ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ
«Καθρέφτη» του οξύτατου ανταγωνισμού των ομίλων της ΕΕ που δραστηριοποιούνται στον ψηφιακό τομέα με αυτούς των ΗΠΑ και της Κίνας αποτελεί η πρόταση της Κομισιόν για τις ψηφιακές αγορές, η οποία εγκρίθηκε πρόσφατα από το Ευρωκοινοβούλιο και με την οποία, με πρόσχημα την αντιμετώπιση «αθέμιτων πρακτικών», επιχειρείται η ενίσχυση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων του κλάδου απέναντι στους ανταγωνιστές τους, που κατέχουν παγιωμένη και σταθερή θέση στην αγορά.
Οι όμιλοι αυτοί - «Google», «Cisco» κ.ά. - ονομάζονται από την Κομισιόν «ρυθμιστές πρόσβασης» και σε αυτούς περιλαμβάνονται εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε τομείς όπως οι διαδικτυακές υπηρεσίες διαμεσολάβησης, τα κοινωνικά δίκτυα, οι μηχανές αναζήτησης, τα λειτουργικά συστήματα, οι διαδικτυακές υπηρεσίες διαφήμισης, οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμού, υπολογιστικού νέφους και διαμοιρασμού βίντεο, οι φυλλομετρητές ιστού (browsers), οι εικονικοί βοηθοί και η «έξυπνη» τηλεόραση, αλλά και υπηρεσίες που αφορούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Το εύρος αυτών των υπηρεσιών, που συγκεντρώνονται σε ελάχιστους επιχειρηματικούς ομίλους, συνεχώς μεγαλώνει, και η πρόταση της Κομισιόν είναι φανερό ότι έχει το βλέμμα στο «Ελντοράντο» της ψηφιοποίησης που ανοίγεται μπροστά.
Χαρακτηριστική άλλωστε για το τι διακυβεύεται για τα ευρωπαϊκά μονοπώλια είναι η αναφορά πως «είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα (σ.σ. των "αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών") λόγω του μεγέθους της ψηφιακής οικονομίας (που εκτιμάται ότι ανήλθε στο 4,5% με 15,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2019) και του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζουν οι πλατφόρμες στις ψηφιακές αγορές, με τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που επιφέρουν».
Σε άλλο σημείο η Κομισιόν εκτιμά πως οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν αν τα κράτη - μέλη ενεργήσουν μεμονωμένα, δεδομένου ότι «ο ψηφιακός τομέας αυτός καθαυτός και ιδίως οι βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας (...) έχουν διασυνοριακό χαρακτήρα, κάτι που αποδεικνύουν ο όγκος του διασυνοριακού εμπορίου και οι ανεκμετάλλευτες δυνατότητες ανάπτυξής του στο μέλλον, όπως φαίνεται από τις ροές και τον όγκο του διασυνοριακού εμπορίου που πραγματοποιείται μέσω ψηφιακών πλατφορμών. Περίπου το 24% του συνολικού διαδικτυακού εμπορίου στην Ευρώπη έχει διασυνοριακό χαρακτήρα».
Παράλληλα, η προσπάθεια περιορισμού των αμερικανικών και κινεζικών κολοσσών που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ στους παραπάνω τομείς έχει να κάνει και με τη συζήτηση για τη λεγόμενη «στρατηγική αυτονομία» της ιμπεριαλιστικής ένωσης, που περιλαμβάνει και την επιχείρηση «θωράκισης» μιας σειράς στρατηγικής σημασίας υποδομών και δικτύων, απέναντι στην παρέμβαση άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Εξάλλου, όπως θυμίζει η πρόταση, «η ανάγκη αντιμετώπισης αυτών των ανησυχιών στην ψηφιακή οικονομία τονίστηκε στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο "Διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος της Ευρώπης", σύμφωνα με την οποία "με βάση τη λογική της ενιαίας αγοράς, ενδέχεται να χρειαστούν πρόσθετοι κανόνες για να διασφαλιστούν η δυνατότητα διεκδίκησης αγορών (...) αλλά και η δυνατότητα εισόδου στην αγορά, καθώς και δημόσια συμφέροντα που δεν περιορίζονται στον ανταγωνισμό ή στις οικονομικές παραμέτρους».
Με «μπούσουλα» λοιπόν τα παραπάνω και με έκδηλη την ανησυχία της ΕΕ για την κυριαρχία μονοπωλιακών ομίλων άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων και το μικρό μερίδιο των αντίστοιχων ευρωπαϊκών ομίλων στην ψηφιακή αγορά, η Κομισιόν προτείνει μια δέσμη μέτρων για τον έλεγχο και περιορισμό της δράσης τους, με πρόσχημα την προστασία των καταναλωτών από πρακτικές των πλατφορμών αυτών σε ένα ευρύ φάσμα όπως οι διαφημίσεις, οι τιμές, η κατάρτιση προφίλ των χρηστών κ.λπ.
Στο πλαίσιο αυτό, θεσπίζει καταρχάς κριτήρια που πρέπει να πληροί μία πλατφόρμα για να θεωρηθεί «ρυθμιστής πρόσβασης», π.χ. «η επιχείρηση στην οποία ανήκει να έχει ετήσιο κύκλο εργασιών στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο 6,5 δισ. ευρώ τα 3 τελευταία οικονομικά έτη», καθώς και κατώτατη χρηματιστηριακή αξία ύψους 80 δισ., που όπως είναι φανερό πληρούν μόνο πολύ μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι. Επιπλέον, η Επιτροπή αναγνωρίζει το δικαίωμα στον εαυτό της να μπορεί με βάση και άλλα κριτήρια (μέγεθος κύκλου εργασιών, αριθμό εξαρτώμενων επιχειρηματικών χρηστών, φραγμούς στην αγορά κ.ά.) να χαρακτηρίζει μία πλατφόρμα «ρυθμιστή πρόσβασης» ακόμα κι αν δεν πληροί τα παραπάνω.
Η Κομισιόν περιγράφει το πώς τα μονοπώλια ελέγχουν και την ψηφιακή αγορά, σημειώνοντας πως «παρότι στην ψηφιακή οικονομία της Ευρώπης λειτουργούν περισσότερες από 10.000 επιγραμμικές (σ.σ. online) πλατφόρμες (...) το μεγαλύτερο μερίδιο της συνολικής αξίας που δημιουργείται το κατέχει ένας μικρός αριθμός μεγάλων πλατφορμών» και προσθέτει: «Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις παρακολουθούν τους τελικούς χρήστες και καταρτίζουν προφίλ κατά τρόπο ολοκληρωμένο. Ορισμένες μεγάλες πλατφόρμες ενεργούν ολοένα και περισσότερο ως πύλες ή ρυθμιστές της πρόσβασης μεταξύ επιχειρηματικών χρηστών και τελικών χρηστών (...) γεγονός που ενισχύει τους υφιστάμενους φραγμούς εισόδου στην αγορά (...) Συνεπώς, αυτοί οι ρυθμιστές της πρόσβασης έχουν σημαντικό αντίκτυπο, ασκούν ουσιαστικό έλεγχο επί της πρόσβασης και κατέχουν παγιωμένη θέση στις ψηφιακές αγορές, με αποτέλεσμα πολλοί επιχειρηματικοί χρήστες να εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από αυτούς».
Με δεδομένα αυτά - τα οποία είναι εγγεγραμμένα στο «DNA» του καπιταλισμού και της λειτουργίας του - τα μέτρα της Κομισιόν έχουν ως στόχο απλά να «ανοίξει» η αγορά και για μια σειρά ευρωενωσιακές επιχειρήσεις, προβλέποντας π.χ. ότι οι «ρυθμιστές πρόσβασης» θα πρέπει να μη συνδυάζουν όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνουν για τις διαφημίσεις τους, να επιτρέπουν και σε άλλες επιχειρήσεις να προωθούν - προσφέρουν τα ίδια προϊόντα ή υπηρεσίες στους τελικούς χρήστες και, υποτίθεται, να μην εφαρμόζουν πιο ευνοϊκή μεταχείριση στην κατάταξη των δικών τους υπηρεσιών και των προϊόντων σε σύγκριση με παρόμοιες υπηρεσίες ή προϊόντα τρίτων, να δίνουν στους διαφημιζόμενους πληροφορίες κ.ο.κ.
Σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης ή παραβίασης των παραπάνω μέτρων από τους «ρυθμιστές πρόσβασης», η Επιτροπή θα μπορεί να επιβάλλει πρόστιμα έως 10% του κύκλου εργασιών τους το προηγούμενο οικονομικό έτος ή περιοδικές χρηματικές ποινές έως 5% του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών τους του προηγούμενου έτους, μέχρι να συμμορφωθούν.
Πέρα από τα υπόλοιπα, τα παραπάνω αποκαλύπτουν και το λεγόμενο «άυλο κεφάλαιο» όπως το αποκαλούν, που αποτελεί πραγματικό «χρυσωρυχείο» για τους επιχειρηματικούς ομίλους: Την εκτεταμένη παρακολούθηση και κάθε είδους αξιοποίηση όλων των προσωπικών δεδομένων που συγκεντρώνουν για εμπορικές και άλλες χρήσεις.
Οπως άλλωστε τονίζει η Κομισιόν, οι πάροχοι αυτοί «έχουν την ικανότητα να συνδέουν πολλούς επιχειρηματικούς χρήστες με πολλούς τελικούς χρήστες μέσω των υπηρεσιών τους, γεγονός που τους επιτρέπει εν συνεχεία να αξιοποιούν τα πλεονεκτήματά τους, όπως η πρόσβασή τους σε μεγάλους όγκους δεδομένων, από έναν τομέα δραστηριότητας σε νέους τομείς». Η δε «μειωμένη πρόσβαση σε δεδομένα» θεωρείται περίπου ισάξιο εμπόδιο με το «υψηλό επενδυτικό κόστος» που απαιτείται για την είσοδο σε αυτήν την αγορά.
Σε αυτό το πλαίσιο «χτυπάει ταβάνι» και η υποκρισία στα όσα αναφέρονται περί προστασίας δήθεν των προσωπικών δεδομένων, με την Κομισιόν να λέει ότι «η πρόταση συμπληρώνει τη νομοθεσία για την προστασία» τους και ότι «οι υποχρεώσεις διαφάνειας όσον αφορά την κατάρτιση εκτενών προφίλ των καταναλωτών θα συμβάλουν στην επικαιροποίηση της επιβολής του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ)», επικαλούμενη δηλαδή τον κανονισμό που ανοίγει «πόρτες και παράθυρα» στην παράδοση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών σε εταιρείες, κράτη και υπηρεσίες.
Μάλιστα η πρόταση διευκρινίζει ότι «εναπόκειται στους ρυθμιστές της πρόσβασης να εξασφαλίζουν ότι η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον κανονισμό θα πρέπει να διασφαλίζει την πλήρη συμμόρφωση με τις υπόλοιπες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ, μεταξύ άλλων στους τομείς της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της προσωπικής ζωής και της προστασίας του καταναλωτή». Τα μονοπώλια δηλαδή ...θα ελέγχουν τους εαυτούς τους για το αν προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα.
Β
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου