Σε «εντατικό» παζάρι με πλαίσιο που θέτει ο σχεδιασμός των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στην περιοχή, φρέσκο «πολιτικό κεφάλαιο» και «κατανόηση» για τα «θέλω» της τουρκικής αστικής τάξης προσανατολίζεται μετεκλογικά η κυβέρνηση.
Χαρακτηριστικά, μιλώντας στη διακαναλική του συνέντευξη την Κυριακή για τις τουρκικές εκλογές και τα Ελληνοτουρκικά, ο Κυρ. Μητσοτάκης διαπίστωσε ότι «ο τουρκικός αναθεωρητισμός φαίνεται να είναι βαθιά ριζωμένος σε όλο το τουρκικό πολιτικό κατεστημένο, και αυτό συμπεριλαμβάνει και τα δύο κόμματα εξουσίας. Κατά συνέπεια, στον βαθμό που η Τουρκία επιμένει στη λογική της "γαλάζιας πατρίδας", εκ των πραγμάτων θα υπάρχουν σημαντικές δυσκολίες για την πλήρη εξομάλυνση των σχέσεών μας».
Εξέφρασε ωστόσο την ελπίδα πως «η Τουρκία θα αντιληφθεί ότι πρέπει να επανακαθορίσει συνολικά τις σχέσεις της με τη Δύση, όχι μόνο με την Ελλάδα, με την ΕΕ, με τις ΗΠΑ, και αν αυτό συμβεί, προφανώς θα υπάρχει και ένα πολύ πιο πρόσφορο πεδίο για να μπορέσουμε να συζητήσουμε τη μία βασική, κεντρική διαφορά που μας χωρίζει, που δεν είναι άλλη από την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο». Εθεσε δηλαδή τον στόχο της ΝΑΤΟικής συνοχής και το τράβηγμα της Τουρκίας στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο ως το πλαίσιο του παζαριού, αποσιωπώντας ότι το ευρωατλαντικό πεδίο θρέφει όλες τις διεκδικήσεις της τουρκικής αστικής τάξης σε βάρος ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, τόνισε ότι αν επανεκλεγεί θα καλέσει για να συγχαρεί όποιον εκλεγεί Πρόεδρος της Τουρκίας και «σίγουρα» θα επιδιώξει συνάντηση μαζί του. «Μακάρι να βρεθεί ένα πρόσφορο έδαφος ώστε να οδηγηθούμε σε μια πιο μόνιμη εκτόνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων», τόνισε, αποκρύπτοντας ότι οι όποιοι συμβιβασμοί εντός πλαισίου ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι πρόσκαιροι, εμπεριέχοντας το σπέρμα του επόμενου γύρου έντασης σε βάρος των λαών.
Σημειωτέον, ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας, μιλώντας στα «Νέα», σε ερώτηση αν οι αναφορές του στις Συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο ως «παράδειγμα» διευθετήσεων «είναι μία έμμεση παραδοχή ότι και στη διαφορά μας με την Τουρκία θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για έναν συμβιβασμό» απάντησε ότι «στις περιπτώσεις αυτές μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε αίσια έκβαση σε χρονίζουσες διαπραγματεύσεις, μέσα από εντατικό και εποικοδομητικό διάλογο» και ζήτησε «να αξιοποιήσουμε κάθε δυνατότητα και κάθε παράθυρο ευκαιρίας προς αυτήν την κατεύθυνση».
Μιλώντας επίσης στον τ/σ «Alpha», είπε ότι δίνεται «μια δυνατότητα μετά τις εκλογές και στις δυο χώρες, οι δυο καινούργιες κυβερνήσεις μπορεί να είναι ίδιες, με ανανεωμένη την εμπιστοσύνη του κόσμου, αλλά θα είναι κυβερνήσεις οι οποίες θα έχουν το πολιτικό κεφάλαιο να κάτσουν να συζητήσουν τη διαφορά μας».
Επιπλέον, μιλώντας στον ρ/σ «Alpha» έστειλε σήμα ότι καταλαβαίνει «τις τουρκικές φιλοδοξίες, η Τουρκία είναι μια μεγάλη χώρα, θα ήθελε να παίζει έναν σημαντικό ρόλο. Αυτό που ελπίζω να καταλάβει η Τουρκία κάποια στιγμή είναι ότι ακριβώς γι' αυτές τις φιλοδοξίες η στενή και φιλική σχέση με την Ελλάδα είναι σημαντική, αν όχι απαραίτητη προϋπόθεση». Δίνοντας δε το υπόβαθρο των μπίζνες όπου γίνονται οι συζητήσεις τους, επέμεινε ότι «η Ελλάδα δεν έχει να χάσει κάτι από μια πλούσια και σταθερή Τουρκία. Είναι μια τεράστια αγορά δίπλα μας, πάντα εμείς έμποροι ήμασταν».
Τέλος μίλησε και στον ρ/σ «ΣΚΑΪ», φτιάχνοντας κλίμα ότι «εάν μπορέσουμε να βρούμε - σε ένα πλαίσιο Διεθνούς Δικαίου βεβαίως - λύση στη διαφορά μας με την Τουρκία, η δυναμική που θα αναπτυχθεί και για τις δύο χώρες θα είναι εκρηκτική» και ταυτόχρονα εκτιμώντας πως «η ελληνική κοινωνία είναι ώριμη, πιστεύω ότι θα καταλάβει και πιστεύω ότι έχοντας καταλάβει θα στηρίξει την προσπάθεια», αφού όπως είπε «δεν πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία δεν έχει αισθητήριο να καταλάβει τι συνιστά μειοδοσία και προδοσία και, αντιθέτως, τι συνιστά εθνική συνεισφορά, εθνική προσέγγιση και εθνική ανάπτυξη».
Την ίδια ώρα, αρθρογραφώντας στα «Νέα» ο Γ. Κατρούγκαλος, τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός, έψεξε την τωρινή ηγεσία του ΥΠΕΞ ότι πανηγυρίζει «γιατί τάχα "η Ελλάδα αποτίναξε από πάνω της τον ρόλο του επαίτη και αποτέλεσε μέρος των λύσεων" και γιατί "καταφέραμε να μετατρέψουμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε ευρωτουρκικό ζήτημα"».
Πειραγμένος για το ότι δεν αναγνωρίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ όσα έκανε για ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, ο Γ. Κατρούγκαλος έσπευσε να τα απαριθμήσει: «Ως προς το πρώτο, ξεχνά όχι απλώς επί ποιας κυβέρνησης επιλύθηκε η διαφορά του Μακεδονικού και ήρθε για πρώτη φορά τόσο κοντά στη λύση του το Κυπριακό, αλλά και πότε αναβαθμίστηκαν οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ σε επίπεδο Στρατηγικού Διαλόγου και καθιερώθηκε το σχήμα 3+1» (Ελλάδα, Κύπρος Ισραήλ + ΗΠΑ). Και στηλίτευσε τη ΝΔ ότι «ξεχνά την ιστορική ομιλία του Προέδρου Ομπάμα στην Πνύκα», όπου μεταξύ άλλων «συνεχάρη τον Αλέξη Τσίπρα για τις μεταρρυθμίσεις του», τα μνημόνια δηλαδή που τσάκισαν τον λαό.
Ως προς τα Ελληνοτουρκικά, χαρακτήρισε αναγκαίο «να αξιοποιηθεί το παράθυρο ευκαιρίας που έχει ανοίξει με την αλληλεγγύη του λαού μας προς τον τουρκικό λαό και τις επικείμενες εκλογές στη γειτονική χώρα» και, αναφερόμενος στη «διπλωματία των σεισμών», επανέφερε τη Συμφωνία του Ελσίνκι, προτείνοντας στην ίδια ρότα «μια προσαρμοσμένη στο σήμερα ανάλογη στρατηγική, με διασύνδεση της Χάγης με την τελωνειακή ένωση Τουρκίας - ΕΕ». Θυμίζουμε ότι η Συμφωνία του Ελσίνκι, την οποία υπέγραψε το 1999 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στο όνομα του να γίνει η Κυπριακή Δημοκρατία μέλος της ΕΕ, αναγνώρισε ελληνοτουρκικές «συνοριακές διαφορές» στο Αιγαίο και, σε συνδυασμό με τη Συμφωνία της Μαδρίτης το 1997, υπό την εποπτεία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, «φούσκωσε τα πανιά» των τουρκικών αμφισβητήσεων και την επέκταση των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.
Ειδικά για το Αιγαίο, άλλωστε, ο Γ. Κατρούγκαλος ζήτησε εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ η επέκταση των χωρικών υδάτων στην Ανατολική Μεσόγειο «να συνδυαστεί με μια ευρύτερη, συνεκτική στρατηγική, που θα περιλαμβάνει ως επόμενο βήμα πρόσκληση στις όμορες χώρες της περιοχής προκειμένου να υπάρξει οριοθέτηση της ΑΟΖ / υφαλοκρηπίδας με προσφυγή στη Χάγη», «σχήμα διευθετήσεων» που έχει πέσει από διάφορες δυνάμεις στο τραπέζι το τελευταίο διάστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου