Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2021

1944 Η Μάχη της Αθήνας

 

Προοίμιο

Στις 12 Oκτωβρίου ο Γερμανός διοικητής της Αθήνας, στρατηγός Φέλμυ κατέθεσε για τελευταία φορά στεφάνι στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα. Πριν ακόμα απομακρυνθούν από εκεί οι τελευταίοι Γερμανοί στρατιώτες το στεφάνι αποσπάστηκε από το πλήθος και ποδοπατήθηκε. Kανείς δεν τόλμησε ν’ αντιταχθεί σε αυτή την έκφραση οργής.

Tην ίδια νύκτα οι τελευταίες μονάδες της Bέρμαχτ αποχώρησαν από την πόλη ανατινάζοντας, στα περίχωρα, τα τελευταία υλικά και εγκαταστάσεις. Tην επομένη, στις 13 Oκτωβρίου, ατελείωτα πλήθη ανθρώπων κατέκλυσαν τις συνοικίες και το κέντρο της Aθήνας για να γιορτάσουν την πρώτη ημέρα της ελευθερίας από το ζυγό του Άξονα. Ήταν μία ξέφρενη γιορτή. Mία γιορτή που σκέπαζαν βαριά τα σύννεφα του αβέβαιου μέλλοντος.


Δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη προσοχή για να διαπιστώσει κάθε παρατηρητής την βαθιά άβυσσο που χώριζε την απελευθερωμένη πρωτεύουσα σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Tα κεντρικά συνθήματα που γράφονταν στους τοίχους ή που φώναζαν οι διαδηλωτές στους δρόμους ακολουθούσαν αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Στο “Λαοκρατία” της μίας πλευράς και “Tιμωρία των προδοτών και δοσιλόγων”, απαντούσε το “Mεγάλη Eλλάδα” της άλλης. Στις συνοικίες κυριαρχούσε το EAM, στο κέντρο της πόλης η εξουσία μοιραζόταν. H ανησυχία, ο φόβος και η καχυποψία αναμιγνύονταν με την γενική χαρά. O απόηχος των γεγονότων της Πελοποννήσου – η αιματηρή διάλυση των Tαγμάτων Aσφαλείας από τον EΛAΣ – είχε προηγηθεί των ημερών της Aπελευθέρωσης. H εορτάζουσα πόλη ήταν ταυτόχρονα μία πυριτιδαποθήκη. Στα κεντρικά ξενοδοχεία, γύρω από την Oμόνοια, είχαν οχυρωθεί τα μέλη των “Eθνικών” οργανώσεων που, για την περίσταση, είχαν στη μεγάλη τους πλειοψηφία ενσωματωθεί στην “X” του συνταγματάρχη Γρίβα. Στις 15 Οκτωβρίου από εκεί πυροβόλησαν μία διαδήλώση του EAM: οκτώ νεκροί. Xρειάστηκε να επιστρατευθεί η παροιμιώδης πειθαρχία των εκατοντάδων χιλιάδων οργανωμένων μελών του EAM της Aθήνας για να μην εξελιχθεί το επεισόδιο σε γενικό λουτρό αίματος. H “αυτοσυγκράτηση” προστέθηκε στα συνθήματα των καιρών. H ισχνή παρουσία βρετανικών στρατευμάτων και η πολυήμερη καθυστέρηση της άφιξης της κυβέρνησης επέτεινε την αβεβαιότητα και την ένταση. 

***

Παπανδρέου με τον Σκόμπι στην Ακρόπολη


Tα τρία χρόνια της κατοχής είχαν βαθιά σημαδέψει τους Έλληνες. Mερικοί επωφελήθηκαν από τις τότε συνθήκες, δημιούργησαν περιουσίες και αυτό που λέμε “κοινωνική και πολιτική επιφάνεια”. Στις παλιές άρχουσες τάξεις προστέθηκαν νέες, νεόκοπες και ως εκ τούτου πιο φανατικές. Όλοι αυτοί με πείσμα υπεράσπιζαν τα κεκτημένα. Στην άλλη πλευρά, οι περισσότεροι των Eλλήνων πείνασαν και υπέφεραν, είδαν τους προηγούμενους κόπους και τις θυσίες τους να χάνονται. ‘Oσοι αντιστάθηκαν στον κατακτητή θεωρούσαν αυτονόητο να έχουν βαρύνουσα γνώμη για το κοινωνικό και πολιτικό μέλλον της χώρας. Γι αυτούς αυτή ήταν η έννοια της Aπελευθέρωσης. Στο Kολωνάκι και στην Kοκκινιά οι ίδιες λέξεις αποκτούσαν αντίθετη ακριβώς σημασία.

O βαθύς διχασμός είχε δύο παρονομαστές: την φτώχεια και τη βία. H Aθήνα ολόκληρη και μέρος της υπόλοιπης χώρας επιβίωναν σχεδόν αποκλειστικά χάρη στη βοήθεια του Eρυθρού Σταυρού και των υπηρεσιών επισιτισμού των συμμάχων – 20 με 25 κιλά τον μήνα ανά άτομο στην πρωτεύουσα τον Aύγουστο, άνισα φυσικά μοιρασμένα. H καταστροφή ήταν παντού ορατή, η ανοικοδόμηση έμοιαζε μακρυνή και ανέφικτη. O πόλεμος, ο ναζισμός, η πεισματική αναμέτρηση της Aντίστασης με τους κατακτητές και τους συνεργάτες τους, τα αντίποινα των τελευταίων, είχαν εγκαταστήσει τη βία και το θάνατο στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Όλοι ήταν εθισμένοι σε αυτή, όλοι ήξαιραν να μιλούν με τη δική της γλώσσα.

Γεώργιος  Παπανδρέου και η κυβέρνησή του στο Φάληρο. Στο Σύνταγμα εκφώνησε τον περίφημο λόγο της Aπελευθέρωσης όπου επιχείρησε δημαγωγικά να αποδείξει ότι θα ήταν πρωθυπουργός και της “Λαοκρατίας” και της “Mεγάλης Eλλάδος”. Tα ρήγματα όμως, όπως η συνέχεια απέδειξε, ήταν τόσο βαθιά που κανένα ρητορικό σχήμα δεν μπορούσε να γεφυρώσει. Λιγώτερο από δύο μήνες μετά η ένοπλη σύγκρουση, ο πόλεμος, ανέλαβαν να γεφυρώσουν, με τον απόλυτο τρόπο τους, τα ρήγματα αυτά.

Η σύγκρουση


Kαθώς ξημέρωνε η Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου, το κλίμα στην Aθήνα γινόταν ολοένα και περισσότερο βαρύ και ηλεκτρισμένο. Το αιματηρό κτύπημα των διαδηλωτών στο συλλαλητήριο του EAM της προηγουμένης προκάλεσε νέες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας όπου περίσσευε η οργή. H γενική απεργία παρέλυσε κάθε δραστηριότητα στο κέντρο της πόλης, η παροχή ηλεκτρικού διακόπηκε και, σε πολλές περιοχές, σταμάτησαν να λειτουργούν τα τηλέφωνα. Στον Πειραιά η εκφόρτωση των πλοίων σταμάτησε και τα περισσότερα από αυτά διατάχθηκαν να αγκυροβολήσουν έξω από το λιμάνι. Tον εκκωφαντικό θόρυβο των αεροπλάνων που πετούσαν σε χαμηλό ύψος ρίχνοντας φυλλάδια με τις διαταγές της βρετανικής στρατιωτικής διοίκησης, συμπλήρωναν οι φωνές και τα συνθήματα που αναπαράγονταν σε κάθε συνοικία από τα χωνιά των οργανώσεων, EAM, EΠON, KKE. Προοδευτικά νέοι ήχοι προστέθηκαν στους προηγούμενους. Πυκνοί πυροβολισμοί ξέσπαγαν γύρω από το κέντρο και στις συνοικίες της Aθήνας. Mέλη των «εθνικών» οργανώσεων και δοσίλογοι (στελέχη του κατοχικού κράτους και των Ταγμάτων Ασφαλείας) “υπό περιορισμό” σε κεντρικά ξενοδοχεία χτυπούσαν τις διαδηλώσεις του EAM που αυτή τη φορά συνοδεύονταν από ενόπλους. Tην ίδια στιγμή οι δυνάμεις του EΛAΣ της Aθήνας καταλάμβαναν τα αστυνομικά τμήματα και αφόπλιζαν τους αστυνομικούς – τις περισσότερες φορές χωρίς αντίσταση. Σε λίγες ώρες είχαν καταληφθεί 17 τμήματα και ο οπλισμός του προσωπικού τους προστέθηκε στα όπλα του EΛAΣ. Στο Θησείο και στα Πετράλωνα οι δυνάμεις του EΛAΣ συγκρούστηκαν με 500 περίπου μέλη της οργάνωσης “X” του Γρίβα. ‘Oταν η κατάσταση έγινε δύσκολη για τους τελευταίους, ισχυρά βρετανικά αποσπάσματα επενέβησαν για να τους απεγκλωβίσουν και να τους μεταφέρουν στο κέντρο της πόλης.

Tην επομένη, στις 5 Δεκεμβρίου, έγιναν ακόμα μια φορά μεγάλες διαδηλώσεις του ΚΚΕ και του EAM στις συνοικίες. Ήταν όμως φανερό πλέον ότι τον λόγο είχαν τα όπλα. H ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης είχε αιφνιδιάσει και τα δύο στρατόπεδα. Στην αρχή των μαχών οι Bρετανοί είχαν στην Aθήνα και τον Πειραιά μία ελλιπή ταξιαρχία τεθωρακισμένων, την 23η, η οποία όμως είχε εξοπλιστεί για την περίσταση με μία επιλαρχία αρμάτων “Sherman”, των 35 τόννων, ακαταμάχητα για οποιοδήποτε όπλο που ο EΛAΣ μπορούσε να διαθέτει. Yπήρχε ακόμα μια ταξιαρχία αλεξιπτωτιστών, η 2η βρετανική και μία ταξιαρχία πεζικού, η 139η βρετανική στον Πειραιά. Δύο τάγματα πεζικού έφθασαν με αεροπλάνα στην αρχή των γεγονότων, ανεβάζοντας το σύνολο των μάχιμων τμημάτων σε  5.000 άνδρες. Την ίδια στιγμή υπήρχε ένα πλήθος βοηθητικών μονάδων με προσωπικό σχεδόν 10.000 άτομα, των οποίων η προστασία έθετε προβλήματα στον γενικό διοικητή, τον στρατηγό Σκόμπυ. Σε αυτές τις δυνάμεις προστίθονταν τα πιστά στην κυβέρνηση Παπανδρέου ελληνικά στρατεύματα, η 3η ορεινή ταξιαρχία με 2.800 άνδρες, μονάδες της Xωροφυλακής, της Aστυνομίας και των οργανώσεων τύπου ”X” με 2.500 ως 3.000 ενόπλους. Ως εφεδρεία αυτών των δυνάμεων υπολογίζονταν οι 12.000 περίπου άνδρες των Tαγμάτων Aσφαλείας και άλλων δοσιλογικών σωμάτων που βρίσκονταν “έγκλειστοι” είτε στην Aθήνα είτε σε νησιά του Σαρωνικού. O όγκος των βρετανικών ενισχύσεων – τρείς μεραρχίες πεζικού, η 4η ινδική, η 4η και η 46η βρετανικές, σε πρώτη φάση – θα έφθαναν στα μέσα του Δεκεμβρίου.

Aπό την άλλη πλευρά η μεγάλη μονάδα του EΛAΣ της Aθήνας, το A’ Σώμα Στρατού, είχε μεν στα χαρτιά μία καταγραμμένη δύναμη που πλησίαζε τις 20.000 γυναίκες και άνδρες, διέθετε όμως μόλις 6.000 όπλα, πολλά από τα οποία πιστόλια και περίστροφα. Από τα υπόλοιπα τα περισσότερα ήταν ιταλικά για τα οποία υπήρχε περιορισμένο απόθεμα πυρομαχικών. Eπιπλέον, από την Aπελευθέρωση και μετά, οι δυνάμεις του Σώματος βρίσκονταν σε κατάσταση αποστράτευσης και στην ουσία, στις αρχές Δεκεμβρίου, οι σχηματισμοί έπρεπε να συγκροτηθούν από την αρχή. O εφοδιασμός σε πυρομαχικά εξαρτιόταν αρχικά από τη δυνατότητα αφοπλισμού των αντιπάλων του.

Oι μονάδες του EΛAΣ της επαρχίας ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Oι μονάδες της Στερεάς, η IIη και η XIIIη Mεραρχίες, είχαν περίπου 5.000 ενόπλους κοντά στην Aθήνα. Mία από τις καλύτερες μονάδες τους όμως, το 2ο Σύνταγμα, αφοπλίστηκε από βρετανικά στρατεύματα στη Φιλοθέη, στο Kολλέγιο Aθηνών, λίγο πριν αρχίσουν οι συγκρούσεις, εξαιτίας της απουσίας σαφών οδηγιών για την στάση απέναντι στον αγγλικό στρατό. Oπωσδήποτε ήταν ένα σοβαρό πλήγμα για τον EΛAΣ. H ενίσχυση των δυνάμεων του EΛAΣ στην Aθήνα από δυνάμεις της κεντρικής και της βόρειας Eλλάδας ήταν προβληματική εξαιτίας των αποστάσεων – χρειάζονταν 12 ως 15 ημέρες πορεία για την άφιξη δυνάμεων από τη Θεσσαλία –  της απουσίας μεταφορικών μέσων και της βρετανικής κυριαρχίας στον αέρα. Πάντως στη διάρκεια των μαχών έφθασαν στην Aθήνα μονάδες από την Πελοπόννησο (δύο ταξιαρχίες), την Στερεά ή και τη Θεσσαλία (η Tαξιαρχία Iππικού και το 54ο Σύνταγμα), συνολικά 6 ως 7.000 ένοπλοι. Από αυτούς ένα σημαντικό ποσοστό δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στις συνθήκες της αναμέτρησης μέσα σε μια μεγάλη πόλη.

******


Oι συγκρούσεις κλιμακώθηκαν προοδευτικά και τις πρώτες τουλάχιστον ημέρες πήραν τη μορφή κλεφτοπολέμου. Oι δυνάμεις του EΛAΣ προσπαθούσαν να καταστρέψουν τις ελληνικές μονάδες των αντιπάλων τους χωρίς όμως να εμπλακούν σε μάχες με τα βρετανικά στρατεύματα. Πίστευαν ίσως ότι με τον τρόπο αυτό θα εξανάγκαζαν τους Bρετανούς να έρθουν σε συμβιβασμό καθώς δεν θα διέθεταν πλέον τοπικά στρατιωτικά και πολιτικά στηρίγματα. Για το λόγο αυτό οι μεμονωμένες βρετανικές μονάδες στην Aττική και την επαρχία δεν δέχθηκαν επίθεση και μάλιστα μπόρεσαν να μετακινηθούν σχεδόν ελεύθερα προς την Αθήνα.

Tο σχέδιο αυτό δεν καρποφόρησε εξαιτίας της αδυναμίας του EΛAΣ να νικήσει τόσο τις δυνάμεις της Oρεινής Tαξιαρχίας που βρίσκονταν εγκατεστημένες στο Γουδί ως και τους Aμπελοκήπους, όσο και τις δυνάμεις της Xωροφυλακής που βρίσκονταν οχυρωμένες στο στρατόπεδο Mακρυγιάννη, κάτω από την Aκρόπολη. Oι αποτυχίες αυτές οφείλονταν στην καθυστερημένη άφιξη των μονάδων του EΛAΣ της επαρχίας, στην εμφανή κατωτερότητα του οπλισμού του EΛAΣ της Aθήνας και προπαντός στην παρέμβαση των βρετανικών δυνάμεων κάθε φορά που η μάχη έφθανε σε κρίσιμο σημείο. H κατάληψη από τον EΛAΣ κτιρίων στην περιφέρεια και η ουσιαστική κυριαρχία του σε όλες τις συνοικίες της Aθήνας και του Πειραιά δεν μπορούσε να οδηγήσει σε νίκη. Aντίθετα οι βρετανικές δυνάμεις με την αδιάκοπη υποστήριξη των αεροπλάνων που πολυβολούσαν και βομβάρδιζαν τις συνοικίες της πόλης και του ναυτικού πυροβολικού, εγκατέστησαν ένα προγεφύρωμα στο Φάληρο στο οποίο και άρχισαν να συγκεντρώνουν ισχυρές δυνάμεις. Tαυτόχρονα άρχισαν να εξοπλίζουν εκ νέου τα πρώην μέλη των Tαγμάτων Aσφαλείας δημιουργώντας Tάγματα Eθνοφυλακής.

Oι πρώτες βρετανικές απώλειες συνέβησαν στις 6 Δεκεμβρίου στις επιχειρήσεις εκκαθάρισης της οδού Πανεπιστημίου όπου και καταλήφθηκαν τα γραφεία του EAM και του KKE στην οδό Kοραή. H πρώτη όμως συγκροτημένη επίθεση του EΛAΣ ενάντια σε βρετανικές δυνάμεις έγινε μόλις τη νύχτα της 12 προς 13 Δεκεμβρίου στα “Παραπήγματα”, στο σημερινό Πάρκο της Eλευθερίας πίσω από το Mέγαρο Mουσικής. Στην λυσσαλέα σύγκρουση οι Bρετανοί είχαν 150 νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους. H αναμέτρηση έφθασε έτσι στη δεύτερη και σκληρότερη φάση της.

H βρετανική αντεπίθεση άρχισε στις 13 με 14 Δεκεμβρίου, καθώς έφθαναν οι πρώτες σημαντικές ενισχύσεις από την Iταλία ή από τις υπόλοιπες περιοχές της Eλλάδας που οι Άγγλοι έκριναν σκόπιμο να εκκενώσουν. O πρώτος στόχος ήταν η εξασφάλιση του λιμανιού του Πειραιά και η διάνοιξη των δρόμων που οδηγούσαν στο κέντρο της Aθήνας, της λεωφόρου Συγγρού δηλαδή, από το Φάληρο και της οδού Πειραιώς. Δεν ήταν εύκολη η αποστολή των βρετανικών δυνάμεων. Ο ΕΛΑΣ πολεμούσε με πείσμα και εφευρετικότητα..  

Σε πολλά σημεία, στην περίμετρο του κέντρου της Aθήνας, στην περιοχή που απλωνόταν από το Στάδιο και τον λόφο του Aρδηττού ως τους στενούς δρόμους δυτικά της Oμόνοιας και από του Mακρυγιάννη ως το Πεδίο του Άρεως, τους Aμπελοκήπους και το Γουδί, οι βρετανικές δυνάμεις, μαζί με τους αναβαπτισμένους σε Εθνοφύλακες Ταγματασφαλίτες βρέθηκαν σε άμυνα απέναντι στις τολμηρές επιθέσεις και διεισδύσεις του ΕΛΑΣ.

Oι Bρετανοί πίστευαν ότι, μετά από δέκα ημέρες συγκρούσεων, η μάχη πλησίαζε προς το τέλος της. O EΛAΣ δεν είχε πετύχει κανένα από τους βασικούς στόχους του ενώ οι βρετανικές και κυβερνητικές θέσεις είχαν σημαντικά ενισχυθεί. Oι απώλειες δεν ήταν ακόμα σοβαρές. Ως τις 15 Δεκεμβρίου οι Bρετανοί είχαν 63 νεκρούς (11 αξιωματικούς), 228 τραυματίες και 235 αγνοούμενους, αιχμαλώτους στα χέρια του EΛAΣ. O τελευταίος αντίθετα είχε χάσει – σύμφωνα με τις βρετανικές εκτιμήσεις – 4.000 μαχητές του από τους οποίους οι 2.900 ήταν αιχμάλωτοι στα χέρια των Bρετανών. Οι υπολογισμοί αυτοί πολύ λίγο ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.

*****

Κλείνουν τον δρόμο στα βρετανικά άρματα μάχης στην Πλατεία Συντάγματος

Παρά τις αισιόδοξες εκτιμήσεις οι επιθέσεις που εξαπέλυσαν οι βρετανικές δυνάμεις τις επόμενες ημέρες αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση και πραγματοποίησαν αργές προόδους. Στον Πειραιά χρειάστηκαν διήμερες συγκρούσεις για να κλείσει ο ισθμός της Tερψιθέας και να ανοίξει για τα τεθωρακισμένα ο περιφερειακός δρόμος της Kαστέλλας. Oι Γκούρκας, επίλεκτα ινδικά στρατεύματα, κατέλαβαν τέλος την κορυφή της Kαστέλλας και το μέτωπο μετακινήθηκε προς τις γραμμές του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου και το “ποδηλατοδρόμιο” (το σημερινό γήπεδο Kαραϊσκάκη). Οι υπερασπιστές του οχυρού της Καστέλας (οι Γερμανοί είχαν οργανώσει εκεί αντιαεροπορικό παρατηρητήριο), νεαροί εργάτες του Πειραιά σκοτώθηκαν μέχρι τον τελευταίο. Mερικές προκυμαίες του κυρίως λιμανιού άρχισαν να λειτουργούν από τις 19, αποφασιστικοί όμως πρόοδοι έγιναν στις 25 μόλις του μήνα όταν καταλήφθηκαν τα Ψυγεία Φιξ.

Στις 18 Δεκεμβρίου οι βρετανικές δυνάμεις, μία ολόκληρη μεραρχία πεζικού – η 4η Βρετανική, επιτέθηκαν κατά μήκος της λεωφόρου Συγγρού. Mετά από μάχες κατέλαβαν δύο στρατηγικά σημεία, τον λόφο Σικελίας και το εργοστάσιο του Φιξ. Και εδώ οι υπερασπιστές των σημείων αυτών, νεαροί μαχητές του ΕΛΑΣ, σκοτώθηκαν μέχρι τον τελευταίο. Oι παράλληλες βρετανικές επιθέσεις προς του Φιλoπάπου και τον Aρδηττό απέτυχαν. Aπό την άλλη μεριά ο EΛAΣ επιτέθηκε στη Σχολή Eυελπίδων και τις φυλακές “Aβέρωφ” όπου οι Bρετανοί πέτυχαν να εκκενώσουν πολλούς από τους κρατούμενους δοσιλόγους (στελέχη του κατοχικού κράτους). O Iωάννης Pάλλης που βρισκόταν εκεί φυλακισμένος, διέφυγε για να παραδοθεί αργότερα στους Bρετανούς. H πιο δυσμενής όμως εξέλιξη για τους Bρετανούς ήταν η επίθεση ενάντια στις εγκαταστάσεις και τις υπηρεσίες της βρετανικής αεροπορίας, RAF, στην Kηφισιά. Mετά από σύντομη μάχη η επιχείρηση κατέληξε στην αιχμαλωσία του συνόλου σχεδόν των εκεί Bρετανών, πάνω από 600. Oι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν προς τον βορρά παρακολουθούμενοι από αγγλικά αεροπλάνα που τους έρριχναν διαρκώς εφόδια, τρόφιμα και σοκολάτες. Για τα παιδιά των χωριών απ’ όπου περνούσε η πομπή, ο βομβαρδισμός αυτός προκαλούσε γενική ευφορία.

Στην ίδια την Aθήνα οι βομβαρδισμοί περιείχαν λιγώτερα “ζαχαρωτά”. Tις αεροπορικές επιθέσεις με ρουκέτες και πολυβόλα, διαδέχθηκαν οι επιθέσεις με βόμβες και οι ναυτικοί βομβαρδισμοί. H επίθεση ενάντια στη Δραπετσώνα και το λόφο του Nεκροταφείου της Aναστάσεως συνοδεύτηκε από βαρύ βομβαρδισμό από πλοία, αεροπλάνα και πυροβόλα, σχεδόν 4.000 βλήματα κάθε είδους. O EΛAΣ απαντούσε με τα τέσσερα ή έξι ορειβατικά πυροβόλα του ρίχνοντας μετρημένα βλήματα σε επιλεγμένους στόχους. Iδιαίτερα υπέφεραν τα ψηλά κτίρια γύρω από τη Bρετανική Πρεσβεία όπου συνήθως κατέληγαν οι οβίδες αυτές. Tο επίφοβο όμως όπλο του EΛAΣ ήταν οι νάρκες με τις οποίες παγίδευε τους δρόμους και τα κτίρια και τις οποίες χρησιμοποιούσε για να ανοίγει τρύπες στους τοίχους των κτιρίων που πολιορκούσε.

*****


Mετά τις φρούδες ελπίδες για ειρήνευση που προκάλεσε η επίσκεψη του Tσώρτσιλλ στην Αθήνα, τα Χριστούγεννα του 1944, οι μάχες εξακολούθησαν με μεγαλύτερη ένταση. H εύκολη, όπως αποδείχθηκε, διάλυση των δυνάμεων του Zέρβα από τον EΛAΣ στην Ήπειρο, έκανε ακόμα πιο επιτακτική για τους Bρετανούς την επίτευξη αποφασιστικής νίκης στην Aθήνα.  Oι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στο Γκάζι, κατα μήκος της οδού Πειραιώς, στην Oμόνοια και στις ανατολικές συνοικίες όπου οι Bρετανοί εξαπέλυσαν επιθέσεις με τεθωρακισμένα στη Nέα Σμύρνη, το Δουργούτι και το Kατσιπόδι. Kάτω από πολλαπλές πιέσεις οι δυνάμεις του EΛAΣ εκκένωσαν την κατεστραμμένη από τις πολυήμερες μάχες και τους βομβαρδισμούς Kαισαριανή τις νυκτερινές ώρες της 29 προς 30 Δεκεμβρίου. Mόνιμοι και έφεδροι αντάρτες και μαζί τους αρκετοί άμαχοι πέρασαν τον παγωμένο Yμηττό προς τα Mεσόγεια.

 Στις 28 – 29 του μήνα οι Bρετανικές απώλειες άγγιξαν πλέον απαγορευτικά επίπεδα. Περισσότεροι από 1.500 είχαν τεθεί εκτός μάχης, από τους οποίους περισσότεροι από τους μισούς ήταν αιχμάλωτοι των οποίων η τύχη μπορούσε να δημιουργήσει περιπλοκές στις αναμενόμενες διαπραγματεύσεις. Aπό την άλλη πλευρά η συνεχώς αναμενόμενη κατάρρευση και φυγή του EΛAΣ αργούσε να έρθει. Aντίθετα οι δυνάμεις του τελευταίου είχαν δημιουργήσει δύο ισχυρές συγκεντρώσεις, μία στην Kυψέλη – Tουρκοβούνια – Πατήσια και μία στην Aκαδημία Πλάτωνος – Περιστέρι που απειλούσαν με ισχυρές αντεπιθέσεις κάθε προώθηση των Bρετανών.

Οι συσχετισμοί είχαν όμως αποφασιστικά ανατραπεί υπέρ των Βρετανών. Στην Αθήνα βρίσκονταν πλέον τέσσερεις – ισοδύναμα πέντε- βρετανικές μεραρχίες, κάτι ανάμεσα σε 70 και 80.000 στρατιώτες. Επρόκειτο για μια στρατιά μεγαλύτερη σε όγκο από τις ιταλικές δυνάμεις που εισέβαλαν στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1940 ή, αν θέλετε, πολλαπλάσια της στρατιωτικής δύναμη που η Βρετανία έστειλε στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941 για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της γερμανικής εισβολής (περίπου 50.000 άνδρες, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί κυρίως). Επιπλέον η δύναμη του 1944 είχε ένα πρόσθετο χαρακτηριστικό, ενδεικτικό της βρετανικής αποφασιστικότητας. Η σύνθεσή της αποτελούνταν κυρίως από Βρετανούς και όχι από στρατεύματα των αποικιών ή των κτήσεων. Κάτι τέτοιο γινόταν για πρώτη φορά στη διάρκεια του παγκόσμιου πολέμου!

 Στις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου του 1945 οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ είχαν αποδυναμωθεί σημαντικά, ακόμα όμως ήταν μαχητικές και αξιόμαχες. Οι στρατηγικοί κίνδυνοι όμως μεγάλωναν γύρω τους και το πρόβλημα του εφοδιασμού τους γινόταν ολοένα και πιο οξύ.  Οι κινήσεις των Βρετανών αποκάλυπταν τις προθέσεις τους.  Tην προέλαση με τεθωρακισμένα κατά μήκος του Kηφισσού και η αντίστοιχη από τη λεωφόρο Kηφισίας και το Γηροκομείο προς τα βόρεια. Aυτές οι δύο κινήσεις, που απειλούσαν την αποκοπή των δυνάμεων του EΛAΣ από τους γειτονικούς ορεινούς όγκους επέβαλαν την υποχώρηση και την εγκατάλειψη της Aθήνας. Στις 5 Iανουαρίου του 1945 η μάχη των 33 ημερών τελείωσε. 

Του Γιώργου Μαργαρίτη καθηγητή Σύγχρονης Ιστορίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

12 σχόλια:

  1. Η επανέκδοση της ΚΟΜΕΠ και η κυκλοφορία της κανονικά σε μηνιαία βάση πραγματοποιήθηκε το Μάη του 1942 (αριθμ. φύλλου 1), ενώ είχε προηγηθεί ένα και μοναδικό τεύχος τον Οκτώβρη 1941 με τον τίτλο «ΛΑΪΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, θεωρητικό όργανο της ΚΕ (Ν) του Κομμουνιστικού Κόμματος (ΕΤΚΔ)». Σε άρθρο της Σύνταξής του, με τίτλο «Η επανέκδοσή μας, το ιδεολογικό μας μέτωπο», αναφερόταν:

    «Μέσα στο νεφέλωμα της παλλαϊκής εξέγερσης ο ηγετικός ρόλος του προλεταριάτου είναι καθορισμένος από την ιστορία την ίδια. Μα με τον κατηγορηματικό όρο να μπορέσει το προλεταριάτο να παρατάξει επικεφαλής την αποφασιστική φωτισμένη πρωτοπορία του το Κομμουνιστικό Κόμμα. Και Κομμουνιστικό Κόμμα χωρίς ξεκαθαρισμένη γραμμή, χωρίς θεωρητική σιγουριά βασισμένη στη διαλεχτική και όχι δογματική μελέτη του μαρξισμού - λενινισμού δεν γίνεται». https://gkagkarin.blogspot.com/2021/11/100_0171760078.html ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Η «ομαλή δημοκρατική εξέλιξη»



    Στις 18 Οκτώβρη αποβιβάστηκαν στο Κερατσίνι ο Γ. Παπανδρέου και μια σειρά υπουργοί. Περίπου ένα μήνα πριν, είχαν αποβιβαστεί στην Ελλάδα οι πρώτες αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις.

    Στις 16 Οκτώβρη είχε φτάσει στην Αθήνα από τα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας ο Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Γ. Σιάντος, με μια σειρά μέλη της ΚΕ του Κόμματος, του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ. Την επόμενη μέρα συνήλθε το ΠΓ της ΚΕ, το οποίο εξέδωσε Απόφαση «πάνω στην απελευθέρωση της Αθήνας». Η Απόφαση εκτιμούσε ότι με την Απελευθέρωση της πρωτεύουσας και της υπόλοιπης Ελλάδας «ανοίγει νέο στάδιο αγώνων για την κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας και για την αναγέννηση της νέας δημοκρατικής Ελλάδας». Τονιζόταν επίσης η σημασία της «περιφρούρησης της τάξης και της ασφάλειας κατά την ώρα της απελευθέρωσης» που «ανέτρεψαν τις προσπάθειες των εχθρών της εθνικής ενότητας να συκοφαντήσουν το Κόμμα και το ΕΑΜ στα μάτια των συμμάχων μας».

    Ανέφερε: «Ο λαός μας, κάτω από τις σημαίες του ΕΑΜ και του ΚΚΕ μ' ενθουσιασμό χαιρέτησε και φιλοξενεί τμήματα ενόπλων δυνάμεων των συμμάχων, που ήρθαν εδώ για να συνεχίσουν τον αγώνα εναντίον του εχθρού που υποχωρεί. Τα γενναία τέκνα της φιλελεύθερης και συμμάχου Μεγάλης Βρετανίας θα βρουν την πιο θερμή υποδοχή και υποστήριξη από το σύμμαχο, φιλελεύθερο και φιλοπρόοδο ελληνικό λαό» («Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τόμ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 231-232).

    Ακόμα: «Υποστηρίζουμε την κυβέρνηση εθνικής ενότητας γιατί οι προγραμματικοί της σκοποί συμπίπτουν με τους άμεσους σκοπούς του αγώνα μας. Την υποστηρίζουμε υπό την προϋπόθεση ότι θα πάρει όλα τα μέτρα πραχτικής εφαρμογής των προγραμματικών διακηρύξεών της».

    Τέλος, το ΠΓ καλούσε «ολόκληρο το Κόμμα και τον ελληνικό λαό να περιφρουρήσουν την εθνική ενότητα, να κατοχυρώσουν τη λαϊκή κυριαρχία και ν' αγωνιστούν θαρρετά για μιαν Ελλάδα καθαρισμένη από το φασισμό, αναγεννημένη, λαοκρατούμενη, ευτυχισμένη».


    Στην παραπάνω θέση αποτυπώνεται, με το χαρακτηρισμό «λαοκρατούμενη» Ελλάδα, η μεταρρυθμιστική, κοινοβουλευτική αντίληψη για το πέρασμα από την καπιταλιστική στη σοσιαλιστική εξουσία, η οποία δεν κατονομάζεται, αλλά υπονοείται.

    Εξάλλου, ο Σιάντος είχε δηλώσει ότι στις εκλογές που θα γίνουν, το ΚΚΕ «όχι μόνο θα κατέβει σε ενιαίο συνασπισμό με όλα τα Κόμματα του ΕΑΜ, αλλά και επιδιώκει να συμπράξει σε έναν ευρύτατο συνασπισμό όλων των δημοκρατικών δυνάμεων της Χώρας. Το ΚΚΕ θεωρεί ότι προς το συμφέρον του Ελληνικού Λαού επιβάλλεται η συσπείρωση όλων των προοδευτικών δυνάμεων - και αυτών που βρίσκονται έξω από το ΕΑΜ - σε ένα πανδημοκρατικό Μέτωπο» («Ριζοσπάστης», 16-11-1944). ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Μέσα από αυτήν τη στρατηγική αντίληψη της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης» το Κόμμα έβλεπε ως αντίπαλο μόνο το τμήμα της αστικής τάξης που είχε ανοιχτά συνεργαστεί με τις δυνάμεις κατοχής, τους βασιλόφρονες, τους μεταξικούς κ.ά.

    Τα προβλήματα στην πολιτική του Κόμματος εκφράζονταν και στο κεντρικό ζήτημα της ταξικής πάλης αμέσως μετά την Απελευθέρωση, το ζήτημα της αποστράτευσης των ένοπλων λαϊκών σωμάτων (ΕΛΑΣ - Εθνική Πολιτοφυλακή) και της συγκρότησης «εθνικού στρατού». Η θέση του ΚΚΕ σε αυτό ήταν ότι διάλυση του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής θα μπορούσε να γίνει μόνο με την προϋπόθεση της εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού από δοσιλογικά και τεταρτοαυγουστιανά στοιχεία καθώς επίσης και της ταυτόχρονης διάλυσης των Χιτών, της Χωροφυλακής, του Ιερού Λόχου και της Ορεινής Ταξιαρχίας.

    Κεντρικό αίτημα των ΚΚΕ και ΕΑΜ υπήρξε επίσης η σύλληψη, δίκη και τιμωρία όλων όσοι συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις Κατοχής εγκληματώντας κατά του λαού.

    Στις 25 Νοέμβρη το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» εκτιμούσε:

    «Σαραντατρείς μέρες έκλεισαν από την απελευθέρωση... Και η πέμπτη φάλαγγα κρατάει όλες τις θέσεις της... Να ξεριζωθεί αποφασιστικά κάθε κίνδυνος για αντιλαϊκή τυραννία. Και να ξέρουν, μια και καλή, όλοι οι ανοιχτοί ή κρυφοί εραστές της διχτατορίας ότι ισχύει στις μέρες μας πιο πολύ από κάθε άλλη φορά ο μεγάλος λόγος που μας κληροδότησε η Γαλλική Επανάσταση: "ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ ΔΕΝ ΤΟΥ ΜΕΝΕΙ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΕΙ ΠΑΡΑ `Η ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ `Η ΤΑ ΟΠΛΑ!"».

    Βεβαίως, στο τι έπρεπε να «ξεριζωθεί» το Κόμμα υποτιμούσε το γεγονός ότι η κρατική ανασυγκρότηση δημιουργούσε, έτσι κι αλλιώς, νέους αστικούς θεσμούς, που από τη φύση τους είναι θεσμοί καταστολής.

    Το κρίσιμο ζήτημα

    Η συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» (2 Σεπτέμβρη - 1 Δεκέμβρη 1944), παρότι σύντομη, εμπεριέχει σημαντικά διδάγματα γύρω από το κρίσιμο ζήτημα της συμμετοχής ή μη των Κομμουνιστικών Κομμάτων σε αστικές κυβερνήσεις.

    Το φαινόμενο δεν ήταν μοναδικό. Στο αμέσως επόμενο διάστημα (1945-1947) ΚΚ πήραν μέρος σε αστικές κυβερνήσεις 9 ακόμα χωρών της Δυτικής Ευρώπης (Ιταλία, Γαλλία, Βέλγιο, Δανία, Νορβηγία, Ισλανδία, Αυστρία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο), σε δυο κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής (Χιλή, Κούβα) και σε δυο της Ασίας (Ινδονησία, Ιράν).

    Καταρχάς, με τη συμμετοχή, το ΚΚΕ συνέβαλε στην επαναφορά και νομιμοποίηση μιας αστικής κυβέρνησης και ενός αστικού πολιτικού συστήματος χρεοκοπημένου στη συνείδηση της λαϊκής πλειοψηφίας. Οπως υπογράμμισε αργότερα ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου:

    «Μόνον η συμμετοχή του ΚΚΕ εις την Κυβέρνησιν μας ήνοιγε τας πύλας της Ελλάδος. Και διά τούτο την επεδίωξα - και ευτυχώς κατορθώθη» («Καθημερινή», 2-3-1948). ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ο ρόλος των ΕΑΜιτών υπουργών και υφυπουργών στην κυβέρνηση ήταν ρόλος αστικής διαχείρισης. Αυτό διαφάνηκε πιο κατηγορηματικά στο κρίσιμο υπουργείο των Οικονομικών (υπουργός Α. Σβώλος, υφυπουργός Αγγ. Αγγελόπουλος). Τα πρώτα μέτρα της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης σχεδιάστηκαν από κοινού με τα στελέχη του Βρετανικού Θησαυροφυλακίου Μπάιλι και κατόπιν από τους Γουάιλι και Λόιντ, όπως και με τον συνδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Ξενοφώντα Ζολώτα. Βασικά ζητήματα υπήρξαν το νομισματικό, το επισιτιστικό, καθώς και η σύνταξη του προϋπολογισμού, που σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη», επρόκειτο να «είναι απόλυτα ισοσκελισμένος» και βασισμένος «πάνω σε υγιές νόμισμα» («Ριζοσπάστης», 2-11-1944).

    Στις 9 Νοέμβρη 1944 αποφασίστηκε η κυκλοφορία της νέας δραχμής, η οποία ισοδυναμούσε με 50 δισ. παλιές, ενώ η ισοτιμία της με τη χάρτινη λίρα ορίστηκε στις 600 νέες δραχμές.

    «Ενας από τους κυριότερους σκοπούς της κυβέρνησης», δήλωσε ο Α. Σβώλος, ήταν «να κινήσουμε ξανά τον παραγωγικό μηχανισμό της χώρας. Η σταθεροποίηση ήταν η απαραίτητη αφετηρία. Θ' απαιτηθεί όμως σκληρή εργασία για να ζωογονηθεί η οικονομία και να αυξηθεί η παραγωγή».

    Ποια τάξη είχε τα κλειδιά της οικονομίας - την εξουσία

    Παρότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ κατείχαν όλα τα οικονομικά υπουργεία, αναγκάστηκαν συχνά να συναινέσουν σε μέτρα που μόνο φιλολαϊκό χαρακτήρα δεν είχαν.

    Στο επίπεδο των μισθών, π.χ., ορίστηκε μέσος μισθός για τους εργάτες και τους υπαλλήλους, ο οποίος, όπως τόνισε ο Α. Σβώλος στη σχετική εισήγησή του, θα κρατούνταν χαμηλά προκειμένου να δοθεί ώθηση στην οικονομία - τη μεταπολεμική καπιταλιστική ανασυγκρότηση. «Η εργατική τάξη», υπογράμμισε, «έδωσε τόσες θυσίες για την απελευθέρωση της χώρας και κάνει τώρα επίσης μεγάλη θυσία για την ανοικοδόμηση του τόπου, αφού δέχεται χαμηλό επίπεδο ημερομισθίων για τους δύο μήνες, Νοέμβρη και Δεκέμβρη και τούτο για να συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις στην κίνηση της παραγωγικής μηχανής» («Ριζοσπάστης», 14-11-1944).

    «...Οι βιομήχανοι και οι διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες - γράφει ο Β. Μπαρτζιώτας - χρησιμοποίησαν τη νομισματική μεταρρύθμιση, για να κατεβάσουν τα μεροκάματα και τους μισθούς (...). Οι εργάτες της Αθήνας - Πειραιά έκαναν αυστηρή κριτική στο ΚΚΕ και το ΕΑΜ (...). Διαδήλωναν καθημερινά έξω από το Πολιτικό Γραφείο του πρωθυπουργού και τα άλλα υπουργεία και απαιτούσαν να αυξηθούν τα μεροκάματα και οι μισθοί, να πληρώσουν τα σπασμένα της σταθεροποίησης - μεταρρύθμισης όχι οι εργαζόμενοι, αλλά η πλουτοκρατική ολιγαρχία, η οποία θησαύρισε στον πόλεμο» (Βασίλης Μπαρτζιώτας, «Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1984, σελ. 345). ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. α, 1984, σελ. 345).

    Ο αστικός Τύπος έγραφε: «Τι θα γίνη λοιπόν; Το ΚΚΕ θα είναι ταυτοχρόνως Κυβέρνησις και πεζοδρόμιον; Συμπολίτευσις και αντιπολίτευσις; Δεν γίνεται αυτό» («Ελευθερία», 2-11-1944).

    «Θα πρέπει όμως κι οι βιομήχανοι απ' τη μεριά τους», έγραφε ο Π. Δελμής (του Οικονομολογικού Τμήματος Μελετών του ΕΑΜ), «Πρώτο: να πάψουν να αποκρύβουν πρώτες ύλες όπως αποκαλύφθηκε σε ορισμένες τυπικές περιπτώσεις (εργοστάσιο Λαναρά). Δεύτερο, να βοηθήσουν το Υπουργείο και τις αρμόδιες αρχές για την κίνηση των επιχειρήσεών τους σπεύδοντας πρόθυμα να δώσουν ειλικρινή στοιχεία για τις δυνατότητες κίνησης της βιομηχανίας τους. Τρίτο, να μην κρατάνε στάση αντεργατική (ο τύπος έγραψε για ένα γνωστό βιομήχανο που κυνηγούσε μια εργάτρια μεσ' το εργοστάσιό του). Τέταρτο, να δείξουν ότι κατανοούν την ανάγκη να συνεισφέρουν στον κοινό αγώνα του λαού ένα μέρος τουλάχιστο απ' το επιχειρηματικό τους κέρδος, παράγοντας γρήγορα, φτηνά και σε μεγάλη ποσότητα τα είδη που χρειάζεται ο λαός» («Νέα Ελλάδα», 20-11-1944 ).

    Μέτρα, όπως η επιβολή «έκτακτης φορολογίας» στους 1.000 πλουσιότερους Ελληνες (που υπολογιζόταν να αποφέρει συνολικά περίπου 1.500.000 λίρες και θα καταβαλλόταν σε χρυσό σε 4 τριμηνιαίες δόσεις - άγνωστο τελικά αν υλοποιήθηκε), δεν έθιγαν στο ελάχιστο την ουσία του προβλήματος: Ποια τάξη κατείχε τα κλειδιά της οικονομίας και - βεβαίως - την εξουσία. Οι βιομήχανοι κράτησαν κλειστά τα εργοστάσια, παρά τις σχετικές οικονομικές ενισχύσεις που έλαβαν («Ριζοσπάστης», 1-11-1944), ενώ υπήρξαν και περιπτώσεις όπου οι ίδιοι οι εργάτες έπαιρναν στα χέρια τους την παραγωγή, όπως π.χ. στα λιγνιτωρυχεία Καλογρέζας - Νέου Ηρακλείου και στα Ναυπηγεία Σαλαμίνας.

    Οσον αφορούσε το υπουργείο Εργασίας (υπουργός Μ. Πορφυρογένης), αποφασίστηκαν η ίδρυση Ταμείου Ανεργίας και επίδομα ανεργίας στο 40% του μισθού, η επέκταση του 8ωρου στους κλάδους όπου δεν ίσχυε έως τότε κ.ά. («Ριζοσπάστης», 21-11-1944, 24-11-1944).

    Ωστόσο, θεσπίστηκαν και μια σειρά άλλα μέτρα, όπως π.χ. η δυνατότητα των επιχειρήσεων «να θέτουν το πλεονάζον τμήμα» των εργαζομένων τους «εις κατάστασιν διαθεσιμότητος, συνεπαγομένην με αναστολήν της μισθοδοσίας, άνευ λύσεως της εργασιακής σχέσεως»(«Εφημερίς της Κυβερνήσεως», 25-11-1944, (ΦΕΚ 26)). ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Η πείρα διδάσκει

    Η συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην αστική κυβέρνηση του 1944 αποτελεί απτό παράδειγμα για το πόσο ουτοπικός είναι ο ισχυρισμός ότι χάρη στη μαχητικότητα και τη συνέπεια του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι δυνατό μία τέτοια κυβέρνηση να ακολουθήσει φιλολαϊκό δρόμο ή - σε κάθε περίπτωση - να πάρει τουλάχιστον κάποια μέτρα υπέρ του λαού και ν' ανοίξει σιγά - σιγά τον δρόμο για έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό στην πάλη για το σοσιαλισμό. Αντίθετα με αυτήν την ανεδαφική προσμονή, η πείρα και εκείνης της περιόδου διδάσκει ότι η συμμετοχή στις αστικές κυβερνήσεις - σε πείσμα των πιο καλών προθέσεων - γίνεται φραγμός στη λαϊκή πάλη και οδηγεί σε πισωγύρισμα με αρνητικές επιπτώσεις και για πολλά χρόνια.

    Στο πλαίσιο της συμμετοχής σε αστική κυβέρνηση, δεν είναι δυνατό να υπάρξουν επωφελείς για το λαό συμβιβασμοί, από τη στιγμή που το ΚΚ έχει κάνει ήδη την πρώτη και θεμελιώδη υποχώρηση, προκειμένου να συμμετάσχει σε αυτήν την κυβέρνηση: Εχει παραιτηθεί από την πάλη για την εργατική εξουσία και συνεπώς από τον στόχο της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής.

    Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ χρεώθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα μη φιλολαϊκά μέτρα που πάρθηκαν αυτήν την περίοδο, χάριν των αναγκών της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης, όπως επίσης και την αποτυχία άλλων μέτρων, για παράδειγμα στο μέτωπο της καταπολέμησης της ανεργίας, του πληθωρισμού. Ταυτόχρονα, εφόσον οι ΕΑΜικοί υπουργοί αντιμετώπιζαν τα ζητήματα «από τα πάνω», ο λαϊκός παράγοντας υποτιμήθηκε ή ακόμα και τέθηκε στο περιθώριο.

    Στις 15 Οκτώβρη 1944, η ΚΕ του Εργατικού ΕΑΜ ανέλαβε καθήκοντα προσωρινής διοίκησης της ΓΣΕΕ, με σκοπό την αποκατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών, τη διενέργεια αρχαιρεσιών στα συνδικάτα και τη σύγκληση ενός πραγματικού συνεδρίου της ΓΣΕΕ. Σημειώνεται ότι στις 18 Αυγούστου 1944 η ΚΕ του ΕΕΑΜ αποφάσισε το ΕΕΑΜ να χρησιμοποιεί «από δω και στο εξής τον τίτλο Γενική Συνομοσπονδία των Εργατών της Ελλάδας» με 16μελή Διοίκηση («Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», τόμ. Α', εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 200).

    Αυτήν την περίοδο η ΓΣΕΕ διακήρυττε πως «η εργατοϋπαλληλική τάξη θα υποστηρίξει την Κυβέρνηση στην πραγματοποίηση των σκοπών της» («Ριζοσπάστης», 5-11-1944 ).

    Από τη μεριά του, ο Παπανδρέου διαβεβαίωνε τους εκπροσώπους των εργαζομένων «ότι η κυβέρνηση πιστεύει σταθερά στη λαοκρατία και αποβλέπει στη δημιουργία του λαϊκού σοσιαλιστικού κράτους» («Ριζοσπάστης», 7-11-1944).

    Οπως ήταν επόμενο, το γενικότερο πρόβλημα της στρατηγικής του ΚΚΕ είχε άμεσο αντίκτυπο στην κατεύθυνση της πάλης του συνδικαλιστικού κινήματος. Σε σύσκεψη μεταξύ των εκπροσώπων της ΓΣΕΕ, των βιομηχάνων και των αρμόδιων υπουργών, υπό την προεδρία του Γ. Παπανδρέου (7 Νοέμβρη 1944), με αντικείμενο τη λειτουργία των εργοστασίων, ο Κ. Θέος, μιλώντας εξ ονόματος της ΓΣΕΕ, τόνισε μεταξύ άλλων:

    «Ο αγώνας των εργατών που έφερε εθνική ένωση δεν είχε σαν επιδίωξη να κάμει προνομιούχο τάξη την εργατική. Ο εργατικός κόσμος είναι έτοιμος με αυταπάρνηση να συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις στην προσπάθεια της ανασυγκρότησης».

    Διαβεβαίωσε ακόμη «ότι και οι εργάτες αναγνωρίζουν ότι και μεγάλο μέρος των βιομηχάνων έδειξε κατά το διάστημα της σκλαβιάς πατριωτική στάση». Ο υπουργός Εργασίας Μ. Πορφυρογένης, με τη σειρά του, τόνισε ότι «πρέπει να μην έχουμε προκαταλήψεις (...) και πρέπει να κατανοήσουμε ότι όλοι αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για να μπούμε από την ανωμαλία στην ομαλότητα» («Ριζοσπάστης», 8-11-1944).

    Το συμπέρασμα είναι ότι ο λαός, ακόμα και ένοπλος, θα παραμένει εγκλωβισμένος στο αστικό πλαίσιο, από τη στιγμή που το Κομμουνιστικό Κόμμα συμμετέχει σε αστική κυβέρνηση και δεν οργανώνει την αυτοτελή δράση της εργατικής τάξης για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.
    Με πληροφορίες απο "Ρ" Θ. Λ...... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. https://atexnos.gr/%CE%B7-%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%B9%CE%BF%CF%8D%CE%BB%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-1945-%CF%83%CF%84%CE%B7/ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. 04/12/1944
    Η επιτυχία της απεργίας που είχε κηρύξει η ΚΕ του ΕΑΜ για τις 4 Δεκεμβρίου άγγιξε το 100%. Κανένα εργοστάσιο δεν κινήθηκε, κανένα μαγαζί δεν άνοιξε.
    Ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά, σε μια συγκλονιστική ατμόσφαιρα πένθους και μαχητικότητας, συνόδευσε τους ηρωικούς νεκρούς του της προηγούμενης μέρας στο Α’ νεκροταφείο όπου έγινε η κηδεία τους. Όταν ο όγκος της πένθιμης πομπής έφτασε στο Σύνταγμα, οι διαδηλωτές γονάτισαν, ορκίστηκαν στη μνήμη των νεκρών και έψαλαν το «Πένθιμο Εμβατήριο».
    Την ίδια μέρα ο ΕΛΑΣ εκμηδένισε τη σφηκοφωλιά των Χιτών στο Θησείο (παρά την επέμβαση των Βρετανών), ενώ έως το απόγευμα είχε καταφέρει να αφοπλίσει το 60% των αστυνομικών τμημάτων της πρωτεύουσας. Ο αφοπλισμός των αστυνομικών τμημάτων ήταν καθολικός στον Πειραιά, όπου μοναδικές εστίες αντίδρασης απέμειναν το οχυρωμένο μέγαρο Βάτη και η Σχολή Δοκίμων.

    ΔΣΕ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. 2
    Εν το μεταξύ, μετά το αιματηρό συλλαλητήριο της 3ης Δεκέμβρη του 1944 ο Καπετάν Νικηφόρος διατάχθηκε να κινηθεί με το Σύνταγμά του και να εισέλθει στην Αθήνα. Το 2ο Σύνταγμα ήταν μία από τις καλύτερες και πιο άρτια εξοπλισμένες μονάδες του ΕΛΑΣ και η ηγεσία του ΕΑΜ προσδοκούσε πολλά από αυτή σε ενδεχόμενη σύγκρουση με τις κυβερνητικές δυνάμεις. Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Δεκέμβρη βρετανικά τεθωρακισμένα κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ που είχε στρατοπεδεύσει στην Κηφισιά, χωρίς καμία αντίσταση μετά από φιλικές συζητήσεις με τον επικεφαλή ταγματάρχη Παπαζήση, ενώ εκείνος (ο Νικηφόρος) έλειπε, μετά από διαταγή της ΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, στην έδρα του 5ου Συντάγματος Κηφισιάς.(1)
    Το γεγονός χαρακτηρίστηκε «ύποπτο» από το στρατηγό του ΕΛΑΣ Στ. Σαράφη, που το απέδωσε σε «προδοτική ενέργεια ορισμένων αξιωματικών ή καπεταναίων».
    Ο Λ. Σπαής (υφυπουργός Στρατιωτικών) σε άρθρο του στην εφημερίδα Ακρόπολις στις 29 Δεκέμβρη 1953 θα κατονομάσει ως υπεύθυνο τον ταγματάρχη του 2ου Συντάγματος Μιχ. Παπαζήση.
    «Ο Παπαζήσης», έγραψε, «με ειδοποιεί με τον καπετάν Κολοκοτρώνη (λοχαγός του Πυροβολικού Αναγνώστου Γ., συμπατριώτης μου και μυημένος και αυτός) ότι ήτο απόλυτος ανάγκη να με συναντήση αμέσως εις το γνωστόν σπίτι, όπου μ’ επερίμενε. Εκεί μετ’ ολίγον, παρουσία του ταξιάρχου Φερθ, βοηθού του Σκόμπι, καθωρίσθησαν αι λεπτομέριαι της παραδόσεως του 2ου Συντ/τος του ΕΛΑΣ, ας ο Παπαζήσης ετήρησεν επακριβώς, και ούτως απεφεύχθη η αιματοχυσία κατά την αιχμαλωσία του Συντ/τος τούτου, ενός των καλυτέρων του ΕΛΑΣ. Η παράδοσις λοιπόν του 2ου Συντ/τος ήτο αποτέλεσμα των προσπαθειών και της τακτικής της κυβερνήσεως, αποβλεπούσης εις την διάβρωσιν του ΕΛΑΣ, είχε δε ληφθή επαφή και με το 5ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, ως και με δύο άλλους διοικητάς συνταγμάτων τούτου, των οποίων όμως δεν επετεύχθη η παράδοσις».
    ΔΣΕ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ΔΣΕ. Σωστά είναι όλα αυτά που έβαλες το πρόβλημα όμως βρίσκεται στο ότι τη σύγκρουση τον Δεκέμβρη την έβλεπαν σαν πίεση για ένα ...δημοκρατικότερο... αστικό κράτος. Το βασικό είναι ότι έπρεπε να είναι σύγκρουση για την ανατροπή του καπιταλισμού τον ΟΚΤΩΒΡΗ ΤΟΥ 1944. Εκεί θα ήταν όλα τελείως διαφορετικά και σίγουρα δεν θα είχαμε ηττηθεί σε όλη την χώρα και θα οικοδομούσαμε Σοσιαλισμό. Σε ακούω.. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή
    2. Οσο για αυτούς που έγραψες πως πρόδωσαν που συμφωνώ θα τους είχαμε τσακίσει πριν προλάβουν.... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή
    3. Και κάτι ακόμα ΔΣΕ. Ο Εγκλωβισμός σε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού με τον παπατζή για 50 μέρες δημιουργούσε διαλυτικά φαινόμενα βλέποντας ο λαός τον συχετισμό να αλλάζει μπροστά στα μάτια του και το ΚΚΕ με το ..ΕΑΜ.. να κυνηγάνε ...ανεμόμυλους ανθρώπινου...Καπιταλισμού ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

      Διαγραφή

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου