Επιλογή γλώσσας

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Σπάνια ντοκουμέντα της λευκής τρομοκρατίας

Δεκεμβριανά 1944

Το ξημέρωμα της Κυριακής, 3ης του Δεκέμβρη 1944, έβρισκε το βασανισμένο λαό της Αθήνας και του Πειραιά στο πόδι. Οι προετοιμασίες, για το μεγάλο συλλαλητήριο, που είχε καλέσει η ΚΕ του ΕΑΜ, για την ίδια μέρα στην πλατεία Συντάγματος, έχουν φτάσει στην τελική τους φάση. Αλλωστε, οι μέρες που είχαν προηγηθεί ήταν γεμάτες ένταση και όλοι συναισθάνονταν την κρισιμότητα των στιγμών.

Τη νύχτα της 30ής Νοέμβρη προς 1η Δεκέμβρη, μετά την ανακοίνωση –
τελεσίγραφο του Γ. Παπανδρέου, πραγματοποιήθηκε ολονύχτια συνεδρίαση της ΚΕ του ΕΑΜ, η οποία συζήτησε τις εξελίξεις και αποφάσισε:

α. Να απευθύνει έκκληση στις κυβερνήσεις των συμμάχων της Μ. Βρετανίας, της Σοβιετικής Ενωσης και των ΗΠΑ.

β. Να κηρυχτεί παλλαϊκή απεργία το Σάββατο, 2 του Δεκέμβρη

γ. Να οργανωθεί παλλαϊκή συγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος στις 3/12, στις 11 το πρωί.

δ. Να ανασυγκροτηθεί η ΚΕ του ΕΛΑΣ

Την 1η Δεκέμβρη 1944 παραιτούνται από την κυβέρνηση της «Εθνικής Ενότητας» οι ΕΑΜίτες υπουργοί Αλ. Σβώλος, Γ. Ζεύγος, Μ. Πορφυρογένης, Ν. Ασκούτσης, Ηλ. Τσιριμώκος και Α. Αγγελόπουλος, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη διαταγή μονομερούς αφοπλισμού του ΕΛΑΣ. Την ίδια στιγμή, πραγματοποιούνται μεγάλες και μαχητικές διαδηλώσεις του λαού σ’ όλη την Ελλάδα, ενάντια στην κυβέρνηση Παπανδρέου και την αγγλική επέμβαση.

Στις 2 Δεκέμβρη 1944, η απεργία σημειώνει τεράστια επιτυχία. Τα πάντα στην Αθήνα και τον Πειραιά είναι κλειστά, φανερώνοντας ξεκάθαρα τη θέληση του λαού. Την ίδια, όμως, στιγμή αποβιβάζονται στο Φάληρο 6.000 Αγγλοι στρατιώτες και δύο φασιστικά, ελληνικά τάγματα από την Αίγυπτο. Το πρωί της ίδιας μέρας, η ΚΕ του ΕΑΜ ζητά και παίρνει από την κυβέρνηση άδεια για το συλλαλητήριο της Κυριακής. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας, όμως, ο Γ. Παπανδρέου ανακαλεί την άδεια. Προφανώς, είτε για να δοκιμάσει την αντοχή και την αποφασιστικότητα του ΕΑΜ και του λαϊκού κινήματος, είτε για να βρει «πάτημα», για τα όσα ήδη σχεδίαζε μαζί, με τους Αγγλους, για την επόμενη μέρα.

Η θέληση του λαού και η αντίδραση

3 Δεκέμβρη 1944: Το συλλαλητήριο ξεκινάει. Εκατοντάδες χιλιάδες λαού πλημμυρίζουν τους δρόμους, που οδηγούν στο κέντρο της πρωτεύουσας και κατακλύζουν την πλατεία Συντάγματος και τη γύρω περιοχή. Τα συνθήματα «Οχι άλλη κατοχή», «Εθνικός Στρατός», «Λαοκρατία και όχι βασιλιά», «Παπανδρέου παραιτήσου» κυριαρχούν σ’ όλα τα χείλη.

Ωρα 10.30` και ήδη, στην πλατεία Συντάγματος έχει συγκεντρωθεί αρκετός κόσμος. Οι μεγάλες, όμως, φάλαγγες των λαϊκών συνοικιών βρίσκονται ακόμη στο δρόμο. Προχωρούν με τάξη, ειρηνικά, τραγουδώντας και φωνάζοντας συνθήματα, ανεμίζοντας τις τιμημένες σημαίες και τα λάβαρα του αγώνα.

Η ώρα πλησιάζει 11 και καθώς, οι ανθρώπινοι χείμαρροι φτάνουν στην πλατεία Συντάγματος και γεμίζουν ασφυκτικά το χώρο μπροστά στον Αγνωστο Στρατιώτη, ρίχνονται εντελώς απροειδοποίητα και ύπουλα τα πρώτα δολοφονικά πυρά, από τα παλιά ανάκτορα και τη διεύθυνση της Αστυνομίας. Αιματηρός ο απολογισμός της εγκληματικής αυτής ενέργειας της αντίδρασης: 21 νεκροί και 140 τραυματίες.
Την ίδια ώρα δέχονται ανάλογη επίθεση οι φάλαγγες των διαδηλωτών, που προχωρούσαν από την οδό Ηρώδη του Αττικού προς την πλατεία Συντάγματος. Το βράδυ της ίδιας μέρας δολοφονούνται 7 αγωνιστές την ώρα που τοιχοκολλούν έντυπα του ΕΑΜ. Δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια μετά, ο Αγγελος Εβερτ, διευθυντής της Αστυνομίας Πόλεων της Αθήνας εκείνη την κρίσιμη περίοδο και γνωστός για τη σχέση του με τους Εγγλέζους, ομολόγησε ότι έδωσε την εντολή της δολοφονικής επίθεσης στην πλατεία Συντάγματος (δηλώσεις σε εφημερίδα «Ακρόπολη» 3/12/1958).

Στις 4 Δεκέμβρη 1944 κηρύσσεται γενική απεργία σ’ όλη την Ελλάδα. Ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά οδηγεί τα θύματά του στην τελευταία τους κατοικία. Μέσα σε μια συγκλονιστική ατμόσφαιρα πένθους, αλλά και αγωνιστικής αποφασιστικότητας, ο λαός απαιτεί την άμεση παραίτηση της ματοβαμμένης κυβέρνησης.


Ενα τεράστιο πανό στην κεφαλή της πορείας γράφει: «ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ, ΔΙΑΛΕΓΕΙ `Η ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ `Η ΤΑ ΟΠΛΑ». Οταν η πομπή φτάνει στο Σύνταγμα, οι διαδηλωτές γονατίζουν. Ορκίζονται στους νεκρούς και ψάλλουν το πένθιμο εμβατήριο. Στην επιστροφή από το νεκροταφείο τα πλήθη δέχονται και νέα, ένοπλη επίθεση από τους Χίτες. Αλλοι 40 νεκροί και 70 τραυματίες βάφουν με το αίμα τους, τους αθηναϊκούς δρόμους. Την άλλη μέρα και καθώς οι λαϊκές διαδηλώσεις συνεχίζονται, χτυπά και πάλι η Ασφάλεια, με τραγικό απολογισμό, ακόμη 30 νεκρούς και πάνω από 100 τραυματίες.

Στρατιωτικός δικτάτορας ο Σκόμπι

«ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ, ΔΙΑΛΕΓΕΙ `Η ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ `Η ΤΑ ΟΠΛΑ», γράφει το πιτσιλισμένο με αίμα πανό, ενώ οι διαδηλωτές γονατίζουν και απαιτούν να παραιτηθεί η αιματοβαμμένη κυβέρνηση
Στο μεταξύ, ο Σκόμπι κλιμακώνει τις αντιλαϊκές και επιθετικές του ενέργειες, επιχειρώντας να αιφνιδιάσει και να υποτάξει με την ένοπλη βία το λαϊκό κίνημα.

Προχωρά στον αφοπλισμό τμημάτων της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Υποκαθιστώντας και τυπικά την κυβέρνηση Παπανδρέου και μιλώντας εξ ονόματός της κηρύσσει το στρατιωτικό νόμο. Τις πρώτες πρωινές ώρες, της 4ης Δεκέμβρη, βρετανικές δυνάμεις κυκλώνουν και αφοπλίζουν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙ μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Κάτω από την πίεση των δραματικών αυτών γεγονότων και ιδιαίτερα την παλλαϊκή κατακραυγή και καταδίκη, ο Γ. Παπανδρέου υποχρεώνεται να παραιτηθεί και να ζητήσει από τον Θ. Σοφούλη, να προχωρήσει στο σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Η επιλογή του προσώπου βρίσκει κατ’ αρχή σύμφωνη και την ηγεσία του ΕΑΜ, αλλά λίγο μετά ο Γ. Παπανδρέου ανακαλεί την παραίτησή του, υποχωρώντας στην πίεση του Τσόρτσιλ και άλλων εξωελληνικών παραγόντων και αναλαμβάνοντας να σηκώσει μέχρι το τέλος τις ιστορικές και εγκληματικές του ευθύνες.

Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ παίρνουν τη διαταγή και αρχίζουν τις επιχειρήσεις κατά των Χιτών και των αστυνομικών τμημάτων της Αθήνας και του Πειραιά. Την επομένη ο Σκόμπι θα πάρει διαταγή από τον Τσόρτσιλ να συμπεριφέρεται σαν να βρίσκεται σε κατεχόμενη πόλη. Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση ο λαός έπρεπε να διαλέξει. Και διάλεξε τα όπλα.

Τα τηλεγραφήματα της αιώνιας καταισχύνης

Στις 5 Δεκέμβρη, ο Τσόρτσιλ στέλνει δύο τηλεγραφήματα, ένα προς τον πρεσβευτή της Μ. Βρετανίας στην Αθήνα, Λίπερ, κι ένα προς τον Σκόμπι. Είναι δύο τηλεγραφήματα, αποκαλυπτικά για τις εγκληματικές προθέσεις και μεθόδους του αγγλικού ιμπεριαλισμού και αποτελούν μνημεία αντιλαϊκού κυνισμού και ωμότητας. Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα και από τα δύο, έτσι όπως έχουν καταγραφεί στην ιστορία.

Τηλεγράφημα προς τον Λίπερ: 

«Πρέπει να παρακινήσετε τον Παπανδρέου να πράξει το καθήκον του και να τον διαβεβαιώσετε, ότι εις την περίπτωσιν αυτήν θα τον υποστηρίξωμεν μ’ όλας τας δυνάμεις. Παρήλθεν πλέον η εποχή καθ’ ην μια οιαδήποτε ομάς Ελλήνων πολιτών ηδύνατο να ματαιώνει την εξέγερσιν του όχλου. Η μόνη ελπίς του είναι να εργασθεί μεθ’ ημών διά την αποσόβησιν ενδεχομένης συμφοράς…
Ανέθεσα το όλον ζήτημα της αμύνης των Αθηνών και τη διατήρηση της εννόμου τάξεως εις τον στρατηγόν Σκόμπι και τον διαβεβαίωσα ότι θα τον ενισχύσωμεν με όσας δυνάμεις χρειάζεται προς τούτο. Τόσον εσείς, όσο και ο Παπανδρέου, πρέπει να συμμορφωθείτε προς τας οδηγίας του, εις ό,τι αφορά τη δημόσιαν τάξιν και την ασφάλειαν. Πρέπει να συνδράμετε τον στρατηγόν Σκόμπι με πάντα δυνατόν τρόπον και να εισηγηθείτε εις αυτόν τη λήψιν παντός μέτρου, το οποίον, κατά τη γνώμην σας, ήθελε καταστήσει το έργον του περισσότερον ευχερές και αποτελεσματικόν». (Οι υπογραμμίσεις είναι του Τσόρτσιλ) (Ο. Τσόρτσιλ, «Απομνημονεύματα», τόμ. 6ος, βιβλίο 1ο, σ. 256).

Ετσι αναφέρεται το τηλεγράφημα αυτό στα απομνημονεύματα του Βρετανού πρωθυπουργού. Σκόπιμα, προφανώς, ο Τσόρτσιλ δεν αναφέρει ένα χαρακτηριστικό, για τον ιμπεριαλιστικό, ωμό αυταρχισμό και την κατάλυση κάθε έννοιας εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας, απόσπασμα. Το απόσπασμα αυτό ήρθε στο φως το 1974, όταν δημοσιοποιήθηκαν τα αντίστοιχα αρχεία του Φόρεϊν Οφις. Να ποιο κομμάτι «αυτολογόκρινε» ο Τσόρτσιλ:
«Πρέπει να υποχρεώσετε τον Παπανδρέου. Αν παραιτηθεί, φυλακίστε τον έως ότου συνέλθει, όταν πια θα έχουν τελειώσει οι μάχες. Θα μπορούσε το ίδιο καλά, να αρρωστήσει και να μην μπορεί να τον πλησιάσει κανείς…» (Γ. Ανδρικόπουλου, «1944 Κρίσιμη χρονιά» τόμ. Β` αρ. 300).
Ανάλογης εγκληματικής περιφρόνησης προς τη θέληση του ελληνικού λαού και τα στοιχειώδη δικαιώματά του είναι και το τηλεγράφημα προς τον Σκόμπι:
«Κατόπιν συνεννοήσεως μετά του στρατηγού Ουίλσον (Ιταλία) έδωσα οδηγίες να σας αφήσει όλας τας δυνάμεις, τας οποίας διαθέτετε και να σας σταλούν, ει δυνατόν, ενισχύσεις.
Είσθε υπεύθυνος διά την τήρησιν της τάξεως εις Αθήνας και διά την καταστροφήν όλων των ομάδων ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, αι οποίαι πλησιάζουν εις την πόλιν. Δύνασθε να λάβετε όλα τα μέτρα, που θα θεωρήσετε σκόπιμα διά τον έλεγχον των οδών και την παγίδευσιν των ταραξιών. Είναι φυσικόν ο ΕΛΑΣ να προσπαθήσει να παρατάξει γυναικόπαιδα εις τα σημεία όπου θα διεξαχθούν συγκρούσεις.
Θα πρέπει να ενεργήσετε με σύνεσιν και να αποφύγετε σφάλματα, αλλά μη διστάσετε να πυροβολήσετε εναντίον παντός ενόπλου, που θα επιχειρεί να επιτεθή κατά των βρετανικών δυνάμεων και κατά των ελληνικών, μετά των οποίων συνεργαζόμεθα. Το καλύτερον, φυσικά, θα ήτο εάν εις το έργον σας είχατε τη συμπαράστασιν μιας κυβερνήσεως και εάν ο Λίπερ έπειθε τον Παπανδρέου να παραμείνει εις τη θέσιν του και να σας βοηθήσει.

Ωστόσο, μη διστάσετε να ενεργήσετε ως να ευρίσκεσθε εις μίαν μόλις καταληφθείσα υπό του στρατού πόλιν, όπου έχει εκραγεί επαναστατικόν κίνημα (υπογραμμίσεις Τσόρτσιλ).

Εν συνεχεία, με τας ομάδας του ΕΛΑΣ, αι οποίαι πλησιάζουν έξωθεν προς την πόλιν, θα πρέπει να είσθε ασφαλώς εις θέσιν, με τας δυνάμεις που διαθέτετε, να δώσετε εις μερικάς εξ αυτών ένα καλό μάθημα, το οποίον θα παραδειγματίση και τας άλλας. Δύνασθε να βασίζεσθε εις την υποστήριξίν μου διά πάσαν λογικήν και εύστοχον ενέργειαν, την οποίαν εν προκειμένω θα αποφασίσετε. Πρέπει να κρατήσωμεν τας Αθήνας και να επιβληθώμεν (υπογράμμιση Τσόρτσιλ). Εάν τούτο το επιτύχετε χωρίς αιματοχυσίαν, θα είναι κατόρθωμα δι’ εσάς, αλλά και με αιματοχυσίαν θα είναι επίσης κατόρθωμα, εάν αυτή είναι απαραίτητος» (Ο. Τσόρτσιλ, στο ίδιο, τόμ. 6ος, βιβλ. 1ο, σ. 255).

Αυθεντικές μαρτυρίες 

Πολλά έχουν γραφτεί, για την αλήθεια των γεγονότων της ματωμένης εκείνης Κυριακής, 3 του Δεκέμβρη. Η αντίδραση, εκμεταλλευόμενη την κατοπινή νίκη της, επιχείρησε, στην κυριολεξία, να στήσει την ιστορική αλήθεια με το κεφάλι κάτω και να αμαυρώσει τον ηρωικό αγώνα του λαού της πρωτεύουσας, να συκοφαντήσει το ΕΑΜ και ακόμη περισσότερο το ΚΚΕ. Η αλήθεια, βέβαια, έχει πλέον αποκαλυφθεί και ο εγκληματικός ρόλος των Εγγλέζων, καθώς και των ντόπιων υποτελών τους, είτε των πολιτικών είτε των πρώην γερμανοντυμένων ταγματασφαλιτών και Χιτών, είναι αδιαμφισβήτητος.
Περισσότερο, ως απόδοση τιμής στους εκατοντάδες νεκρούς και τραυματίες, αλλά και στην άφθαστη γενναιότητα των εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών, που άοπλοι και με το κεφάλι ψηλά αντιμετώπισαν τα εγγλέζικα τανκ και, λιγότερο, για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, παραθέτουμε ορισμένα αποσπάσματα αυτοπτών και πέραν κάθε αμφισβήτησης μαρτύρων εκείνης της τραγικής μέρας (από το βιβλίο του Ν. Κεπέση, «Ο Δεκέμβρης του 1944»).


Η μαρτυρία του Κ. Κουβαρά*

«… Είδα τον κόσμο να έρχεται σε παράταξη, με τις σημαίες του – ελληνική, αμερικανική, βρετανική και ρωσική – μπροστά. Ηταν μια γιγάντια φάλαγγα, αλλά οι διαδηλωτές προχωρούσαν με τάξη, τραγουδώντας αντάρτικα τραγούδια και φωνάζοντας συνθήματα… Ημασταν στον εξώστη του πρώτου πατώματος του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Βρετανίας».
Η Αστυνομία είχε κινητοποιηθεί ολόκληρη, επιδείχνοντας τα καινούρια βρετανικά τουφέκια και «τόμιγκαν» για πρώτη φορά. Υπήρχαν, επίσης, ολόγυρα βρετανικά τανκ και θωρακισμένα αυτοκίνητα. Στο πρώτο τανκ, στη γωνία μπροστά μας, ένας άντρας στεκόταν στον ανοιχτό πυργίσκο και βρισκόταν σε συνεχή τηλεφωνική επικοινωνία με το αρχηγείο του, αναφέροντας τα συμβαίνοντα.

Το μπροστινό τμήμα του συλλαλητηρίου είχε φτάσει στην άκρη της πλατείας, όπου βρισκόμασταν και καθώς παρατηρούσα προσεχτικά, άκουσα τους επικεφαλής να συζητούν με την Αστυνομία, μόλις δέκα μέτρα από κει που στεκόμασταν… Οι διαδηλωτές σπρώχνανε για να μπουν στην πλατεία, αλλά δε γινόταν καμιά συμπλοκή.

Ξαφνικά ένα παράγγελμα «τραβηχτείτε πίσω!» δόθηκε με μια στριγκιά στρατιωτική φωνή και όλοι οι αστυνομικοί υποχώρησαν κάπου είκοσι μέτρα, γονάτισαν κι άρχισαν να πυροβολούν. Τα πυρά ήταν πυκνά. Διακόσιοι αστυνομικοί έβαλλαν ταυτόχρονα, οι περισσότεροι με αυτόματα. Ενας από μας παρατήρησε τον αστυνομικό που γονάτισε λίγα μέτρα από το μέρος μας, και μας φώναξε «αυτός βαράει στο ψαχνό!». Κοιτάξαμε με προσοχή στο πλήθος και είδαμε αίμα… Ενα αγόρι, ως δεκαπέντε χρονών, είχε πέσει ακριβώς μπροστά μας, μέσα σε μια κόκκινη λίμνη. Ενα εικοσάχρονο κορίτσι ήταν γεμάτο αίματα λίγο πιο κάτω…

Οταν η Πανεπιστημίου άδειασε, μπορέσαμε να δούμε μόνο τους νεκρούς και τους πληγωμένους. Πτώματα ήταν σκόρπια παντού και σ’ άλλα σημεία λίμνες από αίμα, που άφησαν μερικοί λαβωμένοι, τους οποίους φίλοι μετέφεραν αλλού…

«Στην πλατεία, στην πλατεία!», άρχισαν να φωνάζουν οι επικεφαλής των διαδηλωτών. Πυροβολισμοί δεν ακούγονταν πια και ο κόσμος ξεκίνησε για την πλατεία Συντάγματος με μεγάλη τάξη. Καθώς οι διαδηλωτές προχωρούσαν, συγκινητικές στιγμές ξετυλίγονταν μπρος στα μάτια μας. Οι νεκροί και οι λαβωμένοι είχαν μεταφερθεί και μόνο λίμνες αίματος έμειναν εδώ κι εκεί, για να θυμίζουν τι είχε συμβεί λίγα λεπτά πρωτύτερα. Ομάδες νέων σταματούσαν μπροστά στις λίμνες αυτές και οι αντιδράσεις ποικίλανε, ανάλογα με τα συναισθήματα του καθενός. Μερικοί κλαίγανε, άλλοι έκαναν το σταυρό τους κι άλλοι ορκίζονταν εκδίκηση. Πολλοί μαζεύτηκαν γύρω από μια αιμάτινη λίμνη κοντά στον εξώστη μας, όπου ένα κορίτσι έκλαιγε από αρκετή ώρα και προσπαθούσε να προφυλάξει το χυμένο αίμα μιας φίλης της. Γνωστοί της δοκίμασαν να την απομακρύνουν, αλλά αρνήθηκε να κουνηθεί…».
* Ο Κ. Κουβαράς είναι Ελληνοαμερικανός και ήταν αρχηγός της μυστικής αμερικανικής αποστολής «Περικλής» στην κατεχόμενη Ελλάδα 

Η μαρτυρία του Φρανκ Τσερβάζι*

«… Μια ομάδα αστυνομικών πυροβολούσε το άοπλο πλήθος. Με μια κίνηση, λες και τη φύσηξε άγριος βοριάς, η συμπαγής μάζα του λαού έπεσε μπρούμυτα. Το ντουφεκίδι σταμάτησε. Ο λαός ξανασηκώθηκε πάλι σύσσωμος, τα τουφέκια άρχισαν πάλι να πυροβολούν κι οι χειροβομβίδες να πέφτουν σαν βροχή… Ο κ. Πούλος, ένας γενναίος Αμερικανός ανταποκριτής, χίμηξε με τεντωμένα χέρια ανάμεσα στην Αστυνομία και το πλήθος, ζητώντας να σταματήσει το ντουφεκίδι. Τίποτε, όμως. Οι σφαίρες εξακολουθούσαν να πέφτουν σαν βροχή. Ανάμεσα στα άλλα πτώματα, ήταν ένα αγοράκι έξι χρονών και δίπλα του ένα κατάξανθο κοριτσάκι. Ετσι χύθηκε το πρώτο αίμα. Ετσι άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος».
* Ο Φ. Τσερβάζι ήταν δημοσιογράφος και το παραπάνω απόσπασμα δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Κόλιερς» εκείνης της εποχής 

Η μαρτυρία ενός Αγγλου*

«… Η πορεία πλησίαζε: Αντρες, γυναίκες και παιδιά βάδιζαν σε γραμμές ανά οχτώ ως δέκα. Η διαδήλωση δεν έδειχνε τίποτα το απειλητικό.
Την προσοχή μου τράβηξε πάλι στο μπαλκόνι (σ.σ. της τότε Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών) μια επιτακτική φωνή, που έμοιαζε σαν διαταγή στα ελληνικά… Ο κ. Σ. Μπάρμπερ του «Ηνωμένου Τύπου», μου εξήγησε αργότερα ότι η φωνή που είχα ακούσει ήταν διαταγή πυροβολισμού. Αμέσως οι αστυνομικοί άρχισαν να τραβούν τα κλείστρα των όπλων τους, όχι όμως με συντονισμό, σαν μια πειθαρχημένη ομάδα, αλλά δισταχτικά ο ένας μετά τον άλλον, δίνοντας την εντύπωση πως μερικοί από αυτούς δίσταζαν να υπακούσουν.
Οι αστυνομικοί άδειασαν τις σφαίρες των όπλων τους πάνω στους διαδηλωτές… Οι πυροβολισμοί εξακολουθούσαν να πέφτουν… Οι αστυνομικοί έμοιαζαν πια σαν να φοβούνται να σταματήσουν τους πυροβολισμούς και το θέαμα πρόσβαλε το αίσθημα ευπρέπειας κάθε Αγγλου, που έτυχε να παρακολουθεί…». 

* Η μαρτυρία είναι του Βρετανού συνταγματάρχη Μπάιφορντ Τζόουνς, που παρακολούθησε τα δραματικά γεγονότα από το «καφενείο του Γιαννάκη», στο ισόγειο του κτιρίου, όπου στεγαζόταν τότε η Διεύθυνση της Αστυνομίας Αθηνών

Κι άλλη μια μαρτυρία*

«… Επρόκειτο περί μιας ειρηνικής και άοπλης διαμαρτυρίας του λαού και τούτο είναι τόσον βέβαιον, ώστε γυναίκες έφεραν μαζί τους ακόμη και τα μικρά παιδιά τους. Κάτω από το παράθυρό μου είδα με τα μάτια μου τα γεγονότα.
Είναι αφάνταστος ο ηρωισμός του λαού αυτού. Ορθιος και βαλλόμενος, προχωρούσε προς τον ορισθέντα τόπο της συγκέντρωσης. Γυναίκες και κορίτσια με το χαμόγελο στα χείλη, ακόμη και μετά τον σκοτωμό των συντρόφων των φώναζαν: «Ζήτω ο Τσόρτσιλ! Ζήτω ο Ρούσβελτ! Κάτω ο Παπανδρέου! Οχι βασιλιά!».
* Ετσι μετέδωσε τις δραματικές σκηνές ο ανταποκριτής της αμερικανικής εφημερίδας «Ηλιος του Σικάγου»

Και η …μαρτυρία του Λίπερ

Αποκαλυπτικά είναι ακόμη και τα όσα γράφει ο τότε Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Ρ. Λίπερ, στο σχετικό βιβλίο του «Οταν ο Ελληνας συναντά Ελληνα»:
«Οι πυροβολισμοί στην πλατεία Συντάγματος έλαβαν χώρα σε πλήρη θέα πολλών ξένων ανταποκριτών, που έμεναν στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία». Απέναντι στο ξενοδοχείο ήταν τα κεντρικά γραφεία της Αστυνομίας και ακριβώς σ’ αυτή τη γωνία έγιναν οι ταραχές. Για τους ανταποκριτές, ήταν μια σπάνια ευκαιρία για τη μετάδοση νέων. Είχαν δει οι ίδιοι όλα τα γεγονότα και τα σχόλια γρήγορα έβγαιναν από τις γραφομηχανές τους. Σε λίγες ώρες ο κόσμος είχε την εντύπωση ότι η φασιστική ή σχεδόν φασιστική κυβέρνηση της Αθήνας είχε πυροβολήσει ενάντια στα άοπλα πλήθη. Αυτές οι γραφομηχανές έδωσαν στο ΕΑΜ μια μεγάλη νίκη εκείνη την ημέρα».
Και όμως δεν επρόκειτο για εντύπωση, αλλά για την πραγματικότητα, αν σ’ αυτήν προσθέσουμε και τον απάνθρωπα εγκληματικό και πρωταγωνιστικό ρόλο των Εγγλέζων, μαζί και του Ρ. Λίπερ.

Πηγή: Ειδικό αφιέρωμα Ριζοσπάστη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου