Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

«Περί σωτηρίας και σωτήρων»

Το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε μία έντονη προσπάθεια από τα ΜΜΕ και το διαδίκτυο να καρπωθεί η κυβέρνηση τον επιτυχή περιορισμό της διασποράς του ιού στη χώρα μας, κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας, έχοντας ως κυριότερο επιχείρημα τον χαμηλό σχετικά αριθμό θανάτων (δεν είναι όμως και λίγοι οι πάνω από 150 νεκροί) και κάνοντας τη σύγκριση με την τραγωδία που συνεχίζει να εξελίσσεται
στις προηγμένες χώρες του καπιταλισμού τις οποίες συνεχίζουν να μας τις παρουσιάζουν ως πρότυπα.

Το δικαιούται πράγματι αυτό η κυβέρνηση; Ας εξετάσουμε, λοιπόν, πώς εξελίχθηκαν τα γεγονότα.

Με τα πρώτα κρούσματα της νόσου στη χώρα μας η κυβέρνηση, γνωρίζοντας την εμπειρία της Κίνας, αλλά κυρίως την τραγωδία που εξελισσόταν στην Ιταλία και την Ισπανία, προχώρησε στη λήψη μέτρων ακολουθώντας τις συστάσεις των επιστημόνων, που είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό την ατομική ευθύνη:


  • Κατ’ οίκον εγκλεισμός - κοινωνική αποστασιοποίηση.
  • Σύσταση στους ήπια πάσχοντες να παραμένουν στο σπίτι κάνοντας οι ίδιοι τον γιατρό, μία οδηγία αντιεπιστημονική και επικίνδυνη.

Η κυβέρνηση ομολόγησε με αυτόν τον τρόπο έμμεσα (γιατί ποτέ μέχρι σήμερα δεν βγήκαν ανοιχτά να το πουν) τη μεγάλη ανεπάρκεια του δημόσιου συστήματος Υγείας να αντιμετωπίσει την πανδημία. Το ίδιο έκανε και ο κ. Τσιόδρας για να δικαιολογήσει τον εγκλεισμό, λέγοντας πολλές φορές «μένουμε στο σπίτι, για να μην αρρωστήσουμε όλοι μαζί και δεν αντέξει το σύστημα Υγείας».

Τι έκανε ουσιαστικά η κυβέρνηση; Ανέλαβε η ίδια τον ρόλο του επιτηρητή χωροφύλακα (έλεγχοι - επιτήρηση - επιβολή ποινών) και ανέθεσε την ουσιαστική ευθύνη για την αντιμετώπιση της πανδημίας στον ελληνικό λαό (εγκλεισμός, κοινωνική αποστασιοποίηση) και στο υγειονομικό προσωπικό του δημόσιου συστήματος Υγείας, το οποίο κλήθηκε να εργαστεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας μέσα σε ένα αποδυναμωμένο από όλες τις κυβερνήσεις σύστημα Υγείας χωρίς Μέσα Ατομικής Προστασίας (ιδίως στην αρχή) και τεράστιες ελλείψεις προσωπικού ( 6.500 οι κενές οργανικές θέσεις γιατρών και 25.000 αυτές του νοσηλευτικού προσωπικού).

Ακόμα και στα περιοριστικά μέτρα, που αποφάσισε η κυβέρνηση, είχε σημαντικές αστοχίες και δεν έδειξε την απαιτούμενη αποφασιστικότητα
  • Όχι ταυτόχρονο κλείσιμο σχολείων, καφετεριών.
  • Παλινωδίες και καθυστερήσεις 15 ημερών στο κλείσιμο εκκλησιών.
  • Συνεχής και αδιάλειπτη λειτουργία όλων των μεγάλων επιχειρήσεων με καταγγελίες εργαζομένων για ελλιπή μέτρα προστασίας.
  • Παντελής έλλειψη μέτρων προστασίας στις δομές προσφύγων.
  • Συνεχιζόμενη, χωρίς έλεγχο, λειτουργία ιδιωτικών κλινικών χωρίς μέτρα προστασίας με τα γνωστά αποτελέσματα.
  • Σημαντική καθυστέρηση προμήθειας υγειονομικού υλικού.

Η κυβέρνηση άρχισε να προμηθεύεται υγειονομικό υλικό περί τα τέλη Φεβρουαρίου, παρά το γεγονός ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είχε προειδοποιήσει από τα τέλη Ιανουαρίου, καθώς είχε χαρακτηρίσει την πανδημία ως παγκόσμια απειλή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχουν το πρώτο διάστημα Μέσα Ατομικής Προστασίας (μάσκες, μπλούζες, γυαλιά) και να κινδυνεύει να μολυνθεί το υγειονομικό προσωπικό.

Όπως φαίνεται, λοιπόν, έβαλε και η τύχη το χεράκι της, για να μη μετατραπούν όλες αυτές οι αστοχίες σε ανεξέλεγκτες εστίες μετάδοσης.

Το ουσιαστικό μερίδιο ευθύνης που αναλογεί στην κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας ήταν και συνεχίζει να είναι η ενίσχυση και θωράκιση του δημόσιου συστήματος Υγείας.

Δυστυχώς όπως καταγγέλλουν οι νοσοκομειακοί γιατροί και η ομοσπονδία τους, η ΟΕΝΓΕ, ελάχιστα πράγματα έχουν γίνει για την ενίσχυση του συστήματος Υγείας και δεν έχει αξιοποιηθεί ο χρόνος που κερδήθηκε με την ηρωική, ομολογουμένως, προσπάθεια του υγειονομικού προσωπικού μέσα στα νοσοκομεία, αλλά και με την πειθαρχία και την ωριμότητα που επέδειξε ο ελληνικός λαός για τον έλεγχο της διασποράς του ιού, αλλά και τους κατά το δυνατό λιγότερο θανάτους συνανθρώπων μας.

Τι έκανε ή μάλλον τι δεν έκανε η κυβέρνηση όλο αυτό το διάστημα για τη θωράκιση του ΕΣΥ:
  • Σε ό,τι αφορά τη συνεργασία που θα έπρεπε να έχει με την Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) . Συνεχίζει να αγνοεί προκλητικά τους νοσοκομειακούς γιατρούς, οι οποίοι από την αρχή της πανδημίας είχαν και έχουν συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπισή της όντας οι ίδιοι οι καλύτερα γνώστες των προβλημάτων του ΕΣΥ, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αντιμετωπιστούν.  Δεν υιοθέτησε ούτε μία από τις προτάσεις της στη μία και μοναδική συνάντηση μέσω τηλεδιάσκεψης με το υπουργείο Υγείας. Αποδείχτηκε πόσο υποκριτικά ήταν τα χειροκροτήματα και τα καλά λόγια, όταν κατά την 7η Απριλίου, ημέρα διεκδίκησης των υγειονομικών έστειλαν τις δυνάμεις καταστολής στον «Ευαγγελισμό», προφανώς για να τους συνετίσουν, επειδή τους χάλασαν το καθεστώς σιγής τάφου που προσπαθούν να επιβάλουν. Την ίδια στάση φίμωσης  ακολουθεί και η πλειοψηφία των ΜΜΕ με προεξάρχουσα εδώ την κρατική τηλεόραση. Στην ιστοσελίδα της ΟΕΝΓΕ μπορεί ο καθένας να ενημερώνεται καθημερινά και για τις προτάσεις- αιτήματα των υγειονομικών, αλλά και για το τι πραγματικά συμβαίνει στη λειτουργία του ΕΣΥ σήμερα πέρα απ’ αυτά που προπαγανδίζει η κυβέρνηση.
  • Επάρκεια υγειονομικού προσωπικού - προσλήψεις. Είναι γνωστά τα τεράστια κενά στις οργανικές θέσεις υγειονομικού προσωπικού του ΕΣΥ (6.500 γιατροί, 25.000 νοσηλεύτριες).

Τι έκανε η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει αυτά τα κενά, αλλά και τις αυξημένες ανάγκες που προέκυψαν λόγω της πανδημίας; Ανέστειλε μερικώς τη λειτουργία μεγάλων νοσοκομείων, που λειτουργούν πλέον ως νοσοκομεία αναφοράς του Covid-19. Μετέτρεψε κλινικές χειρουργικού χαρακτήρα σε κλινικές νοσηλείας Covid-19. Απέσπασε γιατρούς από Κέντρα Υγείας και Αγροτικά Ιατρεία, για να καλύψει κενά στα νοσοκομεία κάποιων Περιφερειών. Αυτός ο τρόπος διαχείρισης δημιούργησε δύο σοβαρά προβλήματα:
  • Τον κίνδυνο μόλυνσης του υγειονομικού προσωπικού, αλλά και των νοσηλευόμενων από άλλες ασθένειες.
  • Την αναστολή προσέλευσης στα νοσοκομεία πασχόντων από άλλα νοσήματα και κυρίως χρονίως πασχόντων, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τη ζωή τους.

Δεν γνωρίζουν τα επιτελεία της κυβέρνησης ότι σε περίοδο πανδημίας το υγειονομικό προσωπικό κινδυνεύει από 2 παράγοντες; Την εργασιακή εξάντληση και την αυξημένη έκθεση σε νόσηση προκαλώντας έτσι μείωση του προσωπικού και ως εκ τούτου την ανάγκη ύπαρξης εφεδρειών;

Όλα τα παραπάνω έγιναν, γιατί η κυβέρνηση δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να χρηματοδοτήσει γενναία και να ενισχύσει το ΕΣΥ.
  • Με την ουσιαστική ανάπτυξη των δομών της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
  • Το άνοιγμα κλινικών για την αποκλειστική νοσηλεία ασθενών με Covid-19.
  • Την ανάπτυξη των αναγκαίων κλινών ΜΕΘ με το απαραίτητο, εξειδικευμένο στην Εντατικολογία, προσωπικό.

Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ πανηγυρίζουν. Οι απλοί όμως πολίτες θα πρέπει να αναλογιστούν:
  • Οι  400 γιατροί, που προσελήφθησαν ως τώρα όλοι ως επικουρικοί και με συμβάσεις μερικού χρόνου αποτελούν θωράκιση του ΕΣΥ και εγγύηση ότι θα είναι αποτελεσματικό, όταν οι κενές οργανικές θέσεις θα είναι 6.500;
  • Οι περίπου 2.500 νοσηλεύτριες, που προσελήφθησαν, αποτελούν θωράκιση του ΕΣΥ, όταν οι κενές οργανικές θέσεις είναι 6.500;
  • Οι 500 νέες κλίνες ΜΕΘ που ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι έχει αναπτύξει φθάνοντας έτσι το σύνολο τις 1.000, χωρίς όμως να διευκρινίζει πόσες νέες ΜΕΘ άνοιξαν, πόσοι γιατροί εντατικολόγοι προσελήφθησαν (για να λειτουργήσουν οι νέες κλίνες χρειάζονται τουλάχιστον 300 γιατροί εντατικολόγοι), πόσες  νοσηλεύτριες με εμπειρία στην Εντατική προσελήφθησαν (για τις 500 νέες κλίνες χρειάζονται τουλάχιστον 200 νοσηλεύτριες). Οι 500 αυτές νέες κλίνες μπορεί να θεωρηθούν ως ουσιαστική ενίσχυση, όταν οι πραγματικές ανάγκες χωρίς την πανδημία είναι 3.500 κλίνες ΜΕΘ; Είναι αστείο αλλά κυρίως ανεύθυνο και επικίνδυνο να ισχυρίζεται κάποιος ότι αυτά τα ελάχιστα, που έχουν γίνει, αποτελούν ουσιαστική ενίσχυση του ΕΣΥ, ώστε να το καταστήσει ικανό να αντιμετωπίσει ένα πιθανότατο δεύτερο κύμα της πανδημίας με τις λιγότερες απώλειες.

Η μη πρόσληψη επαρκούς σε αριθμό και μόνιμου υγειονομικού προσωπικού δείχνει αδυναμία κατανόησης της βαρύτητας, αλλά και του εις βάθος χρόνου εξέλιξης της πανδημίας, είναι όμως και απόρροια των ιδεολογικών προσεγγίσεων των κυβερνώντων περί ιδιωτικοποίησης των πάντων παραβλέποντας τις ανάγκες που αναδεικνύει η ίδια η ζωή. Η πρόσληψη του συνολικά αναγκαίου υγειονομικού προσωπικού με μόνιμη σχέση εργασίας αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για τα επόμενα βήματα στην αντιμετώπιση της πανδημίας.

Την αντίληψη και τις προθέσεις της κυβέρνησης επί του θέματος αυτού τις δείχνουν αφ’ ενός η δήλωση του υφυπουργού Υγείας ότι «ούτε αυτοί οι νεοπροσληφθέντες δεν χρειάστηκαν» και αφ’ ετέρου κυρίως η συνέντευξη του υπουργού Υγείας στην «Καθημερινή», στην οποία δηλώνει ότι ο στόχος του για την ανάπτυξη των νέων κλινών ΜΕΘ είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Αγνοεί ο  υπουργός ότι αυτός ο μέσος όρος αποτελεί τη σημαντικότερη αιτία της τραγωδίας που συνεχίζει να εξελίσσεται στις χώρες της ΕΕ και στις ΗΠΑ; Μόνο ως θανάσιμος μπορεί να χαρακτηριστεί αυτός ο στόχος (12 κλίνες ΜΕΘ / 100.000 πληθυσμού, ήτοι 1.200), όταν οι πραγματικές ανάγκες είναι 3.500.
  • Χρηματοδότηση για τις ανάγκες αντιμετώπισης της πανδημίας

Είναι γνωστό ότι οι δαπάνες για την Υγεία, που προβλέπονται από τον προϋπολογισμό του 2020, είναι σημαντικά μειωμένες σε σχέση με το 2019. Με βάση τις ανακοινώσεις του ΕΟΔΥ, τα εγκεκριμένα κονδύλια του υπουργείου Υγείας για την πανδημία μέχρι τα μέσα Απριλίου ήταν 165,5 εκατομμύρια ευρώ. Από αυτά 85 δόθηκαν στο ΕΣΥ και τα υπόλοιπα 80 έχουν δοθεί στους ιδιώτες κλινικάρχες. Μάλιστα με τα στοιχεία του ΠΟΥ, στις 6/5/2020 η Ελλάδα κατατάσσεται στην προτελευταία θέση μεταξύ 24 ευρωπαϊκών χωρών για τις πρόσθετες δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας (15 $ ανά άτομο).

Ποια είναι η συμμετοχή των ιδιωτών κλινικαρχών στην αντιμετώπιση της πανδημίας;

Η απάντηση από το καθένα μας έρχεται αβίαστα. Απολύτως καμία.

Επομένως, τι εξυπηρετεί η σπατάλη τόσων εκατομμυρίων που προέρχονται από τη φορολογία του ελληνικού λαού, αφού η ίδια η κυβέρνηση με δική της ευθύνη αρνείται πεισματικά να τους επιτάξει;

Δεν αποτελεί πρόκληση και προσβολή για το υγειονομικό προσωπικό του ΕΣΥ που δίνει τη μάχη για την πανδημία, με κίνδυνο της ζωής του, με εξαντλητικά ωράρια, απλήρωτες εφημερίες και με μισθούς πείνας για το νοσηλευτικό προσωπικό που δεν ανταποκρίνονται ούτε στο ελάχιστο στο τεράστιο έργο που προσφέρουν όχι μόνο τώρα αλλά ανέκαθεν;

Αβίαστα, λοιπόν, έρχεται ένα ερώτημα.

Σε τι άραγε χρησιμεύει για τις ανάγκες της κοινωνίας το ιδιωτικό σύστημα Υγείας, όταν μένει αμέτοχο σε μία τόσο δύσκολη κατάσταση όπως αυτή της πανδημίας;

Φροντίζει η κυβέρνηση να το διατηρεί αμόλυντο για να θεραπεύεται εκεί με άνεση και χωρίς φόβο η τάξη την οποία υπηρετεί. Δεν πρέπει να μας προβληματίσουν όλους μας όλα αυτά που συμβαίνουν και να μην τα αποδεχόμαστε όλα ως περίπου φυσικά φαινόμενα;

Μετά την παρέλευση περίπου τριών μηνών, με τα προβλήματα από την αντιμετώπιση της πανδημίας να είναι πλέον ξεκάθαρα,  η κυβέρνηση δεν έχει κανένα άλλοθι, Δυστυχώς όμως εξακολουθεί να παραμένει δογματικά προσηλωμένη στα κελεύσματα της ιδεολογίας των αγορών να χρηματοδοτεί με πακτωλό εκατομμυρίων τους ιδιώτες και να επιλέγει κυρίως για την ενίσχυση του ΕΣΥ τις δωρεές "ιδιωτών".

Όμως πιθανότατα αυτό μας δείχνει και το τι θα ακολουθήσει στον τομέα της Υγείας στην επόμενη μέρα της πανδημίας με τις φημολογούμενες Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, πράγμα που θα σημαίνει την πλήρη διάλυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Η κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την πανδημία, έδωσε και δίνει τα ρέστα της,  παίρνοντας άριστα απέναντι στις απαιτήσεις του ΣΕΒ και του κεφαλαίου.

Με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου δίνονται δισεκατομμύρια στις επιχειρήσεις, αλλά επιδόματα-ψίχουλα στους εργαζόμενους (και όχι σε όλους) κατοχυρώνονται νομοθετικά η πλήρης κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων, η διευκόλυνση των απολύσεων, η μείωση των μισθών, αλλά και παίρνουν με συνοπτικές διαδικασίες από μία υπολειτουργούσα Βουλή αντιλαϊκά νομοσχέδια (Παιδεία, Περιβάλλον, Μεταναστευτικό κλπ.).

Αναδεικνύουν με εμφατικό τρόπο την έννοια της αστικής δημοκρατίας,  αποκλείοντας τη φυσική παρουσία των δημοσιογράφων, μα και λογοκρίνοντας ερωτήσεις (όπως αυτή του «Ριζοσπάστη») κατά την απογευματινή συνέντευξη.
Παίρνουν όμως άριστα και σε ένα άλλο πεδίο δράσης πρωτόγνωρο με πρόσχημα την πανδημία.

Πειραματισμοί χειραγώγησης, εξοικείωσης και εμπέδωσης ως απαραίτητων του ελέγχου και της παρακολούθησης, νέες μεθόδους εργασίας,  εκπαίδευσης (τηλε), που οδηγούν στην απομόνωση και τον ατομισμό, έξω από κάθε συλλογική δράση γιατί αυτή είναι που φοβάται το σύστημα.

Η σήψη του καπιταλιστικού συστήματος είναι τόσο προχωρημένη που, ακόμα και μέσα σε αυτή την τραγική περιπέτεια των λαών από την πανδημία, δεν χάνουν την ευκαιρία μέσω των εκπροσώπων τους να μας υπενθυμίζουν με κυνισμό την ωμότητα και βαρβαρότητα του καπιταλιστικού συστήματος.

 Θα παραθέσω κάποιες εξ αυτών.

Σόιμπλε: «Δεν είναι σωστή στην απολυτότητά της η άποψη  ότι όλα υποχωρούν μπροστά στην προστασία της ζωής».  Τι θέλει να μας πει ο «ποιητής»,  ότι το κριτήριο διαμόρφωσης της πολιτικής της διαχείρισης της επιδημίας δεν είναι η προστασία της ζωής, αλλά η σωτηρία του συστήματος.

Robert Dingwall, κοινωνιολόγος, σύμβουλος βρετανικής κυβέρνησης. Γράφει σε άρθρο του: «Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι πολύ αδύναμοι γέροντες θα μπορούσαν να δουν τη λοίμωξη του Covid-19 σαν ένα γαλήνιο τέλος σε σύγκριση με την άνοια ή σε σύγκριση με κάποιους καρκίνους. Η πρόταση να ενθαρρύνει η κυβέρνηση τη συζήτηση επ’ αυτού του ζητήματος μέσα στις οικογένειες δεν αποτελεί ένα σχέδιο εξόντωσης των ηλικιωμένων, αλλά ένα σχέδιο σεβασμού της αυτονομίας τους και του δικαιώματός τους να είναι οι ίδιοι που θα πάρουν τέτοιες αποφάσεις».

 Έτσι ακριβώς και εις ανώτερα.

 Διαβάζοντας αυτά δεν είναι λογικό να περνάνε διάφορες σκέψεις για την εξολόθρευση των ηλικιωμένων σε οίκους ευγηρίας στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες;

Τραμπ, ο χλωρινοενέσιμος: Του «αμερικανικούυ ονείρου». Να συνιστά ενέσεις χλωρίνης μπροστά στους υπεύθυνους για την αντιμετώπιση της πανδημίας γιατρούς, γιατροί όμως που δεν είχαν το σθένος και την αξιοπρέπεια να δώσουν την απαιτούμενη απάντηση.

Από κοντά ο εγχώριος Τραμπάδωνις: Να αναφέρεται με ειρωνικό και προσβλητικό τρόπο απέναντι στις ανάγκες των εργαζομένων σχολιάζοντας τα φτωχοεπιδόματα της κυβέρνησης.

Τέλος, σύμφωνα με δημοσιεύματα των NYT, εταιρείες βιοτεχνολογίας έχουν επιδοθεί σε εμπόριο αγοραπωλησίας ορού αντισωμάτων από ασθενείς με Covid-19. Δεν υπάρχει ιερό και όσιο πλέον, όλα στο βωμό του κέρδους.

Σε αυτή την κοινωνία θέλουμε να ζήσουμε;  Δεν πρέπει κάποια στιγμή να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας και να αγωνιστούμε για ένα καλύτερο μέλλον;

«…Να σου δώσω μια να σπάσεις, αχ βρε κόσμε γυάλινε, και να φτιάξω μια καινούργια κοινωνία άλληνε…Ποιος θα μου δώσει δύναμη  τον κόσμο αυτό ν’ αλλάξω…». Οι στίχοι της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου είναι επίκαιροι.

Η δύναμη για να φτιάξουμε την άλλη κοινωνία είμαστε εμείς οι ίδιοι.

Του Θάνου Βασιλόπουλου, παιδίατρου εντατικολόγου, συνταξιούχου γιατρού ΕΣΥ, πρώην διευθυντή στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας Παίδων του Νοσοκομείου «Αγ. Κυριακού» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου