Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2021

Δημήτρης Χατζής


 Ο πολυγραφότατος πεζογράφος Δημήτρης (Τάκης) Χατζής (13 Νοέμβρη 1913 – 20 Ιούλη 1981) γεννήθηκε στα Γιάννενα. Γιος του διηγηματογράφου, δημοσιογράφου – εκδότη της εφημερίδας «Ηπειρος», φοίτησε στο Ιόνιο Γυμνάσιο Αθήνας. Το 1930 ανέλαβε την έκδοση της «Ηπείρου».

Πρωτοεμφανίστηκε στα Γράμματα με ποιήματα («Νουμάς» 1931 και «Νέα Εστία» 1932). Το 1932 εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Το 1936 εξορίστηκε στη Φολέγανδρο. Λίγους μήνες αργότερα αφέθηκε ελεύθερος. Στην κατοχή δημοσιογραφούσε στον παράνομο «Ριζοσπάστη» και ήταν μέλος της ομάδας του παράνομου σωζόμενου τυπογραφείου της ΚΕ του ΕΑΜ, στην Καλλιθέα, δημοσιογράφος και διορθωτής των εφημερίδων «Ελεύθερη Ελλάδα», «Απελευθερωτής» και άλλων εντύπων που έβγαζε το τυπογραφείο. Αργότερα δούλεψε στο τυπογραφείο του Βουνού. Το 1947 επιστρατεύτηκε στα Γιάννενα. Το Μάρτη του 1948 κατέφυγε στο ΔΣΕ, στου οποίου τα έντυπα δημοσίευε διηγήματα και ανταποκρίσεις. Από το 1949 έζησε σε διάφορες σοσιαλιστικές χώρες. Σπούδασε Βυζαντινολογία και δίδαξε Νεοελληνική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης. Στην προσφυγιά δημοσίευε κείμενά του στο περιοδικό «Πυρσός» και εξέδωσε αρκετά έργα του.

Το 1967 η δικτατορία του Παπαδόπουλου του απαγόρευσε την επιστροφή στην Ελλάδα. Το 1968 έφυγε από την Ουγγαρία, έχοντας προηγουμένως αρνηθεί την ουγγρική υπηκοότητα και ταξίδεψε για λίγο στο Παρίσι, κατόπιν πιέσεων της γαλλικής αστυνομίας να ζητήσει πολιτικό άσυλο όμως, αρνήθηκε τη θέση βοηθού στην έδρα νεοελληνικών σπουδών που του προσφέρθηκε από το Πανεπιστήμιο και γύρισε στη Βουδαπέστη. Το 1973 εργάστηκε ως καθηγητής νεοελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και δημοσίευσε μαζί με τον Θανάση Χατζή ένα βιβλίο για τη δικτατορία στην Ελλάδα, όπου επέστρεψε οριστικά το καλοκαίρι του 1975, όταν ακυρώθηκαν οι δυο καταδίκες σε θάνατο για λιποταξία, που τον βάρυναν από την εποχή του εμφυλίου. Το 1975 δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στη Σχολή Μηχανολόγων του Πανεπιστημίου Πατρών με μεγάλη επιτυχία · μετά από αντιδράσεις συντηρητικών κύκλων του Πανεπιστημίου και του Υπουργείου Παιδείας, τα μαθήματα διακόπηκαν. Από το 1975 ως το 1980 ανέπτυξε έντονη πολιτιστική δραστηριότητα, δίνοντας διαλέξεις και συμμετέχοντας σε συζητήσεις σε σχολεία και πανεπιστήμια. Την ίδια περίοδο συνεργάστηκε με τα περιοδικά Δομή και Αντί και εξέδωσε το περιοδικό Πρίσμα, που κυκλοφόρησε τέσσερα τεύχη (το τελευταίο μετά το θάνατό του). Το 1979 παντρεύτηκε την ιστορικό Καίτη Χατζή, με την οποιά απέκτησε μια κόρη την Ελένη – Αγγελίνα. Πέθανε σε σπίτι φίλων στη Σαρωνίδα από καρκίνο των βρόγχων.

Από το 1980 έως το θάνατό του, 1981, εξέδιδε το περιοδικό «Στίγμα», με αντικείμενο την παγκόσμια Λογοτεχνία

Δέκα δελτία (1953-1968) για τον Δημήτρη Χατζή από το ιστορικό αρχείο του ΚΚΕ

Το λογοτεχνικό έργο του Δημήτρη Χατζή (1913-1981) είναι γνωστό στους αναγνώστες του «Ριζοσπάστη». Το μυθιστόρημα «Φωτιά» (1946), οι συλλογές διηγημάτων «Το τέλος της μικρής πόλης» (1953, 1963), «Ανυπεράσπιστοι» (1966), η συλλογή «Θητεία - αγωνιστικά κείμενα 1940-1950» (1979) και τέλος το μυθιστόρημα «Το διπλό βιβλίο» (1977) και η συλλογή «Σπουδές, διηγήματα ξανατυπωμένα και άλλα» (1977) ανήκουν στον κορμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως ανήκουν και στις πλουσιότερες πνευματικές συμβολές της Αριστεράς, στην πνευματική παραγωγή του τόπου.

Το ιστορικό αρχείο του ΚΚΕ, το οποίο μοιράστηκε και αυτό τη μοίρα του αριστερού κινήματος, βρίσκεται σε επεξεργασία και ανασυγκρότηση, αποτελεί μια σημαντική πηγή στοιχείων για το έργο και τη ζωή του Δημήτρη Χατζή, ιδιαίτερα για την περίοδο μετά την απελευθέρωση και για τα χρόνια της πολιτικής προσφυγιάς. Τα δελτία που παρουσιάζονται εδώ, προερχόμενα από αυτό το αρχείο πρέπει βέβαια να τοποθετηθούν μέσα στη συνέχεια του σχετικού υλικού που έχει συγκεντρωθεί τα τελευταία χρόνια.

Ετσι, το δελτίο 1 φαίνεται να προέρχεται από ένα σύνολο εγγράφων με την προετοιμασία της πρώτης έκδοσης (1953) της συλλογής διηγημάτων «Το τέλος της μικρής μας πόλης» από το τότε εκδοτικό του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας «Νέα Ελλάδα». Αυτό φαίνεται να δείχνει η μνεία του διηγήματος «Μαργαρίτα Μολυβάδα» (από παραδρομή σημειώνεται «Μαργαρίτα Μολυβδά»), του μετέπειτα γνωστού στην οριστική γραφή του με τον τίτλο «Μαργαρίτα Περδικάρη». Οι αναφερόμενες «παρατηρήσεις του Πέτρου (Ρούσου)» δεν έχουν, όσο μπορώ να ξέρω, εντοπιστεί. (Ας μου επιτραπεί να αναφέρω πως μια μικρή σειρά στοιχείων σχετικά με το ίδιο αυτό θέμα δημοσιεύονται και στη μικρή εργασία 491 δελτία για τον Δημήτρη Χατζή. Από τα Αρχεία σύγχρονης, κοινωνικής ιστορίας, την Εθνική Βιβλιοθήκη Szchnvi της Ουγγαρίας, δημόσιες και ιδιωτικές πηγές, εκδόσεις «Μαύρη Λίστα», Αθήνα 2001, (αρ. 143, 144, 149, 151). Μια λεπτομέρεια από τα στοιχεία αυτά (αρ. 145) αξίζει, νομίζω, να σημειωθεί. Σε σημείωμα του Μιλτιάδη Πορφυρογένη, ίσως το 1953, τιτλοφορούμενο: «Ζητήματα για το Πολιτικό Γραφείο», αφού αναφερθούν οι διάφορες συγγραφικές, ερευνητικές, επαγγελματικές δραστηριότητες του Τάκη (Δημήτρη) Χατζή, την εποχή εκείνη, σημειώνεται: «(...) Ο ίδιος όμως βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική (...) γιατί μόλις κερδίζει 500 φράγκα από το ραδιοσταθμό όπου γράφει ένα σκετς τη βδομάδα. Εντούτοις έχει αξία σαν λογοτέχνης και δεν πρέπει να αφεθεί. Για τους λόγους αυτούς και επειδή οπωσδήποτε έπρεπε να του δώσουμε μια αμοιβή για το βιβλίο του που θα εκδοθεί, προτείνω να του δοθεί από το εκδοτικό ένα μηνιάτικο 500 φιορίνια ως τον Ιούλη του 1953. (...)».

Τα δελτία 2, 3, 4, 5 και 6 αποτελούν τη μικρή ανταλλαγή αλληλογραφίας μεταξύ Γιώργου Δ. Ζιούτου (Γιώργος Δ. Ζωιτόπουλος, γεννήθηκε το 1903 στη Μακρινίτσα Μαγνησίας, πέθανε το 1967 στο Παρίσι) και Δημήτρη Χατζή. (Ισως αξίζει να σημειωθεί εδώ πως οι δύο αυτοί άνθρωποι, πρόσφυγες πια και οι δύο, είχαν συναντηθεί στην Κριτική επιτροπή που είχε συγκροτήσει το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, το 1945, όταν το Κόμμα είχε αποφασιστεί να προκηρύξει «διαγωνισμό για να γραφεί η ιστορία του Αγώνα. Ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, (...) Κριτική Επιτροπή. Το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ ονομάζει μια κριτική επιτροπή που θα κρίνει τα έργα που θα της υποβληθούν και θα απονείμει τελικά και τα βραβεία, τόσο για την ιστορία του αγώνα του 1940-45 όσο και για τις μονογραφίες. Η κριτική επιτροπή αποτελείται από τους συντρόφους: Σιάντο, Παρτσαλίδη, Μπαρτζιώτα, Χρύσα Χατζηβασιλείου, Στρίγκο, Ζέβγο, Ζ(ι)ούτο, Πορφυρογέννη, Καραγιώργη, Ρούσο, Χατζή, Αποστόλου, Ν. Καρβούνη. παρ. Λεπτομέρειες η Επιτροπή θα δημοσιεύσει και μελλοντικά. Διεύθυνση: Γραφεία "Ριζοσπάστη", Εδουάρδου Λω 10. Και πάνω στο φάκελο: Για την Κριτική Επιτροπή, (...)» (βλ. «Ριζοσπάστης», Αθήνα, Κυριακή 12 Αυγούστου 1945, Χρόνος εικοστός ένατος, Αριθ. Φύλλου 9524, σελ. 2).

Το δελτίο 7 είναι μια ακόμα μαρτυρία για τη δυσκολία εγκατάστασης, για τις δυσκολίες να βρεθεί μια σχετική σταθερότητα ζωής, πάνω από δέκα χρόνια μετά την αρχή της προσφυγιάς.

Το δελτίο 8, φέρνει την κοινή υπογραφή δύο σημαντικών πνευματικών προσωπικοτήτων, του γλύπτη Μέμου Μακρή και του Δημήτρη Χατζή. Τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται, η «ανασύσταση της ελληνικής κοινότητας στη Βουδαπέστη και [η] υπαγωγή της εκκλησίας της στον ορθόδοξο Μητροπολίτη Βιέννης και κεντρικής Ευρώπης» ανάγονται ίσως στα χρόνια 1964, 1965. (Η πληροφορία που αναφέρεται «Ο Χατζής θα πάει αυτή τη βδομάδα για να κάνει πληρεξούσιο» ίσως χρονολογεί τη σύνταξη του σημειώματος πιο κοντά στα μέσα Μάη 1965, αφού σε επιστολή του της 1ης Ιούμη 1965, στην οικογένειά του στην Ελλάδα, ο Δ.Χ. σημειώνει πως έκανε το πληρεξούσιο, το έστειλε και του έφτασε «χτες» απάντηση πως παρελήφθη).

Το δελτίο 9 έρχεται να συμπληρώσει μικρή σειρά εγγράφων (αρ. 442, 443, 444), σημειωμάτων του Σταύρου Καρά προς το ΠΓ της ΚΕ σχετικά με τη «σύσκεψη της Δαλματίας», δηλαδή σχετικά με συνάντηση, στο Πιράνο της Γιουγκοσλαβίας, με πρωτοβουλία των Μέμου Μακρή και Δημήτρη Χατζή, Ελλήνων διανοουμένων από τη Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη με αντικείμενο τον αντιδικτατορικό αγώνα και την έκδοση πολιτιστικού περιοδικού. Η αναφερόμενη σχετική έκθεση του Τάκη Αδάμου δεν έχει, όσο μπορώ να ξέρω, εντοπιστεί.

Το δελτίο 10, (αντίγραφο όπως σημειώνεται στο ίδιο το έγγραφο και, συμπληρώνω, όχι με το χέρι του συντάκτη του), επιστολή απευθυνόμενη Προς τον πρόεδρο του Συλλόγου των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στην Ουγγαρία, σημειώνει ένα σημαντικό όριο στην πολιτική εξέλιξη του συγγραφέα. Η ύπαρξη αυτού του αντιγράφου της επιστολής, η οποία όσο μπορώ να ξέρω δεν υπάρχει ή τουλάχιστον δεν εντοπίστηκε ακόμα ούτε στο αρχείο του συλλόγου, που παραμένει στη φύλαξη του σχήματος που τον διαδέχθηκε, ούτε στο μέρος του αρχείου αυτού που έχει πλέον κατατεθεί στα Εθνικά αρχεία Ουγγαρίας δείχνει -και είναι βέβαια κοινοτοπία να το γράψει κανείς- πόσο μεγάλη σημασία έχει η δυνατότητα πρόσβασης σε πολλαπλές πηγές για να είναι κάπως δυνατή και η ελαχιστότερη προσπάθεια ανασύστασης αυτού του άπειρα σύνθετου αντικειμένου που είναι και μία μόνο στιγμή της ζωής ενός ανθρώπου.

(Στα δέκα αυτά δελτία δεν μπόρεσα, δυστυχώς για μένα, να προσθέσω ένα ενδέκατο, αφού δεν κατάφερα (αν το κατάφερα) να διαβάσω παρά την πρώτη φράση: «θέλει δούλεμα (στη) σύνταξη». Μόνο αυτό).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου