Επιλογή γλώσσας

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

“Επεισόδιο Νίκολσον”


 Πρόκειται για ένα «επεισόδιο» στην ιστορία της χώρας δείγμα της «εξάρτησης» στις κάθε είδους απαιτήσεις των «Μεγάλων Δυνάμεων» από τις εκάστοτε κυβερνήσεις.

Ο Άρθουρ Νίκολσον ( (1849–1928) ήταν ο Βρετανός προσωρινός επιτετραμμένος της Αγγλίας στην Αθήνα. Ο Νίκολσον δεν ήταν ένας τυχαίος διπλωμάτης, αλλά μέλος της βρετανικής ελίτ, γυναικάδελφος του λόρδου Ντάφεριν, πρεσβευτή τής αυτού μεγαλειότητας στην Κωνσταντινούπολη.

Το απόγευμα της 4ης Ιανουαρίου του 1885 (16 Ιανουαρίου με το νέο ημερολόγιο) ο Άρθουρ Νίκολσον μαζί με τη σύζυγό του πήγαν στις υπώρειες του Λυκαβηττού για να περπατήσουν και να θαυμάσουν τη θέα της πόλης.

Εκείνη την περίοδο ο Δήμος Αθηναίων είχε προβεί σε εκτεταμένη πευκοφύτευση του Λυκαβηττού και απαγόρευε τη διέλευση σε ορισμένα σημεία του λόφου. Τη φύλαξη του Λυκαβηττού είχε αναλάβει η Χωροφυλακή.

Πλησιάζοντας την κορυφή, το ζεύγος συνάντησε τρεις χωροφύλακες που με φωνές και νοήματα δεν τους άφηναν να προχωρήσουν παραπέρα. Λέγεται ότι τότε οι χωροφύλακες  τους φώναξαν «δεν περνάς σου λέω ουρέ ζαγάρ’ …».Την ημέρα εκείνη, υπηρεσία εκτελούσε ένας χωροφύλακας, ονόματι Λουκάς Καλπούζος.

Αλλά ο Νίκολσον και η γυναίκα του δεν κατάλαβαν λέξη, καθώς δεν μιλούσαν σχεδόν καθόλου ελληνικά. Οπότε απλά αγνόησαν τους θορυβώδεις χωροφύλακες και συνέχισαν το μονοπάτι που είχαν ήδη πάρει.

Μόλις είδε το διπλωματικό ζεύγος να κινείται κοντά στην απαγορευμένη ζώνη, το διέταξε να σταματήσει . Όταν ο Νίκολσον του ανακοίνωσε την ιδιότητά του, το όργανο της τάξης τον τράβηξε από το μανίκι και τον χτύπησε στον ώμο με ένα μπαστούνι.

Όπως έχει καταγραφεί στην επίσημη έκθεση του Βρετανού διπλωμάτη προς την ελληνική κυβέρνηση, ο χωροφύλακας, τον χτύπησε με το ραβδί του τρεις φορές και στη συνέχεια, όταν ο Νίκολσον έτρεξε προς την κεντρική οδό, του πέταξε και πέτρες.

Το επεισόδιο αυτό προκάλεσε την έντονη διαμαρτυρία της βρετανικής πρεσβείας. Ο Νίκολσον, παρακάμπτοντας το πρωτόκολλο, επισκέφθηκε τον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη στο γραφείο του και απαίτησε την απόλυση του Καλπούζου.


Σύμφωνα με τον Χ. Τρικούπη σε μια πρώτη συζήτηση στη Βουλή είπε τα εξής: «Ο κύριος επιτετραμμένος ήλθε τεταραγμένος και μοι διηγήθη το γεγονός, ευθύς εξέφρασα την βαθείαν θλίψιν μου επί τω συμβάντι και την προθυμίαν της κυβερνήσεως όπως πράξει παν το εφ’ εαυτήν, ίνα ικανοποιήση την Αγγλικήν κυβέρνησιν επί της εις τον αντιπρόσωπον αυτής γενομένης προσβολής, ο δ’ επιτετραμμένος μοι είπεν ότι δεν επεθύμει η υπόθεσις αύτη να λάβη διαστάσεις, δεν επεθύμει να γίνει πάταγος περί αυτής, ηρκείτο εις την παραδειγματικήν τιμωρίαν του ενόχου»( Πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων, Συνεδρίαση ΛΕ’, 11 Ιανουαρίου 1885).

Παρόλα αυτά, δεν απολύθηκε παρά μια μέρα αργότερα. Παρομοίως, μέλη της κυβέρνησης, υπό τον Τρικούπη μετέβησαν με καθυστέρηση στην οικία του Άγγλου διπλωμάτη για να εκφράσουν επισήμως την συμπάθεια τους. Στη συνέχεια, ο Τρικούπης στην επίσκεψη αυτή παρέθεσε τα γεγονότα και την κατάθεση Καλπούζου με έναν τρόπο που αναιρούσε πλήρως τα λεγόμενα του Νίκολσον.

Ο τελευταίος προσβλήθηκε και απαίτησε η διαταγή της αποπομπής Καλπούζου να διαβαστεί μπροστά σε γενικό προσκλητήριο της Χωροφυλακής Αττικής από τον διοικητή της ταγματάρχη Στεφάνου.

Στην διαταγή αποπομπής που είχε συνταχθεί, όμως, από τον ίδιο τον Τρικούπη με την ιδιότητα του υπουργού στρατιωτικών, εμμέσως καταλογιζόταν μέρος της ευθύνης για το ατυχές συμβάν και στον Νίκολσον.
Ο τελευταίος αποφάσισε πλέον ότι μάλλον ούτε η ελληνική κυβέρνηση διατίθεται να τον ικανοποιήσει και απείλησε ότι με το θέμα θα ασχοληθεί δυναμικά πλέον η Αγγλία –αν και από την σωζόμενη αλληλογραφία του Foreign Office δεν προκύπτει κάτι τέτοιο.

Μετά τις απειλές αυτές, ο Βρετανός διπλωμάτης απαίτησε την παρουσία ολόκληρου του σώματος Χωροφυλακής “παρατεταγμένου εν μεγάλη στολή” στην Πλατεία Συντάγματος όπου θα παρουσίαζε όπλα και θα παιάνιζε τον Αγγλικό Εθνικό ύμνο ενώπιόν του.

Ο Τρικούπης, παρά το γεγονός πως ο Καλπούζος είχε ήδη απολυθεί, έσπευσε να ικανοποιήσει το αίτημα αυτό.

Έτσι, στις 11 το πρωί στις 7 Ιανουαρίου, δύναμη από εκατό άνδρες της Χωροφυλακής Αθηνών (δύο ενωμοτίες πεζών και έφιππων χωροφυλάκων υπό τον διοικητή τους ταγματάρχη Στεφάνου) παρατάχθηκε στην Πλατεία Συντάγματος και παρουσίασε όπλα στον Βρετανό πρόξενο Μέρλιν, ενώ η μπάντα παιάνιζε τον εθνικό ύμνο της Μεγάλης Βρετανίας «God Save The Queen».

Ο Τρικούπης στο κοινοβούλιο έσπευσε να χαρακτηρίσει την χορηγηθείσα ικανοποίηση ως “υπερβολική” για την περίπτωση και ζήτησε να σταματήσει η σχετική συζήτηση, καθώς βλάπτονταν τα εθνικά συμφέροντα. Όμως η κοινή γνώμη είχε εξαγριωθεί από τον πρωτόγνωρο εξευτελισμό ενώ εφημερίδες της αντιπολίτευσης έγραφαν για προσβολή της τιμής του Έλληνα και ότι τέτοια παροχή ικανοποίησης “αρμόζει μόνο παρά των Ζουλού ή των Κάφρων ή των Αράβων”. Για παράδειγμα η «Παλιγγενεσία», (7.1.1885) έκανε κριτική και στη γενικότερη στάση του Νίκολσον, με την επισήμανση ότι «πανταχού του κόσμου οι φρουρούντες στρατιώται απολαμβάνουν άκρου σεβασμού, και ουδεμία παρ’ οιουδήποτε επιτρέπεται αντίστασις και αντίρρησις εις τας διαταγάς αυτών».

Μετά το επεισόδιο στην Αθήνα, ο Νίκολσον μετατέθηκε, μάλλον δυσμενώς, στην Τεχεράνη (1885–1888). Στην πρεσβεία της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη υπηρέτησε το 1894. Ο Κορδάτος δίνει και μία άλλη εκδοχή για τη συμπεριφορά του Λ. Καλπούζου.

“Όσο αγράμματος και αν ήταν ο χωροφύλακας αυτός,ο τρόπος που φέρθηκε έδειχνε ότι είχε πλάτες. Ο επιτετραμμένος έκανε συχνά τον περίπατό του στο μέρος αυτό. Είναι πολύ πιθανό ότι άνθρωποι του Δηλιγιάννη έβαλαν το χωροφύλακα να φερθεί  έτσι για να δημιουργηθεί επεισόδιο”.

ΑλέκοςΧατζηκώστας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου