Επιλογή γλώσσας

Σάββατο 27 Αυγούστου 2022

Αναβάθμιση του σχολείου ... οι δεξιότητες;...ή προώθηση της «διά βίου μάθησης»;


Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως με τον Νόμο 4692/2020 «Αναβάθμιση του Σχολείου κ.ά. διατάξεις», στο Α' μέρος, Διατάξεις για την Πρωτοβάθμια - Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και τη Διά Βίου Μάθηση, στο πρώτο του άρθρο εισηγήθηκε τις δεξιότητες ως αυτοτελές μάθημα στην υποχρεωτική αγωγή και εκπαίδευση. Σύμφωνα με αυτήν τη νομοθετική ρύθμιση εισάγονται τα «Εργαστήρια Δεξιοτήτων», σαν «προσθήκη νέων θεματικών κύκλων στο Νηπιαγωγείο και στο υποχρεωτικό ωρολόγιο πρόγραμμα του Δημοτικού και του Γυμνασίου με σκοπό την ενίσχυση της καλλιέργειας ήπιων δεξιοτήτων, δεξιοτήτων ζωής και δεξιοτήτων τεχνολογίας και επιστήμης στους μαθητές». Μετά από την υποτιθέμενη πιλοτική εφαρμογή τους, τη χρονιά της πανδημίας σε 218 σχολικές μονάδες, προχωρά από τη σχολική χρονιά 2021 - 2022 η εισαγωγή αυτών των «μαθημάτων» δεξιοτήτων παντού. Τροποποιήθηκε σχετικά και το ωρολόγιο πρόγραμμα: Τα μαθήματα δεξιοτήτων διαρκούν, ανάλογα με την τάξη και τη βαθμίδα, από 1 έως 3 ώρες τη βδομάδα. Θα δούμε το ιδεολογικό στίγμα αυτών των μαθημάτων, που δεν είναι κάτι καινούργιο: Ερχονται να συνεχίσουν τη λεγόμενη «ευέλικτη ζώνη», καθώς και τις «θεματικές εβδομάδες» στο Γυμνάσιο, να διευρύνουν το μενού της «διαθεματικότητας» στην υποχρεωτική εκπαίδευση και των «μαθησιακών στόχων - αξιολόγησης του μαθητή» σε όλες τις βαθμίδες, σταθμούς μιας διαδρομής «εκσυγχρονισμών» που στη δική μας Εκπαίδευση μετράει περίπου 25 χρόνια. Θα θυμίσουμε και τι έχει προηγηθεί σε άλλες χώρες και πού ο προσανατολισμός στις δεξιότητες έχει οδηγήσει την Εκπαίδευσή τους.

Ορισμένες πρώτες παρατηρήσεις:

Ασφαλώς χρειάζεται μεγάλο θράσος για να ονομάσει κανείς «αναβάθμιση του σχολείου» τις δεξιότητες. Η αναβάθμιση υπονοεί μια ποιότητα ανώτερου επιπέδου, ενώ η εκγύμναση δεξιοτήτων, όπως προσφέρεται, παραπέμπει στο ζωικό βασίλειο, έστω στο μέρος εκείνο που θαυμαστά αντιπροσωπεύουν και σήμερα οι μακρινοί πια συγγενείς μας (είναι γνωστό ότι οι πίθηκοι κ.ά. ζώα μαθαίνουν να χρησιμοποιούν «εργαλεία» που βρίσκουν έτοιμα από το περιβάλλον τους ή διαμορφώνουν με καθοδήγηση του «εκπαιδευτή» τους). Η ικανότητα του ανθρώπου, αντίθετα, να κατασκευάζει εργαλεία για να αλλάξει το περιβάλλον έχει αποδειχθεί ότι ήταν - και είναι - μια σύνθετη ψυχική διαδικασία: Οχι απλό αποτέλεσμα εκμάθησης μιας κάποιας τεχνικής, αλλά απόρροια πείρας κοινωνικής και συνειδητή ενέργεια του υποκειμένου για τη βελτίωση της ζωής.

Το θράσος ωστόσο δεν έλειψε ποτέ από το πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης. Οι ιδεολογικοί εκπρόσωποί της δεν ντρέπονται να ομολογήσουν κάπου - κάπου την πρόθεσή τους να κρατήσουν τον εργαζόμενο στην κατάσταση ενός φορτηγού ζώου που υπομονετικά θα σέρνει βάρη εφ' όρου ζωής. Η επιδίωξη αυτή δεν είναι καινούργια. Από τον καιρό που η αστική τάξη πήρε την εξουσία η εξαντλητική εκμετάλλευση των εργαζομένων, μάλιστα από την πιο μικρή ηλικία, ήταν γεγονός. Οι αγώνες του εργατικού κινήματος για το 8ωρο, η κατάργηση της παιδικής εργασίας και η υποχρεωτική εκπαίδευση ανέκοψαν προσωρινά αυτήν την απόλυτη εξαθλίωση, ιδιαίτερα από τότε που το πρώτο εργατικό κράτος έκανε την εμφάνισή του καταργώντας την ιδιοποίηση της κοινωνικής εργασίας και δίνοντας στους εργαζόμενους έναν διαφορετικό ρόλο στα οικονομικά και κοινωνικά πράγματα, αυτόν του υποκειμένου της Ιστορίας. Η εξάλειψη της ανεργίας, η δημόσια Υγεία και Παιδεία, η δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, η εκλαΐκευση της επιστήμης, ο πολιτισμός με τη γενικότερή του έννοια, όλα ήταν κατακτήσεις των νέων, σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, από όπου έλειπε κάτι ολότελα περιττό: Η ατομική ιδιοκτησία στη μαζική παραγωγή, η εξουσία των εκμεταλλευτών.

***

Μετά από την ανατροπή όμως του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη, μια νέα οπισθοδρόμηση παρατηρείται σε όλο τον κόσμο. Περίπου διακηρύχθηκε ότι η κοινωνία αλλάζει μόνο στα εργαλεία, κι αυτά όμως ο μονοπωλιακός καπιταλισμός δεν είναι σε θέση να τα αναπτύξει σε όφελος όλης της ανθρωπότητας. Οι παραγωγικές δυνάμεις ασφυκτιούν και πνίγονται μέσα στον στενό κλοιό των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής. Ενας ανταγωνισμός αδυσώπητος εξελίσσεται, με τη μορφή ακόμη και ατελείωτων πολέμων, παντού όπου οι πολυεθνικές εταιρείες επιδιώκουν τον έλεγχο των δρόμων όχι μόνο του πετρελαίου, αλλά και του φυσικού αερίου και των νέων ορυκτών που είναι απαραίτητα για τις νέες τεχνολογίες. Η ανισόμετρη ανάπτυξη, σύμφυτη με τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, παρουσιάζεται σαν ιδανικό: Η «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας, ακόμη και της Εκπαίδευσης. Στο όνομα αυτής της ανταγωνιστικότητας το κεφάλαιο επενδύει σε νέες μορφές κερδοσκοπίας σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος, κερδοσκοπία που μεταμφιέζεται σε περιβαλλοντική προστασία. Τα ψηφιακά μέσα, ιδιαίτερα στον τομέα της πληροφόρησης και επικοινωνίας, ανάγονται σε μυστηριακές δυνάμεις, ικανές να μας λύσουν όλα τα προβλήματα, και ωστόσο καθημερινά παρατηρούμε ότι η αυτοματοποίηση της παραγωγής, με τις νέες τεχνολογίες που αυξάνουν αλματωδώς τον παραγόμενο πλούτο, δεν οδηγεί στη μείωση του εργάσιμου χρόνου, σε περισσότερο και ποιοτικότερο ελεύθερο χρόνο για όλους. Αντίθετα, εντείνεται η εκμετάλλευση και αυξάνεται ο εργάσιμος χρόνος των περιστασιακά εργαζόμενων, στέλνοντας στα ύψη την ανεργία. Πίσω από τις ελκυστικές κουβέντες περί «ανάπτυξης», «καινοτομίας», «οικονομίας της γνώσης», κρύβεται η ίδια πάντα αχορταγιά του πλούτου, η επιθυμία του μονοπωλιακού κεφαλαίου να αυξήσει την κερδοφορία του, σε συνθήκες που δεν θα αμφισβητείται η πολιτική κυριαρχία του.

Η επιταχυνόμενη ανάπτυξη των σύγχρονων εργαλείων στην εποχή μας, μέσα από τη γενικευμένη εφαρμογή της επιστήμης στην παραγωγή, θα απαιτούσε από όλους γενική επιστημονική θεώρηση της κοινωνίας, όπως και της φύσης, ποιοτική και ποσοτική διεύρυνση της βασικής - γενικής παιδείας, τουλάχιστον έως την ενηλικίωση, ώστε οι άνθρωποι, ό,τι δουλειά κι αν κάνουν στο μέλλον, να είναι σε θέση να κατανοούν τον κόσμο, να ελέγξουν την οικονομία και να γίνουν αληθινοί κύριοι της μοίρας τους. Σήμερα όμως επιχειρείται το αντίθετο: Η πρεμούρα να παράσχουν τις «δεξιότητες» από την πιο τρυφερή ηλικία, όταν κανείς δεν έχει την πείρα και τη γνώση να κρίνει, η υποκατάσταση των επιστημονικών αντικειμένων, π.χ. του μαθήματος της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής στην Α' και στη Β' Γυμνασίου, από δεξιότητες «εθελοντισμού» και «πολιτειότητας» (sic), δεν συνιστούν αναβάθμιση της σχολικής Εκπαίδευσης αλλά ωμή προπαγάνδα της ατομικής επιβίωσης στην καπιταλιστική ζούγκλα.

***

Αντί να διευρύνουν και να εδραιώσουν τη βασική Εκπαίδευση, οι καπιταλιστικές χώρες ενδιαφέρονται να την περιορίσουν, να τη διαφοροποιήσουν και όσο γίνεται μάλιστα να υποκαταστήσουν τη Γενική και Επαγγελματική Παιδεία από εναλλασσόμενες, βραχυπρόθεσμες καταρτίσεις. Αυτή είναι η αντιεκπαιδευτική πολιτική της «διά βίου μάθησης». Η προώθηση της «διά βίου μάθησης», ένας συμφυρμός της Εκπαίδευσης με τις εφήμερες καταρτίσεις, περιγράφεται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), τον διεθνή οργανισμό του κεφαλαίου που αναλαμβάνει να προβάλλει στρατηγικές και στην εκπαίδευση, αποτελεί επίσης βασική κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και υλοποιείται από όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις εδώ και 30 χρόνια. Η ισόβια αυτή διαδικασία σημαίνει ατομική ευθύνη των εργαζομένων να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους και συνιστά ασφαλώς μια σύγχρονη και αποδοτική μισθωτή δουλεία. Η έκθεση των «ειδικών εμπειρογνωμόνων» Carnoy και Castells, των Πανεπιστημίων Στάνφορντ και Μπέρκλεϊ αντίστοιχα, ήδη από τον Απρίλη του 1995, είναι αποκαλυπτική: «Στην κοινωνία της πληροφορίας η διάκριση χρόνου εργασίας και ελεύθερου χρόνου θα πρέπει να πάψει να υπάρχει και ο εργαζόμενος θα πρέπει να χρησιμοποιεί τον χρόνο του για να μαθαίνει (σ.σ. ο ίδιος) ή να μαθαίνει τους άλλους για να γίνουν πιο αποδοτικοί, για να συμπληρώνει το εισόδημά του μέσα από αυτοαπασχόληση στο σπίτι του κ.ο.κ. (...) Η αντίληψη μιας εγγυημένης "διά βίου εργασίας" ανήκει στο παρελθόν... Να γίνει αποδεκτή η παρούσα κατάσταση της επαγγελματικής αβεβαιότητας και να βοηθήσουμε τους πολίτες να το αντιμετωπίσουν ως διαρκή κατάσταση. Κεντρικός άξονας γι' αυτό η διά βίου εκπαίδευση (...) Αφού το άτομο δεν μπορεί να γυρίσει στον χαμένο παράδεισο ενός δομημένου, σταθερού κόσμου, αυτός / αυτή θα πρέπει να μάθουν να μπαλώνουν μαζί τη ζωή μέσα σε μια σειρά από μισοαβεβαιότητες. Πολλά συστατικά θα βρουν καινούργιες ισορροπίες στη διάρκεια της κρίσης και το σύνολο θα παραμείνει ένα σταθεροποιημένο περιβάλλον. Οπως οι επιχειρήσεις θα πρέπει να λειτουργούν αβέβαια στον νέο τεχνολογικό και επιχειρησιακό κόσμο, το άτομο θα πρέπει να διαχειρίζεται τη ζωή σε καταστάσεις το ίδιο απρόβλεπτες, ωστόσο χωρίς πανικό».

Το σχολείο με τη σειρά του οφείλει να παρέχει το ελάχιστο προαπαιτούμενο για την προώθηση της εφήμερης κατάρτισης, τη λειτουργία και την επιβίωση του συστήματος: Αυτές είναι οι «τεχνικές» και «μη τεχνικές δεξιότητες». Οι τελευταίες λέγονται και «ήπιες δεξιότητες» ή «δεξιότητες ζωής», και είναι περισσότερο ιδεολογική προετοιμασία των αυριανών εργαζομένων για την αντιμετώπιση των κρίσεων με «αυτομέριμνα», «προσαρμοστικότητα», «υπευθυνότητα» και «ανθεκτικότητα» στην αυξανόμενη εκμετάλλευσή τους (βλ. «κοινωνικές δεξιότητες» του Πλαισίου Προγράμματος Σπουδών για τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων). Η διαστροφή της γλώσσας στους χρησιμοποιούμενους όρους είναι τέτοια που ως βασική «ήπια» δεξιότητα λογαριάζεται η «επιχειρηματικότητα», ενώ είναι φως φανάρι ότι αποσκοπεί στην ανοχή από τους μελλοντικούς εργαζόμενους της πιο σκληρής εκμετάλλευσής τους, αφού σύμφωνα με τα κείμενα της Κομισιόν στοχεύει στην «κατανόηση» της επιχειρηματικής νοοτροπίας και στην ανάπτυξη ενός «πιο ανθεκτικού εργατικού δυναμικού».

Η εκπαίδευση, όπως και η κατάρτιση στη συνέχεια, γίνεται έτσι το μέσο για την απόκτηση κάποιων δεξιοτήτων με σκοπό το άτομο να λειτουργήσει στην επαγγελματική ζωή με έναν ορισμένο τρόπο - δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε - υπαγορευμένο από τον καπιταλιστή. Σε χώρες όπου η «προσέγγιση μέσω δεξιοτήτων» έχει δοκιμαστεί με ωμό ρεαλισμό, όπως στη Φλαμανδική Κοινότητα του Βελγίου, οι τοποθετήσεις των υπευθύνων είναι αφοπλιστικά σαφείς. «Στην πραγματικότητα τι σημαίνει εκπαίδευση προσανατολισμένη στις δεξιότητες; Βασικά ότι η ίδια η εκπαίδευση προσανατολίζεται προς τη ζωή των επιχειρήσεων», διευκρινίζει η Lutgart Claessens, σύμβουλος παιδαγωγικών θεμάτων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση της Φλάνδρας.

***

Οι συνέπειες ενός τέτοιου προσανατολισμού είναι όμως τόσες και τέτοιες που η κατάντια του αστικού σχολείου οδηγεί και παιδαγωγούς, αρχικά υποστηρικτές των δεξιοτήτων στην Εκπαίδευση, να αλλάξουν στρατόπεδο. Ο Marcel Grahay, για παράδειγμα, αν και στην αρχή υπήρξε οπαδός της εισαγωγής των δεξιοτήτων, από το 2005 τη χαρακτηρίζει «κακή απάντηση σε ένα πραγματικό πρόβλημα», διευκρινίζει ότι «η έννοια των δεξιοτήτων δεν προέρχεται άμεσα από τον τομέα της επιστημονικής ψυχολογίας, αλλά μάλλον από τον κόσμο των επιχειρήσεων, άποψη που αποδέχεται η μεγάλη πλειοψηφία των ειδικών» και σημειώνει: «Η λογική της δεξιότητας είναι εξαρχής ένα κοστούμι ραμμένο στα μέτρα των επιχειρήσεων. Από τη στιγμή που θα επιμείνουν να ντύσουν μ' αυτό το στενό ρούχο το σχολείο, αυτό θα σφίγγει όλο και περισσότερο την ανθρωπιστική του διάσταση...».

Κατά βάθος τι μας ζητάνε; Να φτωχύνουμε και την εκπαίδευση, να περιορίσουμε τους στόχους της σε μισή ντουζίνα βασικές δεξιότητες. Στο όνομα τίνος; Για τις ανάγκες ενός οικονομικού συστήματος με προφανή χρεοκοπία και αμετάκλητο τέλος. Η ανθρωπότητα όμως δεν έχει κανένα συμφέρον από το μέλλον της καπιταλιστικής οικονομίας. Γι' αυτό και το ζήτημα δεν μπορεί να είναι «με τι θα εξοπλίσουμε τα παιδιά μας για να είναι ανταγωνιστικά στο πλαίσιο αυτής της οικονομίας, να γίνουν πιο δυνατοί για να τσακίσουν τους άλλους», αλλά: «Ποιες γνώσεις και ποιες αξίες πρέπει να μεταδώσει κανείς - και σε ποιους; - για να επιταχυνθεί το τέλος μιας κοινωνικοοικονομικής τάξης ανεξέλεγκτης και άδικης, που οδηγεί την ανθρωπότητα στην καταστροφή;». Επομένως, καθοριστική επιδίωξή μας δεν μπορεί να είναι το μοναχικό κυνήγι των δεξιοτήτων, αλλά η συλλογική διεκδίκηση σταθερής και πολυτεχνικής μόρφωσης, μέσα από ένα Ενιαίο Δωδεκάχρονο Σχολείο Σύγχρονης Γενικής Παιδείας, το αληθινό σχολείο του μέλλοντος.

  • Αναδημοσίευση αποσπάσματος από το άρθρο «"Δεξιότητες": Οδηγός Επιβίωσης του καπιταλισμού» στο περιοδικό «Θέματα Παιδείας», τεύχος 73 - 80.

Ρίτα ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ
Φιλόλογος στη Δημόσια Εκπαίδευση και διευθύντρια του περιοδικού «Θέματα Παιδείας»

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου