Μετά από τόσα χρόνια τον φόβο της Σοβιετικής Ένωσης να έχεις!!!
Βλέπεις και οι καιροί έχουν γυρίσματα ε;
Και θα είναι ντάλα μεσημέρι!!!!
Το υγειονομικό σύστημα στη Σοβιετική Ένωση, αλλά και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, είχε κερδίσει τον τίτλο του κοινωνικού αγαθού, με υψηλού επιπέδου πρόληψη, σύγχρονη τεχνολογία, πολυάριθμες μονάδες Υγείας. Ήταν θεμελιωμένο με τις πιο προοδευτικές και ανθρωπιστικές αρχές και σήμερα φαντάζει σαν παραμύθι, μπροστά στην εμπορευματοποιημένη υγεία στις καπιταλιστικές χώρες, πολύ δε περισσότερο σε συνθήκες εκδήλωσης της πανδημίας του κορονοϊού.
Το υγειονομικό σύστημα της ΕΣΣΔ αποτελούσε ένα από τα πιο λαμπρά επιτεύγματα του σοβιετικού λαού. Τα καθήκοντα του κράτους για την προστασία της υγείας προσδιορίστηκαν από το Β.Ι. Λένιν και αναφέρονταν στο 1ο πρόγραμμα τού Ρώσικου Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (1903). Στο πρόγραμμα υπογραμμιζόταν η ανάγκη να καθιερωθεί η 8ωρη εργάσιμη ημέρα, να απαγορευθεί η παιδική εργασία, να οργανωθούν βρεφικοί σταθμοί στις επιχειρήσεις, να υπάρχει κρατική ασφάλιση των εργατών, υγειονομική επίβλεψη στις επιχειρήσεις.
Από τις πρώτες ημέρες της Σοβιετικής εξουσίας, η φροντίδα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων αναγορεύτηκε σε ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα του σοσιαλιστικού κράτους. Στην περίοδο που η χώρα μαστιζόταν από τις επιδημίες και την ερήμωση, αντιμετώπιζε τους εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς, άρχισε η δημιουργία του πρώτου στον κόσμο κρατικού υγειονομικού συστήματος, που ήταν θεμελιωμένο στις πιο προοδευτικές και ανθρωπιστικές αρχές. Αυτό σήμαινε, προσιτή σε όλους και δωρεάν ιατρική περίθαλψη, με τη συμμετοχή των εργαζομένων στην αντιμετώπιση των προβλημάτων προστασίας της υγείας. Η πολιτική του Σοβιετικού κράτους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης διατυπώθηκε στο 2ο Πρόγραμμα του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που ψηφίστηκε στο 8ο Συνέδριο το 1919 και προσδιόριζε, σαν πρωταρχικά καθήκοντα, την εξυγίανση των κατοικημένων χώρων, την προστασία του εδάφους, των υδάτων και του αέρα, την οργάνωση των εστιατορίων με βάση τις επιστημονικές υγειονομικές προδιαγραφές, τη δημιουργία υγειονομικής νομοθεσίας, την εξασφάλιση προσιτής σε όλους και δωρεάν ιατρικής περίθαλψης. Στη διάρκεια του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου (1929-32), οι δαπάνες, για την υγειονομική περίθαλψη και τη φυσική αγωγή αυξήθηκαν, σε σχέση με το 1913, περίπου 4 φορές. Ο αριθμός των γιατρών το 1940 αυξήθηκε περίπου 6 φορές, των μεσαίων υγειονομικών στελεχών πάνω από 10 φορές και των κλινών κατά 3,8 φορές.
Στα χρόνια του μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, 1941-45, όλες οι προσπάθειες της υγειονομικής υπηρεσίας συγκεντρώθηκαν στην περίθαλψη των αρρώστων και των τραυματιών πολέμου, καθώς και στην πρόληψη των επιδημιών στο στρατό και τα μετόπισθεν. Τα ιατρικά ιδρύματα συνέβαλαν στην νίκη του σοβιετικού λαού κατά του φασισμού. Πάνω από το 72% των τραυματιών και 90% των αρρώστων επέστρεψαν στην ενεργό στρατιωτική υπηρεσία. Για πρώτη φορά στην ιστορία των πολέμων, κατορθώθηκε η προστασία των μετόπισθεν και του στρατού από τις επιδημίες. Ο πόλεμος προκάλεσε τεράστιες ζημιές στο σοβιετικό υγειονομικό σύστημα, που έφτασε το ύψος των 6,6 δισ. ρουβλιών. Σαράντα χιλιάδες νοσοκομεία, πολυκλινικές και άλλα ιατρικά ιδρύματα καταστράφηκαν ή ερημώθηκαν.
Η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της χώρας και η ηρωική εργασία των σοβιετικών πολιτών, συνέβαλαν στη γρήγορη αποκατάσταση των αναγκαίων υλικών προϋποθέσεων για την παροχή υγειονομικής περίθαλψης. Το 1947 οι βασικοί δείκτες υγειονομικής περίθαλψης έφτασαν τα προπολεμικά επίπεδα. Το 1950, σε σχέση με το 1940, ο αριθμός των γιατρών αυξήθηκε κατά 71%, των μεσαίων υγειονομικών στελεχών κατά 52%, των νοσοκομειακών κλινών κατά 28%. Από το 1940 ως το 1975, οι επιχορηγήσεις για την υγεία αυξήθηκαν περισσότερο από 13 φορές.
Το πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ), που ψηφίστηκε στο 22ο Συνέδριο τού Κόμματος (1961), επεξεργάστηκε ακόμη πιο πολύ τις βασικές αρχές της σοβιετικής υγειονομικής περίθαλψης. Η ΚΕ του ΚΚΣΕ και η Σοβιετική κυβέρνηση είχαν πάρει πολλές αποφάσεις σχετικά με τα προβλήματα της υγείας και της ιατρικής επιστήμης, όπως η Απόφαση της ΚΕ του ΚΚΣΕ και του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ στις 14 Γενάρη 1960, που καθόριζε τα μέτρα για τη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης και προστασίας της υγείας του πληθυσμού της ΕΣΣΔ και στις 5 Ιούλη 1968 σχετικά με τα «Μέτρα για τη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης και την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης». Η επικύρωση από το Ανώτατο Σοβιέτ, το 1969, των βασικών θέσεων της νομοθεσίας της ΕΣΣΔ και των Ενωσιακών Δημοκρατιών, όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη, κατοχύρωσαν τις αρχές πάνω στις οποίες στηριζόταν η δωρεάν, προσιτή σε όλους και εξειδικευμένη περίθαλψη, προληπτικά μέτρα, προστασία της μητέρας και του παιδιού, οι αντιεπιδημικές υπηρεσίες.
Στις θέσεις αυτές υπογραμμιζόταν ότι η προστασία της υγείας του λαού αποτελεί υποχρέωση όλων των κρατικών οργάνων και των κοινωνικών οργανώσεων. Συνεχώς παίρνονταν μέτρα για την παραπέρα βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης, όπως η ανέγερση νέων μεγάλων ειδικών και πολυκλαδικών νοσοκομείων, πολυκλινικών και εξωτερικών ιατρείων, ποιοτική βελτίωση της ιατρικής περίθαλψης, πληρέστερη εξυπηρέτηση του πληθυσμού, διεύρυνση του δικτύου των σταθμών πρώτων βοηθειών και των υγειονομικών σταθμών, αύξηση του αριθμού των νοσοκομειακών κλινών.
Η νοσηρότητα
Η προεπαναστατική Ρωσία κατείχε την 1η θέση στην Ευρώπη σχετικά με την εξάπλωση των μεταδοτικών ασθενειών. Ο πληθυσμός μαστιζόταν συνεχώς από επιδημίες ευλογιάς, χολέρας, πανούκλας, εντερικών μολύνσεων, εξανθηματικού και υπόστροφου τύφου, ελονοσίας, που προκαλούσαν τεράστιες ζημιές στην οικονομία. Το 1912, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περίπου 13 έκατομ. άτομα είχαν προσβληθεί από επιδημικές ασθένειες. Βασική αιτία της μεγάλης παιδικής θνησιμότητας ήταν οι παιδικές λοιμώδεις ασθένειες. Η υγειονομική κατάσταση της χώρας βρισκόταν σε αξιοθρήνητα επίπεδα. Οι συνθήκες στέγασης και διαβίωσης ήταν άθλιες. Μόνο είκοσι τρεις (23) μεγάλες πόλεις είχαν αποχετευτικό σύστημα και το πολιτιστικό επίπεδο του λαού ήταν χαμηλό. Ο περισσότερος πληθυσμός έπινε νερό ακατάλληλο σύμφωνα με τους βακτηριολογικούς δείκτες. Ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-18, ο Εμφύλιος Πόλεμος και η ξένη στρατιωτική επέμβαση 1918-1920, δημιούργησαν μια πολύ δύσκολη κατάσταση, από υγειονομική και επιδημιολογική άποψη. Σύμφωνα με στοιχεία, από το 1917 ως το 1922, είχαν προσβληθεί από εξανθηματικό τύφο, γύρω στα 20 έκατομ. άτομα και περίπου 10 έκατομ. στην περίοδο 1919-1923 από υπόστροφο τύφο. Το 1918-19 είχαν καταγραφτεί 65.000 κρούσματα χολέρας, το 1919 ο κίνδυνος επιδημίας της ευλογιάς ήταν μεγάλος, ενώ παράλληλα παρουσίαζαν έξαρση η ελονοσία και άλλα λοιμώδη νοσήματα. Στις συνθήκες αυτές, η καταπολέμηση των λοιμωδών νοσημάτων θεωρήθηκε σαν ένα από τα βασικά προβλήματα της εσωτερικής πολιτικής του Σοβιετικού κράτους. Τα υγειονομικά αντιεπιδημικά μέτρα, η βελτίωση των στεγαστικών και βιοτικών συνθηκών και η καθαριότητα των χώρων επέτρεψαν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, να μειωθεί σε μεγάλο βαθμό η νοσηρότητα από τα λοιμώδη νοσήματα και να εξαλειφτούν μερικές εξαιρετικά επικίνδυνες μεταδοτικές ασθένειες. Ήδη από το 1922 η νοσηρότητα από τον εξανθηματικό τύφο μειώθηκε, σε σχέση με το 1919, πάνω από 2 φορές και το 1927 κατά 89 φορές. Μετά το 1927 παρουσιάστηκαν σποραδικά κρούσματα, κάποια έξαρση παρατηρήθηκε στα 1942-45, κυρίως στα εδάφη που απελευθερώθηκαν από την προσωρινή γερμανοφασιστική κατοχή. Η νοσηρότητα από τον υπόστροφο τύφο, το 1927, μειώθηκε πάνω από 100 φορές και το 1938 είχε ουσιαστικά εξαλειφτεί.
Στις 10 Απρίλη 1919, ο Β.Ι.Λένιν υπόγραψε διάταγμα για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά της ευλογιάς. Με το γενικό εμβολιασμό η ευλογιά στην ΕΣΣΔ εξαλείφθηκε τελείως το 1936-37. Στην προεπαναστατική Ρωσία κάθε χρόνο σημειώνονταν 5 ως 7 εκατομμύρια κρούσματα ελονοσίας. Στα 1920, ιδρύθηκε το Κεντρικό Ινστιτούτο Ασθενειών και το 1921 συγκροτήθηκε η Κεντρική Ανθελονοσιακή Επιτροπή του Λαϊκού Επιτροπάτου Υγιεινής. Με την καθοδήγησή της καταρτίστηκε ένα επιστημονικό πρόγραμμα για την εξάλειψη της ελονοσίας στην ΕΣΣΔ. Το 1930 η νοσηρότητα από την ελονοσία, μειώθηκε σε σύγκριση με την προεπαναστατική περίοδο περισσότερο από τρεις φορές. Από το 1963 η ελονοσία έπαψε να αποτελεί μαζική ασθένεια. Σημαντικές επιτυχίες σημειώθηκαν στην καταπολέμηση και των άλλων λοιμωδών ασθενειών: το 1971, σε σχέση με το 1913, η νοσηρότητα από άνθρακα μειώθηκε κατά 45 φορές, από κοιλιακό τύφο και παράτυφο κατά 40 περίπου φορές, από κοκίτη (1975) κατά 53 φορές και πολύ σπάνια η διφθερίτιδα, η πολιομυελίτιδα και η τουλαραιμία.
Από τη δεκαετία του 1950, ο δείκτης της νοσηρότητας και των αιτίων θανάτου στην ΕΣΣΔ παρουσιάζε τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που παρατηρούνται και στις οικονομικά αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.
Η χαρακτηριστική εξάπλωση καρδιαγγειακών παθήσεων και κακοήθων όγκων συνδέθηκε ανάμεσα στα άλλα και με την αύξηση των γεροντικών ηλικιών του πληθυσμού. Η ιατρική πέτυχε παράταση της ζωής ασθενών με καρδιοαγγειακές παθήσεις, πράγμα που είχε σα συνέπεια την αύξηση του αριθμού τους. Εξ άλλου με τις πιο βελτιωμένες διαγνωστικές μεθόδους, γίνοταν πληρέστερη διάγνωση των ασθενειών.
Μεγαλύτερη διάδοση είχαν η αρτηριοσκλήρωση, υπέρταση, ισχαιμία και οι ρευματισμοί. Από τις λοιμώδεις ασθένειες τη μεγαλύτερη εξάπλωση είχαν η γρίπη και οι λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, που αποτελούσαν μια από τις κυριότερες αιτίες προσωρινής απώλειας ικανότητας για εργασία. Οι εντερικές παθήσεις και ιδιαίτερα η δυσεντερία, δεν είχαν κατά κανόνα επιδημική μορφή. Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος και οι εντερικές μεταδοτικές ασθένειες είχαν καθαρά εποχιακό χαρακτήρα. Από τις παιδικές λοιμώξεις παρακολουθούνταν συστηματικά η ιλαρά, η σκαρλατίνα, ο κοκίτης, η επιδημική παρωτίτιδα και έτσι τα κρούσματά τους μειώνονταν διαρκώς. Στο δείκτη των ατυχημάτων πρώτη θέση κατείχαν οι τραυματισμοί εργαζομένων, που σε πολλές περιπτώσεις οφείλονταν σε μέθη.
Αφίσα του 1930 στην ΕΣΣΔ προληπτικές εξετάσεις για καρκίνο μαστού |
Τα ιατρικά στελέχη
Το 1913 στη Ρωσία υπήρχαν 28.100 γιατροί, και οι περισσότεροι από αυτούς ζούσαν στις μεγάλες πόλεις. «Ένας γιατρός αναλογούσε σε 5.656 άτομα. Η ανισομερής κατανομή των γιατρών είχε σαν συνέπεια να μην υπάρχει ουσιαστικά ιατρική περίθαλψη σε πολλές περιοχές. Στο έδαφος της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Τατζικιστάν και της Κιργισίας ένας γιατρός αναλογούσε σε 50.000 κατοίκους, στη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν σε 31.000 και του Καζαχστάν σε 23.000 κατοίκους. Το 1975 ο αριθμός των γιατρών αυξήθηκε σε σχέση με το 1913 κατά 30 φορές και η προσφορά τους κατά 18 φορές. Η ΕΣΣΔ κατείχε την πρώτη θέση στον κόσμο σε αριθμό γιατρών και των παρεχόμενων απ’ αυτούς υπηρεσιών.
Στην προεπαναστατική Ρωσία οι περισσότεροι κάτοικοι δεν μπορούσαν να έχουν την ειδικευμένη ιατρική περίθαλψη, που υπήρχε στις μεγάλες πόλεις. Το 1975, σε σχέση με το 1940, ο αριθμός των παθολόγων και των επιδημιολόγων αυξήθηκε πάνω από 4 φορές, των χειρουργών κατά 6,9 φορές, των μαιευτήρων γυναικολόγων, των παιδιάτρων και των οφθαλμολόγων κατά 5 περίπου φορές, των νευρολόγων κατά 7 περίπου φορές και των ακτινολόγων πάνω από 10 φορές. Η κάλυψη του πληθυσμού με γιατρούς όλων των ειδικοτήτων στις περισσότερες Ενωσιακές Δημοκρατίες έφτανε το πανενωσιακό επίπεδο. Το 1913, υπήρχαν 46.000 μεσαία υγειονομικά στελέχη, ανάμεσα στα οποία και οι λεγόμενοι «νοσοκόμοι του λόχου» και οι μαμές. Το 1976, ο αριθμός των μεσαίων υγειονομικών στελεχών αυξήθηκε κατά 55 φορές. Η εξυπηρέτηση του πληθυσμού από μεσαία υγειονομικά στελέχη σε ορισμένες ‘Ενωσιακές Δημοκρατίες, όπως της Ουκρανίας και της Εσθονίας, ήταν ανώτερη από την πανενωσιακή. Η ΕΣΣΔ κατείχε την πρώτη θέση στον κόσμο σχετικά με την εκπαίδευση γιατρών, φαρμακοποιών και μεσαίων υγειονομικών στελεχών.
Στην προεπαναστατική Ρωσία, από τις 17 Ιατρικές Σχολές των Πανεπιστημίων και των Ινστιτούτων Ιατρικής, αποφοιτούσαν κάθε χρόνο 900 γιατροί. Το 1975 ο αριθμός των φοιτητών της ιατρικής αυξήθηκε κατά 36 φορές και των αποφοίτων πάνω από 50 φορές. Σε κάθε Ενωσιακή Δημοκρατία υπήρχαν ανώτερα και μεσαία ιατρικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και η κατάρτιση ειδικών κάλυπτε τις ανάγκες του πληθυσμού σε ιατρικά στελέχη. Μεταξύ των σπουδαστών των υγειονομικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων υπήρχαν φοιτητές από 100 και πλέον εθνικότητες. Ιδρύθηκε δίκτυο Ινστιτούτων και Σχολών μετεκπαίδευσης των γιατρών. Το 1974 υπήρχαν 13 Ινστιτούτα και 18 Σχολές και όλοι οι γιατροί εξειδικεύονταν ή μετεκπαιδεύονταν τουλάχιστον μια φορά κάθε 3-5 χρόνια.
Η διεθνής συνεργασία στον τομέα της ιατρικής περίθαλψης
Η πείρα της ΕΣΣΔ στον τομέα της προστασίας της υγείας του λαού επιδρά στην αντίστοιχη οργάνωση της υγείας πολλών άλλων χωρών. Τις αρχές της σοβιετικής πολιτικής στον τομέα της υγείας εφάρμοζαν οι άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Η ΕΣΣΔ έπαιρνε ενεργό μέρος στη δραστηριότητα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) της όποιας ήταν ιδρυτικό μέλος. Πάνω από 150 σοβιετικοί επιστήμονες ήταν μέλη των ειδικών – συμβουλευτικών επιτροπών της ΠΟΥ, ενώ πολλοί σοβιετικοί ειδικοί εργάζονταν στην έδρα της Διεθνούς οργάνωσης και στα περιφερειακά της γραφεία. Το Υπουργείο Υγείας της ΕΣΣΔ, και οι σοβιετικοί ιατρικοί σύλλογοι συμμετείχαν σε πολλές διεθνείς ιατρικές εταιρίες. Η ΕΣΣΔ παρείχε βοήθεια στις υπανάπτυκτες χώρες για την ανέγερση νοσοκομείων, για τη δημιουργία φαρμακευτικής βιομηχανίας, για τη λήψη μέτρων καταπολέμησης των μολυσματικών ασθενειών, για την κατάρτιση ειδικών γιατρών. Η ΕΣΣΔ, οικοδόμησε δωρεάν ένα μεγάλο νοσοκομείο στη Νέα Γουινέα.
Με τη βοήθεια της ΕΣΣΔ, κατασκευάστηκαν εργοστάσια φαρμακοποιίας στο Ιράκ, ένα εργοστάσιο αντιβιοτικών, επιχειρήσεις για την παραγωγή σύνθετων φαρμάκων και χειρουργικών εργαλείων στην Ινδία. Μεγάλη ήταν η βοήθεια που πρόσφερε στις υπανάπτυκτες χώρες στον τομέα της κατάρτισης γιατρών. Εκτός από τους φοιτητές αυτών των χωρών, που σπούδαζαν στα ιατρικά ινστιτούτα της ΕΣΣΔ, ιατρικά στελέχη κατάρτιζε και η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου φιλίας των Λαών «Πατρίς Λουμούμπα» στη Μόσχα. Παράλληλα φοιτητές από τις χώρες αυτές, ειδικεύονταν στη φαρμακοβιομηχανία. Το 1973 στην ΕΣΣΔ σπούδαζαν πάνω από 2.500 φοιτητές Ιατρικής από 100 χώρες.
Αντιπροσωπείες σοβιετικών γιατρών έπαιρναν κάθε χρόνο μέρος σε διεθνή ιατρικά συνέδρια, διασκέψεις και συναντήσεις. Ταυτόχρονα συγκαλούνταν στην ΕΣΣΔ διεθνή συνέδρια για προβλήματα της σημερινής ιατρικής επιστήμης. Έτσι το 1966-73, πραγματοποιήθηκαν πάνω από 70 σεμινάρια και συμπόσια της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, διεθνή συνέδρια χειρουργικής, γεροντολογίας, φυματιολογίας.
Ιδιαίτερα γόνιμη ήταν η συνεργασία με τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες με τις όποιες διευρύνονταν η αμοιβαία αξιοποίηση της πρωτοπόρας πείρας στον τομέα της προστασίας της υγείας, εξετάζονταν τα κύρια προβλήματα της ιατρικής από θεωρητική και πρακτική άποψη και χαράζονταν οι κατευθύνσεις για την παραπέρα ανάπτυξη των εθνικών υπηρεσιών υγιεινής. Μεγάλο ρόλο στη λύση των προβλημάτων αυτών έπαιξαν οι τακτικές συσκέψεις των υπουργών Υγιεινής των σοσιαλιστικών χωρών. Η συνεργασία των σοσιαλιστικών χωρών προέβλεπε επίσης το συντονισμό των επιστημονικών ερευνών και την αμοιβαία βοήθεια για την πραγματοποίησή τους, ευρεία ανταλλαγή πληροφοριών και κοινή προετοιμασία των ειδικών για τις διεθνείς οργανώσεις.
Η ΕΣΣΔ είχε κλείσε συμφωνίες με τις ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Φιλανδία και άλλες χώρες για συνεργασία στον τομέα της υγείας και της ιατρικής. Αυτό περιελάμβανε την αμοιβαία ανταλλαγή αντιπροσωπειών, πληροφοριών και ιατρικής βιβλιογραφίας τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών, που επέτρεπαν την αποδοτική εργασία των επιστημόνων στα διάφορα επιστημονικά ιδρύματα και εργαστήρια, την πρόσκληση κορυφαίων ειδικών για διαλέξεις, τη διοργάνωση διαφόρων συνεδρίων, συναντήσεων ή σεμιναρίων και τη συμμετοχή σ’ αυτά, τη διεξαγωγή κοινών ερευνών, για τα προβλήματα που αφορούσαν την προστασία του περιβάλλοντος, τις καρδιαγγειακές παθήσεις και τις χειρουργικές επεμβάσεις και την πρόληψή τους, τις μεταμοσχεύσεις οργάνων και ιστών, την ογκολογία, τα ιατροβιολογικά θέματα πού σχετίζονται με την κατάκτηση του διαστήματος.
Διεθνούς σημασίας ήταν το έργο που είχε πραγματοποιήσει η Ένωση των συλλόγων του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου της ΕΣΣΔ. Η διεθνής συνεργασία στον τομέα της ιατρικής και της υγείας είχε βαθύτατα ανθρωπιστικούς σκοπούς, όπως είναι η προστασία της υγείας των λαών, η πρόληψη και η εξάλειψη των πιο επικίνδυνων και διαδομένων ασθενειών.
Οι κατακτήσεις αυτές των εργαζομένων στο σοσιαλισμό, είχαν θετική επίδραση και συνέβαλαν καταλυτικά στους αγώνες των εργαζομένων στις καπιταλιστικές χώρες και την ανάπτυξη της ταξικής πάλης για την κατάκτηση εργασιακών, κοινωνικών – ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Οι ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες έφεραν συμφορές για τους λαούς, είναι ιστορικό πισωγύρισμα, αλλά οι κομμουνιστές βγάζουν συμπεράσματα, διδάσκονται από τα λάθη, τις παραλήψεις, τις παρεκκλίσεις, πρέπει να γίνουν καλύτεροι και να δώσουν όλες τους τις δυνάμεις στον αγώνα για την ανατροπή του αρνητικού συσχετισμού δύναμης και να παλέψουν για να πάρουν οι ίδιοι τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια τους για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας.ΕΣΣΔ: Σύστημα Υγείας με τον εργαζόμενο άνθρωπο στο επίκεντρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου