Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

'Ο σατανικός ρόλος του Τσώρτσιλ στην προετοιμασία της βρετανικής απόβασης στην Ελλάδα

Ο αγγλικός ιμπεριαλισμός και η Εθνική Αντίσταση

Η ένοπλη αγγλική επέμβαση στην Ελλάδα το Δεκέμβρη του 1944 αποτελεί ένα σοβαρό επεισόδιο του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Η επέμβαση εκείνη βρισκόταν σε κατάφωρη αντίθεση με τα ιδανικά για τα όποια έχυσαν το αίμα τους πάνω από 50 εκατομμύρια άνθρωποι. Ερχόταν επίσης σε αντίθεση με τις διακηρύξεις της τριπλής αντιχιτλερικής συμμαχίας που ήταν επικεφαλής των ελεύθερων εθνών.

Δε χρειάζεται να κοπιάσει κανείς πολύ, αν μελετήσει όλα τα στοιχεία, για να πειστεί ότι ο «Δεκέμβρης» δεν ήταν ένα «τυχαίο» γεγονός. Δεν ήταν το αποτέλεσμα κάποιου «ανεξήγητου» ή «μοιραίου» λάθους [1]. Μια τέτοια αντίληψη αποπροσανατολίζει από την ιστορική αλήθεια. Κι έτσι, θεληματικά ή όχι, μετατοπίζει τις βαριές ευθύνες από εκείνους πού προετοίμασαν και εξαπέλυσαν την απρόκλητη επίθεσή τους ενάντια στο λαό μας και τις ελευθερίες του.
Λαθεμένη είναι επίσης η άποψη, πού ξεστρατίζει τη σκέψη του αναγνώστη από το σωστό, ότι δήθεν «τα Δεκεμβριανά έχουν τις ρίζες τους στο Συνέδριο του Λιβάνου, το Μάιο του 1944» [2].
Τέτοιες ή ανάλογες αντιλήψεις έρχονται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα. Το σωστό, το αναμφισβήτητο, το ιστορικά θεμελιωμένο γεγονός είναι ότι: ή ένοπλη επέμβαση των άγγλων ιμπεριαλιστών στην Ελλάδα το Δεκέμβρη του 1944 έχει τις ρίζες της βαθιά στην ουσία και το χαρακτήρα του ιμπεριαλισμού. ‘Οτι επίσης ή επέμβαση αυτή δεν είναι η μόνη εγκληματική στο είδος της ενέργεια σε βάρος του λαού μας. Ακόμη και στα μέσα του περασμένου αιώνα και στη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου (1914-1918) έχουμε ανάλογες ένοπλες επεμβάσεις στα εσωτερικά μας, με πρωταγωνιστές τούς άγγλους ιμπεριαλιστές. Αυτά είναι γνωστά στο μέσο έλληνα πολίτη και μάλιστα σ’ όλες τις τραγικές τους λεπτομέρειες. Οπως είναι, επίσης, γνωστό κι από τον ίδιο τον Τσώρτσιλ ομολογημένο ότι ή πρώτη συγκεκριμένη πράξη — όχι η σκέψη —που προκαθόρισε την ένοπλη, ενάντια στην πατρίδα μας, επέμβαση έγινε από τον Αύγουστο ακόμη του 1943. Υστερα από τη διάσκεψή του με τον Ρούζβελτ στο Κεμπέκ, ο Τσώρτσιλ διέταξε τον στρατηγό Ισμαίη να επεξεργαστεί σχέδιο απόβασης στην Ελλάδα ύστερα από την αποχώρηση των χιτλερικών.
Και δεν είναι αυτή η μοναδική ενέργεια για την πραγματοποίηση των ιμπεριαλιστικών του σκοπών. Ο Τσώρτσιλ αμέσως ύστερα από αυτή την διαταγή, έσπρωξε στον εμφύλιο τον ΕΔΕΣ και τον ΕΛΑΣ. Χρησιμοποίησε γι’ αυτό τον Ναπολέοντα Ζέρβα. Έναν τυχοδιώκτη αριβίστα, που έγινε τυφλό όργανο των άγγλων ιμπεριαλιστών και, όπως αποδείχτηκε απ’ τα αρχεία των αρχών κατοχής, υπήρξε και συνεργάτης των γερμανών καταχτητών [3].

Το κακό πού προκλήθηκε για το λαό μας από τη φωτιά του εμφύλιου εκείνου πολέμου πού άναψε ό Τσώρτσιλ ήταν σοβαρό, με σημαντικές επιπτώσεις. Αυτό σήμερα ομολογείται και από συγγραφείς πού βρίσκονται στην αντίπερα από μάς ιδεολογική όχθη, Ομως οι μηχανορραφίες και δολοπλοκίες του Τσώρτσιλ δεν περιορίστηκαν μόνο σ’ αύτό. Με τους πράκτορες της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής (ΒΣΑ) και άλλους ντόπιους παράγοντες, στρατιωτικούς και πολιτικούς, πού βρίσκονταν κάτω από την αγγλική επιρροή, ενθάρρυνε τον κατοχικό πρωθυπουργό Ι. Ράλλη να εισηγηθεί στις γερμανικές αρχές κατοχής την οργάνωση των «Ταγμάτων Ασφαλείας»[4]. Ετσι οι άγγλοι ιμπεριαλιστές έγιναν συναυτουργοί με τούς χιτλερικούς καταχτητές για ένα τέτοιο ηθικό κατρακύλισμα, για μια τόσο βαριά εθνική ταπείνωση, απ’ την όποια στιγματίστηκαν δεκάδες χιλιάδες έλληνες πολίτες και αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, για συνεργασία με τον καταχτητή, για όρκο πίστης στον Χίτλερ. Να γίνουν συνεργοί επίσης στα όργια των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών, για τούς ανίερους σκοπούς τους, σε βάρος της ανεξαρτησίας της Ελλάδας και της ομαλής δημοκρατικής πορείας του λαού μας. Την ευθύνη αυτή επωμίζονται ιστορικά κι όσοι έλληνες αστοί πολιτικοί έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Ο ρόλος αυτός του Τσώρτσιλ και των άλλων υπεύθυνων κύκλων του αγγλικού ιμπεριαλισμού επιβεβαιώνεται από αδιαμφισβήτητα ντοκουμέντα και γεγονότα, που χρονολογούνται πριν ακόμα από την πρώτη Διάσκεψη Ρούζβελτ - Τσώρτσιλ στο Κεμπέκ, πού μνημόνευσα πιο πάνω. Οι διευθύνοντες κύκλοι του αγγλικού ιμπεριαλισμού δεν περιορίστηκαν μόνο στη συνεργασία με τους έλληνες κουίσλινγκς, άλλα επιδίωξαν και ήλθαν σε επαφή και με τις Αρχές της Γερμανικής Κατοχής, για κοινούς ενάντια στο λαό μας σκοπούς. Ενάντια στις ίδιες τις αρχές του συμμαχικού αγώνα. Το παράδειγμα του νεοζηλανδού υπολοχαγού Στόττ είναι αρκετά χαρακτηριστικό και δεν πρέπει να ήταν τό μοναδικό. Η αντισυμμαχική δραστηριότητα του τελευταίου τον Ιούλη - Αύγουστο του 1943 προκάλεσε την αγανάκτηση της κοινής γνώμης της χώρας μας. Η ΒΣΑ για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις που προκλήθηκαν από την αποκάλυψη αυτού του γεγονότος και να βγάλει από τους ώμους της μια τόσο βαριά ευθύνη, έσπευσε να ανακοινώσει ότι οι ενέργειες του Στόττ οφείλονταν σε δική του πρωτοβουλία. Άλλα αν, πραγματικά, ή δραστηριότητα του νεοζηλανδού υπολοχαγού ξέφευγε από τα πλαίσια των συγκεκριμένων εντολών, το λιγότερο πού είχε να κάνει η ΒΣΑ ήταν να τον παραπέμψει σε στρατοδικείο. Η απλή μετάθεσή του, σαν μοναδική τιμωρία του, αποτελεί την καλύτερη ομολογία της ενοχής της ΒΣΑ, προσωπικά του τότε αρχηγού της Γουντχάουζ και γενικότερα της αγγλικής κυβέρνησης.

Σύμφωνα με νεότερες αποκαλύψεις πού έγιναν στο Σεμινάριο του Λονδίνου[5], ο Στόττ, με τη μεσολάβηση του τότε δήμαρχου Αθηναίων, ήλθε σε επαφή, σε ουδέτερο έδαφος, με το γερμανό συνταγματάρχη Λάος, αρχηγό της γερμανικής μυστικής στρατιωτικής αστυνομίας στο Βαλκάνια. Σκοπός της συνάντησης ήταν η χάραξη μιας κοινής γενικής πολιτικής με αντικειμενικό στόχο την αποφυγή της αιματοχυσίας μεταξύ Γερμανών και ‘Αγγλων. Επίσης τη διερεύνηση πιθανοτήτων για χωριστή ειρήνη μεταξύ τους και χάραξη πολιτικής με στόχο την ανάσχεση της Σοβιετικής ‘Ενωσης.
Το ότι ο Στόττ δεν ενεργούσε αυτόβουλα φαίνεται από το γεγονός ότι στη Μ. Ανατολή παρασημοφορήθηκε και έγινε αμέσως συνταγματάρχης...

‘Ολα αυτά βέβαια ωχριούν μπροστά στις μεταπολεμικές αποκαλύψεις για τα «έργα και τις μέρες» του Αλλεν Ντάλλες στην Ελβετία, τις επαφές του σαν αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών των ΕΠΑ με ανάλογους πράκτορες του Χίτλερ. Ωστόσο ο Ουίνστον Τσώρτσιλ ξεπέρασε κατά πολύ σε «φαντασία» και «τόλμη» τις επιδιώξεις των συναδέλφων του στις ΕΠΑ. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ‘Αλμπερτ Σπέερ (υπουργού του Γ' Ράιχ), ο Τσώρτσιλ επιδίωξε και πέτυχε μυστική συμφωνία με τον Χίτλερ[6], για να εξασφαλίσει την κατοχή της Ελλάδας μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Με βάση τη συμφωνία αυτή ο Τσώρτσιλ ανέλαβε την υποχρέωση ν’ αφήσει τους χιτλερικούς να αποχωρήσουν απ’ την Ελλάδα ανενόχλητοι. Και ο Χίτλερ, σαν αντάλλαγμα, θα παρέδιδε έγκαιρα στα αγγλικά στρατεύματα τη Θεσσαλονίκη.
Η συμφωνία αυτή, απ’ όσα ξέρουμε μέχρι σήμερα, δεν έχει το ανάλογο της στη διάρκεια τού Β' Παγκόσμιου Πολέμου.


«Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»

Για τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και τον κύριο εκπρόσωπό του στην περίοδο πού αναφερόμαστε — τον Ουίνστον Τσώρτσιλ — μπορούμε συμπερασματικά να πούμε ότι: Απαρασάλευτη αρχή του, δόγμα πού καθοδήγησε τη δράση του και στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν: «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Για να πετύχει το σκοπό του αυτόν — ιδιαίτερα, για να κρατήσει την Ελλάδα στο άρμα της βρετανικής αυτοκρατορίας — μέσω του επίορκου βασιλιά Γεωργίου Β' δεν δίστασε μπροστά σε τίποτε. Δεν υπάρχει βρωμιά πού να μη χρησιμοποίησε για να το πετύχει. Από την πάγια μέθοδο του «διαιρεί και βασίλευε...», μέχρι την πιο απίθανη καταπάτηση ηθικών αρχών, διακηρύξεων και συμφωνιών. Από τις σκοτεινές μηχανορραφίες, τις συνωμοσίες, τις δολιότητες, το χρήμα, την απάτη, τη συκοφαντία, μέχρι την ωμή βία και το ομαδικό έγκλημα. ‘Οπως έγινε με τη συντριβή των ένοπλων δυνάμεων μας στη Μ. Ανατολή. Και περισσότερο με την απρόκλητη ένοπλη επέμβαση του ενάντια στις ελευθερίες του ελληνικού λαού.

Ο Τσώρτσιλ και όσοι κινήθηκαν γύρω στο προσκήνιό του ή και στα παρασκήνια του ελληνικού δράματος στάθηκαν οι πιο γνήσιοι εκφραστές του αγγλικού ιμπεριαλισμού. Του κόσμου πού χαροπαλεύει και προσπαθεί να σωθεί με κάθε τρόπο από το μοιραίο τέλος του. Ο Τσώρτσιλ, για να κρατήσει την Ελλάδα — βασικό κρίκο στο σύστημα της βρετανικής αυτοκρατορίας — μπορούσε, αν βέβαια εξαρτιόταν απ’ αυτόν, να διαπράξει το μεγαλύτερο έγκλημα του αιώνα. Να διασπάσει την τριπλή αντιχιτλερική συμμαχία και να χτυπήσει μαζί με τις ΕΠΑ και τούς χιτλερικούς τη Σοβιετική ‘Ενωση. Τέτοιες σκέψεις βλέπουμε να εκδηλώνονται ήδη από το Μάη του 1944. Σε τηλεγράφημά του προς τον ‘Αντονυ ‘Ηντεν (υπουργό τότε των Εξωτερικών) ο Τσώρτσιλ έγραφε:
«... Προφανώς πάμε για αναμέτρηση με τους Ρώσους, λόγω των συνωμοσιών τους στην Ιταλία, τη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα...»[7].

Σήμερα είναι διαπιστωμένο απ’ όλες τις πλευρές, ότι αν κάποιοι συνωμοτούσαν στη χώρα μας ενάντια στην ανεξαρτησία της αυτοί ήταν οι ιμπεριαλιστές, οι Αγγλοι κατά κύριο λόγο. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες χώρες.
Περισσότερο χαρακτηριστικό κι από αυτό είναι το τηλεγράφημα πού έστειλε πάλι ο Τσώρτσιλ στον ‘Ηντεν, από το Κεμπέκ, στίς 13 Σεπτέμβρη του 1944.
«... Υπάρχει μια γενική αντίληψη των επιτελείων — έλεγε ο Τσώρτσιλ — ότι σύντομα θ' αναμετρηθούμε με την ‘Αρκτο κι ότι τώρα είμαστε σε καλύτερη θέση γι' αυτό το σκοπό απ’ ότι ήμαστε πριν από δύο μήνες...»[8].

Το τηλεγράφημα αυτό είναι ακόμα πιο αποκαλυπτικό για τις προθέσεις των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών, πού μελετούσαν συγκεκριμένα με τα επιτελεία τους το ενδεχόμενο επίθεσής τους ενάντια στη Σοβιετική ‘Ενωση.

‘Ενα πιο σοβαρό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή είναι η τηλεγραφική διαταγή του Τσώρτσιλ στο στρατάρχη Μοντγκόμερυ, το Μάρτη του 1945, πού με οδηγίες του Τσώρτσιλ είχε δώσει διαταγή να συγκεντρωθεί ο γερμανικός οπλισμός και να αποθηκευθεί κατάλληλα,

«έτσι πού εύκολα να μπορεί να ξαναδοθεί στους γερμανούς στρατιώτες με τούς όποιους θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε αν η σοβιετική επίθεση συνεχιστεί...»[9].

Υπάρχουν κι άλλα πάρα πολλά στοιχεία πού επαληθεύουν αυτή την πρόθεση του Τσώρτσιλ. Πάνω σ’ αυτά στηριζόμενος ο δυτικογερμανός δημοσιολόγος Σ. Χάφνερ έγραφε πριν λίγα χρόνια:
«η ελπίδα του Χίτλερ για σύγκρουση ανάμεσα σ’ ανατολή και δύση δεν ήταν πια τόσο άβάσιμη...»[10]

Τσώρτσιλ - Ρούζβελτ και το ελληνικό πρόβλημα


... Αυτές είναι μερικές βασικές αλήθειες απαραίτητες για τον καθένα πού θέλει να μάθει τα πραγματικά αίτια και τους κύριους υπεύθυνους για τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944. Αν δεν ξεκινήσει κανείς απ’ αυτές τις αλήθειες, αν δεν πάρει υπόψη του τις γενικότερες επιδιώξεις των ιμπεριαλιστών στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, θα λαθέψει στα συμπεράσματά του. Το ίδιο θα λαθέψει, αν δεν έχει υπόψη του τον προσωρινό χαρακτήρα της τριπλής αντιχιτλερικής συμμαχίας, τις ενδογενείς αντιθέσεις της, πού μεγάλωναν όσο μίκραινε η δύναμη του Χίτλερ. Αν δεν έχει υπόψη του όλα αυτά κι άλλα ανάλογα στοιχεία, όση καλή διάθεση κι αν έχει να αποφύγει τις λαθεμένες εκτιμήσεις, δεν θα το πετύχει τελικά. Θα λαθέψει επίσης σίγουρα, αν η ερευνά του δεν καθοδηγηθεί και από τις μεταπολεμικές εξελίξεις... Αν δεν πάρει υπόψη του π.χ. τις επεμβάσεις των αμερικανονατοϊκών ιμπεριαλιστών στο σύνολό τους ή χωριστά.

Για το «Δεκέμβρη 1944» θα λαθέψει αν δεν δει τα γεγονότα σ’ όλες τις διαστάσεις τους, πριν και ύστερα από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Επίσης θα απομακρυνθεί από την αλήθεια όποιος δεν θέλει να ξεκαθαρίσει το δρόμο της ιστορικής έρευνας από τις παγίδες της παραπλάνησης, πού έστησαν τότε σκόπιμα — για ευνόητους λόγους — ο Τσώρτσιλ και ο Ρούζβελτ. ‘Οποιος δηλαδή στηρίζει τη μελέτη του στο «απατηλό» πού προβάλλει από ορισμένα κείμενα, για δήθεν αντιφάσεις ανάμεσα στην αμερικανική και βρετανική πολιτική ή ειδικότερα για «διαφωνίες» του Ρούζβελτ με τον Τσώρτσιλ, πάνω στο «ελληνικό πρόβλημα».
Γιατί είναι γεγονός ότι πέρα από τις ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις πού πραγματικά υπήρχαν και υπάρχουν, αυτές αφορούσαν τα επιμέρους. Και αυτά έβρισκαν τον τρόπο να τα παραμερίζουν ανάλογα οι δύο ηγέτες, ξεκινώντας από το βασικό, το κοινό, το ταξικό πού τους ένωνε. Τα έλυναν στις ιδιαίτερες συναντήσεις τους όπου συζητούσαν, κοινό μυστικό πια σήμερα, μόνοι αυτοί — Ρούζβελτ και Τσώρτσιλ — χωρίς τις περισσότερες φορές να είναι μαζί τους ούτε οι αρμόδιοι υπουργοί τους. Αυτό συνέβη οπωσδήποτε δύο φορές στο Κεμπέκ (το 1943 και το 1944) και μια στην Καζαμπλάνκα (στις 14-26 Γενάρη 1943). Εκεί κατάληγαν σε συγκεκριμένες κοινές αποφάσεις και μοίραζαν τούς ρόλους τους για τις περιοχές όπου θα δρούσαν από κοινού. Και τις άλλες επίσης περιοχές, όπου τον κύριο ρόλο θα έπαιζε ή μια από τις δύο χώρες, τόσο οι ΕΠΑ όσο και ή Αγγλία, για τη δοσμένη τουλάχιστο περίοδο...
...Τα πλαίσια μιας εισαγωγής είναι βέβαια πολύ περιορισμένα, για να σταθούμε πιο συγκεκριμένα στις κοινές αυτές αποφάσεις τού Ρούζβελτ και τού Τσώρτσιλ. Ομως για το θέμα πού μάς ενδιαφέρει εδώ, θα φέρουμε παρακάτω τα κυριότερα αποδεικτικά στοιχεία.

Υστερα απ’ τη στροφή του Β' Παγκόσμιου Πολέμου

Αντισυμμαχικές ενέργειες των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών


Σημείο αποφασιστικό για την εμφάνιση και προβολή των αντιθέσεων μέσα στην τριπλή άντιχιτλερική συμμαχία στάθηκε ή νίκη του Σοβιετικού Στρατού στο Στάλινγκραντ*. Το γεγονός αυτό βασικά και σε συνέχεια η νίκη στο Κουρσκ (1943) προκαθόρισαν τη νίκη των Ενωμένων Εθνών. Με τις νίκες αυτές σημειώθηκε η αποφασιστική στροφή στην πορεία του πολέμου. Από τότε η κυρίαρχη αντίθεση ανάμεσα στο φασιστικό άξονα από τη μια και όλες τις αντιφασιστικές δυνάμεις του κόσμου, με επικεφαλής την τριπλή αντιχιτλερική συμμαχία από την άλλη, αρχίζει βαθμιαία να εξασθενίζει. Με το πέρασμα του χρόνου όλο και περισσότερο προβάλλει η βασική αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, κατά κύριο λόγο τη Σοβιετική Ενωση, πού εξακολουθεί να είναι ακόμα ή μόνη σοσιαλιστική χώρα.

Οι αγγλοαμερικανικοί ιμπεριαλιστές άρχισαν από τότε να σκέφτονται «τι θα γίνει με τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα». «Τι θα γίνει με τη Σοβιετική ‘Ενωση».
Μια φράση του Τσώρτσιλ μου φαίνεται τα λέει όλα:
«Στα μάτια μου — γράφει στ’ απομνημονεύματα του — ή σοβιετική απειλή αντικατέστησε τους ναζιστές εχθρούς»[11].

Πριν από την τριμερή Διάσκεψη της Τεχεράνης, το Νοέμβρη του 1943, ο Ρούζβελτ και ο Τσώρτσιλ συναντήθηκαν στο Κεμπέκ για πρώτη φορά (Αύγουστος 1943) και κατάληξαν σε κοινές βασικά συμφωνίες. Αμέσως μετά ο δεύτερος διαπραγματεύτηκε με τον Σμάτς, πρωθυπουργό της Νοτιοαφρικανικής ‘Ενωσης, και με ηγέτες των χωρών της Δυτικής Ευρώπης για ένα αντισοβιετικό συνασπισμό. Εξάλλου είναι γνωστό ότι οι ραδιουργίες των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών δεν περιορίζονται μόνο στη χώρα μας. Σ' όλα τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη υπήρχαν και δρούσαν μυστικές οργανώσεις...

«Βασικός σκοπός της "Βαλκανικής τους στρατηγικής" — γράφει ό Γ. Ντεμπόριν — ήταν να αποκατασταθεί η αγγλική επιρροή στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, να επιβάλει στους λαούς αυτών των χωρών το αποικιακό καθεστώς του βρετανικού ιμπεριαλισμού και να δημιουργήσει την αντισοβιετική "ζώνη υγείας", μετατρέποντάς την ταυτόχρονα σε όργανο της εξωτερικής πολιτικής της Μεγάλης Βρετανίας...» [12].

Αυτές βέβαια οι ενέργειες, όπως σε τελευταία ανάλυση και η ένοπλη αγγλική επέμβαση το Δεκέμβρη του 1944, ήταν ένα μόνο μέρος της βαλκανικής πολιτικής του Τσώρτσιλ. Ο κύριος σκοπός του, πού δε δίστασε να τον υποστηρίξει με πρόταση πού υπόβαλε στη Διάσκεψη της Τεχεράνης και απορρίφτηκε, ήταν να γίνει απόβαση στα Βαλκάνια. Με την απόβαση αυτή υπολόγιζε ότι θα έκλεινε το δρόμο στον Κόκκινο Στρατό προς δυσμάς, όπου έλπιζε επίσης ότι η γερμανική αντίσταση θα ήταν πιο δυνατή και τα στρατεύματά του θα προσπερνούσαν τον Κόκκινο Στρατό, για να πνίξουν τις δημοκρατικές αντιφασιστικές δυνάμεις σ’ όλη την ΝΑ Ευρώπη, για να δημιουργήσουν εκεί θέσεις για το δυτικό ιμπεριαλισμό[13].

Χαρακτηριστικά σχετικά μ’ αυτό είναι τα λόγια του ‘Ελιοτ Ρούζβελτ (γιού του προέδρου) στο βιβλίο του «Με τα ίδια μου τα μάτια»:
«Κάθε φορά πού ο πρωθυπουργός (ο Τσώρτσιλ, σημ. Ν.Κ.) επέμενε για εισβολή στα Βαλκάνια, σ’ όλους τούς παρευρισκομένους γινόταν φανερός ο σκοπός πού επέμενε. Πριν απ’ όλα για να σφηνωθεί στην Κεντρική Ευρώπη, για να μην αφήσει τον Κόκκινο Στρατό στην Αυστρία, στη Ρουμανία κι ακόμα αν ήταν δυνατό και στην Ουγγαρία...»[13α]

Στα χαλκεία της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας


Η βιβλιογραφία, ελληνική και ξένη, πού δημιουργήθηκε στα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια σχετικά με την Εθνική Αντίσταση και το Δεκέμβρη δεν παίρνει υπόψη της την ουσία και τις βασικές κατευθύνσεις της ιμπεριαλιστικής πολιτικής στο «ελληνικό πρόβλημα». Αντίθετα διαμορφώνει εκτιμήσεις στηριγμένες σε στοιχεία πού δίνουν οι πρωτεργάτες του ελληνικού δράματος. Πρώτα και κύρια ο Τσώρτσιλ — ειδικά αυτός — για να δικαιώσει την απαράδεχτη επέμβασή του στα εσωτερικά μας το Δεκέμβρη του 1944 αντέστρεψε το νόημα των συζητήσεων πού είχε στη Μόσχα με τη σοβιετική αντιπροσωπεία και το χαρακτήρα της συμφωνίας πού έγινε για απόβαση στην Ελλάδα αγγλικών στρατευμάτων, σαν συμφωνία για χωρισμό σε ζώνες επιρροής. Κάτι περισσότερο. Θέλησε να τις εμφανίσει σαν «δικαίωμά» του για επέμβαση στα εσωτερικά μας για να χτυπήσει το δημοκρατικό κίνημα του λαού. Να αντιστρέψει τις ηθικές αξίες και να στηριχτεί στους εξωμότες του έθνους, τους συνεργάτες των καταχτητών. Να χτυπήσει αυτούς πού υπερασπίστηκαν τις ελευθερίες και την τιμή τού λαού στο σκληρό αγώνα του ενάντια στη φασιστική σκλαβιά. Αυτούς πού έμειναν πιστοί στις συμμαχικές αρχές και διακηρύξεις.

Κι όλα αυτά βέβαια τα επινόησε μεταπολεμικά με σκοπό από τη μια να σπιλώσει την αίγλη της Σοβιετικής ‘Ενωσης κι από την άλλη να δικαιολογηθεί απέναντι στην προοδευτική ανθρωπότητα. Απέναντι ιδιαίτερα στη φιλελεύθερη κοινή γνώμη της χώρας του.

Και ο τρόπος πού παρουσίασε τα γεγονότα στα «απομνημονεύματα» του ο Τσώρτσιλ είναι τόσο χοντροκομμένος, πού ούτε και τους αφελείς μπορεί να ξεγελάσει. Ενώ, γράφει, μεταφράζονταν όσα είχε πει στους σοβιετικούς ηγέτες σχετικά με τα ποσοστά επιρροής της ΕΣΣΔ και της Βρετανίας στα Βαλκάνια και την Ουγγαρία,

«έγραψα σ’ ένα φύλλο χαρτί τα ποσοστά αυτά και το έσπρωξα στον Στάλιν, πού στο μεταξύ είχε ακούσει τη μετάφραση. Για λίγο υπήρξε σιωπή. Σε συνέχεια παίρνει το μπλε μολύβι του το τσεκάρει και μάς το ξαναδίνει. Τα πάντα κανονίστηκαν σε τόσο χρόνο όσο περνά να γραφτούν...»[14]

Βεβαιώνεται ωστόσο υπεύθυνα ότι «το χαρτί αυτό δεν είναι καταχωρημένο στα αγγλικά πραχτικά της Σύσκεψης». Αλλά αν πραγματικά υπήρχε κι αν λέγονταν όλα αυτά τα εξωφρενικά, δεν θα έπρεπε να είχαν καταχωρηθεί; Ούτε λόγος να γίνεται βέβαια.

Στα σοβιετικά πραχτικά της σύσκεψης Στάλιν - Τσώρτσιλ στη Μόσχα στις 9.10.44 (αρχεία Υπουργείου Εξωτερικών της ΕΣΣΔ) αναφέρονται σχετικά τα έξης:

«... Ο Τσώρτσιλ δηλώνει πώς ο ίδιος συνέταξε ένα αρκετά βρώμικο και κακοφτιαγμένο κείμενο, στο οποίο φαίνεται ο καθορισμός της επιρροής της Σοβ. Ενωσης και της Μ. Βρετανίας στη Ρουμανία, την Ελλάδα, τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία. Ο πίνακας συντάχτηκε από τον ίδιο, για να δείξει τι σκέφτονται οι Αγγλοι επί του προκειμένου»[15].

Να ποια είναι λοιπόν ή αλήθεια γύρω από αυτό το κείμενο. Και όσον αφορά το χαρακτηρισμό του από τον Τσώρτσιλ σαν «βρώμικο», υπάρχει κάποια σχετική δημόσια επιβεβαίωση από τον ίδιο. Στα απομνημονεύματα του σε συνέχεια μ’ όσα παραπάνω αναφέρθηκαν γράφει:

«’Υστερα από λίγο είπα: "Δεν θα εθεωρείτο μάλλον κυνικό, αν φαινόταν ότι αντιμετωπίσαμε αυτά τα θέματα... μ’ ένα τόσο πρόχειρο τρόπο; "Ας κάψουμε το χαρτί". Ό Στάλιν είπε: "’Οχι, φυλάξτε το"»[16].

Αυτή είναι η περίφημη «συμφωνία» για το χωρισμό σε σφαίρες επιρροής, πού χρόνια και χρόνια — πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα — οι ποικιλώνυμοι αντισοβιετικοί μας βομβαρδίζουν με τις άσφαιρες βολές τους.

Υπάρχουν ωστόσο και νηφάλιοι συγγραφείς, όπως π.χ. ο Σόλων Γρηγοριάδης, πού, παρά τα όποια άλλα λάθη τους, αναρωτιούνται.

«Και τι να έγινε άραγε αυτό το χαρτί, αφού δεν είναι καταχωρημένο στα επίσημα αγγλικά πρακτικά εκείνης της συνεδριάσεως;»
«...Η μήπως η πρόταση εκείνη αποτελούσε μιαν απλή κουβέντα του Τσώρτσιλ χωρίς συνέχεια; Και πώς μπορούσε να γίνει ένας παρόμοιος κολοσσιαίας σημασίας διακανονισμός με ένα απλό χαρτάκι του Τσώρτσιλ, στο όποιο ο Στάλιν αρκέστηκε να ρίξει μια ματιά και το χάρισε κατόπιν στον κάτοχό του;»[17]


Αλλά και ο Χάριμαν, πρεσβευτής των ΕΠΑ, τότε, στη Μόσχα, πού παρακολούθησε σαν παρατηρητής τη σύσκεψη δεν αναφέρει τίποτε σχετικό.
‘Ηταν δυνατό να παραλείψει κάτι τέτοιο από την έκθεσή του πού έστειλε την άλλη κιόλας μέρα στον πρόεδρο Ρούζβελτ;

«... Σε ότι αφορά την Ελλάδα, ανάφερε ο Χάριμαν, ο πρωθυπουργός (εννοούσε τον Τσώρτσιλ, Ν.Κ.) νομίζει ότι έχει ήδη αποκτήσει την έγκριση του Στάλιν να μη βάλει το χέρι του και να χρησιμοποιήσει τη σοβιετική επιρροή για να εμποδίσει τους έλληνες κομμουνιστές από του να ασκήσουν φθοροποιό επιρροή...»[18]

Αυτά είναι όλα κι όλα πού αναφέρει σχετικά ό αμερικανός διπλωμάτης. Κι ούτε λέξη απ’ όλες τις φαντασίες με τις οποίες ο Τσώρτσιλ επιδίωξε να παραχαράξει την ιστορική αλήθεια.

Ποιά είναι η ιστορική Αλήθεια


Τα ντοκουμέντα πού δόθηκαν τον τελευταίο καιρό στη δημοσιότητα από το φόρεϊν ‘Οφις μαζί μ’ άλλα στοιχεία χρησίμεψαν σε επώνυμους συγγραφείς και ανώνυμους λιβελογράφους σαν διεγερτικό της όρεξης τους για μια νέα αντισοβιετική εξόρμηση. ‘Ολοι αυτοί, ποιός λίγο ποιος πολύ, με ελάχιστες ίσως εξαιρέσεις, προσπαθούν να οικοδομήσουν πάνω σ’ αυτό το ανεπιβεβαίωτο «χαρτί» του Τσώρτσιλ διάφορες επινοήσεις, για να παρουσιάσουν σαν αναμφισβήτητο γεγονός μια «συμφωνία» ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και την Αγγλία, πού ποτέ δεν είχε γίνει. Θέλουν έτσι σκόπιμα να εμφανίσουν τη Σοβιετική Ενωση σαν συνυπεύθυνη για τα εγκλήματα πού διαπράχθηκαν σε βάρος του ελληνικού λαού από τούς άγγλους και αμερικανούς ιμπεριαλιστές.

‘Εχουμε εδώ μια προϋποδομή της «Θεωρίας» των «δύο υπερδυνάμεων» με δυο κύριες αιχμές. Με την πρώτη και βασική επιδιώκεται να φορτωθεί στις πλάτες της Σοβιετικής ‘Ενωσης η ηθική ευθύνη για όλα τα εγκλήματα πού διαπράχθηκαν σε βάρος του ελληνικού λαού. Να διαστρεβλωθεί η φύση και η ουσία της πολιτικής της, να ταυτιστεί με τους ιμπεριαλιστές. Ενώ με τη δεύτερη πάνε να βγάλουν λάδι τις ΕΠΑ και τον πρόεδρο Ρούζβελτ, το συνένοχο και συνυπεύθυνο του Τσώρτσιλ στην ελληνική τραγωδία.

Ποιά, λοιπόν, είναι η νέα όψη του ζητήματος;

Ας το δούμε όσο γίνεται πιο καθαρά, στα πλαίσια πάντα μιας εισαγωγής.
Με τη θυελλώδη ανάπτυξη της προέλασης του Κόκκινου Στρατού την άνοιξη του 1944 διαγράφονταν πολύ ευνοϊκές προοπτικές για τους υπόδουλους λαούς της Κεντρικής και ΝΑ Ευρώπης. Για τον Τσώρτσιλ ειδικά αυτό σήμαινε θάψιμο των ονείρων του για όλα τα Βαλκάνια, όπως είδαμε παραπάνω. Εκεί πού τελικά είχε ακόμη ελπίδες κάτι να προλάβει ο Τσώρτσιλ ήταν η Ελλάδα. Αλλά τον ανησυχούσε η άνοδος του Εθνικοαπελευθερωτικού Κινήματος στη χώρα μας. Ιδιαίτερα ύστερα από τη δημιουργία της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Τα πράγματα τον πίεζαν και προβληματιζόταν πώς θα αποβίβαζε τα στρατεύματά του στη χώρα μας, όχι βέβαια για να βοηθήσει το συμμαχικό αγώνα, καταδιώκοντας τους Γερμανούς έξω από τα ελληνικά σύνορα, αλλά αποκλειστικά και μόνο για να τα χρησιμοποιήσει για να πνίξει το λαϊκό δημοκρατικό μας κίνημα.
Για να αποβιβάσει όμως στρατεύματα στην Ελλάδα ήταν απαραίτητες δύο προϋποθέσεις:
α) Να δώσει τη συγκατάθεσή της η ελληνική κυβέρνηση και
β) Να συμφωνήσουν οι δύο σύμμαχες δυνάμεις: οι ΕΠΑ και η Σοβιετική ‘Ενωση. Και για μεν την ελληνική κυβέρνηση ο Τσώρτσιλ δεν σκοτιζότανε. Εξάλλου ο Ρούζβελτ είχε από καιρό μείνει σύμφωνος. Δεν του έμενε λοιπόν ουσιαστικά παρά μόνο να συμφωνήσει και η κυβέρνηση της Σοβιετικής ‘Ενωσης.

Για το σκοπό αυτό ο Τσώρτσιλ ανάθεσε στον ‘Ηντεν ν’ αρχίσει διαπραγματεύσεις με το διπλωματικό δρόμο πάνω στην εξής βάση: Ν’ αναγνωριστεί δικαίωμα στρατιωτικής ενέργειας του Σοβιετικού Στρατού στη Ρουμανία με ανάλογο δικαίωμα της Αγγλίας στην Ελλάδα.
Υστερα από τη βολιδοσκόπηση αυτή, ό Τσώρτσιλ απευθύνθηκε στον Στάλιν, ο οποίος ύστερα από μερικές μέρες έδωσε την παρακάτω απάντηση:

«Η Σοβιετική Κυβέρνηση δεν θα είχε αντιρρήσεις, όμως την τελική της απάντηση θα δώσει αν είναι σύμφωνες οι ΕΠΑ»[19].

Ακολουθεί κάποιο χρονικό διάστημα ανταλλαγής επιστολών Τσώρτσιλ με Ρούζβελτ και στις 12 Ιούλη φτάνει στη Μόσχα μήνυμα του πρώτου προς τον Στάλιν σχετικά με το ίδιο πρόβλημά. Θα το παραθέσουμε ολόκληρο. Το ίδιο θα κάνουμε και για την απάντηση του Στάλιν στον Τσώρτσιλ. Ετσι θα φανούν πιο καθαρά στον αναγνώστη οι διάφορες «ταχυδακτυλουργίες» και η καπηλεία πού γίνεται σε βάρος της Σοβιετικής ‘Ενωσης. Σε βάρος, σε τελευταία ανάλυση, της ιστορικής αλήθειας.

Παραθέτουμε αμέσως παρακάτω βασικά αποσπάσματα από τα δύο κείμενα:
Το μήνυμα του Τσώρτσιλ στον Στάλιν είναι καταχωρημένο στην «αλληλογραφία» Στάλιν - Ρούζβελτ - Τσώρτσιλ. Από τον Τσώρτσιλ στο Στάλιν:

«Πριν λίγες βδομάδες ο κ. ‘Ηντεν πρότεινε στον Πρεσβευτή σας να πάρει την πρωτοβουλία η Σοβ. Κυβέρνηση στη Ρουμανία και η Βρετανική το ίδιο στην Ελλάδα». Κι εξηγεί ότι αυτό έγινε για να αποφύγουν τις δυσκολίες ανταλλαγής τηλεγραφημάτων από τρεις πλευρές. «‘Υστερα πάρα πολύ έγκαιρα ο κ. Μολότοφ πρότεινε να πληροφορήσουν την κυβέρνηση των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, πράγμα πού έκαμα και ήθελα πάντα να κάμω, και ύστερα από μερικές επιφυλάξεις ο πρόεδρος (ο Ρούζβελτ, σημ. Ν.Κ.) συμφώνησε να γίνει δοκιμαστικά για τρεις μήνες». — 'Ορίζει σε συνέχεια ότι οι 3 μήνες θα είναι ο Ιούλης, Αύγουστος και Σεπτέμβρης, και ρωτά τη γνώμη του Στάλιν αν είναι σύμφωνος και προσθέτει: «Κανένας δε θα μπορέσει να πει ότι θίγεται έτσι το μέλλον της Ευρώπης ούτε ότι τη χωρίζουμε σε σφαίρες... αλλά εμείς — συνεχίζει στο μήνυμά του ο Τσώρτσιλ — μπορούμε να εξασφαλίσουμε καθαρή πολιτική σε κάθε θέατρο και θα το κοινοποιήσουμε σ’ όλους τους άλλους για ότι κάνουμε. Αν όμως εσείς με πληροφορήσετε ότι δεν υπάρχει γι' αυτό καμιά ελπίδα, δεν θα το παρεξηγήσω...». (Οι υπογραμμίσεις Συντ/τη)[20].

Να και ή σχετική απάντηση τού Στάλιν γραμμένη 3 μέρες αργότερα (15.7.1944).

«... Πήρα το μήνυμά σας της 12 Ιούλη.
»1. Σε σχέση με το ζήτημα για Ρουμανία και Ελλάδα, εδώ δεν είναι απαραίτητο να επαναλάβουμε ότι σε σας είναι κιόλας γνωστό από την αλληλογραφία του πρεσβευτή μας στο Λονδίνο με τον κ. ‘Ηντεν. ‘Ενα μου είναι ξεκάθαρο, ότι η Αμερικανική Κυβέρνηση διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις γι' αυτό το ζήτημα και θα ήταν καλύτερο να επανέλθουμε, όταν θα πάρουμε την αμερικανική απάντηση στο ζήτημά μας, μέχρι πού να γίνουν γνωστές οι παρατηρήσεις της Αμερικανικής Κυβέρνησης»[21].


Από την απάντηση αυτή του Στάλιν ανατρέπονται πάρα πολλά απ’ όσα επιχειρούν σε βάρος της Σοβιετικής Ενωσης οι κάθε λογής «σοβιετολόγοι».

Η Σοβιετική Κυβέρνηση κατανοούσε ότι δεν είχε δικαίωμα ν’ αποκλείσει ένα σύμμαχο από το να πάρει μέρος σε μια στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στον κοινό εχθρό. ‘Εμενε όμως παράλληλα πιστή στην αρχή της ομοφωνίας ανάμεσα στους τρεις μεγάλους συμμάχους. Γι' αυτό πρότεινε να αναβληθεί η συζήτηση μέχρι να έλθει η αμερικανική απάντηση. Στον κάθε καλόπιστο μελετητή της ιστορίας είναι σαφές ότι μια ενδεχόμενη κατηγορηματική άρνηση της Σοβιετικής ‘Ενωσης στην πρόταση αυτή του Τσώρτσιλ, και μάλιστα για ορισμένο χρονικό διάστημα — τριών μηνών — δεν μπορούσε να έχει νόημα...

«... Η πρόταση αυτή καθαυτή — αναφέρεται στην Ιστορία της Διπλωματίας της ΕΣΣΔ — δεν αποτελούσε τίποτε το ασυνήθιστο. Θα ήταν εντελώς φυσικό, εάν τα αγγλικά στρατεύματα πού βρίσκονταν στη διάρκεια του πολέμου κοντά στην Ελλάδα βοηθούσαν το σύμμαχο ελληνικό λαό, για να διώξει τους γερμανούς καταχτητές και βέβαια με τη συγκατάθεση των ίδιων των Ελλήνων»[21β]. (Υπογράμμιση του Ν.Κ.)

‘Ηταν άλλωστε πολύ φυσικό στα πλαίσια των γενικών σκοπών του πολέμου και του καταμερισμού των ευθυνών, ανάμεσα στους τρεις μεγάλους συμμάχους, ο καθένας να πάρει μέρος με βάση τις πιο πρόσφορες στρατηγικές θέσεις πού κατείχε. Και όσο για τη Μ. Βρετανία δέ γεννιέται αμφιβολία ότι αυτή είχε τη μεγαλύτερη δυνατότητα να καταδιώξει τούς χιτλερικούς από την Ελλάδα.
Μια, λοιπόν, ενδεχόμενη άρνηση της Σοβιετικής ‘Ενωσης θα σήμαινε, ουσιαστικά, άρνησή της σε δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση της σύμμαχης της Αγγλίας. Δικαίωμα και υποχρέωση πού απόρρεε από την ίδια ακριβώς τη διάταξη των ένοπλων της δυνάμεων, να εκπληρώσει το μερίδιο των ευθυνών της απέναντι στο συμμαχικό αγώνα ενάντια στους χιτλερικούς. ‘Ετσι, το μόνο πού μπορούσε και είχε υποχρέωση, κατά τη γνώμη μας, να κάμει η Σοβιετική Ενωση, ήταν να επιφυλαχθεί μέχρι πού και η αμερικανική κυβέρνηση να πάρει θέση πάνω στο πρόβλημα. Αυτό και έγινε. Τυχόν απορριπτική θέση της σοβιετικής κυβέρνησης θα ισοδυναμούσε με παραβίαση των αρχών συνεργασίας και θα όξυνε τις σχέσεις ανάμεσα στους τρεις μεγάλους συμμάχους, με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις.

Η Σοβιετική 'Ενωση προσηλωμένη στις αρχές της Συμμαχίας

Σε συνέχεια με τα παραπάνω έχουμε τις ακόλουθες εξελίξεις:
Στις 12 Σεπτέμβρη 1944 ο Ηντεν ανήσυχος από τη θεαματική προέλαση του στρατάρχη Τολμπούχιν στη Βουλγαρία, επικεφαλής των σοβιετικών στρατευμάτων, έστειλε μήνυμα στον Τσώρτσιλ, πού μαζί με τον Ρούζβελτ διασκέπτονταν στο Κεμπέκ από τις 11 μέχρι τις 16 Σεπτέμβρη.

«...Η ρωσική κίνηση — έλεγε ο ‘Ηντεν ανάμεσα στ’ άλλα — έχει δημιουργήσει μια καινούργια κατάσταση από τη στιγμή πού, ακόμη κι αν οι Ρώσοι δεν μπουν σε ελληνικό έδαφος, η παρουσία τους στα Βαλκάνια δεν μπορεί παρά να προκαλέσει ισχυρές πολιτικές αντιδράσεις. Αν δεν εμφανιστούν σύντομα βρετανικές δυνάμεις στα Βαλκάνια, η επιρροή της Μ. Βρετανίας θα δεινοπαθεί. Από πολιτικής πλευράς νομίζω ότι χρειάζεται απόλυτα να μπουν βρετανικές δυνάμεις στην Ελλάδα, για να ισοσταθμίσουν την παρουσία των ρωσικών στη Βουλγαρία». Και για να προληφθεί «κάθε δυσάρεστο ενδεχόμενο» ζητά την έγκριση του Τσώρτσιλ να του επιτρέψει να ενεργήσει μέσω του άγγλου πρεσβευτή στη Μόσχα, για να αποσπάσει τη συγκατάθεση της Σοβιετικής Κυβέρνησης για την είσοδο των αγγλικών στρατευμάτων στη χώρα μας. «Οι ενέργειες αυτές, καταλήγει ο ‘Ηντεν, θα είναι πιο αποτελεσματικές πριν και όχι μετά την είσοδο ρωσικών στρατευμάτων στην Ελλάδα...»[21α]

1η Δεκέμβρη 1943. Οι τρεις μεγάλοι στη συνδιάσκεψη της Τεχεράνης, όπου αποφασίστηκε «ή πραγματοποίηση μιας ειρήνης πού να στηρίζεται στην πλειοψηφία των λαών και ή εξαφάνιση των δεινών και του τρόμου τού πολέμου για πολλές γενεές»

‘Αρα μέχρι και τις 12 Σεπτέμβρη 1944 φαίνεται ολοκάθαρα ότι δεν υπήρχε κανενός είδους συγκατάθεση από τη Σοβιετική Κυβέρνηση σχετικά με την απόβαση αγγλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. Δεν υπήρχε συνεπώς συμφωνία. Αλλά και τα σοβιετικά στρατεύματα πού είχαν φτάσει στα σύνορά μας δεν μπορούσανε να μπούνε όπως και δεν μπήκανε στη χώρα μας. ‘Οχι, ίσως, τόσο για λόγους γενικότερου στρατηγικού ελιγμού όσο κυρίως για ευρύτερους λόγους αρχών. Οι αποφάσεις ανάμεσα στους «τρεις μεγάλους», όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, παίρνονταν ύστερα από σύμφωνη γνώμη τους. (Αρχή ομοφωνίας).
Αυτά βασικά και σαν απάντηση σ’ όσους ρωτάνε «γιατί δεν μπήκανε τότε τα σοβιετικά στρατεύματα στη χώρα μας». Και προπάντων για κείνους πού κατηγορούν την ΕΣΣΔ, σκεπασμένα ή απροκάλυπτα, όπως έκαμε π.χ. ο Δ. Παρτσαλίδης με το γράμμα του στην Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ το 1966 και σ’ άλλες περιπτώσεις...

...Υστερα από την επιστροφή του από το Κεμπέκ, ο Τσώρτσιλ έστειλε μήνυμα στο Στάλιν (27.9.44) πού ζητούσε να συναντηθούν στη Μόσχα. Ο Στάλιν δεν μπορούσε ασφαλώς ν’ αρνηθεί μια τέτοια συνάντηση, πού έγινε στις 9.10.1944. Για όσα στη συνάντηση εκείνη απασχόλησαν τους Τσώρτσιλ και Στάλιν σχετικά με το ελληνικό πρόβλημα αναφέρθηκα πιο πάνω.
 
Φραγκλίνος Ρούζβελτ

Οι αμερικανοί ιμπεριαλιστές αυτοδιαψεύδονται

Υπάρχει και μια άλλη πλευρά του ζητήματος. Μια «θεωρία» πού τη χάλκευσε η ΣΙΑ με διάφορους επώνυμους και ανώνυμους πλαστογράφους της αλήθειας. Πρόκειται για το ρόλο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και πιο συγκεκριμένα για το ρόλο πού έπαιξε ό Φραγκλίνος Ρούζβελτ την περίοδο εκείνη.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τη «θεωρία» πού χάλκεψε η ΣΙΑ, επιχειρήθηκε να «βγει λάδι» ο τότε πρόεδρος των ΕΠΑ και να φορτωθούν στις πλάτες της Σοβιετικής ‘Ενωσης οι ευθύνες για τα εγκλήματα πού διαπράχθηκαν, σε βάρος του λαού μας, από τους αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές.

‘Ενας απ’ αυτούς πού υιοθέτησαν και προβάλλουν τη «θεωρία» αυτή είναι και ο κ. Βάσος Μαθιόπουλος. Στο βιβλίο του «Η Ελληνική Αντίσταση 1941-1944 και οι Σύμμαχοι» ο κ. Β.Μ., στηριζόμενος σ’ όσα αναφέρει σχετικά ο γνωστός πράκτορας της ΣΙΑ Σουλτσμπέργκερ[21], υποστηρίζει ότι δήθεν ο Ρούζβελτ δεν ήξερε τίποτε για τις προθέσεις του Τσώρτσιλ σε βάρος της Ελλάδας.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αναλήθεια απ’ αυτή. Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ, όπως συνάγεται από αναμφισβήτητα στοιχεία, ήξερε από καιρό τα σχέδια του Τσώρτσιλ για την Ελλάδα και ήταν σύμφωνος μ’ αυτόν. Το παρακάτω τηλεγράφημά του της 26 Αύγουστου 1944 προς τον άγγλο πρωθυπουργό είναι η καλύτερη επιβεβαίωση.

«Καμιά αντίρρησης να λάβετε τα απαραίτητα μέτρα, ούτως ώστε να έχετε πρόχειρον μίαν βρετανικήν δύναμιν επαρκή, ώστε να διατηρήσετε την τάξιν εις την Ελλάδα, όταν οι Γερμανοί εκκενώσουν την χώραν. Δεν έχω επίσης αντίρρησιν όπως ο στρατηγός Ουίλσον χρησιμοποίηση τα αμερικανικά μεταγωγικά αεροπλάνα τα όποια θα είναι διαθέσιμα κατά την στιγμήν εκείνην...»[22]

Το μήνυμα αυτό είναι πολύ αποκαλυπτικό και αποστομωτικό για τους αυτόκλητους ή με παραγγελία συνηγόρους υπεράσπισης των ΕΠΑ, πολύ περισσότερο, γιατί αναφέρεται απ’ τον ίδιο τον Τσώρτσιλ.

‘Ενα άλλο, ακόμη προγενέστερο, τηλεγράφημα του αμερικανού προέδρου στον άγγλο πρωθυπουργό επιβεβαιώνει το ίδιο εύγλωττα την άποψή μας αυτή. Πρόκειται για την επιδοκιμασία του Ρούζβελτ στην ωμή βία με την όποια ο Τσώρτσιλ διάλυσε τις ένοπλες δυνάμεις της Ελλάδας στη Μ. Ανατολή:

«Ελπίζω, -έλεγε ο πρώτος σε μήνυμά του στις 18 Απρίλη 1944 προς τον Τσώρτσιλ,- ότι η γραμμή της δραστηριότητάς σας σε σχέση μ’ αύτό το πρόβλημα οδηγεί στην επιστροφή των Ελλήνων στο στρατόπεδο των συμμάχων»[23].

Με την υπογραμμισμένη από μένα φράση φαίνεται καθαρά ότι ο Ρούζβελτ ήταν σαφώς αντίθετος με κάθε δημοκρατική προοδευτική εξέλιξη στη χώρα μας, όπως και γενικότερα. Κι ακόμη κάτι επίσης σημαντικό. «Συμμάχους» του ο Ρούζβελτ θεωρούσε μόνο τους άγγλους ιμπεριαλιστές, όχι και τη Σοβιετική ‘Ενωση.
Υπάρχουν κι άλλα ανάλογα στοιχεία, αλλά θα αρκεστώ στο παρακάτω, το πιο αποκαλυπτικό. Πρόκειται για τη μαρτυρία μιας υπεύθυνης προσωπικότητας πού δεν μπορεί να θεωρηθεί από κανένα διαβλητή, πολύ περισσότερο να εξαιρεθεί από τον κ. Β. Μαθιόπουλο. Γιατί ο μάρτυρας πού θα παρουσιάσω εδώ θεωρείται από τον τελευταίο σαν «αληθινός φιλελεύθερος διπλωμάτης» και «φιλέλληνας». Πρόκειται για τον Λίνκολν Μακ Βή, πού για πολλά χρόνια, μέχρι και το 1947, ήταν πρεσβευτής των ΕΠΑ στην Ελλάδα. Και πρόκειται για μαρτυρίες πού κατάθεσε στο αμερικανικό Κογκρέσο και συνεπώς απόλυτα υπεύθυνες.

Ο Μακ Βή αποκαλύπτει αποστομωτικά ανάμεσα σε ποιούς έγινε πραγματικά η «μοιρασιά». Και βεβαιώνει υπεύθυνα ότι όλα κανονίστηκαν στην Καζαμπλάνκα (14-26 Γενάρη 1943). Κι αποδείχνεται ακόμη ότι o «φιλέλληνας» αυτός είχε αντίθετες απόψεις από τον Ρούζβελτ σ’ ότι αφορά τη συμφωνία του με τον Τσώρτσιλ για την Ελλάδα.

Και δεν ήταν βέβαια ο μόνος. ‘Οταν το Φλεβάρη του 1944, στο Κάιρο, οι αγγλοαμερικάνοι ρύθμιζαν τα σχετικά με την «απελευθέρωση» της χώρας μας, ο Μακ Βή έστειλε, όπως λέγει ο ίδιος, τηλεγράφημα στον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΕΠΑ και διατύπωσε τις αντιρρήσεις του για το ρόλο πού είχε ανατεθεί στους Αγγλους, επειδή «οι Βρετανοί θα παράσχουν και τα στρατεύματα και τη διοίκηση και εμείς θα προσφέρουμε μόνο 20-25 πολιτικούς υπαλλήλους». ‘Ετσι κατά τον Μακ Βή οι «κοινές» επιχειρήσεις σημαίνουν ότι «μόνο οι ευθύνες θα είναι κοινές, αλλά ότι ο έλεγχος θα βρίσκεται σε βρετανικά χέρια...».
Δεν είναι όμως μόνο αυτή η απόδειξη για όσα αντίθετα με την ιστορική αλήθεια υποστηρίζονται από τους παραχαράκτες της. Ο Μακ Βή κατάθεσε ότι στην τελευταία συνάντηση πού είχε με τον πρόεδρο Ρούζβελτ του είπε «κάτι πολύ ενδιαφέρον» για το θέμα αυτό.

«Δεν θα στείλω ούτε έναν αμερικανό στρατιώτη στην Ελλάδα».


Και επειδή ο Μακ Βή επέμεινε για το «ψητό»! Για το ποιοι δηλαδή θα «έχουν εκεί τη διοίκηση στα χέρια τους», ο Ρούζβελτ του απάντησε:
«Σας αναφέρω ότι είπα στον Ουίνστον να τα κοιτάξει αυτά». Εκείνος (ο Τσώρτσιλ, σημ. Ν.Κ.) μου απάντησε: «Υστερα από τον πόλεμο θα βρω εκεί τον μπελά μου».

Σε συνέχεια ό πρόεδρος Ρούζβελτ πρόσθεσε:

«Ο αμερικανικός λαός θα ζητήσει να γυρίσει όλος ο στρατός του από την Ευρώπη. Πρέπει όμως να φροντίσουμε τη Γερμανία και τη Γαλλία πού θα μας ζητούν εκεί. Γι αυτό δεν θέλω να στείλω στρατό στα Βαλκάνια. Γιατί αν πάμε εκεί, θα μείνουμε πολύ καιρό.»[24].

Αυτά τα «λίγα» είναι σημαντικά και υπεραρκετά για να τινάξουν στον αέρα τόνους από χαρτί και μελάνι πού ξοδεύτηκαν για να διαστρεβλώσουν την ιστορική αλήθεια σε βάρος της Σοβιετικής ‘Ενωσης σαν δήθεν συνυπεύθυνης για τα εγκλήματα των ιμπεριαλιστών σε βάρος του λαού μας. Σε βάρος κι άλλων λαών, στη διάρκεια και, ιδιαίτερα, ύστερά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι δόλιες ενέργειες των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών ενάντια στις ελευθερίες των λαών


‘Οσοι διάβασαν τα απομνημονεύματα του στρατηγού Ντε Γκώλ θα έχουν σχηματίσει μια λεπτομερή και θεμελιωμένη αντίληψη της επεμβατικής πολιτικής των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών στα εσωτερικά μιας σύμμαχής τους ιμπεριαλιστικής δύναμης, της Γαλλίας. Ακόμη περισσότερο προκλητικές ήταν οι επεμβάσεις τους στη Γιουγκοσλαβία, το Βέλγιο και την Πολωνία, για να εγκαταστήσουν στην εξουσία ανθρώπους πού θα εξυπηρετούσαν δουλικά τα συμφέροντά τους. Προς την κατεύθυνση αυτή ο Τσώρτσιλ, στην πολύπλευρη δραστηριότητα των μυστικών οργανώσεων του, έδρασε και προσωπικά. ‘Ετσι τον Αύγουστο του 1944, πριν συναντηθεί με τον Ρούζβελτ στο Κεμπέκ — το Σεπτέμβρη του 1944 — ο Τσώρτσιλ συναντήθηκε με τον Πάπα Πίο τον XII στη Ρώμη και σε συνέχεια «μάζεψε τους εκπροσώπους όλων των αντιδραστικών κύκλων της Ανατολικής και ΝΑ Ευρώπης: τους Ούγγρους του Χόρτυ και τους Αψβούργους Αυστριακούς, τους Πολωνούς του Αντερς και τους Βουλγάρους μοναρχικούς, τους Ρουμάνους εθνικομοναρχικούς και τούς γιουγκοσλάβους τσέτνικους τού Μιχαήλοβιτς, τούς έλληνες μοναρχοφασίστες καί τους Αλβανούς μπαλίστες, και τους ζήτησε να προετοιμάσουν τους όρους γιά την εισβολή των αγγλικών στρατευμάτων στις χώρες τους...»[25].

Η θέση της Σοβιετικής ‘Ενωσης


Διαφορετική εντελώς ήταν η στάση της Σοβιετικής ‘Ενωσης απέναντι στό στρατηγό Ντέ Γκώλ, σαν επικεφαλής της Επιτροπής γιά την Απελευθέρωση της Γαλλίας. Καί σ’ αύτή την περίπτωση, όπως και γενικότερα στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, η Σοβιετική ‘Ενωση βάσισε τήν εξωτερική πολιτική της στην αρχή της μη επέμβασης. ‘Ολα τα γεγονότα, όλα τα επίσημα στοιχεία, στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου κι ύστερα απ’ αυτόν, όλες οι συμφωνίες, από εκείνη της Τεχεράνης μέχρι και την Τελική Πράξη του Ελσίνκι, φέρνουν την ανεξίτηλη σφραγίδα, τη χρυσή βούλα της λενινιστικής αρχής, της ειρηνικής συνύπαρξης και της μη επέμβασης στα εσωτερικά των άλλων χωρών.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. ‘Ετσι χαρακτηρίζεται από το Σόλωνα Γρηγοριάδη: «Δεκέμβριος 1944», Εκδόσεις Φυτράκη.
2. Ο ίδιος. Βλέπε Σ. Γρηγοριάδη «Ο Δεκέμβριος 1944», Εκδόσεις Φυτράκη, σ. 93.
3. Β. Μαθιόπουλου, Η Ελληνική Αντίσταση 1941-1944 και οι Σύμμαχοι, Εκδόσεις Παπαζήση, σ. 229-240.
4. Β. Μαθιόπουλου, στο ίδιο σ. 158.
5. Εφ. Βήμα 28 Μάη 1978, αποκαλύψεις του Χόναγκεν Φλάισερ του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου.
6. Β. Μαθιόπουλου, στο ίδιο σ. 333-343.
7. Γιάν. Ανδρικόπουλου: 1944 Κρίσιμη Χρονιά, Τόμ. Α', αριθ. τηλεγραφ. 90.
8. Γιάν. Ανδρικόπουλου, στό ίδιο, Τόμ. Β', άριθ. τηλεγραφ. 210.
9. “The Daily Ηerald” 24.11.1954 (καί Ντεμπόριν 504).
10. Τρουχανόβσκη: Πολιτική Βιογραφία του Ο. Τσώρτσιλ — Εκδόσεις «Σκέψη», Μόσχα 1977. 11. Β' Παγκόσμιος Πόλεμος — Υπουργείο ‘Αμυνας ΕΣΣΔ — Γ. Ντεμπόριν. Eλλ. μετάφρ. Αθήνα 1959, σ. 504. / Στο ίδιο πιο πάνω σ. 300.
12. Στο ίδιο πιο πάνω σ. 321.
13. Ιστορία της Εξωτερικής Πολιτικής της Σοβ. Ένωσης (1917-1945) «Εκδόσεις Επιστήμη», Μόσχα 1977 Ρώσικα, τόμ. 1, σ. 457. / ‘Ελιοτ Φρ. Ρούζβελτ «Με τα ίδια μου τα μάτια» Μόσχα 1947 (Ρώσικα) σ. 186-7. 13β. / Γ. Ντεμπόριν, στο ίδιο σελ. 321-22
14. Ο. Τσώρτσιλ — Απομνημονεύματα (Ελληνική Μετάφραση) τόμ. 6ος, βιβλ. 1ο, σ. 202-3.
15. Περιοδικό (Ρώσικο) «Διεθνής Ζωή», Μόσχα 1958, τόμ. 8ος, σ. 72-79.
16. Σόλ. Γρηγοριάδη «Δεκέμβρης 1944», σ. 123.
17. Σόλ. Γρηγοριάδη «Δεκέμβρης 1944», σ. 123.
18. Σόλ. Γρηγοριάδη «Δεκέμβρης 1944», σ. 123.
19. Γιάννη Ανδρικόπουλου, στο ίδιο, τόμ. Α', άριθ. 104.
20. Αλληλογραφία Πρωθυπ. Σοβ. ‘Ενωσης, Προέδρου ΕΠΑ, Πρωθυπ. Μ. Βρετανίας. Στην περίοδο του Β' Παγκ. Πολέμου 1944-45. Κρατικές πολιτικές εκδόσεις — Ρώσικα, Μόσχα 1957 (αρ. 294) σ. 238-239 και Ιστορία της Διπλωμ. της Σ.Ε. έκδοση Μόσχας (Ρώσικα) Τόμ. 5ος, Βιβλ. 1ο, σ. 524.
21. Ιστορία της Διπλωματίας της Σοβ. ‘Ενωσης, σ. 524. / Γιάννη Ανδρικόπουλου, στο ίδιο τόμ. Β' αριθ. τηλεγρ. 208/12.9.44. / Β. Μαθιόπουλου, στο ίδιο, σ. 204-206
22. Ο. Τσώρτσιλ — Απομνημονεύματα, τόμ. 6ος, βιβλ. 1ο, σ. 106.
23. Γιάν. Ανδρικόπουλου, στο ίδιο τόμ. Α' αριθ. τηλεγρ. 54.
24. Εφημ. «Ακρόπολις» Αθήνα — 5 Απρίλη 1977.
25. Β' Παγκ. Πόλεμος — Υπ. ‘Αμυνας ΕΣΣΔ — Γ. Ντεμπόριν, έλλ. μετάφρ. 1959 Αθήνα σ. 414-15.

Μέρος της ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ από το βιβλίο "Ο ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ ΤΟΥ 1944" του Νίκανδρου Κεπέση έκδοση Σύγχρονης Εποχής 1980

*Ο Νίκανδρος Κεπέσης γεννήθηκε στη Μάκρη Μικράς Ασίας, το 1914. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στον Πειραιά το 1931 και φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Δούλεψε σε διάφορα εργοστάσια και σε λατομεία σαν εργάτης και υπάλληλος.
Από τα γυμνασιακά του χρόνια πήρε μέρος στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες της εργατικής τάξης της χώρας μας από τις γραμμές της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) και αργότερα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.
Πολέμησε σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός στον πόλεμο 1940-41. Στα χρόνια της φασιστικής κατοχής πήρε από την αρχή δραστήριο μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Στην απελευθέρωση ήταν καπετάνιος του 6ου Ανεξάρτητου Συντάγματος ΕΛΑΣ, του Πειραιά.
Για την πατριωτική του δράση πιάστηκε από το μεταδεκεμβριανό καθεστώς, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε ισόβια. Εμεινε στις φυλακές, χωρίς διακοπή, πάνω από 17 χρόνια, ως το Δεκέμβρη του 1963. Η στρατοκρατική φασιστική δικτατορία τον εκτόπισε σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης, επί 5 χρόνια.
Από το 1950, ο Νίκανδρος Κεπέσης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. Από τον Ιούλη του 1978 είναι βουλευτής της Β’ εκλογικής περιφέρειας Πειραιά.
Εχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά.
Το βιβλίο του «Ο Δεκέμβρης 1944» έχει ιδιαίτερη άξια γιατί ο Νίκανδρος Κεπέσης στάθηκε ένας από τους πρωτεργάτες των ηρωικών αγώνων του πειραιώτικου λαού, που περιγράφει, και ιδιαίτερα της «μάχης της Ηλεκτρικής», πού κατέχει ξεχωριστή θέση σ’ αυτούς τους αγώνες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου