Επιλογή γλώσσας

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

1/6/1927 Η προσφυγική τραγωδία


Στο συνοικισμό της Ανάστασης. Μέσα στις ξύλινες παράγκες λυώνουν το καλοκαίρι και ξεπαγιάζουν το χειμώνα

 «Το νερό το λαχταρούμε, θα πεθάνουμε όλοι σε λίγους μήνες αφού δεν έχουμε ούτε ψωμί ούτε νερό».

Ετσι μας μίλησαν χθες οι φτωχοί πρόσφυγες, που είναι ριγμένοι στον προσφυγικό συνοικισμό στην Ανάσταση, έξω από τον Πειραιά, κοντά στο Κερατσίνι.


Οπως σ' όλους τους συνοικισμούς έτσι και στο συνοικισμό στην Ανάσταση οι πρόσφυγες υποφέρουνε. Ζητάνε νερό, γυρεύουνε ψωμί για να ζήσουνε, μα κανένας δεν τους ακούει. Δυο χρόνια τώρα κάθονται στην Ανάσταση πάνω από πέντε χιλιάδες πρόσφυγες από διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας και την Πόλη. Αρκετοί Αρμένιοι είναι μέσα σ' αυτούς, που δεν ξέρουνε ούτε την Ελληνικήν γλώσσα. Αρκετά υπόφεραν πριν να έλθουνε ακόμη στο συνοικισμό. Το κράτος, τους είχε ρίξει σε μερικές αποθήκες στον Πειραιά χωρίς να παρασκοτισθή και πολύ αν ζήσουν ή αν πεθάνουν. Από τη μεγάλη του «φιλανθρωπία» περιωρίσθη να δώση στο κάθε πρόσφυγα από μια δραχμή την ημέρα, 100 δράμια ψωμί και μια κουβέρτα. Τι κουβέρτα όμως; Οι φτωχοπρόσφυγες έτρεξαν αμέσως να μας τις δείξουνε. Περισσότερες από πέντε γυναίκες τρέξανε στα σπίτια τους, για να μας φέρουνε μια κουβέρτα καϋμένη, κουρελιασμένη.

- Να αυτή τη κουβέρτα μας δώσανε, γυιέ μου, όπως την βλέπεις, έτσι μας την δώσανε. Αχ πού μας καταντήσανε οι άτιμοι!


Σωστά χαμίνια τώρα

Τώρα είναι δυο χρόνια, που χαροπαλεύουνε μέσα στις ξύλινες παράγκες οι πρόσφυγες. Το καλοκαίρι η ζέστη είναι τόσο υπερβολική, τόσο οι παράγκες αυτές ζεσταίνονται, ώστε οι πρόσφυγες δεν μπορούνε να σταθούνε εκεί μέσα.

Αναγκάζονται και σκάβουνε από κάτω από τις παράγκες για να κρυφτούνε στο υπόγειο που έφτιασαν.

- Να χαρής τη ζωή σου ανέβα απάνω, βγάλε και το καπέλλο σου, δες τι ζέστη κάνει, παρακαλούσε μια φτωχή πρόσφυγας. Δεν μπορούσε να βάλη κανείς το χέρι του. Και δεν είναι μόνο αυτά.

Και Σιβηρία το χειμώνα

 

Αν το καλοκαίρι είναι η ζέστη, το χειμώνα πάλι είναι η παγωνιά, οι βροχές και το κρύο, που χωρίς κανένα εμπόδιο μπαίνουνε μέσα και πλημμυρίζουνε οι παράγκες. Σε πολλά μέρη οι ξύλινες αυτές παράγκες είναι ανοικτές, χωρίς καμμιά προφύλαξη. Λίγοι ακόμη μήνες και οι παράγκες αυτές δεν θα μπορούν να χρησιμεύσουν σε τίποτα στους πρόσφυγες αυτούς.

Σαν σαρδέλες στριμωγμένοι

(...) Ολόκληρη προσφυγική οικογένεια είναι υποχρεωμένη ωστόσο να κάθεται σ' ένα δωμάτιο. Εκεί η κρεβατοκάμαρα, εκεί η τραπεζαρία, εκεί η σάλα, εκεί και η κουζίνα. Αν κανένας πρόσφυγας θελήση να βγάλη τα σανίδια από τις παράγκες και να βάλη πλίνθους συναντά την απαγόρευση του χωροφύλακα, ο οποίος δεν επιτρέπει τέτοιο πράγμα. Αν ζουν ή αν πεθαίνουν οι πρόσφυγες φυσικά ο χωροφύλακας βέβαια δεν ενδιαφέρεται, δείχνει κι αυτός το ίδιο ενδιαφέρον που δείχνουν όλες οι αστικές κυβερνήσεις απ' τις οποίες πληρώνεται.

Ούτε δρόμοι ούτε σχολεία

Βόθροι αρκετοί δεν υπάρχουν κι αυτοί που υπάρχουν βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση και σε τέτοια χάλια, που όλοι οι πρόσφυγες κινδυνεύουν να αρρωστήσουνε. Μια απελπιστική κακοσμία εξαπολύεται απ' αυτά και γεμίζει όλη την ατμόσφαιρα του συνοικισμού. Καμμιά φορά ο Δήμος Πειραιώς, και το υπουργείο Υγιεινής δεν ενδιαφέρθηκε γι' αυτό.

Αν ρωτήση κανείς για σχολεία. Ε τέτοια «πολυτέλεια δεν υπάρχει στο συνοικισμό». Οποιος φτωχός πρόσφυγας μπορεί να στείλη το παιδί του σε σχολείο, πρέπει να το στείλη μια ώρα σχεδόν μακρυά, στα σχολεία του Πειραιώς. Ας φαντασθή κανείς τι υποφέρει ένα μικρό παιδί 6 - 7 χρονών να πηγαίνη μια ώρα το πρωί και μια ώρα το βράδυ δρόμο μέσα στη σκόνη και στην καλοκαιρινή ζέστη.

***

Το παραπάνω ρεπορτάζ αποτελούσε μέρος ειδικής έρευνας του «Ριζοσπάστη» στους προσφυγικούς συνοικισμούς, ελάχιστα χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εγκατάσταση εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στη χώρα.

Η αποτύπωση της ζωής των προσφύγων στα «πάτρια εδάφη» δεν ήταν μόνο ζωντανή αλλά και ακριβής. Σε έκθεση του υπουργείου Υγιεινής που συντάχθηκε τον Οκτώβρη του 1928 αναφερόταν ότι στους 4 μεγάλους προσφυγικούς συνοικισμούς της Αθήνας και του Πειραιά (Βύρωνα, Καισαριανή, Νέα Ιωνία και Κοκκινιά) στοιβαζόταν περίπου μία οικογένεια ανά δωμάτιο, ενώ η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη στα σπίτια που χαρακτηρίζονταν «προσωρινά» ή «ημι-μόνιμα».

Η λεγόμενη «αποκατάσταση» των προσφύγων, που έγινε με τους όρους και τις συνθήκες που παρουσίαζε ο «Ριζοσπάστης», όπως έγραψε ο Ch. Howland, που διετέλεσε πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ), δεν υπήρξε απλά και μόνο «ζήτημα ανθρωπισμού, αλλά και πολιτική αναγκαιότητα», αφού «ο σεβασμός της τάξης και των νόμων εξαφανίζεται όταν κάποιος βλέπει την γυναίκα του και τα παιδιά του να πεθαίνουν από την ανάγκη και οι άνθρωποι γίνονται αναρχικοί». Αλλωστε, η γκετοποίηση των προσφύγων σε ξέχωρους συνοικισμούς, σε απόσταση από τα αστικά κέντρα, στόχευε και στον κοινωνικό έλεγχο των προσφυγικών μαζών.

Σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, οι πρόσφυγες βρήκαν σύμμαχο το ΚΚΕ, το οποίο πρωτοστάτησε στη σφυρηλάτηση κοινού μετώπου των ντόπιων εργατών - αγροτών και των προσφύγων και στάθηκε αλληλέγγυο στις κινητοποιήσεις των ίδιων των προσφύγων για καλύτερες - ανθρώπινες - συνθήκες στέγασης και διαβίωσης.

Βλ. περισσότερα:

Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (Επιμ.), «1922. Ιμπεριαλιστική Εκστρατεία και Μικρασιατική Καταστροφή», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2022, σελ. 241 - 287.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου