Επιλογή γλώσσας

Κυριακή 23 Μαΐου 2021

Η ανθρώπινη υγεία και ζωή, αλγόριθμοι στον υπολογισμό του κέρδους

 


Η Ανάλυση Κόστους - Οφέλους (ΑΚΟ), που κυριάρχησε στο λεξιλόγιο της πανδημίας, είναι συνυφασμένη με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και χρησιμοποιείται εκτεταμένα από κράτη, κυβερνήσεις και επιχειρηματικούς ομίλους.

Στην πραγματικότητα, ενιαιοποιεί τα κριτήρια με τα οποία μια κυβέρνηση ή ένας επιχειρηματίας κάνει τη μία ή την άλλη επιλογή, ανάλογα με το όφελος που προσδοκά από αυτή, σε συνάρτηση με το κόστος που θα έχει η υλοποίησή της ή μη. Οπου «όφελος» βέβαια στον καπιταλισμό σημαίνει κέρδος και μόνο κέρδος.

Το Σώμα του Μηχανικού του αμερικανικού στρατού ήταν το πρώτο που εφάρμοσε την ανάλυση κόστους - οφέλους, το 1936 σε έργα υποδομών, στην καρδιά του αμερικανικού New Deal. Στη συνέχεια, η ΑΚΟ καθιερώθηκε ως ομοσπονδιακή πολιτική των ΗΠΑ το 1939, με βάση τον νόμο «περί ελέγχου των πλημμυρών».

Τις επόμενες δεκαετίες επεκτάθηκε σταδιακά και σε άλλους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής, που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη, τα προγράμματα διαχείρισης έκτακτης ανάγκης κ.ά.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο αξιοποιήθηκε αρχικά για τις επενδύσεις στον τομέα των Μεταφορών, ενώ και στην ΕΕ αποτελεί βασικό εργαλείο για την επιλεξιμότητα επενδύσεων και χρηματοδοτήσεων. Μάλιστα η Κομισιόν εκδίδει «οδηγούς» για την εφαρμογή της ΑΚΟ, όπως ο «Οδηγός ανάλυσης κόστους - οφέλους επενδυτικών σχεδίων».

Παρακάτω σταχυολογούμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα από πεδία εφαρμογής της ΑΚΟ, όπου τα δικαιώματα, οι ανάγκες, η υγεία, ακόμα και η ζωή του λαού μπαίνουν στη ζυγαριά του «κόστους - οφέλους» για το κεφάλαιο.

1. «Τόσο όσο» να μην κοστίζει στο κεφάλαιο

Δίνοντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς εφαρμόζεται ο «κανόνας» στα ζητήματα της Υγείας, η κυβέρνηση της Βρετανίας αναφέρει κυνικά στην ιστοσελίδα της πως αυτή η προσέγγιση «προϋποθέτει ότι η ζωή ενός εργαζόμενου έχει αξία ίση με την παραγωγικότητά του»1.

Χαρακτηριστικά στην ΕΕ, η χρηματοδότηση της Υγείας αντιμετωπίζεται ως «επένδυση», για την εξασφάλιση του ελάχιστου εκείνου επιπέδου υγείας των εργαζομένων, ως απαραίτητο όρο για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, προκειμένου αυτή να μπορεί να εντάσσεται στην καπιταλιστική παραγωγή, να είναι εκμεταλλεύσιμη από το κεφάλαιο2.

Συνεπώς, το κόστος των κρατικών παροχών Υγείας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τα οφέλη που προσδοκά το κράτος, το κεφάλαιο, συνολικά η καπιταλιστική οικονομία από έναν στοιχειωδώς υγιή εργαζόμενο.

Τα όρια βέβαια τους απασχολούν και προς τα πάνω και προς τα κάτω, όπως δείχνει το ψήφισμα 2013/2044 του Ευρωκοινοβουλίου: «Η επένδυση στην υγεία θεωρείται με στενά οικονομικούς όρους μια παραγωγική δαπάνη που προάγει την οικονομική μεγέθυνση. Η κακή κατάσταση της υγείας οδηγεί σε σημαντική απώλεια παραγωγικότητας, μέσω των απουσιών από την εργασία (...) Εκτιμάται ότι τα ποσοστά απουσιών λόγω κακής υγείας κυμαίνονται μεταξύ 3% και 6% του χρόνου εργασίας, επιφέροντας τελικά ετήσιο κόστος περίπου στο 2,5% του ΑΕΠ».

2. Οι εμβολιασμοί για τη φυματίωση στη Βρετανία

Στα μέσα του 20ού αιώνα, η φυματίωση είχε αρχίσει να εκλείπει και θεωρήθηκε «ασθένεια του παρελθόντος». Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 καταγράφηκε αναζωπύρωση σε πολλές χώρες, ανάμεσά τους και στη Μεγάλη Βρετανία, όπου το ποσοστό εμφάνισης αυξανόταν για τρεις συνεχόμενες δεκαετίες, μέχρι και το 2012, με μέσο όρο 1,9% ανά έτος.

Νωρίτερα, το 1976, ο οικονομολόγος J. Stilwell σε άρθρο του με τίτλο «Οφέλη και δαπάνες των προγραμμάτων εμβολιασμού BCG (σ.σ. το εμβόλιο κατά της φυματίωσης) των σχολείων» είχε υποστηρίξει, με βάση ΑΚΟ που πραγματοποίησε, ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 το πρόγραμμα εμβολιασμού BCG των σχολείων θα ήταν «αντιοικονομικό».

Συγκεκριμένα, εκτίμησε το κόστος της πρόληψης για κάθε μοναδική περίπτωση στις 5.500 λίρες και το μέσο συνολικό «κόστος» της ασθένειας ανά άτομο μεταξύ 400 και 1.300 λιρών «ανάλογα με την ιατρική πολιτική σχετικά με τον βαθμό ασθένειας για τον οποίο είναι απαραίτητη η εισαγωγή στο νοσοκομείο». Με βάση αυτόν τον υπολογισμό, συμπέρανε ότι «από τον Δεκέμβρη του 1975 το κόστος του προγράμματος εμβολιασμού υπερέβη τα νομισματικά του οφέλη με σχέση 2 προς 1»3.

Αν και σ' αυτήν την περίπτωση το πρόγραμμα του εμβολιασμού δεν σταμάτησε, η λογική του «κόστους - οφέλους» ειδικά στα εμβόλια δεν εξαλείφθηκε, όπως δείχνει και το παράδειγμα των σκευασμάτων που παράχθηκαν καθυστερημένα για την Covid-19, ενώ η έρευνα για τους κορονοϊούς είχε προχωρήσει, αλλά δεν αξιοποιήθηκε.

Στη Βρετανία, η επανεμφάνιση της πανδημίας συνδέθηκε με άλλους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες, όπως η «κατάργηση των προγραμμάτων ελέγχου της φυματίωσης (...) καθώς και οικονομικές κρίσεις και αυξανόμενη ανισότητα στον πλούτο και την πρόσβαση στην υγεία»4.

Πάντως, από το 2005 το BCG δεν προσφέρεται πλέον σε σχολεία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο και έχει αντικατασταθεί με ένα «στοχευμένο πρόγραμμα για βρέφη, παιδιά και νεαρούς ενήλικες που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο φυματίωσης», σε μια έμμεση εφαρμογή του κανόνα «κόστους - οφέλους».

3. Η επιδημία ερυθράς στην Ιαπωνία

Στην Ιαπωνία, ο αριθμός των κρουσμάτων ερυθράς είχε αρχίσει να αυξάνεται από το 2012, με 14.344 αναφορές το 2013. Πολλοί δήμοι σε ολόκληρη τη χώρα άρχισαν να εφαρμόζουν προγράμματα για να ελεγχθεί η εξάπλωση της ερυθράς, όπως η επιδότηση του εμβολιασμού για νέα ζευγάρια που σχεδίαζαν οικογένεια.

Στη συνέχεια, όμως, κρίθηκε αναγκαίο να διεξαχθεί μια ΑΚΟ του εμβολιασμού κατά της ερυθράς για να αξιολογηθεί το πρόγραμμα. Αυτό συνέβη καθώς, όπως σημειώνεται στην ίδια την ανάλυση, εκείνη την περίοδο καταγράφηκε αύξηση του κόστους ασφάλισης, «πράγμα που πρόσθεσε μεγαλύτερη σημασία στην αποτελεσματική αξιοποίηση της χρηματοδότησης της Κοινωνικής Ασφάλισης»5.

Αν και μέχρι τότε το πρόγραμμα απέτρεψε κατ' εκτίμηση 5.564 κρούσματα ερυθράς σε άνδρες και 1.727 σε γυναίκες, η ανάλυση οδήγησε στο συμπέρασμα - και την απόφαση - ότι το πρόγραμμα επιδότησης του εμβολιασμού μόνο για γυναίκες ήταν προτιμότερο από αυτό για τα ζευγάρια, καθώς ο λόγος κόστους - οφέλους, συμπεριλαμβανομένου του εξοικονομημένου κόστους της χαμένης παραγωγικότητας στην πρώτη περίπτωση, ήταν μεγαλύτερος, και ότι το πρόγραμμα κόστιζε σχεδόν 3,5 εκατ. γιεν λιγότερο από το πρόγραμμα για τα ζευγάρια...

4. Μόλις 11 δολάρια το «κόστος» μιας ζωής

Το 1970 ξεκίνησε η παραγωγή του μοντέλου «Pinto» της αυτοκινητοβιομηχανίας «Ford» στις ΗΠΑ. Οι πωλήσεις ήταν εξαιρετικές. Μέσα σε λίγα χρόνια, όμως, σημειώθηκαν αρκετά περιστατικά εκρήξεων, που οδήγησαν σε θανάτους και σοβαρούς τραυματισμούς, λόγω ελαττωματικού σχεδιασμού στο σύστημα καυσίμου.

Η «Ford» διέθετε την τεχνογνωσία για τη μείωση των πιθανοτήτων έκρηξης, επέλεξε όμως να μην την εφαρμόσει, αν και διέθετε μια ανάλυση που έδειχνε ότι ο νέος σχεδιασμός θα μπορούσε να αποτρέψει συνολικά 180 θανάτους από εγκαύματα, άλλους τόσους σοβαρούς τραυματισμούς και να μειώσει τον κίνδυνο πυρκαγιάς κατά 2.100 αυτοκίνητα.

Οι αλλαγές αυτές στο σύστημα καυσίμου, όμως, θα κόστιζαν 11 δολάρια ανά αυτοκίνητο, με βάση την ανάλυση κόστους - οφέλους που έκανε η εταιρεία, την οποία μάλιστα αξιοποίησε για την υπεράσπισή της στα δικαστήρια.

Με βάση τους υπολογισμούς της «Ford», το κόστος των αλλαγών θα ήταν 137 εκατομμύρια δολάρια. Το ποσό αυτό τέθηκε σε αντιπαραβολή με το λεγόμενο «κοινωνικό όφελος», που προκύπτει αθροιστικά από τα κόστη ενός ατυχήματος, όπως ορίζονταν από την Εθνική Υπηρεσία Οδικής Ασφάλειας των ΗΠΑ: 200.000 δολάρια ανά θάνατο, 67.000 δολάρια ανά τραυματισμό και 700 δολάρια ανά καμένο όχημα.

Οι μαθηματικές πράξεις έδειξαν ότι το λεγόμενο «κοινωνικό όφελος» στην περίπτωση του μοντέλου της Ford ήταν κάτι περισσότερο από 49,5 εκατομμύρια δολάρια. Δεν άντεχε δηλαδή σε καμία σύγκριση με τα 137 εκατ. δολάρια που θα κόστιζαν οι αλλαγές στα οχήματα της εταιρείας. 11 δολάρια ανά όχημα ήταν πολλά για να σωθεί μια ζωή, και έτσι η «Ford» επέλεξε να αποζημιώνει τα πιθανά θύματά της, από το να εγγυηθεί την ασφάλεια και τη ζωή τους. Τελικά, το 1978 αναγκάστηκε να ανακαλέσει το συγκεκριμένο μοντέλο, φοβούμενη ανεπανόρθωτη ζημιά στη φήμη της.

5. Πόσο αποτιμάται η εργασιακή ασφάλεια;

«Η προσπάθεια του υπολογισμού κόστους - οφέλους να αποδώσει νομισματικές αξίες στρεβλώνει, διαστρεβλώνει και περιορίζει τις ανεκτίμητες αξίες της ζωής, της υγείας και της φύσης και υποβαθμίζει την ευρεία ανησυχία για την ευημερία των μελλοντικών γενεών», αναφέρει σε άρθρο του το 2005 το επίσημο περιοδικό του Τμήματος Διοικητικού Δικαίου και Ρυθμιστικής Πρακτικής του Αμερικανικού Δικηγορικού Συλλόγου, μελετώντας την περίπτωση απομάκρυνσης του μολύβδου από τη βενζίνη το 1970 - 1980 και την οριοθέτηση της έκθεσης των εργαζομένων στο χλωριούχο βινύλιο (PVC) το 19746.

Το χλωριούχο πολυβινύλιο, γνωστό ως βινύλιο ή PVC, χρησιμοποιείται ευρέως στα υδραυλικά, στα παιχνίδια, στον ιατρικό εξοπλισμό και σε αμέτρητα άλλα προϊόντα. Το χλωριούχο βινύλιο, το χημικό δομικό στοιχείο από το οποίο κατασκευάζεται το PVC, είναι γνωστό καρκινογόνο για τον άνθρωπο.

Το άρθρο υποστηρίζει πως μια ΑΚΟ για την έκθεση των εργαζομένων στο χλωριούχο βινύλιο θα έδειχνε ότι η θέσπιση ορίων θα ήταν πολύ ακριβή σε σύγκριση με τα προσδοκώμενα οφέλη.«Θα ήταν φαινομενικά βέλτιστο, σε όρους κόστους - οφέλους, να επιτρέπουμε σε περισσότερους εργαζόμενους να πεθαίνουν από καρκίνο κάθε χρόνο, προκειμένου να έχουμε φθηνότερο βινύλιο στην αγορά», σημειώνει το άρθρο.

Το γεγονός όμως ότι μια σειρά θάνατοι, που αποδίδονται στην έκθεση σε χλωριούχο βινύλιο, αύξησαν τις πιέσεις για λήψη μέτρων, οδήγησε την υπηρεσία Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας (OSHA) των ΗΠΑ να υιοθετήσει ένα αυστηρό πρωτόκολλο έκθεσης στο χλωριούχο βινύλιο στους χώρους εργασίας, με κόστος που υπολογίστηκε για τη βιομηχανία στα 200 εκατομμύρια δολάρια.

* * *

Τα παραδείγματα είναι αποκαλυπτικά για το πως το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του αποτιμούν την προστασία της υγείας, ακόμα και της ζωής των εργαζόμενων και το λαού σε συνάρτηση με τα κέρδη και τα γενικότερα συμφέροντά τους.

Ανεξάρτητα πάντως από το αν για κάθε πολιτική απόφαση ή επιχειρηματικό σχεδιασμό υπάρχει από πίσω κι ένας μαθηματικός αλγόριθμος, η λογική του «κόστους - οφέλους» είναι συνυφασμένη με τη λειτουργία του καπιταλισμού και επιβεβαιώνει ότι σ' αυτό το σάπιο σύστημα, τα λαϊκά δικαιώματα και οι ανάγκες δεν μπορούν να συναντηθούν ποτέ και πουθενά με τα κέρδη και ότι αντίθετα, η διαρκής συμπίεση των πρώτων, είναι η «καύσιμη ύλη» για τα τελευταία.

-----------------------

Παραπομπές

1. https://www.gov.uk/guidance/cost-benefit-analysis-health-economic-studies#cons

2. Χριστίνα Ματσιακά, «Η στρατηγική της ΕΕ 2014 - 2020 στην Υγεία - Πρόνοια και η εφαρμογή της από τις αστικές κυβερνήσεις», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 3, 2015

3. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC1639638/

4. https://thorax.bmj.com/content/73/8/702

5. https://www.oatext.com/Cost-benefit-analysis-of-the-rubella-vaccination-in-Japan-to-prevent-congenital-rubella-syndrome-analyses-from-three-perspectives.php

6. https://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=576161


Δ. Μ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου