Επιλογή γλώσσας

Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023

«Σκαλοπάτι» για την ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης


 ΣΕ «ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ» Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στο ΒΒΒ (low) με σταθερές προοπτικές από ΒΒ (υψηλό), στο καθεστώς της λεγόμενης «επενδυτικής βαθμίδας», ανακοίνωσε το βράδυ της περασμένης Παρασκευής ο καναδικός διεθνής οίκος αξιολόγησης «DBRS Morningstar».

Η απόφαση ενός από τους τέσσερις «μεγάλους» οίκους (που τις αξιολογήσεις του δέχεται και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) τροφοδοτεί με αισιοδοξία επενδυτές και επιχειρηματικούς ομίλους, αφού σηματοδοτεί την πρόσβαση του αστικού κράτους σε σχετικά φτηνότερο δανεισμό για λογαριασμό τους.

Για τον λαό σηματοδοτεί μνημόνια στο διηνεκές, όπως αποκαλύπτουν και οι ίδιες οι εκτιμήσεις του επενδυτικού οίκου στις οποίες βασίστηκε η αξιολόγηση, καθώς «η νέα κυβέρνηση αναμένεται να παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023 (...) προβλέπει ότι το χρέος θα μειωθεί στο 162,6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 και στο 135,2% μέχρι το τέλος του 2026. Η Ελλάδα επίσης αποπληρώνει το χρέος του επίσημου τομέα και αυξάνει το μερίδιό της στο χρέος του ιδιωτικού τομέα**. Οι κυβερνητικές προτεραιότητες επικεντρώνονται στην επιτυχή εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος Ελλάδα 2.0, με αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, κάνοντας μάλιστα αναφορά και στα σχέδια για τον «εκσυγχρονισμό» του συστήματος Δικαιοσύνης και του συστήματος δημόσιας Υγείας, μαζί με «βελτιώσεις» στην Παιδεία.

Σημειώνονται ακόμα η αύξηση του ΑΕΠ κατά 5,9% πέρυσι, «χάρη και στις βελτιώσεις στην αγορά εργασίας και στα μέτρα κρατικής στήριξης», η μείωση των «κόκκινων» δανείων στις τράπεζες, ενώ επισημαίνεται ότι παρά τα προσωρινά μέτρα για την επιδότηση του ρεύματος (που κατέληξαν στις τσέπες των ενεργειακών ομίλων και πληρώνει από την άλλη τσέπη ο λαός), το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν στο 0,1% του ΑΕΠ το 2022, αναμένεται στο 1,1% φέτος και στο 2,1% το 2024.

Σε ελεύθερη μετάφραση, όλα αυτά σημαίνουν ότι για την περιβόητη ανάκτηση της «επενδυτικής βαθμίδας» ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει, πληρώνοντας πάνω από 50 δισ. ευρώ φόρους κάθε χρόνο και πρόσθετα ματωμένα πλεονάσματα της τάξης των 4 δισ. κάθε χρόνο. Από την άλλη, όλο και λιγότερα και από τα ήδη ελάχιστα θα δίνονται για τις ανάγκες του σε Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία, για αντιπλημμυρική, αντιπυρική, αντισεισμική θωράκιση, για αποζημιώσεις στους πληγέντες και αποκατάσταση των περιοχών από τις τεράστιες καταστροφές του καλοκαιριού, με όλα αυτά πάντα στο «ζύγι» του κόστους - οφέλους για το κεφάλαιο.

Ολα αυτά θα έρθουν να προστεθούν στον πληθωρισμό, στην ακρίβεια, στην εκτίναξη των επιτοκίων και στα άλλα «μέτρα αποπληθωρισμού» με τα οποία ο λαός πληρώνει και την «επεκτατική» πολιτική των προηγούμενων χρόνων, για την επιστροφή στη «δημοσιονομική πειθαρχία».

Προϋπόθεση είναι να «τρέχει» με αυστηρό πρόγραμμα το υπερμνημόνιο του Ταμείου Ανάκαμψης, με μέτρα έντασης της εκμετάλλευσης, όπως το τερατούργημα Γεωργιάδη για τη 13ωρη δουλειά, αλλά και με μέτρα όπως: Η δημιουργία του νέου φορέα ακινήτων, που θα αναλάβει να «τρέξει» μια ώρα αρχύτερα πλειστηριασμούς και εκβιασμούς σε βάρος των λαϊκών νοικοκυριών. Οι «μεταρρυθμίσεις» στην αστική Δικαιοσύνη, ώστε με γρηγορότερους ρυθμούς να υλοποιούνται τα «θέλω» των επιχειρηματικών ομίλων σε βάρος του λαού. Οι νέες αντιδραστικές αλλαγές στον τομέα της Πρωτοβάθμιας Υγείας, για να «τρέξει» παραπέρα η εμπορευματοποίηση που σμπαραλιάζει το δημόσιο σύστημα Υγείας για τα κέρδη των ομίλων. Ο «ψηφιακός μετασχηματισμός», για ακόμα αποτελεσματικότερο αστικό κράτος στη φορομπηξία. Και η στήριξη της «πράσινης μετάβασης», που σηματοδοτεί πανάκριβα «πράσινα» εμπορεύματα, νέα χαράτσια για την κατοικία, τις μετακινήσεις, την Ενέργεια.

Την προσήλωση στη συνέχιση αυτής της πολιτικής έσπευσε φυσικά να τονίσει ο υπουργός Οικονομικών, Κ. Χατζηδάκης, κάνοντας λόγο για πολύ σημαντική εξέλιξη και σημειώνοντας: «Δουλειά μας είναι να συνεχίσουμε με σοβαρότητα τις προσπάθειές μας στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής και των διαρθρωτικών αλλαγών, για να πείθουμε τόσο τους οίκους αξιολόγησης όσο και τις αγορές και τους επενδυτές ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου αξίζει κανείς να επενδύει».

Σημειωτέον, ακολουθούν οι αξιολογήσεις από τη «Moody's» στις 15 Σεπτέμβρη, από τη «Standard & Poor's» στις 20 Οκτώβρη και από τον «Fitch» την 1η Δεκέμβρη.

ΕΕ: Αναπροσαρμογή των προβλέψεων ανάπτυξης προς το χειρότερο

Την ίδια ώρα, σε μικρή προς τα κάτω αναπροσαρμογή των δεικτών ανάπτυξης στην Ευρωζώνη για το 2023 και το 2024 προχώρησε χτες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις θερινές ενδιάμεσες προβλέψεις της. Οπως ανακοινώθηκε, προβλέπεται ανάπτυξη της οικονομίας κατά 0,8% για το 2023 (-0,2% από την αρχική πρόβλεψη) και 1,4% για το 2024 (-0,3% από την αρχική πρόβλεψη).

Η Επιτροπή προβλέπει ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ να μειωθεί από 8,4% και 9,2% αντίστοιχα το 2022 σε 5,6% και 6,5% το 2023 και σε 2,9% και 3,2% για το 2024. Το 2024 η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό αναθεωρείται οριακά κατά 0,1%, αντανακλώντας τον αντίκτυπο των υψηλότερων τιμών του πετρελαίου.

Η Κομισιόν αναθεωρεί προς το χειρότερο τις προβλέψεις της βασιζόμενη στην αδυναμία της εγχώριας ζήτησης, στην απότομη επιβράδυνση της παροχής τραπεζικών πιστώσεων, εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων και της «σύσφιξης» της νομισματικής πολιτικής, ενώ οι δείκτες αποτυπώνουν και για τους επόμενους μήνες συνεχιζόμενη αδυναμία στη βιομηχανία και εξασθένιση της δυναμικής στις υπηρεσίες, παρά την έντονη τουριστική περίοδο σε πολλά μέρη της Ευρώπης. Την ίδια ώρα και παρά τις σχετικά καλύτερες - σε σχέση με τις προβλέψεις - επιδόσεις, τα «μαύρα σύννεφα» στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία δείχνουν επί της ουσίας κάμψη και για τις εξαγωγές από την ΕΕ.

Στο μεταξύ, με φόντο τις «χλωμές» αυτές προοπτικές, την Πέμπτη συνεδριάζει το ΔΣ της ΕΚΤ, όπου αναμένεται είτε να κάνει μία παύση είτε να προχωρήσει σε μια δέκατη, έστω και μικρή αύξηση των επιτοκίων, στο 4%.

Σε αντίθεση με τους προηγούμενους μήνες, όταν οι αυξήσεις των επιτοκίων είχαν ουσιαστικά προαναγγελθεί, το αποτέλεσμα της συνεδρίασης στις 14 Σεπτέμβρη θεωρείται «αβέβαιο» και ενδεχομένως να είναι και οριακό.

Η κατάσταση για τα αστικά επιτελεία είναι «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα», αφού από τη μια μεριά υπάρχουν οι εισηγητές και της νέας αύξησης των επιτοκίων, για να «καεί» κι άλλο χρήμα, δεδομένου του πληθωρισμού που συνεχίζει να «τρέχει» με ρυθμούς πάνω από 5%, ενώ από την άλλη το ακριβό κόστος δανεισμού επιβαρύνει κι άλλο την ευρωενωσιακή οικονομία, όπου ήδη «χτυπάνε οι καμπάνες» μιας νέας ύφεσης, όπως αποτυπώνουν και οι χτεσινές προβλέψεις.

Η πορεία αυτή αναμένεται άλλωστε να αποτυπωθεί και μία μέρα μετά, στο Γιούρογκρουπ της Παρασκευής, όπου θα παρουσιαστούν οι ενδιάμεσες θερινές προβλέψεις της Κομισιόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου