίθεται, ανεξάρτητα προσανατολισμού και της πολεμικής εναντίον μας. Στηριζόμαστε στη διαλεκτική - υλιστική ανάλυση των εγχώριων και διεθνών εξελίξεων, με αφετηρία την οικονομία, την πορεία του κύκλου της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αναδεικνύουμε πως η οικονομία υπαγορεύει τις ανάγκες του κεφαλαίου και τις προσαρμογές που πρέπει να κάνει το πολιτικό σύστημα, προς όφελος της κερδοφορίας του, την αντιμετώπιση σε βάρος του λαού του κύκλου της κρίσης, και μαζί για το τσάκισμα της εργατικής πάλης, της κοινωνικής συμμαχίας. Μελετάμε την επίδραση της ΕΕ, τις ενδοαστικές και ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που συγκροτούνται ή αναδιατάσσονται στα πολλαπλά ιμπεριαλιστικά κέντρα, τα παραδοσιακά δηλαδή ΝΑΤΟ , ΕΕ, ΗΠΑ, Ιαπωνία και τα νεότερα, όπως τη Κίνα και τη Ρωσία με τις δικές τους συμμαχίες. Μελετάμε τις στρατιωτικές συμφωνίες με πρόσχημα την ασφάλεια και την ειρήνη στην πραγματικότητα για τη διαπάλη και με τα όπλα αν χρειαστεί, για τις αγορές και τις σφαίρες επιρροής, τις περιφερειακές συμφωνίες και ανταγωνισμούς στην περιοχή που βρισκόμαστε. Όλα αυτά ασκούν την επίδρασή τους σε όλες τις κοινωνικές δυνάμεις, την αστική τάξη, την εργατική τάξη, τα μικροαστικά φτωχά μεσαία στρώματα της πόλης και τους βιοπαλαιστές αγρότες της υπαίθρου, τη νεολαία, τις γυναίκες που ανήκουν στην εργατική - λαϊκή οικογένεια..

Δεν σημαίνει ότι βάζουμε σε δεύτερη μοίρα το ρόλο του υποκειμενικού παράγοντα, γενικά και ειδικά το ΚΚΕ και την στρατηγική του, το καθοδηγητικό ρόλο που διαδραμάτισε σε κάθε φάση στην ταξική πάλη, συνεξετάζεται η στρατηγική του ΔΚΚ, των σοσιαλιστικών κρατών ως το 1991.

Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο, αλλά οι νομοτέλειες της κίνησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, του κύκλου της όπως και το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό έχουν καθολική ισχύ την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, έστω και αν κάποια στοιχεία διαφέρουν από ιστορική περίοδο σε ιστορική περίοδο ή παρεμβαίνουν ιδιαίτερα γεγονότα, κάποιες λεγόμενες ή και πραγματικές ιδιαιτερότητες και ιδιομορφίες.

Επέλεξα να σταθώ, σήμερα, σε τέσσερα βασικά ζητήματα που περιέχουν συμπεράσματα για τη γενιά που χωρίς δικαιώματα παλεύει να γίνει γενιά της ανατροπής.

1ο. Αφορά στα αίτια της δικτατορίας εναντίον της οποίας στράφηκε ο αγώνας του Πολυτεχνείου, καθώς αυτή, δηλαδή η δικτατορία, ήταν γέννημα θρέμμα των αντιθέσεων και της κρίσης του αστικού πολιτικού συστήματος, σε σχέση με τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα τη 10ετία του '50 και του '60.

Η στρατιωτική δικτατορία περιέχει ισχυρότατες προσθέτει αποδείξεις που δικαιώνουν τη θέση του Κόμματος μας για τη σχέση του καπιταλισμού με το φασισμό, με τη κάθε μορφής εκτροπής, με τη δράση ναζιστικών και ακροδεξιών οργανώσεων, είτε των αποκαλούμενων τρομοκρατικών ή συναφών οργανώσεων, σας θυμίζω τους Μουτζαχεντίν και Ταλιμπάν, την Αλ Κάιντα, το Ισλαμικό Κράτος κλπ. Τέτοιες και άλλες οργανώσεις και παρακλάδια τους είτε ιδρύθηκαν από υπηρεσίες των αστικών κρατών (π.χ. από τις ΗΠΑ, στη Γαλλία μάλιστα από το σοσιαλιστή Μιτεράν) είτε αξιοποιήθηκαν για να δικαιολογηθούν μέτρα βίας κατά του κινήματος, οπωσδήποτε δε, για την έκβαση και διευθέτηση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, παλαιότερα μάλιστα για την επίθεση σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν.

2ο. Αφορά στο ρόλο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στη μεταεμφυλιακή περίοδο και τη σχέση τους με τη στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα ως και την τουρκική εισβολή στη Κύπρο. Με στοιχεία και αποδείξεις απαντάμε στην προσπάθεια που έγινε απενοχοποίησής τους. Απαντάμε στον ελιγμό που γίνεται σήμερα από ορισμένους, ότι αν το 1967 οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είχαν συνενοχή, σήμερα ο ρόλος τους έχει αλλάξει, έχουν γίνει δημοκράτες και ανθρωπιστές, άρα δεν έχει κανένα νόημα ο αγώνας για την απεμπλοκή της Ελλάδας από τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και συμμαχίες. Απαντάμε στη ΝΔ και τα άλλα κόμματα, που ανεξάρτητα από δευτερεύουσες ενστάσεις τακτικής, λένε ότι είναι όφελος οι νέες συμφωνίες με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία ή άλλες τριμερείς και τετραμερείς περιφερειακές ιμπεριαλιστικές συμφωνίες, γιατί φέρνουν επενδύσεις και ανάπτυξη και κυρίως θωρακίζουν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, μας εξασφαλίζουν να νοιώθουμε ασφαλείς.

3ο. Αφορά στο χαρακτήρα του αντιδικτατορικού και αντιφασιστικού αγώνα και του σύγχρονου αγώνα για συνδικαλιστικές, πολιτικές ελευθερίες, για κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα.

4ο. Αφορά πιο ειδικά στο ρόλο του ΚΚΕ και της ΚΝΕ που αποτέλεσαν τη ψυχή του αντιδικτατορικού αγώνα, χωρίς ούτε στιγμή να παραβλέπουμε ότι έδρασαν κατά της δικτατορίας και άλλες ομάδες αγωνιστών και πολιτών, φοιτητικές παρατάξεις ακόμα και ένα μικρό μέρος στρατιωτικών, ιδιαίτερα του πολεμικού ναυτικού, με διαφορετικές βεβαίως αντιλήψεις με εμάς για το τι θα πρέπει να γίνει μετά τη πτώση της δικτατορίας.

Ας πάμε στο πρώτο ζήτημα που αφορά τη σχέση της στρατιωτικής δικτατορίας με το πολιτικό σύστημα του καπιταλισμού.

Μη θεωρήσετε ότι η θεμελιακή θέση του Κόμματός μας για τη σχέση του φασισμού, ναζισμού, οποιασδήποτε μορφής προσωρινής αναστολής του αστικού κοινοβουλευτισμού, με το καπιταλιστικό σύστημα γίνεται εύκολα κατανοητή από το λαό. Στο συγκεκριμένο ζήτημα της απριλιανής δικτατορίας μπερδεύει ακόμα, το γεγονός ότι οι αστικές πολιτικές δυνάμεις εμφανίστηκαν αντίθετες. Σήμερα μάλιστα, η ΝΔ περηφανεύεται γιατί επί των ημερών της ξεκίνησε η σύλληψη ηγετικών στελεχών της ΧΑ και επί των ημερών της έληξε η αδικαιολόγητα μακρόχρονη δίκη, με ευθύνη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ή πάρτε σαν παράδειγμα την αντίθεση ανάμεσα σε αστικά κόμματα με ακροδεξιά κόμματα όπως στη Γαλλία, στη Γερμανία, κλπ. Παραπλανά η πολεμική που κάνουν ναζιστικά, φασιστικά , ακροδεξιά πολιτικά σχήματα ή και ομάδες στα αστικά κόμματα, σε αστούς ηγέτες.

Είναι ανάγκη οι νέες γενιές να μάθουν πώς δυνάμωσε και επικράτησε ο χιτλερισμός στην Γερμανία, ο μουσολινισμός στην Ιταλία, ποιοι και γιατί έκαναν πραξικοπήματα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής. Να μάθουν ότι ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι, όπως και ο Μεταξάς στην Ελλάδα επικράτησαν κανονικά μέσα από τα αστικά κοινοβούλιο και τους αστικούς γενικότερα θεσμούς.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η διακήρυξη της ΚΕ το 2017, στην επέτειο των 50 χρόνων από την επιβολή της δικτατορίας, οι αιτίες βρίσκονταν πρωταρχικά στους κόλπους του μετεμφυλιακού αστικού πολιτικού συστήματος που διαμορφώθηκε από το 1946 στην Ελλάδα και ίσχυε ως το 1967.

Η άρχουσα τάξη, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ΚΚΕ, το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ και στη συνέχεια το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας (ΔΣΕ) είχε κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της, στη πρώτη γραμμή το στρατό, διαμόρφωσε το κατάλληλο θεσμικό και νομοθετικό πλαίσιο, δημιούργησε και στήριξε τις κρατικές και "παρακρατικές οργανώσεις" κ.ά. Όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, παρά τις μεταξύ τους διαφορές τους, είχαν συνταχθεί στο στόχο της ήττας του ΔΣΕ, με κοινή σημαία τους τον αντικομουνισμό, με προεξάρχοντα το ρόλο του Παλατιού. Ο θρόνος έπαιξε ρόλο στον πόλεμο κατά του ΔΣΕ ως "σύμβολο της πάλης κατά του κομμουνισμού", συνέχιζε να κατέχει μερίδιο στους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας και μετά τον εμφύλιο.

Καθώς όμως προχωρούσε η μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη, το διαμορφωμένο μετεμφυλιακό καθεστώς άρχισε να φαίνεται ότι δεν ήταν κατάλληλο για να εξυπηρετηθεί η οικονομία και η πιο ομαλή χειραγώγηση και ενσωμάτωση των εργατικών - λαϊκών μαζών, ενώ προετοιμάζονταν η ένταξη στην ΕΟΚ. Οι ανάγκες του κεφαλαίου και του αστικού πολιτικού συστήματος ήταν σε αναντιστοιχία με την ύπαρξη δύο κέντρων εξουσίας, της εκτελεστικής εξουσίας και του θρόνου που είχε δικαιοδοσία στις Ένοπλες Δυνάμεις.

Οι αστικές κυβερνήσεις, εναλλαγής, του Κ. Καραμανλή της ΕΡΕ και του Γ. Παπανδρέου της ΕΚ, κατά την 10ετία του 60 επιδίωξαν ορισμένους εκσυγχρονισμούς σε αντίθεση με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρμοδιότητες της κυβέρνησης και του θρόνου, ιδιαίτερα για τον έλεγχο του στρατού με αποτέλεσμα να οξυνθούν παραπέρα οι αντιθέσεις με το Παλάτι, που πραγματοποιούσε συμμαχίες πότε με το ένα και πότε με το άλλο κόμμα, ενώ άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα ανέτρεπε και κυβερνήσεις.

Σημαντικός παράγοντας που όξυνε την κρίση της αστικής διακυβέρνησης ήταν και το Κυπριακό, καθώς υπήρχαν διαφορές με την κυπριακή ηγεσία, φοβόταν μήπως διαμορφωθεί προσωρινή συμμαχία της κυπριακής αστικής τάξης με την ΕΣΣΔ, η οποία αντιδρούσε στην χρησιμοποίηση της Κύπρου από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ στην περιοχή.

Κάτω, λοιπόν, από την επίδραση των παραπάνω παραγόντων, τα τμήμα της άρχουσας τάξης που είχε δύναμη στον πιο ισχυρό μηχανισμό, το στρατό, έδωσε τη δικτατορική αστική λύση. Αυτή η λύση βέβαια επιτεύχθηκε με τον πιο δραματικό τρόπο για τον ελληνικό λαό, που έζησε για άλλη μια φορά την κατάργηση συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών, γνώρισε εξορίες και φυλακίσεις, βασανιστήρια, θάνατο.

Ας δούμε και μια άλλη πλευρά. Οι συνταγματάρχες χρησιμοποίησαν το παράθυρο που είχε το Σύνταγμα του 1952 που νομιμοποιούσε την επιβολή της δικτατορίας, με την διαφορά ότι αναγνώριζε το δικαίωμα της κατάλυσης του κοινοβουλευτισμού μόνο στο βασιλιά, μετά από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου, δηλαδή η διαφορά αφορούσε ποιος φορέας θα έβαζε σε αναστολή τον κοινοβουλευτισμό. Οι κυβερνήσεις της ΕΡΕ και της ΕΚ, μετά το 1952 ως το 1967 στηρίζονταν στο Σύνταγμα του 52 και στους αντικομουνιστικούς αντιδραστικούς νόμους, το πλαίσιο που χρησιμοποίησε η στρατιωτική χούντα.

Άλλη απόδειξη για τη σχέση του καπιταλισμού με τη δικτατορική εκτροπή είναι ότι από ταξική σκοπιά το στρατιωτικό πραξικόπημα στηρίχθηκε από ισχυρά τμήματα της αστικής τάξης, από την πρώτη στιγμή το εφοπλιστικό κεφάλαιο και αμέσως μετά και το βιομηχανικό.

Σήμερα, οι διαφορές και αντιθέσεις ανάμεσα στα αστικά κόμματα, τα κόμματα της αστικής διαχείρισης είναι ακόμα πιο ελαχιστοποιημένες στη γενική στρατηγική, οι αντιθέσεις τους εμφανίζονται κυρίως σε ζητήματα τακτικής και στον μεταξύ τους ανταγωνισμό ποιο κόμμα θα έχει το πρώτο λόγο στη διακυβέρνηση είτε αυτοδύναμη, είτε συνεργασίας.

Τη περίοδο 2012 - 2015 και 2015 - 2019 οι καυγάδες και οι ανταγωνισμοί τους αποτέλεσαν σωσίβιο και προφυλακτήρα για το αστικό πολιτικό σύστημα και την αστική διαχείριση, είτε με βάση τη συνεργασία ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στο όνομα να μη διωχθεί η Ελλάδα από την ευρωζώνη και τη συνέχεια με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Η οικονομική κρίση του 2009 έφερε στο αστικό πολιτικό σύστημα σημαντικά πλήγματα που φάνηκαν το 2012 με την εκλογική καταψήφιση της ΝΔ και ιδιαίτερα την κατακρήμνιση του ΠΑΣΟΚ. Τη διέξοδο την έδωσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, καθώς το ανερχόμενο λαϊκό κίνημα ως εκείνη τη στιγμή, σε σημαντικό του μέρος ενσωματώθηκε ή επηρεάστηκε στα συνθήματα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσε ακόμα πιο συντηρητικά κόμματα ως και τη Χρυσή Αυγή.

Η ΝΔ, τώρα, έχει ξεκινήσει τη νέου τύπου τρομοπροπαγάνδα για τις διπλές εκλογές που θα έλθουν, όποτε έλθουν. Απειλεί ότι αν δεν βγει αυτοδύναμη από τις πρώτες εκλογές με την απλή αναλογική μπορεί ακόμα και μετά τη δεύτερη αναμέτρηση να σημειωθεί αστάθεια και να απειληθεί η συνέχιση της χρηματοδότησης από το ταμεία ανάκαμψης κλπ. Ο ΣΥΡΙΖΑ απειλεί από τώρα ότι θα έχουν ευθύνη τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης αν δεν τον συντρέξουν για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, με βάση τον τεχνητό διαχωρισμό ανάμεσα στην φιλελεύθερη και προοδευτική διαχείριση.

Να ένα επίκαιρο ζήτημα για τη γενιά της ανατροπής, ποια πρέπει να είναι η στάση του ελληνικού λαού όταν το πολιτικό σύστημα υφίσταται ρήγματα, έχει δυσκολίες να εξασφαλίζει πολιτική σταθερότητα, σταθερές κυβερνήσεις; Να αναπτύξουμε πλατιά συστηματική, σωστά σχεδιασμένη και κλιμακωμένη ιδεολογικοπολιτική αντεπίθεση, ώστε, όσο εξαρτάται από εμάς, ένα μεγαλύτερο μέρος του λαού, της νεολαίας, όλων όσων έχουν ανοικτό αυτί προς το κόμμα μας, ή ψάχνονται προβληματισμένοι, να κατανοήσουν, ανάμεσα στ' άλλα, ότι όταν το αστικό πολιτικό σύστημα έχει δυσκολίες το εργατικό λαϊκό κίνημα πρέπει να τις αξιοποιεί ως εφαλτήριο για νέα επίθεση και κλιμάκωση και όχι να τις μπαλώνει, αντίθετα να τις διευρύνει και να τις βαθαίνει. Είναι ευκαιρία να βγάλουν συμπεράσματα όσοι το 2012 θύμωσαν ή στενοχωρήθηκαν με την αρνητική στάση του ΚΚΕ να μετέχει ή να στηρίζει κυβερνήσεις στο έδαφος του καπιταλισμού, εκείνοι που δεν κατανόησαν γιατί το Κόμμα στο δημοψήφισμα του 2015 πρότεινε λευκό ή άκυρο.

Σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη της Ευρώπης και στις άλλες ηπείρους πολλαπλασιάζονται, εδώ και αρκετά χρόνια, ιδιαίτερα, μετά τη νίκη της αντεπανάστασης στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, φαινόμενα μιας σχετικά ανεβασμένης, έστω και με σχετικά σκαμπανεβάσματα δράσης ακροδεξιών, έως και ναζιστικών κομμάτων και οργανώσεων.

Αποδεικνύεται περίτρανα ότι τα κόμματα υπερασπιστές της αστικής δημοκρατίας και του αστικού κοινοβουλευτισμού όχι μόνο δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τέτοια φαινόμενα, ακόμα και αν έχουν ιδιαίτερους λόγους να το θέλουν, αντίθετα τους χρησιμοποιούν κατά του εργατικού, λαϊκού κινήματος. Αποκορύφωμα αποτελεί η αναγωγή σε κρατική ιδεολογία η θεωρία της εξίσωσης του φασισμού και του κομουνισμού. Το κάλεσμα για να στηθούν αντιδεξιά και αντιφασιστικά πολιτικά μέτωπα συνεργασίας, είναι επίσης σανίδα σωτηρίας για το κεφάλαιο, την αστική διαχείριση, καθώς διαβρώνουν και υποσκάπτουν τη γραμμή της αντικαπιταλιστικής εργατικής πάλης και της κοινωνικής συμμαχίας. . Τέτοια καλέσματα που ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλει και οπορτουνιστικές ομάδες απενοχοποιούν τον καπιταλισμό ως σύστημα, ρίχνοντας την ευθύνη της ενίσχυσης ακροδεξιών οργανώσεων και προσανατολισμών αποκλειστικά και μόνο στην φιλελεύθερη αστική διαχείριση. Τα φιλελεύθερα αστικά κόμματα βρίσκουν την ευκαιρία να ενοχοποιούν το εργατικό κίνημα ως παράγοντα παραβίασης της "δημόσιας τάξης και νομιμότητας".

Πάμε στο δεύτερο ζήτημα το ρόλο των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ

Το Κόμμα μας από την πρώτη στιγμή και σωστά, κατάγγειλε το ρόλο των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ στη διαμόρφωση του μετεμφυλιακού καθεστώτος και στην επιβολή της δικτατορίας, όμως δεν έπαιρνε υπόψη ή υποβάθμιζε το ρόλο των ενδοαστικών αντιθέσεων. Αυτό που καθόρισε τη στάση π.χ. των ΗΠΑ δεν ήταν η μορφή της αστικής εξουσίας στην Ελλάδα, αλλά αν η μια ή η άλλη κυβέρνηση θα εξασφάλιζε τη συνέχιση ενίσχυσης της ελληνικής πολιτικής απέναντι στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, σε μια περίοδο που η Μεσόγειος, η Μέση Ανατολή και η Αφρική ήταν στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντός τους έναντι και της όποιας παρέμβασης και επιρροής ασκούσε η ΕΣΣΔ. Την ίδια στάση κράτησαν οι ΗΠΑ και η ΕΕ απέναντι στη λεγόμενη πρώτη φορά κυβέρνησης της αριστεράς με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι γεγονός ότι τα προβλήματα επιβίωσης που αντιμετωπίζει ένα μεγάλο μέρους του λαού, τα εκρηχτικά προβλήματα της νεολαίας, η αβεβαιότητα για τα επόμενα χρόνια, και ενώ σήμερα όλα τα κόμματα πλην ΚΚΕ έχουν ενιαία γενική στρατηγική στα πλαίσια του διεθνούς καπιταλισμού απέναντι στο ΝΑΤΟ, ΗΠΑ, ΕΕ κλπ., έχουν οδηγήσει στη διάβρωση της όποιας αντιμπεριαλιστικής συνείδησης είχε αναπτυχθεί σε μεγάλα τμήματα του λαού.

Βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ελληνικός λαός έγινε μαζικά φιλικός απέναντι στη πολιτική των ΗΠΑ ή αγαπά το ΝΑΤΟ, δεν μεταλλάχθηκε η ελληνική συνείδηση τόσο μαζικά και τόσο βαθειά, πολύ περισσότερο ανεπίστρεπτα. Κάποιοι όμως δεν πιστεύουν στη δυνατότητα αποτελεσματικής αντίδρασης, κάποιοι φοβούνται ή διστάζουν μπροστά σε μια διαδικασία σύγκρουσης με την κυρίαρχη πολιτική, δεν βλέπουν διέξοδο. Είναι αρκετοί αυτοί που θεωρούν ότι έστω η "συμμαχία με τους λύκους" μπορεί να αποτελέσει σανίδα σωτηρίας απέναντι σε όποιες απειλές υπάρχουν, ή ότι θα έλθουν πολλές επενδύσεις άρα κάποια ψίχουλα, θα πέσουν κάτω από το πλουσιοπάροχο για τους κεφαλαιοκράτες τραπέζι. Μια λογική δηλαδή παραπλανητικού εκφοβισμού και μειωμένων απαιτήσεων που αγνοεί ή υποτιμά ότι σήμερα υπάρχουν αντικειμενικά όλες οι προϋποθέσεις ο λαός να ζει σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες και δυνατότητες.

Είναι δική μας ευθύνη μπροστά στα πιεστικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που τα όξυνε η πανδημία, να μην παραλείπουμε μια πολύμορφή συνεχή διαφώτιση τι κρύβεται πίσω από το σύνθημα που όλα τα κόμματα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, ΜΕΡΑ25 κλπ., προβάλουν για τη λεγόμενη γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας που σημαίνει πολιτική, οικονομική και στρατιωτική, πολεμική εμπλοκή στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις στο πλευρό της μιας ή της άλλης πλευράς. Το ότι η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε μια τεράστια αμερικανική και ΝΑΤΟική βάση, το ότι παράλληλα συμμορφώνεται στη στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης μπορεί να προβληματίζει αρκετούς, απέχουμε όμως από το να γίνει αναπόσπαστο στοιχείο του καθημερινού αγώνα, κριτήριο για τη σημασία της αντικαπιταλιστικής αντιμονοπωλιακής αντεπίθεσης, της ανατροπής.

Όταν η Ελλάδα ως μέλος του ΝΑΤΟ και στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ είχε μέσω των βάσεων τα όπλα στραμμένα όχι προς ανατολάς που έλεγαν, αλλά κατά των Βαλκανικών σοσιαλιστικών κρατών και του σύμφωνου της Βαρσοβίας, ούτε μια φορά δεν δέχθηκε απειλή , ούτε με τη μορφή υπονοούμενου ότι αν οξυνθεί η κατάσταση τότε θα τιμωρηθεί η χώρα. Αντίθετα, η Ελλάδα δεν γλύτωσε τη δικτατορία, ούτε την τουρκική κατοχή της Κύπρου (που διαπλέκονταν με την ελληνική πολιτική), ούτε την επιθετική αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας μέχρι σήμερα. Ακόμα και ο προηγούμενος υπουργός Άμυνας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στρατιωτικοί αναλυτές της ΝΔ αρκετές φορές έχουν αναγνωρίσει ότι στα δύσκολα με την Τουρκία δεν θα έχουμε συμμάχους, θα είμαστε μόνοι μας λένε, ακόμα και υπουργοί. Οι λεγόμενοι σύμμαχοι πρώτοι απ' όλους θα ζητήσουν συμβιβασμό και εκχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Όμως στο ζήτημα της λεγόμενης αναβάθμισης της Ελλάδας εμείς βάζουμε ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα αυτό της διεθνιστικής αλληλεγγύης ανάμεσα στους λαούς.

Είναι δυνατόν ο ελληνικός λαός, ο κάθε λαός να ελπίζει ότι μπορεί να ζει καλά και με ασφάλεια, με αντάλλαγμα να συναινεί, να ανέχεται την Ελλάδα να δίνει χέρι βοήθειας σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, σε τοπικούς πολέμους, να πληρώνουν, δηλαδή, γειτονικοί ή και πιο μακρινοί λαοί με αίμα, βάσανα, μετανάστευση και προσφυγιά; Αξίζει να δίνουν το αίμα τους οι λαοί για το ποιος θα βγει νικητής στη μάχη των αγορών, των πρώτων υλών, στην πρωτοκαθεδρία στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα; Τα ιδιαίτερα συμφέροντα που χωρίζουν τα καπιταλιστικά κράτη, μεταξύ τους, πρέπει να αποτελούν παράγοντα που ενώνει τους λαούς ενάντια τους. Άλλωστε τα καπιταλιστικά κράτη όσο και αν το ένα υποβλέπει το άλλο για την οικονομική και πολιτική ηγεμονία, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν την εργατική τάξη, τα λαϊκά κινήματα τότε ενώνονται παραμερίζοντας προσωρινά τις αντιθέσεις τους.

Πάμε στο τρίτο ζήτημα τον αντιδικτατορικό αγώνα

Το πραξικόπημα της χούντας των συνταγματαρχών δεν συνάντησε άμεση λαϊκή αντίδραση, καθώς δεν υπήρχε καμιά προετοιμασία από το εργατικό λαϊκό κίνημα, και πρώτα απ' όλα από την ΕΔΑ και το ΚΚΕ. Η έλλειψη μιας τέτοιας προετοιμασίας ακύρωσε, κυριολεκτικά τις όποιες διαθέσεις υπήρχαν μέσα στα πιο ριζοσπαστικά τμήματα του λαού, που είχαν περάσει τις εμπειρίες του αγώνα από τα χρόνια της κατοχής και σε όλη την μετεμφυλιακή περίοδο. Επρόκειτο για σημαντική ήττα του εργατικού - λαϊκού κινήματος.

Επέδρασε και το γεγονός ότι, από την πρώτη μέρα της δικτατορίας, η πρωτοπορία του εργατικού λαϊκού κινήματος, χιλιάδες έμπειροι κομμουνιστές και κομμουνίστριες απροετοίμαστοι, βρέθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε όλη την Ελλάδα. Απέναντι στον ελληνικό λαό, σε όσες λαϊκές δυνάμεις είχαν κάποια διάθεση δράσης ορθώθηκε ένας πανίσχυρος αστυνομικός και στρατιωτικός μηχανισμός που τέθηκε στην υπηρεσία της χούντας.

Όταν μιλάμε για μεγάλες ιστορικές στιγμές απίστευτου ηρωισμού και θυσίας, στη μακρόχρονη πορεία του Κόμματος, στο μυαλό μας μένει η δράση των αλύγιστων όπως συνήθως λέμε κομμουνιστών και κομμουνιστριών, απολύτως δικαιολογημένα. Όμως καλό είναι να ξέρουμε ότι οι μεγάλες στιγμές που πέρασαν στην ιστορία του εργατικού, του λαϊκού, του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος γεννήθηκαν στον ένα ή στον άλλο βαθμό μέσα σε συνθήκες όπου ένα μεγάλο μέρος του λαού, φαίνονταν αρχικά απαθές, φοβισμένο να ρισκάρει είτε αφοπλισμένο ιδεολογικά και πολιτικά, παθητικοποιημένο, δηλαδή συνθήκες που δεν προειδοποιούσαν ότι θα έλθουν και άλλες μέρες. Η σκληρή αφανής σε ορισμένες περιπτώσεις που προηγήθηκε από την πρωτοπορία κάρπισε αργότερα.

Ας μη το κρύψουμε ακόμα και σήμερα έρχονται στιγμές που ίσως κάποιοι και κάποιες να αισθάνονται απογοητευμένοι, απαισιόδοξοι ότι μπορεί να αναπτυχθεί ένα μαζικό, ηρωικό και άφοβο εργατικό - λαϊκό κίνημα, όταν μάλιστα η πρωτοπορία του, το εργατικό - συνδικαλιστικό είναι σε ιστορικά χαμηλό στο βαθμό π.χ. συνδικαλιστικής οργάνωσης. Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που περνάνε από τον ενθουσιασμό, όταν υπάρχει μια ανάταση ή αναλαμπή αγώνα, αλλά όταν δεν βλέπουν άμεσα αποτελέσματα, να πέφτουν στην απογοήτευση και στην αδράνεια. Μπορεί επίσης να ξανασυμβεί κάτι που έχουμε δοκιμάσει, να αποκτήσουν μεγάλη αίγλη και να δημιουργήσουν ελπίδες, τυχόν αυθόρμητες ή και όχι πάντα αυθόρμητές εξάρσεις δράσης ή μορφές πάλης που εμφανίζονται ως εξεγερσιακές και μαχητικές με αιτήματα και στόχους που δεν ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες, κινήματα που εύκολα μπορεί να τα χρησιμοποιήσει το αστικό πολιτικό σύστημα ή κάποια από τα κόμματά του. Τέτοιο παράδειγμα ήταν το λεγόμενο κίνημα των πλατειών, άλλα ανάλογα κινήματα σε ευρωπαϊκές πόλεις, η λεγόμενη "αραβική άνοιξη".

Το Πολυτεχνείο, αν υπήρχε κατάλληλη προετοιμασία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια παλλαϊκή εργατική - λαϊκή και νεολαιίστική εξέγερση, δηλαδή να γίνει ο αποφασιστικός παράγοντας με την από τα κάτω ανατροπή της χούντας. Από καλύτερες θέσεις θα ξεκινούσε η δράση μετά την πτώση της δικτατορίας.

Το Πολυτεχνείο όμως παρέχει και άλλη πολύτιμη πείρα.

Η παρέμβαση των δυνάμεων της ΚΝΕ και της Αντιδικτατορικής ΕΦΕΕ συνέβαλε στην αποτροπή του κινδύνου να κυριαρχήσει ο αυθορμητισμός και ο κατακερματισμός της πάλης, στο όνομα πάλη μόνο από τα κάτω. Στην προσπάθεια να λυθούν προβλήματα οργάνωσης του αγώνα δεν υποτιμάμε την συμβολή και άλλων δυνάμεων όπως ο "Ρήγας Φεραίος", δυνάμεις του ΠΑΚ και ορισμένες άλλες από το χώρο των λεγόμενων "αριστεριστών". Οι διαφορές μεταξύ τους και με εμάς αντιμετωπίσθηκαν ως ένα βαθμό με την διαπάλη που που είχε επίμαχο στοιχείο την ανάγκη ο αγώνας να έχει κέντρο καθοδήγησης και σχεδιασμού, πράγμα που ορισμένες δυνάμεις αρχικά το αρνούνταν. Τελικά έγινε συμφωνία και εκλέχτηκε Συντονιστική Επιτροπή, την πρώτη και τη δεύτερη μέρα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Αυτή ήταν η προϋπόθεση για να πάρει η κατάληψη μια όσο γινόταν εύστοχη κατεύθυνση αλλά και οργάνωση, δημοσιοποίηση μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού. Ανάμεσα σε πολλά και διαφορετικά ξεχώρισαν και έμειναν στη μνήμη τα συνθήματα "ΨΩΜΙ - ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ", "ΕΞΩ ΤΟ ΝΑΤΟ ΚΑΙ ΟΙ ΗΠΑ, ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ". Όπως γράφεται στην ειδική έκδοση για τη δικτατορία το τριήμερο 15 - 17 Νοεμβρίου 1973 το Πολυτεχνείο ανέδειξε τη μεγάλη σημασία για την οργάνωση της πάλης, μέσα από γενικές συνελεύσεις, εκλογή επιτροπών αγώνα, δηλαδή με συλλογικές διαδικασίες, επίσης ανέδειξε τη σημασίας της εργατικής - λαϊκής αλληλεγγύης και συμπόρευσης, της πλατειάς ενημέρωσης με τον καταλυτικό ρόλο του ραδιοφωνικού σταθμού.

Ας δούμε τώρα ορισμένα ζητήματα που αφορούν στο ΚΚΕ ως χρήσιμη πείρα στο δρόμο της ανατροπής

Το ΚΚΕ στις 21 Απρίλη '67, βρίσκονταν στη χειρότερη θέση όλης της ιστορίας του, καθώς είχε διαλύσει τις ΚΟ στην Ελλάδα το 1958, ενώ στην ΚΕ και το ΠΓ είχε διαμορφωθεί οπορτουνιστική ομάδα που οι αντιλήψεις της κυριαρχούσαν στο Κλιμάκιο των μελών της ΚΕ στο εσωτερικό, ενώ οι χιλιάδες κομμουνιστές είχαν διαχυθεί στις γραμμές της σοσιαλδημοκρατικής ΕΔΑ. Και όμως από την πρώτη μέρα, αν και οι πιο έμπειροι και μπαρουτοκαπνισμένοι κομμουνιστές και κομμουνίστριες του μεσοπολέμου και της 10ετίας του 40 είχαν συλληφθεί και εξοριστεί, αποφασίστηκε και ξεκίνησε η πορεία ανασυγκρότησής του κόμματος, ακόμα και η στρατολογία νέων μελών, που απέκτησε μια κάποια δυναμική όταν στην 12η πλατιά ολομέλεια της ΚΕ, η οπορτουνιστική ομάδα βγήκε από τις γραμμές του ΚΚΕ. Μεγάλης σημασίας γεγονός ήταν και η ίδρυση της ΚΝΕ, για πρώτη φορά μετά τη διάλυση της ΟΚΝΕ και την ίδρυση της ΕΠΟΝ. Η αγωνιστική δράση του ΚΚΕ δεν μάς οδηγεί να κρύψουμε τη λαθεμένη στρατηγική του στον αντιδικτατορικό αγώνα, στρατηγική που ίσχυε από τα μέσα της 10ετίας '30 και την 10ετία '40 - '49. Η λαθεμένη στρατηγική δεν εμπόδισε καθόλου την αναντικατάστατη προσφορά του, την ετοιμότητα για θυσίες, αλλά επέδρασε στην πολιτική του γραμμή για το χαρακτήρα της αντιδικτατορικής πάλης.

Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της στρατηγικής ήταν η κατάτμηση της επαναστατικής διαδικασίας σε δύο στάδια, η μη αντικειμενική εκτίμηση για το επίπεδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης της Ελλάδα, η αντίληψη για την πολιτική συμμαχιών και η συμμετοχή ή στήριξη του ΚΚΕ σε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού. Σ' αυτά τα πλαίσια διαμόρφωσε πολιτική πρόταση συνεργασίας με όλα τα κόμματα που ήταν κατά της δικτατορίας, γύρω από το αποκαλούμενο "μίνιμουμ πρόγραμμα" ή ένα στόχο, ή ένα πλέγμα άμεσων αιτημάτων, με κόμματα αστικής διαχείρισης. Αυτή η επιλογή πέρα του ότι δεν ήταν σωστή, δεν ευοδώθηκε καθόλου καθώς όλα τα άλλα κόμματα αρνούνταν όχι μόνο την πρόταση συνεργασίας αλλά και την συμμετοχή του κόμματος σε κυβέρνηση "εθνικής ενότητας", ενώ οι περισσότεροι αστοί ηγέτες αρνούνταν ή δίσταζαν να δηλώσουν ότι θα προχωρήσουν στην νομιμοποίηση του ΚΚΕ μετά την πτώση της χούντας. Μεμονωμένοι αστοί πολιτικοί αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο νομιμοποίησης του ΚΚΕ ως στοιχείο εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος, με την ελπίδα ότι θα πετύχαιναν την ενσωμάτωση του. Το κόμμα έβλεπε τότε ως πιο κοντινή δύναμη για συνεργασία και με προοπτική το ΠΑΚ του Α. Παπανδρέου, που αποτελούσε τον προθάλαμο για την ίδρυση ενός σύγχρονου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα δηλαδή που έκανε ό,τι μπορούσε για να συγκαλύψει την πολιτική διαχείρισης που είχε χαράξει προκειμένου να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες του ελληνικού καπιταλισμού.

Η 7χρονη δικτατορία έγινε η κολυμπήθρα του Σιλωάμ για την ΕΡΕ και την ΕΚ, τα βασικά κόμματα που κυβέρνησαν και στήριξαν το μετεμφυλιακό καθεστώς που οι αντιθέσεις του οδήγησαν στην επιβολή της δικτατορίας.

Το θεμελιακής σημασίας συμπέρασμα είναι ότι ακόμα και όταν διατηρείται η αυτοτελής δράση του Κόμματος, η ένταξη του σε σχήμα πολιτικής συνεργασίας οδηγεί στην απώλεια της αυτοτέλειας του και αναπόφευκτα να επιδιώκει ανάληψη ευθύνης συμμετοχής ή στήριξης αστικής κυβέρνησης. Ακόμα και αν κάποιες από αυτές τις δυνάμεις τελικά δέχονταν τη συνεργασία με το κόμμα στον αγώνα κατά της δικτατορίας, ο στόχος τους θα ήταν η χρησιμοποίηση του Κόμματος και της επιρροής του στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα για τα δικά τους ταξικά συμφέροντα. Δεν σταματά το πρόβλημα εδώ, καταλήγει η διακήρυξη της πάλης για το σοσιαλισμό να μεταλλάσσεται σε μια ευχή, ένα όραμα ηθικής αξίας στο αόριστο μέλλον, κατά συνέπεια να αποσπάται η καθημερινή πάλη από τον σοσιαλισμό, άρα να ενσωματώνεται, ανεξάρτητα από προθέσεις, στα όρια του αστικού πολιτικού συστήματος.

Τα παραπάνω σε όλο τον 20ό αιώνα και στις πρώτες 10ετίες του 21ου στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, παγκόσμια έχουν επιβεβαιωθεί και δεν υπάρχει ούτε καν μια εξαίρεση στον κανόνα. Η αντίληψη που υπήρξε στο κόμμα, ότι δεν ήταν θέμα αρχής η περίπτωση συμμετοχής του σε αστική κυβέρνηση, για να συμβάλει στην επίλυση ενός οξυμένου προβλήματος ή την αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης, παρέμεινε σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης. Καταργήθηκε στα πλαίσια της νέας επεξεργασίας του Προγράμματος του Κόμματος αρχικά στο 15ο Συνέδριο (1996) και στη συνέχεια πιο ολοκληρωμένα στο 19ο (2013), ως αποτέλεσμα της συλλογικής ωρίμανσής του, στην αναμέτρηση με τις συνέπειες της αντεπανάστασης, τη μελέτη της Ιστορίας του Κόμματος και του εργατικού κινήματος, ιδιαίτερα της περιόδου 1949 - 1968 και πάνω απ' όλα της μελέτης της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Σήμερα το Κόμμα μας μέσα από ένα ανηφορικό, σκληροτράχηλο και επίπονο δρόμο, σε πρωτόγνωρες συνθήκες μετά την νίκη της αντεπανάστασης, κατάφερε στην αρχή αργά στην πορεία με επιτάχυνση να αποκαταστήσει τον επαναστατικό του χαρακτήρα του. Καμία επανάπαυση και αυτοϊκανοποίηση, το Κόμμα μετά από την κρίση του '89 - '91 όφειλε συλλογικά να επιτελέσει το επαναστατικό του καθήκον. Το αντίθετο νοιώθουμε σήμερα, ότι πρέπει να ανεβάσουμε, σε ακόμα ανώτερο επίπεδο, την απαιτητικότητα από τον εαυτό μας, ό,τι περνάει από το χέρι μας να δουλεύουμε με επιτελικό σχέδιο μακράς πνοής, στρατηγικά, έτσι που να μη παραμερίζoνται ή να αναβάλλονται πάγια καθήκοντα στο όνομα της αναμφισβήτητης υποχρέωσής μας να οργανώνουμε τους καθημερινούς αγώνες, να μας βλέπουν όσοι υποφέρουν σε κάθε στιγμή ετοιμοπόλεμους και πρωτοπόρους. Η θέση μας ότι μόνο ο λαός μπορεί να σώσει το λαό, βγαίνει μέσα από την θεωρία και την επιβεβαίωση της από την πείρα του 19ου και 20ου αιώνα. Μπορεί να γίνει πραγματικότητα στο βαθμό που όλα τα αγωνιστικά στοιχεία και όλοι όσοι αναζητούν πραγματική εναλλακτική λύση, αποφασίζουν να συμπορευτούν με το ΚΚΕ στην ταξική πάλη, την κοινωνική συμμαχία, χωρίς να σημαίνει ότι συμφωνούν από τώρα σε όλα 100% μαζί μας, αυτό μπορεί να γίνει στην πορεία και όταν και η δική τους πείρα τους εξοπλίσει. Τότε θα νοιώσουν δυνατοί να πάνε μαζί με το ΚΚΕ στο δρόμο της ανατροπής, στην πάλη για το σοσιαλισμό.

Ξανά θα πω, δεν υποτιμάμε τις δύσκολες αντικειμενικές συνθήκες, πιο δύσκολες από μια πλευρά από άλλες που ζήσαμε στον 20ό αιώνα, αλλά ό,τι εξαρτάται από εμάς μπορεί και πρέπει να γίνεται, με την αδιάσπαστη ενότητα θεωρίας και πράξης. Κλείνω έτσι ανοίγοντας ένα θέμα που συνεχώς πρέπει να απασχολεί την εσωτερική ζωή του Κόμματος και της ΚΝΕ, τη δράση μας στο λαό, τι σημαίνει και πώς εξειδικεύεται η γνωστή θέση ότι χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατική πράξη. Επαναστατική θεωρία έχουμε, ανάπτυξή της στις σημερινές συνθήκες γίνεται και θα γίνεται, αυτή η ενότητα που ανέλυσε πολύ πετυχημένα το 21ο Συνέδριο πρέπει να εκφράζεται και στην πρακτική μας δράση. Να θυμάστε να ξαναδιαβάζετε βασικά κομματικά ντοκουμέντα, αρκετές φορές να σκύβετε στο 21ο Συνέδριο, αλλά και σε θεωρητικά ιδεολογικά ζητήματα. Δεν αρκεί να μας βλέπουν και να μας εκτιμούν ως πρωτοπόρους, συνεπείς στη δράση και στις θυσίες, χρειάζεται να μας βλέπουν πρωτοπόρους και στις ιδέες, στην εύστοχη δουλεμένη ιδεολογική διαπάλη, αποτελεί αυτή σημαντική κινητήρια δύναμη. Σκεφτείτε τι μας αναλογεί συλλογικά και ατομικά, τι υποχρεώσεις βγαίνουν από τη θεμελιακή αρχή ΧΩΡΙΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ.

Ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, η οποία έγινε δεκτή με το σύνθημα «ένας αιώνας αγώνας και θυσία το ΚΚΕ στην πρωτοπορία».

 Προηγήθηκε μουσικό αφιέρωμα στα «Τραγούδια του Αγώνα» του Μίκη Θεοδωράκη.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου